2000 χρόνια αλήθειας και πλάνης

 

Σύμφωνα με τον Λόρμπερ, ο Ιησούς Χριστός είχε προείπει στους αποστόλους του ότι με τον καιρό η διδασκαλία του θα παραμορφωνόταν εξαιτίας των αλλαγών στο λόγο του Ευαγγελίου και των λανθασμένων ερμηνειών. Ωστόσο τους διαβεβαίωσε ότι το εσωτερικό πνεύμα θα έμενε αναλλοίωτο και τους εξήγησε τους λόγους της παραμόρφωσης : «Ιδίως οι επικεφαλής σε κάποιες εκκλησίες θα αρχίσουν να παραχαράσσουν τη διδασκαλία Μου και να την αναμειγνύουν με παλαιότερες ανοησίες, επειδή η ανόθευτη αλήθεια από τους Ουρανούς θα τους απέδιδε πολύ λίγα χρήματα» (ΜΕΙ Χ 25,4).

Γι’ αυτόν το λόγο ο Παύλος και ο Πέτρος στις επιστολές τους επισημαίνουν τα απαραίτητα προσόντα και προειδοποιούν τους προϊσταμένους των εκκλησιών να μην έχουν κίνητρο τις χρηματικές απολαβές (Α’ Κορ. 9,17-18. Α’ Πέτρου 5,2). Αλλά ήδη ο Ωριγένης χαρακτήριζε κάποιες εκκλησίες “άνδρο ληστών”.

Σε αυτό το κεφάλαιο θα εξεταστούν βασικά δόγματα και διδασκαλίες των εκκλησιών με κριτήριο τη Βίβλο και τις νέες Αποκαλύψεις. Έτσι θα διαπιστωθεί πώς γεννήθηκαν και δρομολογήθηκαν παρανοήσεις, λάθη ή και εσκεμμένες πλάνες που έδωσαν λανθασμένες κατευθύνσεις σε αυτήν τη δισχιλιετή πορεία που χαρακτηρίζεται από καλά και από κακά.

Θα αρχίσουμε από το θεωρητικό θεμέλιο του χριστιανισμού, τα ευαγγέλια. Νεότεροι ερευνητές θεωρούν τα ευαγγέλια ψευδεπίγραφα, ότι δηλαδή οι συγγραφείς τους δεν ήταν οι αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων. Αντίθετα η εκκλησία ταυτίζει τον ευαγγελιστή Ιωάννη με τον αγαπημένο μαθητή του Ναζωραίου, πράγμα που επιβεβαιώνει η νέα Αποκάλυψη, χαρακτηρίζοντας το δικό του ευαγγέλιο ως το πιο έγκυρο αν και είχε λάβει την οδηγία από τον Ιησού να μην καταγράφει τα πάντα, αλλά μόνο τα πιο σημαντικά.

Δίκαια, λοιπόν, ο Κλήμης της Αλεξανδρείας χαρακτήριζε το κατά Ιωάννη ως «το πνευματικό ευαγγέλιο», «πεμπτουσία, κορύφωση και άγια των αγίων της Καινής Διαθήκης».

Είναι γεγονός πως υπάρχουν μερικές διαφορές μεταξύ των τεσσάρων κανονικών ευαγγελίων, πράγμα που διαπιστώνει εύκολα όποιος συγκρίνει τις εξιστορήσεις.

Ωστόσο εκείνο που έχει σημασία είναι ότι σε όλα τα κείμενα της Καινής Διαθήκης εκφράζεται εναργώς το κεντρικό μήνυμα της χριστικής διδασκαλίας, η τελείωση μέσω της αγάπης. Ή όπως λέγεται στη νέα αποκάλυψη: «Όσο ανόμοια και αν φαίνονται από έξω, εντούτοις στον εσώτατο πυρήνα τους τα πληροί το ίδιο Πνεύμα».

Όντως, ναι μεν οι ανθρώπινες επεμβάσεις δρομολόγησαν πολλά λάθη και πλάνες, όμως ο πυρήνας έμεινε αναλλοίωτος. Οι πληροφορίες της νέας αποκάλυψης (Ν.Α.) μιλούν λεπτομερώς για τη γένεση και την περαιτέρω μοίρα των βιβλικών ευαγγελίων και έτσι μπορούν να καταρριφθούν πολλές εσφαλμένες θεωρίες. Από την άλλη πλευρά η ιστορική έρευνα επιβεβαιώνει τις πληροφορίες της Ν.Α. για τις αυθαίρετες αλλοιώσεις του Ευαγγελίου που οφείλονται κυρίως σε ορισμένους επισκόπους των πρώτων αιώνων του χριστιανισμού, αλλά και σε λάθη αντιγραφής ή μετάφρασης.

Οι γνώσεις μας σχετικά με τους πρώτους αιώνες της χριστιανοσύνης είναι πολύ ελλιπείς. Ήδη περί το 200 μ.Χ. δεν υπήρχαν πια τα πρωτότυπα αυθεντικά χειρόγραφα των ευαγγελίων. Τα παλαιότερα ακέραια αντίγραφα κειμένων που ανήκουν στην Καινή Διαθήκη χρονολογούνται από τον 4ο αιώνα. Κατά την αντιγραφή από τα πρωτότυπα έγιναν πάρα πολλά λάθη.*

Εκτός των λαθών αντιγραφής υπάρχουν αναμφισβήτητα μεταξύ των ευαγγελίων αποκλίσεις έστω και αν αναφέρονται στα ίδια γεγονότα. Αυτό οφείλεται κατά τη Ν.Α. στο ότι οι ευαγγελιστές δεν είχαν πάντοτε να κάνουν με αξιόπιστους μάρτυρες. Ας σημειωθεί ότι οι ανθρώπινες προσθήκες και αλλοιώσεις του ευαγγελίου που απαριθμούνται στη Ν.Α. επιβεβαιώνονται από τους ειδήμονες. Το δεδομένο αυτό δεν είναι καινούριο, είναι γνωστό από παλιά, απλώς οι ιεράρχες το απέκρυπταν από τους λαϊκούς. Άλλωστε ήδη το 250 μ.Χ. ο Ωριγένης είχε συμπεράνει ότι μερικές βιβλικές διηγήσεις ήταν επινοήσεις.

Επίσης ο άγιος Αμβρόσιος τον 4ο αιώνα στα σχόλιά του είχε αναφερθεί στις διαφορετικές διηγήσεις των ευαγγελίων για τα ίδια περιστατικά. Παρ’ όλα αυτά επί αιώνες η καθολική εκκλησία απέκρυπτε από τους πιστούς αυτήν την πραγματικότητα με διάφορα μέσα. Μόνο μετά τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού (1962-1965) απέκτησαν οι καθολικοί επιστήμονες τη δυνατότητα να μιλήσουν δημόσια γι’ αυτά τα πράγματα.

Ως τότε, ενώ η ιεραρχία γνώριζε από αιώνων για τις αντιφάσεις και τις αλλοιώσεις, απειλούσε με αιώνια καταδίκη στην κόλαση όποιον αμφισβητούσε το αλάθητο των ευαγγελίων λέξη προς λέξη.

Οι παραχαράξεις μετέτρεψαν το χαρούμενο μήνυμα του ευαγγελίου σε ένα απειλητικό μήνυμα. Ο Θεός της απέραντης αγάπης μετατράπηκε σε έναν Θεό τιμωρό που τιμωρεί με αιώνια καταδίκη στην κόλαση την παραβίαση κάποιων εκκλησιαστικών οδηγιών.

Για να προλάβει τις τυχόν αμφιβολίες και τα ερωτηματικά που θα αναδύονταν στο χριστεπώνυμο πλήρωμα διαβάζοντας την Αγία Γραφή, η καθολική εκκλησία απαγόρευε επί αιώνες την ανάγνωσή της. Μάλιστα στην Ισπανία η απλή κατοχή της Βίβλου επέσυρε την ποινή του θανάτου. Το πανεπιστήμιο της Σορβόννης απαγόρευε τη μελέτη της ελληνικής γλώσσας για να εμποδίσει την ανάγνωση του ελληνικού κώδικα της Καινής Διαθήκης, πράξη που θεωρείτο αιρετική και επέσυρε επίσης την ποινή του θανάτου. Η απαγόρευση της ανάγνωσης της Βίβλου ίσχυε μέχρι το 19ο αιώνα, αλλά σήμερα και οι καθολικοί πλέον έχουν το δικαίωμα να ξέρουν ότι στην Αγία Γραφή έχουν παρεισφρύσει ανθρώπινα λάθη.

Η αληθινή εκκλησία: Παραπάνω είδαμε πώς γεννήθηκε η θεσμική εκκλησία και η ιεραρχία της. Τα επόμενα αποσπάσματα θα δείξουν κατά πόσον η εξέλιξη αυτή ήταν σύμφωνη με τη θεϊκή βούληση, και πού έγιναν λάθη, με βάση την Αγία Γραφή και τη Ν.Α.

Γι’ αυτό το θέμα ο Ιησούς λέει στο έργο Η Οικονομία του Θεού στον Γιάκομπ Λόρμπερ: «Πες στα παιδιά Μου και σε όλους, σε όποια θρησκεία και αν ανήκουν – είτε ρωμαιοκαθολικοί είναι είτε προτεστάντες, Ιουδαίοι, Τούρκοι, Βραχμάνοι, ειδωλολάτρες – αυτό: Πάνω στη γη υπάρχει μία μόνον αληθινή εκκλησία, και αυτή είναι η αγάπη για Μένα στο πρόσωπο του Υιού Μου! Η αγάπη αυτή είναι το Άγιο Πνεύμα μέσα σας και σας φανερώνεται με το ζωντανό Λόγο Μου. Έτσι, Εγώ βρίσκομαι μέσα σας, η δε ψυχή σας, που η καρδιά της είναι η κατοικία Μου, είναι η μοναδική αληθινή εκκλησία στη γη. Μόνον εκεί υπάρχει αιώνια ζωή και μόνον αυτή είναι που σας κάνει μακάριους!

Γιατί σκεφτείτε, Εγώ είμαι ο κύριος όλων όσων υπάρχουν. Εγώ είμαι ο αιώνιος και παντοδύναμος Θεός, και ως τέτοιος είμαι ο Πατέρας σας, ο άγιος και γεμάτος αγάπη. Και Εγώ είμαι όλα αυτά μέσα στο Λόγο! Αν τον σεβαστείτε και πράττετε σύμφωνα με αυτόν, τον έχετε προσλάβει μέσα σας. Τότε αυτός θα ζωντανέψει μέσα σας, θα σας ανυψώσει ψηλότερα από τον εαυτό σας και θα σας ελευθερώσει. Δεν θα υπόκειστε τότε πια στο νόμο, θα βρίσκεστε πάνω από αυτόν, στο φως. Αυτό είναι η μακαριότητα ή η βασιλεία του Θεού μέσα σας ή η μόνη εκκλησία της γης που εξασφαλίζει την μακαριότητα. Σε καμία άλλη, εκτός από αυτήν, δεν υπάρχει αιώνια ζωή.

Ή μήπως πιστεύετε ότι κατοικώ μέσα σε τοίχους ή ότι βρίσκομαι στις τελετουργίες ή στις δεήσεις και στη θεία λατρεία; Όχι, κάνετε μεγάλο λάθος. Δεν βρίσκομαι σε τίποτα από αυτά, παρά μόνον εκεί που υπάρχει αγάπη, εκεί είμαι και Εγώ»!

(Βλ. επίσης: Ιω. 4,21-24.6, 45.14, 16 και 23 και 26. Πράξ. Απ. 7,48. 14,16-17)

***

Στην Καινή Διαθήκη ο Ιησούς Χριστός λέει: «Δωρεάν λάβατε τη διδασκαλία μου, δωρεάν να την δώσετε». (Ματθ. 10,8) Στην αληθινή εκκλησία του Χριστού δεν χρειάζεται αμειβόμενο ιερατείο με υπαλληλική ιδιότητα, λέγεται επίσης στη Ν.Α. Το γιατί υποδηλώνεται με τα εξής λόγια του Χριστού: «Κάθε άνθρωπος που αναγνωρίζει τον Θεό, τον αγαπάει πάνω απ’ όλα κι εκτελεί το θέλημά Του, είναι ένας αληθινός και σωστός ιερέας, είναι δε επίσης σωστός δάσκαλος, εφόσον μεταδίδει στο συνάνθρωπό του τη διδασκαλία που έλαβε από τον Θεό (με τα λόγια του και με το δικό του παράδειγμα)».

Βέβαια, παρόλα αυτά, πρέπει πάντα να υπάρχουν σε μια κοινότητα και «ελεύθεροι κι αληθινοί δάσκαλοι», για να κηρύσσουν το θείο Λόγο και να καλλιεργούν το θείο πνεύμα αγάπης. Γι’ αυτούς ισχύουν όσα λέει ο Χριστός στο Μεγάλο Ευαγγέλιο στον Ρωμαίο βετεράνο Μάρκο:

«Αν έχεις την καλή γνώμη ότι οι άνθρωποι πρέπει το Σάββατο να συγκεντρώνονται κάπου για να διδαχθούν ξανά για τον Θεό και το θέλημά Του, καθώς επίσης για να Τον θυμηθούν, τότε ας γίνει αυτό. Όμως ο δάσκαλος έχει, εκτός απ’ αυτήν, άλλες έξι εργάσιμες ημέρες! Αν είναι αφυπνισμένος ως προς το πνεύμα, τότε δεν χρειάζεται να περνά τις έξι αυτές ημέρες μόνο με κοπιαστική προετοιμασία για τη διδασκαλία του επόμενου Σαββάτου. Γιατί σε όποιον μιλάει μέσα από το πνεύμα του Θεού, τα λόγια θα τεθούν τη στιγμή που πρέπει στην καρδιά και στο στόμα του.

Πιστεύω ότι δεν θα ήταν και για τον ραβίνο κακό αν έκανε ως πρότυπο για την κοινότητά του, κάποια ωφέλιμη εργασία, κερδίζοντας έτσι τον επιούσιο, ώστε να μην είναι αναγκασμένος να συντηρείται από την κοινότητα. Τότε τα μέλη της ασφαλώς θα τον σέβονταν και θα τον μιμούνταν περισσότερο, γιατί στο γεγονός ότι συντηρεί μόνος τον εαυτό του, θα έβλεπαν την καλύτερη απόδειξη της ανιδιοτέλειας και της αγάπης του για την κοινότητα.»

Φυσικά κάθε πνευματική κοινότητα χρειάζεται μία ηγεσία. Στο Μεγάλο Ευαγγέλιο ο Ιησούς διδάσκει τα εξής στους Αποστόλους, καθώς τους στέλνει να προσηλυτίσουν τον κόσμο: «Κάθε φορά που θα έχετε φέρει στην πίστη, θα έχετε σώσει και εδραιώσει στο όνομά Μου κάποια κοινότητα, να ορίζετε τον πιο έμπειρο πολίτη της να αναλάβει φιλικά την προστασία της. και να του μεταδώσετε (με επίθεση των χεριών) το χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορεί να γίνει αληθινός ευεργέτης της κοινότητας που του εμπιστεύεστε. Όμως μην του επιβάλετε με έναν αναγκαστικό νόμο το τι πρέπει να τηρεί απέναντι στα μέλη της κοινότητας.

Μολονότι ένας τέτοιος προστάτης ορίζεται από σας στο όνομά Μου, δεν πρέπει να έχει επίγεια πρωτεία. Αντίθετα πρέπει να είναι, όπως εσείς, ένας πολύ ταπεινός υπηρέτης των αδελφών που του έχετε εμπιστευτεί, δεν πρέπει δε να επιτρέπει να τον τιμούν ή και να τον αμείβουν για τις υπηρεσίες που τους προσφέρει. Γιατί αυτά που ο ίδιος έλαβε δωρεάν, πρέπει επίσης να τα δώσει πάλι δωρεάν με αγάπη στους λιγότερο χαρισματικούς αδελφούς του. Αυτά, όμως, που θα του προσφέρει ελεύθερα και με αγάπη η κοινότητα, πρέπει να τα δέχεται, όπως το έχω επιτρέψει αυτό και σε εσάς».

Στην Οικονομία του Θεού, πάλι του Λόρμπερ, διευκρινίζεται ποια χαρακτηριστικά απαιτούνται από έναν τέτοιο “προστάτη”: «Πρέπει να διαλέγετε ανάμεσά σας ηγέτες που θα βρίσκετε την καρδιά τους γεμάτη αληθινή ταπεινοφροσύνη. Όμως, ποτέ δεν πρέπει να διαλέγετε κάποιον που επιδιώκει και επιθυμεί να γίνει μεγαλύτερος και σημαντικότερος από όλους τους αδελφούς του, αντί να είναι ο έσχατος μεταξύ τους. Ούτε, βέβαια, κάποιον που φαινομενικά κάνει τον ταπεινό, προκειμένου να εκλεγεί.(Ιω. 13,13-16. Λουκ. 22,25 κ.εξ.)

… Αφού, λοιπόν επιλέξετε έναν αρχηγό για τις υποθέσεις σας, να προσεύχεστε και να ελέγχετε μήπως το αξίωμα αυτό δόθηκε σε κάποιον ανάξιο. Γιατί ένας κακός, ασύνετος αρχηγός είναι για την κοινότητα ό,τι ο κακός βοσκός για το κοπάδι. Μόλις δει το λύκο να φθάνει τρέπεται πρώτος σε φυγή, εγκαταλείποντας τα πρόβατα στο λύκο ή γίνεται στο τέλος ο ίδιος λύκος και σφαγιαστής του κοπαδιού του».

Ναοί και αληθινοί οίκοι του Θεού: Στη μελλοντική «Βασιλεία της ειρήνης», όπως λέει και η Αποκάλυψη του Ιωάννη (21,22), δεν θα υπάρχει πια ναός, γιατί ο Θεός, Κύριος και Πατέρας μέσα στον Ιησού Χριστό, «θα είναι ο μόνος ναός των ανθρώπων». Ήδη για τον καιρό της «Καινής Διαθήκης» δηλώθηκε από τον πρώτο μάρτυρα Στέφανο, και επιβεβαιώθηκε επίσημα από τον Παύλο μπροστά στους Αθηναίους ότι «ο Θεός που δημιούργησε τον κόσμο δεν κατοικεί σε ναούς φτιαγμένους από χέρι ανθρώπου». Ο Ωριγένης έλεγε: «η καρδιά είναι η αγία τράπεζα» και ότι «δεν υπάρχει ιερός τόπος πάνω στη Γη, παρά μόνο στην καρδιά». Επίσης έγραφε ότι «το Ιερό δεν πρέπει να το αναζητούμε σε ένα συγκεκριμένο τόπο, αλλά στην πράξη, στη ζωή και στα ήθη, στο σπίτι μας, ακόμη και στο θέατρο». Έτσι και στα γραπτά της νέας αποκάλυψης διά του Γιάκομπ Λόρμπερ χαρακτηρίζεται επίσης ανόητη και άσκοπη η ανέγερση ναών και η λατρεία του Θεού σε τέτοιες επιδεικτικά πολυτελείς κατασκευές:

«Δεν πρέπει να Μου χτίζετε ναούς από ξύλο, πέτρα, χρυσό και ασήμι, ούτε να Με λατρεύετε σ’ αυτούς με διάφορες κενές, ανούσιες ιεροτελεστίες, που ποτέ δεν Μου άρεσαν, ούτε και θα Μου αρέσουν. Ο σωστός ναός, όπου πρέπει να Με λατρεύετε, είναι η καρδιά σας που Με αγαπά. Όποιος Μου προσφέρει θυσία μέσα στην καρδιά του, με έργα αγάπης προς Εμένα και το συνάνθρωπό του, αυτός μόνο προσφέρει θυσία που εκτιμώ. Θα τον ανταμείψω δε με την αιώνια και μακαριότατη ζωή στους ουρανούς Μου…».

«Αν, όμως θέλετε να χτίσετε έναν λεγόμενο “οίκο του Θεού”, τότε χτίστε νοσοκομεία και άλλα ιδρύματα για την περίθαλψη των φτωχών αδελφών σας. Μέσα εκεί να τους υπηρετείτε, παρέχοντάς τους όσα χρειάζονται. Έτσι θα προσφέρετε την πιο αληθινή υπηρεσία στον Θεό, που θα είναι πολύ αρεστή σε Εκείνον. Από αυτήν την αληθινή και αυθεντική υπηρεσία, ο κόσμος θα καταλάβει ότι είσαστε πραγματικά μαθητές Μου…».

«…Επίσης καλό είναι μία ήδη συγκροτημένη κοινότητα να κατασκευάσει, εκτός από το σχολείο για τα παιδιά, ένα κτίριο συγκεντρώσεων, στο οποίο τα μέλη να μπορούν να μαζεύονται κατά καιρούς στο όνομά Μου. Όμως, σε ένα τέτοιο κτίριο δεν πρέπει μόνο ο ραβίνος να έχει το δικαίωμα να μιλάει και να κηρύσσει, αλλά και κάθε μέλος της κοινότητας, εάν παρακινείται από το πνεύμα Μου. Επίσης δεν πρέπει να γίνονται ομιλίες μόνο για την Αγία Γραφή, τους Προφήτες κι Εμένα, αλλά και για άλλα θέματα, με σκοπό τη βαθύτερη και αληθινή γνώση για τον Θεό και την αναζωογόνηση της αγάπης γι’ Αυτόν και τον πλησίον. Πρέπει δε να μιλάει εκείνος μόνο που παροτρύνεται από το πνεύμα Μου, ενώ ολόκληρη η κοινότητα μαζί με το ραβίνο, οφείλει να τον ακούει. Αν η κοινότητα το κάνει αυτό, τότε οποιαδήποτε μέρα κι αν είναι, θα έχει κάνει μία αληθινή θεία λειτουργία».

Με το ίδιο πνεύμα ο Παύλος συμβουλεύει τους Κορίνθιους να επιδιώκουν όλα τα χαρίσματα και κυρίως αυτό της προφητείας.

Μέσα στον κόσμο, αλλά όχι με τον κόσμο: Στο άλλο άκρο της εκκοσμίκευσης της εκκλησίας βρίσκεται ένα άλλο κατά τη Ν.Α. αρνητικό φαινόμενο, η φυγή από τον κόσμο. “Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε” είναι η εντολή στην Παλαιά Διαθήκη. Εκτός αυτού ο ίδιος ο Χριστός έστειλε τους μαθητές του να βγουν στον κόσμο για να αναμετρηθούν μαζί του καιγια να κερδίσουν κι άλλες ψυχές.

Είναι κατανοητό ότι δεν μπορεί να αρέσει στον αέναο ενεργό Δημιουργό και συντηρητή του απείρου μία ζωή ασκητική, ούτε η μοναστική απόσυρση από τα εγκόσμια. Ο ίδιος ο Χριστός δεν αποσύρθηκε από τον κόσμο. αντίθετα μάλιστα, πήγε κοντά στους ανθρώπους για να φέρει το φως σε όλους όσους το χρειάζονταν και ήταν δεκτικοί. Έτσι η σκοτεινή θεώρηση του κόσμου από τους μεσαιωνικούς ασκητές ή άλλους φανατικούς είναι για τον αληθινό φίλο του Θεού και των ανθρώπων το ίδιο στείρα όσο και η αρνησικοσμία των χριστιανών ή βουδιστών ερημιτών και μοναχών.

Η ζωή του αληθινού χριστιανού είναι και τα δύο: vita contemplativa, ζωή περισυλλογής και vita activa, ζωή δραστηριότητας, ζωή με τον Θεό και ζωή με τα γήινα αδέλφια, ήσυχη προσευχή και ισχυρή μαρτυρία.

Ο Ινδός μυστικιστής Sundar Singh χρησιμοποιεί μία εύστοχη εικόνα για να το περιγράψει: «Τα σπουδαιότερα πράγματα που έχει να κάνει ένας χριστιανός είναι δύο και το ένα εξαρτάται από το άλλο: προσευχή και εργασία. Είναι σαν τα δύο πνευμόνια μας και πρέπει να χρησιμοποιούμε και τα δύο».

Αυτός ο διπλός χαρακτήρας της ζωής του χριστιανού σημαίνει ότι ζει τόσο στον Ουρανό όσο και στη Γη. Όποιος θέλει να ζει μόνο στον Ουρανό χωρίς να έχει σχέση με τον κόσμο, κινδυνεύει να χάσει και τον Ουρανό. αντίθετα όποιος ενδιαφέρεται μόνο για τη δουλειά που κάνει στον κόσμο και ξεχνά τον Θεό, όσο κι αν εργάζεται, δεν θα κατακτήσει τον Ουρανό.

Επομένως ο χριστιανός οφείλει να ζει μεν μέσα στους κινδύνους του κόσμου, αλλά η καρδιά του να βρίσκεται στον Ουρανό, στην αιώνια πατρίδα του. Όπως έλεγε ο γκουρού Νανάκ ο ιδρυτής του σιχισμού, (μίας παραφυάδας του ινδουισμού με ισλαμικές προσμείξεις): «Αν και είμαι μέσα στον κόσμο, δεν είμαι με τον κόσμο». Ανάλογα έλεγε και ο Λούθηρος: «αν και είμαι μακριά από τον κόσμο, ωστόσο είμαι μέσα στον κόσμο. Ο χριστιανός είναι ένα τίποτα μέσα στον κόσμο κι όμως είναι εντελώς μέσα στον κόσμο».

Και με τα λόγια του Sundar Singh: «Μολονότι είμαστε, και πρέπει να είμαστε μέσα στον κόσμο, δεν πρέπει ο κόσμος να είναι μέσα μας».

Ο Ιησούς λέει σχετικά στο Μεγάλο Ευαγγέλιο: «Όποιος προσλαμβάνει πλήρως μέσα του το Λόγο Μου, δρα και ζει απαρέκκλιτα βάσει αυτού, προσλαμβάνει έτσι μέσα του Εμένα τον ίδιο με όλη την αγάπη, τη σοφία, την ισχύ και τη δύναμή Μου, και έτσι γίνεται ένα αληθινό παιδί του Θεού, από το οποίο ο Πατέρας στον ουρανό δεν στερεί τίποτα από όσα έχει ο ίδιος. Αν το θυμόσαστε αυτό πάντοτε, τότε εύκολα θα νικήσετε τον υλικό κόσμο! Δεν θέλω να σας κάνω να αποθαρρυνθείτε και να καταραστείτε τον κόσμο, αλλά να τον χρησιμοποιείτε με σοφία!

…Γιατί ο Θεός δεν έδωσε στους ανθρώπους τις διάφορες δυνάμεις, κλίσεις και ικανότητες για να κοιμούνται σε ένα κελί ως ερημίτες, παρά για να ενεργούν σύμφωνα με την αποκαλυμμένη θέλησή του και να ωφελούν έτσι τον εαυτό τους και τον πλησίον τους.

Επίσης ο Θεός ποτέ δεν είπε στον άνθρωπο: “Να ακρωτηριαστείς και να ευνουχιστείς, ώστε να μην σε ερεθίζει η σάρκα της γυναίκας και να μην γίνεις ακόλαστος ή μοιχός.” Αντίθετα ο Θεός είπε στον Αδάμ, όταν του έδωσε τη γυναίκα: “Πολλαπλασιαστείτε και αποικήστε τη γη!”

Οι άνθρωποι που αποσύρονται από τα εγκόσμα αμαρτάνουν, φυσικά, όσο και μία πέτρα, αλλά κερδίζει τίποτα με αυτό η πέτρα; Η ψυχή όμως θα αποβάλει κάποτε το ακρωτηριασμένο σώμα της. Τι θα κάνει λοιπόν, στον άλλο κόσμο μέσα στην πλήρη αδυναμία της και στην τέλεια αδράνειά της; Εκεί θα περάσει από κάθε είδους δοκιμασίες, που σκοπό έχουν να την παρακινήσουν να αναπτύξει πλήρη και αληθινή δραστηριότητα ζωής. Εκείνες οι δοκιμασίες του άλλου κόσμου θα είναι πιο δυνατές για την ψυχή απ’ ό,τι εδώ, επειδή στον πνευματικό κόσμο αυτό που σκέφτεται και θέλει η ψυχή, παρουσιάζεται αμέσως μπροστά της σαν να είναι πραγματικότητα. Όποιος, για παράδειγμα, στη γήινη ζωή καταλαμβανόταν από ισχυρό πάθος μόνο με τη σκέψη της όμορφης, νεαρής γυναίκας του γείτονα, πώς άραγε θα περάσει στον άλλο κόσμο, όπου η σκέψη αυτής της γυναίκας του γείτονα θα παρουσιάζεται μπροστά του όπως την θέλει, σε πλήρη, αν και μόνο φαινομενική, πραγματικότητα; Γι’ αυτόν το λόγο, δεν έχει νόημα η ευλαβής απραξία των ερημιτών και των αναχωρητών, γιατί δεν έχει καμία αξία για Μένα ως προς την αιώνια ζωή».

Τέλος στην Ντούντε λέγεται συμπληρωματικά : « H aγάπη των παιδιών μου στη γή για Εμένα τον δημιουργό τους ασφαλώς αποτελεί μια καλή μαρτυρία για όλους εκείνους που θέλουν να με υπηρετήσουν, όμως χωρίς αυτήν την αγάπη ο αναχωρητισμός δεν θα ήταν άλλο από απλή φυγή… Οταν ακριβώς αυτή η αγάπη είναι το κίνητρο για την παραίτηση από γήινες χαρές και απολαύσεις, τότε ο άνθρωπος κάνει μια θεάρεστη ζωή ήδη στη γή».

Όχι στον αυτοβασανισμό και στον ασκητισμό: Ορισμένοι άνθρωποι, για να πλησιάσουν τον Θεό ή για να αποκτήσουν υπερφυσικές δυνάμεις, παίρνουν έναν άλλο επικίνδυνο δρόμο, αυτόν της αυτοτιμωρίας. Ιδίως στους ανατολικούς λαούς, οι ασκητές ή οι μετανοητές έπαιζαν πάντα μεγάλο ρόλο. Και αυτή η μορφή «λατρείας του Θεού» έχει εμφανίσει στην Ινδία π.χ. με τον αυτοβασανισμό των γιόγκι, εξαιρετικά ακραίες μορφές. Αλλά κι η θρησκευτική ιστορία της Δύσης έχει να παρουσιάσει χτυπητά παραδείγματα με τους σκληρούς, εξοντωτικούς κανόνες των μοναστηριών και των μοναχικών ταγμάτων, με τις πρακτικές αυτομαστίγωσης με τους ερημίτες ή τους στυλίτες , παρ’ όλο που στην Αγία Γραφή το σώμα θεωρείται “ναός του Θεού”.

Ο Ιησούς κρίνει αυτήν τη θρησκευτική τάση ως εξής στο Μεγάλο Ευαγγέλιο: «Με τη σωστή νηστεία και προσευχή, η ψυχή γίνεται πιο ελεύθερη και πιο πνευματική. Αλλά κανένας δεν θα γνωρίσει τη μακαριότητα μόνο και μόνο επειδή νηστεύει και προσεύχεται, παρά μονάχα επειδή πιστεύει σ’Εμένα και ακολουθεί πάντα το θέλημα του Πατέρα στον Ουρανό. Αυτό όμως μπορεί να το κάνει ο καθένας, και χωρίς νηστεία ή εγκράτεια από συγκεκριμένες τροφές και ποτά.

Όποιος όμως έχει ένα κάποιο πλεόνασμα και ασκεί πραγματικά την αγάπη για τον διπλανό του, μοιράζοντάς το, αυτός νηστεύει αληθινά και ωφελεί την αιώνια ζωή της ψυχής του. Επιπλέον, αυτός που θέλει να νηστέψει ουσιαστικά μπροστά στον Θεό και με όφελος για την αιώνια ζωή του, ας αποφεύγει τις αμαρτίες, από αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον, γιατί οι αμαρτίες βαραίνουν την ψυχή, που έτσι δυσκολεύεται να ανυψωθεί ως τον Θεό».

Ομοίως ο σωματικός βασανισμός στον οποίο υποβάλλεται κάποιος με σκοπό να διεισδύει με τη βία στον κόσμο των πνευμάτων, καταδικάζεται με έμφαση: «Όποιος νηστεύει την κατάλληλη στιγμή, κάνει καλύτερα απ΄αυτόν που ζει τρυφηλή ζωή και ασωτεύει συνέχεια. Γιατί οι άνθρωποι που βρίσκουν ευχαρίστηση σε ό,τι ερεθίζει τον αισθησιασμό τους μέσα στον κόσμο, σαν ψυχές κάθονται μέσα στη λάσπη και τις ακαθαρσίες μέχρι τ’ αυτιά. Γι’ αυτόν το λόγο είναι ολότελα τυφλοί και κουφοί πνευματικά. Γι’ αυτό να είσαστε πάντα μετρημένοι στο φαΐ και στο πιοτό, ώστε να μην αρρωστήσει η ψυχή σας. Ανάμεσα σε νηστεία και νηστεία υπάρχει διαφορά ωστόσο! Η πιο σωστή νηστεία είναι να αποφεύγει κανείς όλες τις αμαρτίες, να δείχνει αυταπάρνηση σε όλα τα εγκόσμια πράγματα, να σηκώνει το σταυρό του και να Με ακολουθεί. Χωρίς να παραπροσέχει πόσο πίνει ή τρώει, αλλά και χωρίς να ξεπερνάει το μέτρο. Κάθε άλλη νηστεία έχει λίγη ή και καμία αξία. Υπάρχουν π.χ. άνθρωποι οι οποίοι, βασανίζοντας το κορμί τους με έναν συγκεκριμένο τρόπο, εισχωρούν στον κόσμο των πνευμάτων και με τη βοήθειά τους επιδιώκουν να υποτάξουν τις δυνάμεις της φύσης. Κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν ωφελεί την ψυχή, αλλά αντίθετα την βλάπτει υπέρμετρα. Σ’ αυτήν την περίπτωση η ψυχή πέφτει από το δέντρο της ζωής σαν ένα είδος πρόωρα ωριμασμένου, χαλασμένου στον πυρήνα του και γι’ αυτό σάπιου, καρπού. Γι’ αυτόν το λόγο μια τέτοια νηστεία ή αυτοβασανισμός είναι μεγάλη αμαρτία. Όποιος θέλει να ζήσει σύμφωνα με τη σωστή τάξη, να ζει όπως Εγώ και όπως σας διδάσκω να ζείτε. Τότε θα δει να ωριμάζει μέσα του ένας καρπός που στο εσωτερικό του σχηματίζεται ο ολοζώντανος πυρήνας για την αιώνια ζωή».

Η τριαδικότητα του Θεού – Η εξήγηση του μυστηρίου: Μία βασική διαφορά του χριστιανισμού από τις άλλες θρησκείες είναι ο τριαδικός Θεός : Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα. Το ερώτημα γύρω από την ουσία και τη σχέση του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, της λεγόμενης Αγίας Τριάδας, απασχόλησε επανειλημμένα τη χριστιανοσύνη σ’ όλο τον κόσμο. Αμέσως μετά την ανάληψη του Χριστού, ξέσπασαν σφοδρές αντιπαραθέσεις γύρω από αυτό το θέμα. Οι ταραγμένες Σύνοδοι τον 4ο και 5ο αιώνα κατάφεραν μόνο επιφανειακά και με τη βία να καταπνίξουν τον αναβρασμό και τις αντιμαχόμενες απόψεις.

Στη Σύνοδο της Νίκαιας (325μ.Χ.) επιβλήθηκε με την απειλή του αναθέματος η κοινή ομολογία πίστης: «Πιστεύω εις έναν Θεό, Πατέρα Παντοκράτορα, Ποιητή Ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων. Και εις έναν Κύριο Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού, τον εκ του Πατρός γεννηθέντα (ου ποιηθέντα), Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού… ομοούσιον τω Πατρί… Και πιστεύω εις το Πνεύμα το Άγιον…».

Ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα χαρακτηρίστηκαν σαν τα τρία ξεχωριστά πρόσωπα της μίας θεϊκής Οντότητας, τα οποία όλα μαζί συνιστούν τον έναν Θεό. Με αυτή, όπως και με άλλες επίσημες συνοδικές αποφάσεις γύρω από το πρόσωπο του Ιησού, έλπιζαν να βρουν ένα κοινό, γενικά αποδεκτό υπόβαθρο πίστης. Τούτο όφειλε να ενώσει τη διχασμένη χριστιανοσύνη την οποία πρωτύτερα καθοδηγούσε και ενέπνεε το πνεύμα της Αγάπης. Επιπλέον, θα πρόσφερε το υπόβαθρο πίστης και ενότητας στην οργανωμένη εκκλησία, της Ανατολής και της Δύσης.

Αυτά τα περίπλοκα δόγματα γύρω από την τριαδικότητα του Θεού και το πρόσωπο του Ιησού Χριστού όμως, δεν υπήρξαν ιδιαίτερα θετικά για την ανθρωπότητα. Συνεισέφεραν σε τέτοιο βαθμό στη σύγχυση σχετικά με τον έναν και μοναδικό Θεός της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, που εκατομμύρια άνθρωποι δεν ήξεραν ποιον να λατρέψουν.

Ως εκ τούτου, λέει η Ν.Α., ο Θεός έπρεπε να αποκαλυφθεί εκ νέου στους ανθρώπους της γης, οι οποίοι είχαν αποπροσανατολιστεί μέσα στους λαβύρινθους που δημιούργησαν οι διάφορες ερμηνείες της Γραφής και οι εγκεφαλικές αποφάσεις των Συνόδων που συχνά ήταν προϊόν πολιτικών συμβιβασμών.

Σε διάφορα σημεία της Γραφής και των νέων αποκαλύψεων αναφέρεται καθαρά πως στο πρόσωπο του Ιησού ενσαρκώθηκε ο μοναδικός Θεός και Πλάστης Ιεχωβά Σαβαώθ. Σ’ αυτόν είναι ενωμένοι Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα (Μαρκ. 12,29. Κολ. 2,8. Ιωαν. 10,30.14,10.1,1.3,13). Ένας τριπρόσωπος Θεός είναι αδύνατο να υπάρξει, λέγεται στον Λόρμπερ όπου ο Ιησούς Χριστός το εξηγεί ως εξής :

«Εγώ, ο Χριστός, είμαι ο μοναδικός Θεός που υπάρχει! Άνθρωποι, άγγελοι, εξουσίες και κυριότητες, όλα τα πράγματα στον ουρανό και στη γη, Με προσκυνούσαν πάντα και θα προσκυνούν στην αιωνιότητα μόνον Εμένα.

… Αν υπήρχε ένας «Υιός» κι ένα «Άγιο Πνεύμα» σαν ξεχωριστά πρόσωπα από τον «Πατέρα», όπως υπάρχουν οι άγγελοι κι οι άνθρωποι, θα έπρεπε αναγκαστικά να είναι δημιουργήματά Του. Κι αυτό γιατί, όσο τέλεια κι αν θα ήταν η οντότητά τους, θα την χρωστούσαν σ’ αυτόν τον ένα Δημιουργό και όχι σε μια ολοδική τους Παντοδυναμία. Πώς γίνεται όμως να είναι ο ίδιος αυτός που χρωστάει την ύπαρξή του σε έναν άλλο, με εκείνον που οφείλει την ύπαρξή του στον ίδιο του τον εαυτό; Μπορεί ο εφήμερος χρόνος να είναι ίδιος με την αιωνιότητα; Ή ο περιορισμένος χώρος όμοιος με το άπειρο; … Και αφού ο «Υιός» υπήρχε , πώς ήταν δυνατό να γεννηθεί! Και αφού το «Άγιο Πνεύμα» υπήρχε κι εκείνο , πώς ήταν δυνατό να προέλθει από τον «Πατέρα» και τον «Υιό»; Με λίγα λόγια, αν τα τρία θεϊκά πρόσωπα είναι προαιώνια, δηλαδή δεν έχουν αρχή, πώς θα μπορούσε το ένα να δώσει την αρχή της ύπαρξης στο άλλο;

Δεν γίνεται βέβαια! Ακούστε Με και πιστέψτε ό,τι σας λέω: σαν άνθρωπος με σάρκα είμαι τώρα μπροστά σας ο Υιός. Δεν Με γέννησε ποτέ κανένας άλλος (σ’ αυτό το σώμα) εκτός από Εμένα τον Ίδιο, και είμαι, συνεπώς, ο προαιώνιος μοναδικός Πατέρας του Εαυτού Μου. Πού αλλού θα μπορούσε να είναι ο Πατέρας παρά μέσα στον Υιό και πού αλλού θα μπορούσε να είναι ο Υιός παρά μέσα στον Πατέρα»; (ΜΕΙ VIII κεφ. 26-27).

«Γι’ αυτό πάντα υπήρχε και θα υπάρχει στον αιώνα τον άπαντα μόνο ένας Θεός με ένα πρόσωπο! Τούτο εδώ το σώμα Μου είναι η ένδοξη μορφή του Πατέρα, η οποία υλοποιήθηκε για χάρη των ανθρώπων και των αγγέλων. Ο σκοπός ήταν να γίνω ένας Θεός χειροπιαστός και ορατός, για να μπορούν να Με βλέπουν, να Μ’ ακούνε και να Μου μιλούν χωρίς να πρέπει να χάσουν τη ζωή τους!

Γι’ αυτό Εγώ ο Ιησούς είμαι ο Θεός εξοκλήρου: Μέσα Μου είναι ο “Πατέρας” και η Δύναμη που πηγάζει από Εμένα, το ίδιο ισχυρή με την Αγάπη, τη Σοφία και την παντοδύναμη βούλησή Μου, είναι το “Άγιο Πνεύμα”! Αυτή είναι η Δύναμη που πλημμυρίζει το αέναο άπειρο, δρώντας απ’ άκρου εις άκρον.

Εγώ, όπως Με βλέπετε ανάμεσά σας ως θεάνθρωπο σ’ αυτήν την αίθουσα στο ‘Ορος των Ελαιών, βρίσκομαι ολόκληρος και αδιαίρετος μαζί σας, με όλο το προαιώνιο Κέντρο Μου. Δηλαδή, ως αληθινός Θεός και άνθρωπος συνάμα, δεν βρίσκομαι αυτοπροσώπως πουθενά αλλού αυτήν τη στιγμή, ούτε σ’ αυτήν τη γη ούτε σε κάποια άλλη. Όμως με τη Δύναμη που πηγάζει από Εμένα, που είναι το “Άγιο Πνεύμα”, γεμίζω με την Ενέργειά Μου όλους τους ουρανούς κι όλο το χώρο, τον άπειρο και τον γήινο υλικό.

Βλέπω τα πάντα, από το πιο μεγάλο ως το πιο μικρό. Εποπτεύω και γνωρίζω και το παραμικρό. Βάζω όλα τα πράγματα σε Τάξη και δημιουργώ το καθετί. Κατευθύνω τις μοίρες όλων και κυβερνώ τα πάντα.

Τώρα που τ’ ακούσατε από το στόμα Μου, καταλαβαίνετε για ποιο λόγο πρέπει να δυναμώνετε τους ανθρώπους που πιστεύουν αληθινά σ’ Εμένα, ακουμπώντας τα χέρια σας πάνω τους στο όνομα του Πατέρα, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Άμα τους διδάσκετε παράλληλα την Αλήθεια σωστά, δεν πρόκειται να τους μπερδέψουν τα ονόματα από τις τρεις ιδιότητες του Θεού και να πιστέψουν λανθασμένα πως πρόκειται για τρεις εντελώς ξεχωριστές θεϊκές Οντότητες. Αλλά σας το τονίζω και θέλω να το βάλετε καλά μέσα στην καρδιά σας, πως πρέπει παντού και πάντα να λέτε την Αλήθεια γι’ αυτά τα πράγματα. Όπου λείψει η Αλήθεια από τους ανθρώπους, θα φτωχύνουν πνευματικά και θα παραστρατίσουν, ακολουθώντας κάθε λογής λανθασμένες δοξασίες. Και τότε θα είναι πολύ δύσκολο να τους ξαναφέρει κανείς στο δρόμο της Αλήθειας». (ΜΕΙ VIII κεφ.27)

Σύμφωνα λοιπόν με τη νέα Αποκάλυψη, υπάρχει μόνο ένας άναρχος και άπειρος Θεός, ο οποίος συγκεντρώνει στο πρόσωπό του όλη τη θεία Αγάπη, Σοφία και Εξουσία. Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα δεν είναι παρά πλευρές ή κύριες ιδιότητες τού Είναι αυτού του μοναδικού Θεού. Ο Πατέρας είναι το Θεϊκό Κέντρο Δύναμης απ’ όπου πηγάζει η Αγάπη, ο Υιός είναι η Σοφία που απορρέει από αυτό και το Άγιο Πνεύμα είναι η Δύναμη που ακτινοβολεί. Ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα, ή η Αγάπη, η Σοφία και η Δύναμη ενώθηκαν στον Ιησού Χριστό και αποκαλύφθηκαν μέσα σε αυτόν με μία ορατή ανθρώπινη μορφή.

(Σημ. Σε όποιον θα ήθελε να εμβαθύνει σε αυτό το θέμα προτείνονται τα αντίστοιχα κεφάλαια από το βιβλίο του Β. Λουτς Θεός και Δημιουργία σ. 58-68 και από Το Μεγάλο Μυστήριο σ. 285-290).

Σύμφωνα με το ΜΕΙ ο Ιησούς είχε πει στους Αποστόλους, πλην του Ιούδα, ότι ήταν Γιος του Θεού, απαγορεύοντάς τους ταυτόχρονα να το αναφέρουν δημόσια. Μόνο σε αυτόν τον κλειστό κύκλο μίλησε ανοικτά για τη σχέση του με τον ουράνιο Πατέρα:

«Το σώμα Μου γεννήθηκε μεν από μία γήινη μητέρα, αλλά δεν το έσπειρε ένας γήινος πατέρας με το συνηθισμένο τρόπο. Εγώ ως άνθρωπος, όπως στέκομαι τώρα μπροστά σας, δεν είμαι Θεός, αλλά γιος του Θεού, αυτό που στην πραγματικότητα οφείλει να είναι ο κάθε ένας. Γιατί οι άνθρωποι αυτής της Γης, έχουν την αποστολή να είναι ή να γίνουν παιδιά του Θεού με το να ζουν σύμφωνα με την γνωστή τους Βούλησή Του.

Όμως ένας εξ αυτών έχει επιλεγεί πριν από την αιωνιότητα από τον Θεό να είναι ο Πρώτος, να έχει τη ζωή μέσα Του και να την δίνει σε όποιον Τον πιστεύει και ζει σύμφωνα με τη διδασκαλία Του. και αυτός ο Πρώτος είμαι Εγώ. Ωστόσο αυτήν τη ζωή από τον Θεό δεν την είχα απαρχής με το που ήρθα σε αυτόν τον κόσμο. Ναι μεν ο σπόρος υπήρχε μέσα Μου, μα έπρεπε πρώτα να αναπτυχθεί, πράγμα για το οποίο κοπίασα σχεδόν τριάντα χρόνια.

Τώρα βέβαια στέκομαι τελειωμένος μπροστά σας και μπορώ να σας πω πως Μου έχει δοθεί όλη η ισχύς και η εξουσία τόσο στον Ουρανό όσο και στη Γη.

Το πνεύμα εντός Μου είναι απολύτως ένα με το Πνεύμα του Θεού, για τούτο μπορώ και Εγώ να κάνω τέτοια θαύματα που δεν έκανε κανένας άλλος πριν από Εμένα.

 

Το πνεύμα που κατοικεί εντός Μου ασφαλώς είναι Θεός, ενώ Εγώ ως απλώς γιος ανθρώπου δεν είμαι. Γιατί όπως είπα ήδη, ως γιος ανθρώπου, έπρεπε και εγώ να κατακτήσω την αξία ενός Θεού με πολύ κόπο και άσκηση, όπως κάθε άλλος και μόνο τότε μπόρεσα να ενωθώ με το Πνεύμα του Θεού. Τώρα είμαι βέβαια ένα μαζί Του στο Πνεύμα, μα όχι στο σώμα. Αλλά και σωματικά θα γίνω απολύτως ένα μαζί Του. όμως πρώτα θα χρειαστεί να υποφέρω πολύ και να ταπεινωθεί βαθιά μέχρι αυταπάρνησης η ψυχή Μου» (ΜΕΙ VI 90,8-12).

Επίσης ο Πέτρος στο ίδιο έργο έθεσε μία ερώτηση που έχει απασχολήσει έκτοτε τους ερευνητές με τα πιο διαφορετικά συμπεράσματα. Συγκεκριμένα ρώτησε : «Δεν μπορώ ακόμη να καταλάβω γιατί τη μία φορά λες πως είσαι Υιός του Ανθρώπου, άλλη φορά πως είσαι Υιός του Θεού και άλλη φορά πάλι πως είσαι ο ίδιος ο Ιεχωβά».

Και ο Ιησούς Χριστός απάντησε: «Ούτε ο Ιεχωβά μέσα Μου, ούτε Εγώ η ψυχή Του ως ο αιώνιος Υιός Του θα σκοτωθεί στην Ιερουσαλήμ. Μόνο αυτό το σώμα που είναι ο Υιός του Ανθρώπου θα πεθάνει∙ αλλά την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί τελείως μετουσιωμένο. Και τότε θα είναι εσαεί ένα με Αυτόν που είναι μέσα Μου και Μου αποκαλύπτει όλα όσα πρέπει να κάνω ή να πω ως Υιός του Ανθρώπου». Και άλλος μαθητής είχε θέσει μία άλλη διαδεδομένη απορία, πώς ο άπειρος Ιεχωβά μπόρεσε να χωρέσει σε μία πεπερασμένη ανθρώπινη μορφή, ενώ το άπειρο εξακολούθησε να υπάρχει. Σε αυτό ο Ιησούς απάντησε: «Είμαι παντού το Αιώνιο Εγώ. Όμως εδώ, μαζί σας τώρα, βρίσκομαι στο αιώνιο κέντρο της ύπαρξής Μου, από όπου συντηρείται αέναα και απαραμείωτα ολόκληρο το άπειρο με την ατελείωτη έκτασή του».

Για το ίδιο θέμα γράφει μία άλλη νεοαποκαλυπτική συγγραφέας, η Μπέρτα Ντούντε: «Αυτή η πλήρης διάχυση της θείας δύναμης μέσα σε μία ανθρώπινη μορφή συνέβη με τον άνθρωπο Ιησού. Γιατί Εκείνος ήταν συνεχώς γεμάτος αγάπη και η αγάπη είναι η πρωταρχική ουσία της Αιώνιας Θεότητας, την οποία ακτινοβολεί αέναα στο άπειρο για να δημιουργεί και να συντηρεί τα πάντα. Αυτή η θεία δύναμη αγάπης διαπότισε την ανθρώπινη μορφή του Ιησού και συνεπώς εκδηλώθηκε μέσα του πλήρως. Άρα το προαιώνιο θείο Ον κατοίκησε μέσα στον άνθρωπο Ιησού, έτσι ώστε ο Θεός έγινε «άνθρωπος» κι ο Ιησούς, επειδή ήταν πλήρης ο ίδιος με την πρωταρχική ουσία του Θεού, έγινε κι αυτός «Θεός». Γιατί μετά το σταυρικό του θάνατο ακόμη και το ανθρώπινο εξωτερικό περίβλημά του μπόρεσε να ενωθεί με τον Θεό αφού είχε πνευματοποιηθεί πλήρως, ούτως ώστε ο Ιησούς έγινε η νοητή για όλους Θεότητα. Ο άνθρωπος δηλαδή δεν μπορεί να συλλάβει αλλιώς τον Θεό παρά μόνο ως Ιησού Χριστό, αλλά ποτέ δεν μπορεί να γίνει λόγος για «δύο πρόσωπα».

Ο άνθρωπος Ιησούς κατόρθωσε στη Γη την πλήρη θέωση, το στόχο στον οποίο οφείλουν να φθάσουν όλα τα δημιουργημένα όντα. Γιατί ο Θεός ήθελε να δημιουργήσει ομοιώματα του Εαυτού Του, τα οποία όμως πρέπει να φθάσουν από μόνα τους στην τελική τελειοποίηση, με την ελεύθερη θέλησή τους. Ο άνθρωπος Ιησούς, όχι μόνο έφθασε σε αυτήν τη θέωση χάρη σε μία ζωή γεμάτη αγάπη, αλλά επιπλέον με το λυτρωτικό έργο που πραγματοποίησε, εξιλεώθηκε όλη η ανθρωπότητα για την ενοχή της. Για να το κατορθώσει αυτό έκανε χρήση της δύναμης της θείας Αγάπης, γιατί αλλιώς δεν θα ήταν ικανός να αντέξει τα τρομερά πάθη και το θάνατο στο σταυρό. Αυτή η δύναμη της Αγάπης είναι το πρωταρχικό στοιχείο του Θεού, επομένως μέσα στον άνθρωπο Ιησού ήταν ο Ίδιος ο Θεός με όλη Του την πληρότητα και ήταν Αυτός που πραγματοποίησε το λυτρωτικό έργο.

Όταν ωστόσο εσείς οι άνθρωποι μιλάτε για μία τριπρόσωπη Θεότητα, ο όρος αυτός είναι παραπλανητικός. Γιατί δεν μπορεί να προσωποποιηθεί η Αιώνια Θεότητα, η οποία είναι μόνο Αγάπη κι αυτή η Αγάπη εκδηλώθηκε μέσα στον Ιησού. Το αιώνιο θείο Πνεύμα ήταν που ενεργούσε μέσα στον Ιησού και έτσι μόνο μέσα στον Ιησού είναι νοητός ο Θεός για όλα τα όντα. Τα όντα που είχε δημιουργήσει ο Θεός αποστάτησαν από Αυτόν επειδή δεν μπορούσαν να Τον δουν, γι’ αυτό έγινε ορατός Θεός για όλους μέσα στον Ιησού.

Όταν γίνεται λόγος περί Πατέρα, Υιού και Αγίου Πνεύματος, ο χαρακτηρισμός αυτός όντως ισχύει για τη θεία Οντότητα, εφόσον εννοείται ως Πατέρας η Αγάπη, ως Υιός η Σοφία και ως Άγιο Πνεύμα η Δύναμη, η Θέληση ή η Ισχύς του Θεού. Διότι η Οντότητα του Θεού είναι Αγάπη, Σοφία και Ισχύς. Εξάλλου ο στόχος που έθεσε ο Θεός στον Εαυτό Του όταν δημιούργησε τα όντα είναι η αυτόβουλη θέωση αυτών των όντων. Αυτός είναι επίσης ο λόγος που κρύβεται πίσω από την ενανθρώπιση του Θεού, δηλαδή αυτός είναι ένας λόγος ακόμη που έγινε ορατή η Θεότητα μέσα στον Ιησού, για να μπορούν να φθάσουν στη θέωση οι άνθρωποι. Αντίθετα η «τριπρόσωπη» θεότητα δεν έχει καμία αληθινή βάση και εξήγηση.

Οι άνθρωποι κατασκεύασαν από μόνοι τους αυτές τις έννοιες, οι οποίες τελικά τους εμποδίζουν στην πνευματική τους ωρίμανση. Διότι ένα μόνο Θεό μπορεί να επικαλεστεί κανείς και δεν επιτρέπεται να προσεύχεται σε τρεις διαφορετικούς θεούς. Ο Ίδιος ο Θεός θέλει να Τον αναγνωρίζουν ως Ιησού και επομένως μόνο ως Ιησού μπορεί να Τον επικαλεστεί κανείς.

Και μάλιστα απαιτεί από όλους τους ανθρώπους αυτήν την αναγνώριση. Αφενός γιατί κάποτε στην αρχέγονη πνευματική δημιουργία αρνήθηκαν να Τον αναγνωρίσουν και αφετέρου γιατί πρέπει επίσης να αναγνωριστεί το λυτρωτικό έργο που πραγματοποίησε ο Ιησούς. Γιατί χωρίς τον Ιησού Χριστό κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει άφεση για εκείνη την πρώτη ενοχή. Για το λόγο αυτόν πρέπει ο κάθε άνθρωπος να ομολογήσει ανοιχτά την πίστη του σ’ Αυτόν, πρέπει να πιστεύει ότι ο Θεός ο Ίδιος ανέλαβε τη σωτηρία της ανθρωπότητας και μέσα στον Ιησού πραγματοποίησε το έργο για τη λύτρωσή της. (Η Γέννηση της Νέας Γης)

 

 Σ.τ.μ. : Για περισσότερα στοιχεία για τα ευαγγέλια και τη γένεσή τους βλ. Βάλτερ Λουτς Η Διδασκαλία του Χριστού σ. 126 κ.εξ. και Γιάκομπ Λόρμπερ Δώρα του Ουρανού σ. 292 κ.εξ.