18. ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΩΝ

[3 Ιανουαρίου1844]

 «Αυτός ήταν ο Ιησούς, που όταν άρχισε το έργο του­ ήταν περίπου τριάντα ετών. καθώς νόμιζαν, ήταν γιος του Ιωσήφ».

 Κατά Λουκά Γ 23

Εδώ και πάλι βρίσκουμε μπροστά μας έναν στίχο, ο οποίος μας πλημμυρίζει με το αστραποβόλο φως του! Πραγματικά, σε αυτό τον στίχο θα μπορούσατε και εσείς από μόνοι σας να εξιχνιάσετε ολό­κληρο το βάθος της υπόθεσης που ταιριάζει για τον σκοπό μας, με την πρώτη ματιά. Έτσι ας δούμε αν μετά από μια σύντομη εισαγωγή, δεν θα είσαστε σε θέση να αντιληφθείτε το αστραποβόλο φως του.

Όταν Αυτός ανέλαβε το έργο της Διδασκαλίας Του, ήταν περίπου τριάντα ετών και τον θεωρούσαν φυσικό γιο του μαραγκού Ιωσήφ.

Ποιος είναι «Αυτός;» «Αυτός» είναι ο Ίδιος ο Κύριος, ο οποίος προϋπάρχει πριν απ’ όλες τις αιωνιότητες και που για πάντα θα είναι ακριβώς ο ίδιος Κύριος!

Όμως, πως είναι δυνατόν «Αυτός» που είναι αιώνιος, να είναι τριά­ντα ετών; Για αυτή την πρώτη Και τελευταία φορά, ο Αιώνιος αυ­τοδημιούργησε τον Εαυτό Του σαν άνθρωπο και κατά την ανθρώ­πινή Του φύση, υπέκειτο κι Αυτός στην πορεία του χρόνου, που και εκείνος είχε προέλθει από Αυτόν τον Ίδιο, πριν απ’ όλες τις αιωνιότητες.

Ήταν περίπου τριάντα ετών. Τι θέλει να πει αυτό; Είναι δυνατόν Αυτός σαν Θεός να απαριθμεί τριάντα χρόνια ζωής; Σαφώς και δεν είναι δυνατόν, γιατί Αυτός Είναι αιώνιος. Έτσι λοιπόν μόνο σαν άνθρω­πος ήταν δυνατόν να μετράει κάποια ηλικία.

Και σε αυτή τη φάση της ζωής Του, άρχισε το έργο της Διδασκα­λίας Του. Με ποια ιδιότητα; Σαν Θεός ή σαν άνθρωπος; Με την προ­σθήκη «εθεωρείτο σωματικώς γιος του μαραγκού Ιωσήφ» πιστοποιεί­ται ότι «Αυτός» ο ούτε τριαντάχρονος, δεν ξεκίνησε το έργο της Δι­δασκαλίας Του σαν Θεός, αλλά σαν άνθρωπος. Γιατί ο Θεός μέ­σα Του, συμπεριφερόταν προς αυτόν τον ούτε τριαντάχρονο γιο του μαραγκού με τον ίδιο τρόπο, όπως συμπεριφέρεται στον κάθε άνθρω­πο το εσωτερικό του πνεύμα. Αυτά το εσωτερικό πνεύμα πρέπει κατ’ αρχάς να αφυπνιστεί μέσα από την αντίστοιχη εξωτερική δραστηριό­τητα που απορρέει από την αγάπη, μέχρι που τελικά να προβάλει δρα­στήρια, σαν ένα αυτοδύναμο και αυτενεργό Όν.

Συνεπώς, Αυτός ο κατά την εξωτερική του πλευρά περίπου τρια­ντάχρονος γιος του μαραγκού Ιωσήφ, άρχισε το έργο της Διδασκα­λίας Του εξ’ ολοκλήρου σαν άνθρωπος και όχι σαν Θεός. Η θεό­τητα σε Αυτόν πρόβαλε ενεργητικά μόνο κατά περίσταση και σ’ αυτό το μέτρο που ο Ίδιος την ενεργοποιούσε μέσα Του, σαν αποτέλεσμα των πράξεων που έκανε σαν άνθρωπος. Αλλά χωρίς τις ανάλογες πράξεις, η Θεότητα δεν εμφανιζόταν στο προσκήνιο.

Ερώτηση: Πώς είναι δυνατόν Αυτός ο ούτε καν τριαντάχρονος, να αναλάβει ένα διδασκαλικό έργο το οποίο προϋποθέτει μια μεγάλη πο­λυμάθεια και η οποία με τη σειρά της απαιτεί μια πολύ μεγάλη εξειδί­κευση, όπως και μια εκτεταμένη περίοδο μελέτης; Από πού απέκτη­σε όλη αυτή τη σοφία;

Γιατί όπως έλεγαν κάποιοι: «Εμείς τον γνωρίζουμε. Είναι ο γιος του μαραγκού και τον έχουμε δει να ασκεί το επάγγελμα του πατέρα του μπροστά στα μάτια μας. Γνωρίζουμε ότι ποτέ δεν επισκέφθηκε κά­ποιο σχολείο και κανείς από εμάς δεν θυμάται καμία περίπτωση να τον έχει δει να πιάσει στα χέρια του κάποιο βιβλίο για να διαβάσει. Σχεδόν μέχρι αυτή τη στιγμή ήταν ένας κοινός χειροτέχνης και τώρα, κοι­τάξτε τον, είναι διδάσκαλος και η διδασκαλία του ξεχειλίζει από βαθιά σοφία και ευλογία, αν και σε ολόκληρη την υπόλοιπη εικόνα του προ­βάλει ξεκάθαρα η όψη του μαραγκού. Πριν από πόσο καιρό ήταν, ό­που μαζί με τους αδελφούς του κατασκεύασε εδώ στον τόπο μας ένα στάβλο για τα γαϊδούρια; Κοιτάξτε τα ροζιασμένα χέρια Του, – θυμί­ζουν ένα γνήσιο μαραγκό – και όμως, τώρα είναι διδάσκαλος και μάλιστα Προφήτης, χωρίς καν να έχει περάσει από την Εσσαϊκή σχολή των προφητών. Πώς εξηγείται αυτό;»

Αυτό που βλέπετε είναι η πιστή και αληθινή μαρτυρία, η οποία δό­θηκε στο γιο του μαραγκού στην Καπερναούμ! Από αυτή τη μαρτυρί­α προκύπτει το συμπέρασμα, ότι σε αυτόν τον ούτε τριαντάχρονο γιο του μαραγκού, η Θεότητα δεν θα πρέπει να πρόβαλε με τόσο έντονη μορφή, γιατί αλλιώς θα θεωρείτο άξιος μιας εντελώς διαφορετικής μαρ­τυρίας.

Ωστόσο παραμένει το ερώτημα, από πού απέκτησε αυτός ο εντε­λώς αγνός άνθρωπος αυτή τη διδακτική Του ικανότητα, τη στιγμή που ποτέ του δεν είχε σπουδάσει, ή έστω διαβάσει κάτι; Ο άνθρωπος αυ­τός, χρωστούσε τη διδακτική του ικανότητα αποκλειστικά και μόνο στον τρόπο με τον οποίο έπραττε.

Ο παράγοντας που καθόριζε την καθημερινή Του δραστηριότητα, ήταν η διαρκής και διακαής αγάπη Του για το Θείο και ταυτοχρόνως για τον πλησίον Του. Αφιέρωνε την κάθε Του πράξη στον Θεό και την ασκούσε με τέτοιο τρόπο ώστε ποτέ να μην βάζει σε προτεραιό­τητα το δικό Του συμφέρον, αλλά μόνο εκείνο του πλησίον Του. Πα­ράλληλα, αυτός ο άνθρωπος αφιέρωνε κάθε μέρα τρεις ώρες, για να συγκεντρωθεί στην ειρήνη Του Θεού.

Με αυτό τον τρόπο και κατά το μέτρο και το βαθμό των πράξεων Του διαρκώς αφύπνιζε την υπνώττουσα Θεότητα που μέσα Του υπήρχε σε όλη της την πληρότητα, καταστώντας την όλο και περισ­σότερο ενεργή. Αυτό τθ πράγμα όπως είπαμε και προηγουμένως, εί­χε σαν συνέπεια όταν ο άνθρωπος αυτός είχε σχεδόν συμπληρώσει το τριακοστό έτος της ζωής Του, η Θεότητα να έχει αφυπνιστεί μέσα Του σε τέτοιο βαθμό, ώστε από το πνεύμα της σοφίας της να έχει α­ποκτήσει αυτή τη μεγαλειώδη ικανότητα, με την οποία μπορούσε να ασκεί το γνωστό διδασκαλικό έργο, το οποίο ήταν η αποστολή του.

Μετά από αυτό τον πρόλογο σας ρωτώ: μήπως δεν βλέπετε ακό­μη το ιδιαίτερα αστραποβόλο φως αυτού του στίχου; Ναι, το βλέπετε και έτσι καταλαβαίνετε προς τα που πηγαίνει η όλη υπόθεση. Γι1 αυ­τό και η προσθήκη που ακολουθεί θα είναι πολύ σύντομη, ώστε η υ­πόθεση να μην τραβήξει περιττά σε μάκρος.

Λοιπόν, πώς θα μπορούσε να διαμορφωθεί η τελική προσθήκη; Κοιτάξτε, έτσι απλά: «Δεν έχετε παρά να πράξετε και εσείς το ίδιο!»

Μην νομίζετε ότι θα αφυπνίσετε το θεϊκό σας πνεύμα μέσα από το εκτεταμένο διάβασμα και τις σπουδές. Με αυτό τον τρόπο μάλλον σκοτώνει κανείς το Θεϊκό του πνεύμα και στη συνέχεια το κουβαλά σαν πτώμα στον τάφο- όμως να είσαστε δραστήριοι, σε αρμονία με τους βασικούς κανόνες της ζωής και έτσι το πνεύμα σας θα ζωντανέψει και Θα ανακαλύψει μέσα στον ίδιο του τον εαυτό, όλα αυτά τα οποία δεν θα τα βρίσκατε, ούτε καν με την ανάγνωση χιλιάδων βιβλίων!

Όταν όμως το πνεύμα σας θα είναι ζωντανό, τότε μπορείτε και να διαβάζετε και έτσι με την ανάγνωση ή το άκουσμα του Λόγου Μου, θα μαζέψετε καρπούς οι οποίοι θα διαθέτουν έναν ζωντανό πυρήνα ή μια ζωντανή βάση. Όμως χωρίς την πρότερη αφύπνιση του πνεύματος, δεν θα θερίσετε τίποτ’ άλλο παρά το άδειο κέλυφος του καρπού, στο οποίο δεν υπάρχει ζωντανός πυρήνας, γιατί ο ζωντανός πυρήνας είναι η εσωτερική και ζωντανή πνευματική κατανόηση.

Από πού να προέλθει αυτή η ζωντανή κατανόηση, αν προηγου­μένως δεν έχει ζωντανέψει και δεν έχει απελευθερωθεί το πνεύμα; Το σώμα δεν είναι παρά ένα εξωτερικό κέλυφος που αποβάλλεται και α­ποσυντίθεται. Το σώμα και η τροφή του πνεύματος είναι η ψυχή. Έτσι, αν διαβάζετε απλά για να πλουτίσετε την εξωτερική – φυοική αντίλη­ψη σας, τότε τι μπορεί να προκύψει για το πνεύμα που ακόμη δεν εί­ναι ζωντανό και ενεργητικό στο κατάλληλο μέτρο και γι’ αυτό δεν είναι σε θέση να εμπλουτίζει το Λόγο που διαβάζετε με την ανάλογη ζωντανή πνευματική επίγνωση, ώστε τον κάθε Λόγο που με ε­ξωτερικό τρόπο προσλάμβανε μόνο ως προς το κέλυφος του, να τον γεμίζει με το ζωντανό πυρήνα του και έτσι να γίνει ζωντανός και αποτελεσματικός;

Έτσι σε κάθε περίπτωση ισχύει η παλιά βασική αρχή: Να μην πα­ραμένετε απλοί ακροατές, αλλά να εφαρμόζετε το Λόγο Μου στην πρά­ξη, γιατί μόνο τότε θα συνειδητοποιήσετε τη θεϊκότητά του ζωντανά, μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό.

Πιστεύω ότι με αυτά φωτίστηκε και αυτό το θέμα. Αλλά επειδή στον άνθρωπο, όπως έχουμε πει επανειλημμένα, δεν επαρκεί ποτέ το Φως, ας προχωρήσουμε σε έναν ακόμη κεντρικό ήλιο.

13 Ιανουαρίου 1844]

«Έφεραν την όνον και το ττωλάριον, και έβαλον επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών και επεκάθισαν Αυτόν επάνω αυτών».

 Κατά Ματθαίο ΚΑ 7

Ο στίχος αυτός αν και σύντομος, είναι πολύ καλός και βασικά πολύ κατάλληλος για την υπόθεση μας, γιατί δείχνει αυτό που είναι χρήσιμο για το σκοπό μας, μέσα από μια ιδιαίτερα ξεκάθαρη και ζωντανή εικόνα.

Οδήγησαν την όνο προς Αυτόν, έστρωσαν επάνω της τα ρούχα τους και μόνο τότε κάθισε ο Κύριος επάνω της.

Όταν τη βρήκαν οι μαθητές, η όνος αυτή ήταν δεμένη και εκτός αυτού βρισκόταν στην ιδιοκτησία ενός ανθρώπου αυτού του κόσμου. Τι θέλει να πει αυτό; Αυτό το πράγμα χαρακτηρίζει τις δεσμευμένες ιδιότητες της αθωότητας, της ταπεινοφροσύνης και της αγάπης, ή με άλλα λόγια το ανθρώπινο πνεύμα, που εξακολουθεί να είναι δέσμιο αυτού του κό­σμου, γιατί ακόμη δεν έχει απελευθερωθεί, αν και σύμφωνα με την ταπεινόφρονα και πλήρη αγάπης φύση του, στρέφεται ήδη ολοκληρω­τικά προς τον Κύριο, αφιερώνοντας του έτσι ολόκληρο τον προο­ρισμό του. Ο Κύριος, αμέσως μόλις αντιληφθεί κάπου υπάρχει ένα τέτοιο πνεύμα, στέλνει τους μαθητές Του για να το ελευθερώσουν και να το οδηγήσουν σε Αυτόν. Έτσι αυτός ο κόσμος χάνει όλα τα φαινο­μενικά του δικαιώματα και την εξουσία που ασκεί πάνω σ’ εκείνον, για τον οποίο ο Κύριος λέει: «Αυτόν τον άνθρωπο τον χρειάζομαι!»

Όμως γιατί πρόκειται για μια θηλυκή και όχι για έναν αρσενικό όνο; Γιατί σε αυτή την περίπτωση το θηλυκό χαρακτηρίζει σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ το αρσενικό τη βαθιά ταπεινότητα και τη γόνιμη αγάπη.

Έτσι η όνος βρίσκεται πια μαζί με τον Κύριο και οι μαθητές την σκεπάζουν με τα ρούχα τους. Αυτό σημαίνει ότι όταν η γόνιμη αγάπη και η πραγματική ταπεινότητα στρέφεται προς τον Κύριο, ντύνεται με το ρούχο της πραγματικής σοφίας. Τα ρούχα χαρακτηρίζουν την επω­φελή χρησιμότητα της σοφίας. Όσο απλούστερα είναι το ρούχα, τόσο υψηλότερος είναι ο βαθμός σοφίας που χαρακτηρίζουν, γιατί η αγά­πη και η ταπεινοφροσύνη από μόνη της, είναι γυμνή.

Αν πάνω στην αγάπη και την ταπεινοφροσύνη προστεθούν πο­λυτελέστατα και φανταχτερά ρούχα, τότε δηλώνουν την κατάσταση, όπου η σοφία είναι μεγαλύτερη και δυνατότερη από την αγάπη. ΓΙ’ αυτό και τα αγγελικά πνεύματα που κατοικούν στον ουρανό της σο­φίας* είναι ντυμένα με υπερβολική μεγαλοπρέπεια. Ενώ τα αγγελικά πνεύματα του ύψιστου ουρανού**, των οποίων η φύση είναι η άκρα­τη αγάπη προς τον Κύριο, παρουσιάζονται με πολύ λιτή ενδυμασία, μερικές φορές μάλιστα εντελώς γυμνά, ιδιαίτερα όταν η αγάπη τους για τον Κύριο προσεγγίζει την υψηλότερη δυνατή της βαθμίδα.

Έτσι και εδώ, τα λιτά ενδύματα των μαθητών, με τα οποία σκεπά­ζεται η όνος, συμβολίζουν την καθαρά θεϊκή σοφία. Και έτσι, όταν η γόνιμη αγάπη σκεπάζεται λόγω της ταπεινότητας της με τη θεϊκή σο­φία, αποκτά την ικανότητα να δεχτεί και να κουβαλήσει τον Κύριο, που σημαίνει ότι γίνεται ένα με Αυτόν.

Η γόνιμη αγάπη ντυμένη με τη φορεσιά της σοφίας μεταφέρει τον Κύριο. Και έτσι την οδηγεί ο Ίδιος ο Κύριος, ώστε να είναι εντελώς αδύνατον να λοξοδρομίσει και να χάσει πια το δρόμο της. Και η πορεία που χαράσσεται οδηγεί απευθείας στην πόλη του Θεού, που με τη σει­ρά της συμβολίζει το αιώνιο Βασίλειο Του, ή την πραγματική και αιώ­νια ζωή! Αυτή είναι η εικόνα και η ερμηνεία της στο σύνολο τους.

Θα πει κανείς: «Ωραία όλα αυτά, αλλά τι σχέση έχουν με το Θέμα μας;» Εγώ σας λέω όμως ότι, το φως όταν υπάρχει, ταιριάζει όπου κι αν το τοποθετήσετε, σαν να ήταν ανέκαθεν προορισμένο για το συγκε­κριμένο σημείο.

Για να το καταλάβετε, δοκιμάστε το με ένα αναμμένο κερί. Βάλτε το σε διάφορα σημεία του δωματίου σας και θα δείτε ότι πουθενά δεν φαίνεται ξένο και παράταιρο, παρά ταιριάζει παντού μια χαρά.

Αντίστοιχα και οι αστέρες στο στερέωμα αλλάζουν τις θέσεις τους, τουλάχιστον φαινομενικά για τα μάτια σας. Μπορείτε όμως να ισχυρι­στείτε ότι ο Ορίωνας ταιριάζει καλύτερα στην ανατολή, στο μεσουράνημα, ή στη δύση; Όπου κι αν βρίσκεται, φαίνεται να είναι στην ιδιαί­τερη του θέση. Παρόμοια και ο Ήλιος, δείχνει όμορφα σε όποια θέση και αν βρίσκεται και παντού όπου κι αν πέφτει το φως του, εκτελεί την ίδια υπηρεσία.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το ζωντανό φως που χαρακτη­ρίζει το στίχο μας. Μπορείτε να το βάλετε όπου κι αν θέλετε και πα­ντού θα ταιριάζει τόσο όμορφα, σαν να είχε δοθεί για αυτή τη μια και μοναδική περίπτωση. Με μια μικρή δοκιμή θα δούμε αν μπορεί να ται­ριάξει και στην υπόθεση μας. Απλά, θα τον τοποθετήσουμε σ’ αυτή και αμέσως θα φανεί σαν να είχε δοθεί απλά και μόνο για να εξυπη­ρετήσει τους σκοπούς της υπόθεσης μας. Ακούστε λοιπόν!

Ερώτηση: Δεν θα μπορούσε κάλλιστα ο Κύριος να είχε ζητήσει, ώστε αντί για την όνο, να του φέρουν ένα άλογο, ή τουλάχιστον έναν αρσενικό όνο, που να ήταν και εξοικειωμένος στην ίππευση; Σίγουρα! Το κάθε ζώο σε αυτή την περίπτωση θα επιτελούσε στον Κύριο την ί­δια υπηρεσία. Ένα λιοντάρι, μια τίγρη, ένας πάνθηρας, μια καμήλα, έ­να άλογο ή ένα μουλάρι, θα ήταν κατ’ αρχάς κατά πολύ δυνατότερα και σίγουρα θα ήταν υποχρεωμένα να υπηρετήσουν τον Κύριο της α­περαντοσύνης σε ένα απλό Του νεύμα. Εκτός αυτού, μια τέτοια εικό­να θα δημιουργούσε πολύ μεγαλύτερη υπόληψη, απ’ ό,τι η ίππευση πάνω στη μικροσκοπική και αδύναμη όνο.

Όμως αυτό θα ίσχυε μόνο για την περίπτωση ενός απλού ανθρώ­που. Στην περίπτωση Του Κυρίου το πράγμα παίρνει μια εντελώς δια­φορετική διάσταση. Αυτός ο οποίος είναι η Ίδια η βασική Τάξη και η
βασική έννοια όλων των πραγμάτων, δεν έπραττε όπως ένας απλός
άνθρωπος, για τον οποίο δεν έχει σημασία αν κάτι θα συνέβαινε κα­τά τον ένα ή κατά τον άλλο τρόπο. Στην περίπτωση του Κυρίου τα πά­ντα γίνονταν σε αρμονία με την ακλόνητη τάξη, ώστε η κάθε Του πράξη να αποτελεί ένα πρότυπο και να χρησιμεύει σαν αιώνια διδασκαλία.

Αυτά τα πιο δυνατά ζώα θα χαρακτήριζαν αυτή καθ‘ αυτήν την επίγνωση και τη σοφία, στην οποία όμως θα έλειπε η διάσταση της γόνιμης αγά­πης, καθώς και η διάσταση της ταπεινοφροσύνης στη βαθύτερη απλότητά της.

Αν ο Κύριος είχε επιλέξει ένα τέτοιο ζώο, τότε μέσα απ’ αυτή Του την πράξη θα είχε δείξει ότι ο άνθρωπος θα έπρεπε να εστιάζει την προσοχή του κυρίως στην καλλιέργεια των επιστημών, πάνω σε ό­λους τους πιθανούς τομείς της γνώσης, όπως και σε κάθε πιθανή σο­φία που μπορεί να προκύψει από αυτή την ενασχόληση. Στην ουσία θα είχε υποδηλώσει ότι ο άνθρωπος θα έπρεπε να σπουδάζει και να αφομοιώνει όλες, ή τουλάχιστον όσο το δυνατόν περισσότερες από τις βιβλιοθήκες αυτού του κόσμου. Μόνο που ο Κύριος ήξερε πολύ κα­λά τι έκανε, γι’ αυτό και σε αυτή την περίπτωση ο βασικός κανόνας που ο Κύριος έθεσε εξ’ αρχής λέγοντας: «εάν φας από το δέντρο της γνώσης* θα πεθάνεις» παρέμεινε αμετάβλητος!

Έτσι ιππεύοντας ο Κύριος την όνο που ήταν σκεπασμένη με τον λιτό ρουχισμό, έδειξε σ’ όλους τους ανθρώπους με συμβολικό αλλά και κυριολεκτικό τρόπο, ότι από πνευματικής σκοπιάς 8α έπρεπε να κάνουν και αυτοί τα ίδιο. Με άλλα λόγια να βασίζονται αποκλειστικά στη γό­νιμη ενέργεια της αληθινής αγάπης, ή οποία εκδηλώνεται μέσα από την ταπει­νοφροσύνη. Και αυτό το πράγμα θα έχει σαν αποτέλεσμα να έρθει ο Ίδιος, να τους ελευθερώσει από όλο αυτό τον κόσμο και να τους σκε­πάσει με τα ρούχα της πραγματικής σοφίας και έτσι θέτοντας τους υ­πό την προσωπική Tου καθοδήγηση, θα τους οδηγήσει με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο και η αγάπη της καρδιάς τους κουβαλά τον Κύ­ριο, πάνω στην ράχη της ταπεινοφροσύνης τους.

Γι’ αυτό και ο άνθρωπος δεν θα πρέπει να ιππεύει άλογα, γκαμή­λες, λιοντάρια, πάνθηρες και τίγρεις, ή με άλλα λόγια: ο άνθρωπος δεν θα έπρεπε να κυνηγά τις γνώσεις και τη σοφία και τις εγκόσμιες επιστή­μες, γιατί όλα αυτά αποτελούν τον καρπό του δέντρου της γνώσης, αλλά να αναμένει τον Κύριο με πραγματική αγάπη και ταπεινό­τητα! Και μόλις σημάνει η κατάλληλη ώρα, θα έρθει και θα τον ελευ­θερώσει ο Ίδιος, ευλογώντας πλέον το δέντρο της Γνώσης. Ή, η όνος θα σκεπαστεί με ρούχα και έτσι ο άνθρωπος θα μπορεί να γεύεται σε όλη την αιωνιότητα τους καρπούς της αληθινής σοφίας αυτού του ευλογημένου δέντρου.

Και τώρα μπορώ και Εγώ να σας ρωτήσω, αν το φως αυτού του στίχου ταιριάζει για την υπόθεση μας ή όχι! Πιστεύω ότι το θέμα είναι πλέον ολοφάνερο, γι’ αυτό ας προχωρήσουμε ακόμη κατά έναν κεντρικό Ήλιο παρακάτω!

 

 [17 Ιανουαρίου 1844]

«Δεν έπρεπε να πάθει ταύτα ο Χριστός και να εισέλθει εις την δόξαν αυτού;»

 Κατά Λουκά ΚΔ 26

«Προκειμένου να κατακτήσει τη Λαμπρότητα, δεν έπρε­πε και ο Χριστός να υποφέρει όλα αυτά τα πάθη;»

Σ’ αυτόν το στίχο γίνεται για άλλη μία φορά ολοφάνερο, ότι η Λαμπρότητα της αιώνιας ζωής δεν κατακτάται μέσα από τις σπουδές και το πολύ διάβασμα, αλλά μόνο μέσα από πράξεις αγάπης.

Σαφώς εδώ θα μπορούσε κανείς να θέσει την εξής ερώτηση: «Α­φού ο Χριστός ήταν έτσι κι αλλιώς αυτή καθ’ αυτήν η αιώνια Ζωή προσωποποιημένη, κατέχοντας όλη τη Λαμπρότητα της στον Ίδιο Του τον Εαυτό αυτό, τότε γιατί έπρεπε να περάσει μέσα απ’ αυτά τα πάθη, ώστε να κατακτήσει αυτή τη Λαμπρότητα;»

Ακούστε: Ο Χριστός σαν Χριστός, δεν ήταν παρά ένας απλός άν­θρωπος και έτσι σαν το πρώτο και βασικό πρότυπο, έπρεπε να κατα­κτήσει αυτή την ολοκληρωμένη θεϊκή Λαμπρότητα μέσα από τις ίδιες Του τις πράξεις. Και αν δεν είχε κάνει αυτό το πράγμα, τότε θα είχε κα­ταστραφεί ολόκληρη η Δημιουργία, γιατί σε Αυτόν συνενώθηκαν ξανά Πατέρας και Υιός σε Ένα – ή πράγμα που είναι ένα και το αυτό- σε Αυ­τόν συνενώθηκαν ξανά μεταξύ τους η θεϊκή Αγάπη και η θεϊκή Σοφία. Γιατί παλαιότερα η Αγάπη είχε αποτραβηχτεί από τη Σοφία, γιατί η Σο­φία μέσα στην Αγιότητα της, είχε υπερυψώσει τον εαυτό της στο ά­φταστο και υψηλότερο σημείο, με αποτέλεσμα σι απαιτήσεις της να υ­περβαίνουν κάθε δυνατότητα εκπλήρωσης.

Όμως η Σοφία χωρίς τη βαθύτατη ένωση με την Αγάπη, ήταν άγονη όπως η έρημος. Με πιο τρόπο θα μπορούσε λοιπόν να ε­νοποιηθεί ξανά η Σοφία με την Αγάπη; Η Ίδια η Σοφία έπρεπε να εκ­πληρώσει μέσα στον άνθρωπο Ιησού όλες αυτές τις συμφιλιωτικές της απαιτήσεις και να ταπεινωθεί μέχρι το έσχατο σημείο, ώστε με αυτό τον τρόπο να ξαναγίνει Ένα με την Αγάπη της, που είναι ο Πατέρας.

Γι’ αυτό το λόγο ο Χριστός, ως η καθ’ αυτό αιώνια και πα­ντοδύναμη βασική Σοφία του Πατέρα περιφρονούσε όλη τη σοφία αυτού του κόσμου και οι γραμματείς παρουσιάζονταν στα μάτια Του σαν βδέλυγμα, αν οι πράξεις τους δεν συμβάδιζαν ζωντανά με τις θεμελιακές εντολές της Ζωής, με τον τρόπο που αυτές αναφέρονται στις Γραφές.

Αυτός ως η αιώνια Σοφία του Πατέρα, έπρεπε να επιτελεί έργα Αγάπης και να διδάσκει τους ανθρώπους τον μοναδικό της Νόμο. Έπρε­πε μάλιστα να δεχτεί να αιχμαλωτιστεί και να σταυρωθεί από τη σοφί­α των μορφωμένων ιερέων, ώστε με αυτό τον τρόπο, Αυτός, ως το προαιώνιο Φως του Πατέρα, ή η Ίδια η Αγάπη, να υποστεί τη μεγαλύτερη δυνατή ταπείνωση και να υποφέρει στον Ίδιο Του τον Εαυτό τη μέγιστη δυνατή συσκότιση – γι’ αυτό και πάνω στο σταυρό εκφώνησε το γνωστό: «Πάτερ! Γιατί Με εγκατέλειψες;»

Το γεγονός ότι Αυτός, ως το Άκτιστο Φως όλης της απεραντοσύνης, έπρεπε να υποστεί στον Ίδιο του τον Εαυτό μία ολοκληρωτική συσκότιση, αποδεικνύεται από το γεγονός-που μέχρι και σήμερα δεν έχει κατανοηθεί από κανέναν – ότι τη στιγμή που ο Χριστός εξέπνευ­σε επάνω στο σταυρό, επήλθε μία ολοκληρωτική συσκότιση σε ολό­κληρο τον απέραντο χώρο της Δημιουργίας. Δεν συσκοτίστηκε απλά και μόνο το φως του ήλιου της γης, αλ­λά για μία διάρκεια τριών ωρών, συσκοτίστηκε και το φως όλων των άλλων Ήλιων σε ολόκληρη την απεραντοσύνη!

Και αυτή η στιγμή της συσκότισης συμπίπτει ακριβώς με εκείνη, για την οποία όπως γνωρίζετε η ψυχή του Χριστού μετά το θάνατο Του κατέβηκε στην κόλαση για να λυτρώσει όλα αυτά τα πνεύματα που ήταν δέσμια της παλαιάς σοφίας, οδηγώντας τα προς το νέο Φως που μόλις τότε ξεκινούσε να πληροί ολόκληρη την απεραντοσύ­νη, σαν συνέπεια της επανένωσης του Υιού με τον Πατέρα.

Έτσι ο Χριστός έπρεπε να εκπληρώσει στον Ίδιο Του τον Εαυτό τον παλαιό νόμο της σοφίας, μέχρι και το τελευταίο γιώτα, ώστε μπροστά στο πρόσωπο του Πατέρα, να εξιλεώσει για κάθε παράπτωμα που υπήρχε ενάντια σ’ αυτό το νόμο, ή με άλλα λόγια, ήταν απαραίτητο να σταυρωθεί όλη η σοφία, ώστε μέσα απ’ αυτό να δικαιωθεί η Αγάπη του Πατέρα,

Αφού λοιπόν αυτό το έπραξε ο Ίδιος ο Θεός, τότε εσείς τι θα ‘πρεπε να κάνετε; Πιστεύετε ότι μπορείτε να εισέλθετε στη λαμπρότητα της αιώνιας Ζωής, μέσα από τη δικαίωση της δικής σας σοφίας;

Τη στιγμή που ο ίδιος ο Χριστός, ως ή Ίδια η θεϊκή σοφία, έπρεπε να πράττει έργα Αγάπης, να κηρύττει ολοζώντανα, να σταυρώσει όλη Του τη Σοφία και να περάσει μέσα από το πυκνότατο σκο­τάδι, ώστε μέσα απ’ αυτό να εισέλθει στη Λαμπρότητα του Πατέρα, ό­που ο Πατέρας ήταν η διαχωρισμένη Αγάπη μέσα στον ίδιο το Χρι­στό, τότε και οι άνθρωποι θα πρέπει να βαδίσουν επάνω στον ίδιο δρόμο ακολουθώντας τον Χριστό, αν βέβαια επιθυμούν να εισέλθουν μαζί Του στη Λαμπρότητα της Πατρικής Του Αγάπης.

Στην αρχέγονη εκκλησία του κόσμου υπήρχε η εξής ρήση: «Εσείς οι άνθρωποι μπορείτε να φτάσετε στη θεϊκή σοφία, η οποία με οποιον­δήποτε άλλο τρόπο είναι απρόσιτη, μόνον μέσα από την αγάπη για τον Θεό!» Με τον Χριστό όμως λέγεται το εξής: «Τώρα Εγώ, ως η Ίδια η θεϊκή Σοφία, Είμαι η Οδός, η Ζωή και η Πύλη προς την Αγάπη, ή τον Πατέρα. Όποιος επιθυμεί πλέον να φτάσει τον Πατέρα, πρέπει να περάσει διά μέσου Εμού!»

Πώς θα μπορούσε λοιπόν να προσέλθει κανείς στον Πατέρα; Μήπως διά μέσου της σοφίας, επειδή ο Χριστός ως η Πύλη, είναι η ίδια η θεϊκή Σοφία; Όχι βέβαια! Γιατί ακριβώς αυτή η Σοφία είναι που ταπεινώθηκε μέχρι το τελευταίο της ατομικό σωματίδιο. Αυτή, ως η απαραβίαστη θεϊκή Αγιότητα, κατήλθε σε χαμηλότερο σημείο απ’ όλους τους αμαρτωλούς. Αυτή η Σοφία, την οποία πριν δεν επιτρεπόταν να την κοιτάξει ούτε καν το πιο ολοκληρωμένο αγγελικό πνεύμα στο ουσιαστικό Φως της και συναναστρεφόταν πλέον με αμαρτωλούς, τρώγοντας μάλιστα μαζί τους κάτω από τη δική τους στέγη και τελικά έπρεπε να καρφωθεί στο σταυρό, από ειδωλολάτρες πολεμιστές και δήμιους!

Από αυτή την ατελείωτη ταπείνωση της θεϊκής Σοφίας, προκύπτει ολοφάνερα ότι κανένας δεν μπορεί να εισέλθει στη λαμπρότητα της αιώνιας Ζωής, βάσει της υπεροπτικής του σοφίας. Τα βιβλία που έχει μελετήσει κανείς, δεν πρόκειται να του γίνουν σκαλοπάτι προς τη βα­σιλεία των Ουρανών σε καμία περίπτωση, αλλά το μόνο που μπορεί να τον βοηθήσει είναι η πραγματική ταπεινότητα και η πραγματική, ζωντανή, έμπρακτη αγάπη για τον Πατέρα.

Στον Χριστό, όλη η θεϊκή Σοφία προσχώρησε στην Αγάπη για τον Πατέρα και έτσι Πατέρας και Υιός έγιναν Ένα. Το ίδιο λοιπόν θα πρέπει να συμβεί και με τον άνθρωπο, γιατί δεν μπορεί να εισέλθει στη λαμπρότητα του Πατέρα, προτού ταπεινώσει μέχρι και την τελευταία σταγόνα υπεροψίας, όλους τους πόθους του υπερφίαλου νου του, οι οποίοι στοχεύουν σε κάθε είδους δόξα, και προτού αποθέσει τα πάντα στα πόδια της αγάπης, πράγμα που θα έχει σαν συνέπεια να υποφέρει για ένα σύντομο διάστημα μία συσκότιση όλης της εγκόσμιας σοφίας του.

Ο Χριστός έπρεπε να υποφέρει και να πράξει όλα αυτά, ώστε να εισέλθει στη Λαμπρότητα του Πατέρα. Έτσι λοιπόν και κάθε άνθρω­πος που επιθυμεί να εισέλθει στη λαμπρότητα του Πατέρα, οφείλει να μιμηθεί τον Χριστό, ακολουθώντας Τον με ζωντανό τρόπο.

Ο Χριστός δεν είχε σπουδάσει σε πανεπιστήμια, ώστε να εισέλ­θει στη λαμπρότητα Του Πατέρα σαν πολυμαθής σοφός, αλλά η σχο­λή Του ονομαζόταν Ταπεινοφροσύνη και έμπρακτη αγάπηΙ Όμως, εφόσον ο Ίδιος ο Χριστός έδωσε το παράδειγμα μέσα από αυτή τη σχολή, πώς μπορείτε εσείς να πιστεύετε ότι θα εισέλθετε στη βασιλεί­α των Ουρανών, μέσα από μία διαφορετική;

Πιστεύω ότι πάνω σ’ αυτό το θέμα δεν χρειάζεται να ειπωθεί τί­ποτε περισσότερο, γιατί έχει διαφωτιστεί με τον πιο ξεκάθαρο δυνατό τρόπο από τα βάθη της Σοφίας. Πράξτε και εσείς παρόμοια και θα ζήσετε. Αμήν.

[26 Ιανουαρίου 1844]

«Και έλεγε προς αυτούς: Αληθώς σας λέγω ότι είναι τίνες των εδώ ισταμένων, οίτινες δεν θέλουσι γευθεί θάνατον εωσού ίδωσι την βασιλείαν του Θεού ελθούσαν μετά δυνάμεως». 

 

Κατά Μάρκον Θ 1

Και πάλι έχουμε να κάνουμε με ένα κάπως μακρύ στίχο που δεν χρειάζεται κάποια εκτεταμένη εξήγηση. Αρκεί να γνωρίζουμε ποιοι εί­ναι αυτοί οι μερικοί, που δεν θα γνωρίσουν το θάνατο μέχρι που να δουν να έρχεται η βασίλεια του Θεού με όλο της το μεγαλείο. Αν γνω­ρίσουμε ποιοι είναι αυτοί, τότε γνωρίζουμε σχεδόν όλη την έννοια αυ­τού του στίχου.

Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί οι μερικοί; Οι μερικοί αυτοί είναι όλοι εκεί­νοι που το πιστεύουν και γι’ αυτό το ελπίζουν. Όποιος πιστεύει πραγ­ματικά, θα δει και την ελπίδα του αυτή να πραγματοποιείται, γιατί ό­πως Λέγεται: «Αν η πίστη κάποιου έχει έστω το μέγεθος του κόκκου του σιναπιού και δεν αμφιβάλει σε αυτό που πιστεύει, τότε με αυτή τη δύναμη της πίστης του, μπορεί να μετακινήσει ολόκληρα βουνά!»

Με τη φράση «μερικοί», εννοούνται οι πιστοί, πράγμα που εξάγε­ται και από το γεγονός ότι ο πιστός διαρκώς εμψυχώνεται από την επιθυμία του να αντικρίσει με τα ίδια του τα μάτια, εκείνο που πιστεύει. Γι’ αυτό το λόγο αυτή η υπόσχεση έχει διατυπωθεί έτσι, ώστε να δεί­χνει με ποιο τρόπο θα πραγματοποιηθεί η εσωτερική επιθυμία αυτών των πιστών, οι οποίοι δεν θα γευτούν το θάνατο, προτού να δουν ε­κείνο το οποίο πιστεύουν.

Και τι είναι τελικά εκείνο το οποίο πίστευαν αυτοί οι μερικοί; Οι με­ρικοί αυτοί είχαν τη σταθερή πίστη ότι Εγώ είμαι ο Μεσσίας που έμελ­λε να έρθει, καθώς και ότι μέσα από Εμένα στη Γη θα εγκατασταθεί η λαμπρότητα της Βασιλείας των Ουρανών, δηλαδή μια ολοκληρωτική θεοκρατία της οποίας η διάρκεια θα είναι παντοτεινή. Πίστευαν ότι η λαμπρότητα του Πατέρα θα μεταβιβαστεί επί Γης στον Υιό του ανθρώπου και ότι μπροστά στη δύναμη Του θα πρέπει να λυγίσουν το γόνατο τους όλα τα βασίλεια και όλοι αυτοί που βρίσκονται πάνω στη Γη, κάτω α­πό τη Γη και υπεράνω της Γης.

Αυτό αποτελούσε την ακράδαντη πίστη αυτών των μερικών και γι’ αυτό και τους ειπώθηκε ότι δεν πρόκειται να γευτούν το θάνατο προ­τού να δουν τη λαμπρότητα του Βασιλείου του Θεού να έρχεται. Βέ­βαια όχι με τον τρόπο που αυτοί το φαντάζονταν, αλλά κατά αντιστοι­χία προς την πίστη τους.

Ωστόσο, για ποιον λόγο πιστεύετε ότι σε αυτούς τους μερικούς τελικά παρέμεινε όμως υπό όρους η ανάγκη να γευτούν το θάνατο αν και προηγουμένως είχαν δει τον ερχομό της λαμπρότητας της Βασιλείας του Θεού; Ο λόγος βρίσκεται στο γεγονός, ότι η πίστη αυτή καθ’ εαυτήν, όποιο βαθ­μό σταθερότητος και αν έχει κατακτίσει, δεν μπορεί να δημιουργήσει από μόνη της τη ζωή, αν δεν στηρίζεται πάνω στην αγάπη, η οποία είναι η μόνη που είναι αθάνατη!

Και σήμερα υπάρχουν στον κόσμο αρκετοί άνθρωποι, που απο­θέτουν όλες τους τις ελπίδες αποκλειστικά στην πίστη τους, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι η πίστη δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ακτινο­βολία από το φως του Ελέους της Αγάπης Μου, το οποίο φως βέβαια δημιουργεί μια προετοιμασία, ενεργώντας στον εσωτερικό κό­σμο του ανθρώπου με τον ίδιο τρόπο, όπως λειτουργεί το φυσικό φως του ήλιου επάνω στη γη. Έτσι όταν το καλοκαίρι η ακτινοβολία του ήλιου πέφτει επάνω στη γη με όλη της τη δύναμη, θερμαίνει το χώ­μα, κάνοντας να αναδυθούν από αυτό ένα σωρό καρποί. Αλλά το φως του ήλιου δεν μπορεί να έχει πάντα την ίδια ένταση και έτσι όταν πλη­σιάζει ο χειμώνας και η ακτινοβολία του μειώνεται σταδιακά, τα προϊόντα του θέρους αρχίζουν να πεθαίνουν και σύντομα θάβονται μέσα στο χιόνι.

Για ποιο λόγο η γη δεν ζωογονεί και κατά τη χειμερινή περίοδο, αυτά τα παιδιά της που λαμποκοπούσαν το καλοκαίρι; Γιατί αυτά τα γεννήματα να είναι αναγκασμένα να γευτούν το θάνατο, ακόμη και αν προηγουμένως γνώρισαν τη λαμπρότητα του ηλιακού φωτός; Αυτό συμβαίνει γιατί η γη δεν διαθέτει αρκετή δική της θερμότητα.

Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους που έχουν θέσει όλα τους τα θάρρη στην πίστη τους. Για όσο καιρό διαπερνά και για όσο καιρό τους θερμαίνει το Φως του Ελέους Μου, οι άνθρωποι αυτοί πι­στεύουν δυνατά και είναι γεμάτοι ζήλο και ενέργεια. Αλλά μόλις εκτε­θούν σε μια δοκιμασία, προκειμένου να γίνει φανερό πόση προσωπι­κή θερμότητα διαθέτουν, τότε μαραίνονται και οι καρποί πέφτουν από το δέντρο μαζί με τα φύλλα, με αποτέλεσμα να στέκονται γυμνοί και αποξηραμένοι. Έτσι, πάνω στα κλαδιά που προηγουμένως καμάρω­ναν οι καρποί, τώρα αρχίζει να μαζεύεται το χιόνι και ο πάγος.

Κάτω από την ισχυρή καλοκαιρινή ακτινοβολία του Φωτός του Ε­λέους Μου, βλέπουν βέβαια τη λαμπρότητα του Βασιλείου Μου μέσα από τους καρπούς που παράγονται σε αυτούς τους ίδιους, σαν απο­τέλεσμα αυτού του φωτός. Αλλά αυτοί οι καρποί είναι ξένης προέλευσης δηλαδή δεν είναι αποτέλεσμα της προσωπικής τους θερμότητας και γι’ αυτό εξακολουθεί να υπάρχει η ανάγκη να γευτούν το θάνατο.

Αυτό το πράγμα όμως δεν συμβαίνει και με εκείνους, οι οποίοι από την αγάπη που νιώθουν για Μένα, έχουν μέσα τους έναν δικό τους Ήλιο. Γι’ αυτό όταν απευθύνομαι σ’ αυτούς, λέω τα εξής: Αλήθεια σας λέω, αυτοί που Με αγαπούν και που πράττουν σύμφωνα με το Λόγο Μου δεν πρόκειται ποτέ ούτε να αισθανθούν, αλλά ούτε και να δουν το θάνατο!

Η πίστη μπορεί να αποκτηθεί και μέσα από την ανάγνωση των κατάλληλων βιβλίων, η αγάπη όμως δεν μπορεί να ξεπηδήσει α­πό πουθενά αλλού, παρά μόνο από τη δράση της καρδιάς. Γι’ αυ­τό και εσείς θα ήταν καλύτερο να ρωτάτε την καρδιά σας και όχι τα βι­βλία, ώστε να διαπιστώσετε ποια είναι η πραγματική σας στάση απέ­ναντι Μου. Έτσι δεν θα ανήκετε πια σ’ αυτούς τους μερικούς. Αυτό το θέμα αξίζει να το σκεφτείτε με μεγάλη προσοχή! Αμήν.

[29 Ιανουαρίου 1844]

 «Και ο Ιησούς εδάκρυσε»

Κατά Ιωάννη ΙΑ 35

Αυτός ο στίχος είναι ιδιαίτερα σύντομος, καθώς αποτελείται μόλις από τρεις λέξεις, αλλά ακόμη και σ’ αυτή τη συντομία του εκφράζει τό­σα πολλά, ώστε αν θα σας τον ανέλυα έστω σε γενικές γραμμές μό­νο, θα έπρεπε να γεμίσετε ένα ολόκληρο κόσμο με βιβλία, για να κα­ταγράψετε αυτά που θα σας έλεγα. Την ολοκληρωμένη αποκάλυψη του όμως, δεν θα μπορέσετε να τη συλλάβετε ούτε σε ολόκληρη την αιωνιότητα!

Είναι αμέτρητες σι περιπτώσεις, όπου στα κείμενα την Αγίας Γρα­φής παρουσιάζεται ο σύνδεσμος «και», ολλά σε κανένα σημείο δεν συνδέει τόσα πολλά, όσα καλείται να συνδέσει ακριβώς σε αυτό το σημείο. Γιατί σ’ αυτό το σημείο συνδέει δύο άπειρα πράγματα, την ά­πειρη Αγάπη και την άπειρη Σοφία, τη θεϊκή Δύναμη και τη θεϊκή Εξουσία, συνδέοντας τις μεταξύ τους σε μία ενιαία ενότητα. Ο Ιησούς είναι η Σοφία, η Δύναμη και η Εξουσία και συνεπώς ο Κυρίαρχος πά­νω σε κάθε τι το φυσικό και σε κάθε τι το πνευματικό, απ’ οτιδήποτε υπάρχει σε ολόκληρη την απεραντοσύνη και σ’ ολόκληρη την αιωνιό­τητα.

Αλλά Αυτός ο Ιησούς εδάκρυσε. Τι μπορεί να είναι αυτό που τον οδήγησε σε αυτό και γιατί; Ο Ιησούς δάκρυσε γιατί έγινε Ένα με τον Πατέρα και την αιώνια Αγάπη με κάθε πληρότητα. Κάποτε, ό­ταν ο Μωυσής ζήτησε να δει τον Θεό, του ειπώθηκε: «Τον Θεό δεν μπορεί κανείς να τον δει και να ζήσει!» Όμως στο πρόσωπο του Ιη­σού πολλοί άνθρωπο; είχαν την ευκαιρία να δουν τον Θεό, ο Οποίος γι’ αυτούς έγινε η ζωή τους και όμως δεν πέθαναν επειδή τον είδαν.

Τον καιρό του Μωυσή η Θεότητα δεν δάκρυζε, αντιθέτως μάλιστα καταδίκαζε τους παραβάτες του Νόμου σε θάνατο και από αυτούς που πέθαιναν κανείς δεν αναστηνόταν στη ζωή. Εδώ εμφανίζεται και πά­λι η Ίδια Θεότητα, αλλά τώρα πια την Αγάπη και την Ευσπλαχνία της δεν την κρατά κρυμμένη μέσο στο ανεξερεύνητο βάθος του πυρήνα Της. Τώρα η Θεότητα ταράζεται, δακρύζει και στη συνέχεια ελευθε­ρώνει αυτόν που μέσα στο μνήμα είχε παραδοθεί στη διαδικασία της σήψης, από τα δεσμά του θανάτου.

Καταλαβαίνετε τώρα τι σημαίνει το δάκρυ του Ιησού σ’ αυτή την περίπτωση; Τα δάκρια Του σε αυτή την περίπτωση δείχνουν την α­πύθμενη Ευσπλαχνία τη δίχως όρια Αγάπης που υπάρχει μέσα στον Θεό!

Αλλά ποιος είναι αυτός, για τον οποίο ο Ιησούς νιώθει τέτοια ευ­σπλαχνία; Είναι αυτός, που εδώ και τέσσερις ημέρες σαπίζει μέσα στον τάφο του.

Ποιος από εσάς διαθέτει τόση πολύ σοφία, ώστε να αντιληφθεί την άπειρη σημασία που εμπεριέχεται μέσα σε αυτή την εικόνα; Μή­πως πιστεύετε ότι σε αυτή την περίπτωση ο Ιησούς επιτέλεσε ένα το­πικά περιορισμένο θαύμα, ώστε να ξαναδώσει στις δύο αδελφές που πενθούσαν τον πολυαγαπημένο τους αδελφό και παράλληλα να δώσει στους Ιουδαίους μια τέτοια απόδειξη, που όμοια της δεν είχε δοθεί ξανά από κανέναν;

Όλα αυτά δεν είναι παρά ασήμαντες λεπτομέρειες, οι οποίες α­πλά συμπληρώνουν αυτό το περιστατικό, γιατί κατά πρώτον ο Ιησούς είχε ήδη να επιδείξει υπεραρκετά θαύματα, τα οποία είχαν την ίδια βα­ρύτητα με αυτό και όσον αφορά την παρηγόριση των δυο αδελφών του πεθαμένου, σίγουρα θα ήταν ικανός, Αυτός ο οποίος στα χέρια Του κρατά τις καρδιές όλων των ανθρώπων, με μια παραμικρή Του ματιά, ακόμη και με το πιο μικρό νεύμα, να τις κάνει να νιώσουν τέτοια ευδαιμονία, ώστε για τον χαμένο τους αδελφό να μην ξανανιώσουν λύπη, αλλά όποτε τον θυμούνταν να αναφωνούσαν από χαρά!

Άρα λοιπόν αυτή δεν ήταν η βασική αιτία που τον οδήγησε να εκτελέσει αυτό το θαύμα. Οπότε, ποια θα μπορούσε να είναι η βασι­κή αιτία; Βλέπετε, ακριβώς σε αυτό βρίσκεται το πραγματικό και ασύλληπτο για τα δικά σας δεδομένα βάθος αυτής της Πράξης Του Θεού, για την οποία δεν μπορώ να σας δώσω παρά κάποιες αμυδρές νύ­ξεις, χωρίς να σας την αποκαλύψω πλήρως, γιατί το δυνατό Φως αυ­τής της αποκάλυψης θα σας κόστιζε τη ζωή σας. Γι’ αυτό το λόγο λέ­γεται για αυτό το θαύμα, ότι έγινε προκειμένου να αποκαλυφθεί το Με­γαλείο Του Πατέρα μέσα στον Υιό.

Συνεχίζοντας, τι πιστεύετε ότι παριστάνουν οι δύο αδελφές που πενθούν, η Μάρθα και η Μαρία; Οι αδελφές αυτές είναι σύμβολα, η μία του παρελθόντος και η άλλη του μελλοντικού χρόνου, η μία είναι η εικόνα του περισσότερο εξωτερικού και προπαρασκευαστικού στα­δίου και η άλλη του περισσότερο εσωτερικού και συνεπώς πνευματι­κού, που είναι αυτή καθ’ εαυτήν η αλήθεια. Στην ευρύτερη τους έννοια, η «Μάρθα» συμβολίζει τη φυσική Δημιουργία και η «Μαρία» την ου­ράνια – πνευματική Δημιουργία, στο σύνολο τους. Βλέπετε, αυτές εί­ναι οι δύο αδελφές που πενθούν!

Το ερώτημα που τίθεται είναι για ποιόν πενθούν αυτές οι δύο αδελφές; Πενθούν για έναν αδελφό, ο οποίος εδώ και τέσσερις η­μέρες σαπίζει μέσα στον τάφο του. Οι τέσσερις ημέρες σημειοδοτούν τέσσερις δημιουργικές φάσεις.

Ποιος είναι λοιπόν αυτός ο αδελφός; Από εδώ και πέρα ούτε λέ­ξη παραπάνω! Όποιος από εσάς διαθέτει έστω και έναν κόκκο σοφίας θα καταλήξει και στο σωστό συμπέρασμα, αλλά μια επιπλέον εξήγη­ση από την πλευρά Μου θα ήταν πολύ επικίνδυνη!

Ωστόσο, από όλα όσα ειπώθηκαν μπορείτε να συμπεράνετε πό­σο μεγάλο και αδιερεύνητο είναι το βάθος αυτού του στίχου που απο­τελείται από αυτές τις τρεις λεξούλες, «και ο Ιησούς δάκρυσε!» Αν σκε­φτείτε ποιος είναι ο Ιησούς, θα αρχίσετε τουλάχιστον να μαντεύετε, ό­τι τα δικά Του δάκρυα σημαίνουν κάτι το πολύ διαφορετικό και κατά πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι τα δάκρυα μιας μισοτυφλωμένης αναγνώ­στριας μιας αισθηματικής νουβέλας. Η ταραχή της ψυχής του Ιησού δεν οφειλόταν σε μια συναισθηματικότητα της στιγμής, αλλά η ταραχή της προήλ­θε από την ίδια την αιώνια Αγάπη, που υπάρχει ως ο Πατέρας μέσα στον Υιό!

Ωστόσο, τα δάκρυα αυτά προσφέρονται σαν παράδειγμα προς μί­μηση, ώστε και εσείς να είσαστε φιλεύσπλαχνοι από τα βάθη της ύπαρξης σας, γιατί το μαλάκωμα της καρδιάς και η συμπόνοια που προκαλείται από την ανάγνωση μιας νουβέλας, για Εμένα δεν έχει απολύτως καμία σημασία και δεν είναι σε τίποτε καλύτερο, από μια τυφλή αγάπη και από μια παντρειά που συμβαίνει επί σκηνής σε ένα θέατρο. Και αυτό το είδος αν­θρώπινης «συμπόνοιας», κάποτε και Εγώ θα το ανταμείψω με αυτόν το μισθό που αντιστοιχεί στο είδος της ευσπλαχνίας που την προκά­λεσε. Αυτοί οι άνθρωποι, στον άλλο κόσμο θα βρεθούν μέσα σε τερά­στιες βιβλιοθήκες παραγεμισμένες με αμέτρητες νουβέλες και δεν πρό­κειται να βγουν από εκεί, μέχρι που να νιώσουν ζωντανά στον εαυτό τους ότι μια λογοτεχνική αγάπη, όπως και μια λογοτεχνική ζωή» δεν είναι ούτε Αγάπη ούτε Ζωή.

Σε όποιον άνθρωπο η αγάπη του δεν εκφράζεται μέσα από Εμένα και όποιος δεν διδαχθεί από Εμένα τον Ίδιο, οτιδήποτε κι αν κάνει το κάνει σαν νεκρός και από αυτή την κατάσταση δεν πρόκειται να ε­ξέλθει, μέχρι να έρθει η στιγμή που ο Ιησούς θα κλάψει πάνω από τον τάφο του. Αυτό το πράγμα πρέπει να το καταλάβετε σωστά, γιατί ε­μπεριέχει ένα πολύ Βαθύ νόημα και έτσι η ζωή θα είναι δική σας. Αμήν!

[5 Φεβρουαρίου 1844]

«Δόξαν παρά ανθρώπων δεν λαμβάνω».

 Κατά Ιωάννη Ε 41

Από τους ανθρώπους δεν δέχομαι τιμές.

Ο στίχος αυτός με τα λίγα του Λόγια δείχνει το είδος δεσμού που Με συνδέει με τους ανθρώπους και Λέει ότι δεν συνδέομαι μαζί τους, με το δεσμό της τιμής. Γιατί έτσι όπως είναι οι άνθρωποι, για Εμένα δεν αποτελούν τιμή. Εκτός αυτού, τους αν­θρώπους δεν τους έφτιαξα για να Με τιμούν.

Με τους ανθρώπους Με συνδέει ένας άλλος δεσμός και αυτός εί­ναι σ δεσμός της αγάπης, ο οποίος είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό από την τιμή.

Αυτό θα το καταλάβετε καλύτερα αν σκεφτείτε ποιοι είναι αυτοί που επιθυμούν να απολαμβάνουν τιμές! Γιατί αυτοί είναι οι άρχοντες και γενικότερα οι μεγάλοι αυτού του κόσμου.

Και γιατί νομίζετε ότι επιθυμούν να απολαμβάνουν τιμές; Αυτό συμβαίνει γιατί θέλουν να είναι κάτι περισσότερο απ’ ό,τι απλά και μόνο άνθρωποι και μάλιστα, καίτοι η συνείδηση τους τους αποδει­κνύει το αντίθετο.

Σε τελική ανάλυση τι είναι η τιμή με την οποία περιβάλλει κανείς κάποιον; Δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά ο φόβος που αισθάνεται για τον δυνατότερο και γενικότερα για όλους αυτούς που χειρίζονται κάποιο είδος εξουσίας. Ο αδύναμος φοβάται τη σκληροκαρδία και τα χτυπήματα του ισχυρότερου και γι’ αυτά το λόγο σκύβει μπροστά του, απο­δίδοντας του τιμές και ουσιαστικά θεοποιώντας τον με το αλ­λεπάλληλα προσκυνήματα του, προσπαθώντας με όλες αυτές τις κο­λακείες να τον ευχαριστήσει, για να αποφύγει τις οδυνηρές συνέπειες ενός πιθανού θυμού του. Όμως όσο πιο δοξαστική γίνεται η στάση του αδύναμου, τόσο πιο απάνθρωπος και δοξομανής γίνεται ο ισχυρός.

Ερώτηση: Αυτό το είδος τιμής, είναι ο καρπός ενός καλού ή ενός
κακού σπόρου; Βεβαίως, όπως είναι ο καρπός έτσι θα είναι και ο σπό­ρος!

Πώς σας φαίνεται λοιπόν, ότι από τους ανθρώπους θα μπορούσα να αποδεχτώ μια προσφορά, η οποία για Μένα δεν είναι παρά αποτρό­παιο βδέλυγμα;

Και πάλι, για ποιο λόγο Θα έπρεπε να δέχομαι τιμές από τους ανθρώπους; Επειδή Εγώ είμαι ο Θεός και οι άνθρω­ποι τα πλάσματα Μου; Ή μήπως επειδή Εγώ είμαι Παντοδύναμος και σε σύγκριση με Μένα σι άνθρωποι ένα τίποτα;

Και τελικά τι θα μπορούσα να κερδίσω από τέτοιες τις τιμές; Μήπως θα γινόμουν περισσότερο Θεός και με αυτό θα αυξανόταν και η Παντοδυναμία Μου;

Αυτή η αποδοχή των τιμών, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί κά­πως στην περίπτωση των ανθρώπων, γιατί όσο πιο πολύ αδύναμοι αποδίδουν τιμές σε έναν ισχυρό, τόσο περισσότερο αυτός κερδίζει σε αναγνώριση και επιβολή δύναμης. Αλλά και πάλι, πού θα βρισκόταν το δικό Μου όφελος, αν οι άνθρωποι θα Μου απέδιδαν τιμές, έτσι ό­πως τις αποδίδουν και στους υπόλοιπους ισχυρούς αυτού του κόσμου; Πιστεύω ότι αυτό το όφελος δεν θα μπορούσε να το ανακαλύψει ούτε καν το οξυδερκέστερο Χερουβίμ, εξοπλισμένο με το ισχυρότερο δυ­νατό μεγεθυντικό φακό. Γιατί είμαι ο παντοδύναμος Θεός από αιώνων.

Θα μπορούσα ποτέ να γίνω κάτι περισσότερο, σαν συνέπεια των ανθρώπινων τιμών; Δεν το νομίζω και γι’ αυτό ποτέ δεν έδωσα μια εντολή που να λέει ότι θα πρέπει πάνω απ’ όλα να δοξάζεις τον Κύριο τον Θεό σου, αλλά απλά να τον αγαπάς πάνω απ’ όλα. Αυτός είναι ο λόγος, που σε αυτόν το στίχο λέγεται, ότι δεν ζητώ από του ανθρώπους τις τιμές και τη δόξα. Και θα πρέπει να γνω­ρίζετε, ότι μέσα Μου υπάρχει Κάποιος, που προαιωνίως Με τιμά αληθινά!

Συνεπώς αντιλαμβάνεστε απ’ αυτόν τον στίχο, ποια χαρά παίρνω από τις πράξεις που γίνονται «προς δόξαν Κυρίου»!

Πραγματικά, τι να τα κάνω τα χιλιάδες «Δόξα σοι Κύριε», τη στιγ­μή που οι καρδιές των ανθρώπων είναι γεμάτες με ακαθαρσίες;

Όποιος δεν Με τιμάει στην καρδιά του όπως η νύφη που φλέγεται από αγάπη για το γαμπρό, οι τιμές του Μου είναι απεχθείς!

Γιατί όλοι όσοι Με δοξάζουν με, αυτό τον τυπολατρικό τρόπο, εί­ναι εκείνοι που φωνάζουν το γνωστό «Κύριε, Κύριε»! έστω κι αν Μου μουρμουρίζουν χιλιάδες λιτανείες, λέγοντας: Κύριε Σε τιμούμε και δο­ξάζουμε τη δύναμη Σου! Κύριε Σε παρακαλούμε, εισάκουσε μας! Κύ­ριε ευσπλαχνίσου μας! και έστω κι αν προσθέσουν χίλιες φορές το δό­ξα στον Πατέρα Θεό κ.λ.π.

Ποτέ δεν θα εισακούσω τις ανούσιες ψαλμωδίες τους και σ’ αυ­τούς η μόνιμη απάντηση Μου θα είναι: Φύγετε από μπροστά Μου, για­τί ποτέ δεν σας γνώρισα! Έχετε ένα σωρό προσευχές δοξολογίας και ένα σωρό λιτανείες, όμως γιατί ποτέ δεν εφεύρατε έστω και μια λιτα­νεία, στην οποία θα Μου δείχνατε με τον πιο ζωντανό τρόπο, όχι το Κύριε σε δοξάζουμε, αλλά το Πατέρα μας σε αγαπάμε!

Σε αυτό το σημείο κάποιος θα μπορούσε βέβαια να έχει και τις α­ντιρρήσεις του, λέγοντας ότι η δόξα προς τον Θεό χρειάζεται, γιατί εί­ναι γνήσιος καρπός του «φόβου Κυρίου», γιατί όποιος δεν φοβάται τον Θεό, είναι ικανός για τις χειρότερες πράξεις.

Θα σας πω το εξής: Έστω λοιπόν, ότι είναι καλύτερα να φοβάται κανείς τον Θεό, παρά να κάνει κακές πράξεις. Ωστόσο, από ένα τέτοιο φόβο Θεού, δεν είναι ποτέ δυνατόν να βλαστήσει για κανέναν μια αιώ­νια ζωή. Γιατί μια φοβισμένη ψυχή, είναι ήδη καταδικασμένη.

Όποιος αποφεύγει το κακό απλά και μόνο επειδή Με φοβάται, θα πρέπει κάποια στιγμή να αντιμετωπίσει μια πολύ ισχυρή δοκιμασία, γιατί κανένα ανθρώπινο πνεύμα δεν μπορεί να ευτυχίσει όταν νιώθει για Εμένα φόβο. Και κάποτε θα έρθει η στιγμή όπου θα του αφαιρεθεί ο φόβος του και τότε όταν θα πάψει να Με φοβάται, θα δούμε ποιου είδους θα είναι τα έργα που θα φέρει στο φως.

Κατά τον ίδιο τρόπο και πολλοί από αυτούς που κρατούνται στις φυλακές, φοβούμενοι τη σκληρή ανταπόδοση του νόμου, τηρούνται σε κάποια τάξη. Όμως, όταν μετά την πάροδο της ποινής τους α­φήνονται ελεύθεροι, είναι συνήθως δέκα φορές χειρότεροι, απ’ ό,τι ή­ταν πριν.

Όλα τα πνεύματα της κόλασης διατηρούν μέσα τους ένα πολύ με­γάλο φόβο για Μένα, γιατί έστω αν Με αντικρύσουν από μακριά, ή α­κόμη αν ακούσουν να προφέρεται το όνομα Μου, για τα πνεύματα αυ­τά, αυτό το πράγμα είναι η πιο τρομερή εμπειρία. Όμως ποιος είναι αυτός που θα είχε την ανοησία να φανταστεί, ότι τα πνεύματα της κό­λασης είναι καλά, επειδή Με φοβούνται;

Θα σας πω και ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε, ότι πάνω στη γη υπήρχε κάποιος άνθρωπος, ο οποίος θα ήταν η ίδια η καλοσύνη, με σάρκα και οστό. Στη συνέχεια ας υποθέσουμε, ότι θα ήταν πάρα πολύ πλούσιος αλλά ότι παράλληλα θα έκφραζε τη μεγαλύτερη δυνα­τή αγάπη, πραότητα και ευγένεια χαρακτήρα, καθώς και ότι ο κάθε άν­θρωπος που θα ερχόταν σ’ αυτόν, άσχετα από τη χώρα, την κοινωνι­κή τάξη και ακόμη περισσότερο, είτε ερχόταν σαν φίλος ή σαν εχθρός, σε κάθε περίπτωση θα καλωσοριζόταν και θα έβρισκε τη μέγιστη α­γάπη και περιποίηση.

Ερώτηση: Ποιος και πάλι θα ήταν τόσο ανόητος, ώστε να φοβά­ται έναν τέτοιο άνθρωπο, περισσότερο από έναν αυστηρό δικαστή;

Όμως, ποιος άνθρωπος διαθέτει περισσότερη αγάπη, πραότητα και καλοσύνη από Μένα; Και όμως αισθάνεστε ότι είναι προτιμότερο να Με φοβάστε, παρά να Με αγαπάτε, δείχνοντας Μου παράλληλα και τη μεγαλύτερη δυνατή εμπιστοσύνη.

Η αλήθεια είναι ότι αυτοί που Με φοβούνται, καθώς και αυτοί που Μου αποδίδουν δόξα και τιμές, φαίνεται ότι το κάνουν για έναν συγκε­κριμένο λόγο. Και ο Λόγος αυτός είναι γιατί γνωρίζουν ότι στην καρδιά τους έχει εξασθενίσει κάθε ίχνος αγάπης και γι’ αυτό θέλουν να την αντικαταστήσουν με το φόβο.

Σε αυτούς τους ανθρώπους όμως θα συμβεί όπως και με μια νύ­φη, η οποία απίστησε απέναντι στο γαμπρό της και εκπορνεύτηκε. Για ποιο λόγο νομίζετε ότι έκανε αυτό το πράγμα; Ο πραγματικός λόγος είναι, ότι αποποιήθηκε την αγάπη που είχε για το γαμπρό της.

Όταν επιστρέψει όμως ο γαμπρός και δει τη νύφη του να τρέμει από το φόβο της, θα την αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο που θα την αντιμετώπιζε, αν φλεγόμενη από την αγάπη της, έτρεχε να τον προϋ­παντήσει; Τι πιστεύετε, το πιο πιθανό δεν είναι να της πει τα εξής:

«Μα πώς είσαι έτσι; Ποτέ μου δεν σε έχω ξαναδεί σε αυτή την κα­τάσταση! Γιατί τρέμεις μπροστά σε μένα που σε υπεραγαπάω; Πραγ­ματικά σ’ αυτή την κατάσταση δεν σε αναγνωρίζω. Πες μου όμως, τι σου έχω κάνει ώστε να με φοβάσαι τόσο πολύ; Πώς ήταν ποτέ δυνα­τόν, την αγάπη που ένιωθες για μένα, να την αντικαταστήσει ένας τέ­τοιος φόβος; Και τώρα, πώς θα μπορέσω να σε κάνω ευτυχισμένη, τη στιγμή που πια δεν με αγαπάς, αλλά με φοβάσαι; Πιστεύω ότι το καλύτερο θα ήταν να απομακρυνθώ από κοντά σου, για να μην βασανίζεσε πια από αυτόν το μεγάλο φόβο που νιώθεις για μένα».

Όπως βλέπετε, σ’ αυτό το παράδειγμα βρίσκεται και η εξήγηση για το «Φύγετε από μπροστά Μου, γιατί εσάς που λέτε τα γνωστά, Κύ­ριε, Κύριε, δεν σας αναγνωρίζω». Και αυτός είναι ο Λόγος για τον ο­ποίο δεν επιθυμώ τις ανθρώπινες τιμές σαν καρπό του φόβου, αλλά αυτό που επιθυμώ είναι η πιστή και αληθινή παιδική αγάπη!

Αυτή την αγάπη προσπαθήστε να έχετε στην καρδιά σας, ώστε να μπορώ να σας πλησιάσω. Το Λόγο Μου θα πρέπει να τον εφαρ­μόζετε ελεύθερα και από αγάπη και όχι εξαναγκασμένοι από το φόβο σας για Μένα. Έτσι θα βρείτε την αιώνια Ζωή και μαζί μ’ αυτή Εμένα, τον Πατέρα σας! Αμήν.

[19 Φεβρουαρίου 1844}

«Ιδού έρχεται ώρα, και ήδη ήλθε, να σκορπισθήτε έκαστος εις τα ίδια και να αφήσητε εμέ μόνον, αλλά δεν είμαι μόνος, διότι ο Πατήρ είναι μετ’ εμού».

 Κατά Ιωάννη ΙΣΤ 32

 Αυτός ο στίχος φανερώνει αυτό που βρίσκεται ορθάνοιχτο μπρο­στά στα μάτια σας και το οποίο υπήρχε από τότε που αναλήφθηκα. Γι’ αυτό το λόγο, ο στίχος αυτός είναι ένας από τους πιο ευκολονόη­τους.

Το μόνο που θα πρέπει να διευκρινιστεί σε αυτό το σημείο, είναι η διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στις περιπτώσεις όπου το βιβλικό κείμενο αναφέρει ότι: «Έρχεται ο καιρός που..» και στις περιπτώσεις όπου Λέει: «Έρχεται η ώρα που..». Με τον όρο «καιρός», εννοείται μια αόριστη χρονική στιγμή στο μέλλον. Ενώ με τον όρο «ώρα», εννοεί­ται η άμεσα επικείμενη πραγματικότητα.

Σε μερικές εκδοχές του Ευαγγελίου, είναι πιθανόν στον συγκεκριμένο στίχο που εξετάζουμε, να συναντήσετε τον όρο «καιρός», αντί για τον όρο «ώρα». Σε αυτή την περίπτωση όμως, ο όρος καιρός είναι εντε­λώς εσφαλμένος, γιατί το γεγονός στο οποίο αναφέρεται αυτός ο στί­χος, συνέβη αμέσως μετά από αυτή την προφητική μαρτυρία Μου.

Όμως, τι είναι αυτό που εννοείται με τον όρο «διασκορπισμός;» Μήπως σ’ αυτή την περίπτωση γίνεται λόγος για ένα συγκεκριμένο «σκόρπισμα» των μαθητών ή των Αποστόλων Μου και μάλιστα έτσι ώστε ο καθένας να βρεθεί και σε κάποιο διαφορετικό μέρος; Όχι βέβαια! Γιατί αυτό, έτσι κι αλλιώς ήταν ο απώτερος προορισμός τους και η αποστολή με την οποία τους είχα επιφορτίσει, δηλαδή να ταξιδέ­ψουν σε όλες τις χώρες του κόσμου, διδάσκοντας το Ευαγγέλιο σε όλη την πλάση.

Σίγουρα, θα ήταν κάπως άστοχο από την πλευρά Μου, αν αυτή τους την αποστολή την μετέτρεπα σε μια δυσοίωνη προφητεία. Σε αυ­τή την περίπτωση, οι εξουσιοδοτημένοι αυτοί μεταδότες της διδασκαλίας Μου, για να μην πέσουν σε κάποιο λάθος, θα ήταν υποχρεωμέ­νοι να παραμένουν διαρκώς όλοι μαζί, όπως συνηθίζουν στους και­ρούς σας, ορισμένα μοναχικά τάγματα. Τα τάγματα αυτά προσφέρουν στην ανθρωπότητα, ακριβώς την ίδια χρησιμότητα που προσφέρει και ένας σωρός από μετεωρίτες που έχουν βουλιάξει στο βυθό της θά­λασσας. Τέτοιοι μετεωρίτες, καθώς πέφτουν στη θάλασσα, μπορεί να δίνουν την αίσθηση ενός φαινόμενου που υπόσχεται ένα μεγαλειώδες και τρομακτικό αποτέλεσμα, αλλά όταν φτάνουν στο βυθό μένουν αδρανείς και το μόνο πράγμα στο οποίο μπορούν να φανούν χρήσι­μοι, είναι ως βάση στήριξης για τους αχόρταγους θαλάσσιους πολύ­ποδες.

Είναι φανερό λοιπόν, ότι σε αυτή την περίπτωση δεν είναι δυνα­τόν να γίνεται λόγος για μια διασπορά με τοπικό η χρονικό χαρακτή­ρα, πράγμα που πιστοποιείται αμέσως στη συνέχεια από το ίδιο το βι­βλικό κείμενο, καθώς λέει: «Αλλά ακόμη και αν Με εγκαταλείψετε και πάλι δεν θα είμαι μόνος, γιατί μέσα Μου υπάρχει ο Πατέρας».

Σκεφτείτε λοιπόν: Θα ήταν ποτέ δυνατόν να Με εγκαταλείψει κά­ποιος τοπικά ή προσωπικά; Πού θα μπορούσε να πάει κανείς, ώστε με αυτή του την τοπική μετακίνηση να βρεθεί πιο μακριά ή πιο κοντά σε Μένα; Πού δηλαδή θα ήταν μακρύτερα από Μένα, στη Λατινική Α­μερική ή μήπως στη βόρεια Ασία; Έχω τη γνώμη, ότι για Μένα τον Πα­νταχού Παρόντα, οποιοδήποτε σημείο στη γη είναι ένα και το αυτό. Έτσι, το συμπέρασμα που βγαίνει απ’ όλη αυτή την ανάλυση είναι ό­τι σ’ αυτό το σημείο, δεν είναι δυνατόν να γίνεται λόγος ούτε για τοπι­κή αλλά ούτε και για προσωπική διασπορά.

Οπότε, ποιο είναι το είδος «διασκορπισμού» που αναφέρεται σ’ αυτό το κείμενο; Δεν έχετε(παρά να στρέψετε το βλέμμα σας προς όλα τα διαφορετικά πιστεύω ή δόγματα, που εμφανίζονται μπροστά στα μάτια σας και τα οποία είχαν αρχίσει να διαφαίνονται ανάμεσα στους Αποστόλους, ήδη από τότε που ήμουν στη γη. Αυτός λοιπόν είναι ο βασικός λόγος, για τον οποίο είχα κάνει αυτή την πρόγνωση. Αν ρίξετε μία ματιά στις διχογνωμίες ανάμεσα στους δύο πρώτους από τους Αποστόλους Μου, θα σας γίνει ακόμη πιο ξεκάθαρο, τι είναι αυτό που εννοείται με το «διασκορπισμό», στο συγκεκριμένο σημείο του Ευαγγελικού κειμένου.

Μερικές εκατονταετηρίδες μετά από την Ανάληψη Μου, η διάσπαση είχε πάρει ήδη ένα τέτοιο μέγεθος, ώστε κανένας πια δεν ήξερε «ποιος είναι ο μάγειρας και ποιος ο σερβιτόρος». Έτσι αναγκάσθηκαν να συγκαλέσουν μεγαλεπήβολες συνόδους, αν και μετά από αυτές τις συνόδους η διάσπαση εξακολουθούσε να είναι η ίδια, όπως και πριν από αυτές.

Για το πως έχουν τα πράγματα στην σημερινή εποχή, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να σας δώσω περισσότερες εξηγήσεις, γιατί προς όποια μεριά και να στραφείτε, θα την αντικρίσετε μπροστά σας.

Η φράση: «Έκαστος εις τα ίδια» (δηλαδή ο καθένας στον τόπο του), σημαίνει: «Το κάθε δόγμα θεωρεί τη διδασκαλία του, σαν την καλύτερη και αγνότερη». Αλλά μήπως σημαίνει ότι γι’ αυτό το λόγο Ε­γώ θα μείνω μόνος Μου; Όχι βέβαια! Γιατί μέσα Μου υπάρχει ο Πατέ­ρας, ή η Αρχική Αγάπη.

Όμως, Εγώ τους δικούς Μου τους αναγνωρίζω από την αγά­πη τους και όχι από το πιστεύω τους! Αυτός που Με αγαπάει τη­ρώντας το Λόγο Μου, αυτός έχει μέσα του και τον Πατέρα, που είναι
η Αγάπη. Επομένως, όπως και σε Μένα υπάρχει ο Πατέρας, με τον
οποίο Εγώ είμαι Ένα, έτσι και αυτός ο άνθρωπος είναι Ένα με Εμένα!
Γι’ αυτό, λοιπόν, δεν είμαι μόνος Μου, γιατί κατά τον ίδιο τρόπο, όπως
μέσα σε Εμένα υπάρχει ο Πατέρας, έτσι και Εγώ υπάρχω μέσα στον
καθένα και ο καθένας που Με αγαπά, ακολουθώντας τα βήματα Μου,
είναι με Εμένα.

Όπως καταλαβαίνετε, σε αυτή την περίπτωση το δόγμα δεν παί­ζει απολύτως κανένα ρόλο και επικατάρατος ας είναι αυτός, που για κάποια καθαρά εγκόσμια σκοπιμότητα, προτιμά κάποιο δόγμα ένα­ντι κάποιου άλλου! Γιατί, σε κανένα δόγμα δεν υπάρχει η Ζωή και η Αλήθεια, καθώς όλα τα διαφορετικά δόγματα στηρίζονται πάνω στην πιεστική επιβολή της πίστης και στη φανατική τυφλή πίστη, η οποία δεν είναι τίποτα περισσότερο παρά μια ξεκάθαρη πλύση εγκεφάλου.

Ερώτηση: Σ’ αυτή την περίπτωση, πού είναι η ελευθερία του ανθρώπου;

Πείτε Μου, Εγώ πότε εξανάγκασα κάποιον να πιστέψει με τη βία; Πάντοτε άφηνα στον κάθε ένα την απόλυτη ελευθερία να πράξει σύμ­φωνα με την κρίση του. Αν σε κάποιους απ’ αυτούς που Με πλησία­ζαν, δεν αρκούσαν τα έργα Μου και η εσωτερική τους πεποίθηση, δεν χρησιμοποιούσα ποτέ κανένα άλλο μέσον για να τους πείσω. Τη Δι­δασκαλία Μου δεν την έδωσα απλά για να την πιστεύει κανείς, αλλά για να πράττει σύμφωνα με Αυτήν.

Εγώ δεν είπα: «Αυτός που θα πιστέψει σε Έμενα, από τα σπλά­χνα του θα τρέξουν οι ποταμοί του ζωντανού ύδατος!», αλλά είπα: «Αυτός που θα πιστεύει στο Λόγο Μου, που σημαίνει να πράττει σύμ­φωνα με Αυτόν, αυτός θα έχει την ευκαιρία να διαπιστώσει στον ίδιο του τον εαυτό, αν η Διδασκαλία Μου προέρχεται από τον Θεό ή αν εί­ναι ένα απλά ανθρώπινο κατασκεύασμα!»

Πείτε Μου, σε τι θα μπορούσε να ωφεληθεί κάποιος εάν ζητούσα την επι­βεβλημένη πίστη; Προφανώς διέθετα τόση προνοητικότητα, ώστε να αντιλαμβάνομαι ότι το φως, που είναι πάντα το ίδιο, όταν πέφτει πά­νω στα διάφορα αντικείμενα, φωτίζει το καθένα απ’ αυτά με τόσο δια­φορετικό τρόπο, όσο διαφορετικά είναι και τα αντικείμενα μεταξύ τους.

Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με το φως της πίστης, το οποίο κα­θώς θα πέσει επάνω σε κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη ψυχή θα την φωτίσει σύμφωνα με την απόχρωση που αυτή παρουσιάζει. Αλλά η απαίτηση που θα όριζε, ότι το ίδιο φως θα αντανακλάται οπό τις ποικιλόχρωμες ανθρώπινες ψυχές, παρουσιάζοντας πάντοτε ένα ολόλευκο χρώμα, είναι ευνόητο ότι θα αποτελούσε τη μεγα­λύτερη ανοησία.

Η επίδραση του φωτός πρέπει αναγκαστικά να είναι ποικίλη, ενώ η επίδραση της αγάπης μένει πάντοτε σταθερά η ίδια, με τον ίδιο τρό­πο όπως και η θερμότητα δεν διαθέτει παρά μόνον έναν τρόπο δρά­σης, θερμαίνοντας το κόκκινο με τον ίδιο τρόπο που θερμαίνει το γα­λάζιο και τα πάντα μπορούν να θερμανθούν μέχρι το βαθμό του πυρώματος. Το χρώμα της πραγματικής και ζωντανής πυρωμένης αγά­πης παραμένει πάντα το ίδιο και ένα πυρωμένο κομμάτι χρυσάφι, ο­πτικά δεν διαφέρει σε τίποτα από ένα πυρωμένο κομμάτι σίδηρο.

Αυτή λοιπόν είναι η ερμηνεία αυτού του στίχου, γι’ αυτό και εσείς να μην διασκορπίζεστε αλλά να παραμείνετε στην αγάπη και έτσι θα ζήσετε! Αμήν.

[23 Φεβρουαρίου 1844]

 «Ταύτα ελάλησα προς εσάς, δια να έχητε ειρήνην εν εμοί. Εν τω κόσμω θέλετε έχει θλίψιν, αλλά θαρσείτε, εγώ ενίκησα τον κόσμον».

 Κατά Ιωάννη ΙΣΤ 33

Αυτός ο στίχος ανήκει και πάλι σ’ αυτή την κατηγορία κειμένων, που το νόημα τους παρουσιάζει μεγάλη διαφάνεια και έτσι ο καθένας μπορεί από την εξωτερική του σημασία να καταλήξει εύκολα και στην πνευματική. Γι’ αυτό θα σας παρουσιάσω με λίγες λέξεις το εξωτερι­κό του νόημα και από αυτό, ο καθένας θα μπορέσει να καταλάβει αμέ­σως και το πνευματικό. Ακούστε λοιπόν.

Γενικά όλα όσα σας λέω σε αυτή τη μετάδοση είναι τέτοιου είδους, ώστε αν τα τηρήσετε σε κάθε περίσταση της καθημερινής σας δρα­στηριότητας έστω και κατά προσέγγιση, θα σας χαρίσουν μέσα από την αγάπη σας για Εμένα, την αληθινή ειρήνη της καρδιάς σας.

Βέβαια αυτός ο κόσμος προσπαθεί με κάθε τρόπο να σας παρα­σύρει, αλλά δεν θα μπορέσει να πετύχει απολύτως τίποτα, γιατί έχει νικηθεί από Εμένα. Αυτό το πράγμα σημαίνει ότι αν η καρδιά σας είναι δική Μου, τότε μέσα από αυτή σας την αγάπη έχετε μέσα σας Εμένα και έτσι Αυτόν που νίκησε διά παντός τον κόσμο. Ο κόσμος αυτός έχει γνωρίσει τη δύναμη της εξουσίας Μου και επομένως ούτε μπορεί, αλλά ούτε και του επιτρέπεται, να πειρά­ξει έστω και μία τρίχα από τα μαλλιά εκείνου, του οποίου η καρδιά έ­χει πλημμυρίσει από την ειρήνη Μου.

Όμως, όταν κάποιος ξεφεύγει από αυτή την ειρήνη προκαλώντας τον κόσμο από μόνος του, η ευθύνη θα είναι καθαρά δική του, αν στη συνέχεια αιχμαλωτιστεί και κακοποιηθεί απ’ αυτόν, ενώ εκείνος που πα­ραμένει σταθερά στην ειρήνη Μου, είναι προφυλαγμένος για όλη την αιωνιότητα και τα χνώτα αυτού του κόσμου δεν θα μπορέσουν να τον αγγίξουν ποτέ.

Σίγουρα, σ’ αυτό το σημείο κάποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει λέγοντας: «Κύριε, κοίτα, οι Απόστολοι, οι μαθητές, καθώς και τόσοι πολλοί από τους πρώτους χριστιανούς, όπως και πολλοί άνθρωποι στους καιρούς που ακολούθησαν μέχρι στις δικές μας μέρες, ήταν έν­θερμοι υπέρμαχοι του Ευαγγελίου και όμως κατέληξαν να μαρτυρή­σουν και ο κόσμος εκδικήθηκε πολύ βάναυσα όλους εκείνους που πλημμύριζαν από την ειρήνη Σου. Γιατί Κύριε, η ειρήνη Σου δεν προ­στάτευσε όλους εκείνους τους ανθρώπους από τα νύχια αυτού του κό­σμου; Γιατί όπως είχες πει Εσύ ο Ίδιος πριν από το μαρτύριο σου: Τώ­ρα νικήθηκε ο άρχοντας αυτού του κόσμου. Πώς είναι δυνατό ο ηττη­μένος να ασκεί τη δύναμη να εξαγριώνει τον κόσμο ενάντια σ’ εκείνους που μέσα τους έφεραν την ειρήνη Σου;

Η ερώτηση αυτή είναι αρκετά πρόχειρη και όποιος από σας δια­
θέτει κάποιες γνώσεις ιστορίας, θα διαπιστώσει ότι όλοι οι μάρτυρες,
ξεκινώντας από τους Αποστόλους μέχρι και αυτούς των μετέπειτα και­ρών, δεν μαρτύρησαν επειδή το επέβαλλα ή το επεδίωξα Εγώ, αλλά προκάλεσαν α­πό μόνοι τους αυτή τη μαρτυρική κατάσταση, από ένα είδος ηρωισμού που τους επέβαλε η αγάπη τους, επειδή και Εγώ ο Κύριος τους σταυ­ρώθηκα.

Μπορείτε να είσαστε βέβαιοι, ότι ο κάθε μάρτυρας θα μπορούσε να είχε συντείνει στην εξάπλωση του Ευαγγελίου Μου και χωρίς να μαρτυρήσει. Όμως αυτοί μεταδότες της Διδασκαλίας Μου Με γνώ­ριζαν ήδη και γι’ αυτό μπροστά στα μάτια τους έφεραν διαρκώς το ό­ραμα της αιώνιας ζωής, με αποτέλεσμα να μην έχουν κάποια ιδιαίτε­ρη όρεξη να περιφέρονται για πολύ σ’ αυτό τον κόσμο. Στην κυριολε­ξία, δεν μπορούσαν να περιμένουν τη στιγμή που θα τους είχε αφαι­ρεθεί το σώμα τους, ώστε να βρεθούν και εκείνοι εκεί, όπου είχα πάει Εγώ προπορευόμενος.

Προσέξτε όμως τη διαφορά, ο Ιωάννης ένιωθε για Μένα τη μεγα­λύτερη δυνατή αγάπη με αποτέλεσμα να μην φοβάται τους διωγμούς αυτού του κόσμου. Έτσι προτίμησε να τους υποστεί μέχρι και την τελευταία σταγόνα, παρά να επαιτήσει να συντομεύσω την προκαθορι­σμένη διάρκεια της γήινης ζωής του. Ο Ιωάννης ένιωθε απολύτως ικα­νοποιημένος με την Τάξη Μου, τη στιγμή που πολλοί άλλοι επαιτούσαν, προτιμώντας να υποστούν τα χειρότερα μαρτύρια, παρά να ερ­γαστούν λίγα χρόνια ακόμη για το Βασίλειο Μου.

Επειδή όμως ο καθένας μπορεί να έχει από Μένα ό,τι Μου ζητή­σει με όλη του την πίστη, δεν μπορούσα βέβαια να αθετήσω με τους πρώτους μάρτυρες το λόγο Μου που λέει πως, «ό,τι Μου ζητήσετε, θα σας δοθεί».

Από αυτή τη διαφώτιση προκύπτει ότι η διάδοση του Λόγου Μου δεν είχε την ανάγκη από αιματηρές μαρτυρίες, γιατί σαν αιώνιο μάρ­τυρα, έχω τάξει το Ίδιο το Άγια Μου Πνεύμα σε όλους όσους θα απο­δεχτούν τη διδασκαλία Μου και θα ζήσουν σύμφωνα με αυτήν. Και αυ­τός ο μάρτυρας παραμένει μόνιμα, ενώ στην πορεία του χρόνου, το αίμα εκείνων των πρώτων μαρτύρων εξαφανίστηκε ακόμη και από το πρόσωπο της ιστορίας.

Εάν το Ίδιο Μου το Πνεύμα στέκει σαν αιώνια εγγύηση για την ορθότητα της Διδασκαλίας Μου, γιατί να απαιτήσω την αιματηρή μαρτυρία των διαδόχων Μου; Βέβαια όποιος θέλει μπορεί να μαρτυ­ρήσει και να χύσει το αίμα του. Όμως κανείς να μην φανταστεί ότι με αυτό τον τρόπο θα Μου επιτελέσει κάποια υπηρεσία. Αντιθέτως, ο κα­θένας που κάνει κάτι τέτοιο, το κάνει για κάποιο καθαρά προσωπικό του όφελος και όχι για το δικό Μου!

Αυτό το πράγμα μοιάζει με την περίπτωση, όπου ο πατέρας κάποιων παιδιών, των οποίων τα ρούχα εξακολουθούν να είναι σε πο­λύ καλή κατάσταση, τα πλησιάζει λέγοντας: «Θα σας αγοράσω ωραία, καινούργια ρούχα, αφού πρώτα τα ρούχα που φοράτε παλιώσουν και φθαρούν!» Όμως μερικά από τα παιδιά παρασύρονται από την επι­θυμία για καινούργια ρούχα και έτσι δεν δίνουν πια καμιά προσοχή στα παλαιά. Έτσι συμβαίνει ώστε πολύ σύντομα, τα ρούχα αυτών των παι­διών να φθαρούν, οπότε και ο πατέρας τους, τους δίνει τα καινούργια ρούχα που τους υποσχέθηκε. Ανάμεσα στα παιδιά του όμως, υπάρ­χουν και μερικά που αγαπούν τον πατέρα περισσότερο από τα ρού­χα και γι’ αυτό προσέχουν την παλιά τους φορεσιά, ώστε να μην χρεια­στεί να αντικατασταθεί σύντομα και να μην υποβάλουν τον πατέρα τους σε έξοδα, πριν από την ώρα τους.

Αν και στην περίπτωση Μου δεν είναι δυνατόν να γίνει Λόγος για έξοδα, ωστόσο προκύπτουν κάποιες άλλες αρνητικές καταστάσεις οι οποίες ε­πιφέρουν κάποιες συνθήκες αταξίας. Αυτό συμβαίνει, γιατί μέσα από την Τάξη που έθεσα στο κάθε τι, προσδιόρισα για τη ζωή του κάθε αν­θρώπου και κάποιον στόχο. Μπορείτε δε να είσαστε βέβαιοι, ότι η εκ­πλήρωση αυτού του στόχου δεν συνίσταται σε καμία περίπτωση στον Θάνατο, ούτε μέσω του σπαθιού, ούτε μέσω της φωτιάς, γιατί τόσο ο θάνατος μέσω του σπαθιού, όπως και αυτός μέσω της φωτιάς, είναι μια καταδίκη. Ωστόσο, οποιοσδήποτε παραβιάζει οικειοθελώς και με προσωπική του πρωτοβουλία την Τάξη Μου, θα πρέπει ασφαλώς στη συνέχεια να δεχτεί και τη συνέπεια μιας μικρής καταδίκης, ανάλογα με το βαθμό της παρέκκλισης του.

Ο Δανιήλ π.χ. δεν ήθελε να πεθάνει και γι’ αυτό και επέζησε, οκό-μη και μέσα στο λάκκο με τα λιοντάρια. Το ίδιο συνέβη και με τους τρεις νεαρούς στη γνωστή κάμινο, καθώς και σε ένα σωρό άλλα παρόμοια παραδείγματα. Όπως βλέπετε σε όλους αυτούς, καθώς και σε πολλές άλλες χιλιάδες ανθρώπων που Με αγα­πούσαν, δεν πειράχτηκε ούτε μια τρίχα από τα μαλλιά τους, γιατί αυ­τοί διατηρούσαν μέσα στην καρδιά τους απαρακώλυτη τη φλόγα της Ειρήνης Μου. Ενώ ο καθένας που ήθελε να αυτοϋπερυψωθεί πάνω από αυτή την Ειρήνη, αναγκάστηκε να γευτεί και τον αντί­στοιχο πόλεμο, από την πλευρά του κόσμου.

Σε αυτή την περίπτωση και πάλι θα μπορούσε κανείς να αντι­παραθέσει το εξής: «Εφόσον το πράγμα έχει έτσι, τότε το καλύτερο θα ήταν να άφηνε κανείς τον κόσμο να είναι αυτό που είναι και ο κάθε καλύτερος άνθρωπος ας ζει μέσα στη δική του ειρήνη, αδιαφορώντας για το τι κάνει ο κόσμος. Μα αν θα το έκανε αυτό ο καθένας, τότε είναι εύκολο να φανταστούμε μέχρι που θα έφταναν τα αίσχη αυτού του κόσμου».

Ωραία σας λέω λοιπόν, ας πάμε λίγο πίσω στο χρόνο και ας αφή­σουμε τα γεγονότα να μιλήσουν. Από τον καιρό των Αποστόλων μέχρι και σήμερα, είναι σίγουρο ότι υπήρξε ένας μεγάλος αριθμός α­πό ζηλωτές, οι οποίοι κατά κάποιον τρόπο προσπάθησαν να καλυτε­ρέψουν τον κόσμο βαστώντας στο χέρι τους μια πύρινη ρομφαία. Το αποτέλεσμα ήταν να χυθούν ολόκληροι ποταμοί αίματος. Ρωτήστε όμως τον ίδιο σας τον εαυτό, ποιο ήταν τελικά το όφελος; Αν ρίξετε μια ματιά στον κόσμο, η απάντηση θα προκύψει από μόνη της.

Ο χρόνος που πέρασε από την εποχή των Αποστόλων μέχρι και σήμερα, θα έπρεπε σαν συνέπεια των τόσο πολλών ζηλωτών να έχει μετατρέψει τη γη σε ένα πραγματικό παράδεισο και όμως, η γη στη σημερινή εποχή, είναι τουλάχιστον δέκα φορές χειρότερη απ’ ό,τι ή­ταν στην εποχή του Νώε!

Για ποιο λόγο πιστεύετε ότι ο Δαβίδ είπε: «Κύριε, πόσο μηδαμι­νός είναι στ’ αλήθεια ο άνθρωπος μπροστά Σου και πόσο ανώφελη η ανθρώπινη βοήθεια!» Ο Δαβίδ το είπε αυτό, επειδή Με γνώριζε, αλ­λά εσείς μιλάτε με διαφορετικό τρόπο, γιατί δεν Με γνωρίζετε έτσι ό­πως Με γνώριζε ο Δαβίδ!

Πιστεύετε ότι δεν είμαι ενήμερος για το τι κάνει ο κόσμος, ή ότι αδιαφορώ να τον σωφρονίσω; Θα σας έλεγα να εγκαταλείψετε αυτές τις σκέψεις και να αφήσετε τη διαχείριση του κόσμου στα Δικά Μου χέ­ρια!

Όποιος μάχαιρα έδωκε, μάχαιρα Θα λάβει. Κανένας δεν πρόκει­ται ποτέ να επιτύχει κάτι ενάντια σ’ αυτό τον κόσμο μέσα από την οδό της βίας, γιατί παντού όπου αυτός ο κόσμος βλέπει τη βία, την αντι­μετωπίζει και πάλι με βία και έτσι συμβαίνει ώστε το ένα έθνος διαρ­κώς να καταπιέζει και να πολεμά το άλλο.

Αυτός που Θέλει να πολεμήσει τον κόσμο, πρέπει να τον αντιπα­λέψει με τα κατάλληλα μυστικά όπλα, τα οποία είναι η αγάπη για Εμέ­να και η ειρήνη Μου μέσα σας. Όμως ο καθένας από σας πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να νικήσει με αυτά τα όπλα τον δικό του κόσμο εντός του. Μόνον τότε θα αποκτήσει την ικανότητα, να τα χρησιμοποιεί με νικηφόρο τρό­πο και ενάντια στον έξω κόσμο.

Αλήθεια σας λέω, όποιος δεν έχει καταφέρει να γίνει ο κύριος του κόσμου που είναι μέσα του, δεν θα μπορέσει ποτέ να πετύ­χει απολύτως τίποτα στο εξωτερικό του περιβάλλον! Ο καθένας που εξακολουθεί να αισθάνεται να τον καίει κάποιος φλογερός επιθετικός ζήλος, ακόμη δεν έχει κερδίσει τη μάχη ενάντια στον προσωπικό του κόσμο. Γιατί αυτός ο ζήλος της καταδίκης των άλλων, προέρχεται α­πό την διεξαγωγή της μυστικής μονομαχίας που συμβαίνει ανάμεσα στην ειρήνη Μου και στον κόσμο που αυτός ο άνθρωπος κουβαλάει μέσα του.

Αυτό που ο άνθρωπος κατακρίνει στον έξω κόσμο και αυτό για το οποίο μέσα του εκδηλώνει όλον αυτόν το ζήλο, επικαλούμενος μάλι­στα και την τιμωρία του ουράνιου πυρός, είναι ακριβώς το μερίδιο που αυτός ο κόσμος διεκδικεί μέσα του και το οποίο με πονηρό τρόπο και μεγάλη επιμέλεια προσπαθεί να μασκαρευτεί, δίνοντας την εντύπω­ση ότι εργάζεται για τη Δική Μου υπόθεση. Αντίθετα το Πνεύμα και η Ειρήνη Μου, δεν εκδηλώνουν ζήλο, αλλά εργάζονται εντελώς σιωπηλά
και απαρατήρητα από τα αισθητήρια αυτού του κόσμου, και δεν έχουν κανένα άλλο είδος προμετωπίδας, παρά αυτή των έργων της αγάπης που περιβάλλεται από τη φορεσιά της ταπει­νότητας. Και απ’ ό,τι γνωρίζω Εγώ από τον καιρό του Ιωάννη Μου μέχρι και σήμερα, ποτέ κανείς δεν καταδικάστηκε από αυτό τον κόσμο επειδή εξέφραζε πραγματικά την αγάπη και την τα­πεινότητα του.

Βλέπετε, ακριβώς σε αυτό συνιστάται η πραγματική εσωτερική ει­ρήνη και η μεγαλειώδεις νίκη ενάντια σ’ αυτό τον κόσμο, την οποία μάχη κέρδισα Εγώ ο Ίδιος! Έτσι θα κάνατε πολύ καλά, αν στην ερμηνεία αυτού του στίχου θα δίνατε όλη τη σημασία που της αρμόζει και έτσι με το Όνομα Μου και την Ειρήνη Μου Θα μπορείτε πάντοτε να νικάτε, τόσο τον κόσμο μέσα σας, όπως και κάθε άλλο είδος κόσμου! Αμήν.

Αποσπάσματα Από το Βιβλίο του Γ. Λόρμπερ «Εσωτερική Ερμηνεία των Ευαγγελίων» εκδ. Πύρινος Κόσμος

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Λόρμπερ Γιάκομπ – Δώρα Ουρανού

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Εξέλιξη των Παιδιών μετά τη Γήινη Ζωή

Λόρμπερ Γιάκομπ – Τα Μυστήρια της Ζωής και της Δημιουργίας

Λόρμπερ Γιάκομπ – Βίκτωρ Μορ – Μυστικά της Φύσης

Λόρμπερ Γιάκομπ – Γη και Σελήνη

Λόρμπερ Γιάκομπ – Το Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη – 2 τόμοι

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Αλληλογραφία του Ιησού με τον Βασιλιά

     Άβγαρο – Η επιστολή του Παύλου προς τους

   Λαοδεικείς

Λόρμπερ Γιάκομπ – Τα Παιδικά Χρόνια του Ιησού

                                    Το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου

Λόρμπερ Γιάκομπ – Οι Τρεις Ημέρες του Ιησού στο Ναό

Λόρμπερ Γιάκομπ – Εσωτερική Ερμηνεία των Ευαγγελίων

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Επιστροφή του Χριστού

Λόρμπερ Γιάκομπ – Ο Δρόμος προς την Πνευματική Αναγέννηση

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Πατρίδα της Ψυχής

Λόρμπερ Γιάκομπ – Θεός και Δημιουργία

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Διδασκαλία του Χριστού

Λόρμπερ Γιάκομπ – Το Πέρασμα στη Νέα Πνευματική Εποχή

                  μέσα από τις Προφητείες της Μπέρτα Ντούντε

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Γέννηση της Νέας Γης

Λόρμπερ Γιάκομπ – Η Εσωτερική Ζωή

Λόρμπερ Γιάκομπ – Το Μεγάλο Μυστήριο

Λόρμπερ Γιάκομπ – Οι Πνευματικοί Κόσμοι

Λόρμπερ Γιάκομπ – Περί Ουρανού και περί του Κάτω Κόσμου,

   Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος