ΠΟΥ ΚΑΙ ΠΩΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

Η εσωτερική φωνή

Για τον πολύ κόσμο και ιδίως για τους υλιστικά σκεπτόμενους η εσωτερική φωνή είναι ταυτόσημη με φαντασιώσεις ή σημάδι φρενοβλάβειας, ενώ οι παραδοσιακά θρησκευόμενοι την κρίνουν επί­σης μάλλον αρνητικά, αφού κατά την γνώμη των περισσότερων δεν μπορεί παρά να είναι «έργο του διαβόλου». Όσον αφορά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, από τον τύπο ως το διαδίκτυο, η εικόνα που διοχετεύουν στην κοινή γνώμη είναι τελείως μονόπλευρη, καθώς η εσωτερική φωνή (ή φωνές) γίνεται είδηση μόνο όποτε γίνεται αφορμή για κάτι κακό, π.χ. οδηγεί υποτίθεται κάποιον σε ένα φό­νο. Έτσι το μήνυμα που περνά στο κοινό είναι ότι το άκουσμα μιας εσωτερικής φωνής είναι μία νοσηρή φαντασίωση ενός ανθρώπου που τη δημιουργεί μόνος του στο μυαλό του και σε κανένα δεν πη­γαίνει η σκέψη ότι στην πραγματικότητα είναι αόρατες «αρχές και εξουσίες», δηλαδή πνεύματα, που επιδρούν στο εν λόγω υποκείμενο.

Στις ειδήσεις, και ιδιαίτερα του κίτρινου τύπου ή της τηλεόρα­σης, αναφέρονται συχνά μικρά ή μεγάλα κακουργήματα, στα οποία οι δράστες τους οδηγήθηκαν από τα κελεύσματα κάποιας φωνής από το υπερπέραν. Η διαδεδομένη αντίληψη στον κόσμο είναι ότι πρόκειται απλά για φαντασιώσεις, παραισθήσεις ή ψυχοπάθεια. Την άποψη αυτή την συμμερίζονται και πολλοί κλασικοί ψυχοθε­ραπευτές, γι’ αυτό και η συνήθης πρακτική στις κλινικές είναι να αντιμετωπίζουν τέτοιους ασθενείς μόνο με μία φαρμακευτική α­γωγή. Τα ψυχοφάρμακα αυτά είναι τόσο ισχυρά που συχνά πετυχαίνουν να ναρκώσουν με το δηλητήριο τους κι αυτά ακόμη τα πνεύματα και να πνίξουν τη φωνή ή τις φωνές τους, με αντίτιμο όμως βλαβερές παρενέργειες σε βάρος του ασθενή.

Αυτού του είδους οι εσωτερικές φωνές αποτελούν στην πραγμα­τικότητα περιπτώσεις καταληψίας (σχιζοφρένειας) που όμως στην ορθολογιστική εποχή μας είναι άγνωστος τόπος -ή το πολύ-πολύ θέμα τρομακτικών ταινιών- και γι’ αυτό συχνά χαρακτηρίζονται υ­ποτιμητικά ως συμπτώματα θρησκομανούς παράκρουσης. Το αποτέλεσμα είναι ότι η κοινή γνώμη αντιδρά με ακατανοησία και άρ­νηση απέναντι σε τέτοια φαινόμενα και βέβαια με την αντίστοιχη προκατάληψη.

Ωστόσο δεν είναι γνωστό γενικά ότι εκτός από μία τέτοια φωνή που ακούγεται στον εγκέφαλο, υπάρχει και μία φωνή που ακού­γεται στην καρδιά. Στα παρακάτω κεφάλαια θα εξεταστεί το πώς μπορεί να γίνει η διάκριση ανάμεσα στα δύο είδη φωνής, μία διά­κριση που έχει τεράστια σημασία για την τελειοποίηση του κάθε ανθρώπου.

Ο καθένας έχει ακούσει τουλάχιστον μία φορά κάτι για τη φω­νή της συνείδησης. Το πώς λειτουργεί αυτή η ενδόμυχη κατευθυ­ντήρια γραμμή διαπραγματεύεται μία λεπτομερής αποκάλυψη που δόθηκε στην Μπέρτα Ντούντε την 1.7.1956:

«Ο καθένας έχει μέσα του ένα βουβό σύμβουλο, ο οποίος τον προ­τρέπει ή τον προειδοποιεί χαμηλόφωνα. Είναι όμως τόσο λίγο αι­σθητή η φωνή του που εύκολα μπορεί κανείς να την παρακούσει, εάν δεν δίνει επί τούτου προσοχή. Κι ο σύμβουλος αυτός αποτελεί άλλη μία χάρη από τον Θεό, είναι ένα βοηθητικό μέσο που χρησιμοποιεί η ίδια η Θεία Αγάπη. Είναι ένα δώρο που δίνεται μεν στον κάθε άνθρωπο, αλλά πρέπει να του δώσει κανείς τη δέουσα προσο­χή, προκειμένου και αυτό να υπηρετήσει το σκοπό του. Εφόσον κά­ποιος θέλει να ζει σωστά και δίκαια, θα λαμβάνει πάντοτε υπόψη τον αυτά που του υπαγορεύει η εσωτερική του φωνή. Από τη μια θα αισθάνεται να τον εμποδίζει όταν θα είναι έτοιμος να κάνει μία αδικία, ενώ από την άλλη θα νιώθει μία απαλή ώθηση όποτε του δί­νεται η δυνατότητα να κάνει το καλό. Γιατί ο εσωτερικός αυτός σύμ­βουλος μπορεί να εκφραστεί μόνο μέσα σε εκείνους τους ανθρώ­πους που είναι καλής θέλησης. Ωστόσο μπορεί πολύ εύκολα να φι­μωθεί αυτή η φωνή της συνείδησης ή να σκεπασθεί από τις σειρήνες που ακούγονται πιο δυνατά. Γιατί εκείνες κανείς τις ακούει πιο εύκολα, όμως στην ψυχή του δεν κάνουν ποτέ καλό. Τότε ο άνθρω­πος αμβλύνεται εσωτερικά και του είναι αδιάφορο εάν οι ενέργειές του είναι καλές ή κακές. Ακολουθεί άκριτα οποιοδήποτε δέλεαρ του αποδίδει επίγειο κέρδος, με αποτέλεσμα να μην ακούει πια ό­ταν θέλει να τον μιλήσει η φωνή της συνείδησής του.

Όμως γι’ αυτή την αναισθησία απέναντι στη γλώσσα της συνείδη­σης είναι καθαρά ο ίδιος υπαίτιος, διότι ο ενδόμυχος σύμβουλος υ­πάρχει μέσα στην καρδιά του κάθε ανθρώπου. Από μόνος του μπο­ρεί να τον καταπιέσει ή να τον εμποδίσει συνειδητά να εκφρασθεί, πράγμα που συμβαίνει όταν κάποιος ενεργεί αντίθετα στην εσωτερι­κή παρότρυνση ή προειδοποίηση που του δίνει. Έτσι κάνει αυτή την απαλή φωνή να σιγήσει, γιατί ο Θεός δεν βιάζει τη θέληση κανενός. Ασφαλώς θα αποτελούσε βιασμό της θέλησης τον ανθρώπου εάν η ε­σωτερική φωνή του ηχούσε πιο δυνατά, παρ’ όλη την αντίσταση που θα συναντούσε, και η κατάληξη θα ήταν να γίνει δέσμιος ως προς τη βούληση και τις πράξεις του. Γιατί για να φέρει αποτέλεσμα το κάθε χάρισμα του Θεού, πρέπει να το χρησιμοποιεί κανείς εθελοντικά.

Γι’ αυτό κανείς πετυχαίνει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα όταν δέχεται εκούσια να τον οδηγήσει σε όλα η εσωτερική φωνή του, όταν σε οτιδήποτε θέλει να κάνει ή να αποφύγει, συμβουλεύεται πρώτα αυτήν. Θέλοντας δηλαδή να πράξει αυτό που είναι το σω­στό, παρακαλεί τον Θεό να τον καθοδηγήσει και Τον αφήνει να τον κατευθύνει Αυτός. Με αυτό τον τρόπο η φωνή γίνεται διαρκώς πιο ευκρινής και κατανοητή και δεν μπορεί πλέον να σκεπασθεί από τη φωνή του κόσμου. Τότε ο άνθρωπος θέτει συνειδητά τον εαυτό του υπό την καθοδήγηση του πνεύματος, δεδομένου ότι αντιλαμβά­νεται την ενέργειά του στο εσωτερικό του και ξέρει ότι είναι η φω­νή του Θεού που τον οδηγεί και τον κατευθύνει, τον διδάσκει και στέκεται συμβουλευτικά στο πλάι του.

Άρα μπορεί από μόνος του ο άνθρωπος να επιτρέψει στον ενδό­μυχο σύμβουλο του, με άλλα λόγια στη φωνή της συνείδησής του, να εκφρασθεί πιο δυνατά, φθάνει να είναι πάντα έτοιμος να τον ακού­σει. Πρέπει όμως να ζει κανείς με αγάπη για να το κατορθώσει αυ­τό, γιατί τότε μόνο δεν συναντάει πια εμπόδια ο πνευματικός του σπινθήρας που θέλει να εκδηλωθεί κι έτσι μπορεί να επενεργήσει ανοιχτά επάνω του. Σε αυτή την περίπτωση δεν σημαίνει πλέον βια­σμό της θέλησης του ανθρώπου, αφού είναι από μόνος του πρόθυ­μος να μπει κάτω από την θεϊκή καθοδήγηση. Έτσι, τότε αποκτά μια εσωτερική ζωή, όπου συνδιαλέγεται συνεχώς με τον εσωτερικό καθοδηγητή του και γνωρίζει ότι είναι η φωνή του Θεού που “ηχεί” μέσα του, που τον προειδοποιεί, τον συμβουλεύει και τον οδηγεί σε κάθε του δρόμο. Σαν συνέπεια η πορεία της ζωής του είναι εναρ­μονισμένη με το θέλημα του Θεού, αφού το πνεύμα μέσα του ενερ­γεί μόνο όπως θέλει Αυτός. Κανένας δεν πορεύεται στη ζωή δίχως τον εσωτερικό του σύμβουλο, μια και μιλάει σε όλους τους ανθρώ­πους, εφόσον βέβαια του δίνουν ακόμη τη δυνατότητα να δεχθούν την καθοδήγηση του, όσο δηλαδή αμφιταλαντεύονται ακόμη ανά­μεσα στο καλό ή στο κακό.

Εφόσον όμως επικρατεί θεληματικά η τάση για το κακό στον άνθρωπο, η φωνή θα γίνεται όλο και πιο σιγανή, ώσπου στο τέλος μπορεί να σιγήσει τελείως, εάν δεν μεσολαβήσει μια αιφνίδια αλλα­γή. Όσο ζει ο άνθρωπος ο Θεός δεν παύει να προσπαθεί να επικοι­νωνήσει μαζί του εσωτερικά και να αγγίξει τη συνείδηση του. Αλλά ποτέ δεν ασκεί καμία πίεση στη θέληση του, τον αφήνει πάντοτε στην ελευθερία του».

Η φύση και η έμπνευση των σκέψεων

Η κάθε σκέψη αποτελεί μια άυλη μορφή ενέργειας, η δε έμπνευ­ση της σκέψης γενικά είναι η άντληση αυτής της ενέργειας και καθορίζεται από την ανθρώπινη θέληση. Με βάση το νόμο που λέ­ει ότι τα όμοια έλκονται, ο καθένας αντλεί από ένα ωκεανό σκέ­ψεων εκείνες που του ταιριάζουν. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος δεν παράγει από μόνος του τις σκέψεις του, αλλά τις επιλέγει από τα ενεργειακά κύματα σκέψεων που τον περιβάλλουν μονίμως.

Επομένως είναι η θέληση μας που ελκύει τις σκέψεις από τα κύ­ματα ενέργειας που στροβιλίζονται γύρω μας αν και εμείς νομί­ζουμε ότι είναι δικό μας προϊόν. Έτσι εξηγείται π.χ. ότι στοχαστές, καλλιτέχνες ή φιλόσοφοι έχουν παρόμοιες εμπνεύσεις, παρ’ όλη τη χωρική ή χρονική απόσταση που τους χωρίζει. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι οι σκέψεις είναι πνεύματα που κινούνται προς την καρδιά, ενώ η σύγχρονη επιστήμη τις εξηγεί ως χημικές ενώσεις στον εγκέφαλο, απλά επειδή δεν γνωρίζει ότι είναι πνεύματα πάλι που ενεργούν και τις ενώσεις αυτές.

Κατά μία άλλη διατύπωση, ο άνθρωπος αντλεί τις σκέψεις του α­πό αόρατες οντότητες που τον περιβάλλουν και ο ίδιος καθορίζει με την ποιότητα της θέλησης του το αν οι οντότητες αυτές είναι φω­τεινές ή σκοτεινές. Ανάμεσα στις δυνάμεις του φωτός και του σκό­τους διεξάγεται αέναη πάλη και σε αυτό το βασικό τομέα επίσης. Έτσι αμφότερες οι πλευρές προσπαθούν να επηρεάσουν και να κερδίσουν με το μέρος τους τον άνθρωπο που με βάση την πνευ­ματική στάση που επιλέγει αποφασίζει διαρκώς για την έκβαση αυτής της πάλης.

Αυτό που έχει σημασία επί του προκειμένου είναι εάν κάποιος παίρνει αυτή την απόφαση με την καρδιά ή με το μυαλό, δεδομέ­νου ότι τα όντα του φωτός απευθύνονται πάντοτε στην καρδιά, ενώ εκείνα του σκότους αποκλειστικά στο νου. Κάθε καλής φύσης σκέ­ψη αναδύεται από τα βάθη της καρδιάς και από εκεί προωθείται προς τον εγκέφαλο, όπου γίνεται αισθητή και λαμβάνει συγκεκρι­μένη έκφραση. Πρώτα γεννιέται δηλαδή στην καρδιά για να πε­ράσει μετά στο συνειδητό του ανθρώπου.

Βέβαια ο ίδιος θεωρεί ότι οι στοχασμοί του είναι παράγωγα του εγκεφάλου του γιατί δεν γνωρίζει τίποτα για τη φύση των σκέ­ψεων. Ως εκ τούτου σε όποιον σκέφτεται εγκεφαλικά η παραπά­νω εξήγηση φαίνεται απίστευτη, ωστόσο θα την κατανοήσει καλύ­τερα εάν θεωρήσει την καρδιά ως το αισθητήριο κέντρο του από όπου πηγάζει η σκέψη ως αίσθηση.

Όπως θα φανεί αργότερα η εγκεφαλική σκέψη αποτελεί απλά μία σωματική λειτουργία, ενώ η καρδιά είναι η έδρα των αισθημά­των και μπορεί να μιλήσει κανείς για εγκεφαλική σκέψη ή για ε­γκάρδια σκέψη. Στη συνέχεια θα αποδειχθεί ότι η δεύτερη αντα­ποκρίνεται πάντοτε στην αλήθεια ενώ η πρώτη μπορεί να σφάλλει. Η εξήγηση είναι απλά ότι η αγάπη ενός ανθρώπου, που είναι αυτή που ανοίγει την καρδιά του, είναι επίσης αυτή που καθορίζει σε α­ντίστοιχο βαθμό την αλήθεια των συλλογισμών του, γιατί χάρη στην αγάπη του αντλεί την έμπνευσή του από τις φωτεινές οντότητες, καθόσον είναι στο ίδιο «μήκος κύματος» μαζί τους. Αντίθετα ο νους δεν χρειάζεται να έχει αγάπη για να μπορεί να σκεφτεί, αφού λει­τουργεί έτσι ή αλλιώς.

Η εικόνα αυτή μπορεί να αποδοθεί επίσης με το παράδειγμα ε­νός ηλεκτρονικού υπολογιστή, όπου οι σκέψεις μπορούν να παρο­μοιαστούν με τις πληροφορίες που ο χειριστής του επιλέγει να απο­θηκεύσει στη μνήμη του. Παρόμοια αποφασίζει και ο άνθρωπος ποιες σκέψεις θα συγκρατήσει και θα αποθηκεύσει από τον ωκεα­νό των σκέψεων που τον περιβάλλουν. Επειδή λοιπόν μπορεί να αποφασίσει αυτόβουλα για την αποδοχή ή την απόρριψή τους, γι’ αυτό είναι υπεύθυνος για τις σκέψεις του, καθώς η προσωπική του βούληση ορίζει ποιες σκέψεις εγγράφονται, όπως και ποιες θα α­νακαλούνται συνέχεια στο συνειδητό και ποιες όχι.

Στο σημείο ετούτο πρέπει να γίνει η διάκριση μεταξύ προσωπι­κού «γήινου» συλλογισμού αφενός και πνευματικής προέλευσης έ­μπνευσης -όπως μαρτυρεί και η σημασιολογία της λέξης- αφετέ­ρου. Όσο περισσότερο συνδεδεμένος είναι με τα γήινα κάποιος τότε τα ερωτήματα που τον απασχολούν είναι συναφή και τις απα­ντήσεις μπορεί να τις δώσει μόνος του με το λογικό του. Για τη διερ­γασία αυτή ενεργοποιούνται μόνο οι εγκεφαλικές λειτουργίες χω­ρίς να παρεμβαίνουν έξωθεν πνευματικές δυνάμεις, εκτός εάν ο ί­διος ζητήσει τη βοήθειά τους συνειδητά για τη λύση ενός προβλή­ματος. Τέτοιες σκέψεις δεν έχουν καμία πνευματική αξία και έτσι δεν αποτελούν παντοτινό κτήμα του ανθρώπου, αφού αφορούν γή­ινα και άρα εφήμερης φύσης πράγματα.

Η άλλη περίπτωση είναι ότι μπορεί οι προβληματισμοί του να α­φορούν πνευματικά θέματα. Οι απαντήσεις που θα λάβει θα είναι ευθέως ανάλογες με τη σχέση που έχει το άτομο αυτό στη ζωή του με την αγάπη και κατ’ επέκταση με την απόλυτη έκφρασή της, τον Θεό. Άλλωστε από αυτήν εξαρτάται επίσης πόσο μεγάλη είναι η αγάπη του για την αλήθεια.

Επιπλέον, από αυτό συνεπάγεται ότι κανένας δεν είναι έρμαιο αυτών των πνευματικών δυνάμεων, δεδομένου ότι ελκύει μόνος του με τη συνειδητότητά του πνεύματα αντίστοιχου επιπέδου ή «μήκους κύματος» που επηρεάζουν τις σκέψεις του. Για το λόγο αυτό άλλω­στε η λεγόμενη θετική σκέψη είναι όντως μια θετική ενέργεια, αν και μπορεί να πάρει μορφή εγωιστικής κατάχρησης ή μυωπίας, κα­θώς όπως είχε πει ο Λαοτσέ: «τα αληθινά λόγια δεν είναι ωραία και τα ωραία λόγια δεν είναι αληθινά». Τούτο σημαίνει δε ότι τα θετικά νοήματα δεν είναι απαραίτητα και «ωραία», δηλαδή ευχά­ριστα, γιατί θετικό είναι μόνο ό,τι προέρχεται από την πλευρά του καλού, όμως συχνά η αλήθεια και η βούληση του Θεού είναι οδυ­νηρές για τον κοντόφθαλμο άνθρωπο. Υπό αυτήν την έννοια θετι­κό είναι ότι προωθεί κάποιον στο δρόμο της πνευματοποίησής του και τον οδηγεί πίσω στη θεϊκή του πηγή.

Όταν το καταλάβει αυτό ένας άνθρωπος και το δεχτεί, τότε έχει ήδη συλλάβει το νόημα της ζωής του και το μόνο που χρειάζεται πλέον είναι να ακολουθήσει αυτή τη γνώση στην πράξη. Κάτω α­πό αυτό το πρίσμα γίνονται κατανοητά τα λόγια του Ιησού: «Ό­ποιος δέχεται το Λόγο Μου, δέχεται και Μένα και όποιος δέχεται Εμένα, θα ζήσει». Γιατί αφού ο θεϊκός Λόγος είναι φως, ο άνθρω­πος που τον δέχεται, δέχεται παράλληλα και δύναμη. Και αυτό εί­ναι ένα βασικό κριτήριο ελέγχου της προέλευσης μιας διδασκα­λίας, εάν ακτινοβολεί ή όχι φως, δηλαδή αγάπη, σοφία και δύνα­μη.

Στο ερώτημα «τι είναι η σκέψη» απαντούν οι διδασκαλίες στην Μπέρτα Ντούντε ως εξής: «Το ερώτημα αυτό δεν θα μπορεί ποτέ να απαντηθεί επιστημονικά όσο οι ίδιοι οι ερευνητές δεν εισχωρούν σε μία γνώση πνευματική, παρά αντίθετα προσπαθούν να το λύσουν καθαρά εγκεφαλικά. η μέθοδος αυτή είναι καταδικασμένη όμως σε αποτυχία, γιατί η πηγή της σκέψης είναι ο κόσμος του πνεύματος. Οι σκέψεις είναι ακτινοβολίες που πηγάζουν από την πνευματική σφαίρα και σας περιρρέουν σαν κύματα, μέχρι που να τις συλλά­βετε ή να τις απωθήσετε με τη θέληση σας.

Είναι ακτινοβολίες που αγγίζουν τα όργανα της σκέψης και τα θέτουν σε λειτουργία, όταν είσαστε ανοικτοί σε αυτές. Με άλλα λό­για λόγω της συγκεκριμένης ποιότητας της βούλησής σας είσαστε πρόθυμοι να έρθετε σε επαφή με όντα που ανταποκρίνονται σε αυ­τήν και έτσι αυτά σας στέλνουν ανάλογες σκέψεις υπό τη μορφή α­κτινοβολίας. Πρόκειται για μία διαδικασία όπου λαμβάνει χώρα μία ανταλλαγή ενέργειας με δύο πλευρές, όμως είναι ο άνθρωπος που μέσω της βούλησής του διαλέγει ελεύθερα με ποια πλευρά θα αποκτήσει επαφή.

Οι σκέψεις είναι ακτινοβολίες πνευματικής ενέργειας που εκπηγάζουν από τον ίδιο τον Θεό μέσα σε μια ασύλληπτη πληθώρα φω­τός. Πρώτα συλλαμβάνονται από φωτεινές οντότητες, οι οποίες με τη σειρά τους προσπαθούν να κάνουν και άλλους ευτυχισμένους με αυτά που έχουν συλλάβει, έτσι ώστε γίνεται μία συνεχής μεταλαμπάδευση σε όλα τα νοήμονα όντα. Ωστόσο και ο σημερινός κυρί­αρχος του σκότους ήταν επίσης κάποτε αποδέκτης φωτός και δύ­ναμης. Έτσι και αυτός επίσης εκπέμπει τις ακτινοβολίες του προς τα όντα και κατά συνέπεια ο άνθρωπος, ως νοήμον ον, μπορεί να συλλάβει ρεύματα σκέψεων από αμφότερες τις πλευρές.

Οι ακτινοβολίες τόσο των καλών όσο και των κακών δυνάμεων παίρνουν διαρκώς τη μορφή κυμάτων σκέψης και ο άνθρωπος επι­λέγει κάθε φορά εκείνες που ανταποκρίνονται στη βούλησή του. Οι σκέψεις δεν επιβάλλονται ποτέ διά της βίας, αλλά προωθούνται ανά κύματα, οπότε συλλαμβάνονται ή απορρίπτονται. Ποτέ λοιπόν δεν είναι ο ίδιος ο άνθρωπος δημιουργός των σκέψεών του, διότι δεν έ­χει την ικανότητα να παράγει από μόνος του αυτές τις σκέψεις, μολο­νότι συχνά είναι πεπεισμένος ότι αυτά που εξήγαγε σαν αποτέλε­σμα της διανοητικής του δραστηριότητας είναι δικό του πνευματι­κό προϊόν. Αλλά ο ίδιος απλά χρησιμοποιεί τα κύματα των σκέψε­ων που τον περιβάλλουν και μπορεί να τις αξιοποιήσει σε ένα πολύ υψηλό βαθμό δυνάμει της διανοητικής ικανότητας που του έχει δώ­σει ο Δημιουργός του…

… Η δική του λειτουργία δηλαδή είναι να διαλέγει με ποιες ιδέες θέλει να ασχοληθεί. Η διανοητική ικανότητα σημαίνει επομένως ότι κάποιος μπορεί να επεξεργάζεται τα ρεύματα που τον αγγίζουν ως «σκέψεις», να κατανοεί το νόημά τους και να τις τοποθετεί στη σω­στή σειρά, αξιοποιώντας με αυτόν τον τρόπο κάθε σκέψη που συλ­λαμβάνει.

Το πρώτο όμως που απαιτείται είναι να δείξει τη σχετική θέληση. Διότι ο άνθρωπος δεν είναι αναγκασμένος να είναι ανοικτός απέναντι στα κύματα των σκέψεων που τον περιρρέουν, καθώς έχει τη δυνατότητα να τις απωθήσει. Εάν όμως τον χαρακτηρίζει κάποια νωθρότητα του νου από την άλλη πλευρά, μπορεί να συλλάβει σκέψεις που εκπέμπονται από τον κάτω κόσμο, οπότε είναι κακού και άχρηστου περιεχομένου…

…Τα ρεύματα των ιδεών που προέρχονται από τον κόσμο του φωτός, εφόσον η θέληση του ανθρώπου είναι πρόθυμη να τις δεχτεί, έχουν ταυτόχρονα δυναμική επίδραση, με αποτέλεσμα να οξύνεται η διανοητική του ικανότητα και να αποκτά διαύγεια. Όποιος ασχο­λείται με πνευματικά ερωτήματα τα παραλαμβάνει από οντότητες του φωτεινού βασιλείου, καθώς τα κύματα των ιδεών ξυπνούν στην ψυχή του την επιθυμία να βρει φως. Τα όργανα της σκέψης συλλαμ­βάνουν την επιθυμία αυτή και από εκείνη τη στιγμή τη συνειδητο­ποιεί και με το μυαλό του.

Κάθε σκέψη είναι έκφραση ενός όντος που βρίσκεται είτε στην υ­πηρεσία του Θεού είτε του αντιπάλου Του. Σε καμία περίπτωση δεν είναι προσωπικός καρπός του ανθρώπου, αφού ακόμη και όταν φτάσει μια μέρα στην κατάσταση της τελειότητας στο πνευματικό βασίλειο, απλά και μόνο αντανακλά πάλι αποκλειστικά ό,τι λαμ­βάνει από την πηγή, τον Ίδιο τον Θεό, ως δύναμη αγάπης, η οποία εμπεριέχει την υπέρτατη σοφία.

Από το γεγονός ότι κάθε άνθρωπος σκέφτεται διαφορετικά συ­νάγεται ότι και τα πνευματικά όντα βρίσκονται εξίσου σε άπειρα διαφορετικά επίπεδα γνώσης, και ότι όλα τα όντα έχουν πρόσβα­ση στη νοητική σφαίρα του ανθρώπου. Αυτό επιτρέπεται διότι, ε­φόσον το θέλει, έχει τη δυνατότητα να προστατευθεί από πλάνες ή εσφαλμένες ιδέες. Ένας άλλος λόγος επίσης είναι ότι ο Θεός παρέ­χει στον αντίπαλο του εξίσου το δικαίωμα να επηρεάζει τους αν­θρώπους για να μπορούν να διαλέγουν πλευρά αυτοπροαίρετα, μια που αυτό αποτελεί το νόημα και το σκοπό της ύπαρξής τους στη Γη….»

«… Πάντοτε δίνεται στον καθένα αυτό που επιθυμεί και άρα η α­λήθεια προσφέρεται όπου υπάρχει δίψα γι’ αυτήν, ενώ αντίστοιχα το ψέμα διοχετεύεται όπου είναι καλοδεχούμενο. Ως εκ τούτου οι ιδέες κάθε ανθρώπου θα έχουν τη μορφή που θέλει ο ίδιος, δεδομέ­νου ότι τα πνευματικά όντα τον εφοδιάζουν ανάλογα με το τι ζητά η θέλησή του. Από μόνος του ο άνθρωπος δεν μπορεί να παράγει τί­ποτα δικό του. Είναι με άλλα λόγια τελείως ανίκανος να γεννήσει από τον εαυτό του ιδέες, για το λόγο ότι οι ιδέες είναι πνευματική δύναμη και έτσι τη δύναμη αυτή πρέπει να την λάβει από τον κό­σμο του πνεύματος. Μόνο εκείνος που βρίσκεται στην κατάσταση της άγνοιας πιστεύει ότι γεννά από μόνος του τις σκέψεις του».

«… Ο βαθμός ψυχικής ωριμότητας του ανθρώπου επηρεάζει κα­θοριστικά με ποιο τρόπο αντιλαμβάνεται την εσωτερική του φωνή.»

«…. Όσο τα πνευματικά στοιχεία στη δημιουργία δεν έχουν λυτρω­θεί ολοκληρωτικά, θα υπάρχει μία ακατάπαυστη πάλη ανάμεσα στις δυνάμεις του φωτός και εκείνες του σκότους. Ο αγωνιζόμενος άν­θρωπος υφίσταται επηρεασμό και από τις δύο πλευρές. Το φωτεινό βασίλειο προσπαθεί να επηρεάσει τη θέλησή του και να του μεταδώ­σει την επίγνωση της αλήθειας, ενώ οι σκοτεινές δυνάμεις από την πλευρά τους προσπαθούν να τον περισπάσουν και να φέρουν σύγχυ­ση στις σκέψεις του. Σε αυτή τη διελκυστίνδα ο άνθρωπος πρέπει να αποφασίσει μόνος του, προκειμένου να διατηρήσει την ελευθερία της βούλησης και των πράξεών του και την απόφαση αυτή μπορεί να την πάρει με την καρδιά ή με το μυαλό του. Τα όντα του φωτός μιλούν στην καρδιά, τα όντα του σκότους στο νου του. Μπορεί ωστόσο καρ­διά και νους επίσης να αισθάνονται ταυτόχρονα την ευεργετική επί­δραση των φωτεινών όντων και τότε η απόφαση λαμβάνεται συνει­δητά και είναι η σωστή στα μάτια του Θεού και του ανθρώπου».

«… Η αλήθεια πηγάζει καθαρή και διαυγής από τον κόσμο του φωτός, όμως όταν η καρδιά ενός ανθρώπου δεν είναι τελείως κα­θαρή, εισάγει ακάθαρτα στοιχεία στην αλήθεια, με αποτέλεσμα οι γνώσεις που μεταδίδει ο ίδιος σε άλλους να περιέχουν και τέτοια.

Γι’ αυτό η πνευματικότητα εκείνου που έχει την πρόθεση να ερ­γαστεί για τη διάδοση της αλήθειας στη Γη είναι καθοριστική για την καθαρότητα των διδασκαλιών του. Η διδασκαλία δεν είναι πα­ραμορφωμένη όταν ξεκινά από την πηγή της στον ουρανό, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος την παραμορφώνει με τη βούλησή του, εάν δεν διαθέτει την πνευματικότητα που απαιτείται για να λάβει τη θεϊκή αλήθεια».

«Δώστε προσοχή σε όλες τις σκέψεις που σας περιτριγυρίζουν και σας αγγίζουν έτσι ευεργετικά, ώστε θέλετε να τις υιοθετήσετε× αυ­τές τις σκέψεις μπορείτε να τις δεχθείτε ως σωστές με ήσυχη τη συ­νείδηση σας και να είσαστε βέβαιοι ότι έχουν την έγκρισή Μου.

… Μία ατέλειωτη στρατιά από μακάριες πνευματικές οντότητες σας περιβάλλουν από τη στιγμή που θέλετε να υπηρετείτε μόνο Εμέ­να. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να σας ενοχλήσουν δυστυχισμένα, α­κάθαρτα πνεύματα, όσο οι σκέψεις σας είναι προσανατολισμένες προς Εμένα, και δεν απομακρύνεστε συνειδητά από κοντά Μου γιατί όταν απομακρύνεστε από Μένα δίνετε στον αντίπαλο Μου τη δυνατότητα να εισχωρήσει μέσα σας, καθώς μιλάτε χωρίς αγάπη, κάνετε ακάθαρτες σκέψεις και υποκύπτετε σε υλιστικές ή σωματι­κές επιθυμίες. Τότε μόνο βρίσκεστε σε κίνδυνο, αντίθετα, όταν θέ­λετε να κάνετε το καλό και έχετε τη διάθεση να βοηθήσετε εκείνους που περνούν δύσκολες καταστάσεις σωματικά και ψυχικά, είσαστε προστατευμένοι».

Η ανώτερη μορφή της επικοινωνίας με τον πνευματικό κόσμο εί­ναι αυτή της επικοινωνίας με το υπέρτατο Ον: «Όταν προσεύχεστε μέσα από την καρδιά σας, δεν λέτε λόγια στο κενό, αφού Εγώ α­κούω όλες τις σκέψεις σας και σας απαντώ επίσης. Αλλά λίγοι είναι εκείνοι που περιμένουν να τους απαντήσω γιατί λίγοι πιστεύουν τόσο βαθιά, ώστε να είναι πεπεισμένοι ότι θα τους αποκριθώ. Για τού­το το λόγο σπάνια μόνο μπορώ να εκφραστώ απέναντι στους αν­θρώπους έτσι που να αναγνωρίσουν καθαρά την απάντηση Μου μέ­σα από τα αισθήματα ή τις σκέψεις τους».

«Ο καθένας αντιλαμβάνεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο την ομιλία Μου, μάλιστα συνήθως σε αντιστοιχία με τη δική του νοοτρο­πία. Για το λόγο αυτό ο εμπιστευτικός διάλογος που γίνεται ανάμε­σα στο παιδί και στον Πατέρα θεωρείται πιο πολλές φορές ως προ­σωπικό προϊόν του ανθρώπινου νου, εκτός εάν το ασυνήθιστο πε­ριεχόμενο του βάλει τους υπόλοιπους σε σκέψεις ή τους διδάσκει να σκεφτούν διαφορετικά».

«… Μόνο από το βαθμό ωριμότητας της ψυχής σας, δηλαδή από το βαθμό έντασης της αγάπης σας, εξαρτάται με ποιον τρόπο αντι­λαμβάνεστε Εμένα και το Λόγο Μου…»

«…Δεν νομίζετε κι εσείς ότι γίνεται μεγάλη κατάχρηση αυτής της έννοιας από πολλούς που ισχυρίζονται ότι “ακούν τη φωνή του Θεού”; Ασφαλώς και μιλώ σε όλους τους ανθρώπους που επιθυμούν να ακούσουν την ομιλία Μου, όμως την ομιλία αυτή την αισθάνεται ο καθένας στο εσωτερικό του. Είναι η φωνή της συνείδησης που μο­νίμως τον συμβουλεύει, τον προειδοποιεί και τον παρακινεί να εκ­πληρώνει τη βούληση Μου, που του είναι γνωστή και να αποφεύγει οτιδήποτε αντίθετο στη φύση Μου. Βέβαια μιλώ και άμεσα σε ένα συγκεκριμένο άνθρωπο, όταν αυτός έχει να εκπληρώσει μια μεγά­λη αποστολή και τότε μπορεί να ακούσει την ίδια τη φωνή Μου. Αλ­λά από έναν τέτοιον άνθρωπο έχω την απαίτηση να πληροί όλες τις προϋποθέσεις που χρειάζονται για να ακουστεί ο Λόγος Μου».

«Σας το έχω υποσχεθεί ότι αρκεί να προσεύχεστε σωστά, με άλ­λα λόγια πνευματικά και αληθινά, για να ακούσω και να εισακού­σω την προσευχή σας. Δεν πρέπει ωστόσο να περιμένετε ότι θα βιώ­σετε υπερφυσικές καταστάσεις, ότι παραδείγματος χάρη θα μπο­ρείτε να ακούσετε τον ήχο της φωνής Μου. Αλλά κάθε σκέψη που αναδύεται μέσα σας μετά από μία βαθιά προσευχή είναι η απάντη­ση Μου και είναι βέβαιο ότι τότε θα έχετε καλές μόνο σκέψεις, που δεν θα μπορούν να έχουν προέλθει από καμία άλλη πηγή εκτός από τη δική Μου».

Ο Λόγος που ακούγεται ηχητικά μέσα στην καρδιά και οι νέες αποκαλύψεις του Θεού

Η έμπνευση μέσω του ηχητικά ακουομένου εσωτερικού Λόγου, δηλαδή της ομιλίας του Θεού που ακούγεται ως ευκρινής ήχος μέ­σα στην καρδιά, συνιστά την ανώτατη μορφή πνευματικής επικοι­νωνίας- γιατί είναι η μόνη που εγγυάται απόλυτα την αλήθεια των διδασκαλιών που προσλαμβάνονται εσωτερικά και δεν εμπερι­κλείει κανένα κίνδυνο. Η συνομιλία που γινόταν εσωτερικά ήταν επίσης η μορφή σύνδεσης που υπήρχε μεταξύ του Θεού και των αγ­γέλων πριν την πτώση τους από τον κόλπο του, οπότε και διακόπη­κε. Και μετά τον Αδάμ υπήρχαν άνθρωποι που λάμβαναν τη διδα­σκαλία από τον Θεό μέσα στην καρδιά τους, αλλά η ικανότητα αυ­τή χάθηκε ύστερα από την εποχή των πατριαρχών.

Αιτία γι’ αυτή την απώλεια ήταν το ότι από τη μία πλευρά η αγά­πη των ανθρώπων ψυχραινόταν και έτσι έφθινε ο εσωτερικός τους δεσμός με το Δημιουργό τους, καθώς από την άλλη αυξανόταν ο ε­γωκεντρισμός και κέρδιζε έδαφος ο δρόμος της εξωτερικής γνώ­σης αντί της εσωτερικής. Η απώλεια της εσωτερικής καθοδήγησης και της δυνατότητας αρμονικής συμβίωσης με τον Θεό οδήγησε αυτόματα και στην πολυδιάσπαση ανάμεσα στις διάφορες ανθρώπι­νες ομάδες, μια δυσαρμονία και πολυδιάσπαση που απεικονίζεται στην ιστορία του πύργου της Βαβέλ.

Ο διαιωνιζόμενος κατακερματισμός του χριστιανικού κόσμου στη συνέχεια αποδεικνύει ότι επίσης και σε αυτό το χώρο η θρη­σκευτικότητα βασίζεται σε ανθρωποκεντρικές βάσεις και εξωγε­νείς, εγκεφαλικές γνώσεις, παρά σε μία εγκάρδια σχέση με τον Πατέρα, μία εσωτερική εκ βαθέων θεογνωσία. Γιατί εάν υπήρχε αρκετή αγάπη σε όλες τις πλευρές θα ξεπερνούσαν τις δογματικές διαφορές τους και θα ομοθυμούσαν.

Το δίλημμα ανάμεσα σε μία πορεία καθοδηγούμενη από την καρ­διά ή από τον περιορισμένο ανθρώπινο νου τίθεται ανά πάσα στιγ­μή τόσο στο προσωπικό όσο και στο παγκόσμιο επίπεδο, μα η επι­κράτηση του ορθολογισμού είναι εμφανέστατα γενική και συντρι­πτική. Για τις συνέπειες αυτής της επικράτησης αποκαλύπτεται στην Μπέρτα Ντούντε:

«Άλλο ένα σημάδι της σύγχυσης που επικρατεί στην ανθρώπινη σκέψη είναι η δυσκολία να πειστούν οι άνθρωποι ότι με τον εσωτε­ρικό Λόγο εκφράζομαι προσωπικά Εγώ ο Ίδιος, διότι η σκέψη τους δεν ξεπερνά τα όρια αυτών που μπορούν να καταλάβουν με το λο­γικό τους και προσπαθούν με αυτό να εξηγήσουν τα πάντα…

… Ο άνθρωπος δεν είναι πια ικανός να σκεφτεί πνευματικά, για το λόγο ότι αυτό που τον γεμίζει είναι ο κόσμος κι ο κόσμος ανήκει στον αντίπαλο Μου που είναι ο κυρίαρχος σε αυτό τον κόσμο».

Υπάρχουν πολλοί πιστοί που αναγνωρίζουν μόνο τη Γραφή ως Λόγο του Θεού και κάθε άλλη αποκάλυψη την απορρίπτουν ως πε­ριττή ή και αντίθεη. Έχουν υιοθετήσει αυτή την τοποθέτηση, επει­δή δεν τους είναι γνωστό ότι και η ίδια ακόμη η Αγία Γραφή απο­κτά το αληθινό θεϊκό νόημά της μόνο όταν κάποιος την διαβάζει εμπνεόμενος από το Πνεύμα του Θεού, γιατί το νόημα αυτό δεν περιέχεται αυτόματα μέσα στο γράμμα του κειμένου. Άλλωστε γι’ αυτό λέγεται και στην ίδια τη Γραφή ότι «το γράμμα οδηγεί στο θά­νατο, ενώ το Πνεύμα δίνει ζωή» (προς Κορινθίους Β’ 3, 6).

Με άλλα λόγια, από μόνο του ένα ιερό κείμενο δεν μπορεί να ζωντανέψει την ψυχή του ανθρώπου, αυτό το μπορεί μόνο το Πνεύ­μα. Αφού λοιπόν το γράμμα της Γραφής από μόνο του, χωρίς το ζωοποιό Θείο Πνεύμα, είναι ατελές, θα πρέπει να είναι κατάδηλο και για αυτούς ακόμη τους υποστηρικτές της αποκλειστικότητας της Βίβλου ότι ο Θεός, που είναι ύψιστα τέλειος, διαθέτει ασφα­λώς και μία τέλεια δυνατότητα επίσης για να οδηγήσει τους ανθρώ­πους σε όλη την αλήθεια. Και η δυνατότητα αυτή είναι ο ζωντανά παρών Λόγος του μέσα στην καρδιά εκείνων που είναι γεμάτοι με την αγάπη του.

Επειδή όμως ελάχιστοι άνθρωποι έχουν ή φτάνουν πάνω στη Γη να έχουν μία τόσο μεγάλη αγάπη, γι’ αυτό ο Θεός έδωσε σαν επι­πρόσθετη βοήθεια το γραπτό του Λόγο για όλους εκείνους που δεν είναι ικανοί να τον ακούσουν εσωτερικά. ο εσωτερικός Λόγος ή­ταν η κυρίαρχη μορφή επικοινωνίας στην αρχέγονη, πνευματική δημιουργία, όπου ο Δημιουργός είχε δημιουργήσει όλα τα πλάσματά του απόλυτα τέλεια, κατά πως μαρτυρεί και ο μαθητής Ιωάννης:

«Απ’ όλα πριν υπήρχε ο Λόγος κι ο Λόγος ήτανε με τον Θεό κι ήταν Θεός ο Λόγος. Απ’ την αρχή ήταν αυτός με τον Θεό. Τα πά­ντα δι’ αυτού δημιουργήθηκαν κι απ’ όσα έγιναν τίποτα χωρίς αυ­τόν δεν έγινε. Αυτός ήτανε η ζωή και ήταν η ζωή αυτή το φως για τους ανθρώπους. Το φως αυτό έλαμψε μέσα στου κόσμου το σκο­τάδι, μα το σκοτάδι δεν το δέχτηκε» (μετάφραση Βιβλικής Εται­ρείας).

Κάθε αρχέγονο πνεύμα, σύμφωνα με τις νέες αποκαλύψεις, μπο­ρούσε να ακούει τη φωνή του Θεού στην καρδιά του, όποτε το ε­πιθυμούσε και να παίρνει έτσι απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα του.

Μετά την πτώση από την πνευματική δημιουργία οι δυνάμεις του σκότους απέκτησαν και εκείνες τη δυνατότητα να απευθύνονται στα έκπτωτα όντα, αλλά απευθείας στον εγκέφαλο τους και εκεί έγκει­ται η διαφορά μεταξύ εγκεφαλικής και εγκάρδιας έμπνευσης. Ως εκ τούτου οι θεϊκές αποκαλύψεις είναι οι εμπνεύσεις εκείνες που ο άνθρωπος συλλαμβάνει μέσω της καρδιάς είτε με τη μορφή των εμπνευσμένων σκέψεων είτε με τη μορφή του εμπνευσμένου Λό­γου.

Και οι δύο μορφές προέρχονται από τον Θεό, είτε -σε πολύ σπά­νιες περιπτώσεις- άμεσα, δηλαδή απευθείας από τον ίδιο τον Ιη­σού Χριστό, είτε έμμεσα, με την παρεμβολή φωτεινών όντων, που είναι αγγελικές οντότητες ή ψυχές πνευματικά αναγεννημένων αν­θρώπων, που παίζουν το ρόλο αναμεταδότη. Η διαφοροποίηση αυ­τή είναι απλά τυπολογική και δεν σημαίνει καμία αξιολόγηση. Αυ­τό που έχει σημασία είναι ότι και οι δυο μορφές μεταφέρουν την αλήθεια και συμφωνούν με το Λόγο του Θεού.

Μία ουσιαστική αλλά όχι αξιολογική διαφορά είναι το γεγονός ότι για να συλλάβει κανείς νοερά στην καρδιά του σκέψεις εμπνευ­σμένες από τον κόσμο του φωτός, πρέπει να ασκηθεί στον ησυχασμό, προκειμένου να μάθει να διακρίνει τη χαμηλών τόνων, διακρι­τική διδασκαλία της εσωτερικής φωνής. Με αυτό τον τρόπο συλ­λαμβάνει διανοήματα λίγο ως πολύ καθαρά διαρθρωμένα και α­νεπτυγμένα, που επίσης απαντούν και στα ερωτήματά του. Η εντύπωση που έχει βέβαια είναι ότι πρόκειται για δικές του ιδέες, αλλά εξετάζοντάς τες προσεκτικότερα διαπιστώνει ότι του έχουν έρθει τελείως νέες σκέψεις, που δεν ήταν πριν εγγεγραμμένες στον εγκέφαλο. Και επειδή, όπως είναι γνωστό, οι σκέψεις αποτελούν πνευματική μορφή ενέργειας, έπεται ότι η πηγή τους πρέπει να βρί­σκεται στο χώρο του πνεύματος.

Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί και η «φωνή της συνείδησης», με τη διαφορά ότι αυτήν μπορεί κάποιος να την «ακούσει» και μέσα σε ένα θορυβώδες περιβάλλον.

Επιπλέον, η συνείδηση έχει επίσης τη δυνατότητα να εκφρα­στεί μέσω των αισθημάτων, και συγκεκριμένα με ένα αίσθημα ευ­φορίας, όταν κανείς σκέφτεται και ενεργεί σωστά ή με ένα αί­σθημα δυσφορίας, θλίψης ή ανικανοποίητου στην αντίθετη περί­πτωση.

Στην κορυφή του εσωτερικού Λόγου βρίσκεται η έμπνευση που εκφράζεται με ηχητικώς ευκρινή λόγια στην περιοχή της καρδιάς. Σε αυτό δεν παίζει ρόλο ο εξωτερικός περίγυρος ούτε η ύπαρξη ή η απουσία θορύβων. Το μόνο από το οποίο εξαρτάται η ενάργεια της έκφρασης του Λόγου είναι ο βαθμός έντασης της αγάπης που τρέφει ο λήπτης του.

Πολύ λίγοι άνθρωποι είναι κατάλληλοι για αυτό τον τρόπο σύλληψης, γιατί αφενός πρέπει κανείς να διαθέτει έναν υψηλότατο βαθμό αγάπης και πνευματικότητας και αφετέρου να είναι αμερό­ληπτος και ανοιχτός απέναντι στα ζητήματα της πίστης. Αυτό ση­μαίνει ότι δεν συνάδει να έχει ήδη παγιωμένες θέσεις σε συναφή θέματα, επειδή κάτι τέτοιο συνεπάγεται ότι έχει ήδη λάβει συγκε­κριμένες αποφάσεις και έτσι έχει ως ένα βαθμό δεσμεύσει τη βούλησή του. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα ο λήπτης να εμπνευστεί τηλεπαθητικά μέσω του εγκεφάλου του, πράγμα που γίνεται επίσης με ευδιάκριτα λόγια, που όμως δεν προ­έρχονται από τον Θεό, αλλά από την αντίπαλη πλευρά.

Εκτός αυτού, όσοι ακούν το Λόγο εσωτερικά δεν τον λαμβάνουν προς ιδία χρήση, επειδή κατά κανόνα έχουν την αποστολή να τον μεταδώσουν στους συνανθρώπους τους. Εάν κάποιος λαμβάνει μέσω του εσωτερικού Λόγου αποκαλύψεις που αφορούν μόνο το άτομό του, τότε πρόκειται για μία προσωπική αποκάλυψη που γί­νεται με τη μορφή εμπνευσμένων σκέψεων. Αυτό αναμφισβήτητα αποτελεί ένα πολύ σπάνιο και πολυτιμότατο δώρο της Θείας Χά­ρης, όμως δεν μπορεί να συσχετισθεί με τον έναρθρο Λόγο των α­ποκαλύψεων στον Λόρμπερ ή στην Ντούντε, παραδείγματος χάρη.

Δεν πρέπει βέβαια να παραβλέπεται ότι υπάρχουν περισσότε­ρες κίβδηλες νέες αποκαλύψεις παρά αυθεντικές. Γι’ αυτό λέγεται στην Ντούντε επιγραμματικά:

«Στην εποχή του τέλους θα ανάψουν πολλά ψεύτικα φώτα και θα δημιουργήσουν μεγάλη σύγχυση μεταξύ των ανθρώπων….»

Αλλά προφανώς εφόσον υπάρχουν ψεύτικοι προφήτες θα πρέ­πει να υπάρχουν και αληθινοί και γι’ αυτό δεν θα πρέπει να απορ­ρίπτονται συλλήβδην όλες οι νέες αποκαλύψεις.

Η ουράνια αλήθεια είναι τέλεια ενώ ο άνθρωπος δεν είναι. Κα­τά συνέπεια, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει κάτι στις νέες απο­καλύψεις ή του φαίνεται ρηξικέλευθα άγνωστο, δεν πρέπει να αμ­φισβητεί αυθωρεί τη νέα διδασκαλία, αλλά πρώτα να αμφισβητεί τη δική του την ικανότητα να την συλλάβει. Ο συνειδητός άνθρω­πος «εξετάζει τα πάντα και κρατά ό,τι είναι καλό», για αυτό πα­ρακαλεί το θείο Πνεύμα να τον βοηθήσει να καταλάβει. Και μέχρι τότε περιμένει υπομονετικά ώσπου να έρθει με τον έναν ή τον άλ­λο τρόπο η απάντηση. Και μόνο ό,τι αντιτίθεται σαφώς στο γνωστό Λόγο του Θεού μπορεί να το απορρίψει με ήσυχη συνείδηση.

«Εν αρχή ην ο Λόγος…», έτσι αρχίζει το βιβλικό ευαγγέλιο του Ιωάννη. Ας δούμε πώς ερμηνεύεται η ρήση αυτή σε μία διδασκα­λία προς την Μπέρτα Ντούντε στις 16.6.1952:

«Ένα πράγμα που θέλω να τονίζω επανειλημμένα είναι ότι ο Λό­γος είμαι Εγώ από προαιώνια. Εγώ είμαι ο Λόγος, αλλά ο Λόγος ή­ταν από την αρχή με τον Θεό. Πώς γίνεται αυτό κατανοητό;

Εγώ είμαι το παν μέσα στα πάντα γιατί όλα όσα υπάρχουν είναι δύναμη που εξέπεμψα και της έδωσα ζωή. Δημιούργησα όντα όμοια με Μένα, που ήταν από την ίδια πρωταρχική ουσία όπως Εγώ, δηλα­δή από τη θεϊκή δύναμη της αγάπης. Και με τα όντα αυτά ήμουν συνδεδεμένος εξαρχής μέσω του Λόγου. Έτσι ο Λόγος ήταν από την αρχή, όταν έφερα τα όντα στη ζωή.

Προηγουμένως δεν υπήρχε τίποτα που να μπορούσε να ακούσει το Λόγο Μου, μολονότι το Λόγο τον έφερα εντός Μου ανέκαθεν και αέναα, διότι είμαι ένα αυτοσυνείδητο, νοήμον Ον, το οποίο μετέτρε­ψε τη βούληση Του σε πράξη και έτσι μπόρεσε να δημιουργήσει αυ­τά που είχε ως ιδέες ή σκέψεις. Τα δε όντα που εκπήγασαν από τη δύναμή Μου, εξήλθαν βέβαια ως ανεξάρτητες υπάρξεις από Μένα, όμως παρέμεινα μόνιμα συνδεδεμένος μαζί τους με το Λόγο με τον οποίο τους μιλούσα. Κι αυτά Με καταλάβαιναν και ήταν απερίγραπτα μακάρια γι’ αυτό.

Εγώ ο Ίδιος ήμουν ο Λόγος γιατί έστω κι αν δεν μπορούσαν να Με δουν, ο Λόγος Μου τους αποδείκνυε την αναμφισβήτητη ύπαρ­ξη Μου. Ήξεραν ότι προερχόταν από το Ον που τα είχε δημιουρ­γήσει και που τα αγαπούσε με απροσμέτρητη αγάπη. Ο Λόγος Μου ήταν στην ουσία η ζωή μέσα τους. Ήταν γι’ αυτά μία αδιάκοπη ροή δύναμης που τους χάριζε ύψιστη γνώση, αφού χάρη στο Λόγο Μου καταλάβαιναν τα πάντα. Έτσι συλλάμβαναν όλες τις αιτίες και τις συναρτήσεις, επίσης είχαν γνώση της άναρχης Δύναμης α­πό την οποία είχαν εκπηγάσει και ο δεσμός τους μαζί της ήταν μό­νιμος, καθώς την άκουγαν να επικοινωνεί μαζί τους με άπειρη α­γάπη μέσω του Λόγου. Εγώ ήμουν ο Λόγος, ο οποίος εκφράστηκε όμως για πρώτη φορά ενώπιον των όντων που είχα φέρει στη ζω­ή, επομένως για εκείνα υπήρχε μια αρχή, ενώ Εγώ ο Ίδιος είμαι άναρχος.

Ωστόσο ούτε για τα όντα που δημιούργησα δεν θα υπάρξει πο­τέ ένα τέλος. Θα υφίστανται στους αιώνες των αιώνων και η με­γαλύτερη ευδαιμονία τους εσαεί θα είναι να Με βιώνουν προσω­πικά μέσα από το Λόγο Μου, να τους μιλώ και να μπορούν να α­νταλλάσσουν μακάρια τις σκέψεις τους μαζί Μου.

Ένα μεγάλο μέρος τους όμως αποποιήθηκε τη χάρη και την ευ­δαιμονία που σήμαινε το άκουσμα τον Λόγου Μου, καθώς αρνήθη­καν τη δύναμη που τους χορηγούσε η αγάπη Μου. έτσι δεν ήταν πια ικανά να Με ακούσουν, δεδομένου ότι απομακρύνθηκαν από Μέ­να και εμπόδιζαν κάθε ανταλλαγή μεταξύ μας μέσω του Λόγου. Κλείστηκαν στον εαυτό τους και έγιναν νεκρές υπάρξεις, αφού δεν είχαν πια κανένα δεσμό μαζί Μου× επιπλέον έχασαν όλη τη μακα­ριότητα που μόνο η αγάπη Μου τους έδινε. Γιατί καθώς τους ακτι­νοβολούσα με αγάπη, αυτή έπαιρνε μορφή και γινόταν ο Λόγος Μου.

Όταν κάποιος έχει ένα βαθύ δεσμό μαζί Μου, αυτό φέρνει απαρέγκλιτα ως αποτέλεσμα το άκουσμα του Λόγου Μου, ενώ η α­πομάκρυνση από κοντά Μου αναγκαστικά συνεπάγεται πάντα ό­τι παύω να εξωτερικεύω την αγάπη Μου μέσω του Λόγου Μου.

Για κανένα ον δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ ένα τέλος, αλλά μα­κάριο είναι μόνο όταν μπορεί να ακούει το Λόγο Μου. Ή διατυπω­μένο διαφορετικά, ο Λόγος είμαι Εγώ ο Ίδιος και το μόνο που δί­νει μακαριότητα στα όντα είναι η παρουσία Μου. Και η απόδειξη της παρουσίας Μου θα είναι πάντα το άκουσμα του Λόγου Μου. Γιατί αυτό που λέω σε ένα ον το κάνει ευτυχισμένο πέρα από κάθε όριο, για το λόγο ότι του χαρίζει διαυγέστατο φως, συνείδηση της προέλευσής του και συνείδηση του δικού Μου Είναι, της δράσης και της ισχύος Μου σε όλο το άπειρο.

Μια τέτοια γνώση χαρίζει ευδαιμονία σε ένα ον, ιδίως όταν προ­ηγουμένως βρισκόταν για ένα μεγάλο διάστημα σε κατάσταση άγνοιας, επειδή είχε αποκοπεί από Μένα και, ως απομονωμένο ον χωρίς κανένα δεσμό μαζί Μου, βρισκόταν σε κατάσταση δυστυχίας.

Αφότου μπορεί να ακούσει πάλι το Λόγο Μου, όπως γινόταν στην αρχή, είναι και πάλι ευδαίμον, διότι το άκουσμά του, του αποδεικνύ­ει επίσης την παρουσία Μου και η παρουσία Μου αποδεικνύει ότι το ον πλησιάζει πάλι στην κατάσταση όπου ήταν αρχικά. Αυτό ση­μαίνει ότι έχει γίνει πάλι το θεϊκό πλάσμα που προήλθε από Μένα απόλυτα τέλειο, που η υπέρογκη αγάπη Μου το έφερε στη ζωή για να μπορεί να του δίνει επ’ άπειρον την ευδαιμονία.

Ένας αληθινά στενός δεσμός μαζί Μου αποδεικνύεται κατά πρώτον από το άκουσμα του Λόγου Μου, δεδομένου ότι όπου α­κούγεται ο Λόγος είμαι Εγώ ο Ίδιος, γιατί Εγώ είμαι από προαιώ­νια ο Λόγος.

Αυτό που θέλω είναι να μεταβιβάζω στα πλάσματά Μου όλη τη σκέψη, τη βούληση και την ενέργειά Μου. Και τούτο συμβαίνει μό­νο μέσω του Λόγου, χάρη στην επαφή μεταξύ μας που γίνεται δυ­νατή από το άκουσμά του, αφού ο Λόγος είναι ιδέες Μου που έχουν πάρει μορφή.

Θέλω τα πλάσματά Μου να συμμετέχουν σε όλη τη σκέψη, τη βού­ληση και τη δράση Μου και γι’ αυτό τους απευθύνεται ο Λόγος Μου. Για εκείνα σημαίνει απόλυτη ευδαιμονία το ότι μπορούν να υπο­τάσσονται τελείως στη βούλησή Μου και το ότι έχουν την ίδια σκέ­ψη και βούληση με Μένα, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι τελείως ελεύ­θερες, ανεξάρτητες υπάρξεις.

Έτσι, ενώ δεν είναι υποχρεωμένα να Με υπακούν, εντούτοις δεν σκέφτονται ούτε θέλουν κάτι διαφορετικό από Μένα, διότι έχουν αποκτήσει πάλι το βαθμό της τελειότητας που διέθεταν αρχικά. Το μόνο που κάνει κάποιον άνθρωπο άξιο να ακούσει το Λόγο Μου εί­ναι ένας πολύ βαθύς δεσμός μαζί Μου και ο Λόγος εγγυάται επίσης τη μακαριότητα και μια ζωή αιώνια».

 

Κριτήρια και δυσκολίες στη διάκριση των αληθινών από τις νόθες αποκαλύψεις

Στο κεφάλαιο αυτό θα εξεταστεί διεξοδικότερα η περίπτωση των μεταδόσεων εκείνων που γίνονται από πνεύματα του άλλου κόσμου και συμβαίνουν λίγο ως πολύ σε κατάσταση εγρήγορσης του δέκτη, έτσι ώστε, αποκλειστικά από τα εξωτερικά γνωρίσματα, μόνο με μεγάλη δυσκολία μπορούν να διακριθούν από την ενέργεια του Πνεύματος του Θεού. Τέτοιου είδους μεταβίβασης σκέψης από πνεύματα είναι κυρίως εκείνες οι μορφές πνευματικής επικοινωνί­ας όπου ένας ψυχικός (δέκτης) ακούει μία εσωτερική φωνή τηλε­παθητικά στο κεφάλι, αλλά χωρίς να αναστέλλεται η συνείδηση του.

Η τηλεπάθεια επομένως δεν αποτελεί μία κλασική μορφή του πνευματισμού, μια που εδώ ο δέκτης διατηρεί την ατομική του συ­νείδηση, σε αντίθεση με τις μεταδόσεις που λαμβάνονται σε κατά­σταση μερικής ή ολικής ύπνωσης. Ωστόσο για να λειτουργήσει η τηλεπάθεια πρέπει ο άνθρωπος να έχει την ιδιότητα του ψυχικού και μάλιστα όσο πιο έντονα επιρρεπής είναι στην υποβολή, τόσο καλύτερα λειτουργεί η μεταβίβαση των σκέψεων. Γι’ αυτό και εί­ναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθεί η αλήθεια των ισχυρισμών ε­νός ψυχικού που δηλώνει ότι έχει τον εσωτερικό Λόγο, δεδομένου ότι εξωτερικά η εικόνα που παρουσιάζει μπορεί να είναι ίδια με ένα αυθεντικό αγωγό θεϊκής αποκάλυψης.

Ο ευσυνείδητος αναζητητής της αλήθειας αντιλαμβάνεται ότι αυ­τό είναι ένα θέμα που δεν μπορεί να το παρακάμψει με ελαφριά καρδιά γιατί αυτά που διακυβεύει είναι πολύ σοβαρά, αφού μία λανθασμένη επιλογή μπορεί να τον εκτρέψει για πολύ, πολύτιμο χρόνο από τον πνευματικό του δρόμο. Από την άλλη πλευρά ακού­γεται πολύ συχνά ότι η τάδε ή η δείνα πηγή έχει την από Θεού α­ποκάλυψη και αυτό γίνεται πιστευτό χωρίς να προηγηθεί κριτική εξέταση, λόγω του ότι χρειάζεται πράγματι να διαθέτει κάποιος ο­ρισμένες ειδικές γνώσεις αλλά και εξασκημένη κριτική ικανότητα για να εξάγει ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα.

Πάνω σε αυτό το θέμα οι διδασκαλίες στην Μπέρτα Ντούντε εί­ναι διαφωτιστικές: «Η δήλωση ότι “θα χαρίσω πλουσιοπάροχα το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο, ώστε οι γιοι και οι θυγατέρες σας θα προφητεύσουν και οι νέοι σας θα δουν οράματα…” (Πράξεις Απο­στόλων 2, 17-18), ερμηνεύεται ως επί το πλείστον κατά τους ευσε­βείς πόθους του καθενός, έτσι που καθένας νομίζει ότι ακούει το Λόγο του Πατέρα, τον οποίο όμως μόνο μέσα στην απόλυτη σιγή μπορεί να τον λάβει κάποιος…»

«… Πέραν αυτού, υπάρχουν όντα που θέλουν να εκφράσουν τις απόψεις τους αλλά βρίσκονται ακόμη μακριά από τη γνώση ή κα­τέχουν πολύ λίγες γνώσεις. Έχουν και αυτά πάντως τη δυνατότητα να γίνουν κατανοητά από τους ανθρώπους στη Γη είτε μέσω της με­ταβίβασης σκέψεων είτε μέσω ενός ψυχικού, του οποίου καταλαμβάνουν τη βούληση και τις σωματικές λειτουργίες, προκειμένου να εκφραστούν. Τούτες οι μεταδόσεις ωστόσο δεν πρέπει να συγχέο­νται με το Λόγο Μου και δεν μπορούν να ονομάζονται δικός Μου Λόγος! Ως εκ τούτου ούτε μπορούν να χαρακτηριστούν ως ενέργεια του Πνεύματος Μου μέσα στον άνθρωπο. Δεν μπορείτε να βαπτί­ζετε τα κενά λόγια ως “φωνή του Πατέρα σας…”

«…Δεν πρέπει οι άνθρωποι να συγχέουν την ενέργεια του Πνεύ­ματος με τις μεταδόσεις πνευμάτων από το χώρο του υπεραισθητού προς άτομα που απεμπολούν τη βούληση τους. Γιατί τα άτομα αυτά δέχονται να τα χρησιμοποιήσουν ως φερέφωνα, μέσα από τα οποία μπορούν να εκφραστούν όποια πνευματικά όντα θέλουν, ο­ποιουδήποτε βαθμού ωριμότητας…»

«…Έχετε χρέος να ελέγχετε καθετί με συναίσθηση ευθύνης ζητώ­ντας επί τούτου βοήθεια από το Πνεύμα Μου. Και εφόσον η αλή­θεια σας ενδιαφέρει ειλικρινά, τότε είναι βέβαιο ότι θα αναγνωρί­σετε πού δρα κρυφά ο αντίπαλος Μου, διότι και εκείνος χρησιμο­ποιεί το όνομά Μου, άρα ούτε καν κι αυτό το όνομά Μου δεν είναι εγγύηση για την αλήθεια. Η ισχύς του αντιπάλου είναι μεγάλη στην τελευταία εποχή και υπονομεύει την καθαρή αλήθεια με κάθε πο­νηρία και δόλο.

….Οι δικές Μου οι αποκαλύψεις δεν μπορούν να εξομοιώνονται με τα μηνύματα που μεταδίδονται με πνευματιστικό τρόπο από το χώρο των πνευμάτων. Πρέπει επομένως να μάθετε να ξεχωρίζετε τη δική Μου επενέργεια, τη χαρισματική ενέργεια του θεού μέσα στο πνεύμα του ανθρώπου από τις ενέργειες των πνευμάτων, δηλαδή μεταδόσεις των οποίων την προέλευση δεν μπορείτε να ελέγξετε».

«… Έτσι και σας προσφέρουν κούφια, κενά λόγια που δεν σας δίνουν καμία βαθύτερη γνώση σχετικά με το τι ήσασταν, τι είσαστε και τι οφείλετε να γίνετε, ή επίσης όταν σας καλούν να εργαστείτε για τη βασιλεία του θεού, χωρίς να σας δίνεται καμία διευκρίνιση για το ποια είναι αυτή η εργασία και για ποιο λόγο πρέπει να γίνει, τότε έχετε το δικαίωμα να απορρίψετε αυτές τις μεταδόσεις ως αερολογίες και κενοσοφίες, που μοναδικό σκοπό έχουν να σας εξα­πατήσουν. Θα πρέπει επομένως να θέτετε πάντοτε στον εαυτό σας το ερώτημα εάν θα είχατε κανένα (ψυχικό) όφελος -εφόσον δεν γνωρίζατε τίποτα άλλο και ήσασταν τελείως αδαείς- στην περίπτω­ση που θα παίρνατε τη διαφώτιση σας μόνο από τις συγκεκριμένες μεταδόσεις.

Να είσαστε βέβαιοι ότι δεν θα αποκομίζατε κανένα όφελος, για το λόγο ότι όλα είναι μονάχα κενά λόγια που προήλθαν από τον αντίπαλο Μου με σκοπό να σας μπερδέψουν και να σας κρατήσουν μακριά από την καθαρή αλήθεια».

«…Τα όντα αυτά μεταμφιέζονται σε αγγέλους του φωτός, χρησι­μοποιούν μάλιστα ακόμη το όνομα του Ιησού για τις ανακοινώσεις τους, γιατί δεν τον αναγνωρίζουν ως Θεό και έτσι κατά τη δική τους άποψη κάνουν χρήση του ονόματος απλά ενός ανθρώπου».

Ας δούμε τώρα τη διαφορά μεταξύ της φωνής στην καρδιά και της φωνής στον εγκέφαλο και τη σχέση αμφότερων με την αλήθεια. Και στις δύο μορφές έμπνευσης ο λήπτης ακούει τον ήχο μιας φω­νής, με τη διαφορά ότι η φωνή του Θεού ακούγεται στην καρδιά, ενώ του αντίποδά του στο τσάκρα που βρίσκεται στο πίσω μέρος του εγκεφάλου. Σε μια σειρά αποκαλύψεων η Ντούντε κατέγραψε σχετικά με αυτό το δυσπρόσιτο θέμα:

«Ο άνθρωπος πιστεύει ότι η σκέψη ξεκινά από τον εγκέφαλο και ότι παράγεται εκεί χάρη σε μία οργανική λειτουργία, διότι δεν γνω­ρίζει τίποτα για τη φύση της σκέψης και για το λόγο αυτό δεν θα βρει πιστευτή την εξήγηση ότι η σκέψη πηγάζει από την καρδιά. Αυ­τό θα του γίνει πιο κατανοητό ωστόσο εάν θεωρήσει την καρδιά ως το κέντρο των αισθημάτων του και προσπαθήσει να δει και τη σκέ­ψη επίσης ως μία αίσθηση. Η πιο απλή λύση πάντως για να το κα­τανοήσει κανείς είναι να σκεφτεί ότι είναι πνευματικά ρεύματα που εισρέουν αστραπιαία σε ένα δοχείο – δέκτη, πρόθυμο να τα δεχτεί και να τα συγκρατήσει με τη βούληση του.

Άρα η καθαρή σκέψη αποτελεί πνευματική ενέργεια που αφού περάσει από την καρδιά παραπέμπεται στον εγκέφαλο και εκεί κα­ταγράφεται ή, στην περίπτωση που η θέληση του ανθρώπου είναι πολύ ασθενής, απωθείται αμέσως, δίχως να εισχωρήσει στο συνει­δητό του. Οπωσδήποτε εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου το εάν μία συγκεκριμένη σκέψη συλλαμβάνεται από τα επί τούτου όρ­γανα, καθότι αυτά ενεργοποιούνται εφόσον το θέλει αυτός. Τότε προσλαμβάνουν τη σκέψη που αναδύεται από την καρδιά και την επεξεργάζονται, πράγμα που σημαίνει ότι καταχωρείται μαζί με τις ήδη υφιστάμενες σκέψεις. Με άλλα λόγια, ταξινομείται ανάμεσα στα προϋπάρχοντα διανοήματα, οπότε μπορεί κατά βούληση ο άν­θρωπος να την ανακαλέσει στη μνήμη του ή να την κρατήσει αρ­χειοθετημένη, ανάλογα με το τι θέλει, καθώς τα διανοητικά όργανα είναι κατασκευασμένα έτσι που κάθε αίσθηση της καρδιάς να αντικαθρεφτίζεται πάνω τους σαν μία εικόνα…»

«… Από την ικανότητα ενός ανθρώπου να αγαπά εξαρτάται απο­κλειστικά το αν οι σκέψεις τον γεννιούνται στην καρδιά ή είναι απλά προϊόν της διάνοιάς του…. Όσο βαθύτερα μπορεί να αγαπά κά­ποιος, που σημαίνει ότι επιδιώκει με πράξεις αγάπης να ενωθεί με τον Θεό, τόσο καθαρότερα αναδύονται οι σκέψεις από την καρδιά του και περνούν στο συνειδητό του. Διότι οι σκέψεις αυτές είναι πνευματική ενέργεια, η οποία αναβλύζει από τα όντα που είναι συν­δεδεμένα με τον Θεό και εισρέει στην καρδιά εκείνου που επίσης συνδέεται μαζί Του χάρη στην έμπρακτη αγάπη του. Σε αντιπαρα­βολή, η εγκεφαλική σκέψη είναι απλά αποτέλεσμα της λειτουργίας των οργάνων του σώματος, όπου δηλαδή ο άνθρωπος εκμεταλλεύε­ται τη ζωτική δύναμη που του χορηγείται, μία δύναμη που μπορεί να εκμεταλλευθεί επίσης και όποιος φυτοζωεί μόνο άσκοπα, χωρίς να έχει αγάπη, πράγμα που σημαίνει ότι τη δύναμη που του παρέ­χεται την επενδύει ελάχιστα για να ζήσει με αγάπη…. Το μόνο που παίζει ρόλο είναι η αγάπη, δηλαδή αυτή καθορίζει εάν κάποιος έχει την αλήθεια ή όχι».

«…Η διαδικασία αυτή της γένεσης της σκέψης είναι εντελώς ακα­τανόητη για τον άνθρωπο. Διότι ως τώρα έχει τη λανθασμένη αντί­ληψη ότι δραστηριοποιείται αποκλειστικά και μόνο ο εγκέφαλος, ενώ το υπόλοιπο σώμα καταρχάς δεν έχει καμία συμμετοχή στη δη­μιουργία της σκέψης, ώσπου να ενεργοποιηθεί η βούληση, οπότε το σώμα μετατρέπει την ιδέα σε πράξη. Και αυτό, γιατί είναι γενικά άγνωστο ότι η καρδιά είναι το όργανο που δέχεται τις σκέψεις και μάλιστα εκεί λαμβάνει χώρα μία επιλογή και απόρριψη, ανάλογα με τη θέληση του ανθρώπου να δεχτεί την πνευματική ενέργεια που αποτελούν οι σκέψεις που του μεταβιβάζονται. Για να γίνει αυτό, το σώμα -και μαζί τον ο εγκέφαλος ως όργανο- μπαίνει σε λειτουρ­γία, προκειμένου είτε να εγγραφούν μόνιμα οι συλληφθείσες σκέ­ψεις είτε να καταγραφούν σχηματικά σε αδρές γραμμές, εάν δεν α­πωθηθούν αμέσως (στο ασυνείδητο). Αυτός είναι ο λόγος που συ­χνά παρατηρούνται εσωτερικές αντιστάσεις σε κάποιον που έχει μία ιδιαίτερα διεισδυτική και δεκτική ψυχή, η οποία θέλει να μετα­δώσει στον εγκέφαλο αυτά που συνέλαβε η καρδιά, εκείνος όμως αρνούμενος να τα δεχτεί απόλυτα, τα στέλνει πάλι πίσω. Επιστρέ­φοντας στην ανθρώπινη καρδιά γίνονται δεκτά με δυσανασχέτηση και έτσι αποστέλλονται κάθε φορά πίσω, ώσπου να καμφθεί η α­ντίσταση στον εγκέφαλο. Και τότε αυτός ενεργεί τελικά όπως πρέ­πει να ενεργήσει, καθώς κατευθύνεται πλέον από τη δύναμη του πνεύματος, η οποία αυξάνεται όσο αντίστοιχα μειώνεται η αντίστα­ση του νου απέναντι της».

«Η (καθαρή) σκέψη γεννιέται πάντοτε στην καρδιά, καθότι οποια­δήποτε μορφή δύναμης ρέει πρώτα προς την καρδιά, από όπου διοχετεύεται περαιτέρω. Είναι όμως δυνατό η ανθρώπινη βούληση να εμποδίζει τη διοχέτευση προς τον εγκέφαλο ή να απωθεί τη σκέ­ψη, προτού καν προλάβει να εκφραστεί ως εικόνα».

Σύμφωνα λοιπόν με τη παραπάνω διδασκαλία η καθαρή σκέψη συλλαμβάνεται στην καρδιά του ανθρώπου και ανάλογα με το πό­σο καθαρή είναι η καρδιά του, δηλαδή πόση αγάπη έχει, είναι ε­ξίσου ξεκάθαρες και οι σκέψεις ή οι λέξεις που συλλαμβάνει. Αλ­λά επίσης και η βούληση του ανθρώπου παίζει ένα καθοριστικό ρόλο και άρα μπορεί να τις αλλοιώνει. Γι’ αυτό το λόγο λέγεται σε ένα άλλο σημείο στην Ντούντε:

«Πρέπει να λάβετε όμως ένα υπ’ όψη σας, ότι όταν ο άνθρωπος ασχολείται με τέτοια προβλήματα είναι δυνατό ο νους να πάρει λάθος κατεύθυνση. Γιατί τότε δίνεται η δυνατότητα και στον α­ντίπαλο να παρεισφρύσει, οπότε κανείς ακούει επίσης μία φωνή, η οποία όμως όχι μόνο δεν του δίνει ένα αίσθημα μακαριότητας, αλλά αντίθετα του προκαλεί εσωτερικά μία ελαφριά δυσφορία. Αυτή δε η φωνή δίνει απάντηση στο ερώτημα με τρόπο τέτοιο που να ανταποκρίνεται σε αυτό που θέλει να ακούσει ο άνθρωπος. Και γι’ αυτό το λόγο, ειδικά σε ερωτήματα πνευματικού περιεχο­μένου είναι ιδιαίτερα αναγκαίο ο αναζητητής της αλήθειας να Μου απευθύνει προηγούμενα την παράκληση να τον «προστατέ­ψω από την πλάνη», καθότι η παράκληση αυτή τον προφυλάσσει από τη δράση του αντιπάλου. Με τον τρόπο αυτό καθιστά τον εαυτό του ικανό να λάβει τη σωστή απάντηση, γιατί μπορώ τότε να του τη δώσω, επειδή η παράκλησή του έχει εξοβελίσει τον αντί­παλο…»

Εάν επομένως κάποιος έχει ήδη σχηματίσει εκ των προτέρων μία άποψη που δεν συμφωνεί με την έμπνευση που έρχεται από τον Θεό, το γεγονός ότι έχει μία προειλημμένη άποψη δίνει το δι­καίωμα σε αρνητικές δυνάμεις να παρεισφρύσουν στις συλληφθείσες σκέψεις μετά την έξοδό τους από την καρδιά. Και μπορούν τότε να τις αλλοιώσουν, καθότι τους το επιτρέπει η θέληση του ανθρώ­που αυτού.

Εννοείται ότι υπάρχει επίσης ο κίνδυνος στη συνέχεια να εμφι­λοχωρήσουν στη συλλογιστική του και πολλά άλλα λάθη που θα βασίζονται στα πρώτα. Το πρόβλημα είναι δε ότι το ίδιο το άτομο δεν αντιλαμβάνεται τη διαφορά, γιατί ακούει πάντα μονάχα αυτά που επιλέγει η βούλησή του να ακούσει, αυτά δηλαδή που θέλει να ακούσει.

Ένα συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι αν και μπορεί κάποιος να δεχτεί με εμπιστοσύνη τις αποκαλύψεις που λαμβάνονται μέσω του ακουομένου εσωτερικού Λόγου, ωστόσο ό­λες ανεξαίρετα πρέπει να ελέγχονται ευσυνείδητα για το αν συμ­φωνούν ή όχι με τις άλλες ουράνιας προέλευσης διδασκαλίες. Ο έ­λεγχος επιβάλλεται για κάθε γνώση που άπτεται της πνευματικής σφαίρας του ανθρώπου, γιατί συχνά διακυβεύεται η υπερχρονική εξέλιξή του – άλλωστε αυτό επιτάσσει και η επιστολή προς τους Θεσσαλονικείς Α’ 5,21 με τα λόγια: «εξετάζετε τα πάντα και κρα­τάτε ό,τι είναι καλό». Βέβαια οι επιλεγμένοι εργάτες του Θεού, δη­λαδή αυτοί που έχουν επι τούτου τη συγκεκριμένη αποστολή να πα­ραλάβουν το Λόγο του για να τον μεταδώσουν ανόθευτο στους συ­νανθρώπους τους, απολαμβάνουν μια ιδιαίτερη προστασία από ψη­λά:

«Αυτόν που έχω επιλέξει για φορέα της αλήθειας και του έχω α­ναθέσει το καθήκον να παραλάβει απευθείας από Μένα το Λόγο Μου και να τον καταγράψει για τους συνανθρώπους του, τον προ­στατεύω επίσης, προς χάρη της αλήθειας, από οποιαδήποτε επίδρα­ση που αντιτίθεται στη δική Μου δράση. Ένας τέτοιος άνθρωπος βρίσκεται στην υπηρεσία Μου, γι’ αυτό και δεν επιτρέπω σε καμία περίπτωση να τον χρησιμοποιήσει ο αντίπαλος Μου για να περάσει πλαγίως την πλάνη δίπλα στην αλήθεια».

Για το παμπάλαιο ερώτημα εάν υπάρχει απόλυτη ή μόνο σχετι­κή αλήθεια η Μπέρτα Ντούντε κατέγραψε στις 28.10.1948 την ε­ξής διδασκαλία:

«Σε σας που έχετε δεχτεί τη χάρη να διδάσκεστε απευθείας άνωθεν, μπορεί βέβαια να σας δοθεί μία γνώση που ανταποκρίνε­ται απόλυτα στην αλήθεια. και γι’ αυτό έχετε πάντοτε τη δυνατότη­τα όσα διδάσκετε να τα υποστηρίζετε με τη βεβαιότητα ότι είναι α­ληθινά. Παράλληλα όμως, είναι κατανοητό ότι εκείνοι που δεν δι­δάσκονται με τον ίδιο τρόπο όπως εσείς, έχουν τις αμφιβολίες τους και πιο εύκολα θεωρούν ως αλήθεια τα ανθρώπινα πορίσματα που έχουν προκύψει μετά από εμβριθή στοχασμό και έντονη διανοητι­κή διεργασία. Τα πορίσματα αυτά όμως διαφέρουν εντελώς μετα­ξύ τους ως επί το πλείστον, έτσι ώστε οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να υιοθετήσουν τη μία ή την άλλη γνώμη, αι­τιολόγηση ή ανάλυση από αυτές που τους ζητούν να διαλέξουν οι ειδήμονες συνάνθρωποί τους. Συν τοις άλλοις δε δεν είναι ποτέ δυ­νατό με βάση μόνο τη λογική να αναγνωρίσουν ποιο είναι το σωστό και έτσι, για τους λόγους αυτούς, προέκυψε ο ισχυρισμός ότι η α­λήθεια είναι σχετική.

Εκεί όμως υποπίπτουν σε ένα τεράστιο σφάλμα οι άνθρωποι και επιπλέον με τον ισχυρισμό αυτό απορρίπτουν επίσης το γεννήτορα της αλήθειας, το Ον εκείνο που υπάρχει από προαιώνια μέσα σε αυ­τή τη συγκεκριμένη αλήθεια, το οποίο Ον δεν μπορεί να αλλάξει πο­τέ, γιατί τότε θα αντέβαινε τους ίδιους του τους νόμους.

Η αλήθεια είναι θεμελιώδης νόμος. Για όλα τα πράγματα στη δη­μιουργία υπάρχει μία αιτία θεμελιωμένη από προαιώνια· διότι η α­λήθεια ισοδυναμεί με την αιώνια Τάξη, το Νόμο που είναι αιώνια απαράβατος, αφού έχει προέλθει από τον Θεό που, καθώς είναι το τελειότατο Ον, δεν μπορεί να έχει μέσα του αντιθέσεις.

Όσο βρίσκεται ο άνθρωπος στη Γη είναι ασφαλώς ελεύθερος να αποκλίνει από την αλήθεια λόγω της ελευθερίας της βούλησής του, και να παραβιάσει το Νόμο της αιώνιας Τάξης. Τούτο όμως απο­βαίνει μόνιμα σε βάρος του εαυτού του επειδή αντίκειται στο Νό­μο και δεν είναι συμβατό με την αλήθεια που ο Θεός διοχετεύει στους ανθρώπους. Υπάρχει μία μοναδική αλήθεια και αυτή είναι με τον Θεό. Όλοι όσοι αγωνίζονται να Τον φτάσουν προσπαθούν κα­ταρχάς να διεισδύσουν σε αυτή την αλήθεια την οποία κατείχαν αρ­χικά και θα κατέχουν πάλι, όταν επιστρέψουν στην κατάσταση της τελειότητας. Όσο όμως βρίσκονται στην κατάσταση της ατέλειας, η αλήθεια είναι θολή ή αλλοιωμένη για τη δική τους αντίληψη και δεν την αναγνωρίζουν.

Η τελειότητα και η αλήθεια δεν είναι δύο διαφορετικές έννοιες, παρά η μία προκύπτει από την άλλη. Επομένως, όπου υπάρχουν α­κόμη διαφορετικές απόψεις που θεωρούνται ως αλήθειες, αυτό ση­μαίνει ότι διαφέρει και ο βαθμός ωριμότητας των ανθρώπων γιατί από αυτόν εξαρτάται η κριτική ικανότητα και η καθαρή επίγνωση του Θείου, στην οποία συγκαταλέγεται και η αγνή αλήθεια.

Ο δε βαθμός ωριμότητας ενός ανθρώπου καθορίζεται από το εάν η πορεία του στη ζωή είναι εναρμονισμένη με τη θεϊκή βούληση, α­πό τη συμμόρφωση του με την αιώνια Τάξη, δηλαδή το Νόμο της Α­γάπης, στο πλαίσιο της οποίας κινείται και αυτή ακόμη η αιώνια Θε­ότητα. Όταν πληρούνται όλοι αυτοί οι όροι, τότε ο άνθρωπος βρίσκεται στην πλήρη αλήθεια, οπότε αναγνωρίζει επίσης ότι μόνο μία αλήθεια μπορεί να υπάρχει, που μόνο από τον Θεό μπορεί να εκπο­ρεύεται, αφού Αυτός είναι η αιώνια Αλήθεια. Και επιπλέον συνειδη­τοποιεί ότι ο σκοπός του ανθρώπου στη Γη είναι να κατακτήσει αυ­τή την αλήθεια που έρχεται από τον Θεό και συνακόλουθα η αλή­θεια αυτή πρέπει να υπάρχει για να μπορεί κάποιος να τη βρει. Ε­πομένως η ύπαρξή της δεν μπορεί να διαψευστεί, γιατί διαφορετικά θα ήταν περιττή και οποιαδήποτε πίστη στον Θεό, ένα Ον που ήταν, είναι και θα παραμείνει τέλειο σε όλη την αιωνιότητα…»

Στις 11.1.1955 η Μπέρτα Ντούντε έλαβε την παρακάτω αποκά­λυψη για το ίδιο θέμα:

«Οφθαλμοφανώς αναγνωρίζεται η επίδραση του αντιπάλου Μου, ο οποίος φέρνει σύγχυση στις σκέψεις των ανθρώπων, αφού τους δι­δάσκει να βλέπουν σαν φως το σκοτάδι και προσπαθεί αδιάκοπα να μεγαλώσει ακόμη πιο πολύ τη σκοτεινιά της νύχτας στην οποία βρίσκονται. Η επιδίωξή του είναι να εμποδίσει την παραμικρή αχτίδα φωτός να εισχωρήσει και εντούτοις βρίσκει επιπλέον βοήθεια από τους ανθρώπους που κλείνονται απέναντι στο φως, που παρ’ όλα αυτά η αγάπη Μου δεν παύει να τους στέλνει.

Με όλο και πιο μεγάλη επιμονή και ζήλο προσπαθούν οι άνθρω­ποι να λύσουν τα άλυτα μυστήρια της δημιουργίας, μα όλο και πιο πολύ χάνονται μέσα στους λαβύρινθους της πλάνης. Γιατί όλοι πι­στεύουν πως μπορούν να το καταφέρουν από μόνοι τους, ενώ αυ­τό δεν γίνεται χωρίς τη συνδρομή Μου. Πιστεύουν ότι μπορούν να ανακαλύψουν την αλήθεια με τη δύναμη του νου τους, αλλά βυθί­ζονται όλο και πιο βαθιά στην πλάνη και στο ψέμα. Μοιάζει με έ­να μαθηματικό πρόβλημα που δεν μπορεί ποτέ να λυθεί γιατί δεν ανακαλύπτεται το λάθος που είναι στην αρχή του υπολογισμού. Και το λάθος αυτό είναι ότι παρακάμπτουν Εμένα, που είμαι ο μόνος υπεύθυνος, και επίσης ότι δεν ζητούν από Μένα να τους δώσω την αλήθεια, παρ’ όλο που Εγώ είμαι η ίδια η αιώνια Αλήθεια.

Και αυτό αποτελεί άλλη μία απόδειξη ότι οι άνθρωποι Με ανα­ζητούν πολύ μακριά από τον εαυτό τους και επειδή δεν έχουν τη σωστή σχέση μαζί Μου δεν έρχονται σε Μένα, όπως τα παιδιά στον Πατέρα τους, για να Μου ζητήσουν ό,τι τους λείπει. Αλλά δεν θέ­λουν να παραδεχτούν την έλλειψη τους, αφού πιστεύουν ότι κατέχουν αυτό που στην πραγματικότητα τους λείπει, την αλήθεια. Ε­φόσον όμως ο καθένας θεωρεί για τον εαυτό του ότι στέκεται στην αλήθεια και παρ’ όλα αυτά όλοι σκέφτονται διαφορετικά, μία μό­νο λύση και δρόμος υπάρχει: να ζητήσουν από την ίδια την αιώνια Αλήθεια να τους φωτίσει για το κατά πόσον και για το ποιος σκέφτεται όντως σωστά. Αλλά τούτο το δρόμο οι άνθρωποι δεν τον παίρ­νουν, γιατί διαφορετικά θα ήταν αυτονόητο για όλους ότι ο “Θεός” αυτός τους δίνει πάντα ό,τι και να Του ζητήσουν.

Εάν λοιπόν σας απασχολεί το ερώτημα τι είναι αλήθεια, πού θα τη βρείτε, ποια διδασκαλία είναι η σωστή, τότε απευθύνετε απλά όλες αυτές τις ερωτήσεις σε Εκείνον που είναι ο μόνος που μπορεί να τις απαντήσει, και πράγματι θα τις απαντήσει, εφόσον πιστεύ­ετε στην αγάπη, στη σοφία και στην παντοδυναμία Του. Θα απο­βάλατε τότε κάθε αμφιβολία και κάθε αβεβαιότητα, καθώς το φως θα σας φώτιζε με τέτοια καθαρότητα και λάμψη που όλοι οι δρό­μοι σας θα ήταν ολοφώτεινοι και δεν θα μπορούσατε πια να χα­θείτε.

Όμως ο αντίπαλος Μου σας υποβάλλει την ιδέα ότι είσαστε ικα­νοί από μόνοι σας να βρείτε την αλήθεια με τη δύναμη της νοημοσύνης σας. Το αποτέλεσμα είναι ότι λογομαχείτε μεταξύ σας, ό­πως το θέλει εκείνος, και έτσι δεν φτάνετε ποτέ στην αλήθεια, για­τί η αλήθεια είναι πάντα δική Μου ιδιοκτησία. Εν τούτοις ο καθέ­νας μπορεί να την λάβει από Μένα, εφόσον προσφύγει σε Μένα παρακαλώντας Με, με πίστη κι από αγάπη για την αλήθεια, να του τη δώσω.

Και είναι βέβαιο ότι δεν θα τον αφήσω να φύγει με άδεια χέρια. Θα φωτίσω τη σκέψη του και θα του δώσω διαφώτιση χωρίς κανέ­να περιορισμό, γιατί θέλησή Μου είναι να λάμψει το φως μεταξύ των ανθρώπων. Θέλω η αλήθεια να διαδοθεί ώστε να δουν όσοι εί­ναι τυφλοί και το φως της ημέρας να φέξει σε εκείνους που μέχρι τώρα βάδιζαν μέσα στη νύχτα. Γιατί μονάχα η αλήθεια οδηγεί στη μακαριότητα, μονάχα η αλήθεια οδηγεί σε Μένα που είμαι η ίδια η αιώνια Αλήθεια».

Στις 14.9.1962 η Ντούντε κατέγραψε μία άλλη διδασκαλία για το πώς μπορεί να διακρίνει κάποιος τις αποκαλύψεις και τους απε­σταλμένους που προέρχονται από τον Θεό:

«Στον άνθρωπο που έχει τη θέληση να είναι μέσα στην αλήθεια θα δώσω την ευλογία Μου× γιατί σε αυτόν μπορώ να του αποκαλύψω τον εαυτό Μου, να του παρέχω την αλήθεια είτε μέσα από τις σκέ­ψεις του ή μιλώντας απευθείας μαζί του, ώστε να ακούει το Λόγο Μου. Δεν θέλω με κανένα τρόπο να αποδεχτεί διδασκαλίες που του φαίνονται αμφίβολες, επειδή το να έχει αμφιβολίες είναι δικαιολο­γημένο όταν η επιθυμία του να βρει την αλήθεια είναι σοβαρή, καθώς οι αμφιβολίες αυτές αποτελούν μία μικρή αντίσταση απέναντι σε ό,τι αντίκειται στην αλήθεια. Με ρωτάτε λοιπόν πώς θα αναγνωρί­ζετε την αλήθεια και επίσης ποιον θα πρέπει να θεωρείτε ως απε­σταλμένο Μου.

Όταν διοχετεύω στη Γη μία μεγάλη αποκάλυψη μπορείτε πάντα να αναγνωρίσετε την προέλευση της από το λαμπερό φως που απαυγάζει× τούτο το φως σάς φωτίζει ως μέσα στην καρδιά, καθώς μία θεϊκή αποκάλυψη πρέπει να σας δίνει ένα πλούτο. Θα πρέπει να λάβετε κάτι που σας ευχαριστεί απόλυτα ώστε δεν θέλετε να το χάσετε πια, πάντα με την προϋπόθεση βέβαια ότι είναι σοβαρή η αναζήτηση της αλήθειας από μέρους σας, γιατί τότε μόνο σας απο­καλύπτεται η ίδια η Αιώνια Αλήθεια. Και δεν κάνει τότε διαφορά εάν λαμβάνετε τούτο το δώρο απευθείας από Εμένα ή διαμέσου των απεσταλμένων Μου, αφού και στη δεύτερη περίπτωση τα αισθήμα­τα που θα έχετε θα είναι τα ίδια, καθώς και εκείνοι σας μεταδίδουν το ίδιο με ό,τι πηγάζει από Μένα αυτοπροσώπως.

Εάν όμως κάποιες πνευματικές σκέψεις σάς αφήνουν αδιάφορους ή σας απωθούν ενδόμυχα, τότε μπορείτε να τις απορρίψετε χωρίς τύψεις γιατί δεν πρόκειται ποτέ να είναι μια θεϊκή αποκάλυψη, αλ­λά ως επί το πλείστον είναι προσωπικές σας ιδέες ή τις έχετε πάρει από ξένες πηγές και έτσι δεν έχουν καμία δύναμη. Ούτε χρειάζεται να φοβόσαστε ότι μπορεί να κάνετε κάτι λάθος, γατί αυτός που έχει την επιθυμία να Με ακούσει, δίχως άλλο αναγνωρίζει τη φωνή Μου. «Όποιος τηρεί τις εντολές Μου είναι αυτός που Με αγαπάει και Ε­γώ θα του αποκαλύψω τον εαυτό Μου», αυτό σημαίνει με άλλα λό­για ότι θα τον βοηθήσω να Με αναγνωρίσει.

Και ο καθένας που θα πάρει διαφώτιση για την Οντότητά Μου θα Με αναγνωρίσει, καθώς θα του δοθεί γνώση η οποία μέχρι τώρα του ήταν άγνωστη, από την οποία θα μπορεί να βγάλει το συμπέρασμα ότι προέρχεται από Μένα τον Ίδιο. Μια τέτοια γνώση είναι άλλω­στε φως που σας φωτίζει και από το εσωτερικό σας.

Στην περίπτωση λοιπόν που έρθουν από έξω στα χέρια σας δια­φορετικές, δηλαδή διιστάμενες γνώσεις, το μόνο που χρειάζεστε τό­τε είναι να συνδεθείτε μαζί Μου από τα βάθη της καρδιάς σας και να Μου ζητήσετε να σας δώσω την ικανότητα για να τις κρίνετε σω­στά. Και να είσαστε βέβαιοι ότι θα αισθανθείτε τότε ποια διδασκα­λία έχει προέλθει από Μένα, ενώ μια άλλη θα μπορείτε να την α­πορρίψετε χωρίς πρόβλημα.

Το Λόγο Μου δεν τον ακούει ο κάθε άνθρωπος απευθείας από Μένα, ωστόσο πάλι είμαι Εγώ που του μιλώ όταν κάποιος εργάτης Μου του δίνει να διαβάσει τον άμεσο Λόγο Μου. Έτσι όταν του α­πευθύνω το Λόγο διαμέσου των απεσταλμένων Μου που τον έχουν παραλάβει απευθείας από Μένα, τότε θα αισθανθεί επίσης ότι του μιλώ Εγώ αυτοπροσώπως. Κι αυτή θα είναι η πιο ασφαλής απόδει­ξη ότι σας διοχετεύεται η πιο αγνή αλήθεια, καθώς το αίσθημα αυ­τό το βάζω Εγώ μεσ’ την καρδιά σας.

Επιπλέον, μια άλλη ασφαλής απόδειξη ότι πρόκειται για μια θε­ϊκή αποκάλυψη αποτελεί το γεγονός ότι, εάν το περιεχόμενο της α­ναφέρεται στον καθαρισμό του Ευαγγελίου από τις αλλοιώσεις που του επέφερε επανειλημμένα η ανθρώπινη βούληση, τότε κάθε φο­ρά ξεσκεπάζει υφισταμένες λανθασμένες δοξασίες και διδασκαλί­ες.

Συνακόλουθα, αληθινοί απεσταλμένοι του Θεού είναι μόνο εκεί­νοι οι άνθρωποι που υποστηρίζουν την αλήθεια μιας τέτοιας απο­κάλυψης και φροντίζουν να διαδοθεί μεταξύ των συνανθρώπων τους. Καθώς λοιπόν Εγώ είμαι η ίδια η Αιώνια Αλήθεια φροντίζω ώ­στε να υπάρχει η δυνατότητα για τους ανθρώπους να τη βρουν, ε­φόσον το επιθυμούν πραγματικά, και ως εκ τούτου μία δική Μου αποκάλυψη πρέπει να τους διαφωτίζει για κάθε δυνατό θέμα που άπτεται της πνευματικής σφαίρας. Συνεπώς Εγώ θεωρώ απεσταλ­μένους Μου μόνο αυτούς που προσπαθούν να διαδώσουν τούτο το Λόγο Μου που διοχετεύω απευθείας στη Γη.

Εκχύω βέβαια το Πνεύμα Μου πάνω από κάθε σάρκα, όπως το έχω υποσχεθεί. Με αυτό όμως δεν εννοείται μόνο μία τέτοια εμφα­νής εξαιρετική αποκάλυψη από πλευράς Μου, αλλά επίσης και η φωτισμένη σκέψη ή η σωστή ομιλία όταν συμμετέχει κάποιος σε πνευματικές συζητήσεις, η αναγνώριση του θεϊκού Μου Λόγου και άρα η πλήρης επίσης κατανόηση της ξεχωριστής αυτής γνώσης που αποτελεί το περιεχόμενο των αποκαλύψεών Μου από τα ύψη. Επι­πλέον, οι δέκτες του Λόγου Μου θα αποκαλύπτουν και θα πρεσβεύ­ουν πάντοτε τις ίδιες διδασκαλίες ο ένας με τον άλλον, εφόσον τις έχουν λάβει απευθείας από Μένα.

Μια τέτοια εξαιρετική αποκάλυψη μπορεί να θεωρηθεί ουσιαστι­κά ως λυδία λίθος με την οποία μπορεί να ελέγχεται η αλήθεια κά­θε άλλης διδασκαλίας. Γιατί εφόσον το περιεχόμενο της αναφέρε­ται κατά κύριο λόγο στο λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού, αυτό αποδεικνύει επίσης τη θεϊκή καταγωγή της και έτσι υπάρχει εγγύ­ηση ότι είναι απόλυτη αλήθεια».

Στις 22.4.1949 μια διδασκαλία στην Ντούντε πάλι τονίζει ότι το Πνεύμα του Θεού ενεργεί μέσα σε έναν άνθρωπο μόνο όταν αυ­τός βρίσκεται σε εγρήγορση και έχει πλήρη συνείδηση των όσων του συμβαίνουν:

«Πρέπει να βρίσκεστε απαραίτητα σε κατάσταση εγρήγορσης για να λάβετε το Λόγο Μου, καθώς τότε σας δίνεται μία απόδειξη της δράσης του Πνεύματος Μου μέσα σας. Πρώτα θα πρέπει να αυτοσυγκεντρωθείτε προσευχόμενοι και έτσι να συνδεθείτε από τα βά­θη της καρδιάς σας μαζί Μου. Χρειάζεται τότε να βγάλετε τον κό­σμο από τις σκέψεις σας ώστε να αφοσιωθείτε ολοκληρωτικά σε Μέ­να και να αφουγκράζεστε στο εσωτερικό σας, για να ακούσετε τη φωνή Μου. Τότε θα ηχήσει μέσα στην καρδιά σας σιγανή και απα­λή, οπότε ανάλογα με την ωριμότητα της ψυχής σας ή θα ακούσετε τον ήχο της ή θα την αντιληφθείτε υπό τη μορφή σκέψεων. Όπως και να είναι πάντως, θα καταλάβετε ότι προέρχεται από Μένα και όχι από σας.

Όταν έχετε προετοιμαστεί με αυτό τον τρόπο δεν είσαστε σε θέ­ση να σκεφθείτε από μόνοι σας κάτι που το περιεχόμενο του να έχει σχέση με τα δικά Μου μηνύματα. Συγκεκριμένα είσαστε στην κα­τάσταση ενός ακροατή κι όχι ενός ομιλητή. Για να σας δώσω να κα­ταλάβετε καλά τη διαφορά, αυτό σημαίνει ότι ο ακροατής μπορεί να συμπεριφέρεται παθητικά ενώ ο ομιλητής πρέπει να είναι ενερ­γητικός. Ανάλογα λοιπόν με την ωριμότητα του ακροατή, η πνευ­ματική του ακοή είναι τόσο αναπτυγμένη, ώστε καταλαβαίνει χω­ρίς κόπο το Λόγο Μου, παρ’ όλο που μόλις που ακούγεται πολύ σι­γανά μέσα στην καρδιά του.

Γι’ αυτό, το πόσο εύκολα λαμβάνει κάποιος το Λόγο Μου εξαρ­τάται σε καθοριστικό βαθμό από το πόσο στενή είναι η σύνδεση του μαζί Μου και αντίστοιχου βάθους είναι το περιεχόμενο των αποκα­λύψεων που προορίζονται για τον ίδιο και μέσω αυτού επίσης για τους συνανθρώπους του. Για τούτο το λόγο πρέπει να ξεχωρίζετε τις διδασκαλίες που παρέχω προκειμένου να δοθούν στους συναν­θρώπους του παραλήπτη τους, από τα λόγια που προσφέρω στα παιδιά Μου σαν στοργικός Πατέρας, όταν είναι φοβισμένα ή περ­νούν δύσκολες στιγμές και χρειάζονται ενίσχυση. Η ενίσχυση αυτή αποδεικνύει βέβαια σε όλους τους ανθρώπους ότι τους συμπαρα­στέκομαι, μα δίνεται ιδιαίτερα σε εκείνους που όταν βρεθούν σε δύ­σκολη ώρα καλούν Εμένα σε βοήθεια. Πάντοτε θα απαντώ σε εκεί­νους που θέλουν να Με ακούσουν και θα τους μιλώ μέσω του πνεύματός τους όπως σας το έχω υποσχεθεί.

Έχετε πράγματι τη δυνατότητα να Με ακούσετε, όμως έχοντας πλήρη συνείδηση των όσων σας συμβαίνουν. Γιατί Εγώ μιλώ φα­νερά και δεν κρύβομαι πίσω από ένα φερέφωνο που είναι τόσο ανίσχυρο ώστε παραδίδει τον έλεγχο της βούλησής του και όντας μέσα σε μία ασυνείδητη κατάσταση δέχεται να το καταλάβει μία ξένη βούληση. Δεν παύω να σας επισημαίνω τον κίνδυνο και να σας προειδοποιώ αναφορικά με τις αποκαλύψεις που προέρχο­νται από τέτοια πνευματικά όντα που καταλαμβάνοντας την α­σθενική βούληση ενός ατόμου του επιβάλλουν αμέσως τις σκέψεις τους και προσπαθούν να τις υπαγορεύσουν και στους υπόλοιπους ανθρώπους. Εκτός αυτού όμως σας προειδοποιώ επίσης να μην εμποδίσετε ποτέ με κανένα τρόπο να εκδηλωθεί φανερά η χαρι­σματική ενέργεια του Πνεύματος Μου ούτε να αρνηθείτε ότι εί­ναι το δικό Μου Πνεύμα που ενεργεί σε έναν άνθρωπο ο οποίος λαμβάνει με διαύγεια και ενσυνείδητα αποκαλύψεις από υψηλά.

Θα σας δώσω επιπλέον ένα αλάθητο γνώρισμα της ενέργειάς Μου, το οποίο μπορείτε να παίρνετε πάντοτε ως γνώμονα όταν εξετάζε­τε μία αποκάλυψη: Τα λόγια που είπα στους ανθρώπους όταν βρι­σκόμουν στη Γη, όταν ξαναδίνονται σε μία νέα αποκάλυψη, διασα­φηνίζονται με μία τέτοια μορφή που να μπορούν να τεκμηριωθούν λογικά και να ικανοποιούν κάθε διανοούμενο ή στοχαστή που έχει αποκτήσει τις γνώσεις του μέσα από ενδελεχή μελέτη. Και οι τεκμη­ριώσεις αυτές δεν πρόκειται ποτέ να αντιφάσκουν μεταξύ τους, αφού είναι ο Λόγος Μου που μένει πάντα ίδιος, και που το νόημά του μαρ­τυρεί βαθύτατη σοφία.

Όποιος έχει διεισδύσει ζωντανά σε αυτό το Λόγο Μου θα ακού­σει να μιλώ Εγώ ο Ίδιος, θα αναγνωρίσει δηλαδή την παρουσία Μου είτε όταν τον διαβάζει είτε όταν του μεταφέρεται από το στόμα ε­νός συνανθρώπου του. Η αίσθηση ότι ακούει Εμένα τον Ίδιο να μι­λώ, είναι η ασφαλέστερη εγγύηση ότι πρόκειται για τη χαρισματική ενέργειά Μου και οφείλει επίσης να εξαλείψει κάθε αμφιβολία των ανθρώπων, καθώς τους πλησιάζω πολύ κοντά με το Λόγο Μου.

Εγώ ο Ίδιος είμαι ο Λόγος και θα Με ακούσουν όσοι Με πιστεύ­ουν και θέλουν να είναι δικοί Μου. Ο Λόγος Μου θα τους αγγίζει σαν τη στοργική φωνή του Πατέρα που αγαπάει το παιδί Του επει­δή Τον υπακούει και έτσι Αυτός του χαρίζει τη χάρη Του, όσο συ­χνά και αν θέλει αυτό να τη λάβει».

Η έμμεση και άμεση αποκάλυψη του Θεού

Το θέμα αυτό γίνεται πολύ συχνά αφορμή παρεξηγήσεων είτε λόγω άγνοιας είτε λόγω πλάνης. Η αιτία γι’ αυτές τις παρεξηγή­σεις είναι το γεγονός ότι υπάρχουν ορισμένες νέες αποκαλύψεις όπου μιλά το μεγάλο Εγώ, η ίδια η Θεία Πηγή, και ορισμένες που είναι στο τρίτο πρόσωπο, οι οποίες διοχετεύονται μέσω του στό­ματος μίας φωτεινής οντότητας. Για να υπάρξει σαφήνεια και σε αυτό το θέμα θα παραθέσουμε μία σχετική διδασκαλία από την Ντούντε:

«Κάθε πνευματικό ον που βρίσκεται στο φως φέρει μέσα του τη βούληση Μου. Έχει υποταχθεί τελείως στη δική Μου βούληση, ει­δάλλως δεν θα ήταν ένα ον του φωτός. Κάθε τέτοιο ον επομένως ε­κτελεί μόνο το θέλημά Μου, που το αντιλαμβάνεται μέσα του ως καλό και σωστό και έτσι ουσιαστικά δρα με τη δική του θέληση που είναι όμως επίσης και δική Μου. Πρέπει να το γνωρίζετε αυτό για να μπορείτε επίσης να κρίνετε την αξία των όσων σας μεταδίδει μέσω των σκέψεων ένα τέτοιο φωτεινό ον όταν έχει εντολή από Μέ­να να σας διδάξει. Να ξέρετε πάντοτε ότι η ακτίνα από το φως της αγάπης Μου, η αστείρευτη ροή της δύναμής Μου, ρέει μέσα από ό­λα τα πνεύματα που είναι δεκτικά στο φως και από αυτά διοχε­τεύεται αδιάκοπα προς εκεί όπου υπάρχει ακόμη σκοτάδι, άρα α­νάγκη για φως και δύναμη. Όταν στέλνω επομένως στη Γη την α­κτίνα αυτή από το φως της αγάπης Μου με σκοπό να δώσω στους ανθρώπους την καθαρή αλήθεια, τούτο συμβαίνει έμμεσα και άμε­σα.

Εγώ ο Ίδιος εκπέμπω το φως κι αυτό μπορεί να αγγίξει άμεσα έ­ναν άνθρωπο, μπορώ όμως επίσης να το διοχετεύσω μέσω των ό­ντων του φωτός. Γιατί γι’ αυτά αποτελεί ύψιστη ευδαιμονία το ότι τους επιτρέπεται να μεταφέρουν ως αγωγοί τη δύναμη της αγάπης Μου. διότι η δραστηριότητά τους στο πνευματικό βασίλειο είναι να αποτελούν ένα είδος δεξαμενής φωτός και δύναμης. Και έτσι εξε­λίσσεται αέναα μία διαδικασία κατά την οποία παροχετεύεται δύ­ναμη και επιπλέον κάνει αμέτρητα όντα ευτυχισμένα και τα βοηθά να ωριμάζουν σε διαρκώς μεγαλύτερο βαθμό. Οπωσδήποτε είναι και παραμένει η ίδια ροή δύναμης και φωτός που πηγάζει εντός Μου και ως εκ τούτου δεν πρέπει να υποτιμάτε τις διδασκαλίες που σας μεταφέρονται. Είναι και αυτές εσαεί δικός Μου Λόγος που διο­χετεύω Εγώ ο Ίδιος στη Γη, επειδή γνωρίζω πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη να δοθεί ένα φως στην ανθρωπότητα για να βρει την αλή­θεια. Από τη στιγμή που ένα άτομο παρέχει τη δυνατότητα να υ­πάρξει μία επαφή ανάμεσα σε Μένα και στους ανθρώπους, τότε επίσης είναι εξασφαλισμένη η παροχή φωτός και δύναμης προς αυ­τούς. Η πρωταρχική Πηγή του φωτός και της δύναμης παραμένω Εγώ, ώστε δεν έχει απολύτως καμία σημασία με ποια μορφή λαμ­βάνει χώρα η παροχή αυτή. Άρα και στην περίπτωση που φωτεινές οντότητες είναι μεσολαβητές, και πάλι μπορούν να μεταδώσουν μό­νο ό,τι παίρνουν από Μένα προσωπικά ούτε πρόκειται ποτέ να ενεργήσουν ενάντια στη βούληση Μου, γιατί τότε δεν θα μπορούσαν να ονομαστούν όντα του φωτός.

Αλλά και από την άλλη πλευρά δεν επιτρέπεται στις άφωτες ο­ντότητες να έχουν πρόσβαση σε έναν άνθρωπο που Μου έχει προ­σφέρει οικειοθελώς τις υπηρεσίες του, επειδή θέλει να εργαστεί για Μένα και για τη βασιλεία Μου και επιθυμεί να πάρει από Μένα την αγνή αλήθεια. Γιατί δεν επιτρέπεται σε τέτοιες οντότητες να διδά­ξουν όσο οι ίδιες δεν έχουν εξελιχθεί τόσο που να γίνουν αναμετα­δότες δύναμης, όσο δηλαδή ακόμη έχουν χαμηλό βαθμό ωριμότη­τας και προσωπικά διαθέτουν λίγες γνώσεις.

Τα όντα αυτά έχουν όμως τη δυνατότητα να παρεμβάλονται στην επικοινωνία μεταξύ της Γης και του άλλου κόσμου όταν επίσης και από την πλευρά των ανθρώπων παρατηρείται ένα χαμηλό ακόμη πνευματικό επίπεδο. έτσι εκμεταλλεύονται την περίπτωση όπου έ­να άτομο παραιτούμενο της προσωπικής του βούλησης τους επιτρέ­πει να διεισδύσουν κι αυτά μπορούν τότε να εκφραστούν ελεύθερα και να προξενήσουν μεγάλο κακό.

Ένας τέτοιος κίνδυνος ωστόσο αποκλείεται όταν πρόκειται για τη διοχέτευση της καθαρής αλήθειας εκεί όπου μπορεί να ενεργή­σει το Πνεύμα Μου, όπου δηλαδή δημιουργείται ένας στενός δε­σμός ανάμεσα σε ένα άνθρωπο και σε Μένα και έτσι ο πακτωλός του Πνεύματος Μου μπορεί να εκχυθεί πλουσιοπάροχα επάνω του.

Οτιδήποτε πηγάζει από Μένα τον Ίδιο είναι αλήθεια, ακόμη κι αν ο δρόμος που ακολουθεί περνά μέσα από τα φωτεινά πνεύμα­τα, καθότι έτσι κι αλλιώς αυτά μεταφέρουν απλά παρακάτω ότι έχουν λάβει από Μένα. Επομένως είναι λανθασμένη η άποψη ό,τι αυτά τα φωτεινά όντα θα μπορούσαν να διδάξουν κάτι διαφορε­τικό από Εμένα τον Ίδιο, διότι υπάρχει μία και μόνο αλήθεια. Όταν δε ένα ον βρίσκεται στο φως, διαποτίζεται από αυτή τη μί­α αλήθεια ώστε μόνο αυτή τη μοναδική αλήθεια θα μεταδώσει πα­ρακάτω. διότι το φως της αγάπης που το ακτινοβολεί πέρα για πέρα είναι το αιώνια αστείρευτο φως της αγάπης Μου και ο πα­κτωλός της δύναμης Μου, που πηγάζει από την προαιώνια Πη­γή….»

Ο εσωτερικά ακουόμενος Λόγος

Παρανοήσεις και παρερμηνείες υπάρχουν επίσης, όπως είναι ευ­νόητο, και σε σχέση με την πιο δύσκολη, πιο σπάνια και ύψιστη μορφή επικοινωνίας μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Γι’ αυτό θα α­κουστεί και πάλι αυτούσιος ο Λόγος:

«Το να ακούσει κανείς το Λόγο Μου μέσα στην καρδιά του είναι το πιο αναμφισβήτητο σημάδι της αγάπης Μου. Ηχεί στην καρδιά του σαν μία χαμηλόφωνη ομιλία, απαλή και αιθέρια, αλλά παράλ­ληλα διαυγής και ευκρινής. Σας κατακλύζει με τέτοια εγκάρδια χα­ρά, καθώς είναι τόσο ασυνήθιστα και ευεργετικά ευχάριστος, που θα θέλατε μετά να τον ακούτε συνέχεια, εάν δεν σας προσγείωνα για να μπορείτε να αντεπεξέλθετε στις επίγειες υποχρεώσεις σας. Γιατί η ευδαιμονία να Με νιώθετε κοντά σας, σας κλέβει την ηρεμία και γι’ αυτό αναγκάζομαι να σας πλησιάζω πάντα καλυμμέ­να είτε είναι με το Λόγο Μου είτε με την παρουσία Μου. Πρέπει να σας προφυλάσσω δηλαδή για να μη σας απορροφήσει η έκσταση τε­λείως, πράγμα που δεν ενδείκνυται για τον κόσμο αυτό. Η αγάπη σας για Μένα έχει γίνει εκείνη την ώρα ισχυρή σαν ακατάσβεστη φωτιά, όμως για χάρη σας δεν την αφήνω να φουντώσει άλλο. Άλ­λωστε το ξέρω πότε η καρδιά σας είναι ικανή να νιώσει βαθιά, αγνή αγάπη για Μένα, ώστε τότε να μπορώ να μιλήσω και να Με ακού­σετε μέσα σας.

Εσείς όμως δεν ξέρετε πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η αγάπη σας για να γίνετε άξιοι να λάβετε αυτό το πιο ασφαλές δείγμα της δικής Μου αγάπης. Για το λόγο αυτό πρέπει να σας παρακινώ να ανα­πτύσσετε μεγαλύτερη αγάπη, συχνά μάλιστα χρησιμοποιώντας ως μέσο τη δυστυχία, η οποία σκοπό έχει να σας οδηγήσει κοντά Μου. Γιατί όταν αγκαλιάζω κάποιον με την αγάπη Μου δεν τον αφήνω ποτέ πια, ούτε τον αφήνω να μείνει στάσιμος στο ίδιο επίπεδο εξέ­λιξης, παρά θέλω να Με πλησιάζει διαρκώς, να γίνεται διαρκώς πιο τέλειος, έτσι που στο τέλος να ποθεί αποκλειστικά και μόνο Εμέ­να… Αλλά αυτό προϋποθέτει μία καρδιά εντελώς αψεγάδιαστη και ορθάνοικτη για Μένα…. Όταν θα ακούσετε το Λόγο Μου να ηχεί μέσα σας θα τα καταλάβετε όλα αυτά και θα Με ευχαριστείτε ολόψυχα, γιατί τότε η γνώση σας θα είναι προϊόν ωριμότητας, με αποτέλεσμα να καταλαβαίνετε όλα όσα συμβαίνουν στον κόσμο, γύρω σας ή σε σας τους ίδιους».

« Η πιο εξαίσια στιγμή στη γήινη ζωή του ανθρώπου είναι όταν ακούσει εσωτερικά τον ήχο του Λόγου Μου, όταν συλλάβει σαν λόγια ηχηρά την έκφραση της αγάπης Μου μέσα στην καρδιά του. Γιατί τότε Με νιώθει κοντά του σαν ένα κατακλυσμό από φως, ο οποίος, αντιληπτός και με τις φυσικές αισθήσεις, πλημμυρίζει την καρδιά.

Η μορφή που θα ηχήσει η εσωτερική φωνή εξαρτάται από την ψυ­χική του ωριμότητα. Εάν η ψυχή του είναι ήδη πολύ προχωρημένη, μπορεί να παραδοθεί ανεμπόδιστα στο αίσθημα της ανάτασης που συνεπάγεται, ενώ αντίθετα μπορεί να έχει να παλέψει με εσωτερι­κά εμπόδια ακόμη, εάν ο βαθμός της ωριμότητάς του είναι χαμη­λός. Ωστόσο θα πρέπει να έχει κατακτήσει ήδη μία ορισμένη ψυχι­κή ωριμότητα γιατί αλλιώς δεν θα του δινόταν η χάρη να λάβει το Λόγο εσωτερικά.

Πρόκειται επομένως για μία μετάδοση φωτός και δύναμης σε ά­μεση μορφή όπου ένας άνθρωπος βρίσκεται σε τόσο στενή επαφή Μαζί Μου, ώστε και Εγώ μπορώ να εκδηλωθώ και να γίνω κατα­νοητός, πράγμα που αποκλείεται με μια ανώριμη ψυχή. Αλλά πα­ράλληλα είμαι υποχρεωμένος να βάζω φραγμούς στη δύναμη της Αγάπης Μου, για να μπορεί το άτομο αυτό να ζήσει και στη συνέχεια στη Γη, χωρίς να χάσει την επαφή του με τον κόσμο εξαιτίας της ευτυχίας που τον κατακλύει.

Άλλωστε για το λόγο αυτό οι στιγμές που θα ακούγεται ο ήχος της φωνής Μου θα είναι πάντοτε σύντομες μέχρι που να τερματίσει τη γήινη διαδρομή του αυτός ο άνθρωπος, ο οποίος στέκεται τόσο κο­ντά Μου, ώστε κι Εγώ τον τιμώ με την ομιλία Μου».

«Οι άλλοι μπορεί βέβαια, να του εκφράσουν τις αμφιβολίες τους, όμως όποιος ακούσει τον ήχο της φωνής Μου αποκλείεται πια να αμφιβάλει».

Δεν πρέπει όμως από τα παραπάνω να συνάγει κάποιος το συ­μπέρασμα ότι οπωσδήποτε ο ακουόμενος εσωτερικά Λόγος ηχεί πιο δυνατά από καθετί άλλο σε κάθε περίπτωση, δεδομένου ότι σε μία άλλη αποκάλυψη λέγεται: «θα μιλήσω σιγανά και απαλά μεσ’ στην ανθρώπινη καρδιά…» Επομένως υπάρχουν διαβαθμίσεις στην ένταση του ήχου του Λόγου που εξαρτώνται αφενός μεν από την αγάπη του λήπτη αλλά επίσης από τις συνθήκες και το περιβάλλον όπου αυτός βρίσκεται την ώρα της ακρόασης του Λόγου. Έτσι λέ­γεται σε άλλα σημεία:

«Όποιος κατορθώσει να σβήσει κάθε εγκόσμια σκέψη και να συγκεντρωθεί, σύντομα θα ακούσει σιγανά λόγια μέσα στην καρδιά του. Τούτο γίνεται όλο και πιο καθαρά όσο προχωράει η αποδέσμευση της ψυχής από το σώμα, όσο περισσότερο δηλαδή η ψυχή τείνει προς το βασίλειο απ’ όπου προέρχεται ο Λόγος Μου, όπου βρίσκομαι Εγώ ο Ίδιος».

«…Δεχθείτε το Λόγο Μου ως την πιο καθαρή αλήθεια και κατα­λάβετε ότι είμαι Εγώ η Πηγή αυτών που λαμβάνετε υπό μορφή υ­παγόρευσης.

Παρατηρείστε για παράδειγμα τον τρόπο που γίνεται η καταγρα­φή, κατά την οποία παρουσιάζεται η μία λέξη μετά την άλλη χωρίς να έχει σχηματιστεί προηγουμένως μία πρόταση στις σκέψεις σας. Το χαρακτηριστικό αυτό θα πρέπει να διώχνει κάθε αμφιβολία, ε­άν ενδεχομένως σας καταλάβουν τέτοιες αμφιβολίες. Η διανοητική δραστηριότητα δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτή τη μορφή γραφής, αφού όταν σκέφτεται κανείς, ως επί το πλείστον οι στοχασμοί του ακολουθούν τη μία εκείνη κατεύθυνση που τους υπαγορεύει η βούλησή του. Κι αυτό σημαίνει με άλλα λόγια ότι πρώτα επιλέγει από μόνος του ένα θέμα και στη συνέχεια το επεξεργάζεται ενδελεχώς με το μυαλό του.

Αντίθετα, σε μία πνευματική υπαγόρευση, μία αυθεντική αποκά­λυψη από τα ύψη, αποκλείεται να αναπτύξει δικές του σκέψεις αυ­τός που την καταγράφει, για το λόγο ότι το θέμα τού είναι άγνωστο, αφού του γνωστοποιείται για πρώτη φορά όταν αρχίζει η υπαγό­ρευση».

 

 

Ποιος μπορεί να ακούσει τον εσωτερικό Λόγο;

Οι προϋποθέσεις για να ακούσει κάποιος το Λόγο του Θεού να ηχεί μέσα στην καρδιά του έχουν δοθεί άνωθεν με αυτά τα λόγια:

«Εκείνος που κρατάει τις εντολές Μου και τις εκτελεί, αυτός Με αγαπάει και αυτός που Με αγαπάει θα αγαπηθεί από τον Πατέρα Μου κι εγώ θα τον αγαπήσω και θα του φανερώσω τον εαυτό Μου».

Κατά Ιωάννη 14, 21

«Έτσι μίλησε ο Κύριος σε μένα εντός μου για να τα ακούσει ο καθένας και είναι αληθινό, αξιόπιστο και βέβαιο: “Όποιος θέλει να μιλήσει μαζί Μου, ας έλθει σε Μένα, κι Εγώ θα βάλω την απά­ντηση Μου μεσ’ στην καρδιά του. όμως μόνο όσοι είναι αγνοί, με την καρδιά γεμάτη ταπεινοσύνη, θα ακούσουν και τον ήχο επίσης της φωνής Μου”».

Γιάκομπ Λόρμπερ «Θεία Οικονομία»

«Πρόθεση Μου είναι να τους παρακινήσω σε όλο πιο εντατική δραστηριότητα. Για να ακούσουν όμως τον ήχο της φωνής Μου πρέ­πει η πίστη τους να έχει γίνει τόσο ισχυρή που να πιστεύουν άνευ ό­ρων στην ενέργειά Μου, να έχουν διδαχθεί ήδη από τη φωνή του Πνεύματος και να έχουν αναγνωρίσει ότι είναι η δική Μου φωνή. Γιατί δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση ο ηχηρός εσωτερικός Λό­γος να εξαναγκάσει κάποιον να πιστέψει, απεναντίας αποτελεί την επιβράβευση μίας σθεναρής πίστης. Είναι μάλιστα αυτό που αξίζει να επιδιώκει κανείς στη Γη πάνω απ’ όλα, μια και προσφέρει απαράβλητη ευδαιμονία στον άνθρωπο, αφού και μόνο η σκέψη του τον κάνει απρόσβλητο απέναντι στους οποιασδήποτε μορφής γήι­νους πόνους και δεινά».

«Τη φωνή Μου θα την ακούτε πάντοτε, φτάνει να Μου παραδί­δετε τον εαυτό σας και να αφουγκράζεστε με προσοχή στο εσωτε­ρικό σας με τον πόθο να ακούσετε το Λόγο Μου. Σας έχω δώσει ε­πανειλημμένα τη διαβεβαίωση αυτή και δεν στερώ σε κανέναν την προσφορά της χάρης Μου, εφόσον την επιθυμείτε με όλη σας την καρδιά.

Όσο όμως δεν ακούγεται ακόμη ο ήχος της φωνής Μου μέσα σας, αλλά σας αγγίζει μόνο υπό τη μορφή σκέψεων -και άρα απαιτεί τέ­λεια αυτοσυγκέντρωση και απομόνωση από τον κόσμο- εξαρτάται από σας αποκλειστικά το εάν την αντιλαμβάνεστε…

Προσπαθείτε ακούραστα να βυθιστείτε στο εσωτερικό σας και μέσα στη σιγή να αφουγκρασθείτε τη φωνή της καρδιάς. Έτσι θα νικήσετε σίγουρα, εάν το θέλετε και εάν ο πόθος σας για Μένα εί­ναι ακαταμάχητος».

«Ο Λόγος Μου ηχεί μεν αδιάκοπα, όμως για. να γίνει κάποιος ι­κανός να τον ακούσει πρέπει πρώτα να εναρμονίσει την πορεία του στη ζωή με τη βούλησή Μου. Δεν είναι δυνατό να τον ακούσει ό­ποιος δεν επιδιώκει να αποκτήσει αυτή την ικανότητα ή όταν δεν πιστεύει καν ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει μαζί Μου εσωτερικά. Κανείς πρέπει να διαπλάσει από μόνος του τον εαυτό του για να γίνει δέκτης και, αφού εκπληρώσει πρώτα ό­λες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, θα μπορέσει να συλλάβει στις σκέψεις Μου, που εκχέονται αδιάκοπα στην απεραντοσύνη και να τις κατανοήσει. Τότε το αισθάνεται ζωντανά ότι του μιλώ Εγώ προ­σωπικά και την κάθε Μου λέξη τη νιώθει σαν τροφή για την ψυχή του που του προσφέρει η αγάπη Μου και στο εξής αναζητάει πά­νω από όλα αυτόν τον ουράνιο άρτο για να τραφεί».

«Άρα δεν είναι σωστός ο ισχυρισμός ότι μιλώ μόνο σε συγκεκρι­μένα άτομα, διότι ο Λόγος Μου ηχεί αιώνια και επ’ άπειρον στο πνευματικό βασίλειο και μπορεί να τον ακούσει ο καθένας, είτε βρί­σκεται ακόμη στη Γη είτε στον άλλο κόσμο».

«Βέβαια θα είναι πάντα δύσκολο για τον άνθρωπο να αποκοπεί τελείως από τον κόσμο, ωστόσο η φωνή Μου ηχεί τόσο καθαρότε­ρα όσο λιγότερες εγκεφαλικές εντυπώσεις, προερχόμενες από τα γήινα, βαραίνουν την καρδιά.

Άμα η καρδιά αδειάσει τελείως, τότε μπορεί να εισρεύσει ανε­μπόδιστα το ρεύμα των δικών Μου σκέψεων και αυτό θα το αντι­ληφθείτε κι εσείς επίσης ως μία συνεχόμενη ομιλία, ως εισροή του Πνεύματος Μου στο εσωτερικό σας, ως άμεσα δικό Μου λόγο που τον ακούτε καθαρά σαν έναρθρα λόγια. Όσο πιο πολύ αντιστέκεστε επομένως στις γήινες σκέψεις τόσο καθαρότερα ακούτε τη φω­νή Μου. Και αυτό απαιτεί μία διαρκή πάλη με τον εξωτερικό κό­σμο, γιατί ο αντίπαλος Μου τον κάνει να παρεμβάλεται συνεχώς, με σκοπό να διαταράξει τον εγκάρδιο διάλογο μεταξύ Πατέρα και παιδιού. Όμως αυτό μπορείτε να το εμποδίσετε, εάν δεν υποχωρείτε και εάν απωθείτε όλες τις σκέψεις που σας αγγίζουν από την πλευρά του κόσμου ζητώντας αστραπιαία από Μένα με τις σκέ­ψεις σας να σας απαλλάξω από αυτή την παρεμβολή. Εγώ θα λά­βω τότε υπόψη Μου την επιθυμία σας και θα σας προστατεύσω α­φού η θέλησή σας είναι αφιερωμένη αποκλειστικά σε Μένα.

Κατά συνέπεια, τη φωνή Μου δικαιούνται να την ακούσουν μο­νάχα εκείνοι που κατορθώνουν να αποκοπούν από τον κόσμο, επει­δή γι’ αυτούς τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να Με υποκαταστήσει. γιατί έχουν αναγνωρίσει ότι είμαι ο προαιώνιος Πατέρας σας που θέλει να γίνετε παιδιά Του και δεν σας εγκαταλείπει μέχρι να πετύχει το σκοπό του».

«Το περιεχόμενο όμως είναι το μόνο που έχει σημασία, γι’ αυτό και Εγώ προκειμένου να μεταδώσω στη Γη την καθαρή αλήθεια, που είναι το πολυτιμότερο περιεχόμενο ενός σκεύους, επιλέγω για το σκοπό Μου αυτό τελείως αφανή σκεύη, δηλαδή ταπεινούς, άση­μους εργάτες. Μία προϋπόθεση ωστόσο πρέπει να είναι δεδομένη, συγκεκριμένα το να διαθέτουν μία ισχυρή θέληση. Γιατί πρέπει να υπερασπιστούν τον πνευματικό πλούτο τους απέναντι στις επιθέ­σεις του αντιπάλου Μου και συνεπώς να Μου είναι απόλυτα αφο­σιωμένοι ώστε να παίρνουν συνεχώς δύναμη από Μένα, προκειμέ­νου να εκπληρώσουν το καθήκον τους. Και επειδή ταυτόχρονα με την αλήθεια τους δίνεται επίσης η ικανότητα κρίσης, είναι πάντοτε σε θέση να διακρίνουν τις λανθασμένες διδασκαλίες και να αντιπα­ραθέσουν απέναντι τους την αμιγή αλήθεια’ και μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να διαδοθεί στη Γη μία αλήθεια που έχει εκπορευτεί απευθείας από Μένα».

«Η αληθινή γνώση από τα ύψη δεν μπορεί να μεταβιβαστεί πά­ντα στη γη, επειδή για κάτι τέτοιο χρειάζεται μια εντελώς ουδέτερη καρδιά που να μην επηρεάζεται από οποιαδήποτε διδασκαλία. Έ­τσι δεν θα προβάλει αντιστάσεις λόγω της προσκόλλησης της στα προσωπικά της πιστεύω, τα οποία αντίκεινται στην αλήθεια. Απα­ραίτητη προϋπόθεση δηλαδή είναι να αποδέχεται ανεπιφύλακτα ό­λα όσα της προσφέρονται από ψηλά.

Για το λόγο αυτό δεν πρέπει να είναι κανείς δεμένος με μια γνώ­ση, την οποία διδάχτηκε έξωθεν και η οποία δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Γι’ αυτό άλλωστε σπάνια είναι δυνατό να ενεργήσει το Πνεύμα με αυτή τη μορφή, δεδομένου ότι ως επί το πλείστον οι πνευματικοί αναζητητές έχουν ήδη ενταχθεί σε ένα συγκεκριμένο ρεύμα, ενώ όσοι δεν ανήκουν σε ένα πνευματικό χώρο, σπάνια ανα­ζητούν την αλήθεια, αντίθετα ως επί το πλείστον δεν έχουν καμία απολύτως πίστη. Αλλά η βασική προϋπόθεση για να μπορέσει να ε­νεργοποιηθεί το Πνεύμα Μου σε έναν άνθρωπο είναι ακριβώς αυ­τή η πίστη σε Μένα και στην ενέργειά Μου».

Ο Λόγος του Θεού ακούγεται στην καρδιά ή στο κεφάλι;

Μετά από όσα προηγήθηκαν η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να είναι σαφής. Για χάρη της ακρίβειας όμως ας ακούσου­με μία σχετική υπαγόρευση στην Ντούντε:

«Ο αντίπαλος Μου δεν μπορεί να κάνει να γεννηθεί το παραμι­κρό μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Το μόνο που μπορεί είναι να του αφυπνίσει ή να ανακαλέσει στη μνήμη του σκέψεις που υπάρ­χουν ήδη σε λανθάνουσα κατάσταση στο ασυνείδητο. Πρόκειται για σκέψεις που έχουν ήδη εντυπωθεί στον εγκέφαλο εξ αφορμής εξω­τερικών γεγονότων ή εξαιτίας στοχασμών που προέκυψαν ως καρ­ποί κάποιων εμπειριών ή επίσης εξαιτίας ορισμένων γνώσεων που απέκτησε από ένα εξωτερικό φορέα.

Επομένως πρέπει να υπάρχει εκ των προτέρων κάτι μέσα στον άνθρωπο που να διεγείρεται από τον αντίπαλο ο οποίος, όπως εί­ναι ευνόητο, θα του επαναφέρει στη μνήμη τον μόνο οτιδήποτε τον εξυπηρετεί στην επιδίωξη του να τον απομακρύνει από Μένα και άρα δεν πρόκειται ποτέ να επιδράσει πάνω του κατά τρόπο σύμ­φωνο με τη βούληση Μου. Η χαρισματική ενέργεια του Πνεύματος αντίθετα φέρνει στο φως γνώσεις που δεν είχε αποκτήσει ποτέ ο άν­θρωπος στο παρελθόν και που δεν μπορούν ποτέ να του μετα­φερθούν από μία εξωτερική πηγή, εκτός εάν τις πληροφορηθεί μέ­σω κάποιου άλλου που τις απέκτησε με τη χάρη του Αγίου Πνεύμα­τος».

«Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύ­μα που μας δόθηκε γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας».

Επιστολή προς Ρωμαίους 5, 5

«Παρακαλώ τον Θεό να ενισχύσει πλουσιοπάροχα και δυναμικά με το Πνεύμα του τον εσωτερικό σας άνθρωπο, να κατοικήσει ο Χριστός στις καρδιές σας με την πίστη».

Επιστολή προς Εφεσίους 3, 16-17

Πώς μπορεί να είναι βέβαιος κάποιος ότι ακούει τη φωνή του Θεού;

Η Ισπανίδα μυστικίστρια Τερέζα της Άβιλα μιλώντας από ιδία εμπειρία έγραφε σχετικά: «Συχνά με καταλάμβανε μία αμφιβολία ώστε δεν πίστευα αυτά που είχα ακούσει παρά νόμιζα ότι είχα πέ­σει θύμα αυταπάτης. Τούτο όμως συνέβαινε πάντα μετά την ομιλί­α του Θεού, γιατί όσο διαρκεί είναι αδύνατο να υπάρξει η παρα­μικρή αμφιβολία.

…΄Οταν ο Θεός αποκαλύπτει κάτι σε μία ψυχή τα λόγια του εκπλη­ρώνονται. Έχω πειστεί γι’ αυτό απόλυτα από πάρα πολλές περιπτώ­σεις, έστω κι αν πέρασαν δύο ή τρία χρόνια μέχρι να επαληθευθεί η πρόρρηση. πάντως μέχρι τώρα κάθε λέξη έχει αποδειχτεί αληθινή.

…Ένα άλλο γνώρισμα, και μάλιστα το πιο σίγουρο από όλα, εί­ναι ότι ο “μονόλογος”, (σ.τ.μ. δηλαδή ένα είδος αυθυποβολής που ξεκινά από το μυαλό), δεν αφήνει καμία επίδραση, ενώ τα λόγια του Κυρίου σού μεταδίδουν ταυτόχρονα δύναμη. Εάν αυτά που α­κούει κανείς είναι από το διάβολο, τότε όχι μόνο δεν αφήνουν κα­μία καλή επίδραση, αλλά του κάνουν επιπλέον κακό. Όμως κάτι τέτοιο δεν μου συνέβη περισσότερο από δύο ή τρεις φορές και ο Κύριος μου φανέρωσε αμέσως μετά ότι μου είχε μιλήσει ο εχθρός μας. Εκτός από τη μεγάλη πνευματική ξηρασία που απομένει ως αί­σθηση στην ψυχή, της προκαλείται επίσης μία αναστάτωση, η οποία είναι παρόμοια με αυτήν που είχα περάσει κάθε φορά που ο Κύριος επέτρεπε να με βρουν μεγάλοι πειρασμοί και διαφόρων ειδών ψυχι­κές δοκιμασίες, που συχνά με βασανίζουν ακόμη και τώρα. Είναι μία ανησυχία που δεν ξέρεις από πού προέρχεται. Η ψυχή δίνει την εντύ­πωση ότι παλεύει με κάτι. Νιώθει σύγχυση και κατάθλιψη χωρίς να ξέρει το γιατί, καθώς αυτά που της λέει ο διάβολος δεν είναι εμφα­νώς κακά, απεναντίας φαίνονται καλά… Όταν μιλά ο διάβολος στην ψυχή, δεν της αφήνει καμία τρυφερή αίσθηση. Αντίθετα είναι σαν τρομαγμένη και νιώθει μεγάλη δυσφορία».

Στη συνέχεια ο λόγος θα δοθεί σε μία άλλη μεγάλη μορφή, το με­γάλο Γερμανό μυστικιστή Θωμά τον Κεμπέσιο (1380 – 1471) που το έργο του «Η μίμηση του Χριστού», μεταφρασμένο σε ενενήντα γλώσσες, θεωρείται το πιο διαδεδομένο βιβλίο στον κόσμο μετά τη Βίβλο. Από το βιβλίο αυτό ακολουθούν σχετικά αποσπάσματα:

  1. Ο Ιησούς μιλά στο άβατο της ψυχής που πιστεύει.

«Ο άνθρωπος: Θέλω να ακούσω τι λέει ο Κύριος και Θεός μου μέσα μου: Μακάρια η ψυχή που ακούει τον Κύριο να μιλά εντός της και ακούει το λόγο της παρηγοριάς από το στόμα του. Μακάριος ό­ποιος ακούει το απαλό θρόισμα του Θεού και δεν ακούει τίποτα από τους ψιθυρισμούς του κόσμου αυτού. Είναι αληθινά μακάριος όποιος δεν δίνει σημασία στην ηχώ που έρχεται απ’ έξω, παρά μόνο στην αλήθεια που διδάσκει από μέσα.

Μακάριος όποιος έχει μάτια κλειστά για τα εξωτερικά πράγμα­τα, μα ανοιχτά για τα εσωτερικά. Μακάριοι οι άνθρωποι που διεισδύουν στο Αιώνιο και προσπαθούν με καθημερινές ασκήσεις να γίνουν πιο άξιοι να συλλάβουν τα μυστικά του ουρανού. Μακά­ριοι όσοι ποθούν να απαλλαγούν από όλα τα εμπόδια του κόσμου και να αφιερωθούν ολοκληρωτικά στον Θεό τους.

Κατάλαβε το καλά αυτό ψυχή μου και κλείσε τις κερκόπορτες του αισθησιασμού σου για να μπορείς να ακούς τι λέει μέσα σου ο Κύριος, ο Θεός σου.

Αυτό λέει ο Κύριος, ο αγαπημένος σου: Εγώ είμαι η σωτηρία σου, Εγώ είμαι η ειρήνη σου, Εγώ είμαι η ζωή σου. Κρατήσου γερά α­πό Μένα και θα βρεις την ειρήνη! Ξέχασε όλα τα εφήμερα, ανα­ζήτησε το Αιώνιο!

  1. Η αλήθεια μιλάει στο εσωτερικό μας χωρίς να ακούγεται θόρυ­βος από λόγια

«Ο άνθρωπος: Μίλησε, Κύριε, ο δούλος σου σε ακούει. Δώσε μου κατανόηση για να καταλαβαίνω τις μαρτυρίες σου. Κλίνε την καρδιά μου στα λόγια του στόματος σου. Δρόσισε την ψυχή μου σαν την πρωινή δροσιά.

Κάποτε είπαν στο Μωυσή τα τέκνα του Ισραήλ (Έξοδος 20, 19): Μίλησε εσύ σε μας και θα σε ακούσουμε, όμως μη μας μιλήσει ο Κύριος για να μην πεθάνουμε.

Εγώ δεν προσεύχομαι έτσι Κύριε, όχι έτσι. Προσεύχομαι πιο πο­λύ όπως προσευχόταν ο προφήτης Σαμουήλ (Σαμουήλ Α’ 3, 9) με την ταπεινοφροσύνη του και τον έντονο πόθο του.

Μίλησε, Κύριε, ο δούλος σου σε ακούει. Δεν θέλω να μου μιλή­σει ο Μωυσής ούτε κανένας άλλος προφήτης. Εσύ μόνο, Θεέ μου, μίλησε μου γιατί συ είσαι το φως που φωτίζει όλους τους προφή­τες, εσύ είσαι το Πνεύμα που μίλησε σε όλους τους προφήτες. Εσύ μπορείς χωρίς αυτούς να με καθοδηγήσεις, εκείνοι όμως δεν μπο­ρούν να κάνουν τίποτα χωρίς εσένα.

Τούτοι μπορούν να λένε μεγαλόπνοα λόγια μα το πνεύμα δεν μπορούν να το δώσουν. Είναι ευχάριστα στο αυτί αυτά που λένε μα η καρδιά του ακροατή μένει ψυχρή εάν δεν μιλήσεις κι εσύ μα­ζί. Τούτοι διδάσκουν το γράμμα μα το νόημα το φανερώνεις εσύ. Τούτοι μιλούν για μυστήρια μα το κλειδί τους το κρατάς εσυ. Μονάχα εσύ ανοίγεις ό,τι είναι κλειστό και απόκρυφο.

Γι’ αυτό, δεν θέλω να μου μιλήσει ο Μωυσής, αλλά εσύ Κύριε και Θεέ μου, μίλησέ μου εσύ Αιώνια Αλήθεια, για να μην ξεραθώ σαν το άκαρπο το δέντρο και για να μην πεθάνω μέσα στην αμαρτία, ας με πυρπολήσει ο Λόγος από μέσα μου. Μίλησε εσύ σε μένα για να μη γίνει η καταδίκη μου ο Λόγος που άκουσα αλλά δεν εφάρ­μοσα, που τον αναγνώρισα αλλά δεν τον αγάπησα, που τον πίστε­ψα αλλά δεν τον εκτέλεσα. Μίλησε λοιπόν εσύ Κύριε, διότι συ έ­χεις λόγια της αιώνιας ζωής».

«Ο Κύριος: Εγώ είμαι, λέει ο Κύριος, που δίδαξα εξαρχής τους προφήτες και μέχρι τώρα ακόμη δεν παύω να μιλώ σε όλους τους ανθρώπους. Αλλά πολλοί δεν έχουν παρά κουφά αυτιά και κλει­στές καρδιές για το Λόγο Μου».

 

Ψευδόχριστοι, ψευδοπροφήτες και αυτόκλητοι διδάσκαλοι

«Θα εμφανιστούν μετά από Μένα πολλοί ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες, όμως μην τους πιστεύετε ακόμη και όταν κάνουν ση­μεία και θαύματα (Ματθαίος 24, 11 & 23-26). Από τότε που ήμουν στη Γη σάς είχα ήδη προφητέψει όσα θα μηχανεύονταν στη συνέ­χεια εκείνοι που διαστρέβλωσαν την καθαρή διδασκαλία Μου αυτοπαρουσιαζόμενοι σαν σωτήρες του κόσμου. Έκαναν κήρυγμα φο­ρώντας το μανδύα της ευσέβειας αλλά στην πραγματικότητα ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από δικοί Μου ακόλουθοι. Γιατί δεν τους πα­ρακινούσε η αγάπη για Μένα και τον διπλανό τους, παρά το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η εξουσία. Παντού όπου εμφανίστηκαν ψεύτικοι χριστοί και προφήτες ο σκοπός που επιδίωκαν απείχε παρασάγγας από αυτό που ήταν η δική Μου θέληση. Στα κηρύγματά τους βέβαια μιλούσαν για αγάπη, όμως οι ίδιοι δεν προσπαθούσαν να τα εφαρμόσουν και γι’ αυτό τα λόγια τους έχαναν σε δύναμη και αλήθεια. Έτσι δεν μπορούσαν να είναι αληθινοί προφήτες ούτε να Με διδάσκουν σωστά στους συνανθρώπους τους, μολονότι καπηλεύονταν συνέχεια το όνομά Μου και ήθελαν μονίμως να Με χρη­σιμοποιούν ως προκάλυμμα για να πετύχουν το σκοπό τους.

Μετά από αυτά ακολούθησε αναγκαστικά μια περίοδος πλήρους σύγχυσης και πλάνης, δεδομένου ότι ακόμη και εκείνοι οι άνθρωποι που είχαν καλύτερη θέληση δεν Με γνώριζαν πια σωστά. Διότι δεν ήταν πια το δικό Μου πνεύμα σε αυτά που έλεγαν οι κήρυκες του Ευαγγελίου, αφού στη θέση του ήταν ένα κοσμικό πνεύμα που κυ­ριαρχούσε τώρα πια στους ανθρώπους, αντί να τους οδηγεί με αγά­πη σε Μένα από το σωστό δρόμο σε αρμονία με τη βούληση Μου.

Το πνεύμα του αντίχριστου ήταν ήδη κυρίαρχο και ήταν ολοφά­νεροι οι καρποί της δράσης του: διαστρέβλωση της διδασκαλίας Μου για την αγάπη, αρχομανία, αλαζονεία, μισαλλοδοξία απένα­ντι σε αυτούς που ζούσαν εναρμονισμένοι με τη βούλησή Μου και γι’ αυτό μπορούσα να τους αποκαλύπτω τον Εαυτό Μου. Όμως οι αποκαλύψεις αυτές δεν είχαν καμία αξία για τους κατ’ επίφασιν κήρυκες και έτσι τις απαγόρευσαν, επειδή υπέσκαπταν τα θεμέλια του οικοδομήματος που είχε χτιστεί από ανθρώπινα συμφέροντα και επιπλέον, οι αποκαλύψεις αυτές έλεγαν την καθαρή αλήθεια που εκείνοι δεν μπορούσαν να ανεχτούν. Διότι εκείνοι ζούσαν για τον κόσμο και οι επιδιώξεις τους ήταν εγκόσμιες. Ωστόσο όποιος α­ποστρεφόταν τον κόσμο και στρεφόταν με ειλικρινή διάθεση σε Μέ­να σύντομα αναγνώριζε την πλάνη και τον κίνδυνο που σήμαινε αυ­τή για την ανθρωπότητα. Όποιος δεν αναγνωρίζει την πλάνη είναι υπόδουλος του κόσμου και συνεπώς εκείνου επίσης που κυβερνά τον κόσμο, που είναι αντίπαλος Μου και θέλει να καταστρέψει τους ανθρώπους.

Θα παρουσιαστούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες και όποιος δεν βρίσκεται στην αλήθεια έχει πέσει θύμα ενός ψευδόχριστου. για­τί αφήνει να τον εξαπατήσουν τα φαινομενικά θεϊκά λεγόμενά του που δεν περιέχουν καμία αλήθεια, αφού ο ίδιος ο διδάσκαλος δεν έχει αγάπη και άρα ούτε και την αλήθεια. Παρ’ όλα αυτά αυτοπαρουσιάζεται ως εκπρόσωπος Μου και μοιράζει στους ανθρώπους πρόσκαιρες και αιώνιες καταδίκες. Αυτός είναι ένας προφήτης με την κακή έννοια, για το λόγο ότι διαστρεβλώνει τη διδασκαλία της αγάπης. Η μαρτυρία που δίνει στους ανθρώπους για Μένα είναι ψεύτικη γιατί Εγώ δεν είμαι Θεός της οργής αλλά της αγάπης. Δεν μιλάει την αλήθεια κι ούτε μπορεί να τη μιλήσει, αφού ούτε ο ίδιος δεν την κατέχει· και επιπλέον διδάσκει τους ανθρώπους λάθος δια­παιδαγωγώντας τους ωστόσο να πιστεύουν ότι έχουν στην κατοχή τους τη μοναδική αλήθεια.

Η επισήμανσή Μου αυτή για τους ψεύτικους χριστούς και προφή­τες αφορά κυρίως τους διδασκάλους που μεταδίδουν την πλάνη στους συνανθρώπους τους, διότι παρ’ όλο που μιλούν εν ονόματί Μου δεν μαρτυρούν την αλήθεια για Μένα.

Γι’ αυτό θα ρίξω φως στις ασυδοσίες τους και θα στιγματίσω τις πλανερές διδασκαλίες τους. Θέλω να βοηθήσω εκείνους που είναι καλής θέλησης να αναγνωρίσουν την αλήθεια. Θα στείλω φορείς του φωτός που θα είναι εξουσιοδοτημένοι να μιλούν επ’ ονόματι Μου διότι τους επιλέγω Εγώ ο Ίδιος. Τούτοι είναι πράγματι άξιοι να μι­λήσουν στο όνομά Μου, δεδομένου ότι τους διδάσκω Εγώ προσω­πικά.

Θα αναγνωρίζονται εύκολα ότι είναι οι αληθινοί απεσταλμένοι Μου και όποιος είναι καλοπροαίρετος και μισεί το ψέμα δεν θα μπορεί να τους χαρακτηρίσει ψευδοπροφήτες.

Μονάχα όποιος επιμένει θεληματικά στην πλάνη δεν θα τους ανα­γνωρίσει και θα τους κατηγορήσει σαν απεσταλμένους τον Σατανά, επειδή αυτός ο ίδιος φοβάται την αλήθεια.

Ο κόσμος βαδίζει προς το τέλος του και γι’ αυτό οι ψεύτικοι προ­φήτες θα πληθαίνουν, αλλά το ίδιο και οι απεσταλμένοι Μου που θα τους αντιμάχονται, έτσι ώστε να μπορούν οι άνθρωποι να ανα­γνωρίσουν την αξία των μεν και των δε, εάν θέλουν βέβαια να κά­νουν αυτό τον έλεγχο.

Όπου γίνεται λόγος για ψεύτικους μεσσίες και προφήτες πρέπει να υπάρχουν επίσης και αληθινοί, οι οποίοι αναγνωρίζονται εύκο­λα διότι φέρνουν στους ανθρώπους φως και προαναγγέλλουν την κρίση που θα έρθει στο τέλος. Αντίθετα οι ψεύτικοι μπερδεύουν τους ανθρώπους και τους διδάσκουν να ζουν όχι σύμφωνα με τη θέληση Μου, αλλά μόνο για την προσωπική τους ευχαρίστηση. Οι αληθινοί προφήτες κηρύσσουν το Λόγο Μου στην αμιγή μορφή του, οι ψεύ­τικοι τον καπηλεύονται μεν, όμως αποβλέπουν διαρκώς σε γήινους στόχους και προσπαθούν να αποκτήσουν οφέλη, εξουσία και πλού­το.

Όποιος λαμβάνει κάτι από Μένα το δίνει στους συνανθρώπους του δωρεάν δίχως να απαιτεί κάποια ανταμοιβή, αλλά όποιος ζη­τάει να αμειφθεί γι’ αυτά που μοιράζει δεν τα έχει λάβει από Μέ­να. Αυτό είναι επίσης ένα γνώρισμα που ξεχωρίζει τους ψεύτικους μεσσίες και προφήτες, διότι τα πνευματικά αγαθά είναι ανεκτίμη­τοι θησαυροί που δεν επιτρέπεται ποτέ να αποτιμώνται με γήινες αξίες και έτσι γίνονται καταδίκη για όποιον δέχεται να πληρωθεί για την αξία τους. Διότι κάθε δωρεά οφείλει να δίνεται με αγάπη, πόσο μάλλον τα πνευματικά δώρα που έχει προετοιμάσει η αγάπη Μου για τους ανθρώπους και δεν παύει να τους στέλνει προκειμέ­νου να γίνουν μακάριοι».

Στους κινδύνους από τις μεταδόσεις σε διάμεσα αναφέρεται η ε­πόμενη διδασκαλία στην Μπέρτα Ντοΰντε της 5.2.1956:

«Σε σας τους ανθρώπους μεταφέρονται πολλά που μεταδόθηκαν πνευματιστικά από τον άλλο κόσμο σε γήινα διάμεσα και προβάλ­λουν τον ισχυρισμό ότι είναι αλήθεια. Και έτσι συχνά υπερασπίζε­στε με πίστη ορισμένες διδασκαλίες, επειδή είσαστε πεπεισμένοι ό­τι δεν είναι δυνατόν να είναι λάθος όσα διδάσκεστε από εκείνον τον κόσμο. Αλλά ακριβώς τέτοιες διδασκαλίες μπορούν να αποδειχτούν πολύ αρνητικές για σας διότι τότε δεν είσαστε πια ικανοί να λάβε­τε την αγνή αλήθεια.

Έχετε πάντοτε υπόψη σας πως κάθε μετάδοση που δίνεται σε έ­να ψυχικό άτομο από τον κόσμο των πνευμάτων επιβάλλει άκρα προσοχή. γιατί σπάνια μόνο η ατμόσφαιρα που τον περιβάλλει εί­ναι τόσο καθαρισμένη, τόσο διαπερατή από το φως, ώστε να μην έ­χουν δυνατότητα να παρεισφρύσουν αντίπαλες δυνάμεις. Γιατί μόνο όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές υπάρχει η δυνατότητα να μεταδοθεί ανόθευτη η αλήθεια και διαμέσου της πνευματιστικής επίσης οδού, όμως οι άνθρωποι στο περιβάλλον τού διαμέσου επη­ρεάζουν και αυτοί επίσης με τις σκέψεις τους τις ανακοινώσεις που γίνονται.

Ο ίδιος ο δέκτης τους έχει παραιτηθεί από την ατομική του βού­ληση και κυριαρχείται από μία ξένη. Μόνο η απόλυτη καθαρότητα στο περιβάλλον του κρατά μακριά κάθε κακό πνεύμα. Μόλις όμως ένας που συμμετέχει στον κύκλο αυτό αφήσει να αναδυθεί από μέ­σα του μία λανθασμένη σκέψη την οποία υποστήριζε ως εκείνη την ώρα, ελκύει την ίδια στιγμή τα όντα εκείνα που θέλουν να ενισχύ­σουν την πλάνη του. Γιατί τότε αποκτούν κι εκείνα επίσης πρόσβα­ση στον κύκλο αυτό, πράγμα που δεν μπορεί να συμβεί όταν όλοι ανεξαίρετα οι παριστάμενοι εμφορούνται από την ίδια επιθυμία να κατέχουν την απόλυτη αλήθεια και παραδίδονται ολοκληρωτικά στον Θεό και στον κόσμο του φωτός. Αλλά εάν υπάρχει μια τέτοια ομόθυμη θέληση τότε σύντομα όλοι αυτοί θα αρνηθούν να διδάσκο­νται διαμέσου της πνευματιστικής οδού, δεδομένου ότι θα απευθύ­νονται πλέον συνειδητά στον Θεό για να τους διαφωτίσει και να τους δώσει την αλήθεια. Έτσι δεν είναι πια αναγκαία η αναστολή της βούλησης του διάμεσου ούτε η ύπνωσή του, για το λόγο ότι ο Θεός σίγουρα ικανοποιεί μία τέτοια σοβαρή παράκληση για παροχή της αλήθειας, οπότε επιλέγει από τον κύκλο αυτό έναν υπηρέτη που να μπορεί να λάβει το Λόγο Του σε συνειδητή κατάσταση.

…Αυτός ο Ίδιος εκχύει το Πνεύμα Του στις καρδιές των ανθρώ­πων που διαμορφώνονται από μόνοι τους σε σκεύη κατάλληλα να δεχτούν τη ροή του Πνεύματος. Η διαμόρφωση αυτή είναι ένα συ­νειδητό έργο, είναι μία καλλιέργεια της ψυχής, μια μεταμόρφωση της φύσης σε αγάπη, η οποία αγάπη είναι η προϋπόθεση για να δο­θεί η χάρις της πνευματικής ενέργειας. Ένα διάμεσο όμως μπορεί να λάβει μία μετάδοση ακόμη και χωρίς να έχει πραγματοποιήσει μία τέτοια μεταμόρφωση του εαυτού του, αρκεί να παραιτηθεί α­πό την προσωπική του βούληση και να δεχτεί να το καταλάβει μία ξένη βούληση, αυτή ενός πνεύματος. Η ποιότητα δε αυτής της ξέ­νης βούλησης καθορίζεται από την ψυχική ωριμότητα του ίδιου του διάμεσου και του περίγυρού του.

Κάθε πνευματικά αφυπνισμένο άνθρωπο τον πλημμυρίζει αδιά­κοπα η βαθύτατη επιθυμία να γνωρίζει την αλήθεια, γι’ αυτό αντι­δρά απέναντι στις πνευματιστικές μεταδόσεις, επειδή έχει επίγνω­ση του κινδύνου που ενέχουν. Γι’ αυτό ένα διάμεσο που έχει ήδη έ­να υψηλό βαθμό ωριμότητας θα γίνει σύντομα ικανό να λάβει συνειδητά τα μηνύματα από τις φωτεινές οντότητες, τα οποία δεν πρόκειται ποτέ να αντιφάσκουν με τον καθαρό Λόγο του Θεού που αναβλύζει από την Πηγή της Ζωής που έχει δώσει ο Ίδιος. Επομέ­νως, να είσαστε προσεκτικοί όταν ανακαλύπτετε αντιφάσεις και να ελέγχετε την προέλευση των διδασκαλιών που αντιφάσκουν μετα­ξύ τους.

Και εφόσον είναι η επιθυμία σας να στέκεστε στην αλήθεια, τότε θα πετύχετε πράγματι να αποκτήσετε διαύγεια· αρκεί να ζητήσετε από τον Ίδιο τον Θεό τη συνδρομή Του και να Του μεταφέρετε κά­θε αμφιβολία ή ερωτηματικό που σας απασχολεί. Αλλά πρέπει να το θέλετε επίσης να διδάσκεστε πάντοτε σωστά, ώστε να μπορείτε να υποστηρίζετε με πεποίθηση τη δική Του διδασκαλία και τη δι­κή Του, μία και μοναδική αλήθεια».

Στα στοιχεία που διαφοροποιούν την επικοινωνία με τα φωτει­νά πνεύματα από εκείνη που γίνεται με ανώριμα πνευματικά όντα αναφέρεται η παρακάτω διδασκαλία στην Μπέρτα Ντούντε στις 5.10.1962:

«…Οι φωτεινές οντότητες δεν αναλαμβάνουν να κάνουν κάτι α­πό μόνες τους που να μην συμφωνεί με τη βούληση Μου.

Έτσι, για να ενεργήσουν πάνω σε ένα άνθρωπο πρέπει αυτός να έχει ήδη συνδεθεί μαζί Μου. Μία μύχια σύνδεση μαρτυρεί θετική στάση της βούλησης του, οπότε μπορεί να του δοθεί και η βοήθεια που χρειάζεται. Εάν έχει αποκτήσει κάποιος αυτή τη στενή σχέση μαζί Μου, τότε δεν χρειάζεται να φοβάται μήπως πέσει θύμα ακάθαρτων πνευμάτων, γιατί ο δεσμός του με Μένα τον προστατεύει.

Οι φωτεινές οντότητες θα τον καθοδηγούν στο εξής και θα κατευ­θύνουν τα γήινα γεγονότα στη ζωή του με τρόπο που να προωθούν την πρόοδο της ψυχής του, δεδομένου ότι αυτές δρουν πάντα για λογαριασμό Μου και εκτελούν το θέλημά Μου. Γι’ αυτό και οι άν­θρωποι θα έπρεπε να αρκούνται στο γεγονός ότι ο κόσμος των φω­τεινών πνευμάτων τους καθοδηγεί και μεριμνά για αυτούς. Εάν όμως επιχειρήσουν να αποκτήσουν μία άμεση σύνδεση με τις φω­τεινές οντότητες με την πρόθεση να πάρουν απαντήσεις που θα αυξήσουν τις πνευματικές τους γνώσεις, τότε αυτές θα τους συμβου­λέψουν να συνδεθούν πρώτα πολύ στενά μαζί Μου και ύστερα να Με παρακαλέσουν να λάβουν συνειδητά την απάντηση Μου. Και μόνο αφού προηγηθεί η σύνδεση μαζί Μου και η παράκληση να τους δώσω την αλήθεια, θα έχουν τη δυνατότητα να διδαχτούν από τους εργάτες Μου που μεσολαβούν για να μεταβιβαστεί το φως, που και πάλι θα δρουν κατ’ εντολή Μου.

Και τότε πάλι θα είναι το Πνεύμα Μου που θα μιλά στους ανθρώ­πους αυτούς. Με άλλα λόγια, δεν θα ακούν με τα φυσικά τους αυ­τιά τις διδασκαλίες ή τα μηνύματα από το φωτεινό βασίλειο, αλλά είναι το Προαιώνιο Πνεύμα του Πατέρα τους που επικοινωνεί με τον πνευματικό σπινθήρα στον εσωτερικό τους άνθρωπο. Άρα εί­ναι αδιάφορο αν αυτό γίνεται απευθείας ή μέσω των φορέων του φωτός. Γιατί και αυτοί είναι απλά πνευματικά όργανά Μου, μέσω των οποίων ενεργώ για να μπορώ να τους κάνω συν τοις άλλοις και με αυτό τον τρόπο ευτυχισμένους. Σε κάθε περίπτωση είναι το πνευματικό αυτί του ανθρώπου που ακούει και, εάν είναι θέληση Μου, αυτός θα μπορεί επίσης να καταγράψει όσα του κάνω γνωστά.

Όμως το ότι αυτή η πολύ απλή διαδικασία της ενέργειας τον Πνεύ­ματος Μου στον εσωτερικό άνθρωπο δεν κατανοείται πια σωστά και επιπλέον το ότι για να τη μιμηθούν οι άνθρωποι καταφεύγουν σε αλύτρωτα πνεύματα του άλλου κόσμου οφείλεται στην επίδρα­ση του αντιπάλου Μου. Διότι αυτός θέλει να εμποδίσει καθετί που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο να αναγνωρίσει ένα Θεό και Δη­μιουργό, καθώς αυτή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να μπο­ρεί να επιστρέψει σε Μένα, να Με αγαπήσει και να θέσει τη βούλη­ση του κάτω από τη δική Μου.

Οι συνδέσεις με τον κόσμο των ανώριμων πνευμάτων αντίθετα δεν μπορούν ποτέ να οδηγήσουν στο φως ούτε αποφέρουν καμία ευλογία και πρόοδο, απεναντίας μάλιστα ενισχύουν ακόμη περισ­σότερο την πλάνη στον κόσμο. Και αυτός είναι ο λόγος που σας δί­νεται επανειλημμένα η προειδοποίηση να μην παραδίδεστε σε εκείνες τις δυνάμεις που σας εκμεταλλεύονται και κάνουν κατάχρηση της βούλησης σας.

Χρειάζεται να έχει κάποιος πολύ μεγάλη σοβαρότητα, πολύ τα­πεινή καρδιά και γνήσιο πόθο να βρίσκεται στην αλήθεια για να επι­λεγεί να λάβει από το πνευματικό βασίλειο αποκαλύψεις που πη­γάζουν από Μένα τον Ίδιο. Τότε όμως μπορείτε και να είσαστε βέβαιοι ότι σας δίνεται η πιο αγνή αλήθεια, την οποία μπορείτε επί­σης να μεταδώσετε ανεπιφύλακτα σε άλλους αναζητητές της αλή­θειας, όπως είναι το θέλημά Μου».

Συνοψίζοντας, η μόνη αξιόπιστη μέθοδος για να βρει κάποιος την αρχή του νήματος στο λαβύρινθο των διδασκαλιών και θεω­ριών απέναντι στις οποίες οφείλει να πάρει θέση, είναι να ακολου­θήσει τα παρακάτω σημεία:

  • Να εντείνει την προσευχή και το διαλογισμό ως μέρος της προ­σευχής του με την παράκληση στον Ιησού Χριστό να τον βοηθή­σει να δει φως. Παράλληλα είναι απαραίτητο να ασκείται στην υπομονή, μια που η απάντηση δεν έρχεται πάντοτε αμέσως.
  • Να ελέγχει σε βάθος το περιεχόμενο της υπό κρίση διδασκαλίας αντιπαραβάλλοντάς το με τη Βίβλο και τις νέες αποκαλύψεις του Θεού.
  • Εάν δεν παίρνει μια ξεκάθαρη απάντηση να κρατήσει μία ουδέ­τερη στάση μέχρι που να αποκτήσει βεβαιότητα για το ποιόν και την προέλευση του υλικού που ελέγχει.

Πώς εξηγείται το φαινόμενο της γλωσσολαλίας

Σε στενή συνάρτηση με τα προηγούμενα είναι και το φαινόμενο της γλωσσολαλίας. Η γλωσσολαλία δεν έχει ουσιαστικά κατανοη­θεί σωστά και έχει δώσει λαβή για τους πιο απίθανους ισχυρισμούς και παρανοήσεις. Αυτό οφείλεται στην άγνοια των ανθρώπων για το τι σημαίνει και πώς εκδηλώνεται η ενέργεια του Πνεύματος του Θεού μέσα στον άνθρωπο που πιστεύει, μία άγνοια που οδήγησε σε πολλές παρερμηνείες. Διότι πολλοί για να στηρίξουν την άποψή τους επικαλούνται μεν τη Γραφή, αλλά χωρίς κατανόηση του πνευματικού νοήματος του περιεχομένου της. Αυτό αφορά κατά κύριο λόγο τις διάφορες πεντηκοστιανές εκκλησίες στις οποίες η γλωσσολαλία παίζει ένα πολύ βασικό ρόλο. Όμως και εδώ η ερ­μηνεία που έχει δοθεί σε αυτή την πράγματι μυστηριακή έννοια εί­ναι απλά μια υποθετική εξήγηση που έδωσε ο ανθρώπινος νους.

Μια ακριβή διαλεύκανση αυτού του θέματος δεν μπορεί να δώ­σει ωστόσο ο άνθρωπος, παρά μόνο ο Θεός, όπως έγινε με τις α­ποκαλύψεις προς την Μπέρτα Ντούντε. Υπάρχει συγκεκριμένα μία σειρά καταγραφών της μυστικίστριας αυτής όπου εξηγείται με α­πλό τρόπο, γιατί η γλωσσολαλία ήταν απαραίτητη στα πρώτα χρό­νια του χριστιανισμού -ένα στοιχείο που έχει ιδιαίτερη σημασία και πάλι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης- και σε τι διαφέρει α­πό τη συνήθη ομιλία:

«Σας έχω δώσει ήδη μία απλή εξήγηση για το χάρισμα αυτό, ότι είναι ένα ξεχωριστό σημάδι μίας πολύ βαθιάς σχέσης μαζί Μου. αυ­τό σημαίνει ότι μιλώ μέσω ενός ανθρώπου την ώρα που απευθύνει το λόγο σε ένα πολυεθνικό πλήθος και όλοι τους τον ακούν στη μη­τρική τους γλώσσα. Για την ακρίβεια όμως, ο καθένας απλά νομί­ζει ότι του μιλάει στη δική του γλώσσα. Το χάρισμα αυτό είναι ένα ολοφάνερο σημάδι της ενέργειάς Μου, όπως είχε γίνει κατά την έκ­χυση του Πνεύματος πάνω από τους μαθητές Μου, όπου όλοι οι πα­ρόντες τους καταλάβαιναν στη μητρική τους γλώσσα. Συνεπώς, αυ­τό σημαίνει ότι ο επιφοιτισμένος μιλά σε ξένες γλώσσες και όχι ότι αερολογεί σε μία ακατανόητη για σας γλώσσα και νομίζει για αυτό το λόγο ότι είναι πλημμυρισμένος με το Πνεύμα Μου. Μία τέτοια α­ντίληψη αποτελεί πλήρη διαστρέβλωση της Γραφής…

Σας ρωτώ λοιπόν, για ποιο λόγο άραγε θα σας μιλούσα σε μία γλώσσα που δεν καταλαβαίνετε; Λάθος καταλαβαίνετε τα λόγια της Γραφής, στο μέτρο που μπορεί να πει κανείς ότι είναι δικός Μου Λόγος, δεδομένου ότι έχουν επίσης παρεισφρύσει λάθη και στις ε­πιστολές που έχουν συναφθεί στο Ευαγγέλιο Μου. Συγκεκριμένα, έχουν προστεθεί λόγια που δεν ήταν δικά Μου, τα οποία εσείς επι­πρόσθετα τα ερμηνεύετε λανθασμένα και έτσι δεν βγαίνετε ποτέ α­πό την πλάνη σας».

Σύμφωνα με τα παραπάνω επομένως στη γλωσσολαλία δεν χρειά­ζονται διερμηνείς ή ερμηνευτές των λόγων, όπως λανθασμένα γρά­φεται στην επιστολή προς τους Κορινθίους Α’ 12,10-14,5 -14,26- 28, γιατί στην ίδια αποκάλυψη στην Ντούντε λέγεται παρακάτω:

«Όποιος πιστεύει ότι είναι τόσο πλημμυρισμένος με το Πνεύμα Μου ώστε να μιλά σε ξένες γλώσσες, θα πρέπει να μπορεί και να τις μεταφράσει (σ.σ. Προς Κορινθίους Α’ 14, 13) και μάλιστα πνευμα­τικά και αληθινά, διότι η δική Μου θέληση δεν είναι να κυριαρχεί στους ανθρώπους πνευματική σύγχυση, αλλά αντίθετα πνευματική διαύγεια».

Από την άλλη πλευρά είναι σωστά τα σημεία 14, 7-11 και 14, 15-16 της ίδιας κορινθιακής επιστολής που επισημαίνουν ότι όποιος γλωσσολαλεί πρέπει να μιλά, αλλά και να προσεύχεται και να ψέλ­νει, κατανοητά. Για αυτό άλλωστε υπογραμμίζει ο Απόστολος στο 14, 19 της ίδιας επιστολής: «Αλλά στην εκκλησία προτιμώ να λέω πέντε λόγια κατανοητά για να καθοδηγήσω και άλλους στην πίστη, παρά μύρια λόγια που κανείς δεν θα τα καταλάβει».

Εκτός αυτού είναι λάθος να υποστηρίζεται ότι η γλωσσολαλία εί­ναι κατά κάποιο τρόπο προνόμιο των πεντηκοστιανών εκκλησιών, καθώς παρακάτω στο 14,22 χωρίο της επιστολής λέγεται: «Η γλωσ­σολαλία είναι ένα σημείο που προορίζεται όχι για τους πιστούς, αλλά για τους απίστους».

Συμπληρωματικές εξηγήσεις στην Μπέρτα Ντούντε διευκρινί­ζουν: «Με αυτόν τον τρόπο το Πνεύμα Μου ενεργεί μόνον όταν εί­ναι αναγκαίο, δηλαδή όπου είναι συγκεντρωμένοι άνθρωποι δια­φόρων εθνικοτήτων με την επιθυμία να ακούσουν το Λόγο Μου και επίσης υπάρχει κάποιος εμφορούμενος από το Πνεύμα Μου, ο ο­ποίος ωθούμενος από την αγάπη του να τους βοηθήσει, τους μιλάει για την αγάπη, τη δύναμη και τη σοφία Μου, ώστε να Με γνωρί­σουν και να ακούσουν το χαρμόσυνο μήνυμά Μου. Σε αυτή την πε­ρίπτωση παρ’ όλο που εκείνος θα μιλάει στη δική του γλώσσα, θα τον καταλαβαίνουν όλοι, γιατί ο καθένας θα τον ακούει στη μητρι­κή του γλώσσα. Η ενέργεια του Πνεύματος Μου είναι τότε τόσο ο­λοφάνερη, ώστε κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει και εντού­τοις, ένας που δεν πιστεύει ιδιαίτερα βαθιά, νομίζει ότι μίλησαν στη δική του γλώσσα και για αυτό δεν είναι εξαναγκασμένος να πιστέ­ψει. Αλλά για τον αφυπνισμένο πνευματικά αποτελεί μια εμφανή απόδειξη της παρουσίας του Πνεύματος Μου, η οποία βέβαια προ­ϋποθέτει μια ισχυρότατη πίστη και μια εντελώς ανιδιοτελή αγάπη».

Πώς είναι δυνατό ωστόσο να μιλά ένας μόνο ομιλητής, μα να τον ακούν πολλοί ακροατές από διάφορες εθνικότητες στη μητρική τους γλώσσα; Οι προϋποθέσεις είναι δύο, πρώτον να έχει λάβει ο ομιλητής το χάρισμα της γλωσσολαλίας, και δεύτερον να συντρέ­χει λόγος για κάτι τέτοιο, δηλαδή ότι υπάρχει η επιθυμία να ακουστεί ο Θείος Λόγος, αλλά εξαιτίας της πολυγλωσσίας να μην μπο­ρούν όλοι να καταλάβουν τον ομιλητή.

Ως εκ τούτου είναι λάθος η πρακτική σε ορισμένες πεντηκοστιανές εκκλησίες όπου τα μέλη τους προσπαθούν να γλωσσολαλήσουν, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα μιλούν όλοι την ίδια γλώσσα. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι μεν μιλούν ακατανόητα ενώ οι δε επι­χειρούν να ερμηνεύσουν τα ανερμήνευτα.

Για να καταλάβουν ακροατές διαφόρων εθνικοτήτων τον ομιλη­τή συμβαίνει το εξής: τα ηχητικά κύματα, πριν τα συλλάβει το αυ­τί, εισχωρούν στην καρδιά, όπου μεταφράζονται στη μητρική γλώσ­σα του καθενός και έτσι κατανοητά τα λεγόμενα φτάνουν πλέον στα όργανα της ακοής του.

Κανονικά οι ακροατές δεν θα έπρεπε να καταλαβαίνουν τον ο­μιλητή, όμως η αγάπη του, που του εξασφάλισε αυτό το χάρισμα του Πνεύματος, κατά κάποιον τρόπο τους αντιπροσωπεύει, με α­ποτέλεσμα να ανοίγεται η πνευματική τους ακοή. Με άλλα λόγια, τα λεγόμενα υφίστανται μία μεταμόρφωση χάρη στη θεϊκή δύνα­μη που αναβλύζει από το φωτισμένο άνθρωπο. Οι ίδιοι οι ακροα­τές δεν είναι άξιοι για αυτό το δώρο, γιατί αλλιώς θα είχαν από μό­νοι τους τη χάρη να ακούν το θείο Λόγο. Αλλά ο Θεός δέχεται την αγάπη του ομιλητή αναπληρωματικά στη θέση εκείνης που οφεί­λουν κανονικά να έχουν οι συνάνθρωποι του.

Επομένως το αληθινό νόημα της γλωσσολαλίας δεν είναι να έ­χει κάποιος το χάρισμα αυτό ως αυτοσκοπό, αλλά ως μέσο για την επίτευξη του σκοπού- έτσι λειτουργεί παρόμοια όπως η προσευχή που γίνεται για λογαριασμό συνανθρώπων ή ανθρώπων που έχουν περάσει στον άλλο κόσμο που οι ίδιοι δεν πιστεύουν ή όχι αρκετά βαθιά.

Ο κάθε άνθρωπος θα μπορούσε να ακούει τον Θεό να μιλά στην καρδιά του, διδάσκει μία άλλη μετάδοση στην Μπέρτα Ντούντε στις 20.7.1963:

«Όπως μιλούσα στην αρχή στα όντα που είχαν εκπηγάσει από μέ­σα Μου για να τους αποκαλυφθώ ως Δημιουργός και Πατέρας τους, έτσι μιλώ και σήμερα σε σας τους ανθρώπους, που είσαστε τα ίδια ε­κείνα όντα.

Το φως της γνώσης που κατείχατε αρχικά γιατί ήσασταν τέλεια δημιουργημένοι δεν το έχετε τώρα πια ως άνθρωποι, για το λόγο ό­τι κάποτε αποκοπήκατε με τη θέληση σας από Μένα και έτσι πε­ράσατε από την κατάσταση του φωτός σε εκείνη του σκότους. Ό­μως δεν είσαστε ευτυχισμένοι στο σκοτάδι και για να σας βοηθήσω να ξαναβρείτε τη μακαριότητα πρέπει να σας ανάψω πάλι ένα φως. Για αυτό είναι ανάγκη να σας μιλήσω και πρώτα από όλα να σας κάνω γνωστή τη βούληση Μου ώστε να συμβαδίζετε με αυτήν τώρα που είσαστε άνθρωποι. Γιατί το ζητούμενο είναι να ενταχθείτε πά­λι στο νόμο της αιώνιας Τάξης. Και αυτό θα γίνει με το να ζείτε σε αρμονία με τη βούληση Μου που απαιτεί από σας να εφαρμόζετε, τις εντολές της αγάπης.

Επειδή στην αρχή της γήινης ζωής σας δεν έχετε καμία επίγνωση, είναι απαραίτητο να διδαχθείτε για το λόγο και τον απώτερο σκο­πό της ζωής αυτής. Επειδή είναι ανάγκη όμως να μάθετε ολόκληρη την αλήθεια σχετικά, γι’ αυτό σας μιλώ Εγώ ο Ίδιος. Και έτσι Εγώ, το προαιώνιο Πνεύμα του Πατέρα σας μιλώ μέσα στον πνευματικό σπιν­θήρα που αναπαύεται στο εσωτερικό σας και αυτός μεταφέρει το Λόγο Μου στη νοημοσύνη σας για να τον σκεφθείτε. Τότε είτε συμ­μορφώνεστε με τη δική Μου βούληση ή της προβάλλετε εκ νέου α­ντίσταση όπως και πριν.

Στην αρχή το γεγονός ότι σας μιλούσα σας έκανε ευδαίμονες, ε­πειδή αναγνωρίζατε την αγάπη Μου για σας που εκφραζόταν συ­νεχώς μέσω του Λόγου. Αλλά από τη στιγμή που δεν μπορούσατε να ακούσετε πια το Λόγο Μου διότι κλειστήκατε στον εαυτό σας αρνούμενοι την αγάπη που σας έδινα, χάσατε ταυτόχρονα κάθε γνώ­ση που είχατε, μείνατε χωρίς φως και δύναμη και για αυτό γίνατε δυστυχισμένοι. Εάν όμως ως άνθρωποι ανοίγεστε πάλι συνειδητά στην ακτινοβολία της αγάπης Μου, τότε μαθαίνετε για τη βούληση Μου και το μόνο που χρειάζεται είναι να την ακολουθήσετε στην πράξη, για να σας μιλήσω μέσα από το σπινθήρα πνεύματος που κρύβεται ενδόμυχα. Και τότε μπορείτε να λάβετε μέσω του Λόγου Μου μία γνώση που θα σας κάνει ευτυχισμένους γιατί εισέρχεστε πάλι στην κατάσταση του φωτός.

Ο Λόγος Μου θα ηχεί πάντοτε στο εσωτερικό σας, φτάνει να το ε­πιτρέπει η δική σας η θέληση, δεδομένου ότι από τη δική Μου την πλευρά ο δεσμός ανάμεσα μας παραμένει αιώνια. Εσείς μόνο μπορεί­τε να τον διακόψετε αυτόβουλα με το να απομακρυνθείτε συνειδητά από Μένα. Επομένως εξαρτάται από σας τους ίδιους το εάν Με αφή­νετε να σας μιλήσω. Τη δυνατότητα ωστόσο να Με ακούσει την έχει ο καθένας και θα όφειλε να την εκμεταλλευτεί, γιατί μαζί με το Λό­γο Μου του παρέχεται ταυτόχρονα δύναμη για την πορεία του στη Γη, ώστε να την διαμορφώνει σύμφωνα με τη θέληση Μου. Η μεγά­λη απόσταση που σας χωρίζει από Μένα την οποία επιδιώξατε μονα­χοί σας με την ελεύθερη θέληση σας, έγινε η αιτία να χάσετε τη γνώ­ση και συνάμα την κατανόηση για το γεγονός ότι μπορείτε κι εσείς οι ίδιοι να επικοινωνείτε απευθείας με τον Θεό και Πατέρα σας γι’ αυτό δεν γνωρίζετε ότι μπορείτε να κάνετε διάλογο μαζί Του, ότι απαντά στις ερωτήσεις σας και ότι μπορείτε να Του εκθέσετε τις σκέ­ψεις σας και να συνομιλήσετε μαζί Του οποιαδήποτε ώρα.

Όταν σας το πει αυτό κάποιος όμως δεν το πιστεύετε και τον πε­ριγελάτε ως φαντασιόπληκτο, και έτσι από μόνοι σας χάνετε τη δύ­ναμη που σας εξασφαλίζει κάθε προσφορά του Λόγου Μου. Μόνο εάν κάνετε σεις οι ίδιοι μία προσπάθεια και μετά από μία μύχια προσευχή αφουγκραστείτε σιωπηλοί στο εσωτερικό σας, τότε η φω­νή θα ηχήσει σιγανά στα βάθη της καρδιά σας και τότε ένα αίσθη­μα ευτυχίας θα σας κατακλύσει. Γιατί εκείνη την ώρα σάς αγγίζει η πατρική αγάπη Μου που θέλει να σας αποκαλυφθεί για να κερ­δίσει επίσης και τη δική σας αγάπη. Αλλά λίγοι μόνο κάνουν αυτή τη δοκιμή, λίγοι μόνο επιθυμούν να τους μιλήσω, γιατί λίγοι μόνο το πιστεύουν ότι κατέρχομαι Εγώ ο Ίδιος στους ανθρώπους για να τους αποδείξω εκ νέου τον άμεσο δεσμό που μας συνδέει, επειδή είναι ανάγκη να αναγνωρίσουν ότι είμαι ο Θεός και Πατέρας τους, ο ο­ποίος είναι ύψιστα τέλειος και θέλει να οδηγήσει επίσης και τα παι­διά του στην τελειότητα. Τη γνώση όμως αυτή τού ότι σας αποκα­λύπτομαι άμεσα πρέπει κανείς να τη δεχτεί με πίστη, δεδομένου ό­τι λειτουργεί μόνο όταν ο ίδιος ζει με αγάπη και χάρη στην αγάπη του έχει καταλήξει να πιστέψει ότι πράγματι ο Πατέρας μιλά στο παιδί του. Τότε μόνο θα μπορεί να αναγνωρίσει ότι τα λεγόμενά Μου είναι αλήθεια και τότε μόνο θα τα αξιοποιήσει η ψυχή του σω­στά και θα προωθηθεί στην εξέλιξή της.

Θα πρέπει όμως να αναλογιστείτε σεις οι άνθρωποι ότι το να σας μιλά ο προαιώνιος Πατέρας σας είναι σε κάθε περίπτωση πολύ πιο αξιοπίστευτο από να σιωπά τελείως, διότι η πρωταρχική ουσία Μου είναι η αγάπη και από αυτήν προήλθατε κι εσείς. Η δε αγάπη ανα­ζητεί μόνιμα να συνδεθεί με ό,τι γεννήθηκε από την ίδια. Γι’ αυτό άλλωστε είναι πιο πιστευτό ότι ακούγεται ο Λόγος Μου, παρά ότι τηρώ άκρα σιωπή και δεν αποκαλύπτομαι ποτέ ως στοργικός Πα­τέρας στα πλάσματά Μου. Γιατί θα έπρεπε να αμφιβάλετε και για την τελειότητά Μου εάν δεν συμπονούσα όλα τα πλάσματά Μου που πλανώνται στο σκοτάδι. Και τη συμπόνια αυτή σάς την εκφρά­ζω με το να στέλνω ένα φως για να φωτίσει μεσ’ στο σκοτάδι. Το φως δε αυτό είναι ο Λόγος Μου που σας χορηγείται από τα ύψη, εί­ναι η ακτινοβολία της αγάπης Μου που ζητάει αποκλειστικά και μόνο μία ανοικτή καρδιά για να μπορεί να ενεργήσει στο εσωτερι­κό σας».

Η άγνοια σε σχέση με το γεγονός ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να συλλάβει στην καρδιά του το Λόγο του Θεού δεν είναι μόνο ένα σύγχρονο φαινόμενο. Αυτή η μυστηριακή γνώση είχε χαθεί για τους περισσότερους ήδη στην εποχή του Ιησού, όπως φαίνεται από την παρακάτω αποκάλυψη στην Ντούντε:

«Ο ίδιος ο Λόγος πήρε σάρκα για να κάνει τους ανθρώπους να Τον ακούσουν. Γιατί δεν γνώριζαν πια τίποτα για το μυστήριο της αιώνιας Αγάπης, του προαιώνιου Πνεύματος του Πατέρα, που ο Λόγος Του αποτελεί το σύνδεσμο με τους ανθρώπους…. Δεν ήξεραν πλέον για τη δύναμη του Λόγου Του, η οποία προσελκύει τα πάντα κοντά της, όταν μπορέσει να ενεργήσει μέσα σ’ έναν άνθρωπο. δεν ήξεραν πως ο καθένας είναι ικανός να ακούσει μέσα του τον ίδιο το θείο Λόγο, εάν μεταμορφωθεί σε μία ύπαρξη αγάπης ζώντας σε αρμονία με το Θέλημα του Θεού, ώστε να μπορεί να δεχτεί μέσα του την ίδια τη Θεία Αγάπη…

Και γι’ αυτό το λόγο ήρθε ο Ίδιος ο Θεός στη γη για να τους φέ­ρει πάλι εκείνη τη Γνώση, η οποία θα λύτρωνε τους ανθρώπους α­πό το σκοτάδι στο οποίο ζούσαν…. Αλλά οι άνθρωποι δεν Τον ανα­γνώρισαν, Με καταδίωξαν σαν άνθρωπο, ενώ έκρυβα μέσα Μου τον Θεό…»

Το ότι ο Ιησούς διώχτηκε και σταυρώθηκε από τους διώκτες του είναι γνωστό. Όμως η άγνοια σχετικά με την ύπαρξη του εσωτερι­κού Λόγου οδήγησε επανειλημμένα σε διώξεις πολλών ανθρώπων που ήταν αφυπνισμένοι από τον Θεό, όπως μαρτυρεί η ιστορία, και μπορεί και στη σημερινή εποχή να οδηγήσει πάλι σε διώξεις των «εκλεκτών του». Και συγκεκριμένα τέτοιες διώξεις θα προέρχο­νται και πάλι εν μέρει από εκείνους που ακριβώς λόγω αυτής της άγνοιας θεωρούν ότι για να υπερασπιστούν τη Γραφή πρέπει να απορρίψουν κάθε νεότερη αποκάλυψη στιγματίζοντάς την ως α­ντίθεη ή σατανική.

Τηρώντας μία αρνητική ή και επιθετική στάση απέναντι σε κα­θετί άγνωστο οι σύγχρονοι Σαύλοι δεν σκέφτονται ότι όπως κάπο­τε προσπάθησαν να εξαλείψουν τη φυσική παρουσία του Ιησού, μπορεί να προσπαθούν σήμερα να εξαλείψουν την πνευματική του παρουσία, αν και αυτό συνήθως γίνεται ασυνείδητα και όχι εσκεμ­μένα, αλλά από κοντόφθαλμη, φανατική προσήλωση στη Γραφή. Το παράδοξο είναι ότι ο ίδιος ο Ιησούς υποσχέθηκε να μείνει κοντά στους ανθρώπους με το πνεύμα του έως το τέλος του κόσμου, αλλά η μόνη δυνατότητα που του αναγνωρίζουν οι περισσότεροι πιστοί του είναι να τους μιλά μόνο μέσω της διδασκαλίας του όπως είχε δοθεί στο παρελθόν, όπου μεταξύ άλλων οι ανάγκες και τα χαρακτηριστικά της τότε εποχής ήταν διαφορετικά.

Επιπλέον, εδώ και αιώνες ο λόγος της χριστικής διδασκαλίας φιλτράρεται, χρωματίζεται ή αλλοιώνεται ανάλογα με το πώς τον καταλαβαίνουν κήρυκες και δάσκαλοι που τις περισσότερες φο­ρές δεν είναι φωτισμένοι. Γι’ αυτό δεν καταλαβαίνουν ότι η άρνη­ση του Λόγου αποτελεί στην ουσία ασυνείδητη άρνηση του Ιησού Χριστού.

Ασφαλώς αυτό που διακρίνει το Σαύλο εκείνης της εποχής από ένα της σημερινής είναι ότι ο πρώτος επεδίωκε να εξαλείψει τη χριστιανική πίστη και γι’ αυτό καταδίωκε με πάθος τους οπαδούς του Χριστού, ενώ ο σημερινός δεν συνειδητοποιεί ότι συμμετέχει στη δίωξη του χριστικού πνεύματος. Το κοινό χαρακτηριστικό και των δύο ωστόσο, είναι το ότι αμφότεροι θεωρούν ότι έχουν την α­ποστολή να υπερασπιστούν την καθαρότητα των Γραφών και της πίστης. Έτσι αυτοί οι σημερινοί νομοδιδάσκαλοι και φονταμενταλιστές της Βίβλου αισθάνονται ως σφραγιδοφύλακες του Θείου Λόγου και ότι δικαιούνται να καταδικάζουν οποιαδήποτε μεταβιβλική αποκάλυψη.

Αλλά και η ίδια η Αγία Γραφή μιλά για πνευματικά χαρίσματα και ένα τέτοιο χάρισμα είναι η δυνατότητα να συλλαμβάνεται ε­σωτερικά ο Λόγος του Θεού, αν όχι μάλιστα το μεγαλύτερο από όλα, δεδομένου ότι αποτελεί επιπλέον μία πολύ τελειότερη μορφή σύλληψης από εκείνη που περνά από το νου, τα μάτια και τα αυ­τιά.

Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο έλεγε ο Ιησούς στους μαθητές του: «Σας βεβαιώνω ότι ουρανός και γη θα πάψουν να υπάρχουν τα λόγια μου όμως ποτέ» (Ματθαίος 24, 35. Μάρκος 13, 31. Λουκάς 21, 33). Και σίγουρα δεν εννοούσε μόνο τα λόγια που είπε στη διάρκεια της παρουσίας του στη Γη αλλά και κάθε άλλη διδασκαλία από το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, καθόσον ο θείος Λόγος είναι αχρονικός, όπως ο Θεός. Όσοι επομένως θέλουν να περιορίσουν χρονικά την έκφραση του Λόγου αποδεικνύουν ουσιαστικά τη δι­κή τους ανωριμότητα, αφού ο χρονικός περιορισμός είναι δείγμα ατέλειας, αλλά, όπως λέει ο Ιησούς, «Πρέπει να είσαστε τέλειοι ό­πως ο Πατέρας σας στους Ουρανούς!» (Κατά Ματθαίο 5, 48).

Ο χαμένος Λόγος και η λανθασμένη αντίληψη ότι για τη λύτρωση αρκεί το χριστιανικό βάπτισμα

Από τα προηγούμενα ελπίζουμε να έγινε σαφές ότι οι άνθρωποι έχουν χάσει την ικανότητα εσωτερικής επικοινωνίας με τον Θεό την οποία είχαν όταν πρωτοδημιουργήθηκαν ως πνεύματα. Την ι­κανότητα αυτή σύλληψης του Λόγου οφείλουν να την ξαναποκτήσουν και όχι μόνο μέσω της Βίβλου ή των νέων αποκαλύψεων, αλ­λά και ως ευκρινή ήχο μέσα στην ίδια την καρδιά τους, όπως γινόταν κάποτε με τα αρχέγονα πνεύματα πριν την πτώση τους.

Μια πιο εκτεταμένη αναφορά στο θέμα της πτώσης θα γίνει πιο κάτω, όμως στο σημείο αυτό αρκεί να ειπωθεί ότι όσο προχωρεί ο άνθρωπος στη διαδικασία της αναγέννησης του πνεύματος του, τό­σο αυξάνονται τα χαρίσματα που του χορηγεί το Άγιο Πνεύμα -α­νάλογα βέβαια με τις εκάστοτε ανάγκες του θεϊκού σχεδίου- με αποκορύφωση το χάρισμα του Λόγου που ακούγεται εσωτερικά.

Γι’ αυτό ο Ιησούς δίδασκε ότι όποιος πιστεύει στο Λόγο του έχει την αιώνια ζωή, γιατί θα περάσει από την κατάσταση του θανάτου σε εκείνη της ζωής. Αυτό είναι ένα θέμα στο οποίο εμβαθύνουν συ­χνά οι αποκαλύψεις στην Ντούντε, στη συνέχεια ένα μικρό από­σπασμα από τις 21.4.1956:

«Χωρίς το Λόγο του Θεού δεν είναι δυνατή εκείνη η διαδικασία μεταμόρφωσης που οδηγεί από το θάνατο στη ζωή. Θείος Λόγος δεν είναι μόνο η άμεση ομιλία Του ή η χορήγηση πνευματικών αγαθών. Υπάρχει εκτός αυτού η δυνατότητα να μιλούν στον άνθρωπο τα αισθήματά του ως μία ώθηση να ζει με αγάπη. Επίσης μπορεί ο Θεός να του μιλά μέσα από μια ορισμένη αίσθηση που του μεταδίδει. Ο­πωσδήποτε όμως για να γίνει η μεταμόρφωση του νεκρού ανθρώ­που, ώστε να επανέλθει στη ζωή, είναι αναγκαίο να δεχτεί την ακτι­νοβολία της θεϊκής Αγάπης. Ο Λόγος του Θεού είναι απαραίτητος και επιπλέον μεταφέρει στον άνθρωπο το θέλημά Του το οποίο πρέ­πει να υπακούσει, εάν θέλει να περάσει από το θάνατο στη ζωή. Αυ­τό που θέλει ο Θεός από τον καθένα είναι αγάπη για τον Ίδιο και για το συνάνθρωπο του. Η αγάπη είναι φως και δύναμη, η αγάπη είναι ζωή και όπου ενεργεί αυτή αναγκαστικά μεταβάλλεται η κα­τάσταση του θανάτου, αναγκαστικά ο άνθρωπος ωθείται να δράσει και η δραστηριότητα είναι απόδειξη ότι υπάρχει ζωή».

Συνήθως για όσους περιορίζονται στη Βίβλο και για τις εκκλη­σίες το λυτρωτικό σχέδιο του Θεού αρχίζει με τον Αδάμ, επειδή βασίζονται αποκλειστικά στις Γραφές. Οι νέες αποκαλύψεις ανά­γουν το θεϊκό σχέδιο πολύ πιο πίσω και συγκεκριμένα στη δημιουρ­γία των αρχέγονων πνευμάτων και την πτώση τους.

Εξαιτίας της απόκρουσης της θεϊκής αγάπης και εξαιτίας της α­λαζονείας τους, πολλοί άγγελοι παρασύρθηκαν σε μία απύθμενη πτώση από το σύμπαν του πνεύματος σε εκείνο της ύλης. Η πτώση αυτή αποτελεί το μεγάλο, πρωταρχικό αμάρτημα, για το οποίο φέ­ρει ο κάθε άνθρωπος, ως έκπτωτος άγγελος, την ατομική του ευ­θύνη. Η ενοχή αυτή υπήρξε η αιτία για την ενεργοποίηση ενός θεϊ­κού σχεδίου σωτηρίας που βρίσκεται σε εξέλιξη, με σκοπό την ε­παναφορά των μετανοημένων «άσωτων υιών» στην πνευματική τους πατρίδα.

Όποιος λαμβάνει γνώση του σχεδίου αυτού, όπως εκδιπλώνεται στις νέες αποκαλύψεις, αντιλαμβάνεται ότι δίνεται απάντηση σε ό­λα τα ανοικτά ερωτήματα που προβληματίζουν κάθε στοχαστή. Α­ντίθετα είναι φανερό ότι όποιος περιορίζει το θεϊκό σχέδιο στον Αδάμ και εξής, δεν μπορεί να απαντήσει ικανοποιητικά σε ερωτηματικά, όπως είναι ο σκοπός της δημιουργίας, η συλλογική ενοχή όλων των ανθρώπων για ένα προσωπικό αμάρτημα των πρωτόπλα­στων, το μυστήριο του Ιησού Χριστού, το μυστήριο της ανθρώπινης ύπαρξης, οι αμέτρητες αντιθέσεις και «αδικίες» πάνω στη Γη και το μέλλον της Γης. Έτσι αναγκαστικά οι γνώσεις όποιου βασίζεται αποκλειστικά στις Γραφές είναι αποσπασματικές και ελλειμματι­κές.

Εάν κάποιον τον ξενίζει το γεγονός ότι η ανθρωπότητα σήμερα είναι ώριμη για να λάβει βαθύτερες αποκαλύψεις θα πρέπει να αναλογιστεί ότι και πριν δύο ή τρεις χιλιάδες χρόνια οι Διαθήκες αποτελούσαν επίσης νέες αποκαλύψεις για τους ανθρώπους, τις ο­ποίες πάλι τις παραχωρούσε η θεία χάρη, παρ’ όλο που δεν ήταν ούτε τότε άξιοι να τις λάβουν.

Είναι, πιστεύουμε, αρκετά εμφανές ποιος φέρει ευθύνη γι’ αυτή την άγνοια, ο Θεός ή οι άνθρωποι που φορούσαν ανέκαθεν πνευ­ματικές παρωπίδες και σήμερα ακόμη σκέφτονται όπως οι γραμ­ματείς και οι Φαρισαίοι που τους στηλίτευε ο Χριστός με τα λόγια: «Εσείς μελετάτε με ζήλο τις Γραφές επειδή νομίζετε ότι εκεί θα βρείτε την αιώνια ζωή… Όμως τη φωνή του Πατέρα δεν την έχετε ποτέ ακούσει ούτε έχετε δει τη μορφή του και ο Λόγος του δεν κα­τοικεί μέσα στην καρδιά σας….» (Κατά Ιωάννη 5, 39-37-38).

Ο ίδιος ο Λόγος, στη σημερινή έκφρασή του, έχει ένα άλλο ύφος και μία πιο πολυδιάστατη προσέγγιση του θέματος. Ας δούμε τι υ­παγορεύτηκε εσωτερικά στη σύγχρονη μυστικίστρια Μπέρτα Ντούντε στις 24.4.1956:

«Σε όσους αμφιβάλλουν τους λέω αυτό: Προσπαθήστε παρ’ όλα αυτά να ανακαλύψετε πώς προκύπτουν τέτοιες διδασκαλίες που μαρτυρούν βαθύτατη σοφία. Ψάξτε να βρείτε μία εξήγηση γι’ αυτές, παραμένοντας όμως έντιμοι και ειλικρινείς απέναντι στη συνείδηση σας. Μην καταφύγετε σε εύκολες κενολογίες αλλά διαλογιστείτε με σοβαρότητα και υπευθυνότητα και εάν τα κάνετε όντως αυτά, τότε την Πηγή της γνώσης, την Πηγή του Λόγου που σας μεταδίδει βαθιές γνώσεις, αναγκαστικά θα την αναζητήσετε εκεί μόνο όπου μπορεί να πηγάσει η αλήθεια: σε Μένα, στον Θεό και προαιώνιο Δημιουρ­γό σας, στην ίδια την Αιώνια Αλήθεια. Και θα μπορέσετε να κατα­σταλάξετε σε αυτό το συμπέρασμα, φτάνει να σας ενδιαφέρει σοβα­ρά να πορεύεστε σε δρόμους σωστούς. Με τη δική σας τη θέληση α­ποφασίζετε το εάν οι ιδέες σας είναι σωστές ή λάθος και με βάση αυ­τή τη θέληση σας κρίνω κι Εγώ».

Στη συνέχεια ακολουθεί άλλη μία αποκάλυψη που απευθύνεται ειδικά στους οπαδούς της αποκλειστικότητας της Βίβλου:

«Ανάμεσα σε εκείνους που δεν πιστεύουν καθόλου ότι μιλώ προ­σωπικά και άμεσα είναι όσοι στηρίζονται αποκλειστικά στη Γρα­φή και θεωρούν ότι με τα γραπτά κείμενα που άφησαν οι μαθητές Μου έκλεισαν οι αποκαλύψεις Μου στην ανθρωπότητα. Όμως τέτοιοι άνθρωποι μπορεί να έχουν μία πολύ ισχυρή πίστη και να δραστηριοποιούνται με εξαιρετική επιτυχία στην υπηρεσία Μου και για τη Βασιλεία Μου, επειδή αξιοποιούν τη δύναμη της πίστης για να λαμπρύνουν το Όνομά Μου. Γιατί με τη δυνατή τους πίστη Μου παρέχουν τη δυνατότητα να εκφράσω κι Εγώ χωρίς κανένα περιο­ρισμό την ισχύ Μου μέσα τους και έτσι κερδίζουν πολλούς συναν­θρώπους τους για Μένα και τη Βασιλεία Μου.

Οι πιστοί αυτοί ενεργούν με καλή πίστη και θεωρούν ότι πράτ­τουν σωστά όταν απορρίπτουν κάθε άλλη διδασκαλία ή αποκάλυ­ψη εκτός της Βίβλου που τους παρουσιάζεται.

Ο λόγος που δεν τις πιστεύουν είναι επειδή οι ίδιοι δεν έχουν αυ­τό το χάρισμα του εσωτερικού Λόγου αλλά ούτε μπορούν και να το έχουν όσο δεν πιστεύουν ότι Εγώ δεν παύω να αποκαλύπτω τον Ε­αυτό Μου στους ανθρώπους με το Λόγο Μου».

Πολλοί συνήγοροι της αποκλειστικότητας της Βίβλου που θεω­ρούν ότι ο ύψιστος Λόγος έπαψε μετά από αυτήν να αποκαλύπτε­ται στην ανθρωπότητα, για να στηρίξουν αυτή την άποψη επικα­λούνται τους στίχους 18 & 19 από το 22ο κεφάλαιο της Αποκάλυ­ψης του Ιωάννη, όπου ο Θεός προειδοποιεί όσους θα ήθελαν να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν κάτι από το κείμενο αυτό. Ο ισχυ­ρισμός αυτός είναι λανθασμένος διότι, κατά πρώτον, η προειδο­ποίηση αφορά μόνο το ίδιο το κείμενο της Αποκάλυψης του Ιωάν­νη, δεδομένου ότι η Βίβλος με τη συγκροτημένη μορφή που έχει σήμερα ως συλλογή περισσότερων ιερών κειμένων δημιουργήθη­κε μόλις μετά το 370 μ.Χ.

Εξυπακούεται βέβαια ότι δεν επιτρέπεται καμία αλλοίωση του θείου Λόγου, παλαιότερου ή νεότερου, αλλά αυτό ισχύει για αλ­λαγές που προέρχονται από τον ανθρώπινο νου και όχι από το Θείο Νου. Και προφανώς κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να επιβάλει στον Θεό να σιωπήσει. Υπάρχει άλλωστε και η σχετική υπόσχεση στην Γραφή ότι άντρες και γυναίκες θα προφητεύσουν (Πράξεις Αποστόλων 2, 17).

Ένας κύριος λόγος λοιπόν για την εκ προοιμίου απόρριψη των νεοτέρων αποκαλύψεων είναι η αντίληψη ότι μέσω του Ιησού Χρι­στού έγινε η μεγαλύτερη αποκάλυψη του Θεού και ως εκ τούτου δεν μπορεί να υπάρξει μία μεταγενέστερη. Μία σειρά από επιχειρήματα αντίκεινται όμως σε αυτή την υπόθεση, ότι δηλαδή ο Χριστός δεν έχει πια τίποτα το σημαντικό να γνωστοποιήσει στους αν­θρώπους.

Πρώτον, σύμφωνα με τα κεφάλαια 14-16 του Ιωάννη ο ίδιος ο Ιη­σούς είχε υποσχεθεί να στείλει τον «Παράκλητο» (το Άγιο Πνεύ­μα) στους μαθητές του, δηλαδή σε όλους τους ανθρώπους που τον βλέπουν σαν λυτρωτή τους και εφαρμόζουν τα λόγια του.

Όντως το Πνεύμα ήταν ζωντανά παρόν στους μαθητές και στις πρώτες χριστιανικές εκκλησίες αλλά και στη συνέχεια υπάρχουν αμέτρητες μαρτυρίες της θαυματουργικής παρουσίας του στους πι­στούς. Όσο όμως προχωρούσε η επικράτηση του χριστιανισμού και ταυτόχρονα η εκκοσμίκευσή του, τόσο πιο σπάνιες γίνονταν οι ε­νέργειες του Αγίου Πνεύματος, μέχρι που σήμερα είναι σχεδόν ολοκληρωτικά άγνωστες. Και η πληθώρα ομολογιών, εκκλησιών και πνευματικών ρευμάτων αποδεικνύει ότι οι επικεφαλής τους α­γνοούν τη χαρισματική ενέργειά του.

Ένας άλλος σημαντικός λόγος γιατί ο Θεός δεν παύει ποτέ να αποκαλύπτεται είναι ότι οι άνθρωποι συνεχώς αλλοιώνουν το Λό­γο του εξαιτίας της προσθήκης ανθρώπινων στοιχείων ή εξαιτίας της αδυναμίας τους να τον κατανοήσουν σωστά. Ως συνέπεια λοι­πόν πρέπει κατά καιρούς να καθαρίζεται από τις αλλογενείς προ­σμίξεις με τη βοήθεια θεόκλητων απεσταλμένων, γιατί μόνο η α­λήθεια οδηγεί στην ελευθερία και στον υπέρτατο στόχο. Τέτοιοι «καθαριστές» ήταν πολλοί εμπνευσμένοι άνθρωποι, ανώνυμοι και επώνυμοι, εντός και εκτός των εκκλησιών, μεταξύ αυτών σχεδόν όλοι οι μυστικιστές με αποκορύφωμα τον Λόρμπερ και την Ντούντε στην νεότερη εποχή.

Ο τρίτος και σπουδαιότατος λόγος για τη σύγχρονη αποκάλυψη του θείου Λόγου έχει να κάνει με την πολύ ιδιαίτερη εποχή που διανύει η ανθρωπότητα. Συγκεκριμένα, όλες οι αποκαλύψεις, αλ­λά και όλες οι ενδείξεις, τόσο στο υλικό όσο και στο πνευματικό ε­πίπεδο, δείχνουν ότι μία εξελικτική (στην ορολογία των νέων αποκαλύψεων «λυτρωτική») περίοδος της Γης λήγει, για να την διαδε­χτεί μία νέα ανώτερη. Πρόκειται για τη γνωστή αν και παρεξηγη­μένη «έσχατη εποχή» που προφήτεψε ο Ιησούς Χριστός και σε λίγο ως πολύ αδρές γραμμές όλες σχεδόν οι θρησκείες. Η ιδιαιτερότητα αυτή της σύγχρονης εποχής είναι η πιο σημαντική παράμετρος που καθιστά απαραίτητες τις νέες αποκαλύψεις για να συνειδητο­ποιηθεί η ανθρωπότητα.

Ο θεϊκός Λόγος στη Βίβλο θα ήταν φυσικά υπεραρκετός για την καθοδήγηση και την τελειοποίηση των ανθρώπων, εάν αυτοί ζού­σαν με αγάπη και εφάρμοζαν τη διδασκαλία του Χριστού. Όμως αντίθετα, όπως είχε ο ίδιος προφητέψει (Ματθ. 24, 12), η αγάπη ψυχραίνει διαρκώς πιο πολύ όσο περισσότερο πλησιάζει το τέλος. Αλλά αυτό το τέλος σίγουρα δεν θα είναι η «συντέλεια του κόσμου», αφού η αγάπη του Θεού δεν θα πάψει να δίνει στους ανθρώπους και στα φυλακισμένα στην ύλη πνευματικά στοιχεία δυνατότητες να εξελιχθούν και να λυτρωθούν.

Ως επακόλουθο της έλλειψης αγάπης και αλληλεγγύης μεταξύ των σύγχρονων ανθρώπων έχει χάσει τη βαρύτητα που είχε πα­λαιότερα στην ανθρώπινη συνείδηση η Βίβλος, αλλά και γενικότε­ρα η πίστη. Ένα παρεπόμενο είναι ότι ο σημερινός μέσος άνθρω­πος που δεν έχει συνήθως καμία σχέση με τη μεταφυσική, αδυνα­τεί να πιστέψει ζωντανά -όχι τυπικά, λόγω εκπαίδευσης, παράδο­σης κ.λπ – ότι ήταν το θείο Πνεύμα που ενέργησε μέσα σε κάποια «δοχεία» της θείας χάριτος πριν 2000 περίπου χρόνια και τους ε­νέπνευσε να καταγράψουν μία θεόληπτη διδασκαλία. Έτσι ο Δημιουργός, δηλώνοντας τη ζωντανή παρουσία του με τις νέες απο­καλύψεις, φανερώνει επίσης ότι η επιφοίτηση ή έκχυση του Αγίου Πνεύματος δεν ήταν ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο συμβάν στη σχέση του με την ανθρωπότητα.

Εκτός αυτού, το επικείμενο τέλος, που θα είναι σίγουρα επώδυ­νο για να μπορεί να γίνει το πέρασμα σε μία άλλη καλύτερη επο­χή, καθιστά απαραίτητες νέες γνώσεις πνευματικής φύσης, καθό­σον τους ανθρώπους τους απασχολούν ζωτικής σημασίας ερωτή­ματα και διλήμματα που θα γίνονται συνεχώς πιο κρίσιμα όσο θα προχωρεί η τελευταία εποχή. Οι πρωτοφανείς συνθήκες που θα προκύψουν θα απαιτούν συνεχώς από το κάθε άτομο να παίρνει υπεύθυνα θέση τόσο στο υλικό όσο και στο πνευματικό επίπεδο εν είδει ενός πρώτου «χωρισμού των αμνών από τα ερίφια». Για το λόγο αυτό οι πρωτόγνωρες γνώσεις που φέρνουν οι νέες αποκα­λύψεις στο γήινο πεδίο παρουσιάζοντας όλη την έκταση του θεϊκού σχεδίου για τη λύτρωση του ανθρώπινου είδους και την «αποκατάσταση των πάντων», κατά τον ορισμό του Ωριγένη, αποτελεί μία ανεκτίμητα μεγάλη χάρη, της οποίας κανένας δεν είναι αντά­ξιος. Γιατί η γνώση αυτή δίνει απόλυτη διαύγεια απαντώντας σε ό­λα τα πνευματικά ερωτήματα. Συνάμα βοηθά να συνειδητοποιήσει ο καθένας την τεράστια ευθύνη που φέρει για την ύπαρξή του, ό­χι μόνο στη διάρκεια της γήινης ζωής του και ιδιαίτερα στην τελευ­ταία περίοδο που θα προηγηθεί του τέλους, αλλά σε όλες τις μελ­λοντικές αιωνιότητες.

Αναδύεται ωστόσο δικαιολογημένα η απορία γιατί η τόσο ζωτι­κής σημασίας γνώση σχετικά με την αρχή και το απώτατο τέλος της δημιουργίας δεν ήταν από παλαιότερα ευρύτερα γνωστή στον κό­σμο, εκτός από τους λίγους θεοφώτιστους που κατάφεραν να μυη­θούν σε αυτήν. Η απάντηση είναι ότι την εποχή του Ιησού Χριστού μία τέτοια γνώση δεν ήταν ούτε αναγκαία, ούτε εύπεπτη, αλλά ού­τε και ωφέλιμη. Γιατί εάν θα είχε αποτελέσει μέρος της επίσημης διδασκαλίας θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει εκβιαστικά επιβάλοντας μία πίστη από φόβο παρά από ελεύθερη επιλογή.

Στο θέμα αυτό εμβαθύνουν πολλές αποκαλύψεις στην Ντούντε. Ας ακούσουμε τι έχει να πει η γνωστή ως «προφήτης της εποχής του τέλους»:

«…Μία ζωή με αγάπη είναι ανεξαίρετα η μόνη προϋπόθεση για να καταλάβει κάποιος μια βαθιά πνευματική γνώση και να απο­λαύσει την ευλογία της, γι’ αυτό το μόνο που χρειαζόταν να δοθεί στις επερχόμενες γενεές ήταν η εντολή της αγάπης. Για το λόγο αυ­τό ανέθεσα στους μαθητές Μου να την καταγράψουν ώστε να δια­τηρηθεί έτσι όπως την δίδαξα Εγώ στη γη. Εκτός αυτού τα κείμε­να που άφησαν κληρονομιά στην ανθρωπότητα οι μαθητές Μου παρουσίαζαν μία πορεία ζωής που όφειλε να γίνει παράδειγμα για όλους τους ανθρώπους όμως κατά τα άλλα τα κείμενα εκείνα δεν αποκαλύπτουν βαθύτερες σοφίες γιατί αυτό ήταν το θέλημά Μου.

Γιατί όποιος θα ήθελε χωρίς να έχει την αγάπη να αντλήσει τη γνώ­ση από το Βιβλίο που βέβαια περιέχει το Λόγο Μου, δεν θα ήξερε πώς να την αξιοποιήσει, αφού η πνευματική γνώση είναι ένα φως που ανάβεται από την αγάπη. Για να μπορεί να φωτίσει με όλη του τη λάμψη πρέπει πρώτα να αφυπνιστεί το πνεύμα μέσα στον άνθρωπο και τότε τον φωτίζει από το εσωτερικό του.

Το να διδαχθεί κάποιος μία τέτοια γνώση σαν σχολική ή θεολογι­κή διδασκαλία θα είχε αξία μόνο εάν θα μπορούσε να την ελέγξει και να εμβαθύνει στο περιεχόμενο της προκειμένου να την κάνει πνευματικό του κτήμα· τούτο όμως είναι δυνατό μόνο με τη βοή­θεια του πνεύματος και για αυτό το λόγο είναι απαραίτητο να έχει αγάπη.

… Γιατί από την ώρα που δραστηριοποιείται το πνεύμα του μπο­ρεί να λάβει τη γνώση χωρίς κανένα περιορισμό και έτσι ο καθένας καθορίζει από μόνος του το βαθμό της σοφίας που θέλει να κατέ­χει. Και τότε δεν χρειάζεται να την αντλήσει από τα βιβλία, παρά θα του δοθεί απευθείας από τον πνευματικό κόσμο. Αυτό ωστόσο μπορεί να το καταλάβει μονάχα εκείνος που έχει αφυπνίσει το πνεύ­μα στο εσωτερικό του, επειδή έχει εφαρμόσει την εντολή Μου για την αγάπη, αλλά ποτέ δεν πρόκειται να είναι κατανοητό για όσους ζουν τη ζωή τους άσκοπα χωρίς αγάπη και ζητούν να αποκτήσουν τη γνώση τους μόνο από τα βιβλία. Αυτή όμως είναι νεκρή μόνο γνώ­ση, τη ζωή την δίνει μόνο το πνεύμα, την πλήρη κατανόηση την δί­νει μόνο η αγάπη».

«Έχει χαθεί τελείως από την ανθρωπότητα η γνώση ότι ο Θεός μι­λά πάντα στους ανθρώπους και ότι θα ήθελε συνεχώς να τους μιλά και ότι μάλιστα το να ακούει ο άνθρωπος σε άμεση επικοινωνία το Λόγο του Θεού είναι αυτό που οφείλει να επιτύχει πάνω στη Γη. Αντ’ αυτού όμως οι άνθρωποι δραπετεύουν μπροστά στην εκδήλωση της θεϊκής βούλησης με αυτή τη μορφή. Τους πλησιάζει ο Θεός με το Λόγο Του αλλά εκείνοι δεν Τον αναγνωρίζουν πια!»

Στους γνώστες της Καινής Διαθήκης το παραπάνω απόσπασμα από την Μπέρτα Ντούντε θα πρέπει να τους θυμίζει τη γνωστή ρή­ση από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη (1, 10-11): «Ήρθε στον τόπο το δικό του και οι δικοί του δεν τον δέχτηκαν….»

Έτσι επαναλαμβάνεται απαράλλακτα ένα φαινόμενο όπως πριν 2000 χρόνια, όπου εκείνοι ακριβώς που αισθάνονται ως θεματοφύλακες του Λόγου του Θεού, οι ίδιοι δεν τον αναγνωρίζουν όταν έρ­χονται σε επαφή μαζί του στη σύγχρονη έκφραση του. Κι αυτό για­τί αυτοπεριορίζονται θεωρώντας ότι ο Δημιουργός έχει ήδη εξα­ντλήσει όλα όσα θα είχε να πει στα δημιουργήματά του. Αυτός εί­ναι ο λόγος που πολλοί τέτοιοι ζηλωτές κατατάσσουν κάθε μεταβιβλική αποκάλυψη στο χώρο του πνευματισμού, του αποκρυ­φισμού ή και του σατανισμού.

Στην Μπέρτα Ντούντε λέγεται χαρακτηριστικά ως απάντηση σε τέτοιους φόβους: «Θέλετε να τα απορρίψετε όλα ως έργα σατανι­κών δυνάμεων, αλλά έτσι αναγνωρίζετε μεγαλύτερη ισχύ στη σατα­νική δύναμη από ό,τι στη θεϊκή και πρώτα από όλα αμφισβητείτε τη μεγάλη αγάπη του Θεού που θέλει να σώσει, όχι να καταδικάσει. Αυτή ακριβώς η εκτίμηση προδίδει τόσο εσάς τους ίδιους όσο και το πνεύμα σας, καθώς μαρτυρεί ότι έχετε ακόμη μεγάλη άγνοια. Γιατί διαφορετικά θα ήσασταν ικανοί να ξεχωρίσετε τη θεϊκή ενέρ­γεια από τη σατανική επίδραση».

Στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη 18, 37 ο Ιησούς λέει στον Πιλάτο: «Ό­ποιος είναι από την πλευρά της αλήθειας ακούει τη φωνή μου». Και στο ίδιο Ευαγγέλιο, χωρίο 10, 27 λέει πάλι: «Τα δικά μου τα πρό­βατα αναγνωρίζουν τη φωνή μου, και εγώ τα αναγνωρίζω και με ακολουθούν». Για να αναγνωρίσει κάποιος τη φωνή του Θεού στη Βίβλο δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιφοίτηση. Το πρόβλημα αρχίζει από τη στιγμή που ο θεϊκός Λόγος του παρελθόντος γίνεται παρόν και ο μαθητής της χριστικής διδασκαλίας έρχεται σε επαφή με το σύγχρονο Λόγο. Τότε μόνο αποδεικνύει σε αυτή τη μικρή «κρίση», προάγγελο της μεγάλης, ότι αναγνωρίζει τη φωνή του Πατέρα του. Γιατί ο νέος Λόγος θα μιλήσει στην καρδιά εκείνου που έχει αγά­πη, καθώς θα την ελκύσει αυτόματα με τη θεϊκή αγάπη που απο­πνέει. Και η αγάπη βέβαια είναι υπερχρονική, ούτε γνωρίζει κανέναν άλλον περιορισμό.

Κατ’ επέκταση, όταν κάποιος δεν αναγνωρίζει τη φωνή του Κυ­ρίου του όπως εκφράζεται στη σύγχρονη εποχή, τότε δεν μπορεί να κατοικεί μέσα του ο Χριστός (Ιωάννης 14, 23), γιατί τη φωνή αυτή την αναγνωρίζει μόνο το υπερχρονικό χριστικό πνεύμα στην καρδιά ενός ανθρώπου. Όταν την πίστη την βιώνει κάποιος αποκλειστικά με το κεφάλι, θα νιώθει να τον ελκύει μόνο ό,τι έχει κα­ταγράψει ο νους του, καθότι κάτι περισσότερο δεν μπορεί να αφο­μοιώσει. Σε αντίθεση, η καρδιά ή ακριβέστερα ο θεϊκός πυρήνας μέσα στην καρδιά, έχει απεριόριστη δυνατότητα αντίληψης, ώστε μόνο από την αγάπη εξαρτάται ο βαθμός της φώτισης, ενώ για το νου αυτό που παίζει ρόλο είναι κύρια η μελέτη.

Επομένως η αποδοχή ή όχι του νεότερου θεϊκού Λόγου εξαρτά­ται αποκλειστικά από το βαθμό αγάπης, ίσον ωριμότητας, του αν­θρώπου. Αλλά η παράμετρος της αγάπης στην ουσία ισχύει και για την πραγματική πίστη σε κάθε ιερό κείμενο. Η προϋπόθεση της α­γάπης ισχύει μάλιστα κατά μείζονα λόγο για τους διδάσκοντες το Ευαγγέλιο, μια που, όπως καταγράφει η Ντούντε στις 18.2.1950:

«Όποιος διδάσκει τους άλλους χωρίς να εμπνέεται από το Θείο Πνεύμα δεν πρόκειται να αντιπροσωπεύει την αγνή αλήθεια. Γιατί εκείνος στον οποίο δεν μπορεί να ενεργήσει το Πνεύμα Μου ανα­γκαστικά θα τη διαστρεβλώνει, δεδομένου ότι θα ερμηνεύει εσφαλ­μένα το Λόγο που δίδαξα Εγώ κάποτε. Κατά συνέπεια αυτά που θα διδάσκει θα είναι λαθεμένα μολονότι τη γνώση του μπορεί να την έ­χει αποκτήσει από τις σπουδές και ο ίδιος να πιστεύει για τον εαυ­τό του ότι έχει την ικανότητα να κάνει το δάσκαλο στους συνανθρώ­πους του.

Το να καταλάβει κάποιος το πνευματικό νόημα των Λόγων Μου όπως το εννοώ πραγματικά, προϋποθέτει την ενέργεια του Πνεύ­ματος μέσα του, δηλαδή προϋποθέτει μία φωτισμένη σκέψη, η οποία πάλι προκύπτει από μία ζωή εναρμονισμένη με το θέλημά Μου».

Και πάλι η Ντούντε στις 4.2.1964: «Η μοναδική αιτία για τις δια­φορές στο σκέπτεσθαι των ανθρώπων, η μοναδική εξήγηση γιατί δεν αναγνωρίζεται η αλήθεια και γιατί η ανθρωπότητα βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση εννοιών είναι αυτή: Λείπει η αγάπη και χωρίς αγά­πη ο βαθμός συνειδητότητας του ανθρώπου είναι πολύ χαμηλός. Αν δεν έχει αγάπη δεν ποθεί την αλήθεια και αν δεν έχει αγάπη δεν πρόκειται ούτε να την αναγνωρίσει ότι είναι η αλήθεια’ απεναντίας θα είναι μονίμως δεκτικός σε διδασκαλίες που έχει φέρει ο αντίπα­λος Μου στον κόσμο για να την πολεμήσει, πράγμα που είναι και θα παραμείνει η διαρκής επιδίωξη του».

Παρ’ όλο που δεν υπάρχει ούτε ένα σημείο στη Γραφή που να μαρτυρεί πως μπορεί να θεωρηθεί ότι η θεία αποκάλυψη έχει ολο­κληρωθεί με τη Βίβλο, ωστόσο πολλοί χριστιανοί αρνούνται τις νε­ότερες αποκαλύψεις. Η συνήθης αιτία είναι ότι αυτές εξ ορισμού αποκαλύπτουν κάτι καινούργιο, που στη Βίβλο είτε δεν αναφέρε­ται καθόλου ή υπάρχει απλά ως προϊδέαση ή υπονοούμενο. Σχετι­κά με αυτό λέγεται στην Ντούντε:

«Το επιχείρημα που λέει ότι η Βίβλος δεν περιέχει το ένα ή το άλ­λο πράγμα που σας αποκαλύπτω στη σύγχρονη εποχή, είναι δικαιο­λογημένο από την άποψη ότι η Αγία Γραφή δεν μπορεί να περιέχει τα πάντα. Ο λόγος είναι ότι αφενός οφείλει να είναι προσιτή στον καθένα αλλά αφετέρου δεν είναι ο κάθε άνθρωπος δεκτικός σε βα­θύτερες σοφίες ή ικανός να τις συλλάβει.

…Γι’ αυτό σας διαφωτίζω σε σχέση με πράγματα που δεν είναι γραμμένα στο βιβλίο εκείνο, όμως θα μπορούσε να τα μάθει ο ο­ποιοσδήποτε, εάν ακολουθώντας τις επιταγές της Γραφής εναρμο­νιζόταν απόλυτα με το θέλημά Μου και ζούσε μία ζωή αγάπης».

Άλλωστε και η ίδια η Βίβλος μαρτυρεί ότι δεν περιλαμβάνει ό­λα όσα δίδαξε ή έκανε ο Ιησούς, όπως π.χ. στο κατά Ιωάννη Ευαγ­γέλιο 20, 30 και 21, 25. Παραμένει ωστόσο το γεγονός ότι πολλοί αντιμετωπίζουν με δυσπιστία το «νέο» των νέων αποκαλύψεων. Στην πραγματικότητα ωστόσο δεν αποτελούν ένα «νέο» (ούτε βέβαια νό­θο) ευαγγέλιο, αλλά διαφώτιση, εμβάθυνση ή αποκρυπτογράφηση ενός ήδη υπάρχοντος πυρήνα κι αυτό είναι ουσιαστικά δείγμα πνευ­ματικής προόδου. Γιατί εάν δεν έστελνε ο Θεός στο πέρασμα των αιώνων τους απεσταλμένους του στη Γη, αυτούς που εν μέρει οι ί­διες οι εκκλησίες αγιοποίησαν, και που καθοδήγησαν ως όργανα μιας ανώτερης Τάξης την παραπαίουσα στο σκοτάδι ανθρωπότητα, τότε αυτή θα είχε βρεθεί ακόμη πιο σύντομα σε ακόμη πιο δεινή θέ­ση από ό,τι σήμερα.

Ένα ιδιαίτερα σημαντικό, ίσως τον πιο μεγάλο ρόλο, τον έπαι­ξαν οι μυστικιστές σε αυτό το σημείο, που σε άνωθεν διατεταγμέ­νη υπηρεσία ανανέωσαν πολλές φορές τα λιμνάζοντα νερά της τυ­πικής πίστης, μολονότι η απήχηση που είχαν δεν ήταν εξίσου με­γάλη με εκείνη των μεγάλων πατέρων και μεταρρυθμιστών της εκ­κλησίας.

Επομένως προσοχή, κριτικό και νηφάλιο κυρίως πνεύμα επιβάλ­λεται όταν ο πνευματικός αναζητητής έρχεται σε επαφή με νέες δι­δασκαλίες. Όμως και ο υπερβολικός φόβος που οδηγεί σε απόρ­ριψη χωρίς να προηγηθεί πριν διεξοδικός έλεγχος είναι δείγμα μειωμένης αγάπης και πνευματικής φτώχειας.

Μια άλλη σημαντική παράμετρος που θα πρέπει να ληφθεί υπό­ψη στην απάντηση του ερωτήματος γιατί δίνεται μία εκτενέστερη θεία αποκάλυψη στην εποχή μας, είναι το γεγονός ότι μέχρι σχε­τικά πρόσφατα το γενικό επίπεδο μόρφωσης ήταν με λίγες εξαιρέ­σεις χαμηλό. Οι παλαιότερες εποχές δεν ήταν ακόμη, ώριμες για μία μεγάλη αποκάλυψη και μάλιστα για ένα λόγο επιπλέον, ότι η επιστροφή του Χριστού ήταν ακόμη μακριά. Στο γιατί δεν ήταν πα­λαιότερα ευρύτερη γνωστή αυτή η γνώση -με εξαίρεση στους λί­γους μυστικιστές- απαντά μία πολύ σημαντική μετάδοση στην Ντού­ντε στις 12.4.1963:

«… Θέτετε το ερώτημα για ποιο λόγο σάς αποκαλύπτεται τώρα μία γνώση για την οποία πρωτύτερα δεν είχατε παρά ελάχιστη ή κα­μία ιδέα και θέλω να σας το εξηγήσω: Πάντοτε υπήρχαν άνθρωποι που χάρη στην πνευματική τους ωριμότητα μπορούσαν να μυηθούν σε άδυτα μυστήρια της δημιουργίας και έτσι γνώριζαν για την αρ­χή όλων των δημιουργημένων όντων, για την πτώση τους από τον κόλπο Μου και για το προαιώνιο σχέδιο Μου για τη σωτηρία τους.

Μία τέτοια γνώση δεν ήταν όμως δυνατό ποτέ να μεταφερθεί στους συνανθρώπους τους, επειδή εκείνοι ήταν σε ένα χαμηλότερο επίπε­δο ωριμότητας από αυτούς που είχαν λάβει τη γνώση από Μένα.

Δεν θα την είχαν ποτέ καταλάβει σε βάθος και εάν την είχαν υιο­θετήσει απλά στην κυριολεκτική έννοια της, χωρίς να εμβαθύνουν στο πνευματικό νόημα της, τότε η λογική’ τους θα τους είχε οδηγή­σει να την απορρίψουν. Γιατί θα είχαν μείνει με την αντίληψη ότι είναι παραμύθια, αποκυήματα της φαντασίας ενός φαντασιόπληκτου, αφού κάποιος που δεν θα είχε αφυπνίσει ακόμη το πνεύμα του δεν θα μπορούσε να την καταλάβει.

Έτσι και στην εποχή που πορευόμουν στη Γη οι άνθρωποι βρίσκο­νταν ακόμη σε ένα πολύ χαμηλό πνευματικό επίπεδο λόγω του ότι ήταν ακόμη τελείως υπό την εξουσία του αντιμάχου Μου, ο οποίος ήταν ο υπεύθυνος για το μεγάλο πνευματικό σκότος. Ως συνέπεια ή­ταν πολύ λίγοι εκείνοι που μπορούσα να τους διδάξω τέτοια μυστι­κά της δημιουργίας αλλά και αυτοί ακόμη είχαν δυσκολίες να τα κα­ταλάβουν. Γιατί τους βάραινε ακόμη η αρχική αμαρτία της πτώσης τους, πράγμα που σήμαινε συν τοις άλλοις ότι η γνωστική τους ικα­νότητα ήταν πολύ περιορισμένη. Μου έθεταν βέβαια συνεχώς ερω­τήσεις, αλλά δεν μπορούσα παρά να τους παραπέμψω στο χρόνο μετά Τη σταύρωση Μου, οπότε θα φωτιζόταν το πνεύμα τους γιατί τότε θα είχε ολοκληρωθεί το λυτρωτικό Μου έργο χάρη στο οποίο ό­σοι Με αγαπούσαν θα έβγαιναν από το βαθύ τους σκοτάδι.

Αυτοί οι λίγοι μαθητές σταδιακά κατάλαβαν αυτά που τους είχα διδάξει. Όμως τη γνώση τους δεν μπορούσαν να την μεταδώσουν παραπέρα, ακριβώς για το λόγο ότι οι συνάνθρωποι τους, που δεν είχαν αφυπνίσει ακόμη το πνεύμα τους, δεν θα την είχαν συλλάβει.

Επειδή λοιπόν η γνώση αυτή και κατ’ επέκταση το αφυπνισμένο πνεύμα είναι επακόλουθο μιας σωστής πορείας στη ζωή, καρπός της τήρησης των εντολών της αγάπης που είχα με έμφαση διδάξει Εγώ ο Ίδιος στους ανθρώπους, για αυτό έπρεπε πρώτα να παρα­κινηθούν να εφαρμόσουν αυτές τις εντολές. Θα πρέπει να ξέρετε ε­πίσης ότι οι μαθητές Μου κατέγραψαν για τους μεταγενέστερους ό­σα τους ανέθεσα Εγώ να γράψουν, δεδομένου ότι και οι ίδιοι δεν ή­ταν ακόμη σε θέση να συλλάβουν τις πιο βαθιές σοφίες. Έτσι υπά­κουσαν απλά στο καθήκον που τους ανέθεσα να κάνουν γνωστά όσα είχα πει στους ανθρώπους που Με ακολουθούσαν γιατί Με έ­βλεπαν σαν ένα προφήτη, από τον οποίο περίμεναν θαύματα ή να τους θεραπεύσει από όλες τις παθήσεις τους.

Όλοι αυτοί αντλούσαν παρηγοριά και δύναμη από τα λόγια Μου και επειδή ήταν καλής θέλησης μπορούσα να ενισχύσω μέσα τους την πίστη στον έναν Θεό. Όμως εκείνοι που ήθελαν να εισχωρήσουν βαθύτερα στη γνώση ήταν μόνο λιγοστοί και μάλιστα περισσότερο τους παρακινούσε το λογικό τους, παρά η καρδιά τους να ρωτήσουν πράγματα που μονάχα Εγώ μπορούσα να τους απαντήσω. Αυ­τοί δέχονταν βέβαια τις εξηγήσεις που τους έδινα αλλά δεν τους έ­καναν ιδιαίτερα βαθιά εντύπωση, εκτός από λίγους μεμονωμένους που είχαν αγάπη στην καρδιά τους και Με αναγνώριζαν ως Θεό και Δημιουργό τους.

Δεν χρειάζεται να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στο ότι αυτοί οι λίγοι μυήθηκαν από Μένα στη γνώση, γεγονός που τους έκανε πανευτυ­χείς. μία τέτοια γνώση ωστόσο παρέμενε απλά ένα πνευματικό α­γαθό που έκανε ευτυχισμένους τους οπαδούς Μου εκείνους που δί­δασκα Εγώ ο Ίδιος. Ήταν όμως αδύνατο να μεταδοθεί στους συγχρόνους τους ή στους μεταγενέστερους γιατί εκείνοι δεν μπορού­σαν να την καταλάβουν και για το λόγο αυτό οι σχετικές συνομιλίες Μου με τους μαθητές Μου δεν αναφέρθηκαν πουθενά.

Εκτός αυτού, μία τέτοια γνώση για την αρχή και τον τελικό προ­ορισμό της δημιουργίας δεν ήταν αναγκαία για τους ανθρώπους, σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα δεν ήταν καν ωφέλιμη. Διότι έτσι και την μάθαιναν ως μέρος της διδασκαλίας θα μπορούσε από μία ορι­σμένη άποψη να είχε λειτουργήσει εκβιαστικά στη θέληση των αν­θρώπων. Γιατί εάν την πίστευαν, θα συλλογίζονταν με φρίκη την ε­ξέλιξη από την οποία περνά αναγκαστικά ο καθένας μέχρι να γίνει άνθρωπος και επομένως δεν θα αισθάνονταν ελεύθεροι ή δεν θα έ­νιωθαν καμία αγάπη για έναν Θεό του οποίου το σχέδιο θα τους ή­ταν τελείως ακατανόητο.

Πάντως κάθε φορά που είχα τη δυνατότητα να φέρω στη Γη θεϊ­κές αποκαλύψεις, έδινα στους ανθρώπους αυτή τη γνώση. Η εγγύ­τητα του τέλους είναι η αιτία που δίνεται όλο και πιο ξεκάθαρη δια­φώτιση γι’ αυτό το θέμα, λόγω του ότι τώρα χρειάζεται να τονιστεί με κάθε έμφαση στους ανθρώπους η ευθύνη που φέρουν. Γιατί τώ­ρα τους απειλεί ένας νέος εγκλεισμός μέσα στην ύλη, ο οποίος συμ­βαίνει μόνο στο τέλος μίας λυτρωτικής περιόδου, και έχει ιδιαίτε­ρα μεγάλη σημασία για όλες τις ψυχές που βρίσκονται σε μία φάση ανοδικής εξέλιξης. Έως εκείνη την ώρα οι ψυχές που δεν είχαν φτά­σει στην ωριμότητα πάνω στη Γη είχαν ακόμη τη δυνατότητα να ωριμάσουν στον άλλο κόσμο, όμως στο τέλος μίας λυτρωτικής περιό­δου δεν υπάρχει πια αυτή η δυνατότητα. Τότε προκύπτει ό,τι πιο τρομερό για τις ψυχές, διότι αποσυντίθενται εκ νέου και τα μεμο­νωμένα μόριά τους εγκλείονται μέσα στη σκληρή ύλη.

Τι πιο κατανοητό λοιπόν από το να σας γνωστοποιώ τι σας πε­ριμένει εάν αποτύχετε στη δοκιμασία που πρέπει να αντιμετωπί­σετε σε αυτή τη ζωή; Μπορείτε και χωρίς να έχετε καμία γνώση να ανταπεξέλθετε στη δοκιμασία αυτή, φτάνει να ζείτε με αγάπη. Εάν όμως η αγάπη έχει ψυχράνει η αποτυχία είναι αναπόφευκτη και το αποτέλεσμα είναι η αναπόδραστη φυλάκιση των ψυχών εκ νέου μέσα στην ύλη. Για αυτό κι Εγώ χρησιμοποιώ προηγουμένως κά­θε μέσο για να ταρακουνήσω την ανθρωπότητα και φροντίζω επίσης ώστε να λάβουν διαφώτιση για το μεγάλο σχέδιο που διέ­πει τη δημιουργία. Αλλά και πάλι δεν σημειώνεται καμία επιτυ­χία, αφού οι περισσότεροι ακούν μία τέτοια γνώση χωρίς να την πιστεύουν, ούτως ώστε πιο πολύ την απορρίπτουν παρά την απο­δέχονται.

Όμως Εγώ γνωρίζω τη θέληση του καθενός χωριστά και ως εκ τούτου γνωρίζω επίσης ποιοι είναι δεκτικοί απέναντι σε αυτή τη γνώση, ποιοι θα την πάρουν στα σοβαρά και θα κάνουν ό,τι πρέπει. Και είναι βέβαιο ότι σε αυτούς χορηγώ αυτή τη γνώση· ανέκαθεν μυούσα στην αλήθεια, σε βαθύτατη πνευματική γνώση, εκείνους που επιθυμούσαν μέσα από την καρδιά τους να διαφωτιστούν και ήταν επίσης ικανοί να την δεχθούν, επειδή ζούσαν με αγάπη. Γιατί είναι ανάγκη να αναγνωρίσετε ότι υπάρχει ένας Θεός αγάπης, σοφίας και δύναμης πίσω ακόμη και από κάθε γεγονός που θα βιώσετε στο μέλλον. Και πρέπει να Μου έχετε εμπιστοσύνη και να επικαλείστε πάντα τη βοήθειά Μου καθώς θα είναι τεράστια τα δεινά που θα α­ντιμετωπίσετε, πριν έρθει το τέλος ωστόσο όποιος αντέξει ως το τέ­λος θα γίνει μακάριος».

Οι λόγοι ύπαρξης των νέων αποκαλύψεων

Συνοψίζοντας, θα απαριθμηθούν επιγραμματικά οι λόγοι για τους οποίους έχουν γίνει και γίνονται συνέχεια θεϊκές αποκαλύψεις:

  • Η εκπλήρωση των βιβλικών υποσχέσεων για διαρκή πνευματι­κή καθοδήγηση των ανθρώπων π.χ. Ματθ. 28, 20. Ιωάν. Κεφ. 14 & 16. Πράξεις 2, 17-18
  • Το χαμηλό επίπεδο μόρφωσης των ανθρώπων στο παρελθόν και κυρίως το γεγονός ότι οι καιροί δεν ήταν ακόμη ώριμοι για βα­θύτερες αποκαλύψεις.
  • Η εγγύτητα της έσχατης εποχής και της επιστροφής του Χριστού.
  • Η διείσδυση ακάθαρτων στοιχείων εξαιτίας του ανθρώπινου παράγοντα στις βιβλικές αλλά και μεταβιβλικές θεϊκές αποκαλύ­ψεις.
  • Η σύγχρονη εποχή χρειάζεται διαφώτιση, διαφάνεια και σαφή­νεια γιατί επικρατεί σύγχυση εννοιών και η άποψη ότι η αλήθεια είναι σχετική.
  • Οι κραδασμοί του Λόγου, η χαρισματική δύναμή του, που μαρ­τυρεί τη ζωντανή παρουσία του Ιησού Χριστού, η οποία είναι α­πόλυτα απαραίτητη για την επίτευξη του στόχου της ανθρώπινης ζωής, την τελειοποίηση της ψυχής και την επιστροφή στον Θεό.

Ουσιαστικά το κύριο πρόβλημα στη χορήγηση της θεϊκής αλή­θειας είναι ο ίδιος ο άνθρωπος, κατά πρώτον γιατί δεν ενδιαφέρε­ται πραγματικά για την αλήθεια, και αφετέρου γιατί είναι συνή­θως προκατειλημμένος από αυτά που έχει διαβάσει ή διδαχτεί, από τα οποία δεν μπορεί ως επί το πλείστον να αποκολληθεί εύκολα. Όσο είναι δε εγκλωβισμένος σε ορισμένες λανθασμένες απόψεις και δεν είναι πρόθυμος να τις θέσει υπό κρίση ή να τις αποχωρι­στεί, δεν μπορεί να αποδειχθεί μία αντίθετη ουράνια διδασκαλία, αλλά ούτε και να του δοθεί, λόγω της ελευθερίας της βούλησης του.

Εάν όμως έχει ανοικτό και κριτικό πνεύμα, μπορεί με βοήθεια από ψηλά, να αναγνωρίσει την αλήθεια ή μη αλήθεια μιας διδα­σκαλίας, σχετικά εύκολα. Ένα βαθμό δυσκολίας παρουσιάζουν μεταδόσεις που ισχυρίζονται ότι προέρχονται από τον Πατέρα, αλ­λά δεν περιέχουν κανένα καινούργιο στοιχείο ούτε αντιφάσκουν με το γνωστό θείο Λόγο και επιπλέον είναι γεμάτες από λόγια αγάπης και καλές παραινέσεις. Στην περίπτωση αυτή, το μόνο που μπορεί να εξασφαλίσει βεβαιότητα, είναι να ελεγχθούν εάν συμφωνούν με το θείο Λόγο με βάση τα παρακάτω σημεία πάνω στα οποία θα πρέπει να ταυτίζονται:

  • τη θεϊκότητα του Ιησού
  • το σχέδιο για τη σωτηρία της ανθρωπότητας
  • την αιτία και το σκοπό της ζωής στη Γη
  • την έσχατη εποχή και την επιστροφή του Ιησού Χριστού