Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία

Χωρίς μεροληψία ή εμπάθεια, αξίζει να ασχοληθεί κανείς κάπως εκτενέστερα με τα πεπραγμένα της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας εν είδει παραδείγματος, για να διαπιστώσει πώς ο ανθρώπινος παράγοντας αλλοίωσε την αρχική αποκάλυψη του Θεού λόγω της αρχομανίας και του υλισμού των ανθρώπων. Τα ανάλογα έχουν συμβεί ανέκαθεν σε κάθε δόγμα και σε κάθε θρησκεία.

Και πάλι θα δοθεί πρώτα ο λόγος στον Γκλάζεναπ : «Κατά τον Ματθαίο (16,18 κ.λπ.), ο Ιησούς είπε στον Σίμωνα Πέτρο: “Συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μοι την Εκκλησίαν, και πύλαι Άδου, ου κατισχύσωσιν Αυτής. Και δώσω σοι τας κλεις της βασιλείας των ουρανών και ο εάν δέσης επί της γης, έσται δεδεμένον εν τοις ουρανοίς”, και κατά τον Ιωάννην (21,15 κ.λπ.), ο Ιησούς μετά την Ανάστασή Του ερώτησε τρεις φορές τον Πέτρο: “Αγαπάς με”; Με την καταφατική απάντηση του Πέτρου του είπε: “Ποίμαινε τα πρόβατά μου”. Φυσικά σ’ αυτούς τους δύο λόγους του Κυρίου, δεν γίνεται λόγος παρά για τον Πέτρο μόνο και όχι για τους διαδόχους του, αλλά δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά, γιατί το τέλος του κόσμου και την επιστροφή του Χριστού τα θεωρούσαν σαν πολύ κοντινά. Ο λόγος του Ματθαίου (16,18 κ.λπ.) έχει εξ άλλου τους αντίστοιχούς του στον Ματθαίο (18,18) και στον Ιωάννη (20,23) όπου η δύναμη του «δεσμείν και λύειν» δεν αναφέρεται πια αποκλειστικά στον Πέτρο, αλλά ακόμη και σε όλους τους μαθητές. Όπως κι αν έχει το πράγμα αυτά τα δύο βιβλικά εδάφια, μαζί με την μη εξακριβωμένη ιστορικά βεβαίωση, που σύμφωνα μ’ αυτήν ο Πέτρος υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος της Ρώμης, ήταν αρκετά για να εδραιωθεί σ’ αυτήν το πριμάτο του Πάπα.

Στους αρχαίους καιρούς, η θέση του Πάπα σαν αντιπροσώπου του Χριστού στη γη, ήταν αντιληπτή με το νόημα ότι οι Απόστολοι και από αυτούς οι διάδοχοί τους, οι επίσκοποι είχαν πάρει το αξίωμα του κλειδοκράτορος και το σύνολο των επισκόπων, συγκεντρωμένων σε Σύνοδο αποτελούσε την υπέρτατη Εκκλησιαστική Αρχή που έπρεπε να πάρει όλες τις αποφάσεις που είχαν δογματική ή νομοθετική χροιά. Κατά συνέπειαν ο Πάπας δεν ήταν αλάνθαστος, παρά σε πλήρη συμφωνία με όλη την Εκκλησία. Η σύνοδος του Βατικανού διεκήρυξε στις 18 Ιουλίου 1870 το δόγμα που σύμφωνα μ’ αυτό «ο Πάπας όταν διακηρύσσει από Καθέδρας μια δοξασία που αφορά την πίστη και την ηθική, κατέχει αυτό το αλάνθαστο που ο θείος Λυτρωτής ήθελε να κατέχει η Εκκλησία Του, και πως παρόμοιες δηλώσεις του Πάπα, είναι αμετάκλητες από μόνες τους και δίχως την συγκατάβαση της Εκκλησίας».

Ο μελλοντικός σκοπός της ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι η ένωση ολόκληρης της ανθρωπότητας κάτω από την αιγίδα της. Εκτός από τον προσηλυτισμό μεμονωμένων ατόμων, προσπαθεί να επιτύχει αυτό το ιδανικό με την ενσωμάτωση των Εκκλησιών που έμειναν μέχρι τώρα ανεξάρτητες».

Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία στηρίζει τις αξιώσεις της για τα πρωτεία στο στίχο 16,18 του Ματθαίου. Ωστόσο μέχρι την εποχή του πάπα Γρηγόριου του Μεγάλου που πέθανε το 604 μ.Χ. όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν ερμήνευαν έτσι το στίχο. Γεγονός είναι ότι από όλους τους Πατέρες που ασχολήθηκαν με την εξήγηση του στίχου, κανένας δεν την συνέδεε με κάποια υποτιθέμενα πρωτεία της Ρώμης.

Ούτε ο Κυπριανός ούτε ο Ωριγένης ούτε ο Κύριλλος ούτε ο Ιλάριος ούτε ο Χρισόστομος ούτε ο Αυγουστίνος ούτε ο Αμβρόσιος, για να αναφέρουμε τους επιφανέστερους. Όλοι οι Πατέρες συμφωνούν ότι η πέτρα του ευαγγελικού στίχου δεν είναι ο Πέτρος προσωπικά, αλλά η πίστη του που ήταν γερή σαν βράχος ή κατ’ επέκταση ο ίδιος ο Χριστός. Όλες οι σύνοδοι από της Νίκαιας τον 4ο αιώνα μέχρι της Κωνσταντίας τον 15ο αιώνα, συμφωνούν ότι μόνο ο Χριστός αποτελεί το θεμέλιο, δηλαδή τον ακρογωνιαίο λίθο της εκκλησίας.

Καταξιωμένοι καθολικοί θεολόγοι όπως ο Ignaz von Doellinger και ο Peter de Rosa παρατηρούν ότι με βάση τα πατερικά κείμενα η πρώιμη εκκλησία δεν θεωρούσε τον Πέτρο επίσκοπο Ρώμης και άρα ούτε θεωρούσε τον κάθε επίσκοπο της Ρώμης διάδοχο του Πέτρου. O Peter de Rosa γράφει επιλέξει: «Τα ευαγγέλια δεν ίδρυσαν το θεσμό του παπισμού. Ο παπισμός στηρίχτηκε στα ευαγγέλια [μολονότι σε αυτά δεν υπήρχε καμία τέτοια αναφορά] αφότου παγιώθηκε».

Επίσης από τους νεοαποκαλυπτικούς συγγραφείς Λόρμπερ και Ντούντε είναι γνωστό ότι ο Πέτρος δεν πέθανε στη Ρώμη. Μάλιστα στον Λόρμπερ διαβάζουμε ότι σκοτώθηκε στη Βαβυλώνα, τη σημερινή Βαγδάτη, σε ενέδρα του ειδωλολατρικού ιερατείου (ΜΕΙ Χ 161,5 κ.εξ.).

Στην Ντούντε έχουν δοθεί επανειλημμένα εξηγήσεις για το τι εννοούσε ο Ιησούς μιλώντας έτσι στον Πέτρο και μερικά αποσπάσματα ακολουθούν : «Διαβάστε τη Βίβλο και θα διαπιστώσετε πως το Πνεύμα της Αλήθειας έχει εκτοπιστεί ολοφάνερα.

Όταν ο Ιησούς περπατούσε στη γη, μιλούσε για τη Βασιλεία του Θεού, για μία Βασιλεία που δεν είναι τούτου του κόσμου. Δεν μίλησε για καμία εγκόσμια εξουσία, ούτε μίλησε για μία εκκλησιαστική εξουσία, ούτε για μία οργάνωση. Ούτε μίλησε για άνδρες οι οποίοι θα έπρεπε στη θέση του Θεού να διοικήσουν την Κοινότητά του. Αυτός είπε μόνο στους μαθητές του: «Πηγαίνετε και διδάξετε όλα τα έθνη». Τους ανέθεσε την αποστολή να φέρουν στους ανθρώπους τη διδασκαλία του για την αγάπη και τους υποσχέθηκε να τους βοηθάει, εφόσον θα έμεναν πιστοί στο Πνεύμα του.

Γιατί αφού δίδασκαν την Αγάπη, έπρεπε και οι ίδιοι να ζουν με αγάπη και συνεπώς ο Ίδιος ο Θεός, ο οποίος είναι η Αγάπη, ήταν μαζί τους. Όπου όμως εξουσιάζει η αγάπη, κάθε κυριαρχική εξουσία είναι αχρείαστη, όπου κυριαρχεί η αγάπη ο ένας υπηρετεί τον άλλον, και όπου κυριαρχεί η αγάπη εκεί είναι οι εντολές περιττές, εκτός από την εντολή της αγάπης που πρέπει να κηρύσσεται στους ανθρώπους, γιατί την έδωσε ο Ίδιος ο Θεός. Ό,τι διδάσκει την Αγάπη ανταποκρίνεται στη Θεία Βούληση, οι υπόλοιπες όμως εντολές που έχουν προστεθεί δεν είναι σύμφωνες με το θέλημα του Θεού, διότι η έκδοση εντολών προϋποθέτει κάποιον που άρχει και εξουσιάζει». (Βλ. επίσης Ιωαν. 13,4-16)

 ***

Πριν αναφέρουμε τις προφητείες της νέας αποκάλυψης για τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία και το επικείμενο τέλος της στο προσεχές μέλλον, στις επόμενες σελίδες θα δούμε από πιο κοντά μερικές από τις σκοτεινότερες σελίδες στην ιστορία της χριστιανοσύνης. Οι παρακάτω γραμμές στηρίζονται στα βιβλία του Αμερικανού συγγραφέα Ντέιβ Χαντ.

Την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου ο Ρωμαίος αυτοκράτορας ηγείτο του ειδωλολατρικού ιερατείου της Ρώμης και με την ιδιότητά του αυτήν τον προσφωνούσαν Pontifex Maximus. Ταυτόχρονα ο Κωνσταντίνος ήταν η κεφαλή της χριστιανικής εκκλησίας, όπως και οι επόμενοι αυτοκράτορες επί πέντε αιώνες. Με την ιδιότητα αυτή ονομαζόταν Vicarious Christi, δηλαδή αντιπρόσωπος του Χριστού. Τους δύο αυτούς αυτοκρατορικούς τίτλους πρόσθεσαν αργότερα και οι πάπες στο όνομά τους.

Ο ιστορικός Ρ. Γ. Σάουδερν γράφει ότι σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα η κοσμική και η πνευματική εξουσία του πάπα ήταν μεγαλύτερη από κάθε προηγούμενου Ρωμαίου αυτοκράτορα.

Ο Ιησούς Χριστός είχε πει ότι η βασιλεία του δεν ήταν αυτού του κόσμου και γι’ αυτόν το λόγο οι μαθητές του δεν αντιστάθηκαν με βία ώστε να τον γλυτώσουν από τη σύλληψη. Ωστόσο οι «αντιπρόσωποί» του ύστερα διοικούσαν στρατεύματα στο όνομά του, έκαναν πολέμους, λεηλατούσαν και κατέσφαζαν, δολοφόνησαν περισσότερους χριστιανούς από όσους οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες, άρπαζαν από ηγεμόνες το θρόνο τους, συσσώρευαν κατακτήσεις και πλούτη, ζούσαν μέσα στην πολυτέλεια και στην ακολασία κι όλα αυτά στο όνομα του Χριστού.

Ο καθολικός ιστορικός Peter de Rosa γράφει ότι: «Υπήρξαν πάπες που είχαν δεκαπεντάχρονες ερωμένες, που διέπρατταν αιμομιξία και κάθε είδους σεξουαλική ανωμαλία, που είχαν αμέτρητα παιδιά, που δολοφονήθηκαν όταν τους έπιασαν επ’ αυτοφώρω να μοιχεύουν…».

Οι ιστορικοί με βάση τα υφιστάμενα ντοκουμέντα, συμφωνούν ότι τα όργια και τα εγκλήματα των ποντιφίκων συγκαταλέγονται στα πιο άγρια και στα πιο ακραία της ανθρώπινης ιστορίας. Και όμως εξακολουθούν να αποκαλούν τον πάπα «Άγιο Πατέρα» και «αντιπρόσωπο του Χριστού».

Ο Peter de Rosa παραδέχεται ότι η καθολική εκκλησία «υπήρξε υπεύθυνη για τους διωγμούς των Εβραίων, για τη σφαγή χιλιάδων αιρετικών, για την Ιερά Εξέταση, για την εισαγωγή των βασανιστηρίων ως μέσον απόσπασης ομολογίας». Μόνο στην Ισπανία ο αριθμός των καταδικασμένων από την Ιερά Εξέταση ξεπέρασε τα τρία εκατομμύρια.

Ωστόσο η ίδια η εκκλησία δεν αναγνώρισε ούτε καταδίκασε ποτέ τις μελανές αυτές σελίδες. Έτσι ο Χάντ γράφει ότι μπορεί σήμερα η καθολική εκκλησία να εμφανίζεται διαφορετική επειδή αυτό εξυπηρετεί τα τωρινά συμφέροντά της, όμως στην ουσία δεν έχει αλλάξει. Τα δόγματα της εκκλησίας αυτής που οδήγησαν εκατομμύρια ανθρώπους στο θάνατο, είναι ακόμη σε ισχύ, αφού η ίδια θεωρεί ότι είναι αλάθητη.

Ένας ειδήμων της εκκλησιαστικής ιστορίας, ο επίσκοπος Γουίλλιαμ Σω Κερ γράφει: «Η μεγαλύτερη βαναυσότητα ήταν τα βασανιστήρια… Και αυτά τα είχε διατάξει και τα είχε υπό τον έλεγχό του ο πάπας, που ισχυριζόταν ότι ήταν ο εκπρόσωπος του Χριστού… Με μεγάλη επιμέλεια καταγράφονταν στα πρακτικά τα πάντα. Όχι μόνο η ομολογία του θύματος, αλλά και οι κραυγές του, οι λυγμοί, το κλάμα, τα βογγητά, οι ικεσίες του για έλεος. Το πιο συγκλονιστικό στις μαρτυρίες για την Ιερά Εξέταση δεν είναι οι διηγήσεις των θυμάτων για τα μαρτύριά τους, αλλά τα ψυχρά πρωτόκολλα για τα βασανιστήρια που γράφτηκαν από τους δικαστικούς υπαλλήλους που κρατούσαν τα πρακτικά. Αυτό είναι ακριβώς που μας συνταράσσει και μας κάνει να φρίττουμε».

Η «χριστιανική» Ρώμη δολοφόνησε πολύ περισσότερους ανθρώπους από όσους η ειδωλολατρική Ρώμη. Ανάμεσα στα θύματα της Ιεράς Εξέτασης υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδες Ουγενόττοι, Αλβιγηνοί, Βάλδιοι ή απλώς χριστιανοί που αρνήθηκαν να υποκλιθούν μπροστά στη δικτατορία του Βατικανού. Το μόνο τους έγκλημα ήταν ότι ήθελαν να ακολουθήσουν τη διδασκαλία του Χριστού σύμφωνα με τις επιταγές της συνείδησής τους και γι’ αυτό το έγκλημα διώχτηκαν, υπέστησαν βασανιστήρια και εκτελέστηκαν. Όσο για τους πραγματικούς εγκληματίες κανένας δεν τους ζήτησε ποτέ το λόγο… Από κάθε πολίτη της αυτοκρατορίας απαιτούσαν να ανήκει στην καθολική εκκλησία και να υποτάσσεται στον πάπα. Διαφορετικά τον κατηγορούσαν για εσχάτη προδοσία και αντιμετώπιζε την ποινή του θανάτου. Όντως με βάση αυτήν την κατηγορία οδηγήθηκαν στο θάνατο εκατοντάδες χιλιάδες αθώων. Οι ιεροεξεταστές ήταν πεισμένοι ότι όσο φρικτότερα τα βασανιστήρια, τόσο αληθέστερη θα ήταν η ομολογία και ότι «ήταν καλύτερα να πεθάνουν εκατό αθώοι παρά να διαφύγει έστω ένας αιρετικός». Η παπική Βούλα In Coena Domini αφορίζει και αναθεματίζει κάθε αιρετικό, σχισματικό και οποιονδήποτε έχει οποιαδήποτε σχέση μαζί του, ακόμη και τον ηγεμόνα στη χώρα του οποίου βρίσκεται. Από το 1372 ως το 1627 τέσσερις «αλάθητοι» πάπες την επικύρωσαν και την συμπλήρωσαν κι από τότε είναι ουσιαστικά σε ισχύ, όπως και το δόγμα πάνω στο οποίο βασίστηκε η Ιερά Εξέταση. Το αποτέλεσμα αυτής της Βούλας ήταν ότι ήταν αδύνατη η επιβίωση στην Ευρώπη για όποιον δεν συντασσόταν ανοικτά με τη μοναδική καθολική εκκλησία, όπως ακριβώς θα γίνει σε παγκόσμια κλίμακα στους χρόνους του μελλοντικού αντίχριστου.

Ο Χάντ παρατηρεί ότι αρκετοί καθολικοί παραδέχονται πως «η εκκλησία έκανε κάποια λάθη», αλλά αρνούνται την ταύτιση της Ρώμης με την πόρνη της Αποκάλυψης, όπως κάνουν πολλοί. Το σκεπτικό τους λέει ότι ο καθολικισμός είναι η μοναδική εκκλησία και ο Χριστός είχε πει ότι οι πύλες της κόλασης δεν θα την νικούσαν (Ματθ. 16,18).

Στην πραγματικότητα όμως, συνεχίζει ο Χάντ , ο ρωμαιοκαθολικισμός δεν εκπροσώπησε ποτέ τον Χριστό. Την αληθινή Εκκλησία του Χριστού την αποτέλεσαν αμέτρητοι απλοί χριστιανοί που αρνήθηκαν να ενταχθούν στο ρωμαιοκαθολικό σύστημα. Το γεγονός αυτό είναι αποδεδειγμένο ιστορικά, όπως και το ότι ήδη από τα τέλη του 4ου αιώνα αυτούς τους χριστιανούς τους καταδίωκαν και τους εκτελούσαν επειδή πίστευαν και ζούσαν κατά συνείδηση. Ένα σχετικό ιστορικό ντοκουμέντο είναι το Έδικτο των αυτοκρατόρων Γρατιανού, Βαλεντινιανού Β΄ και Θεοδοσίου Α΄, από την 27η Φεβρουαρίου του 380 μ.Χ. που ανακηρύσσει τον καθολικισμό θρησκεία του κράτους. Λέει λοιπόν εκεί: «Δίνουμε εντολή σε όσους ακολουθούν αυτήν τη διδασκαλία να ονομαστούν καθολικοί χριστιανοί. Όλους τους άλλους (σ.τ.μ. που δεν συμφωνούν) τους καταγγέλουμε ότι είναι παράφρονες και φαντασιόπληκτοι και ιερόσυλοι αιρετικοί. Τους απαγορεύουμε να ονομάζουν τις συνάξεις τους εκκλησίες. Δεν θα τιμωρούνται μόνο από τη Δικαιοσύνη του Θεού αλλά και από το δικό μας το νόμο, τον οποίο καθορίσαμε κατόπιν θεϊκής εμπνεύσεως».

Έτσι η ρωμαιοκαθολική εκκλησία θεωρεί ακόμη σήμερα τον εαυτό της προπύργιο της ηθικής και της αλήθειας, όπως π.χ. στην πραγματεία Veritatis Splendor του προσφάτως αποβιώσαντος πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄. Αλλά δεν έχει τίποτα να πει για τις εκατόμβες των νεκρών που η ίδια καταδίκασε σε θάνατο επειδή, σωστά ή λάθος, είχαν τη δική τους αντίληψη για την αλήθεια του Θεού.

Κατά τον Χάντ και άλλους συγγραφείς δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει επαληθευτεί το αποκαλυπτικό όραμα του Ιωάννη για την επτάλοφο πολιτεία, τη γεμάτη πλούτη, η οποία θα κυριαρχούσε πάνω στους κοσμικούς ηγεμόνες, αφού βλέπουν να ταυτίζεται η βιβλική περιγραφή με το Βατικανό. Ο προαναφερθείς Peter de Rosa, πρώην Ιησουΐτης, εξηγεί γιατί ο Ιωάννης σκανδαλίστηκε και τρόμαξε τόσο πολύ από το όραμά του: «Ο Ιησούς δεν κατείχε τίποτα δικό του… Ο εκπρόσωπός του ζει περιτριγυρισμένος από θησαυρούς, που εν μέρει είναι ειδωλολατρικής προέλευσης. Κάθε πρόταση να πουλήσει ό,τι έχει και να τα δώσει στους φτωχούς αντιμετωπίζεται με σαρκασμό και χαρακτηρίζεται ανέφικτη. Την ίδια αντίδραση είχε και ο πλούσιος νέος του ευαγγελίου. Σε όλη του τη ζωή ο Ιησούς ζούσε απλά∙ πέθανε γυμνός και θυσίασε τη ζωή του στο σταυρό. Όταν ο πάπας αναπαριστά ως αρχιερέας αυτήν τη θυσία, παρουσιάζει την πιο εξωφρενική αντίθεση. Χωρίς καμία ειρωνική διάθεση, ο εκπρόσωπος του Χριστού είναι ντυμένος με χρυσό και πανάκριβα μετάξια … Ο πάπας φέρει μία σειρά από λαμπρούς τίτλους, πέρα από αυτόν του αρχηγού κράτους… Αλλά και οι σύμβουλοί του φέρουν τίτλους που δεν ταιριάζουν εντελώς με την επί του Όρους Ομιλία: Η Εξοχότης, Η Μακαριότης, Η Χάρις, Η Σεβασμιότης, Ο Αιδεσιμολογιότατος κ.ο.κ.

Ο Πέτρος που ήταν σε όλη του τη ζωή πάμπτωχος, θα άκουγε με έκπληξη ότι ο διάδοχός του είναι ο «ανώτατος διαχειριστής της εκκλησιαστικής περιουσίας». Ή ότι το Βατικανό έχει δική του τράπεζα…».

Πράγματι το Βατικανό έχει συσσωρεύσει αμύθητα πλούτη, προϊόν εγκληματικών ενεργειών όπως η πώληση συγχωρητηρίων εγγράφων, οι σταυροφορίες, η Ιερά Εξέταση, οι πόλεμοι κ.ά. Ο Νίνο Λο Μπέλλο (Nino Lo Bello), πρώην ανταποκριτής της Business Week στη Ρώμη, ονομάζει το Βατικανό «ο μεγιστάνας του Τίβερη», λόγω των παγκόσμιων περιουσιακών του στοιχείων. Οι έρευνές του απέδειξαν ότι στο Βατικανό ανήκει το ένα τρίτο των ακινήτων της Ρώμης∙ ότι πιθανότατα είναι ο μεγαλύτερος κάτοχος παγκοσμίως σε ομόλογα και χρεόγραφα∙ ότι έχει στην ιδιοκτησία του βιομηχανίες που παράγουν από ηλεκτρονικά, συνθετικά, χημικά είδη έως μηχανές και αεροπλάνα…

***

Οι νέες αποκαλύψεις δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι η σημερινή ανθρωπότητα οδεύει προς την έσχατη εποχή που έχει προφητευτεί στα Ευαγγέλια, μία πρωτοφανή περίοδο εντατικού, επώδυνου εξαγνισμού ώστε ανανεωμένη να αρχίσει έναν νέο, ανώτερο κύκλο της ιστορίας της. Ανάμεσα στα γνωρίσματα της επερχόμενης έσχατης εποχής αναφέρουν την καταστροφή του περιβάλλοντος και ειδικά τις ποικίλες φυσικές καταστροφές, όπως ασυνήθιστα μεγάλους σεισμούς, πλημμύρες, επιδημίες κ.ά.

Ειδικότερα δε, στον Λόρμπερ αποκαλύφθηκε άλλο ένα γνώρισμα της έσχατης εποχής που αναφέρεται στο μελλοντικό τέλος της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας λόγω των αμέτρητων ανομιών της. Οι κύριες αιτίες για τη σημερινή παρακμή της εκκλησίας αυτής και για την αυριανή διάλυσή της είναι η αρχομανία και η καταπίεση τόσο των πιστών όσο και των αλλόδοξων. Το μείγμα αυτό είναι ολέθριο γιατί παραβαίνει τον πρωταρχικό νόμο του Θεού, πάνω στον οποίον στηρίζεται όλο το σχέδιό του για τη θέωση του ανθρώπου. Ο νόμος αυτός είναι η ελευθερία της ανθρώπινης βούλησης, όπως τονίζεται επανειλημμένα στις Νέες Αποκαλύψεις. Ή με τα λόγια του Ιωάννη του Δαμασκηνού, «ουκ αρετή γαρ το βία γινόμενον».

Η καθολική εκκλησία γνωρίζει βέβαια το Λόγο του Θεού, όμως επί αιώνες τον διαστρεβλώνει. Το γεγονός ότι τους πρώτους αιώνες, παρ’ όλο που ήταν ανίσχυρη από κοσμική άποψη, κατόρθωσε να εξαπλωθεί μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον αποτελεί μία αλήθεια που η εκκλησία έχει ξεχάσει. Όπως έχει ξεχάσει και ποια είναι η πραγματική της πνευματική αποστολή. Δεν θέλησε να αποβάλει την εξωτερικότητα του τελετουργικού της, ούτε να αφήσει τα ηνία της εξουσίας από τα χέρια της, παρά την κρίση που περνά. Γιατί φοβάται ότι αυτό θα σήμαινε την κατάρρευση του κοσμικού οικοδομήματος που έχει στήσει, όπως καταγγέλλουν καλοπροαίρετες κριτικές.

Οι παρακάτω αποκαλύψεις-καταγγελίες στον Λόρμπερ και στον Μαγερχόφερ για τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία ενισχύουν τα προλεχθέντα:

«Οι άνθρωποι συνεχίζουν να προσκολλώνται στις τελετές και στα έθιμα, σημάδι ότι και οι ίδιοι είναι ακόμη πολύ υλιστές και το μόνο που θέλουν και καταλαβαίνουν είναι η ύλη».

«Αυτός ο λαός Με λατρεύει μέσα σε πετρόκτιστες εκκλησίες με καμπανοκρουσίες, με μουσικές, με θυμιατά, με αναμμένα κεριά κα με χρυσά άμφια, όμως απαγορεύεται η ερώτηση αν η καρδιά τους είναι κοντά ή μακριά Μου».

Ή όπως λέγεται στη Γραφή: «Ο Ύψιστος δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς ούτε υπηρετείται από χέρια ανθρώπινα». (Πραξ.17, 24-25)

Ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα μιας τέτοιας εξωτερικής, επιφανειακής θρησκευτικότητας ρωτά ο Ιησούς Χριστός στη νέα αποκάλυψη; Ο ίδιος δίνει την απάντηση : «Οι άνθρωποι απομακρύνονται ολοένα και περισσότερο από τον Θεό, αντί να τον πλησιάζουν ολοένα και περισσότερο με την αγάπη, την αληθινή ζωντανή πίστη και την εμπιστοσύνη τους… Έτσι ο Θεός πρέπει στο τέλος να φωνάξει πάλι στους ανθρώπους μέσα από το στόμα ενός καινούριου προφήτη: Ιδού, ο λαός αυτός Με τιμά με τα χείλη και με τις μάταιες, άψυχες κοσμικές τελετουργίες, μα η καρδιά του βρίσκεται μακριά Μου». «… Η ψεύτικη λάμψη και οι τελετές αξίζουν γι’ αυτούς περισσότερο από τον ίδιο τον Ζώντα, που τους μιλά… Παρατήστε τα όλα αυτά και κρατήστε μονάχα την Αγάπη!»

Συμπέρασμα: η αυταρχική απαίτηση αναντίρρητης αποδοχής των δογμάτων της εκκλησίας, η ανοχή ή και η υπόθαλψη της λαϊκής δεισιδαιμονίας, η ενσωμάτωση των μαγικών δοξασιών και ειδωλολατρικών καταλοίπων, παραμόρφωσαν το πρόσωπο της χριστιανικής διδασκαλίας. Η απολίθωση, η τυφλή τήρηση των εκκλησιαστικών κανόνων από αμέτρητες γενεές έχουν κάνει τους ανθρώπους πλέον να μην είναι δεκτικοί στην αλήθεια.

Ένας άλλος προφήτης της νέας Αποκάλυψης το 19ο αιώνα, ο Μαγερχόφερ, έγραφε χαρακτηριστικά κατά θεία υπαγόρευση: «Ακριβώς αυτοί που όφειλαν να είναι το πιο καλό και πιο καρπερό χωράφι για να ευδοκιμεί η διδασκαλία Μου, είναι οι μεγαλύτεροι πολέμιοί της. Αυτοί είναι οι χειρότεροι εχθροί απέναντι στο καθετί που τους ζητά να κάνουν θυσίες, να δείχνουν αυταπάρνηση, και τους αφυπνίζει από το θρησκευτικό τους πιστεύω το οποίο το έχουν διαμορφώσει τόσο ωραία και βολικά.

Αλλά αυτοί δεν είναι ικανοί ούτε για θυσίες ούτε για αυταπάρνηση για το λόγο ότι τους λείπει η ηθική δύναμη που χρειάζεται για να ξεπεράσουν τις παραδοσιακές συνήθειες και ιδέες. Με αναζητούν παντού στις εκκλησίες και όχι στο δρόμο της ζωής, όπου οφείλουν να αποδείξουν με πράξεις αυτά που τόσο συχνά εξυμνούν στις εκκλησίες τους».

«…Αρχίζει να γίνεται αισθητή η πιεστική ανάγκη για ελευθερία της σκέψης, για πνευματική ελευθερία».

«… Ο λόγος που τούτη την εποχή δίνω τόσο πολύ Ουράνιο Άρτο, όσο δεν έχω δώσει από τον καιρό της επίγειας πορείας Μου, είναι ότι τώρα πλησιάζει ο καιρός όπου ο κόσμος θα φθάσει στα άκρα κι όπου τα παραστρατήματά του και η απόκλιση από τον προορισμό για τον οποίο τον δημιούργησα θα φθάσουν στο απώγειό τους».

Ως γωστόν, από τους αρχαίους χρόνους οι προφήτες πάντοτε έρχονταν σε σύγκρουση με το εκάστοτε ιερατείο. Όπως οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης προκαλούσαν τη μήνι των τότε ιερέων και υπέφεραν διωγμούς, έτσι και οι νέες προφητείες προκαλούν οργή και αντιμετωπίζουν σφοδρή αντίδραση. Ιδίως δε γιατί η κριτική των νέων αποκαλύψεων εις βάρος της καθολικής εκκλησίας επικεντρώνεται στην αρχομανία της και στην εξουσία που συγκεντρώνει, στην αξίωσή της να κατακρίνει, να καταδικάζει και να αναθεματίζει όποιον και ό,τι δεν την εξυπηρετεί και κυρίως να επιβάλλει αυταρχικά κι αναγκαστικά τα δικά της πιστεύω. Αντίθετα στις νέες αποκαλύψεις τονίζεται η σημασία της ελευθερίας της βούλησης και άρα και ελεύθερη επιλογή θρησκευτικής πίστης. Όπως ο ίδιος ο Κύριος δεν πίεσε ούτε εξανάγκασε κανέναν να τον πιστέψει, παρά απλώς κάλεσε όποιον ήθελε να τον ακολουθήσει αβίαστα, το ίδιο όφειλαν να κάνουν και οι διάδοχοί του. Όπως λέει στον Λόρμπερ: «Στο χέρι του κάθε ανθρώπου και μόνον είναι να προχωρήσει στην πλήρη τελείωση της ζωής του». «Η πίστη που επιβάλλεται από μία εξουσία, αρχή ή αυθεντία παρέχει πολύ λίγο φως στην ψυχή».

Στο μέλλον ωστόσο η καθολική εκκλησία θα πληρώσει για τα σφάλματα και τα ανομήματά της: «Ό,τι έκανες εσύ στους άλλους, θα το κάνουν με τη σειρά τους και οι άλλοι σ’ εσένα και θα λάβεις (με τις συμφορές που θα σε βρουν) το μισθό που σου αξίζει από καιρό».

«… Αυτή η ψεύτικη Αγία Έδρα θα διατηρηθεί μεν για πολύ καιρό, πολύ περισσότερο από χίλια χρόνια, αλλά δεν θα συμπληρώσει δύο χιλιάδες χρόνια».

«…Το ζωντανό Φως θα γίνει φωτιά στην καρδιά εκείνων που θα το αποκτήσουν. Αντίθετα κάθε ανθρώπινος λόγος, κάθε λόγος της κοσμικής σοφίας και κάθε κήρυγμα εξ άμβωνος θα γίνουν κούφια, ξερά άχυρα».

Και στους σημερινούς αναγνώστες των νέων αποκαλύψεων λέγεται: «Μην ανησυχείτε για την αντίδραση του εχθρού. Όσο περνάει ο καιρός και η ποίμνη Μου θα πληθαίνει, τόσο πιο γνωστή θα γίνεται η διδασκαλία Μου (σ.σ. η Νέα Αποκάλυψη). Αλλά ταυτόχρονα εξίσου θα μεγαλώνει η αντίδραση απέναντί της και απέναντι στους οπαδούς της. Ο πόλεμος πρέπει να γίνει».

Σίγουρα οι προφητείες εκπληρώνονται, είτε το θέλουν τα ιερατεία είτε όχι. ασφαλώς το ίδιο ισχύει και για τις νεότερες προφητείες για την έσχατη εποχή. Καλό είναι να θυμούνται οι άνθρωποι τα λόγια του Παύλου: «Μην σβήνετε το Πνεύμα. Μην περιφρονείτε τα λόγια των προφητών. Να εξετάζετε τα πάντα και να κρατάτε ό,τι είναι καλό» (Θεσ. Α΄ 5, 19-21).