ΑΝΕΞΗΓΗΤΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ

 

Ιπτάμενα αντικείμενα άγνωστης ταυτότητας

Όποιος ασχοληθεί πιο διεξοδικά με το ζήτημα της ουφολογίας και των λεγόμενων εξωγήινων, γρήγορα θα αντιληφθεί γιατί είναι ένα τόσο αμφιλεγόμενο και δυσπρόσιτο θέμα, καθώς πρόκειται ου­σιαστικά για ένα χώρο που βρίσκεται πέρα από τα όρια της επι­στημονικής γνώσης. Έτσι, δεν περιμένει κανείς από την ουφολογία να προσφέρει εχέγγυα επιστημονικότητας, αλλά από την άλλη πλευρά αυτή χαίρει εκτίμησης ακόμη και μεταξύ μορφωμένων και μιας μερίδας επιστημόνων, όπως π.χ. αρκετοί αστροναύτες.

Στις επόμενες σελίδες πιστεύουμε ότι θα καταστεί σαφές στον αναγνώστη, γιατί η ουφολογία δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο ε­πιστημονικής προσέγγισης και γιατί ανήκει συγκεκριμένα στο χώ­ρο των παραφυσικών φαινομένων.

Από τότε που ο αμερικανός Κένεθ Άρνολντ, πετώντας μια μέρα του 1947 με το μονοθέσιο αεροπλάνο του διέκρινε πάνω από τα Βραχώδη Όρη εννέα ασημένια αντικείμενα, αμέσως ακολούθη­σαν σωρηδόν ανάλογες παρατηρήσεις σε όλο τον κόσμο. Στην αρ­χή ονομάστηκαν «ιπτάμενα πιατάκια» («flying saucers»), γιατί αρ­χικά εμφανίζονταν συνήθως με αυτό το σχήμα.

Με τον καιρό επικράτησε ο επιστημονικότερος όρος UFOs, δη­λαδή Unidentified Flying Objects (Άγνωστης Ταυτότητας Ιπτάμε­να Αντικείμενα – ΑΤΙΑ) ή και IFOS (Intcrplanetarian Flying Objects), δηλαδή Διαπλανητικά Ιπτάμενα Αντικείμενα. Από εκείνο τον και­ρό δεν σταμάτησαν οι σχετικές ειδήσεις να κατακλύζουν τον τύπο και ιδίως τον κίτρινο. Με την πάροδο του χρόνου τα σχήματα των παρατηρηθέντων αντικειμένων γίνονται όλο και πιο ποικίλα και κανένα ΑΤΙΑ δεν φαίνεται να μοιάζει με ένα άλλο, που έχει εμφα­νιστεί κάπου αλλού.

Στο μεταξύ, έχει αποδειχθεί αδιάσειστα ότι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων επρόκειτο για φυσικά αντικείμενα ή φαινόμενα στο στερέωμα, όπως είναι φερ’ ειπείν μετεωρίτες, διάττοντες αστέρες, η Αφροδίτη, τεράστια αερόστατα της μετεωρολογίας, πολιτικά ή στρατιωτικά αεροσκάφη, δορυφόροι, τμήματα πυραύλων που επι­στρέφουν στη γήινη ατμόσφαιρα, σφαιρικοί κεραυνοί ή άλλα ατμο­σφαιρικά φαινόμενα.

Έχει διαπιστωθεί επίσης ότι εκτός από πλάνες, πολλές εμφανί­σεις ΑΤΙΑ ήταν εσκεμμένα προϊόντα απάτης ή αυτοπροβολής. Έ­χει επανειλημμένα δε αποδειχθεί από ειδήμονες πόσο εύκολα κα­τασκευάζονται ‘υποτιθέμενες αποδείξεις, με σκοπό να πείσουν για την ύπαρξη τους. Από μια πλευρά, είναι αξιοθαύμαστες οι απίθα­νες συλλήψεις ορισμένων οπαδών των UFO, όπως εκείνης της «αντιβαρύτητας» π.χ., τις οποίες υποστηρίζουν με ζήλο, προκειμένου να επιτύχουν τη γενική αναγνώριση.

Ένα πρόβλημα είναι επίσης ότι οι ενδιατρίβοντες στα θέματα των ΑΤΙΑ μιλούν πάντα με ασαφείς και συγκεχυμένους όρους ακόμη και στις περιπτώσεις που έχουν διαπιστωθεί γνήσιες εμφανίσεις άγνωστων ιπτάμενων αντικειμένων. Ο λόγος δε που το κάνουν εί­ναι ότι αλλιώς έπρεπε να παραδεχτούν ότι πρόκειται για φαινόμε­να με καθαρά πνευματική υπόσταση και προέλευση. Αλλά προκει­μένου να εμφανίσουν τις θεωρίες τους σαν ικανές να τεκμηριω­θούν, τις χρωματίζουν με μία ψευδοεπιστημονική χροιά, όπως κά­νουν και οι παραψυχολόγοι.

Για την επιχειρηματολογία τους οι ουφολόγοι προσπαθούν να στηριχθούν αποκλειστικά σε υλικές αποδείξεις για την επίσκεψη επανδρωμένων διαστημοπλοίων στη Γη. Όταν όμως οι αποδείξεις τους καταρρίπτονται, τότε καταφεύγουν στο πνευματικό επίπεδο και επικαλούνται πνευματικούς νόμους, μιλώντας π.χ. για αποϋλοποίηση και επαναϋλοποίηση. Ο λόγος που καταφεύγουν αναγκα­στικά σε αυτές τις δύο έννοιες είναι ότι οι αποστάσεις μεταξύ των ηλιακών συστημάτων είναι τόσο μεγάλες, που αποκλείουν μια υλι­κής μορφής επικοινωνία. Έτσι, υποτίθεται ότι οι κάτοικοι των αστρικών σωμάτων προβαίνουν σε αποϋλοποιήσεις και επαναϋλοποιήσεις, για να μεταφερθούν οι ίδιοι και τα διαστημόπλοιά τους σε άλλα μέρη του διαστήματος.

Εάν παρατηρήσει κανείς στατιστικά τις εμφανίσεις των ΑΤΙΑ, διαπιστώνει ότι υπάρχουν χρονιές με ελάχιστα τέτοια φαινόμενα και άλλες όπου παίρνουν διαστάσεις συλλογικής ψύχωσης. Πράγματι, πολλές φορές παρατηρείται μία ψύχωση εν είδει επιδημίας που υποθάλπεται και υποδαυλίζεται κυρίως από τα Μ.Μ.Ε., αλλά καμιά φορά και από πολιτικά γεγονότα. Φαίνεται, συνεπώς, ότι το θέμα των UFO αποτελεί ένα φαινόμενο ψυχολογίας των μαζών, που εκδηλώνεται ιδιαίτερα σε περιόδους πολιτικής αναταραχής, ψυχι­κής έντασης, φόβου, επαπειλούμενων καταστροφών κ.ο.κ. Σίγουρα, δεν είναι τυχαίο ότι στις ΗΠΑ π.χ. τα φαινόμενα αυτά πέρασαν από φάσεις έξαρσης την περίοδο των πολέμων της Κορέας και του Βιετνάμ.

Εκτός των άλλων, αναμφισβήτητα, για την εξάπλωση του φαινο­μένου ένα μεγάλο ρόλο έχουν παίξει επίσης η μετά το Β’ παγκό­σμιο πόλεμο αλματώδης εξέλιξη των ΜΜΕ και η τεχνολογία τον διαστήματος. Ήταν και παραμένει εμφανές το πόσο πολύ η σχετι­κή πληροφόρηση επηρεάζει αυξητικά τις παρατηρούμενες εμφα­νίσεις, ιδίως στις πιο ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού. Χαρα­κτηριστική και πασίγνωστη είναι η περίπτωση του ηθοποιού Όρσον Ουέλες, που με την είδηση της υποτιθέμενης προσγείωσης των αρειανών κατά την ανάγνωση ενός θεατροποιημένου έργου επι­στημονικής φαντασίας στο ραδιόφωνο προκάλεσε ένα τεράστιο κύμα πανικού στις ΗΠΑ.

Είναι ένα αναντίρρητα στοιχειοθετημένο γεγονός, άλλωστε, ότι το φαινόμενο παροξύνεται στις χώρες εκείνες όπου τα ΜΜΕ το υ­ποθάλπουν ιδιαίτερα δυναμικά. Αντίθετα, σε άλλες χώρες με έντο­νο το στοιχείο της συλλογικής, παραδοσιακής θρησκευτικότητας, όπως και της παρουσίας των εκκλησιών στο δημόσιο βίο, οι λαοί αυτοί τείνουν περισσότερο να βλέπουν την Παναγία (ή άλλους α­γίους), ένα γεγονός που θα αναλύσουμε παρακάτω. Με αυτό είναι έκδηλο πόσο αποφασιστικό ρόλο παίζει τελικά η θέληση του ανθρώπου και οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις που έχει ο καθέ­νας για το είδος των εκάστοτε εμφανίσεων. Έτσι λογικά εξάγεται το συμπέρασμα ότι εμείς οι ίδιοι με τις αντιλήψεις μας, δηλα­δή με τη βούλησή μας, είμαστε εκείνοι που προκαλούν και ελκύ­ουν τέτοια φαινόμενα.

Τις τελευταίες δεκαετίες διάφορες αρχές και επιτροπές σε ΗΠΑ, Γαλλία και Αγγλία ασχολήθηκαν αποκλειστικά με τη διερεύνηση δηλωμένων παρατηρήσεων ΑΤΙΑ. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους αποδείχθηκαν ψευδείς, με βάση μία από τις αιτίες που προανα­φέρθηκαν (δορυφόροι, αεροσκάφη κ.λπ.). Υπήρξε, ωστόσο και πε­ρίπου ένα δύο τοις εκατό από τα περιστατικά που έμειναν χωρίς ι­κανοποιητική εξήγηση. Το αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι ότι πρόκειται για φαινόμενα που τα γενεσιουργά τους αίτια βρίσκο­νται στον πνευματικό χώρο και γι’ αυτό το λόγο δεν μπορούν να ε­ξηγηθούν επιστημονικά, γιατί είναι αδύνατη η επιστημονική, ορ­θολογιστική προσέγγιση σε καθαρά πνευματικά θέματα.

Γι’ αυτό το θέμα λέγεται στην Μπέρτα Ντούντε:

«Με την έρευνα δεν θα προσπελάσετε σε κανένα χώρο του

πνεύματος και θα είναι μάταιος ο κόπος να αποκτήσετε μια

αληθινή εικόνα γι’ αυτά που βρίσκονται πέρα από τα γήινα».

Εδώ είναι και η αδυναμία των ουφολόγων, που είτε προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα λογικο-τεχνοκρατικά είτε – στην πε­ρίπτωση που δέχονται την ύπαρξη του πνευματικού κόσμου και των εκδηλώσεων του – δεν αγαπούν αρκετά την αλήθεια, ώστε να την αναζητήσουν έως την πρωταρχική πηγή της. Γιατί τότε θα τους ήταν γνωστή η αλήθεια και ούτε θα τους εξαπατούσαν με ψέματα άν­θρωποι ή πνεύματα.

Σήμερα η ουφολογία διακρίνει τις παρακάτω κατηγορίες:

Επαφές α΄ τύπου:       οράσεις, παρατηρήσεις

Επαφές β΄ τύπου:         προσγειώσεις

Επαφές γ΄ τύπου:        προσγειώσεις με προσωπική επαφή με τους

«εξωγήινους»

Επαφές δ΄ τύπου:        εκούσια ή ακούσια απαγωγή του γήινου ανθρώπου

Επαφές ε΄ τύπου:        οι «εξωγήινοι» κυκλοφορούν μεταξύ των ανθρώπων

χωρίς να αναγνωριστούν

Επαφές στ΄ τύπου:      μηνύματα των «εξωγήινων» προς τους αν­θρώπους.

Τις τελευταίες δεκαετίες οι «εξωγήινοι» έχουν εξελιχθεί, επίσης. σε ένα σημαντικό και προσοδοφόρο τμήμα της βιομηχανίας της διασκέδασης. Είναι εύλογο, λοιπόν, ότι τα παιδιά, οι νέοι και οι πιο εύπιστοι άνθρωποι, κάτω από ένα τέτοιο καταιγισμό από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, να γίνονται ακόμη πιο ευεπηρέαστοι και να αδυνατούν να ξεχωρίσουν την αλήθεια από την πλάνη. Και επειδή το πλήθος ενδιαφέρεται πάντοτε περισσότε­ρο για τον εντυπωσιασμό και τη διέγερση των αισθήσεων, παρά για την εξακρίβωση της αλήθειας, γι’ αυτό ο αριθμός των οπαδών και των καταναλωτών της ουφολογίας αυξάνει αδιάκοπα.

Παρεμφερείς εμφανίσεις υπήρχαν βέβαια και πριν το 1947, όπως π.χ. τα φωτεινά φαινόμενα στη Φάτιμα της Πορτογαλίας με­ταξύ 1915 και 1917, που θα εξεταστούν παρακάτω, μόνο που τότε δεν γινόταν λόγος για ΑΤΙΑ, για το λόγο ότι κάθε εποχή έχει τα δι­κά της χαρακτηριστικά, ακόμη και λεξιλόγιο ή συγκεκριμένους ό­ρους.

Αναδιφώντας στο πιο μακρινό παρελθόν, ανακαλύπτει κανείς ότι εμφανίσεις στον ουρανό υπήρχαν σε όλες τις εποχές, αλλά πά­ντοτε ήταν προσαρμοσμένες στο πνεύμα της εκάστοτε εποχής. Έτσι, ενώ οι Ρωμαίοι π.χ. έβλεπαν «πύρινες σφαίρες» στο στερέ­ωμα, οι Αιγύπτιοι έβλεπαν «ήλιους». Κατά πάσα πιθανότητα και τότε η πλειονότητα των περιπτώσεων θα αφορούσε τελείως φυσι­κά φαινόμενα, τα οποία όμως δεν μπορούσαν να αναγνωριστούν, επειδή δεν υπήρχε η ανάλογη γενική παιδεία.

Όμως, όπως αναφέρει από την άλλη πλευρά η Βίβλος, οι Ιουδαί­οι έβλεπαν πραγματικά υπερκόσμιες οράσεις, όπως τη φλεγόμενη βάτο, τη στήλη πυρός στην έρημο, αγγέλους κ.ά., φαινόμενα που οι ουφολόγοι σήμερα προσπαθούν να εξηγήσουν σαν παρουσίες ε­ξωγήινων όντων.

Ας ταξιδέψουμε όμως ακόμη πιο πίσω, στην εποχή που δεν υπήρ­χε ακόμη η γη, την εποχή δηλαδή της πτώσης των αρχέγονων πνευ­μάτων από τον Θεό και της δημιουργίας των υλικών κόσμων. Σύμφωνα με το έργο της Κατερίνα Αντέλμα Φαίη «Πνεύμα – δύναμη – ύλη» (1869), ήδη μετά την πτώση από την πνευματική δημιουργία οι δαίμονες προσπαθούσαν να ελκύσουν με ηλεκτρικά φωτεινά φαινόμενα την προσοχή και την περιέργεια των μη πεσόντων αγγέλων και εν μέρει το πέτυχαν. Τα φωτεινά όντα, που εξ αιτίας της περιέργειας τους έγιναν κατ’ αυτό τον τρόπο ακάθαρτα και πνευ­ματικά δέσμια, έπεσαν επίσης από τον θείο κόλπο.

Επίσης, στο βιβλίο του «Ο πρωτομάστορας του κόσμου» ο μηχα­νικός Χανς Μάλικ γράφει: «Οι δαίμονες ανέπτυξαν φωτεινά φαι­νόμενα και χρωματικά παιχνίδια στην ατμόσφαιρα, που έφταναν έως τα όρια της περιοχής τους στους κάτω κόσμους, επειδή γνώρι­ζαν ότι τα βλέμματα των νεαρών πνευμάτων ήταν στραμμένα στους κόσμους τους. Τα φαινόμενα εκείνα ξύπνησαν στα πνεύματα την περιέργεια και την επιθυμία του απαγορευμένου. Αλλά τα φαινό­μενα αυτά τα είχαν προξενήσει οι ίδιοι οι δαίμονες…».

Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι πίσω από τέτοια μυστη­ριώδη φαινόμενα κρύβονται πνευματικές οντότητες του κακού, που καταφεύγουν σε τέτοια μέσα για να επιτύχουν το σκοπό τους. Και ο σκοπός τους είναι να προκαλέσουν την απόσχιση άλλων αδελ­φών πνευμάτων από το θεϊκό κέντρο, προκειμένου να δεσμεύσουν τη δύναμη τους στο χώρο του κακού.

Οι δαίμονες, όπως είναι γνωστό από τις αποκαλύψεις, αρχικά ή­ταν επίσης τέλεια ουράνια πνεύματα. Όμως, ο Εωσφόρος, που η αλαζονεία του τον έκανε Σατανά και αντίπαλο του Θεού, ξύπνη­σε και τη δική τους αλαζονεία και τους παρέσυρε σε μία αβυσσα­λέα πτώση. Στην Καινή Διαθήκη, στην επιστολή του Ιούδα, 6 κεφ., λέγεται γι’ αυτούς: «Θυμηθείτε τους αγγέλους, που δεν έμειναν πι­στοί στο αξίωμα τους, αλλά εγκατέλειψαν την ουράνια κατοικία τους. Ο Κύριος τους έχει φυλακίσει στο σκοτάδι με αιώνια δεσμά, για να δικαστούν τη μεγάλη ημέρα της κρίσης». Ο δε Πέτρος τους ονομάζει «οι άγγελοι που αμάρτησαν».

Από τις νέες θεϊκές αποκαλύψεις στην Μπέρτα Ντούντε και στον Ιάκωβο Λόρμπερ γνωρίζουμε ότι τα έκπτωτα πνεύματα, απομακρυνόμενα από το θεϊκό κέντρο, μετατράπηκαν σε μία αδρανή μά­ζα, από την οποία ο Θεός τα απέσπασε σταδιακά και τα φυλάκισε μέσα στις διάφορες υλικές μορφές.1

Μια θεϊκή ακτινοβολία, που ως πνευματική δύναμη αυτή καθαυτή δεν είναι διαιρετή, όμως τα αποτελέσματά της είναι μεμονωμέ­να δημιουργήματα, αποσπά λίγο λίγο από την αδρανή μάζα ουσίες από τις ψυχές των έκπτωτων αγγέλων, που είναι εγκλωβισμένες ε­κεί και τις «φυλακίζει», περιβάλλοντας τες με τα ασύλληπτης ταχύτητας ηλεκτρόνια.2

Τα πνεύματα που είχαν επαναστατήσει ενάντια στη θεία τάξη με τη φυλάκιση μέσα στην ύλη εισάγονται σε μία νέα δημιουργι­κή τάξη, όπου υπάρχει χώρος και πρόνοια για το δαιμονικό στοι­χείο. Εδώ η πνευματική δύναμη των ηλεκτρονίων έχει το έργο να επαναφέρει στη ζωή τις ανήμπορες, σαν νεκρές, ψυχικές ουσίες και να προκαλέσει έτσι σταδιακά την πνευματοποίησή τους. Κατά τη διαδικασία αυτή, επομένως, δύναμη από τον Θεό συμπυκνώνε­ται σε μία μορφή και έτσι εμφανίζεται η ορατή στον άνθρωπο ύλη.

Η πνευματοποίηση της ύλης ακολουθεί ένα λεπτομερέστατο και μακρόπνοο θεϊκό σχέδιο. Εάν, όμως, τα πνευματικά στοιχεία που είναι φυλακισμένα στην ύλη, ελευθερωθούν πρόωρα, π.χ. όπως γί­νεται σήμερα με τη σχάση του πυρήνα του ατόμου, αυτές οι ανώ­ριμες ψυχικές ουσίες μπορούν να προκαλέσουν τεράστια προβλή­ματα στους ανθρώπους, είτε με φυσικές καταστροφές είτε ταλαι­πωρώντας τους ή προκαλώντας τους ψυχικές διαταραχές με διά­φορους τρόπους.

Εκτός αυτού, η ύλη εκ των πραγμάτων αποσυντίθεται και επανασυντίθεται διαρκώς, πράγμα που σημαίνει ότι αμέτρητα «ελεύθερα δαιμονικά πνεύματα» περιφέρονται ακατάπαυστα στο διάστημα. Ως επακόλουθο, οι άνθρωποι περιβάλλονται μόνιμα από αόρατες δαι­μονικές οντότητες (σπινθήρες δαιμονικής πνευματικής δύναμης). Μια αποκάλυψη στην Μπέρτα Ντούντε λέει σχετικά:

«Λάβετε υπόψη σας ότι σας περιβάλλουν συνεχώς δυνάμεις που δεν είναι φιλικές απέναντι σας. δεν χρειάζεται όμως να τις φοβό­σαστε, όταν είσαστε υπό την προστασία Μου, γιατί τότε είναι ανί­σχυρες, ενώ σεις είσαστε ισχυρότεροι τους.

…Η πρόθεση και μόνο των ανθρώπων να θέλουν να αποκτήσουν μία γνώση δίχως να απευθυνθούν γι’ αυτό στη σωστή πηγή, μπορεί να τους παρασύρει σε μία επικίνδυνη περιοχή, από την οποία με μεγάλη δυσκολία μπορούν να σωθούν. Όταν κάποιος θέλει να ξε­φύγει από τα γνωστά πλαίσια, να βιώσει ιδιαίτερες καταστάσεις και να εντυπωσιάσει τους άλλους με τις ασυνήθιστες γνώσεις του, αυτό τον φέρνει σε αυτό το επικίνδυνο πεδίο, όπου σκοτεινές δυνάμεις ασκούν βία πάνω του και σκοτίζουν τα μάτια του.

Εν όψει δε του τέλους, ο κίνδυνος είναι αυξημένος, καθώς το σύ­μπαν είναι γεμάτο με πνεύματα που χύνουν το δηλητήριο τους (προς Εφεσίους, 6, 12) και που υπηρετούν πιστά τον αντίπαλό Μου στην επιχείρηση καταστροφής των ανθρώπων. Η επήρειά του είναι τε­ράστια, για το λόγο ότι ο άνθρωπος δεν του αντιστέκεται, ενώ θα μπορούσε να κυριαρχήσει πάνω του, εάν παραδινόταν με εμπιστο­σύνη σε Μένα, στον Ιησού Χριστό, που τον νίκησα κατά κράτος με το θάνατο Μου στο σταυρό.

Αλλά ο άνθρωπος, αντί να καλέσει Εμένα, καλεί άλλες δυνάμεις στο σύμπαν και αυτές τον ακούν και τον ικανοποιούν, με ένα τρό­πο όμως που συχνά φέρνει περισσότερο σκοτάδι παρά διαύγεια.

…Σας περιτριγυρίζουν πολλοί δαίμονες, αλλά δεν μπορούν να σας βλάψουν, εφ’ όσον με την προσευχή σας καταφεύγετε σε Μένα, Μου είσαστε αφοσιωμένοι με την καρδιά σας και θέλετε να υπηρετείτε μόνο Εμένα…

….Αυτά τα δαιμονικά πνεύματα επιχειρούν να επιτεθούν στον κά­θε άνθρωπο, που έχει διαλέξει με τη θέληση του να ανήκει σε Μέ­να. Αλλά πάντοτε θα στέκομαι Εγώ στη μέση, ανάμεσα σε σας και σε εκείνα, που Με φοβούνται και μπροστά στο φως τρέπονται σε φυγή. Γι’ αυτό μην τα φοβόσαστε. Όσο εμπιστεύεστε τον εαυτό σας σε Μένα, τίποτα κακό δεν μπορεί να σας συμβεί και θα μπορείτε να αντισταθείτε σε κάθε επίθεση χάρη στην ενισχυμένη δύναμη που σας παρέχω. Δεν πρόκειται να σας πειράξουν, γιατί σας προστα­τεύω Εγώ ο Ίδιος σε κάθε ανάγκη ή κίνδυνο και αφού εργάζεστε για Μένα, μπορείτε να είσαστε κάθε στιγμή βέβαιοι για τη βοήθειά Μου».

Επομένως, οι δαίμονες είναι έκπτωτοι άγγελοι, που η φύση τους είναι τελείως κακή και το άλλο χαρακτηριστικό τους είναι ότι δεν έχουν ακόμη αρχίσει την πορεία ταπείνωσης και κάθαρσης μέσα στα φυσικά βασίλεια. Ως εκ τούτου, είναι απλά «σπινθήρες δύναμης» και άρα δεν ανήκουν στις ψυχές που έχουν ήδη επανασυγκροτηθεί εν μέρει μετά τον εγκλεισμό στην ύλη, οι οποίες βρίσκονται ενταγμένες σε μία μακριά μεν, αλλά ανοδική πορεία στο πλαίσιο της φυσικής τάξης.

Από τη Βίβλο, επίσης, είναι γνωστό ότι οι δαίμονες κατά κανόνα δρουν ομαδικά και ότι τους χαρακτηρίζουν συγκεκριμένες σα­τανικές ιδιότητες. Εκτός αυτού, όπως προαναφέρθηκε, είναι οντό­τητες που δεν έχουν ενσαρκωθεί ακόμη. Από αυτό το δεδομένο α­ποδεικνύεται πως είναι λάθος να θεωρεί κανείς ότι όλα ανεξαίρετα τα πνεύματα στον πνευματισμό είναι δαίμονες, ένα λάθος που υποστηρίζουν όσοι πιστεύουν στη λανθασμένη διδασκαλία ότι οι ψυχές «κοιμούνται» ως τη «δευτέρα παρουσία» και άρα δεν υπάρ­χουν ψυχές νεκρών, όπως θέλει να αποδείξει πνευματισμός.

Πάντως, οι δαίμονες δεν είναι ούτε διάβολοι* ούτε ψυχές πεθα­μένων ούτε κάτοικοι άλλων κόσμων.

Είναι γεγονός ότι παρ’ όλα αυτά πολλές φορές παρουσιάζουν μία εξαιρετική ευστροφία. Όποιος γνωρίζει περιπτώσεις δαιμονι­σμού, ξέρει ότι συχνά οι δαιμονικές οντότητες είναι ικανές να δώ­σουν πολύ έξυπνες, αν όχι εκπληκτικές απαντήσεις. Αλλά οι γνώ­σεις τους είναι περιορισμένες, γιατί είτε είναι οι δικές τους είτε των ανθρώπων που έχουν καταλάβει, αν και επιδεικνύουν επίσης μεγάλη ικανότητα μάθησης, προκειμένου να επιτύχουν τους σκο­πούς τους. Ως εκ τούτου η ευφυΐα τους είναι μία καθαρά κοσμική ευφυΐα και μόνο εύπιστους ή ανθρώπους με εγκόσμιο πνεύμα μπο­ρεί να πείσει.

Φυσικά, στην «ορθολογιστική» μας εποχή τέτοιες οντότητες φαί­νονται απίθανες και καθαρά προϊόντα της φαντασίας κάποιων ανθρώπων. Το γεγονός όμως ότι υπάρχουν στην πραγματικότητα αποδεικνύεται όχι μόνο από τις περιπτώσεις καταληψίας ή δαιμο­νισμού, αλλά και από τις ίδιες τις μαρτυρίες τους, όταν παρουσιά­ζονται σε έναν άνθρωπο, σύμφωνα και με τη φιλικά προς τα UFO διακείμενη φιλολογία. Στα βιβλία του Έντουαρντ Κορκόφσκι π.χ., όπου παραθέτει διάλογους μεταξύ κατοίκων της Γης και «εξωγήινων», οι τελευταίοι φέρονται να δηλώνουν για τον εαυτό τους ότι είναι ασώματες υπάρξεις. Ήδη αυτό από μόνο του μαρτυρεί ότι δεν είναι φωτεινές ή αγγελικές οντότητες, αφού εκείνες, όπως και οι άνθρωποι, έχουν μια κανονική, συμμετρική σωματική μορφή, σύμφωνα και με τη Βίβλο, όπου επίσης μαρτυρείται ότι οι άνθρωποι και κατά πρώτιστο λόγο οι άγγελοι, ως τέλεια όντα δημιουρ­γήθηκαν καθ’ ομοίωση του Θεού, με μία αρμονική δηλαδή σωμα­τική διάπλαση (προς Κορινθίους Α’ 15,40 & 44).

Στα βιβλία του Κορκόφσκι, αντίθετα, περιλαμβάνονται επανει­λημμένως δηλώσεις όπως αυτή: «Καθώς κοίταζα τα άστρα, ένας α­στραφτερός σπινθήρας με πλησίασε από μακριά. Μπήκε στο κε­φάλι μου από την αριστερή πλευρά και μου μίλησε τόσο δυνατά που η ηχώ αντήχησε σε όλο μου το κεφάλι».

Στο σημείο αυτό, βέβαια, μπορεί κάλλιστα να αντικρούσει κά­ποιος ότι και οι εξωγήινοι έχουν μια μορφή και άρα δεν μπορεί να είναι δαιμονικές οντότητες, που σύμφωνα με τα παραπάνω είναι ασώματοι σπινθήρες δύναμης.

Κατ’ αρχάς, όπως είναι γνωστό από τις νέες αποκαλύψεις, επα­φές με κατοίκους άλλων ουράνιων σωμάτων υπάρχουν μεν, γίνο­νται όμως αποκλειστικά με πνευματική κι όχι υλική σωματική μορ­φή, επιπλέον είναι μεμονωμένες και σπάνιες, καθ’ ότι, τέτοιες εμ­φανίσεις είναι συνδεδεμένες με πολύ εξαιρετικές προϋποθέσεις.

Αποτελούν δηλαδή μόνο μία εξαίρεση, που δεν παρουσιάζεται συχνά ή μαζικά. Όπως θα δούμε και στη συνέχεια του βιβλίου, δεν υπάρχει κανένας υλικός γήινος κόσμος που οι κάτοικοί του μπο­ρούν να τον εγκαταλείψουν σωματικά, χωρίς να χάσουν τη ζωή τους, καθ’ ότι οι συνθήκες ζωής σε κάθε αστρικό σώμα είναι τελείως διαφορετικές.

Αλλά οι δαίμονες συχνά σχηματίζουν ενώσεις μυριάδων σπινθή­ρων δύναμης, όπως λέει και η Βίβλος, όταν μιλά για «λεγεώνες» κακών πνευμάτων σε περιπτώσεις δαιμονισμού (π.χ. Ιωάννη 5, 9) και έτσι ενωμένοι έχουν τη δυνατότητα να πάρουν στα φυσικά μά­τια του ανθρώπου σχεδόν οποιαδήποτε μορφή, ανθρώπινη ή κά­ποια άλλη, όπως ενός UFO λόγου χάρη.

Επομένως, τα διαφόρων οχημάτων ΑΤΙΑ που έχουν παρατηρη­θεί, δεν είναι παρά παροδικές, φαινομενικές υλοποιήσεις, που γίνονται ορατές μόνο από ανθρώπους εύπιστους ή του ίδιου «μήκους κύματος» με τις οντότητες που τα προκαλούν.

Υπάρχουν πραγματικές εμφανίσεις UFO;

Εάν εξαιρέσει κανείς τις περιπτώσεις απάτης, πλάνης ή προδιάθε­σης αυτοπροβολής, εφ’ όσον έχει ανοιχτό πνεύμα θα αναγνωρίσει ότι υπάρχουν και «πραγματικές εμφανίσεις UFO». αλλά οι εμφα­νίσεις αυτές είναι απλά πνευματικά φαινόμενα, χωρίς κανένα υλι­κό υπόβαθρο, όπως θα φανεί στη συνέχεια.

Ίσως ο αναγνώστης να έχει ήδη μαντέψει ότι ο λόγος που δεν υ­πήρξαν επιστημονικές αποδείξεις μέχρι τώρα, παρά μόνο υποθέ­σεις ή άλυτα ερωτηματικά, είναι γιατί πρόκειται για φαινόμενα α­πό τον κόσμο των πνευμάτων που εκδηλώνονται παροδικά στον υ­λικό μας κόσμο, όταν υπάρχει η επιδεικτική διάθεση και σχετική πρόθεση από κάποιους ανθρώπους, σε συνδυασμό με ανάλογα χα­μηλό επίπεδο ωριμότητας.

Για να καταλάβουμε το πώς είναι δυνατό να υπάρχει κάτι, αλλά μόνο ως εκδήλωση κάποιων πνευματικών στοιχείων, θα παραθέ­σουμε ένα απόσπασμα από μια διδασκαλία που διεξάγεται στον κόσμο του πνεύματος. Συγκεκριμένα, ένα πνεύμα, ο Ρόμπερτ Μπλουμ, από το ομώνυμο έργο του Λόρμπερ, που περιγράφει την εξέλιξη του πρώην Αυστριακού επαναστάτη στον άλλο κόσμο, ρω­τάει ένα καθοδηγητικό πνεύμα, που στην πραγματικότητα είναι ο ίδιος ο Κύριος:

«Δεν μπορώ ακόμη να καταλάβω καλά εδώ πέρα τι σημαίνει ο ό­ρος “φαινόμενο”. Κατά την αντίληψη μου, ένα φαινόμενο είναι ο κατοπτρισμός ενός πραγματικά υφιστάμενου πράγματος ή όντος, είτε έχει επί τούτου δημιουργηθεί προσωρινά, όταν χρειάζεται να εξηγηθεί μια έννοια ή να δοκιμαστεί ένα πνεύμα, αλλά μόλις επιτε­λέσει την υπηρεσία του, παύει πάλι να υπάρχει».

Και απαντά το φωτεινό πνεύμα, δηλαδή ο Κύριος: «Κοίτα, στον πνευματικό κόσμο ένα φαινόμενο είτε είναι απλά απεικόνιση ενός πραγματικά υφιστάμενου πράγματος ή είναι το πρότυπο για μία νέα δημιουργία.:.».

Το συμπέρασμα είναι, επομένως, ότι στον κόσμο του πνεύματος υπάρχουν τόσο εικόνες όσο και πραγματικότητες. Ή, κατά μία άλ­λη διατύπωση, στην Μπέρτα Ντούντε λέγεται:

«Στον πνευματικό κόσμο η ψυχή είναι από μόνη της ο δημιουργός του περιβάλλοντος της. Κινείται σε ένα χώρο που τον δημιουργεί η ίδια με τις επιθυμίες και τους πόθους, τις σκέψεις και τη βούληση της. Μόνο που όλα τα πράγματα που την περιβάλλουν δεν είναι ού­τε πια υλικά αλλά ούτε και άφθαρτα πνευματικά, παρά είναι φαντάσματα, δημιουργήματα της επιθυμίας της, που εξαφανίζονται με όσο πιο πολύ πάθος τα κυνηγάει».

Αντίθετα, η ψυχή που στον άλλο κόσμο στέκεται μέσα στο θειο φως, ζει την πραγματικότητα. Διότι η μοναδική αληθινή και αναλ­λοίωτη πραγματικότητα είναι ο Λόγος και οι πνευματικές δημιουρ­γίες του Θεού στο φωτεινό βασίλειο, που είναι η τέλεια έκφραση της σοφίας Του. Αυτό μπορεί να κατανοηθεί πιο παραστατικά με ένα παράδειγμα από τη μεταθανάτια επικοινωνία του πνεύματος του Ιουλίου Καίσαρα με έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο στη Γη, που έχει λάβει πρόσκαιρα την πνευματική όραση, από τη «Μεγά­λο Ευαγγέλιο του Ιωάννη» (VII 219. 15) του Λόρμπερ;

«Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται η αιώνια και τεράστια διαφορά ανάμε­σα στον Θεό και σ’ εμάς τους ανθρώπους, που του μοιάζουμε, δη­λαδή στο ότι μόνο ο Θεός μέσα από τις μεγάλες σκέψεις του μπο­ρεί να δημιουργήσει ανθρώπους με τέλεια, αυτόνομη και απόλυτα ελεύθερη ύπαρξη, ενώ εμείς τα πνεύματα μπορούμε, βέβαια, να δώ­σουμε φαινομενική ύπαρξη σε πλάσματα της φαντασίας μας, δεν μπορούμε όμως να τα κάνουμε πραγματικά. Έτσι κι ο κόσμος, που κατοικεί ένα πνεύμα (που δεν έχει φτάσει ακόμη στην τελείωση) είναι περισσότερο ένα φάντασμα παρά μία πραγματικότητα. Για­τί πνεύματα πιο τέλεια από μένα με άφησαν να δω το δικό τους κό­σμο, που βρίσκεται στο ίδιο σημείο και οι κόσμοι αυτοί παρουσία­ζαν μια τελείως διαφορετική εικόνα απ’ αυτόν όπου κατοικώ. Ό­μως, αυτό θα το καταλάβεις τελείως μόνο όταν κατοικήσεις κι εσύ τον εσωτερικό σου πνευματικό κόσμο».

Το σημείο αυτό εξηγείται αναλυτικότερα στο στίχο 10:

«Κάπως έτσι, όμως, είναι τα πράγματα στον πνευματικό μας κό­σμο. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στο δικό μας και το δικό σας κό­σμο βρίσκεται στο εξής: Εμείς τα πνεύματα μένουμε ουσιαστικά στον απόλυτα δικό μας κόσμο, ενώ εσείς μένετε στον κόσμο του Θεού. Γιατί ο δικός μας κόσμος είναι το έργο των σκέψεων, των ι­δεών, των επιθυμιών και της βούλησης μας. Ο δικός σας κόσμος, ό­μως, είναι έργο της Αγάπης, τωνΣκέψεων, των Ιδεών και της Βού­λησης του Θεού».

Επίσης, σε μια καταγραφή της Μπέρτα Ντούντε λέγεται:

«Την πνευματική όραση την αποκτά η ψυχή μόνο μετά από έ­ναν ορισμένο βαθμό ωριμότητας και τότε πλέον περιβάλλεται α­πό φως. Αντίθετα, πνευματικό σκοτάδι περιβάλλει εκείνες τις ψυ­χές που δεν μπορούν να δουν τίποτα, διότι δεν έχουν αποκτήσει ακόμα την πνευματική όραση. Τα γήινα πράγματα που λαχτα­ρούν, τα βλέπουν να στέκονται ορατά μπροστά στα μάτια τους, μόνο που δεν είναι παρά φαντασιώσεις, που δεν υφίστανται στην πραγματικότητα. Απλά, παρουσιάζονται στην ψυχή εξαιτίας της επιθυμίας της γι’ αυτά, αλλά δεν είναι παρά χίμαιρες που εξαφα­νίζονται μόλις θελήσει να τα πιάσει και να τα χρησιμοποιήσει…».

Κατά αντιστοιχία λοιπόν στο γήινο πεδίο, τα ΑΤΙΑ αποτελούν μια πραγματικότητα για τους ανώριμους ανθρώπους που τα βλέπουν, ενώ στο φως της αλήθειας είναι ψεύτικα και απατηλά, καθώς δεν είναι παρά παροδικής φύσης. Τούτο βέβαια σημαίνει ότι οι εμπει­ρίες όσων βλέπουν ΑΤΙΑ υποκειμενικά για τους ίδιους είναι πραγ­ματικές, μολονότι μόνο αυτά τα φαινόμενα και μόνο προσωρινά, αφού δεν έχουν μόνιμη και πραγματική υπόσταση.

Πολλές καταγραφές της Ντούντε τονίζουν το γεγονός ότι η βού­ληση του ανθρώπου με την ποιότητα και τις επιλογές της καθορί­ζει τι είδους πνεύματα τον περιβάλλουν και εμπνέουν τις σκέψεις του, ανεξάρτητα από το αν ο ίδιος έχει ή όχι συνείδηση αυτού του νόμου, που αντικατοπτρίζει τη δύναμη της βούλησης του.

Ο νόμος δε αυτός λειτουργεί-όπως κάθε άλλος- με θετικά ή αρ­νητικά αποτελέσματα, καθώς εξαρτάται αποκλειστικά από τον ί­διο τον άνθρωπο εάν θα δρέψει καλούς ή κακούς καρπούς, δεδο­μένου ότι κανένας δεν εμποδίζεται να αποκτήσει τη γνώση, απε­ναντίας προωθείται σε αυτό με κάθε τρόπο. Οι περισσότεροι ε­ντούτοις δεν ενδιαφέρονται για την κατάκτηση της απόλυτης αλήθειας και γι’ αυτό η θέλησή τους χωλαίνει σε αυτό τον τομέα.

Η αυθεντική, θεϊκή αλήθεια είναι ένα πνευματικό φως και είναι ευνόητο ότι για κάποιον που έχει σκοτεινά σημεία στην ψυχή του, η επαφή με ένα τέτοιο φως μπορεί να του είναι δυσάρεστη. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί ορισμένοι θέλγονται και αισθάνονται ευχαρί­στηση με κάτι που σε άλλους προξενεί πραγματική απέχθεια· για­τί ο άνθρωπος έλκεται πάντα από πνευματικά στοιχεία συγγενικά με εκείνα που κρύβει και ο ίδιος μέσα του. Από αυτό γίνεται κα­τανοητό γιατί μερικοί αισθάνονται καλά στη μεγαλύτερη ασχήμια, στις πιο αρρωστημένες ή ζοφερές καταστάσεις, παρ’ όλο που συ­χνά υποφέρουν μεγάλα βάσανα.

Ως επί το πλείστον δε δεν μπορούν να απελευθερωθούν με τις δικές τους δυνάμεις από μια τέτοια νοσηρή κατάσταση, ακριβώς επειδή τους εμποδίζει το γεγονός ότι ορισμένα τμήματα της ψυχής τους θέλγονται από εξωτερικά πνευματικά στοιχεία ίδιων κραδασμών και ποιότητας.

Όπως λοιπόν ο καθένας με την ψυχοσύνθεση του και συνεπώς και τη βούληση του έλκει τις αντίστοιχες πνευματικές δυνάμεις, που επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις σκέψεις του, κατά αντίστοι­χο τρόπο παράγει και ο εγκέφαλος του εικόνες που ανταποκρίνο­νται στο επίπεδο της πνευματικότητάς του. Έτσι εξηγείται επίσης το πώς μπορεί κάποιος να βλέπει φανταστικές εικόνες, που οι άλ­λοι δεν μπορούν να δουν, επειδή πρέπει να έχει την ψυχική προ­διάθεση για να τις δει.

Πιστεύουμε ότι κατέστη σαφές πώς για ορισμένους συμπολίτες γίνονται πραγματικά εμφανίσεις ΑΤΙΑ, αλλά αυτές είναι απλά, ε­φήμερα, υποκειμενικά φαινόμενα, που παράγονται από δαιμονι­κές δυνάμεις και όχι αυθεντικά, υπαρκτά διαστημόπλοια εξωγήι­νων, διότι όπως λέγεται στην Ντούντε:

«Στην τελευταία εποχή (ο παράγοντας τον κακού) θα προσπαθή­σει μεταξύ άλλων να εξαπατήσει τους ανθρώπους, καταφεύγοντας σε διάφορες υλοποιήσεις μπροστά στα μάτια μεμονωμένων ατό­μων θα κάνει να εμφανιστούν αντικείμενα, που δεν έχουν υλική υ­πόσταση, παρά είναι απλά αέρινοι σχηματισμοί, οι οποίοι παρου­σιάζονται σε εκείνους που θέλουν να βιώσουν κάτι το ασυνήθιστο και σαν συνέπεια εύκολα μπορούν να επηρεαστούν από τον εχθρό Μου».

«…Τι ελπίζετε, λοιπόν, εσείς οι άνθρωποι από αυτές τις εμφανίσεις; Επιπλέον, πιστεύετε και στις υποσχέσεις που προέρχονται α­πό κατώτερα πνεύματα του άλλου κόσμου, με αποτέλεσμα να πο­ρεύεστε περισσότερο από οποτεδήποτε άλλοτε στο σκοτάδι. Αυτά που νομίζετε ότι βλέπετε δεν είναι ορατά δημιουργήματά Μου, πα­ρά ψεύτικα κατασκευάσματα. Και τα έχει κατασκευάσει εκείνος που εκμεταλλεύεται τις επιθυμίες και τη ζωή αυτών των ανθρώπων, που επειδή φοβούνται μην τη χάσουν, προσκολλώνται πάνω της και έτσι με την επιθυμία τους αυτή ενισχύουν τη δύναμή του. Έτσι και οι ένοικοι αυτών των “ορατών αντικειμένων” προέρχονται από το δικό του κόσμο και απλά υλοποιούνται για λίγη ώρα, για να εξα­φανιστούν και πάλι».

Ο λόγος λοιπόν που δεν βλέπουν όλοι ΑΤΙΑ είναι, γιατί, όπως α­ναλύθηκε, αυτό εξαρτάται από το επίπεδο ωριμότητας του κάθε ανθρώπου, που με την προαίρεση του επιλέγει συνειδητά τις πνευ­ματικές δυνάμεις που τον επηρεάζουν, γι’ αυτό και λέγεται στην Μπέρτα Ντούντε:

«Το βέβαιο είναι ότι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι έχουν δει τέτοια αντικείμενα, συνδέονται κατά έναν τρόπο με τις δυνάμεις του κά­τω κόσμου· το αποτέλεσμα είναι ότι γίνονται δέσμιοι της δύναμης που διαθέτει ακόμη ο κυρίαρχος του σκότους, την οποία βάζει ι­διαίτερα σε εφαρμογή την τελευταία εποχή και έτσι στρέφονται προς αυτόν με τη θέληση τους.

»Η δύναμη του εκδηλώνεται υπό τη μορφή διαφόρων φαινομένων που, όσο προχωράει ο καιρός προς το τέλος, πλουτίζονται με όλο και περισσότερες λεπτομέρειες, πράγμα που αποτελεί επίσης ένα δείγμα της τοποθέτησης των ανθρώπων απέναντι Μου. Γιατί εκεί­νοι που πιστεύουν βαθιά, δεν πρόκειται να βιώσουν τέτοια φαινό­μενα…».

 

Υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των κατοίκων των άστρων στο υλικό επίπεδο;

 

Το ερώτημα αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, γιατί εάν θεμε­λιωθεί ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αποδεικνύεται συνακόλουθα ότι οι εμφανίσεις ΑΤΙΑ και οι επαφές με εξωγήινους στην πραγματι­κότητα είναι πνευματικά και όχι υλικά φαινόμενα, παρά τις πιθανές υλοποιήσεις που ενδεχομένως τα συνοδεύουν και από αυτό απορρέει το συμπέρασμα ότι όλες οι συνδέσεις μεταξύ των ουράνιων σωμάτων είναι μύθοι.

Ο γνωστός φυσικός, αστρονόμος και καθηγητής της αστροναυ­τικής δρ. Χάιντς Χάμπερ ρωτήθηκε το 1989 εάν μπορεί να φαντα­στεί ότι υπάρχουν ευφυή όντα και σε άλλα κοσμικά σώματα και εάν ναι, εάν είναι δυνατό να έχουν επισκεφθεί ήδη στο παρελθόν τη Γη.

Η απάντηση στην πρώτη ερώτηση ήταν καταφατική: «Για πάρα πολύ καιρό εμείς οι άνθρωποι φανταζόμασταν ότι είμαστε μονα­δικοί στο είδος μας, αλλά στο μεταξύ γίναμε λίγο πιο σοφοί και α­ναγνωρίσαμε τον πλούτο της δημιουργίας. Μάλιστα, είναι τόσο πλούσια, που υπολογίζεται ότι μόνο στο γαλαξία μας με τα 200 δι­σεκατομμύρια ήλιους (σ.σ.: ο αριθμός αυτός κατά πάσα πιθανότη­τα είναι πολλαπλάσια μεγαλύτερος από τις μέχρι τότε υποθέσεις) και τους τουλάχιστον άλλους τόσους πλανήτες, υπάρχουν δέκα χι­λιάδες έως ένα εκατομμύριο πλανήτες κατοικούμενοι από ευφυή όντα. Ανάμεσα τους μπορεί να υπάρχουν επίσης μορφές ζωής που από τεχνολογική άποψη είναι ασύγκριτα πιο εξελιγμένες από μας. Επιπλέον, στο σύμπαν υπάρχουν πολλά δισεκατομμύρια αστρικών συστημάτων όπως ο γαλαξίας μας. με άλλα λόγια, το σύμπαν σφύ­ζει από ζωή».

Η παραπάνω διαπίστωση δεν αμφισβητείται σήμερα πια από τους αστρονόμους, όμως σε σχέση με τη δεύτερη ερώτηση, γιατί αυτά τα εξαιρετικά εξελιγμένα όντα δεν μας επισκέπτονται, ο δρ. Χά­μπερ απάντησε: «Δεν έχουμε την παραμικρή αντίληψη των τερά­στιων αποστάσεων που χωρίζουν τους πλανήτες. Ακόμη και με έ­να διαστημόπλοιο που θα προωθείτο με την ταχύτητα του φωτός, θα χρειάζονταν 50 έως 100 χρόνια κατά μέσον όρο για να γεφυ­ρωθούν οι αποστάσεις αυτές. Αλλά η ταχύτητα του φωτός, δηλαδή 300.000 χλμ. το δευτερόλεπτο, δεν μπορεί να αναπτυχθεί…»

(Ερώτηση:) «Γιατί όχι;»

«Κατ’ αρχάς για ένα λόγο που έχει να κάνει με τη φυσική θεω­ρία: Ένα σώμα που διαθέτει μάζα (ύλη), δεν μπορεί ποτέ να φτά­σει στην ταχύτητα του φωτός σύμφωνα με τους υπολογισμούς της θεωρίας της σχετικότητας. Κατά δεύτερο, για ένα πολύ χειροπιαστό λόγο ότι δηλαδή το διάστημα δεν είναι άδειο, αντίθετα είναι γεμάτο, λίγο ως πολύ, ομοιόμορφα με σωματίδια (σ.σ.: μόρια κοσμικής σκόνης). Εάν ένα διαστημόπλοιο που θα ανέπτυσσε μια ο­ρισμένη ταχύτητα – η οποία θα ήταν μάλιστα πολύ κατώτερη των 300.000 χλμ. ανά δευτερόλεπτο – συγκρουόταν με ορμή με αυτά τα σωματίδια, αυτόματα θα υπερθερμαινόταν και στο τέλος θα και­γόταν τελείως. Όχι, ένα διαστημόπλοιο δεν μπορεί ούτε κατά προ­σέγγιση να φτάσει την ταχύτητα του φωτός. Ως εκ τούτου, το απαιτούμενο διάστημα για να καλυφθεί η απόσταση μεταξύ ξένων πλα­νητών (σ.σ.: δηλαδή εκτός του ηλιακού μας συστήματος) θα πρέ­πει να υπολογιστεί στα 100.000 χρόνια».

Αυτή η διαπίστωση του καθηγητή Χάμπερ επιβεβαιώνεται από μια καταγραφή της Μπέρτα Ντούντε από τις 31.7.1955:

«Τα ουράνια σώματα που βλέπετε στο στερέωμα, τα χωρίζουν α­γεφύρωτες αποστάσεις, αποστάσεις που εσείς οι άνθρωποι δεν μπο­ρείτε καν να υπολογίσετε και γι’ αυτό είναι επίσης αδύνατο να τις καλύψετε. Διότι το κάθε σώμα αποτελεί ένα χωριστό κόσμο και ε­πιπλέον οι κόσμοι αυτοί είναι ερμητικά, απομονωμένοι μεταξύ τους, για το λόγο ότι παρουσιάζουν τελείως διαφορετικές σφαίρες ζωής, αντίστοιχες εκάστοτε με τη σύσταση του ουράνιου σώματος και των κατοίκων του.

…Μία τέτοια προσπάθεια (γεφύρωσης αυτών των αποστάσεων) θα ήταν τελείως μάταιος κόπος. Ποτέ δεν θα μπορέσετε να αποκτή­σετε μια σύνδεση με άλλους αστέρες, εκτός απ’ αυτή που γίνεται με καθαρά πνευματικό τρόπο. Γίνεται, δηλαδή, μεταβίβαση σκέψεων από εκείνους τους κόσμους, οι οποίες όμως σκέψεις χρησιμεύουν αποκλειστικά στην πνευματική σας πρόοδο και σε καμία περίπτω­ση δεν σχετίζονται με τις έρευνες που σχεδιάζετε στο κοσμικό διά­στημα.

…Εάν, λοιπόν, επιδιώκετε να αξιοποιήσετε τις επιστημονικές σας γνώσεις προς όφελος των συνανθρώπων σας, τότε θα ενισχύσω κι Ε­γώ με την ευλογία Μου το έργο σας, γιατί τότε τηρείται ο νόμος της θείας Τάξης Μου, αλλά πρέπει βέβαια να παραμείνετε στο πλαίσιο αυτής της τάξης. Οφείλετε να σέβεστε τους νόμους που σας έδωσα και τους οποίους αναγνωρίζετε ευκρινώς σε όλα τα δημιουργήματα. Και ένας απ’ αυτούς τους νόμους είναι η μεγάλη απόσταση της Γης σας από τα άλλα αστρικά σώματα. Ένας από αυτούς είναι επίσης η α­πομόνωση του κάθε σώματος από τα άλλα, μία απομόνωση που ση­ματοδοτείται από τη στρατόσφαιρα, το χώρο που είναι κενός από αέρα, πράγμα που καθιστά αδύνατη την παραμονή ενός ανθρώπου στο χώρο αυτό. και γι’ αυτό το λόγο θα έπρεπε αυτό να σας δείχνει φανερά από μόνο του ότι Εγώ ο Ίδιος σάς έχω απομονώσει.

Έστω κι αν εσείς πιστεύετε ότι μπορείτε να ξεπεράσετε τέτοια ε­μπόδια, οι προσπάθειες σας είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Θα επισύρετε την καταστροφή σας, εάν τολμήσετε να διεισδύσετε σε περιοχές που τις κρατώ κλειστές για σας. Το μόνο που αποδει­κνύετε με αυτό, είναι η ύβρις να πιστεύετε ότι μπορείτε να θέτετε εκτός δράσης θεϊκούς νόμους της φύσης.

Αποδεικνύετε έτσι ότι δεν αναγνωρίζετε ούτε τους νόμους ούτε το Νομοθέτη και ότι στην ουσία οι άνθρωποι είσαστε ώριμοι πια για μία ριζική αναμόρφωση της Γης. Γιατί σας λείπει η κύρια επίγνω­ση, ότι πάνω από σας υπάρχει Ένας που έχει την τελευταία λέξη. αλλά εσείς δεν Τον γνωρίζετε, γιατί αλλιώς δεν θα επιχειρούσατε έ­να εγχείρημα που δεν επιτρέπεται στους κατοίκους αυτής της Γης, να βάζετε δηλαδή σαν στόχο των ερευνών σας ξένους κόσμους, που για σας θα παραμείνουν τελείως απρόσιτοι».

Στο ίδιο κείμενο δίνεται η απάντηση στο ερώτημα γιατί ο Δη­μιουργός απομόνωσε τους κόσμους μεταξύ τους:

«Κάθε ουράνιο σώμα εξυπηρετεί την ωρίμανση των πνευματικών όντων, όμως το επίπεδο της ωριμότητας τους είναι τόσο διαφορετι­κό, ώστε χρειάζονται αντίστοιχες διαφορετικές δημιουργίες· αλλά στις δημιουργίες αυτές δεν θα μπορούσατε να επιβιώσετε εσείς οι άνθρωποι και γι’ αυτό δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει επαφή με εκείνους τους κόσμους».

Σε ένα άλλο κείμενο της Ντούντε από τις 16.7.1960 μεταξύ άλλων αποκαλύπτονται τα εξής:

«Αμέτρητα ουράνια σώματα περιστρέφονται στο διάστημα και το καθένα απ’ αυτά έχει την αποστολή να συντελεί στην ωρίμανση των ανώριμων πνευμάτων. Κι έτσι καταλαβαίνετε τώρα τι εννοούν τα λόγια: “Στο σπίτι του Πατέρα Μου υπάρχουν πολλά διαμερίσμα­τα”… Το κάθε άστρο δε φιλοξενεί τις ψυχές εκείνες, των οποίων το επίπεδο ωριμότητας αντιστοιχεί στις συνθήκες που επικρατούν στο συγκεκριμένο ουράνιο σώμα. Ή, με άλλα λόγια, οι δυνατότητες ε­ξέλιξης είναι διαφορετικές στο κάθε άστρο και οι ψυχές στέλνονται αντίστοιχα εκεί, όπου οφείλουν να ωριμάσουν».

«Όλα όσα βλέπετε είναι δημιουργίες που φιλοξενούν όντα, τα ο­ποία πρέπει να τελειοποιηθούν περαιτέρω. Αντίθετα, τα τέλεια ό­ντα δραστηριοποιούνται στο βασίλειο του Φωτός και δεν χρειάζο­νται “ορατές” δημιουργίες πλέον σαν τόπο κατοικίας.

Όλα αυτά τα σώματα μέσα στο σύμπαν απέχουν αφάνταστα με­ταξύ τους και ούτε μεταξύ τους υφίσταται κάποια προσέγγιση. Οι κάτοικοι όλων αυτών των κόσμων είναι δέσμιοι του κόσμου τους, του αστρικού σώματος που τους φιλοξενεί.

Μόνο όταν κατακτήσουν ένα συγκεκριμένο βαθμό ωριμότητας, μπορούν ν’ αλλάξουν τόπο διαμονής, αλλά όχι αυθαίρετα, παρά σύμφωνα με το βασικό νόμο του Θεού, στον οποίο πρέπει να υπό­κεινται όλες οι δημιουργίες Του, όπως και όλα τα πλάσματα που τις κατοικούν. Γι’ αυτό είναι ανόητο να νομίζει κανείς ότι οι κάτοι­κοι εκείνων των κόσμων μπορούν αυτόβουλα να τους εγκαταλεί­πουν και να ταξιδεύουν σε άλλα αστρικά σώματα, χωρίς να φοβού­νται ότι θα εξολοθρευθούν. Διότι οι συνθήκες ζωής είναι διαφορε­τικές στο κάθε άστρο και δεν μπορούν να τεθούν εκτός ισχύος».

Πάρα πολλά κείμενα της Μπέρτα Ντούντε υπογραμμίζουν την ατέλειωτη ποικιλία και τη διαφορετικότητα του ενός κόσμου από τον άλλο: «Επειδή λοιπόν όλες οι δημιουργίες κυβερνώνται από δια­φορετικούς φυσικούς νόμους, γι’ αυτό και η σύνθεση κάθε ουρά­νιου σώματος από υλική άποψη διαφέρει τόσο ριζικά· και εκτός αυ­τού, οι βασικές προϋποθέσεις που καθορίζουν τις συνθήκες διαβί­ωσης των κατοίκων τους αποκλίνουν τόσο μεταξύ τους, ώστε η αν­θρώπινη επιστήμη θα βρισκόταν αντιμέτωπη με ένα τελείως άλυτο αίνιγμα, εάν επιχειρούσε να ερευνήσει τις δημιουργίες αυτές καθα­ρά επιστημονικά».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι δεν υπάρχει ούτε ένα ουράνιο σώμα που να μοιάζει με ένα άλλο και για το λόγο αυτό είναι λά­θος να νομίζουν οι άνθρωποι ότι είναι μόνο ζήτημα χρόνου, ώσπου να κατακτήσουν το κοσμικό διάστημα.

Ίσως αυτό για πολλούς να μην είναι αυτόματα πιστευτό, ωστό­σο, όταν σκεφτεί κανείς ότι όντως έχει αποδείξει η επιστήμη ότι κανένα δημιούργημα πάνω στη γη δεν μοιάζει απόλυτα με κανένα άλλο και, επίσης, αν λάβει κανείς υπόψη αυτό που λέγεται στην Μπέρτα Ντούντε, ότι όλος ο χώρος πέραν της Γης πρέπει να θεω­ρηθεί ως υπερπέραν, τότε μπορεί κάποιος να αντιληφθεί ίσως ότι οι «διαφορετικοί» κόσμοι δεν είναι μόνο υλικοί. αλλά, αντίθετα, ότι υπάρχουν αμέτρητες ενδιάμεσες βαθμίδες ανάμεσα στους υλι­κούς και τους πνευματικούς κόσμους.

Γι’ αυτό λέγεται σε ένα άλλο σημείο: «Δεν υπάρχει κανένας γήνος – υλικός κόσμος, που οι κάτοικοί του μπορούν να τον αφήσουν χωρίς να χάσουν της ζωή τους. κι αυτό ισχύει παντού, είτε στη Γη είτε σε άλλα σώματα που φέρουν έμβια όντα με στερεή σύσταση, η οποία ποικίλλει, ανάλογα με τη σύσταση του εκάστοτε ουράνιου σώματος, είναι προσαρμοσμένη δηλαδή στις ιδιαίτερες συνθήκες του.

»Δεν υπάρχει, επομένως, καμία δυνατότητα οι κάτοικοι ενός σώματος να μεταβούν σε ένα άλλο, γιατί ο Θεός έχει τοποθετήσει το κάθε έμβιο ον στο σώμα εκείνο ακριβώς όπου επικρατούν αποκλει­στικά οι συνθήκες που χρειάζεται για να ζήσει.

Υπάρχουν βέβαια πνευματικές επαφές μεταξύ των διαφορετικών κόσμων, αλλά για πνευματικούς μόνο σκοπούς· δεν είναι δηλαδή ε­πιθυμητό, ούτε δυνατό να προσφέρουν απτά υλικά οφέλη στους κατοίκους ενός σώματος όπως το φαντάζονται, και το επιζητούν οι άν­θρωποι».

Από τα παραπάνω καθίσταται αναμφίβολα σαφές ότι μόνο πνευ­ματική επαφή μπορεί να υπάρχει μεταξύ των κατοίκων των διαφό­ρων πλανητών. Σε σχέση με αυτό, τρία βασικά κριτήρια πρέπει να ληφθούν υπόψη: 1. Τα διαφορετικά μεγέθη των κοσμικών σωμά­των και των κατοίκων τους. 2. Ο διαφορετικός βαθμός φωτός των σωμάτων και των κατοίκων τους. 3. Η διαφορετική σύσταση τους.

Όσον αφορά το πρώτο κριτήριο, πολλές αποκαλύψεις στον Γιά­κομπ Λόρμπερ πιστοποιούν ότι τα όντα που κατοικούν ήλιους, πλα­νήτες ή σελήνες ποικίλουν στο μέγεθος και την εμφάνιση. Έτσι, λόγου χάρη στους ηλιακούς κόσμους υπάρχουν άνθρωποι γιγά­ντιων διαστάσεων, εν μέρει δε και σε ορισμένους πλανήτες, ανά­λογα με το μέγεθος τους, ώστε σε σύγκριση οι κάτοικοι της Γης να φαίνονται λιλιπούτειοι.

Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο ήλιος μας, αν και είναι ένας από τους μικρότερους ήλιους, παρ’ όλα αυτά είναι ένα εκατομμύριο φο­ρές μεγαλύτερος από τη Γη, σύμφωνα με τις πληροφορίες στον Λόρμπερ. Κι εντούτοις υπάρχουν άλλοι ήλιοι, που σε σύγκριση μαζί τους είναι και αυτός μικροσκοπικός, όπως επιβεβαιώνει η αστρο­νομία. Μόνο γύρω από το Σείριο, τον κεντρικό ήλιο του δικού μας ήλιου, περιστρέφονται διακόσια εκατομμύρια ήλιοι, πράγμα που σημαίνει ότι είναι μεγάλος όσο διακόσια εκατομμύρια ήλιοι. Και πάλι υπάρχουν άλλοι κεντρικοί ήλιοι, που αντιπαραβαλλόμενος ο Σείριος μαζί τους μοιάζει με νάνο, αλλά κάτι τέτοιο ξεπερνά ήδη τα όρια της ανθρώπινης φαντασίας.

Όσον αφορά το δεύτερο κριτήριο, θα αναφερθεί εδώ ενδεικτι­κά πως για τους κατοίκους των ήλιων οι νέες αποκαλύψεις λένε ό­τι «όποιος θέλει να επιζήσει μέσα σε ένα τέτοιο φως και ένα τέτοιο πυρ, πρέπει προηγουμένως να έχει γίνει ο ίδιος ένα τέτοιο φως και ένα τέτοιο πυρ».

Για το λόγο αυτό οι κάτοικοι των ήλιων στις νέες αποκαλύψεις συμπεριλαμβάνονται στις «οντότητες του φωτός».

Σε ένα βιβλίο του Λόρμπερ, που περιγράφει τα εξωτερικά χα­ρακτηριστικά του ήλιου μας, με τίτλο «Ο φυσικός Ήλιος» (σε α­ντιδιαστολή με τον πνευματικό) λέγεται ότι: «Όταν τα πνεύματα αυτά (σ.σ.: οι άνθρωποι του ήλιου) φτάνουν σε αυτό το δεύτερο κε­ντρικό ήλιο* από τον προηγούμενο ήλιο, όπου κατοικούσαν, όσο διαποτισμένοι κι αν είναι από φως και πυρ, ωστόσο ερχόμενοι εδώ φαίνονται συγκριτικά να είναι τελείως σκοτεινοί και αφώτιστοι».

Και ειδικά για το δικό μας πλανητικό ήλιο λέγεται: «Μπορείτε να το πιστέψετε απόλυτα, ότι ένας άντρας ή μία γυναίκα του ήλιου είναι τόσο εκπληκτικά ωραίοι στο σώμα, που ούτε καν τρία δευτε­ρόλεπτα δεν θα αντέχατε να τους κοιτάξετε χωρίς να το πληρώσε­τε με τη ζωή σας. Γιατί, εκτός της αριστουργηματικής τελειότητας της μορφής τους, ήδη από μόνη της η σωματική τους ακτινοβολία είναι τόσο ισχυρή, που αν ένας τέτοιος ηλιάνθρωπος στεκόταν σε έ­να βουνό σε απόσταση τουλάχιστον ογδόντα χιλιομέτρων, δεν θα ή­σασταν και πάλι ικανοί να τον αντικρύσετε εξαιτίας της φοβερής του λάμψης. Εάν βρισκόταν δε πιο κοντά, η λάμψη του θα σας με­τέτρεπε σχεδόν αστραπιαία σε στάχτη.

…Θα αναρωτηθείτε βέβαια: «Καλά, εάν έχουν έτσι τα πράγματα, πώς μπορούν τότε οι άνθρωποι του ήλιου να υπάρχουν καν ως μορ­φές, χωρίς να διαλυθούν δια μιας από το ίδιο τους το φως, αφού σί­γουρα θα έχουν ένα λίγο ως πολύ υλικό σώμα;»

Αλλά γι’ αυτό έχω φροντίσει Εγώ, ο Ιησούς Χριστός.

Ασφαλώς, στη γη δεν υπάρχει καμία ύλη που να αντέχει στο ισχυ­ρό φως του ήλιου. Όμως, η ύλη του ήλιου υπόκειται σε άλλους νό­μους από εκείνους των πλανητών. Ως εκ τούτου η ύλη του σώματος ενός ανθρώπου του ήλιου αποτελείται από τελείως διαφορετικά συ­στατικά από ό,τι το δικό σας σώμα, εξ ου και αντέχει ακόμη και κάτω από την πιο έντονη ακτινοβολία, για το λόγο ότι είναι πιο πνευ­ματική και συνεπώς πιο απλή από τη δική σας».

Όσον αφορά το τρίτο σημείο, οι νέες αποκαλύψεις στον Γιάκο­μπ Λόρμπερ αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι υπάρχουν πολλά ουρά­νια σώματα που αποτελούνται από περισσότερες επάλληλες σφαί­ρες ανόμοιας σύστασης, δηλαδή υλικής, ημιυλικής έως καθαρά πνευματικής υφής. Κάθε σφαίρα δε έχει τους δικούς της κατοίκους και σίγουρα για τους ανθρώπους της Γης είναι ασύλληπτη μία τό­σο μεγάλη πολυμορφία και κλιμάκωση της σύστασης τους.

Από την περιγραφή αυτών των διαφορετικών δυνατοτήτων καθ’ οδόν προς την πνευματική τελειοποίηση, πρέπει να έχει γίνει πλέ­ον φανερό ότι τα UFO δεν είναι δυνατό να έχουν μία φυσικο-υλική, άρα μόνιμη, υπόσταση, αλλά είναι μόνο εφήμερες υλοποιήσεις. Στις ελάχιστες υπόλοιπες περιπτώσεις τού 2% που δεν ισχύει αυτό, πρόκειται για μορφές αυταπάτης, όπως υπογραμμίζεται στην Ντούντε: «Στην περίπτωση που είναι πράγματι υλικά τα αντικεί­μενα που έχουν παρατηρηθεί από ανθρώπους στο στερέωμα, αυτά προέρχονται από την υλική Γη. Στην πραγματικότητα αποτελούν πειράματα που επιχειρούν οι ερευνητές στα πλαίσια της όλο και πιο εντατικής προσπάθειας να κυριαρχήσουν στο ατμοσφαιρικό διά­στημα έξω από τη Γη».

Συνοψίζοντας, πιστεύουμε ότι έχει αποδειχθεί πλέον επαρκώς ότι δεν υπάρχει και ούτε μπορεί να υπάρξει σύνδεση με κατοίκους άλλων ουράνιων σωμάτων, ειμή μόνο πνευματικής μορφής.

Οι εξωγήινοι και τα διαπλανητικά ταξίδια

 

Με βάση τα προηγούμενα οι ισχυρισμοί ορισμένων ότι έχουν ε­κούσια ή ακούσια απαχθεί από εξωγήινους, δεν μπορεί παρά να είναι πνευματικά μόνο βιώματα, δηλαδή όνειρα, υπνοβασίες, α­στρικά ταξίδια ή πνευματιστικής προέλευσης οράσεις. Οι άνθρω­ποι αυτοί βιώνουν όντως μια πραγματική κατάσταση, όμως αυτό δεν γίνεται συνειδητά, γιατί δεν είναι η σωματική τους ύπαρξη που δρα και πάσχει, αλλά η ψυχική. Υπό ορισμένες δε προϋποθέσεις η ψυχή μεταφέρει στη συνειδητή κατάσταση τις εμπειρίες της, πράγ­μα για το οποίο αποφασιστικό ρόλο παίξει η ικανότητα ανάμνησης των πεπραγμένων στην ασυνείδητη φάση.

Δεδομένου όμως ότι τέτοια ταξίδια σε μακρινούς αστρικούς κό­σμους δεν μπορούν να γίνουν από το σώμα ενός ανθρώπου, κατά συνέπεια όποιος ισχυρίζεται κάτι τέτοιο είτε έχει δυσκολία να ξε­χωρίσει τον κόσμο των ονείρων από τον πραγματικό είτε δεν λέει συνειδητά ολόκληρη την αλήθεια.

Ό, τι λοιπόν ισχύει για τα διαπλανητικά ταξίδια σύμφωνα με τα παραπάνω, ισχύει επίσης και για τις υποτιθέμενες απαγωγές από εξωγήινα όντα, όπου η «απαγωγή» αφορά μόνο την ψυχή, που μπο­ρεί πραγματικά υπό ορισμένες προϋποθέσεις να εγκαταλείψει το σώμα της. Αυτό γίνεται π.χ. στην κατάσταση του ύπνου ή της αναι­σθησίας, αν και η ψυχή μέχρι τον επίγειο θάνατο παραμένει συνδεδεμένη με το σώμα με ένα αόρατο «οδυλικό ή ζωτικό» λώρο ή χορδή. Ο μοναδικός λόγος που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν το γνωρίζουν αυτό, είναι επειδή κατά γενικό κανόνα δεν υπάρχει και η δυνατότητα ανάμνησης της εξόδου της ψυχής από το σωματικό της φορέα.

Κατά την έξοδο αυτή η ψυχή πηγαίνει στη δική της σφαίρα. Κα­τά συνέπεια είναι απολύτως εύλογο ότι εκείνοι που είναι στραμ­μένοι συνειδητά ή υποσυνείδητα προς τη σφαίρα του κακού και πι­θανόν τους απασχολεί υπέρ το δέον η σκέψη υπεραισθητών και μακρινών κόσμων, έλκουν από τις πνευματικές σφαίρες οντότητες με την ίδια ή συγγενική προδιάθεση.

Σε συσχέτιση με το θέμα αυτό πρέπει επίσης να αναφερθεί η δυ­νατότητα αρπαγής (ή ανύψωσης) του ανθρώπου, αλλά σαν αποτέλεσμα της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος, ένα γεγονός που περι­γράφεται, στη Βίβλο, στις νέες αποκαλύψεις και στη μυστικιστική φιλολογία όπως π.χ. στο «Κάστρο της ψυχής» της μυστικίστριας Θηρεσίας της Άβιλας.

Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για εκστάσεις ή αιωρήσεις του πνεύματος, που είναι ένα και το αυτό στην ουσία. Γράφει συγκε­κριμένα η Θηρεσία: «Ή νομίζετε μήπως ότι είναι μικρός ο τρόμος που παίρνει κάποιος όταν έχει πλήρως τις αισθήσεις του και ξαφνικά αντιλαμβάνεται πως η ψυχή του ανυψώνεται, χωρίς να ξέρει από ποιον και για πού; Γιατί την πρώτη στιγμή δεν είναι βέβαιος ότι αυτό προέρχεται από τον Θεό.

…Όταν το πνεύμα ανυψώνεται αιφνίδια φαίνεται πραγματικά σαν να αποχωρεί από το σώμα. Κι εντούτοις, παράλληλα υπάρχει η βεβαιότητα ότι δεν έχει έρθει ο θάνατος. Για λίγες στιγμές, πά­ντως, ο ίδιος ο άνθρωπος δεν μπορεί να πει αν η ψυχή του είναι εντός ή εκτός του σώματος. Όταν επανέλθει όμως έχει την αίσθηση ότι είχε βρεθεί σε μια χώρα τελείως αλλιώτικη από αυτή που ζού­με».

Τηρουμένων των αναλογιών, λοιπόν, αντίστοιχες «αρπαγές» της ψυχής προκαλούνται επίσης από πνεύματα του άλλου κόσμου, μό­νο που τότε οι «αρπαγέντες» δεν έρχονται σε επαφή με ουράνιες οντότητες και σφαίρες, αλλά με αστρικές σφαίρες και οντότητες που αντί για αγάπη προξενούν φόβο. Είναι αυτονόητο ότι ο καθέ­νας που βιώνει μια τέτοια επαφή την ερμηνεύει χρωματίζοντας τη σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του και τις προσλαμβάνουσες παρα­στάσεις που έχει. Έτσι αν πιστεύει λόγου χάρη στους εξωγήινους, θα είναι της γνώμης ότι οι οντότητες που συνάντησε είναι αρειανοί ή κάτι παρόμοιο.

Άξια μνείας είναι επίσης μία αποκάλυψη της Θηρεσίας της Άβιλας, που ομολογούσε ότι δεν είχε καμία δυνατότητα να αντισταθεί σε μια τέτοια «αρπαγή». Απεναντίας, όσο περισσότερο το προσπα­θούσε στην αρχή τουλάχιστον, επειδή, προς μεγάλη της ενόχληση, καμιά φορά συνέβαινε παρουσία τρίτων, τόσο πιο ορμητικές ήταν αυτές οι «αρπαγές».

Παρεμφερείς είναι και οι συνθήκες κατά την «αρπαγή» από δή­θεν εξωγήινους. Μόνο που εκεί, παράλληλα με την προσωπική αδυναμία αντίδρασης συχνά σημειώνεται και μία ταπείνωση ή και χρήση ψυχολογικής βίας σε βάρος του «αρπαγέντος» με παρεπό­μενα παθολογικά συμπτώματα φοβίας ή πανικού.

Η Αμερικανίδα ψυχολόγος και ειδική στα θέματα των UFO Έντιθ Φιόρε, δήλωσε σε μία συνέντευξη ότι πάνω από τριακόσιοι ασθε­νείς τής είχαν περιγράψει την «απαγωγή τους από εξωγήινους». Δεν ήταν σπάνιες οι φορές όπου τα ξένα όντα είχαν αιφνιδιάσει στον ύπνο το θύμα τους και το είχαν μεταφέρει σε ένα παρακείμε­νο διαστημόπλοιο για ιατρικές εξετάσεις. Οι απαχθέντες αυτοί υ­πέφεραν για χρόνια μετά από καταστάσεις φόβου, σοκ, αϋπνίας, πανικού, ακόμη και διαταραχές της προσωπικότητας.

Σε ανάλογα συμπεράσματα κατέληξαν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον και πολλοί άλλοι ψυχοθεραπευτές τα τελευταία χρόνια στις ΗΠΑ, που αποδελτίωσαν πολλές ταυτόσημες μαρτυρίες παθό­ντων, πολλές φορές μάλιστα υποβάλλοντας τους ασθενείς σε ύπνωση και σε ένα ανιχνευτή ψεύδους. Οι ίδιοι οι ψυχοθεραπευτές ή­ταν αρχικά πολύ επιφυλακτικοί, θεωρώντας τέτοιες περιγραφές σαν αποκυήματα της εξημμένης φαντασίας νευρωτικών ή ψυχοπα­θών. Ωστόσο, σχεδόν σε όλα τα καταγραφέντα περιστατικά απο­δείχτηκε η σοβαρότητα της κατάστασης, καθώς οι ασθενείς βρί­σκονταν όντως υπό την επήρεια ενός ή και πολλαπλών σοκ.

Το αξιοσημείωτο στις περιπτώσεις αυτές είναι ότι τέτοιες τρο­μακτικές εμπειρίες δεν συμβαίνουν στον οποιοδήποτε μέσο πολί­τη. Αντίθετα, πρόκειται για πρόσωπα που έχουν μια «βεβαρυμένη» προϊστορία σχέσης με το χώρο του αποκρυφισμού, είτε λόγω ενασχόλησης με την ουφολογία ή τον πνευματισμό, είτε επειδή κά­ποιος προγονός τους είχε τέτοια ενδιαφέροντα, παρ’ όλο που πι­θανόν οι ίδιοι δεν το γνωρίζουν.

Όποιος έχει ασχοληθεί με το θέμα της ψυχικής επιβάρυνσης λό­γω απόκρυφων πρακτικών, όπως πολλοί ψυχοθεραπευτές, γνωρί­ζει ότι τέτοια «κληρονομικά» βάρη δεν είναι σπάνιο φαινόμενο, γεγονός που μαρτυρείται επίσης από τη Βίβλο (Μωυσή Β’ 20,5.34, 7. Μωυσή Δ’ 14, 18. Μωυσή Ε’ 5, 9), αλλά και από την Μπέρτα Ντούντε. Θα πρέπει ωστόσο να τονιστεί ξανά ότι οι καταγγελίες απαγω­γής από «εξωγήινους» αφορούν πάντα την ψυχή και όχι το σώμα του απαχθέντος, που μεταφέρει τις ψυχικές εμπειρίες του από μια ονειρόμορφη στη συνειδητή κατάσταση. Γι’ αυτό λέγεται στην Ντούντε: «Ο άνθρωπος διαμορφώνει από μόνος του τις παραστά­σεις του αντίστοιχα με την ψυχική του ωριμότητα». Το συμπέρασμα είναι λοιπόν ότι τέτοιες καταστάσεις μπορεί να ζήσει μόνο όποιος δεν βρίσκεται ούτε στην αρχή καν της λύτρωσης και όποιος έχει μια βεβαρυμένη προϊστορία από την επαφή με ακάθαρτα πνεύμα­τα. Με άλλα λόγια πρόκειται για άτομα που με την ποιότητα της βούλησης τους εκπέμπουν μηνύματα προς αυτές τις οντότητες (συ­νειδητά ή ασυνείδητα) κι έτσι εξέρχονται από τη σφαίρα προστα­σίας του Θεού, γιατί μόνο με αυτές τις προϋποθέσεις είναι δυνατό να βιώνουν τέτοιες εμπειρίες.

Επιπλέον, είναι εμφανές ότι καθώς η σημερινή εποχή αποτελεί ένα στάδιο της έσχατης εποχής, χαρακτηρίζεται από αυξανόμενες υπερβάσεις εξουσίας από την πλευρά του κακού, μέχρι που να της δώσει ο Θεός ένα τέλος, αποκαθιστώντας τη θεία, έννομη τάξη και τις δυνατότητες πνευματικής τελειοποίησης σε αυτό τον κόσμο.

Μερικές φορές οι «απαχθέντες» παρουσιάζουν εμφανή σημά­δια καψίματος στο δέρμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει αυταπόδεικτα ότι έχει συμβεί απαγωγή του σώματος τους. Είναι γνωστό ότι η ψυ­χή μπορεί να αποτυπώσει τα σημάδια της στο σώμα, όπως είναι γνωστή επίσης η δύναμη επιβολής του πνεύματος. Κλασικά παραδείγματα – χωρίς αξιολόγηση – είναι η ύπνωση, η αυτοΰπνωση, το αυτογενές training, διάφορες μορφές υστερίας ή ο στιγματισμός α­γίων με τα σημάδια των παθών του Ιησού.

Ό, τι κι αν είναι οι «απαγωγείς», το βέβαιο είναι ότι όποιος πέ­φτει θύμα μιας τέτοιας απαγωγής, ταυτίζει αυτήν και τους απαγω­γείς του με τα πρότυπα που έχει ήδη στο μυαλό του. Έτσι μπορεί να πιστεύει ότι έχει μεταφερθεί σε άλλο χώρο ή διάσταση, ενώ ό­λα διαδραματίζονται στον εσωτερικό κόσμο της ψυχής του και ως εκ τούτου δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η ψυχή εγκαταλείπει το σώ­μα, όταν βιώνει μια τέτοια εμπειρία.

Στην κατανόηση αυτού του πράγματος μπορεί να βοηθήσει μια διδασκαλία του Ιησού προς ένα μαθητή του, αναφορικά με τα ό­νειρα όπως την καταγράφει ο Γιάκομπ Λόρμπερ:

«Πού ήταν λοιπόν αυτή η περιοχή, όπου βρέθηκες στον ύπνο σου, πού και ποιοι ήταν οι άνθρωποι που σου μίλησαν ή είχαν να κάνουν μαζί σου; Πουθενά αλλού παρά μέσα σε σένα τον ίδιο.

Κατά τη διάρκεια του ύπνου η ψυχή σου αισθάνεται για ένα μι­κρό διάστημα ελεύθερη κατά το μεγαλύτερο βαθμό από τα δεσμά του σώματος. Τότε εκείνο που μπορεί να κάνει, είναι να βλέπει αυτά που βρίσκονται μέσα της με την ίδια μορφή, αλλά σαν να είναι έξω από την ίδια. Το οποιοδήποτε πράγμα η ψυχή το βλέπει εντελώς πραγματικό μπροστά της και βρίσκεται σαν στο σπίτι της, στη “δική της περιοχή”, ακριβώς όπως νιώθει όταν ξυπνήσει στο γήινο περιβάλλον της.

Στο όνειρο της μπορεί να συναντήσει ανθρώπους που άλλοι ζουν ή άλλοι είναι ήδη πεθαμένοι. Η αιτία είναι η εξής: η ψυχή του κά­θε ανθρώπου (χάρη στο θεϊκό πνεύμα μέσα της, που γνωρίζει τα πάντα) περιλαμβάνει σε πολύ μικρή κλίμακα μέσα της όλους τους ανθρώπους, εκείνους που έχουν ζήσει, που ζουν και που θα ζήσουν στη γη. Με τον ίδιο τρόπο απεικονίζεται ολόκληρος ο πνευματικός κόσμος μέσα της*, όπως ένας καθρέφτης αντανακλά τις εξωτερικές εικόνες, χωρίς να είναι αυτές οι εικόνες πραγματικό­τητα. Βέβαια, αυτή είναι μια μάλλον αδύνατη παρομοίωση, γιατί ο καθρέφτης είναι άψυχος και επομένως μπορεί να καθρεφτίσει μόνο τις άψυχες μορφές των αντικειμένων που βρίσκονται απένα­ντί του.

Αντίθετα, η ψυχή είναι ένας ζωντανός καθρέφτης του πνεύματος· γι’ αυτό έχει τη δυνατότητα να ζωντανεύει τις εικόνες που είναι ε­ντυπωμένες μέσα της και να συναναστρέφεται και να συμπεριφέ­ρεται μαζί τους σαν να ήταν τέλεια πραγματικότητα. Διαθέτει επί­σης το ασύγκριτο πλεονέκτημα ότι μπορεί να έρθει σε επαφή χωρίς κανέναν κόπο με τις πραγματικές εικόνες (τους απεικονιζόμενους) χάρη σε αυτές τις ζωντανές εικόνες που φέρει μέσα της.

Όσο η ψυχή ζει ακόμη στη γη, αυτή η ικανότητα παραμένει ατε­λής μέσα της, έτσι ώστε τελικά δεν ξέρει καν πώς να τη χρησιμοποιήσει. Όταν όμως απελευθερωθεί ολοκληρωτικά από αυτόν τον κόσμο, συνειδητοποιεί σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό τι πρέπει να κάνει με αυτό τον πλούτο. Σταδιακά αντιλαμβάνεται όλο και πιο πολύ τι κρύβεται μέσα της και πώς πρέπει να χρησιμοποιήσει την έμφυτη πνευματική της ικανότητα.

..Σου τα είπα όλα αυτά για να καταλάβεις καλύτερα ότι η ψυχή δεν βλέπει τίποτα έξω απ’ αυτή, παρά βλέπει τα πάντα στο εσωτερικό της και μάλιστα στην κλίμακα που είναι κατάλληλη για να μπο­ρεί να τα εποπτεύει με ευκολία. Όταν θα ενωθεί κάποτε με το πνεύμα της, τότε θα έχει τη δυνατότητα, αν αυτό την ευχαριστεί, να τα βλέπει όλα στις αληθινές τους διαστάσεις.

Σε βεβαιώνω όμως ότι ακόμη και οι πιο τέλειοι άγγελοι στον ου­ρανό καταλαμβάνονται από πραγματικό δέος μπροστά στην προ­οπτική να δουν τα δημιουργήματά Μου στο αληθινό τους μέγεθος και σε όλα όσα μπορούν να βλέπουν, να αισθάνονται, να σκέφτο­νται και να συλλαμβάνουν, παράλληλα να αναγνωρίζουν την αιώ­νια και απέραντη υπεροχή Μου».

Γεγονός είναι επίσης ότι από όσους ισχυρίζονται ότι είχαν κά­ποιου είδους επαφή με εξωγήινους, κανένας δεν μπορούσε να προσδιορίσει με ακρίβεια εάν στο βίωμα συμμετείχε μόνο η ψυχή του ή και το σώμα του, παρ’ όλο που ορισμένοι είχαν δει από ψη­λά το σώμα τους να κείτεται μόνο του. Ακόμη και στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατό το υποκείμενο να βιώνει τα πάντα στο εσωτε­ρικό της ψυχής του, δεδομένου ότι τα ψυχικά βιώματα δεν περιο­ρίζονται στο χώρο, όπως οι πέντε αισθήσεις του σώματος.

Επειδή λοιπόν οι πιθανές εξηγήσεις είναι πολλές, σίγουρα ο α­ναγνώστης θα διαπιστώσει πόσο δύσκολο είναι να προσδιορίσει κανείς με βεβαιότητα την αληθινή φύση και προέλευση των παρατηρουμένων όντων, όπως και το αληθινό υπόβαθρο του βιώματος. Γιατί δεν υπάρχει μόνο μία δυνατή εξήγηση, αλλά πολλές και το ποια απ’ όλες ισχύει εξαρτάται σε καθοριστικό βαθμό από την ω­ριμότητα του ανθρώπου.

Συνεπώς ο άμεσα εμπλεκόμενος σε μια τέτοια κατάσταση μπο­ρεί εύκολα να σφάλλει στην κρίση του, επειδή κρίνει υποκειμενι­κά. Παρ’ όλα αυτά, περιγραφές τέτοιων εμπειριών δημοσιεύονται συλλήβδην λίγο ως πολύ χωρίς κανένα κριτικό έλεγχο σχετικά με τα αίτια και το ψυχολογικό τους υπόβαθρο, εξ ου και τα εξαγόμε­να πορίσματα όσων θέλουν να δηλώνουν γνώστες, δεν προσφέρουν καμία εγγύηση αλήθειας.

Υπήρξε εξωγήινη επίδραση στην εξέλιξη της ανθρωπότητας στη Γη;

Από πολλούς έχουν υποστηριχθεί ολόκληρες θεωρίες, ότι η εξέλιξη της γήινης ανθρωπότητας και ιδίως ο εξαιρετικά ανεπτυγμέ­νος σύγχρονος πολιτισμός οφείλονται στην επίδραση εξωγήινων όντων με υψηλή νοημοσύνη. Η θεωρία αυτή έχει διατυπωθεί σχε­τικά πρόσφατα, από τότε που ο άνθρωπος απόκτησε τη δυνατότητα να διεισδύει στον κόσμο των γονιδίων και της κληρονομικότη­τας.

Για κάποιον αφυπνισμένο πνευματικά είναι φανερό από πού ξε­κινούν τέτοιοι ισχυρισμοί, γιατί μόνο ακραιφνείς υλιστές μπορούν να ερευνούν και να ερμηνεύουν την εξέλιξη στη Γη μόνο υλιστικά, για το λόγο ότι τέτοιοι άνθρωποι αγνοούν παντελώς τόσο την ου­σία του πνεύματος όσο και την προέλευση και τον προορισμό της ύλης. Έτσι, όλο και περισσότερα βιβλία που καταπιάνονται με το θέμα αυτό αναζητούν την καταγωγή και την εξέλιξη του ανθρώπι­νου γένους σε κοσμικά αίτια· βέβαια, σύμφωνα με ό,τι διδάσκουν οι νέες αποκαλύψεις, η θεωρία αυτή κρύβει ένα μέρος αλήθειας, εφ’ όσον όμως η ανθρώπινη καταγωγή εξεταστεί πνευματικά, στο πλαίσιο του θεϊκού σχεδίου.

Το πρώτο ερώτημα που τίθεται, λοιπόν, είναι τι είναι ύλη. Ας δού­με τη σχετική διδασκαλία στην Ντούντε:

«Τι είναι ο κόσμος και τι είναι η ύλη; Το ερώτημα αυτό απασχο­λεί πολλούς ανθρώπους, αλλά δεν είναι ικανοί να το λύσουν με το μυαλό τους. Καθετί το ορατό είναι ύλη, είναι δηλαδή ουσία που συ­μπυκνώθηκε και πήρε μορφή. Επομένως, ορατή έγινε λόγω της συ­μπύκνωσης, δεδομένου ότι προηγουμένως ήταν αόρατη πνευματι­κή ουσία.

Η πνευματική ουσία είναι δύναμη προερχόμενη από τον θεό, που από τη στιγμή που θα της δώσει με τη σκέψη Του μια συγκεκριμένη μορφή, μια φόρμα, γίνεται αυτό που είναι σύμφωνα με τη βούλησή Του. Η μορφή αυτή αποτελεί με τη σειρά της συνένωση αμέτρητων ουσιών, είναι δηλαδή ένας σχηματισμός που μπορεί να διαλυθεί, ώ­στε να ελευθερωθεί πάλι η κάθε ουσία, όταν το αποφασίσει ο Θεός.Συνεπώς, κάθε μορφή ή φόρμα μπορεί να καταστραφεί τελείως.

Η ύλη είναι κάτι που δεν έχει αιώνια διάρκεια, δεδομένου ότι α­ποτελεί απλά ένα περίβλημα ή κέλυφος για τις πνευματικές ουσίες, που πρέπει να εξελιχθούν περαιτέρω και ως εκ τούτου δεν μένουν εσαεί μέσα στα περιβλήματα τους. Βέβαια και η ύλη είναι επίσης πνευματική ουσία, πράγμα που σημαίνει ότι είναι πνευματική δύ­ναμη που έχει συμπυκνωθεί από τη θεϊκή βούληση, καθώς δε δια­λύεται διαρκώς, διασκορπίζεται και παίρνει πάλι νέες μορφές, με­τά από πολύ μεγάλο διάστημα εξελίσσεται τόσο που να μπορεί τελικά και η ίδια να φιλοξενηθεί σε μια τέτοια μορφή ή φόρμα.

Επομένως, καθετί ορατό είναι πνευματική δύναμη, που βρίσκε­ται στο αρχικό στάδιο της εξέλιξης, ενώ το ήδη πιο ώριμο πνευμα­τικό στοιχείο είναι αόρατο για το ανθρώπινο μάτι, αλλά χρησιμο­ποιεί μια ορατή φόρμα, όπου μπορεί να κατοικεί. Μέσα σε κάθε μορφή ζει κάτι το πνευματικό, μια ύπαρξη που έχει μεν συνείδη­ση του εαυτού της, όμως αποζητεί να ενωθεί με άλλες όμοιες της υ­πάρξεις, προκειμένου να πολλαπλασιαστεί με την ένωση η δύναμή τους, γιατί καθεμιά προσπαθεί να τελειοποιηθεί».

Κατά συνέπεια η ύλη δεν αποτελεί αυτοσκοπό και προορισμό της δημιουργίας, παρά μόνο ένα μέσο για την επίτευξη του σκοπού και ως εκ τούτου από τη μια πλευρά παίζει το ρόλο της φυλακής για τα έκπτωτα πνεύματα, ενώ από την άλλη δίνει τη δυνατότητα στα ακάθαρτα πνευματικά στοιχεία να ωριμάσουν. Πάρα πολλές νέες αποκαλύψεις του Θεού εξηγούν αυτή τη διαδικασία φυλάκι­σης μέσα στην ύλη και, σταδιακής πνευματοποίησης.

Το συμπέρασμα είναι ότι η ύλη δεν έχει ζωή από μόνη της, η ύλη με άλλα λόγια δεν είναι αυτά μόνο που έχει ανακαλύψει και ε­ξακολουθεί να αναλύει η επιστήμη, αλλά η καθαυτό ζωή της ύλης είναι πνευματικής υφής.

Κατ’ ακολουθία, η κινητήρια δύναμη της ορατής στον άνθρωπο ύλης είναι το πνεύμα και γι’ αυτό η ύλη μεταβάλλεται αδιάκοπα, κα­θώς παράγεται και παρέρχεται διαρκώς. Άρα η ίδια η ύλη δεν απο­τελεί αυτοσκοπό, παρά είναι απλά ο δρόμος για το σκοπό, που εί­ναι η επιστροφή των έκπτωτων πνευμάτων, δηλαδή των ανθρώπων, στον κόσμο του Θεού, όπως δηλώνει και η παραβολή με τον «άσω­το υιό».

Γι’ αυτό, λοιπόν, όταν επιστήμονες ή οπαδοί της σωτηρίας μας α­πό εξωγήινους μιλούν για θεωρία της κληρονομικότητας, για τρο­ποποίηση των γονιδίων και για μεταλλάξεις, αναφέρονται μόνο στις ορατές εξωτερικά και ερευνήσιμες από τον άνθρωπο διαδι­κασίες. Αλλά δεν λαμβάνουν υπ’ όψη τους την πραγματική κινητήρια δύναμη, το πνεύμα, που δίνει τη ζωή στην ύλη, δημιουργεί τις διάφορες εκφάνσεις της και εξασφαλίζει την εξέλιξη της.

Επιπλέον, ούτε η περαιτέρω εξέλιξη και ανέλιξη αποτελεί αυτοσκοπό ή τυχαίο αποτέλεσμα, παρά πίσω της κρύβεται η απέραντη σοφία του Δημιουργού. Γι’ αυτό καθώς εξελίσσονται οι υλικές μορ­φές, αλλάζοντας όψη και φυσική συμπεριφορά, προωθούνται προς όλο και μεγαλύτερη τελειότητα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι περισσότεροι αλχημιστές, που ανα­ζητούσαν τη «λυδία λίθο» τελείως υλιστικά, δεν ανακάλυψαν ποτέ τί­ποτα, ενώ αντίθετα υπήρξαν κάποιοι λίγοι πνευματικοί άνθρωποι, όπως ο Παράκελσος, ο Γκαίτε και ο Χάνεμαν, που ανακάλυψαν το αληθινό ελιξήριο της ζωής στη φύση του πνεύματος και κατέθεσαν τη μαρτυρία τους γι’ αυτό.

Ακόμη και οι επιστήμονες έχουν καταλάβει π.χ. ότι η ζωή στον πλανήτη μας οφείλεται στο φως του ήλιου, που ζωογονεί τη φαινο­μενικά νεκρή ύλη. Αλλά κι αυτό το ηλιόφως δεν εκπηγάζει από το τίποτα, αλλά προέρχεται από τον Θεό, καθώς η δύναμη του είναι στην ουσία της πνευματικό φως. Η δύναμη αυτή διαχέεται αέναα και ακατάπαυστα στο σύμπαν, παραλαμβάνεται από αμέτρητες φω­τεινές οντότητες που διοχετεύουν το φως με τη σειρά τους περαι­τέρω, ορατά ή αόρατα. Για το λόγο αυτό, μαζί με τις ακτίνες του ή­λιου οι άνθρωποι λαμβάνουν επίσης από το Θεό τη δύναμη που τους χρειάζεται για να ζήσουν κι έτσι η ηλιακή ακτινοβολία είναι ένα καθαρά πνευματικό φαινόμενο, που είναι και ορατό ταυτόχρο­να.

Αναφορικά με αυτό λέγεται στην Μπέρτα Ντούντε:

«Η δύναμη αυτή εκπηγάζει από τον Θεό και ως εκ τούτου εί­ναι πνευματική ουσία που φωτίζει από μόνη της, καθώς οτιδήπο­τε προέρχεται από τον Θεό διαθέτει μια ασύλληπτη φωτιστική δύ­ναμη, αφού ο ίδιος ο Θεός είναι Φως. Άρα κάθε ηλιαχτίδα είναι δύναμη από τον Θεό, που τη μεταφέρουν στη Γη απειράριθμες οντότητες που η αποστολή τους είναι να λειτουργούν ως μεταφορείς θεϊκής δύναμης. Έτσι, κατά δεύτερο λόγο οι ακτίνες του ήλιου αποδεικνύουν στην ουσία την ακούραστη δραστηριότητα των οντοτήτων αυτών. Κατά κάποιο τρόπο αποτελούν ένα ρεζερβουάρ, από το οποίο τροφοδοτούνται τα πάντα μέσα στη δημιουργία.

«…Ιδού, λοιπόν, η εξήγηση για τη δύναμη των ήλιων: Εκείνο που προέχει είναι να γνωρίζετε με τι ασύλληπτη ταχύτητα όλα τα ουράνια σώματα διατρέχουν το κοσμικό διάστημα. Έτσι, εξαιτίας της τριβής παράγεται μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, εκεί ακριβώς όπου παρουσιάζονται κατά κάποιο τρόπο αντιστάσεις (σ.σ.: λόγου χάρη σε οροσειρές), διότι η τριβή παράγει θερμότητα. ως εκ τούτου, λοιπόν, δεν είναι απαραίτητο ένα ουράνιο σώμα να παράγει από μόνο του αυτή τη θερμότητα.

Το μόνο δηλαδή που χρειάζεται για να παραχθεί θερμότητα ως ένα συγκεκριμένο βαθμό είναι ένα ταχύτατα κινούμενο ουράνιο σώμα και συνεπώς, ακόμη και αν ο ήλιος ήταν μια κρύα μάζα, με την ίδια του την ταχύτητα περιστροφής θα παρήγαγε τόση θερμότητα που θα κάλυπτε τελείως όλες τις ανάγκες».*

Και πιο εξειδικευμένα λέγεται στον Λόρμπερ:

«…Κάθε ηλιαχτίδα φέρει αμέτρητα απειροελάχιστα “μικρόβια” (σ.σ.: μικροοργανισμούς, δηλαδή μικροσκοπικότατα έμβια όντα ή «ζωάρια φωτός», κατά τον Λόρμπερ), τα οποία είναι ασύλληπτα ζωτικής σημασίας για την ύπαρξη των ζωντανών όντων στη Γη» («Μ.Ε.Ι.», IV 219. 3-4).

Μετά από όλα αυτά, είναι αυταπόδεικτο πόσο λανθασμένος εί­ναι ο συλλογισμός ότι ο Δημιουργός θα χρειαζόταν βοήθεια από κάποιες ατελείς οντότητες, όπως είναι οι εξωγήινοι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εξέλιξη της ανθρωπότητας στη Γη. και συνάμα αποδεικνύεται το λάθος της θεωρίας ορισμένων συγγραφέων ότι οπωσδήποτε πρέπει να έχουν επισκεφθεί εξωγήινοι τον πλα­νήτη μας, γιατί διαφορετικά θα ζούσαμε ακόμη στη λίθινη επο­χή. Τέτοιες θεωρείς, όπως π.χ. του Έριχ φον Ντένικεν, μαρτυρούν τέλεια πνευματική αποτελμάτωση. Υπάρχει πράγματι μία συνει­σφορά προς τη Γη από φωτοφόρους κατοίκους αστρικών κόσμων, όπως θα φανεί παρακάτω, αλλά αυτή γίνεται μόνο υπό τη μορφή φωτός.

Είναι εμφανές ότι τόσο οι επιστήμονες όσο και οι ουφολόγοι α­γνοούν το γεγονός ότι όχι μόνο οι πλανήτες, αλλά και οι ήλιοι, κα­τοικούνται, γιατί όλα ανεξαίρετα τα ουράνια σώματα αποτελούν σταθμούς ωρίμανσης και τελειοποίησης στο λυτρωτικό σχέδιο του θεού και δεν έγιναν μόνο και μόνο για να κοσμούν τον ουράνιο θόλο. Για το θέμα αυτό αποκαλύφθηκε στην Ντούντε, στις 29.12.1940:

«Το να υπηρετεί με αγάπη ένα ον, σημαίνει ότι θέλει να διοχετεύ­σει παραπέρα την πληθώρα του φωτός που λαμβάνει. Το φως δε εί­ναι γνώση, κατά συνέπεια το ον που βρίσκεται στις φωτεινές σφαί­ρες μεταδίδει τη γνώση του στα όντα που είναι ακόμη σε κατάστα­ση άγνοιας κι έτσι ακτινοβολεί με το φως του εκείνα τα όντα που έ­χουν έλλειψη φωτός.

Έτσι, λοιπόν, πάντοτε πρέπει υποχρεωτικά οι φωτοφόροι κό­σμοι να βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με τους άφωτους, που α­ναγκαστικά εξαρτώνται από τους πρώτους και με τον τρόπο αυτό τα όντα ενός μέλους της δημιουργίας υπηρετούν εκείνα ενός άλλου.

Η μετάδοση του φωτός αποτελεί κατά βάση μια μετάδοση γνώ­σης, πράγμα που εξωτερικά φαίνεται ως παροχή ζωής και φωτει­νότητας στα δημιουργήματα, που είναι φτωχά σε φως. Επομένως, η φωτοβολία προέρχεται από την αδιάκοπη δραστηριότητα των φωτοφόρων όντων, που στέλνουν το φως υπό τη μορφή σκέψεων στα αδαή ακόμη όντα».

Είναι όμως πάγιο καθεστώς ότι, όταν χρησιμοποιούνται όροι ό­πως «εξέλιξη» ή «μετάλλαξη», εννοούνται με την καθαρά υλιστική έννοια και ως εκ τούτου δεν εκπροσωπούν παρά τη μισή αλήθεια. Γιατί, όπως προειπώθηκε, σε όλα τα δημιουργήματα η κινητήρια δύναμη είναι το Πνεύμα του Θεού, που ενώ το ίδιο δεν έχει μορ­φή, είναι εκείνο που δημιουργεί τις μορφές και δρα μέσα απ’ αυ­τές.

Ασφαλώς και η επιστήμη αναγνωρίζει ότι η ύλη υπόκειται σε μια συνεχή μεταλλαγή και ότι οι διάφορες μορφές της δεν διατηρούνται αιώνια. Όμως, αυτή η θεωρία της εξέλιξης αγνοεί το γεγονός ότι η αληθινή κινητήρια δύναμη είναι το πνεύμα· αν το αναγνώρι­ζε αυτό, τότε θα ήταν ήδη πολύ κοντά στην αλήθεια, ότι δηλαδή «τα πάντα είναι γεννημένα από το πνεύμα» (Γκαίτε) και ότι χωρίς αυτό η ύλη δεν θα είχε δυνατότητα ύπαρξης.

Αυτό είναι επομένως το υπόβαθρο της εξέλιξης και όχι, όπως ισχυρίζονται κάποιοι επιστήμονες, μια αλυσίδα τυχαίων συμβάντων στη φύση. ούτε αληθεύει ότι τα πάντα μπορεί να άρχισαν με το big bang, όταν δηλαδή όλη η ύλη συμπυκνώθηκε σε τέτοιο βαθμό σε πολύ περιορισμένο χώρο, ώστε ακολούθησε μια απίστευτη έκρηξη με αποτέλεσμα να διασπείρεται έκτοτε σε όλο το σύμπαν. Αυτή η υπόθεση του big bang προδίδει όχι μόνο πνευματική άγνοια, αλλά και ανικανότητα λογικής σκέψης, γιατί προβάλλει αμέσως το ερώτημα, πώς είναι δυνατό από το τέλειο χάος να προκύψει η τέλεια τάξη ως τη μικρότερη λεπτομέρεια και η πολυποικιλία στην πλάση, όπου όλα υπόκεινται σε σταθερούς έλλογους νόμους και δεν συναντάται ούτε μία παρέκκλιση από την έννομη τάξη;

Το σχετικό σχόλιο στην Μπέρτα Ντούντε λέει χαρακτηριστικά το εξής:

«Μα και οι ερευνητές που ερευνούν καθαρά κοσμικά – υλιστικά, δεν μπορούν ούτε κι αυτοί να αποδείξουν την ορθότητα των συμπερασμάτων τους, που έχουν την αξίωση να γίνουν εξ ίσου πιστευτά και πράγματι γίνονται πιστευτά, καθ’ ότι ο ανθρώπινος νους δεν αρκεί από μόνος του να αναγνωρίσει τα λάθη και να τα απορρίψει.

Το αποτέλεσμα είναι τότε ότι πάνω σε ένα τέτοιο λάθος οικοδομείται ένα ολόκληρο θεωρητικό οικοδόμημα, που παίρνει μορφή τελικά ως ένα παγιωμένο σύστημα διδασκαλιών».

Είναι προφανές, λοιπόν, για όποιον έχει την ωριμότητα να το δει ότι δεν υφίσταται το τυχαίο στη δημιουργία, τουναντίον τα πάντα τεκμηριώνουν μια σοφή, τελειολογική τάξη.

Κατά συνέπεια, είναι λάθος τόσο η υλιστική θεωρία της εξέλι­ξης όσο και η θεωρία περί καταγωγής του γήινου πολιτισμού από εξωγήινους επισκέπτες, γιατί και οι δύο αρνούνται την ύπαρξη του πνεύματος και ενός υπέρτατου Όντος.

Τα μηνύματα των εξωγήινων

Όλες οι συνομιλίες με «εξωγήινους» που έχουν γίνει ήταν πά­ντα πνευματιστικής προέλευσης, επρόκειτο δηλαδή για μηνύματα που δίνονταν είτε σε κατάσταση τρανς (πλήρους ή μερικής ύπνω­σης του διαμέσου) είτε τηλεπαθητικά μέσω «της φωνής από το νω­τιαίο μυελό», ήτοι της φωνής που ακούγεται στο αντίστοιχο τσάκρα. Επομένως, τέτοια μηνύματα δεν μπορούν να συγκαταλεχθούν στις νέες αποκαλύψεις του Θεού στη σύγχρονη εποχή, γιατί σε αυ­τές περιλαμβάνονται μόνο οι μεταδόσεις που ελήφθησαν με καθα­ρά πνευματικό τρόπο μέσα από την καρδιά ενός κατάλληλου αν­θρώπου σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στον Ιωάννη 14, 21 (14-16).*

Όσο εντυπωσιακά κι αν είναι λοιπόν τα μηνύματα από το «διάστημα», ενέχουν σοβαρούς κινδύνους, όπως θα δούμε στα παρα­κάτω αποσπάσματα από αποκαλύψεις στην Μπέρτα Ντούντε;

(6.8.1951)

«Δεν μπορούν όλες οι μεταδόσεις από το πνευματικό βασίλειο να θεωρηθούν ότι είναι ο Λόγος Μου. Ο δικός Μου Λόγος είναι αυτούσια αλήθεια και, καθώς αποτελεί μία ακτινοβολία που πηγάζει α­πευθείας από Μένα, μπορούν να τον μεταδώσουν μονάχα οντότη­τες που βρίσκονται επίσης μέσα στο φως.

Υπάρχουν όμως και όντα που θέλουν να εκφράσουν τις προσω­πικές απόψεις τους ή που διαθέτουν ελάχιστες μόνο γνώσεις. Τα ό­ντα αυτά έχουν επίσης τη δυνατότητα να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους της Γης, είτε με τη μεταβίβαση σκέψης είτε μέσω ενός διάμεσου, του οποίου χρησιμοποιούν τη βούληση και τις σωματικές λειτουργίες, προκειμένου να εκφραστούν. Αλλά οι μεταδόσεις αυ­τές δεν πρέπει να ταυτίζονται με το Λόγο Μου. Δεν μπορούν να θε­ωρηθούν ως δικός Μου Λόγος και επομένως ούτε ως επενέργεια του Πνεύματος Μου μέσα στον άνθρωπο…».

 

(11.11.1960)

Πρέπει να τονιστεί ότι μόνο οι τέλειες οντότητες του βασιλείου Μου μπορούν και έχουν το δικαίωμα να εκτελέσουν τέτοια καθήκοντα και αποστολές, που σας εγγυώνται προστασία και βοήθεια.

Γιατί τα όντα που δεν έχουν φτάσει ακόμη σε αυτή την τελειότη­τα, θα βρίσκονται ακόμη ανάλογα με το επίπεδό τους σε κάποιο από τα έργα της δημιουργίας, όπου θα είναι δέσμια της φυσικής νομοτέλειας του τόπου αυτού.

Πρέπει, λοιπόν, να ξεχωρίσετε τα φωτεινά όντα που εκτελούν το θέλημά Μου σε μια εντεταλμένη από Μένα αποστολή και που ζουν κοντά Μου στο βασίλειο του Φωτός, από τα όντα που είναι ακόμη δέσμια, δεν έχουν δηλαδή την πλήρη πνευματική ελευθερία, όσο ζουν στα διαφόρων ειδών κοσμικά σώματα, προκειμένου να ωριμάσουν πνευματικά.

Δεν πρέπει να δείχνετε εμπιστοσύνη στις μεταδόσεις πνευμάτων από εκείνους τους κόσμους που είναι και θα μείνουν απροσπέλα­στοι για σας τους ανθρώπους, όπως και αντίστροφα…».

Αυτά που διαδίδονται, ότι δήθεν προέρχονται από εξωγήινα όντα από άλλους πλανήτες, είναι συνειδητά ψέματα, γιατί κανένας άνθρω­πος δεν θα μπορεί να αποδείξει ότι έχει μιλήσει με τέτοιους υποτιθέμενους κατοίκους των άστρων. Έτσι, όλοι εκείνοι που έχουν θετική στάση απέναντι σε τέτοια φαινόμενα, δεν θα είναι σε καμία περίπτω­ση πνευματικά αφυπνισμένοι άνθρωποι, αφού υπηρετούν ανοιχτά τον αντίπαλο Μου, που τους χρησιμοποιεί για τους σκοπούς του…». Οι αποκαλύψεις στην Ντούντε επισημαίνουν επίσης τους κίνδυνους που ενέχουν οι συνδέσεις με «διδασκάλους» από το επέκεινα. Ο Πνευματισμός βρίθει από τέτοιους ταγούς με εντυπωσιακά ονόματα όπως «Άσταρ Σεράν», «Κύριος Σανάντα», «Πνευματικός διδάσκαλος αδελφός Εμανουήλ», «Μαϊράντι» ή «διδάσκαλοι της λευκής αδελφό­τητας». Πολλοί από αυτούς ονομάζουν τις μεταδόσεις τους «εσωτε­ρικό Λόγο», δηλαδή θεϊκή αποκάλυψη. Στην πραγματικότητα ωστόσο δεν είναι παρά «φωνές από το διάστημα», ακόμη και αν τα μηνύματά τους τα μεταδίδουν απλά τηλεπαθητικά και όχι σε κατάστα­ση ύπνωσης του διαμέσου. Όπως ήδη αναφέρθηκε η τηλεπάθεια αποτελεί επίσης μία δυνατότητα έκφρασης για τα πνεύματα του άλ­λου κόσμου, μέσω της οποίας μπορούν να μεταβιβάζουν τις σκέψεις τους σε διάμεσα που διαθέτουν τηλεπαθητική ικανότητα.

Τα κριτήρια της διάκρισης μεταξύ εσωτερικού Λόγου και πνευματικών μεταδόσεων είναι κατά βάση απλά, όπως παρατίθονται στην Ντούντε: «Ο κόσμος του φωτός απευθύνεται αποκλειστικά στο πνεύμα σας, ο κόσμος του σκότους εν αντιθέσει, στις αισθήσεις σας. Ο φωτεινός κόσμος αποκαλύπτεται επίσης με πολλούς τρόπους αλλά πάντοτε μέσω κάποιων ανθρώπων που χάρη στην πνευματικότητα και το ήθος τους βρίσκονται σε σύνδεση με τα όντα του Φωτός και γι’ αυτό μπορούν να μεταφέρουν στους συνανθρώπους τους τις αποκαλύψεις που λαμβάνουν.

Αντίθετα ο σκοτεινός κόσμος που επιδρά στον εξωτερικό άνθρωπο, απευθύνεται αδιάκριτα χωρίς κριτήρια ποιότητας του ανθρώπου. Στους μεν δικούς του ανθρώπους βρίσκει πλήρη ανταπόκριση στους δε υπόλοιπους φέρνει τη σύγχυση· ούτε μπορεί άλλωστε κανείς να αναγνωρίσει με βεβαιότητα την έκφραση της θεϊκής δύναμης, παρά απεναντίας, όπου ενεργούν κακές δυνάμεις υπάρχουν μόνιμα αναπάντητα ερωτήματα και ασάφειες.

Σε αντιδιαστολή, καθετί που προέρχεται από τον Ουρανό, δηλαδή πηγάζει απευθείας από Μένα ή από το φωτεινό κόσμο που δρα κατ’ εντολή Μου, απαυγάζει πάντοτε φως. Επομένως μόνο από το φως μπορείτε εσείς οι άνθρωποι να αναγνωρίσετε αν μια δραστηριότητα προέρχεται από το φωτεινό κόσμο και τότε δεν θα έχετε πια ερωτηματικά αλλά θα γνωρίζετε με βεβαιότητα…. Εγώ ενεργώ σιωπηλά, χωρίς θόρυβο και επιδιώκω να επηρεάσω τις καρδιές των ανθρώπων, ενώ ο αντίπαλός Μου να εντυπωσιάσει τις αισθήσεις και το νου τους…».

«Η αλήθεια διαχέει φως, αλλά δεν εκτυφλώνει. Εκτυφλωτικό φως είναι δε οτιδήποτε χτυπάει με ένταση στο μάτι σαν κεραυνός με αποτέλεσμα στη συνέχεια να είναι ανίκανο να αναγνωρίσει το αληθινό φως που φέγγει απαλά αγγίζοντας ευεργετικά το βλέμμα.

Σκεφθείτε λοιπόν πόσο απλή και απέριττη είναι η διδασκαλία του Χριστού μα με πόση δύναμη επενεργεί ο καθαρός Λόγος του Θεού, ενώ σε αντιδιαστολή τι αναστάτωση, ταραχή και κυνήγι θεαματικών ειδήσεων κυριαρχεί στην ανθρωπότητα όταν διαδίδονται τέτοιες πληροφορίες που ισχυρίζονται ψευδώς ότι έχουν επίσης πνευματική προέλευση. Έτσι όμως ο άνθρωπος γίνεται αναίσθητος απέναντι στην απλή διδασκαλία του Χριστού καθώς στρέφει διαρκώς το βλέμμα του μονάχα εκεί όπου περιμένει να δει ασυνήθιστα και εντυπωσιακά πράγματα. επομένως καταλαβαίνετε ποια είναι τα εκτυφλωτικά φώτα και ότι αυτά δεν μπορούν να ευνοήσουν την πρόοδο της ψυχής σας.

Εφόσον στρέφεστε προς τον Θεό, τότε θα μεριμνήσει Αυτός για την πνευματική σας τροφή- εφόσον όμως στρέφεστε προς τις δυνάμεις στο σύμπαν, των οποίων τη δράση εσείς δεν είσαστε σε θέση να την αξιολογήσετε, τότε κι εσείς μπορείτε να περιμένετε ότι θα δεί­τε φώτα που θα σας θαμπώσουν σαν αστραπές. Και τότε πέφτετε σε σύγχυση, όπως είναι αυτονόητο, γιατί η αντίθεη δύναμη βρίσκει πρόσφορο έδαφος όπου μπορεί να εγκατασταθεί μόνιμα».

Είναι επομένως σαφές το τι διακυβεύεται σε αυτές τις περιπτώ­σεις. Όποιος, παρ’ όλες αυτές τις αποκαλύψεις, εμμένει να πιστεύει στην παραπληροφόρηση των «εξωγήινων» και γενικά στα μηνύμα­τα πνευμάτων από το υπερπέραν αποδεικνύει ότι αυτό που τον εν­διαφέρει δεν είναι η αλήθεια, αλλά η επιβεβαίωση των δικών του αντιλήψεων και επιθυμιών και συνεπώς δείχνει έπαρση και ανυ­πακοή απέναντι στην Πηγή της αλήθειας, όσο κι αν αναφέρεται παράλληλα σε μεγαλόσχημα ονόματα και στον Ιησού Χριστό.

Αμφιβολίες, αντιφατικά ή αδιευκρίνιστα σημεία

«Η αμφιβολία είναι και αυτή μία βοήθεια του Θεού για να βρει κάποιος την αλήθεια» είναι ο τίτλος μιας αποκάλυψης στην Μπέρ­τα Ντούντε από τις 14.6.1946: «Το γεγονός ότι περνάτε εσωτερικές συγκρούσεις είναι ενίοτε απαραίτητο για να οδηγηθείτε έτσι να α­ποκτήσετε απόλυτη ενάργεια σε σχέση με όσα άλυτα ακόμη ερωτή­ματα φωλιάζουν μέσα σας. Γιατί μόνο η γνώση που θα μπορείτε να υιοθετήσετε από εσωτερική πεποίθηση θα έχει μόνιμη αξία για σας. Και για το λόγο αυτό πρέπει να βρεθείτε σε αμφιβολίες και σε σύγκρουση με τον εαυτό σας για να μπει μπροστά η διαδικασία της σωστής σκέψης, η οποία προϋποθέτει ότι πρώτα απ’ όλα έχουν τε­θεί οπωσδήποτε με σοβαρότητα ερωτήσεις που θέλουν απάντηση.

Για τούτο το λόγο λοιπόν ελάτε σε Μένα για να πλημμυρήσω το πνεύμα σας, να βάλω σε τάξη τις σκέψεις σας και να σας οδηγήσω στην αλήθεια γιατί αυτή πηγάζει μόνο από Μένα. Και όποιος θέλει να βρίσκεται στην αλήθεια πρέπει να θέλει να την πάρει από Μένα, πρέπει να ζητήσει τη συνδρομή Μου και να Με παρακαλέσει να τον διαφωτίσω.

Εγώ ο Ίδιος σας χαρίζω το πιο πολύτιμο, την αιώνια αλήθεια, για­τί είμαι Εγώ η Αιώνια Αλήθεια. Όμως την δίνω μόνο σε εκείνον που την επιθυμεί πραγματικά. Αλλά για να ποθήσει κανείς την αλήθεια, πρέπει να αμφιβάλει ότι την κατέχει γιατί διαφορετικά δεν πρόκει­ται ποτέ να την αναζητήσει, καθώς όποιος πιστεύει ότι είναι μέσα στην αλήθεια, εμμένει αμετακίνητος στις θέσεις του. Ενώ εκείνος που αμφιβάλλει για το πόσο αληθινές είναι οι γνώσεις του, δέχεται πρό­θυμα να διδαχτεί.

Επομένως η αμφιβολία είναι μία μορφή βοήθειας που σας παρέ­χω, επειδή γνωρίζω τη θέληση του καθενός και την επιθυμία του για την αλήθεια ώστε κατευθύνω αντίστοιχα τις σκέψεις του».

Πρέπει συνεπώς να γίνεται διάκριση μεταξύ δικαιολογημένων και μη αμφιβολιών, πράγμα που σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν έχει το δικαίωμα να θεωρεί τον εαυτό του αλάθητο θεσμοφύλακα της αλήθειας, αλλά αντίθετα οφείλει να θέτει συνεχώς υπό αμφισβήτη­ση και κρίση τις θεωρήσεις και τις πεποιθήσεις του. Εννοείται ότι το Λόγο του Θεού, που είναι η θεμελιακή, απόλυτη αλήθεια – σε αντιδιαστολή με τις πολλές σχετικές αλήθειες- δεν πρέπει να τον αμ­φισβητεί, παρ’ όλο που πρέπει να εξετάζει προσεκτικά τι προέρχε­ται από τον Θεό και τι όχι, γιατί τυφλά δεν πρέπει να πιστεύει πο­τέ κανείς. Εξυπακούεται βέβαια ότι το να βρει κάποιος την αλήθεια δεν είναι εύκολη υπόθεση, όμως η αλήθεια είναι στη διάθεση του καθενός, ανάλογα με το ενδιαφέρον και την αγάπη του γι’ αυτήν.

Αυτές είναι λοιπόν οι επιβεβλημένες, υγιείς αμφιβολίες. Όμως υπάρχουν και αμφιβολίες που δεν είναι δικαιολογημένες μετά α­πό ένα σημείο. Ας ακούσουμε ποιες είναι αυτές διά χειρός Μπέρ­τα Ντούντε: «Εάν διδάσκεστε άνωθεν, δεν επιτρέπεται να αμφιβά­λετε για την αλήθεια όσων λαμβάνετε μέσω της φωνής του πνεύμα­τος. Αυτό ισχύει τόσο για εκείνον που λαμβάνει απευθείας το θεϊκό Λόγο όσο και για εκείνον που τον παραλαμβάνει έμμεσα από κά­ποιον εργάτη του Θεού- γιατί ένα πράγμα, που πρέπει να λαμβάνε­ται ως δεδομένο είναι ότι εφόσον ο λήπτης συνδέεται συνειδητά με τον Θεό, τότε πάντοτε του παρέχει Αυτός ο Ίδιος την αλήθεια».

Παράλληλα όμως μέσω της Ντούντε διδασκόμαστε επίσης ότι δεν πρέπει να ασπαζόμαστε τίποτα, ούτε την ίδια τη χριστική διδασκαλία, εάν δεν την ελέγξουμε πρώτα με την καρδιά και με το νου μας: «Ο άνθρωπος οφείλει να εξετάζει κάθε διδασκαλία και να αναστοχάζεται τα πάντα και να μην ασπάζεται τυφλά ό,τι του παρουσιάζουν ως “θεϊκή αλήθεια”».

Είναι άρα σημαντικό να γίνεται αυτή η διάκριση, γιατί από τη μία πλευρά δεν πρέπει να αμφισβητείται ο Θεός ως χορηγός της αλήθειας, αλλά από την άλλη δεν πρέπει, ούτε να παραγνωρίζεται ο κίνδυνος από τις πολυπληθείς υποτιθέμενες πηγές θεϊκού αποκαλυπτικού λόγου που χαρακτηρίζουν την τελευταία εποχή. Όποιος επιλέγει συνειδητά να αγνοεί αυτή τη διάκριση υποστηρίζοντας ότι η αλήθεια είναι σχετική έννοια ή ότι υπάρχουν πολλές α­λήθειες, με αυτή τη στάση μαρτυρεί ότι δεν έχει αποβάλλει ακόμη την αντίσταση του απέναντι στο Δημιουργό που ήταν και η αιτία της πτώσης του. επίσης δείχνει ότι πιο πολύ κι από την αλήθεια τον ενδαφέρουν αυτά που «χαϊδεύουν» τα αυτιά και το εγώ του και κυρίως δεν του δημιουργούν προστριβές με το περιβάλλον του. Γιατί η αλήθεια δεν κατακτιέται χωρίς συγκρούσεις, εσωτερικές και εσωτερικές, γι’ αυτό και είναι πάντοτε ένας δρόμος για τους πολύ λίγους…

Δεν πρέπει να αποσιωπηθεί το γεγονός ότι διαβάζοντας κάποιος τις νέες αποκαλύψεις μπορεί να συναντήσει ορισμένες αντιφάσεις. Οι αντιφάσεις αυτές είναι φαινομενικές μόνο και οφείλονται στο ότι κάθε αποκαλυπτικό κείμενο, καίτοι αυτοτελές από μόνο του, δεν περιέχει όλες τις πολυάριθμες πλευρές της αλήθειας, παρά εί­ναι μόνο ένα κομμάτι σε ένα απέραντο, βαθυστόχαστο παζλ που συν τοις άλλοις έχει σκοπό να αφυπνίσει την ατομική σκέψη του α­ναγνώστη, γι’ αυτό και κάθε νέα πόρτα που ανοίγει οδηγεί σε νέα ερωτήματα και πόρτες που είναι ακόμη κλειστές.

Στη συνέχεια θα εξεταστούν συγκεκριμένα παραδείγματα φαι­νομενικών αντιφάσεων από τις διδασκαλίες στην Μπέρτα Ντού­ντε: «Τα όντα αυτά (σ.τ.μ. από άλλα κοσμικά σώματα) δεν μπορούν και ούτε χρειάζονται να εγκαταλείψουν τη σφαίρα όπου ζουν, δε­δομένου ότι διαθέτουν άπειρους αγγέλους και φωτεινούς απεσταλμένους που όντως μεριμνούν με τον καλύτερο τρόπο για κάθε ου­ράνιο σώμα χωριστά».

Ωστόσο είναι γνωστό τοις πάσι ήδη από το πρώτο ταξίδι στη σε­λήνη ότι υπό ορισμένες προϋποθέσεις είναι δυνατό να εγκαταλεί­ψει κάποιος τον πλανήτη όπου κατοικεί. Σ’ Ανατολή και Δύση καλ­λιεργείται μάλιστα συστηματικά η εντύπωση ότι, χάρη στα απίθα­να ποσά που δαπανώνται για την εξερεύνηση του διαστήματος, η ανθρωπότητα προχωρεί συνεχώς στην κατάκτηση του.

Ωστόσο οι αποκαλύψεις στην Μπέρτα Ντούντε είναι κατηγορη­ματικές, ότι μπορεί μεν ο κάτοικος ενός -οποιουδήποτε- ουράνιου σώματος να εγκαταλείψει, τη γενέθλια του σφαίρα, όμως αποκλει­στικά και μόνο πνευματικά:

(16.11.1958)

«Δεν υπάρχει καμία σύνδεση μεταξύ των διαφορετικών κόσμων. η μονή δυνατή σύναψη προέρχεται από όντα των πνευματικών δημιουρ­γιών που μπορούν να εκπέμπουν το φως τους προς όλα τα ουράνια σώματα. Με τον τρόπο αυτό επομένως βρίσκονται επίσης σε επα­φή με τους ανθρώπους της Γης, εάν αυτοί φυσικά θέλουν μία τέτοια επαφή και είναι ανοιχτοί στις εκπομπές του φωτός.

Τότε μπορούν αυτά τα φωτεινά όντα να συμβουλέψουν τους αν­θρώπους ακόμη και σε γήινα θέματα, να τους βοηθήσουν σε όλα τους τα προβλήματα, και να επιδράσουν πάνω τους θετικά σύμφω­να με ένα αληθινά θεϊκό πνεύμα. Αλλά μία ορατή εμφάνιση ενώπιον τους θα αποτελεί μόνο εξαίρεση για πολύ ειδικές περιπτώσεις και για πολύ ειδικές αιτίες. Άρα δεν μπορεί να γενικευτεί και να ανα­μένεται ότι θα παρουσιαστούν μαζικά τέτοια όντα ούτε να προαγγέλεται ότι επίκειται με βεβαιότητα η εμφάνιση τους».

Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι καταρχάς απαιτεί­ται μία ορισμένη ωριμότητα για να μπορεί ένας άνθρωπος να συν­δεθεί με άλλα ουράνια σώματα και αυτό μάλιστα μόνο πνευματι­κά και όχι υλικά, δεδομένου ότι τα αντίστοιχα ώριμα όντα εκεί εί­ναι πια φωτεινές υπάρξεις και όχι φυσικές υπάρξεις όπως οι κά­τοικοι της Γης.

Οι κάτοικοι των ήλιων θεωρούνται επίσης φωτεινά όντα, αν και δεν είναι πνευματικά αναγεννημένοι ακόμη, όπως τα φωτεινά ε­κείνα όντα που έχουν λυτρωθεί χάρη στον Ιησού Χριστό και έχουν φύγει από τη Γη έχοντας εξασφαλίσει την υιοθεσία από τον Θεό (Προς Γαλάτες 4, 4-6. Προς Εφέσιους 1, 4-5). Οι κάτοικοι των ήλιων απλά είναι φωτεινοί επειδή είναι διαπερατοί από τo φως και διαθέτουν μεγάλη δύναμη ακτινοβολίας και οι ίδιοι σύμφωνα με την περιγραφή από το «Φυσικό Ήλιο» του Λόρμπερ που αναφέρ­θηκε παραπάνω.

Στις περιπτώσεις που όντως έχουν εμφανιστεί οντότητες από άλ­λους κόσμους στους ανθρώπους αυτό έχει γίνει μόνο μεμονωμένα, για σύντομη διάρκεια και με το ψυχικό τους σώμα, ποτέ όμως με το υλικό, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι. Ως εκ τούτου, δεν έχουν κανένα υπόβαθρο αλήθειας και αποβλέπουν απλά και μόνο στη δημιουργία εντυπώσεων ισχυρισμοί όπως του Τσαρλς Μπέρλιτς στα βιβλία του – και άλλων – κατά τους οποίους το 1947 στο Νέο Μεξι­κό έπεσε ένα διαστημόπλοιο και τα συντρίμμια του μαζί με τα πτώματα των εξωγήινων κρατούνται φυλαγμένα σε αποθήκη της αμε­ρικανικής αεροπορίας στη Βιρτζίνια. Στη σχετική βιβλιοκριτική το σοβαρό περιοδικό «Discover» τον Οκτώβριο του 1980 γράφει: «Όποιος είναι τόσο αφελής που να πιστεύει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να κρατηθεί κρυφό επί σειρά κυβερνήσεων, τη στιγμή που διαρρέουν συνεχώς ακριτομυθίες στην Ουάσιγκτον για άλλα θέματα, σε αυ­τόν του αξίζει ένας συγγραφέας όπως ο Τσαρλς Μπέρλιτς».

Παραμένει παρ’ όλα αυτά το ερώτημα αναφορικά με τις επαν­δρωμένες πτήσεις στη σελήνη που φαίνεται να αντιφάσκουν με τις νέες αποκαλύψεις που δηλώνουν ρητά ότι δεν υπάρχουν υλικής μορφής συνδέσεις μεταξύ των κόσμων. Καταρχάς θα πρέπει να ει­πωθεί ως απάντηση το αυτονόητο, ότι δηλαδή η μόνη δυνατότητα για να επιβιώσει ο άνθρωπος εκτός Γης είναι μεταφέροντας μαζί του τις γήινες συνθήκες, γιατί διαφορετικά οι εχθρικές βιοτικές συνθήκες στο διάστημα θα σήμαιναν το βέβαιο θάνατο.

Εκτός αυτού όμως θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι εσχατολογικές αποκαλύψεις για το τέλος της σύγχρονης εποχής, ότι δη­λαδή δεν ζούμε σε μία οποιαδήποτε εποχή, αλλά στην τελευταία περίοδο της συγκεκριμένης φάσης εξέλιξης της Γης, με την οποία λήγει η τρέχουσα λυτρωτική περίοδος και γι’ αυτό το λόγο ο αντί­παλος του Θεού υπερβαίνει συστηματικά τα όρια της δικαιοδοσίας του σε όλους τους τομείς. Έτσι λοιπόν, ένας επιπρόσθετος λόγος για μια τέτοια αντίφαση σαν αυτή που εξετάζεται εδώ είναι ότι ναι μεν ο Νομοθέτης δηλώνει τι επιτρέπεται και τι όχι μέσα στα όρια της τάξης του, αλλά από την άλλη ο αντίποδας του μπορεί να τα παραβιάζει ως ένα επιτρεπτό σημείο και ως ένα καθορισμένο χρόνο. Ως εκ τούτου δημιουργείται φαινομενικά η εντύπωση ότι δεν υπάρ­χει πια Θεός ή ότι έχει χάσει τη δύναμη του απέναντι στον αντίπα­λο του. Αυτή η αντινομία όμως οφείλεται επίσης στην ελευθερία της βούλησης, το θεμελιακό θεϊκό νόμο, η οποία στην εποχή του τέλους αποκτά ιδιαίτερη σημασία προκειμένου να μπορεί να ανα­πτυχθεί τελείως ανεμπόδιστα προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Η εποχή του τέλους και η ελευθερία της βούλησης είναι επομέ­νως η εξήγηση για τέτοιες φαινομενικές αντιφάσεις. Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι η αντίθεη δύναμη θα έχει τη δυνατότητα να πα­ραβιάζει επ’ άπειρον τη θεϊκή τάξη, γιατί όπως ένας θεμελιακός της νόμος είναι η ελεύθερη βούληση, ένας άλλος εξίσου είναι η δι­καιοσύνη και η επανόρθωση, απλά όλα έχουν το χρόνο της εκπλή­ρωσης τους. Επί του προκειμένου στην Μπέρτα Ντούντε αποκαλύ­πτονται τα εξής:

«Θα βιώσετε ακόμη πράγματα που θα σας κάνουν να αμφιβάλετε για Μένα και για το Λόγο Μου. Θα αναρωτιέστε γιατί δεν επιβάλ­λω την ισχύ Μου όταν η οίηση της ανθρωπότητας είναι τέτοια που θέλει να διεισδύσει στο διάστημα. Όμως έχουν τεθεί όρια στις προθέ­σεις τους και δεν θα έχουν για πολύ καιρό τη δυνατότητα να εκτε­λούν τα πειράματα τους, καθώς αυτή η τακτική επιταχύνει μόνο το τέλος, την κρίση που επίκειται… Πολλές φορές θα σας βασανίζουν μεγάλες αμφιβολίες και ερωτηματικά γιατί την τελευταία εποχή σας περιμένουν μεγάλες εκπλήξεις από την πλευρά του αντιπάλου Μου.

Δεν θα διστάζει μπροστά σε κανένα μέσο προκειμένου να φέρει σε σύγχυση εσάς τους ανθρώπους και να σας απομακρύνει από την αλήθεια. Θα κάνει τα πάντα για να αποσπάσει τις σκέψεις σας α­πό την ουσιαστική καλλιέργεια, της ψυχής σας, η δε τακτική του θα είναι τόσο πανούργα που θα είναι δύσκολο να αναγνωριστεί η σα­τανική προέλευση της, γιατί κάθε φορά θα μεταμφιέζεται με ένα φωτεινό ένδυμα…»

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί μία αποκάλυψη που δόθηκε στη Χάνα Ντούντε, αδερφή της Μπέρτα Ντούντε, στις 9.12.1969 σε σχέση με την πρώτη προσσελήνωση των αμερικανών αστροναυ­τών στις 21/7/1969: «Πρόκειται για το ίδιο παράδειγμα όπως με ένα καρύδι. Όταν πιάσετε το τσόφλι του αντιλαμβάνεστε ότι δεν έχει καμία αξία για σας, αλλά ότι είναι αυτό που κρύβει μέσα του που σας ενδιαφέρει. Ομοίως δεν θα μπορέσετε ποτέ να πείτε ότι έχετε κατα­χτήσει αυτό που θέλετε πραγματικά μόνο και μόνο επειδή έχετε φτάσει στην επιφάνεια, στο φλοιό ενός πλανήτη. Αντίθετα, με τέτοια εγχειρήματα προκαλείτε ακόμη περισσότερο το τέλος που θα επιτρέψω σύντομα να έρθει. γιατί σε αυτό σας παρακινεί ο αντίπαλος Μου, εκμεταλλευόμενος την αρχομανία και τη δίψα σας για γνώση, την οποία όμως δεν αξιοποιείτε για το καλό της ανθρωπότητας».

 

Οι πληροφορίες για τη σελήνη στα έργο του Γιάκομπ Λόρμπερ σε σχέση με τα πορίσματα της επιστήμης

Ως γνωστό, στο αποκαλυπτικό έργο «Γη και Σελήνη» (όπως επί­σης και στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη») του Γιάκομπ Λόρμπερ όπου περιγράφονται οι φυσικές και οι πνευματικές λειτουρ­γίες των δύο σωμάτων, αναφέρεται ρητά η ύπαρξη ανθρώπινης ζω­ής πάνω στο δορυφόρο της Γης. Προβάλλεται λοιπόν αυτόματα το ερώτημα γιατί επανδρωμένα και μη διαστημόπλοια δεν έκαναν αυ­τή τη διαπίστωση.

Κατά πρώτον, ως απάντηση ισχύει η αποκάλυψη στη Χάνα Ντούντε που προαναφέρθηκε σύμφωνα με την οποία η κατάκτηση της σελήνης από τον άνθρωπο αφορά μόνο την επιφάνεια της, ενώ το εσωτερικό της – όπως και εκείνο της Γης – θα παραμείνει ένα μυ­στήριο που μόνο πνευματικά μπορεί να διερευνηθεί.

Στα βιβλία του Λόρμπερ αποκαλύπτεται ότι το φεγγάρι κατοι­κείται αλλά οι κάτοικοί του δεν είναι τέτοιας υλικής σύστασης που να μπορούν να τους δουν οι άνθρωποι. Συγκεκριμένα στην πλευ­ρά που είναι στραμμένη προς τη Γη κατοικούν πνευματικής υφής όντα η αντίθετη δε πλευρά που δεν φαίνεται από τη Γη, κατοικεί­ται από ανθρώπους με διαφορετική σύσταση που είναι σε διάφο­ρους βαθμούς από λίγο έως κατά το ήμισυ υλική, ανάλογα με το ε­πίπεδο της ωριμότητας τους. Άλλωστε το ότι η σύστασή τους διαφέρει, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι δεν αναπνέουν οξυγόνο όπως οι γήινοι άνθρωποι, αλλά σύμφωνα με τον Λόρμπερ μία αεριόμορφη ουσία (αιθέρα). Οι πιο υλικοί άνθρωποι της σελήνης κα­τοικούν στα πιο σκοτεινά και απρόσιτα σημεία της, όπως είναι οι σπηλιές, οι χαράδρες, οι καταβόθρες, οι κρατήρες κ.τ.ό. Οι πιο προ­χωρημένοι από αυτούς πνευματικά, που είναι διαπερατοί από το φως, ανεβαίνουν στην επιφάνεια μόνο στην αρχή της νύχτας που εκεί διαρκεί 14 ημέρες.

Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη» VI 14, ο Ιησούς αποκαλύ­πτει στους μαθητές του τα εξής για την ταυτότητα αυτών των ανθρώ­πων: «Είναι ψυχές που έχουν φύγει από αυτή τη Γη, που όσο ζούσαν εδώ ο υλισμός και η εγωλατρία τους είχαν ξεπεράσει κάθε όριο. Αυτές οι πολύ υλιστικές ψυχές λοιπόν όταν βρεθούν στο έδαφος της σε­λήνης επενδύονται με ένα είδος ημιυλικού σώματος με το οποίο αι­σθάνονται όλες τις δυσάρεστες φυσικές εντυπώσεις όπως π.χ. το κρύο, τη ζέστη και επίσης το φως του ήλιου και την αντανάκλασή του πάνω στη Γη και στα άλλα ουράνια σώματα. Έχουν ακόμη μία ακόρεστη επιθυμία και απληστία για τα πράγματα της Γης, όμως δεν υπάρχει πια τίποτα το γήινο για να την χορτάσουν».

Σύμφωνα με τις παραπάνω αποκαλύψεις, η ζωή των σεληνανθρώπων εκτυλίσσεται, κατά κύριο λόγο στο εσωτερικό της σελήνης, ιδίως στην οπίσθια πλευρά της, αν και υπό ορισμένες προϋποθέ­σεις μπορούν να ανέβουν ως την επιφάνεια. Για το λόγο αυτό έχει σημασία η παραπάνω μετάδοση προς τη Χάνα Ντούντε που παρο­μοιάζει με ένα καρύδι το εσωτερικό του δορυφόρου της Γης.

Είναι γεγονός ότι οι νέες αποκαλύψεις όσον αφορά τη σελήνη φανερώνουν ελάχιστα, αφενός γιατί πρόκειται για πραγματικότη­τες τις οποίες οι άνθρωποι θα τις αντιμετώπιζαν μάλλον με δυσπι­στία, καθότι δεν έχουν την ικανότητα να τις κατανοήσουν και αφε­τέρου γιατί δεν είναι ζωτικά απαραίτητες για την πνευματική τους πρόοδο.

Ως εκ τούτου δεν πρέπει κανείς να σπεύδει να βγάλει συμπερά­σματα όταν θεωρεί ότι έχει ανακαλύψει κάποιο αδύνατο σημείο σε αυτές τις διδασκαλίες καθώς όλα τα ερωτήματα, ακόμη περισσότε­ρο δε όσα αφορούν τα πράγματα εκτός Γης μπορούν να απαντηθούν σε τελευταία ανάλυση μόνο μέσα από τον πνευματικό δρόμο. Άλλωστε, όταν οι άνθρωποι υπερβαίνουν τα όρια που τους επιτρέπονται στην τάξη του σύμπαντος είναι ευνόητο ότι τα πορίσματα τους θα απέχουν σε μεγάλο βαθμό από την αλήθεια, γιατί δεν έχουν την έγκρι­ση, ούτε την ευλογία και ούτε την καθοδήγηση του Δημιουργού.

Η κερδοσκοπία με τα UFO και τους εξωγήινους

Το γεγονός ότι ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την αλήθεια το εκμεταλλεύονται μεταξύ άλλων και οι συγγραφείς βιβλίων ουφολογικού περιεχομένου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο αμερικανός Τζωρτζ Αντάμσκι. Ο Αντάμσκι ξεκίνησε την καριέρα του ως ιδιοκτήτης μιας καντίνας στους πρόποδες του όρους Πάλομαρ όπου βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα τηλεσκόπια στον κόσμο. Οι ιστορίες για ιπτάμενα «πιατάκια του καφέ» που διηγιόταν στους επισκέπτες του περίφημου αστεροσκοπείου καθώς τους σερβίριζε hot dogs κίνησαν την προσοχή των ΜΜΕ και έτσι ο Αντάμσκι βρέθηκε να είναι διασημότης και αυθεντία στο θέμα των ιπτάμενων δίσκων.

Πάραυτα εγκατέλειψε την καντίνα του, ίδρυσε μία «Εταιρία Έρευνας Ιπτάμενων Δίσκων» και άρχισε να συγγράφει βιβλία. Οι φωτογραφίες ΑΤΙΑ που προσκόμιζε ως αποδείξεις των ιστοριών το μόνο που αποδείκνυαν ήταν το επιχειρηματικό του δαιμόνιο. Αλλά παρ’ όλο που οι δηλώσεις του γίνονταν όλο και πιο απίστευτες, κέρδιζε συνεχώς οπαδούς και τα βιβλία του γίνονταν μπεστ-σέλερ. Τελικά όμως υπερέβαλε τόσο πολύ με τις εξωφρενικές ιστορίες του που έχασε κάθε αξιοπιστία ακόμη και για τους πιο αφελείς αναγνώστες. Έτσι αφού έγραψε ένα αποχαιρετιστήριο πόνημα με τίτλο «Έχετε γεια, ιπτάμενοι δίσκοι!» το επιχειρηματικό του πνεύμα στράφηκε προς τη Βίβλο.

Μία άλλη ενδεικτική περίπτωση είναι ο Έριχ φον Ντένικεν, αν και αυτός είναι πιο ευφυής στους χειρισμούς του και φροντίζει να παραδέχεται κάποια περιθώρια λάθους στους ισχυρισμούς του. Οι περισσότεροι βέβαια από αυτούς έχουν καταρριφθεί από τους επιστήμονες και πολλά βιβλία έχουν αντικρούσει τις θεωρίες του, εντούτοις ο Ντένικεν συνεχίζει απτόητος να συγγράφει και να δί­νει διαλέξεις.

Τα δύο αυτά παραδείγματα δεν εξαντλούν όλο το φάσμα των Ε­παγγελματιών ουφολόγων, αλλά είναι ενδεικτικά για το πώς ορισμένοι επιτήδειοι εκμεταλλεύονται την περιέργεια, την αφέλεια, τη δίψα για το μυστήριο και το παραφυσικό, τη διάθεση αυτοπρο­βολής και το ελλιπές ενδιαφέρον για την αλήθεια που χαρακτηρί­ζει ένα μεγάλο μέρος των ανθρώπων.

 

Τι κρύβεται πίσω από τις εμφανίσεις UFO

Η σύγχρονη εποχή είναι η εποχή όπου η πάλη ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι θα φτάσουν στην αποκορύφωση τους. Μέρα με τη μέρα γίνονται πιο εμφανή τα σημάδια ότι οι δυνάμεις του κακού αναπτύσσουν τη δράση τους όλο και πιο ανοιχτά υπερβαίνοντας τα θεμιτά όρια που τους έχει καθορίσει η θεϊκή τάξη, επειδή γνω­ρίζουν ότι επίκειται αυτή η αποκορύφωση της πανάρχαιας πάλης.

Ο ένας από τους πρωταγωνιστές του δράματος αυτού, ο κυρίαρ­χος του κακού, ανάμεσα στα διάφορα όπλα του χρησιμοποιεί επίσης το προκάλυμμα του καλού, της αλήθειας και της πίστης, επειδή γνωρίζει ότι αυτά πείθουν, καθώς ανταποκρίνονται στους βαθύτε­ρους, ασίγαστους πόθους της ανθρωπότητας. Επειδή δε γνωρίζει επιπλέον ότι οι περισσότεροι εντυπωσιάζονται από οτιδήποτε α­συνήθιστο, ερεθιστικό και μυστήριο, τους φέρνει αντιμέτωπους με ανεξιχνίαστα ερωτήματα που σκοπό έχουν να περισπάσουν τις σκέ­ψεις τους, να αναλώσουν την ενέργεια τους εκεί και να τους απο­μακρύνουν από την αλήθεια (προς Θεσσαλονικείς Β’2,9-12. Προς Τιμόθεο Α’ 4,1-2. Προς Τιμόθεο Β’ 4, 3-4).

Ο Θεός δεν καταφεύγει σε μυστηριώδη φαινόμενα, γιατί αυτά διεγείροντας αποκλειστικά την περιέργεια του ανθρώπου τροφο­δοτούν μόνο το μυαλό και όχι την καρδιά του, εμποδίζοντας έτσι την εσωτερική πνευματική εργασία που είναι απαραίτητη για την ανέλιξη του. Ο κίνδυνος από τέτοιες – φαινομενικές – αποδείξεις όπως των UFO είναι ότι μπορούν να χειραγωγήσουν την ελευθερία της βούλησης και να κατευθύνουν τις ευεπηρέαστες μάζες των ανθρώπων σαν εύπλαστη ύλη. Το αντίτιμο δε που πληρώνουν είναι χαμένος χρόνος και ενέργεια, πνευματική ρύπανση και σύγχυση. Το μήνυμα που τους υποβάλλεται συνειδητά ή υποσυνείδητα είναι να εναποθέσουν τις ελπίδες για τη σωτηρία τους στους εξωγήινους και όχι αποκλειστικά και μόνο στον Θεό. Έτσι και στην περίπτωση που γίνεται καν αναφορά στο όνομά του αφορά έναν «κοσμικό Χριστό» που θα επιστρέψει ως επικεφαλής ενός στόλου από διαστημόπλοια για να σώσει τους καλοπροαίρετους ανθρώπους (εννοούνται οι οπαδοί των εξωγήινων) από τη συντέλεια του κόσμου απαγάγοντάς τους στο διάστημα.

Ο Λόγος του Θεού διδάσκει ακριβώς το αντίθετο, ότι δηλαδή η λύτρωση και η σωτηρία έρχονται μόνο από το εσωτερικό του ανθρώπου, χάρη στην αγάπη του και με τη βοήθεια της θείας χά­ρης. Έτσι κατέγραφε η Μπέρτα Ντούντε στις 15.2.1958:

Εφόσον έχετε την προσδοκία ότι θα λάβετε βοήθεια, είναι βέβαιο ότι θα σας δοθεί, αλλά πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι αναγνωρί­ζετε την ενέργεια του Πνεύματος Μου και επομένως του δίνετε τη δυνατότητα να ενεργήσει και σε σας, πράγμα που όμως δεν γίνεται σε καμία περίπτωση ορατά.

Εάν πιστεύετε λοιπόν ότι η Γη ως πλανήτης χρειάζεται την προ­στασία και τη βοήθεια του πνευματικού κόσμου γιατί έχετε την πε­ποίθηση ότι τα φωτεινά όντα θα μπορούσαν να εμποδίσουν ή να ανατρέψουν τις καταστροφικές επιπτώσεις που προκαλούν οι άν­θρωποι με τη θέλησή τους, τότε η πίστη σας αυτή θα σας εξασφαλί­σει τη βοήθεια τους. Ποτέ όμως δεν πρόκειται κάτοικοι από άλλους κόσμους να σας παρέχουν τη βοήθεια τους με δική τους πρωτοβου­λία, παρά όταν γίνει μία τέτοια κίνηση, θα σταλούν στον πλανήτη σας ως εκτελεστές της βούλησής Μου.

Σκεφθείτε μόνο πόσο μειώνετε τον θεό και Πατέρα σας, θεωρώ­ντας ότι έχει ανάγκη από τους κατοίκους των άστρων για να σας παράσχουν προστασία. Σκεφθείτε επίσης ότι οι κάτοικοι των άλ­λων ουράνιων σωμάτων βρίσκονται ομοίως όπως εσείς στη διαδι­κασία της εξέλιξης προς τα ύψη. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι κι αυτοί μια μέρα, σαν πλάσματα Μου που είναι, θα φτάσουν στη μακαριό­τητα καθώς τους ωθεί ακατάπαυτα μια βαθιά επιθυμία να πλη­σιάσουν τον θεό. Στο μεταξύ όμως θα παραμένουν συνεχώς στην περιοχή του ουράνιου σώματος όπου τους έχει τοποθετήσει η αγά­πη και η σοφία Μου».

Κατά συνέπεια, μηνύματα από υποτιθέμενους εξωγήινους, που δηλώνουν ότι δρουν κατ’ εντολή του Θεού και ότι προετοιμάζουν επιχειρήσεις σωτηρίας της ανθρωπότητας είναι κατάφορα ψεύδη. Αντίθετα, η Ντούντε γι’ αυτό το θέμα καταγράφει μία σειρά από κατηγορηματικές προειδοποιήσεις: «Μην υπολογίζετε ότι θα λάβετε βοήθεια από εκείνους τους κόσμους όταν θα έρθει το τέλος της τωρινής περιόδου της Γης, σύμφωνα με το προαιώνιο σχέδιό Μου. Γιατί Εγώ ο Ίδιος θα προστατέψω τους δικούς Μου ανθρώ­πους και θα τους σώσω από τον κίνδυνο, γιατί Εγώ μόνο ξέρω ποιος συγκαταλέγεται στους δικούς Μου. Πιστεύετε στ’ αλήθεια ότι θα σωθείτε μόνο επειδή θα δείξετε συμπάθεια για κάποιους κατοίκους των άστρων; Σε τι πλάνη ζείτε; Δεν έχετε καμία σαφή ιδέα τού τι σημαίνει το σχέδιό Μου για τη σωτηρία σας, το οποίο είναι βέβαιο ότι θα εκτελεστεί πλήρως όταν θα έχει έρθει ο και­ρός.

…Καταλαβαίνετε από μόνοι σας ότι ο αντίπαλος Μου θα κάνει τα πάντα για να σας κρατήσει στο σκοτάδι του πνεύματος, όπου η ε­ξουσία του επάνω σας είναι απεριόριστη, γιατί εφόσον βρεθείτε στην αλήθεια σάς έχει πια χάσει. Γι’ αυτό θα κατευθύνει πάντοτε προς λανθασμένη κατεύθυνση τις σκέψεις σας, γιατί κάθε λανθασμένη σκέψη έχει επακόλουθες χίλιες άλλες σκέψεις και με τον τρόπο αυ­τό φροντίζει ώστε να μείνετε σε άγνοια σχετικά με το λόγο και τον προορισμό της γήινης ζωής σας.

…Σπάνια θα αναγνωρίσουν οι άνθρωποι την αλήθεια όσο παρα­μένουν προσκολλημένοι σε λανθασμένες θεωρίες, με συνέπεια να χτίζουν ολόκληρο το θεωρητικό τους οικοδόμημα πάνω σε λάθος βάσεις και ούτε επιχειρούν να απαλλαγούν από αυτές. Όταν έχει ριζώσει πια μία λανθασμένη διδασκαλία, τότε είναι πολύ πιο δύσκο­λο να την ξεριζώσει κανείς και είναι πιο εύκολο να διδάξει κάποιος έναν τελείως αδαή από έναν που έχει ήδη αφομοιώσει μία γνώση που είναι όμως λάθος…

…Εξαρτάται από τη θέληση του ίδιου του ανθρώπου πόσο βαθιά θα εισχωρήσει στην αλήθεια και γι’ αυτό θα πρέπει να σας τονιστεί με κάθε δυνατή έμφαση: Προφυλαχθείτε από αυτούς που προ­σποιούνται ότι σας φέρνουν την αλήθεια αλλά οι ίδιοι δεν είναι μέ­σα στην αλήθεια. Πάρτε τις αποστάσεις σας από εκείνους που πιστεύουν ότι έχουν την αποστολή να διδάξουν αλλά θα έπρεπε να διδαχτούν οι ίδιοι εάν θα ήθελαν πραγματικά να γίνουν άξιοι να ασκήσουν διδακτικό έργο στη Γη!

Ελέγχετε τα πάντα με προσοχή και παρακαλείτε τον Θεό να σας ευλογεί, να φωτίζει το πνεύμα σας και να σας δίνει την αγνή αλή­θεια, έτσι τότε η δράση του αντίθεου πόλου δεν θα έχει επίδραση πάνω σας!»

«Εμφανίσεις» της Παναγίας και των αγίων

 

Το θέμα της μητέρας του Ιησού Χριστού είναι από τα πιο φορτι­σμένα συγκινησιακά και ταυτόχρονα αμφιλεγόμενα θέματα στην ιστορία του χριστιανισμού. Τούτο το κεφάλαιο σκοπό έχει να ξε­καθαρίσει όσο περισσότερο γίνεται τα πράγματα, πράγμα που έχει καταστεί δυνατό ιδίως χάρη στους νεότερους προφήτες. Έτσι ο αναγνώστης θα μπορεί να διαμορφώσει μία νηφάλια γνώμη από μόνος του. Πολύ σαφείς και σφαιρικές αποκα­λύψεις για το θέμα της Παναγίας και για τις εμφανίσεις της έχουν δοθεί μέσω της Μπέρτα Ντούντε.

Σίγουρα υπάρχουν πολλοί δρόμοι που οδηγούν στον Θεό και σί­γουρα δεν είναι όλοι επικίνδυνοι. Ο κίνδυνος εμφιλοχωρεί από τη στιγμή που ο παράγοντας του κακού φοράει το μανδύα της ευσέβειας και ως φαινομενικός άγγελος του φωτός, αναλαμβάνει την καθοδήγηση των ανθρώπων. Δεδομένου δε ότι μόνο η αλήθεια απελευθερώνει και οδηγεί στον τελικό στόχο, γι’ αυτό το επιθυμητό (από άποψη χρόνου, ενέργειας, κ.λπ.) είναι να βαδίζει κάποιος το δρόμο που οδηγεί απευθείας στον προορισμό του. Γι’ αυτό ακρι­βώς άλλωστε ο αντίπαλος του Θεού προσπαθεί να εκτροχιάζει με διάφορα μηχανεύματα τους περισσότερους ανθρώπους από τον α­πευθείας δρόμο.

Για τον καλοπροαίρετο άνθρωπο, που θέλει να σκέφτεται αντι­κειμενικά, θα είναι δυνατό να καταλάβει και να συμφωνήσει με τις διασαφηνίσεις που θα δοθούν στη συνέχεια. Όποιος ωστόσο δεν το μπορεί – τουλάχιστον προς το παρόν – δεν πρέπει από την άλλη να πάρει αρνητική θέση, γιατί χρειάζεται να τονιστεί εξαρχής, ώ­στε να μην δημιουργηθούν παρεξηγήσεις, ότι η κριτική στάση απέ­ναντι στην εξεζητημένη λατρεία της Παναγίας δεν σημαίνει αυτόματα και άρνηση της αγιότητας της. Άλλωστε ο σκοπός αυτού τον κεφαλαίου δεν είναι η άρνηση της Μαρίας, αλλά η διατήρηση της καθαρότητας του θείου Λόγου από τη μία και ο άμεσος δρόμος ε­πίτευξης του πραγματικού στόχου της ανθρώπινης υπόστασης από την άλλη, όπως τον όρισε ο Ιησούς Χριστός.

Δύο μεθόδους βάζει σε εφαρμογή ο παράγοντας του κακού για να υποσκάψει την αλήθεια: α) είτε με την πλήρη άρνηση της ύπαρ­ξης οποιουδήποτε θεϊκού ή έστω πνευματικού παράγοντα και γι’ αυτό το σκοπό χρησιμοποιεί τους ανθρώπους «του κόσμου», που εμφορούνται δηλαδή από εγκόσμιο πνεύμα, β) είτε με την ανάμει­ξη του θεϊκού Λόγου μαζί με αναλήθειες, μεταμφιεζόμενος σε άγ­γελο του φωτός για να το επιτύχει. Κι αυτό, επειδή γνωρίζει ότι πολλοί πιστοί δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα νια την εξακρίβωση της αλήθειας, με αποτέλεσμα συχνά η πίστη τους να ανταποκρίνεται περισσότερο στις επιθυμίες τους και στις προσωπικές τους αντιλήψεις. Τέτοιες υποκειμενικά χρωματισμένες δοξασίες αποτελούν έ­να καλό υπόβαθρο για τη διάτρητη, με πλάνες και προλήψεις, λαϊ­κή πίστη.

Και οι δύο μέθοδοι είναι ζημιογόνες βέβαια, αλλά αυτή που χρη­σιμοποιεί το μανδύα της ευσέβειας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τους εύπιστους που έτσι αιχμαλωτίζονται χωρίς να το συνειδητο­ποιούν στο χώρο εξουσίας του κακού. Επειδή λοιπόν η λαϊκή πί­στη στην Παναγία ενέχει τέτοιους κινδύνους, πρόθεση αυτού του κεφαλαίου είναι να δείξει τα κρυφά αίτια αυτού του φαινομένου. Έτσι θα φανεί καθαρά πώς είναι δυνατό να συμβαίνουν τέτοιες μαζικές αυταπάτες, και ιδίως μάλιστα στην εποχή του τέλους, ώ­στε να υπερκαλύπτεται στα μάτια των πολλών η απαλή λάμψη της αλήθειας από τα πυροτεχνήματα και τα εκτυφλωτικά φώτα. Γιατί αναμφισβήτητα η άμετρη λατρεία της μητέρας του Θεού, η δέηση να μεσολαβήσει αυτή – ή και οι άγιοι – στον Θεό για τη σωτηρία των ανθρώπων και οι υποτιθέμενες εμφανίσεις της είναι μέσα, που με προκάλυμμα μία υπερτονισμένη ευσέβεια, σκοπό έχουν να συσκο­τίσουν πολύ επιτήδεια τους ευσεβείς.

Με το πέρασμα των αιώνων παγιώθηκε πάνω σε αυτό το θέμα μία λαϊκή πίστη και πρακτική με τη μορφή της παράδοσης, που σί­γουρα δεν μπορεί πια να αλλάξει. Έστω και αν δεν μπορούν πια να εξαλειφθούν τα λάθη από τη συνείδηση της ανθρωπότητας, μπορεί ωστόσο να γίνει κατανοητό ότι όταν υπάρχουν τέτοιες πλάνες

επιβάλλεται και επάγεται σύμφωνα με τη θεία τάξη η διόρθωσή τους. Αυτή η διόρθωση θα συνιστά μία «θεία δίκη» που αναμφίβολα θα είναι ένα οδυνηρό ξύπνημα για πολλούς που θεωρούν για τους εαυτούς τους ότι πιστεύουν το σωστό. Γιατί τότε πολλοί κοιμώμενοι πνευματικά θα αφυπνιστούν για να αναγνωρίσουν ότι η πίστη τους αντιστοιχεί στο σπόρο που έπεσε ανάμεσα στα αγκάθια και στα ζιζάνια, κατά την παραβολή του σποριά.

Ανατρέχοντας κάποιος στην Καινή Διαθήκη διαπιστώνει ότι οι αναφορές στη μητέρα του Ιησού είναι εκεί περιορισμένες. Αυτό το γεγονός, που σίγουρα δεν είναι τυχαίο, αποδεικνύει ότι ο ρόλος της Μαρίας για τη λύτρωση μας δεν είναι τόσο αποφασιστικός ό­σο πρεσβεύουν οι λάτρεις της. Επίσης, στις επιστολές του αποστό­λου Παύλου, η Παναγία δεν αναφέρεται ούτε μία φορά, παρά μό­νο έμμεσα στους Γαλάτες 4,4. Κι αυτό είναι εξίσου ενδεικτικό, δεδομένου ότι ο Παύλος στις επιστολές του συνόψισε το καθαρά χριστοκεντρικό νόημα του ευαγγελίου.

Το δεδομένο αυτό έχει ξεχωριστή σημασία, γιατί φωτίζει ένα άλ­λο γεγονός, ότι δηλαδή στον πρώτο χριστιανισμό η Μαρία δεν εί­χε το ρόλο και τη λειτουργία που της ανατέθηκε από τους ανθρώπους αργότερα. Από αυτό φαίνεται ταυτόχρονα σαφώς η διαφορά μεταξύ του έργου του Θεού που κυριαρχούσε στις πρωτοχριστια­νικές κοινότητες αφενός και του έργου ανθρώπων και Εκκλησιών που οικοδομήθηκε σε μεταγενέστερες γενεές έως και τη σημερινή εποχή αφετέρου.

Είναι γνωστό ότι ο Παύλος ήταν – μαζί με τον εσωτερικότατο Ιω­άννη – αυτός που ήξερε να προβάλει πνευματικά και πρακτικά την πεμπτουσία της χριστικής διδασκαλίας, καθώς αναγνώρισε τα κε­ντρικά σημεία της και τα εφάρμοσε στην πράξη, όσο κανένας άλ­λος μαθητής του Χριστού. Γι’ αυτό εξάλλου μπορούσε να πει για τον εαυτό του: «Δεν ζω πια εγώ, αλλά μέσα μου ζει ο Χριστός».

Στο ευαγγέλιο του Μάρκου η μητέρα του Ιησού δεν παίζει επί­σης κανένα αξιόλογο ρόλο, απεναντίας υπάρχει ένα σημείο στο κεφάλαιο 3, 31-35 όπου ο Ιησούς θέτει στη σωστή βάση τη σχέση του με τη μητέρα του και την υπόλοιπη οικογένεια του: «Ήρθαν η μητέρα και τ’ αδέρφια του Ιησού και περιμένοντας απέξω έστειλαν να τον φωνάξουν. Και το πλήθος που καθόταν γύρω του του είπε: “Έξω σε ζητούν η μητέρα και τ’ αδέρφια σου”. Και εκείνος αποκρίθηκε: “Ποια είναι η μητέρα μου και ποιοι οι αδερφοί μου;” Και ρίχνοντας μια ματιά σε αυτούς που κάθονταν ολόγυρα του εί­πε: “Να η μητέρα και τα αδέρφια μου. Γιατί όποιος εφαρμόζει, το θέλημα του Θεού, αυτός είναι για μένα αδερφός και αδερφή και μητέρα μου”».

Ο Ιησούς Χριστός δείχνει με αυτό ότι δεν υπολογίζει τη συγγέ­νεια του αίματος ή τα εγκόσμια κριτήρια, αλλά ότι το μόνο κριτή­ριο που καθορίζει την κοινότητα και συγγένεια μαζί του είναι η ε­ναρμόνιση με τη βούληση του Θεού. Αυτή είναι μία βασική συνι­σταμένη της διδασκαλίας του, την οποία ενισχύει άλλωστε με τα παρακάτω λόγια, σύμφωνα με το Ματθαίο 7,21: «Στη βασιλευα των ουρανών δεν θα μπει ο καθένας που μου λέει: “Κύριε, Κύριε”, αλ­λά όποιος κάνει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου».

Η προαναφερθείσα δήλωση από το Μάρκο 3, 35 επικυρώνεται στο κατά Ματθαίο ευαγγέλιο 12, 50 αυτολεξεί; «Όποιος εφαρ­μόζει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου, αυτός είναι αδερφός και αδερφή και μητέρα μου». Έτσι, παρ’ όλο που η Θεοτόκος α­ναφέρεται επανειλημμένα στο κατά Ματθαίον, η σημασία της δεν υπερβαίνει ποτέ τα όρια αυτά που σκιαγραφούνται στο κατά Μάρ­κο ευαγγέλιο. Ενδεικτική είναι μία άλλη σκηνή που αναφέρει ο Λουκάς στο 11, 27: «Ενώ μιλούσε ο Ιησούς μία γυναίκα από το πλήθος σηκώθηκε και φώναξε δυνατά: “Χαρά στη μάνα που σε κουβάλησε στην κοιλιά της και σε θήλασε!” Κι εκείνος είπε: “Χα­ρά σε εκείνους πιο πολύ που ακούν και ακολουθούν το Λόγο του Θεού!”».

Έτσι ο Ιησούς δεν διόρθωσε αυτή τη γυναίκα, αφού σίγουρα έ­λεγε την αλήθεια, όμως χάρη στην προορατική του ικανότητα γνώ­ριζε τους κινδύνους που συνεπαγόταν η μαριολογία και η προσωπολατρία της φυσικής μητέρας του. Γι’ αυτό και αντιδρώντας άμεσα κατεύθυνε το λαό στον πυρήνα της διδασκαλίας που βρίσκεται στο θείο Λόγο και όχι στη Θεομήτορα. Η Μαρία αποτελεί ένα σημα­ντικό οικοδομικό λίθο στο θεϊκό σχέδιο σωτηρίας, αλλά δεν είναι αυτή η κεφαλή της χριστικής Εκκλησίας, καθότι, η κεφαλή της είναι μόνο ο Ιησούς Χριστός. Συνεπώς η Παναγία συνιστά ένα πολύ σημαντικό μέλος του σώματος της κοινότητας του, που έχει πολλά μέλη και πολλές λειτουργίες, όμως κεφαλή της είναι και θα παραμείνει ο Χριστός, ενώ όλα τα άλλα δημιουργημένα όντα θα αποτελούν απλά τα μέλη της κοινότητας αυτής.

Πάνω στο προκείμενο θέμα έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί μία άλλη δήλωση από το ευαγγέλιο του Λουκά 1, 38, όπου η Μαριάμ λέει στον άγγελο Γαβριήλ: «Είμαι μια δούλη του Κυρίου και ας γίνει κατά το θέλημα του όπως το είπες». Με βάση αυτή τη δήλωση της Παρθένου έχουν επιχειρηθεί πολλές μαριοκεντρικές ερμηνείες, που παραβλέπουν όμως ότι το ευαγγέλιο δεν επικεντρώνεται στη Μαρία αλλά στον Ιησού Χριστό. Με τη φράση αυτή η Μαρία εξέ­φρασε την απόλυτη προθυμία της να υπακούσει πλήρως στη θεϊκή βούληση. Έτσι έγινε ένα υπόδειγμα υπακοής για όλους τους ακο­λούθους του Χριστού και μάλιστα όχι μόνο για τις γυναίκες, αλλά και για τους άντρες. Γιατί όποιος δεν είναι διατεθειμένος να υπο­ταχθεί ανεπιφύλακτα στη θεϊκή καθοδήγηση βάζοντας την υπερκείμενη βούληση του Θεού πάνω από την εγωιστική δική του, δεν πρό­κειται να τον έχει συνεργάτη και προστάτη ούτε στον πνευματικό ούτε στον πρακτικό του βίο.

Εάν οι άνθρωποι ενστερνίζονταν πραγματικά τον πυρήνα αυτό της χριστικής διδασκαλίας, τότε θα διορθώνονταν από μόνα τους σχεδόν όλα όσα δεν είναι συμβατά με την ουράνια τάξη, συμπερι­λαμβανομένων και της προσωπολατρίας της Μαρίας και όλων των άλλων λαθών. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου και το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ανέλιξη του είναι η εγωιστική του βού­ληση, που όμως είναι και θα παραμείνει υποχρεωτικά ελεύθερη, με βάση το θεϊκό νόμο.

Ειδικότερα στη σχέση Ιησού και Μαρίας αναφέρεται το κεφά­λαιο της γέννησης του Ιησού στο ευαγγέλιο του Λουκά. Όποιος θέ­λει ωστόσο να μάθει περισσότερα γι’ αυτό το θέμα, μπορεί να δια­βάσει το πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου, το οποίο χάθηκε στις αρ­χές του χριστιανισμού, ως υποτιθέμενα απόκρυφο έργο- για αιώ­νες διατηρήθηκαν μόνο μερικά αποσπάσματα του, μέχρι που το 1843, το κατέγραψε εκ νέου εξ αποκαλύψεως ο «γραφιάς Toυ Θεού» Ιάκωβος Λόρμπερ*.

Επιπλέον, σχετικά με το θέμα της Μαρίας ενδιαφέρει επίσης ο γάμος στην Κανά από το ευαγγέλιο του Ιωάννη 2, 3-5: «Όταν τε­λείωσε το κρασί η μητέρα του Ιησού του λέει: “Δεν έχουν κρασί”. Της λέει δε ο Ιησούς: “Τι νοιάζεσαι εσύ γυναίκα για το τι κάνω ε­γώ; Δεν είναι ακόμα η ώρα μου”. Τότε η μητέρα του λέει στους υ­πηρέτες: “Να κάνετε ό,τι σας πει”».

Εντύπωση προξενεί σε αυτό το σημείο η έντονη αντίδραση του πράου Ιησού απέναντι στη μητέρα του, πράγμα που καθιστά σα­φές τόσο από το ευαγγέλιο του Ιωάννη, όσο και από του Ματθαί­ου, ότι τα λόγια του πρέπει να ερμηνεύονται χριστολογικά και όχι μαριολογικά, δηλαδή με κέντρο βάρους τον ίδιο τον Ιησού Χριστό.

Με τα λόγια αυτά ο Γιος του ανθρώπου απέδειξε για άλλη μια φορά ότι δεν τον ενδιαφέρει η συγγένεια του αίματος, ούτε καν των φυσικών γονέων του, όταν πρόκειται για την εκπλήρωση της αποστολής του και της βούλησης του ουράνιου Πατέρα. Τούτο εί­ναι φανερό και από την κατηγορηματική απάντηση του δωδεκά­χρονου Ιησού στο ναό, προς τους γονείς του που ανησυχούσαν: «Δεν ξέρατε ότι πρέπει να είμαι στο σπίτι του Πατέρα μου;» μολο­νότι η ερώτηση της μητέρας του ήταν δικαιολογημένη από εγκό­σμια άποψη, αφού τον αναζητούσαν μάταια επί τρεις ημέρες.

Από το παραπάνω καταρρίπτεται επίσης ένα επιχείρημα των μαριολόγων, ότι δηλαδή η Παναγία είχε συνειδητοποιήσει εξαρχής την αποστολή του γιου της. Τούτο όμως δεν είναι αλήθεια, εκτός από ορισμένες διορατικές και διαισθαντικές στιγμές χάρης που της χαρίζονταν. Κατά τα άλλα συχνά δεν κατανοούσε τον Ιησού, ιδί­ως επειδή διέφερε τελείως από τους άλλους συνομηλίκους του ού­τε σεβόταν τις εντολές του ιερατείου, επιπλέον δε ήταν εξαιρετικά ολιγόλογος και επανειλημμένα αναζητούσε την απομόνωση.

Τα βιβλία του ενορατικού Μαξ Ζέλτμαν φωτίζουν πολύ καθαρά αυτό το πρόβλημα τού πόση αντίδραση και αμφιβολίες από την πλευρά των δικών του συνάντησε ο Ιησούς καθώς ωρίμαζε. Και μάλιστα όχι μόνο από τα μέλη της οικογένειας του, αλλά και από το ευρύτερο περιβάλλον του, όπως λόγου χάρη από τη Σαλώμη, τη μητέρα τού μετέπειτα μαθητή του Ιωάννη ή και από τον Ιωάννη το Βαπτιστή. Ο δε Πρόδρομος είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα, αφού μόνο λίγο πριν το θάνα­το του απέβαλε την τελευταία του αμφιβολία για τη μεσσιανική α­ποστολή του.

Άλλωστε, όπως μαρτυρούν η Βίβλος και πιο διεξοδικά ακόμη η νέα αποκάλυψη, και αυτοί οι ίδιοι οι μαθητές του πολλές φορές δεν τον καταλάβαιναν, πράγμα που βέβαια άλλαξε ριζικά μετά το θάνατο του, οπότε τους εμφύσησε το πνεύμα του, και τέλος με την έκχυση του Αγίου Πνεύματος την Πεντηκοστή.

Σε όλα αυτά η Μαρία δεν έπαιζε κανένα ιδιαίτερο ρόλο και το μόνο της προβάδισμα απέναντι στους μαθητές ήταν ότι της είχε δο­θεί η ανεπανάληπτη χάρη να γεννήσει το γιο του Θεού.

Από τα λόγια της ωστόσο, «Ό, τι σας πει, αυτό να κάνετε!» δεί­χνει ότι παρ’ όλο που δεν καταλάβαινε πάντοτε τις προθέσεις και την αποστολή του γιου της, εντούτοις η πίστη της στη θεϊκή παντο­δυναμία του ήταν ακράδαντη, δεδομένων επίσης των αναρίθμητων σημείων και θαυμάτων που είχαν πραγματοποιηθεί έμμεσα ή άμε­σα στη ζωή του. (Τα σχετικά με την εκδίπλωση της θεϊκής φύσης μέσα στον άνθρωπο Ιησού έως την πλήρη ωρίμανση του με την α­νάληψη της αποστολής του στα τριάντα του χρόνια, μπορεί να τα διαβάσει κανείς παραστατικά στα «Παιδικά Χρόνια του Ιησού» του Λόρμπερ και στην «Άγνωστη ζωή του Ιησού» του Ζέλτμαν).

Ωστόσο, είναι τελείως λανθασμένο από τα λόγια αυτά της Πα­ναγίας και την «ομολογία πίστεως» στο γιο της να συνάγει κανείς ότι η ιδιότητα της, ως μητέρα του Θεανθρώπου, την ανάγει αυτό­ματα σε «μεσολαβήτρια» μεταξύ Θεού και ανθρώπων, όπως προ­βάλλει παραδοσιακά π.χ. ο πάπας στις εγκυκλίους του.

Με βάση την Καινή Διαθήκη, είναι σαφές ότι ορισμένες δοξασί­ες για το ρόλο της Παναγίας είναι στην ουσία υπερβολές ενός ε­ξεζητημένου θρησκευτικού ζήλου, καθώς δεν θεμελιώνονται σε κα­νένα χωρίο της Βίβλου, ούτε και στις νεότερες αποκαλύψεις.

Είναι αυτονόητο ότι αξιώσεις αδιαμφισβήτητης αλήθειας μπο­ρεί να έχει μόνο ό,τι προέρχεται απευθείας από τον Θεό και όχι οι ανθρώπινες δοξασίες, οι οποίες πρέπει να συμφωνούν πάντοτε με το πνεύμα του Θεϊκού Λόγου. Όπου δεν ισχύει αυτό και αντίθετα παρουσιάζονται σημαντικές αντιφάσεις, μπορεί κανείς να τις α­πορρίψει με ήσυχη τη συνείδηση του, χωρίς να φοβάται ότι δια­πράττει κάποιο παράπτωμα.

Είναι, εύδηλο λοιπόν ότι το κριτήριο της αλήθειας δεν βρίσκεται στους ανθρώπους, αλλά στον Θεό και το Λόγο του. Όσον αφορά τη Θεομήτορα, είναι ενδεικτικό ότι οι πρώτοι χριστιανοί δεν της απέδιδαν ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι οι πρώτοι πιστοί ήταν πλημμυρισμένοι από το Πνεύμα του Θεού, το οποίο διδάσκει σω­στά και δεν σφάλλει ποτέ. Οι άνθρωποι μπορούν να σφάλλουν μό­νο όταν απομακρύνονται από το Λόγο του και δημιουργούν αυθαί­ρετα ερμηνείες και. δοξασίες που δεν βασίζονται σε καμία θεϊκή αποκάλυψη. Το γεγονός είναι πάντως ότι μετά τους πρώτους χρι­στιανούς με την πάροδο του χρόνου το Άγιο Πνεύμα υποχωρούσε όλο και περισσότερο από τις χριστεπώνυμες κοινωνίες και μόνο ελάχιστοι άνθρωποι εξακολουθούσαν να το βιώνουν ζωντανά.

Όσοι δεν συμφωνούν με την παραπάνω διαπίστωση δεν θα πρέ­πει να συγχέουν τη θεολογία με το μυστικισμό. Είναι άλλοτε χα­ρακτηριστικό παράδειγμα ότι ο μεγάλος εκκλησιαστικός διδάσκα­λος και πατέρας του θεολογικού σχολαστικισμού Θωμάς Ακινάτης (περίπου 1225-1274) μισό χρόνο περίπου πριν πεθάνει είχε μία ό­ραση για την οποία δήλωσε ότι «όλα όσα έγραφα τόσα χρόνια ή­ταν άχυρα σε σύγκριση με αυτά που είδα σε κατάσταση έκστασης!

Αυτό που λέει στην ουσία η Γραφή για τη Μαριάμ είναι ότι έλα­βε τη χάρη του Θεού διότι επιλέχτηκε να γίνει η μητέρα του Υιού του και έτσι έγινε ένα πρότυπο πορείας για τους υπόλοιπους ανθρώπους, όπως επίσης και πολλοί άλλοι άγιοι ήδη από τον και­ρό της Π. Διαθήκης, που όμως δεν γίνονται αντικείμενο λατρείας και δεήσεων να μεσολαβήσουν υπέρ των ανθρώπων. Η Μαρία, ό­πως όλες οι άλλες άγιες οντότητες, αποτελεί ένα βασικό λίθο στο μεγάλο οικοδόμημα της κοινωνίας του Ιησού Χριστού, και όχι κά­τι περισσότερο ή λιγότερο- όποιος δε ισχυρίζεται το αντίθετο, πα­ρεκκλίνει από το έδαφος της χριστικής διδασκαλίας και κινείται στο χώρο της μισής αλήθειας και της πλάνης.

Σαν κατακλείδα, θα φωτιστεί άλλη μία πλευρά της σημασίας της Παναγίας, με βάση τα λόγια που απηύθυνε ο Ιησούς από το σταυρό στην ίδια και στον Ιωάννη: «Αυτός είναι τώρα γυναίκα ο γιος σου και αυτή είναι η μητέρα σου!» Και αυτή η δήλωση του σταυ­ρωμένου έδωσε λαβή για πολλές παρερμηνείες από απολογητές της μαριολατρίας. Στα «Τελευταία επτά λόγια του Ιησού στο σταυ­ρό»*, ένα κείμενο που έλαβε μέσω του εσωτερικού Λόγου η Αντωνία Γκρόσχαϊμ το 1863 στο Γκρατς, διαβάζουμε αναφορικά με αυ­τό το σημείο στη σελίδα 238:

«Τον τέταρτο λόγο: “Μαρία, ιδού ο γιος σου, κι εσύ γιε, ιδού η μη­τέρα σου!” δεν το είπα τόσο για χάρη της μητέρας Μου, δεδομένου ότι γνώριζα πως οι μαθητές Μου δεν θα την εγκατέλειπαν έτσι. Ήθελα πολύ περισσότερο με αυτό τον τρόπο, να δείξω ποια αγάπη είχα στην καρδιά για όλα τα παιδιά Μου. Επιθυμία Μου ήταν να τα παραδώσω όλα στη σπλαχνική αγάπη του Θεού, την οποία συμ­βολίζει η μητρική αγάπη. Και σαν “γιους” εννοούσα όλους τους αν­θρώπους που γίνονται άξιοι για την αγάπη Μου με το που ακολου­θούν τη διδασκαλία Μου».

Η εξέλιξη της μαριολογίας από την πρωτοχριστινιακή έως τη σημερινή εποχή

Όπως προαναφέρθηκε στις πρωτοχριστιανικές κοινότητες, η λα­τρεία της Παναγίας δεν υπήρχε, καθότι έχοντας ζωντανό το Άγιο Πνεύμα, ήταν χριστοκεντρικά προσανατολισμένες. Αυτό όμως άλ­λαξε στην πάροδο των αιώνων, καθώς πλήθαιναν οι διχογνωμίες μεταξύ των χριστιανών, όσο πιο πολύ παραμερίζονταν οι εκλεγμέ­νοι από τον Θεό και στη θέση τους επικρατούσαν οι εκπρόσωποι της φιλαρχίας, της εγκόσμιας «λογικής» και η εξωτερική τυπολα­τρία που τόσο αυστηρά είχε καταδικάσει ο Απόστολος Παύλος στην «Επιστολή προς τους Λαοδικείς» που αποκαλύφθηκε ξανά στον Γιάκομπ Λόρμπερ.

Σαν συνέπεια, αναδύονταν στο πέρασμα των αιώνων διάφορα ειδωλολατρικά στοιχεία κάθε τόσο, παρ’ όλο που ο Παύλος τα εί­χε πολεμήσει ιδιαίτερα επίμονα. Μερίδα του λαού ζητούσε υπο­κατάστατα για τις ειδωλολατρικές λατρευτικές συνήθειες που είχαν καταργηθεί. Η αναβίωση αυτή αποδεικνύει ότι πολλοί δεν είχαν καταλάβει καν το λυτρωτικό μήνυμα του Ιησού Χριστού και για την αποτυχία αυτή δεν είναι άμοιρος ευθυνών και ο κλήρος. Όσο λιγότερη αγάπη υπήρχε σε μία κοινωνία τόσο πιο ισχνή ήταν εκεί η παρουσία του Χριστού με το άγιο Πνεύμα του, ώστε εύκολα μπορούσαν να διαιωνιστούν κακές ιδιότητες, κακές συνήθειες και πλάνες.

Δεν είναι απορίας άξιο επομένως ότι η λατρεία της Παναγίας σταδιακά εξαπλώθηκε σε όλο το λαό και στην ίδια την εκκλησία, σαν υποκατάστατο για τις θεές των ειδωλολατρών. Αυτό έγινε ο­λοφάνερο και στην Έφεσο, όπου ο Παύλος δεν είχε κατορθώσει να εκριζώσει τη θεά Άρτεμη από τη συνείδηση του κόσμου, καθώς η λαϊκή πίστη σε μία θηλυκή θεότητα ήταν πολύ γερά θεμελιωμέ­νη. Όταν λοιπόν στη σύνοδο της Εφέσου το 431 η Μαρία ανακη­ρύχθηκε επίσημα ως «Θεοτόκος», για το λαό αυτό απετέλεσε ένα ικανοποιητικό υποκατάστατο και σύμβολο των ακόμη εν μέρει ει­δωλολατρικών πεποιθήσεων του. Αμέσως στα ερείπια του τερά­στιου ναού της Αρτέμιδος στην Έφεσο εγέρθηκε ένας ναός αφιε­ρωμένος στη Μαρία. Μέχρι τότε η Μαρία εθεωρείτο «ανθρωποτόκος», με το νέο δόγμα ανακηρύχτηκε «Θεοτόκος».

Πρόθεση των συνοδικών πατέρων ήταν να πιστοποιηθεί ότι ο Ιησούς ήταν και είναι αληθινός Θεός και αληθινός άνθρωπος. Η πιστοποίηση αυτή εκφράστηκε με μία μαριολογική φόρμουλα, έτσι στην καταδίκη του Νεστώριου, πατριάρχη Κωνσταντινοιιπόλεως, λέγονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Όποιος δεν αναγνωρίζει ότι ο Εμμανουήλ είναι αληθώς Θεός και ως εκ τούτου η αγία Παρθένος είναι Θεοτόκος, διότι εγέννησε κατά τη σάρκα τον ενσαρκω­μένο Λόγο του Θεού, αποκλείεται από τους κόλπους της εκκλησί­ας!» Τη συνοδική αυτή απόφαση τη συνομολογούν σήμερα επίση­μα όλες οι ορθόδοξες, καθολικές και διαμαρτυρόμενες εκκλησίες. Έτσι η απόφαση της συνόδου της Εφέσου απετέλεσε την αρχή της «δογματοποίησης» και της επίσημης εισόδου της Παναγίας στη θρησκευτική συνείδηση των πιοτών. Με το γεγονός αυτό η λατρεί­α της Μαρίας αυτονομήθηκε από εκείνη του Χριστού, αφού ως Θε­οτόκος, από μία άποψη, για τον απλό λαό τουλάχιστον, φαινόταν ως ισότιμη με Αυτόν. Έτσι για αρκετούς πιστούς η Παναγία είναι στην πράξη η «κρυφή θεά», όπως αποδεικνύεται παντοιοτρόπως, αν και βέβαια δεν το παραδέχεται κανείς ανοιχτά.

Τον έκτο με έβδομο αιώνα καθιερώθηκε και η γιορτή της ανά­ληψης της Παναγίας, ως ένα συνοδό φαινόμενο της παγιωμένης πια στην εκκλησία αυτόνομης διδασκαλίας και πίστης σε αυτήν. Η πρώτη σημαντική αντίδραση στην εξαπλωνόμενη προσωπολατρία της Μαρίας προήλθε το 1530 από το Λούθηρο και το Μελάγχθονα. Στο άρθρο 21 της Ομολογίας του Άουγκσμπουργκ, την κατα­στατική χάρτα των διαμαρτυρομένων, διαπιστώνεται ότι δεν υπάρ­χει κανένα χωρίο στη Γραφή που να αποδεικνύει ότι κανείς πρέ­πει να επικαλείται τους αγίους ή να προσφεύγει σε αυτούς για βο­ήθεια.

Είναι αλήθεια ότι με βάση τη Γραφή απαιτείται μονάχα η από­δοση τιμής στον Θεό, με την οποία εννοείται η λατρεία του (Εβρ. 5, 4. Ψαλμ. 62, 8. Ιωάννης 5, 44. Μωυσής Ε’ 32, 3. Ησαΐας 42, 8). Ένα τελείως άλλο πράγμα είναι η τιμή προς τα δημιουργημένα όντα στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι «άγιοι», οι άγγελοι και οι φωτεινές οντότητες και με αυτήν εννοείται ο σεβασμός – και όχι η λατρεία – που αξίζει σε κάθε πλάσμα του Θεού, γονείς, ηλικιωμέ­νους, κρατικούς ηγέτες κ.λπ., αλλά ακόμη και στους κακούς αν­θρώπους (Πέτρου Α’ 2,18). Η σημαντική αυτή διαφορά μεταξύ λα­τρείας και σεβασμού προφανώς ισχύει αναλογικά και για τη μητέ­ρα του Χριστού. Στην ουσία η διαφορά είναι να έχει κανείς την ευ­λάβεια της Παναγίας και όχι τη λατρεία για την Παναγία. Η βίωση της πνευματικότητας της δεν συνίσταται στο να προσεύχεται κά­ποιος σε αυτήν, αλλά στο να προσεύχεται όπως αυτή, με το πνεύ­μα πλήρους αποδοχής της θεϊκής βούλησης όπως αποτυπώνεται στο στίχο του Λουκά 1, 38.

Όμως με το πέρασμα του χρόνου η προσωπολατρία της Πανα­γίας σε πολλές περιπτώσεις αυτονομήθηκε από αυτή του Ιησού Χρι­στού και έτσι ξεπέρασε κάθε θεμιτό όριο. Σχετικά με αυτό λέγεται στην Μπέρτα Ντούντε: «Αυτό ισχύει τόσο για την παράκληση προς τη Μαρία να μεσολαβήσει στον Θεό για τους ανθρώπους, όσο και για την παράλογη λατρεία της, που στερείται κάθε υπόβαθρου. Γιατί ο Θεός επέλεξε τη μητέρα του Ιησού εξαιτίας της ευσέβειας της, ωστόσο η ίδια δεν είχε καθόλου συνείδηση της υπέρμετρης χάρης που απολάμβανε. Με άλλα λόγια ήταν μία επιλεγμένη υπηρέτρια του Θεού, γι’ αυτό μόνο σε Αυτόν ανήκει όλη η τιμή, αφού όλα τα όντα είναι δικό Του έργο…».

«Η αγάπη της για Μένα την έκανε να υποφέρει τόσο πολύ, πέρα­σε μια τέτοια κατάσταση πόνου, που πνευματοποίησε και το σώμα της. Και έτσι έγινε ένα φωτεινό παράδειγμα μητέρας που υπόφερε βαθιά για το παιδί της.

Ωστόσο η θεία λατρεία, με την οποία την τιμούν οι άνθρωποι, δεν είναι σύμφωνη με το θέλημά Μου. Διότι, αν και υπήρξε η μητέρα του γήινου σώματος Μου, στο πνευματικό Βασίλειο είναι και αυτή απλά μια φωτεινή μορφή, η οποία γεμάτη Αγάπη και Σοφία, επιθυ­μεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να φθάσουν στο φως και επομέ­νως στη μακαριότητα.

Όμως το να έχει κανείς λατρεία για μια φωτεινή οντότητα είναι μία λανθασμένη κατεύθυνση της θέλησής του. Όλες οι φωτεινές υ­πάρξεις είναι σε σχέση Αγάπης μαζί Μου. Με τιμούν και Με δοξά­ζουν διαρκώς και αδιάκοπα, αλλά δεν θέλουν ποτέ να πάρουν τη λατρεία των ανθρώπων για λογαριασμό τους. Διότι αναγνωρίζουν ότι ΕΓΩ είμαι το πιο αξιολάτρευτο Ον, και με την ταπεινή τους α­γάπη για ΕΜΕΝΑ, αποποιούνται κάθε τιμή που τους γίνεται, γιατί αισθάνονται ότι αυτή αρμόζει μόνο σε ΕΜΕΝΑ.

Όποιος λοιπόν έχει συναίσθηση της σωστής σχέσης των φωτεινών οντοτήτων με ΕΜΕΝΑ, των οποίων η Αγάπη για ΕΜΕΝΑ είναι μια ολοφώτεινη φωτιά, μπορεί να καταλάβει, πόσο πλανημένες είναι οι σκέ­ψεις αυτών των ανθρώπων που αποδίδουν τέτοιες τιμές στη μητέρα του σώματος Μου, όπως γίνεται συνήθως. Θα καταλάβουν ακόμη, ότι αυτό δεν μπορεί να είναι με τη θέληση ΜΟΥ, διότι έτσι οι άνθρω­ποι δημιουργούν κατά κάποιον τρόπο ένα «δεύτερο Θεό», ένα ον στο οποίο αποδίδουν σεβασμό και λατρεία, που όμως το ίδιο δεν θέ­λει να δεχθεί, διότι ο άνθρωπος οφείλει να έχει μοναδική του φρο­ντίδα τη σύνδεση μαζί ΜΟΥ, για να φθάσει ήδη επί γης στο σκοπό του…»

«…Οι φωτεινές οντότητες δεν πρόκειται ποτέ να συμβάλουν στο να επικεντρωθεί η αγάπη των ανθρώπων σε ένα άλλο στόχο εκτός από Μένα. αυτό ακριβώς όμως συμβαίνει όταν μία φωτεινή οντό­τητα απολαμβάνει μία ιδιαίτερη λατρεία από πλευράς των ανθρώπων, μια λατρεία που οφείλουν μόνο σε Μένα. Για το λόγο αυτό άλ­λωστε ουδέποτε πρόκειται μια φωτεινή οντότητα να αυτοπροβληθεί με τέτοιο τρόπο που να προκαλεί τους ανθρώπους να τη λατρέ­ψουν περισσότερο».

«…Ένα ιδιαίτερο τέχνασμα του αντιπάλου Μου είναι να ωθεί τους ανθρώπους να Με απωθήσουν από τις σκέψεις τους και μάλιστα με την εξής μέθοδο: με το να τους προβάλλει άλλους θεούς προσπαθώντας να τους υποβάλει την πεποίθηση ότι αυτοί χρειάζονται για να αποτελούν τη γέφυρα προς Εμένα. τους περνά επομένως την αντί­ληψη ότι το χρωστούν στην ευμένεια τούτων των θεών όταν δείχνω χάρη στους ανθρώπους, που πρέπει προφανώς να κάνουν τα πάντα για να εξασφαλίσουν κατά πρώτον την εύνοια αυτών των θεών. Έτσι λοιπόν όλοι εκείνοι στους οποίους απευθύνεστε για να μεσολαβήσουν για χάρη σας σε Μένα, είναι όλοι τους ξένοι θεοί που τους τοποθετείτε δίπλα Μου. Οφείλετε όμως να πάρετε τον απευθείας δρόμο ως Εμένα, γιατί αυτός είναι ο σκοπός και ο προορισμός της ζωής σας στη Γη!»

Ο Λόγος του Θεού στις νέες αποκαλύψεις είναι σαφής ώστε μπο­ρεί να τον καταλάβει ο καθένας. Αλλά το ότι οι άνθρωποι δεν κα­ταλαβαίνονται πια ούτε μεταξύ τους, το ότι επικρατεί πνευματική σύγχυση, και το ότι στον τομέα της θρησκευτικότητας είτε παρεισφρύουν διαβρωτικά συνεχώς καινούργιες πλάνες είτε καλλιερ­γείται εντονότερα μία αρνητική στάση απέναντι της, όλα αυτά εί­ναι σημάδια μιας παρακμιακής έσχατης εποχής. Έτσι λέγεται σε μία καταγραφή της Ντούντε: «Είναι και αυτό ένα σημάδι της έσχα­της εποχής ότι οι άνθρωποι μιλούν διαφορετικές γλώσσες και δεν μπορεί πια να καταλάβει ο ένας τον άλλον.

Σεις οι άνθρωποι δεν γνωρίζετε πόσο ζημιογόνες είναι οι διδα­σκαλίες που δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια, καθώς είναι ένα πολύ επιτυχημένο όπλο τον κακού. Και όλοι εσείς που αντιστέκε­στε στην καθαρή Αλήθεια που σας μεταφέρουν από τα ύψη οι απε­σταλμένοι Μου βρίσκεστε υπό την επήρεια του».

Όσον αφορά λοιπόν τη λατρεία της Θεοτόκου, για πολλές έχει γίνει στην πράξη ένα θηλυκό υποκατάστατο του Θεού, δεδομένου ότι η μεγάλη μάζα δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, παρά κυρίως για ό,τι ικανοποιεί τις εξωτερικές αισθήσεις. Επιπλέον, εάν παρατηρήσει κανείς το φαινόμενο της μαριολατρίας, στην ιστορική πορεία του και το ψυχολογικό υπόβαθρο που κρύβεται από πίσω, θα διαπιστώσει ότι για πολλούς τελικά η ενσάρκωση της αγάπης και της ευσπλαχνίας είναι η μητέρα του Θεάνθρωπου και σε δευτερεύβοντα βαθμό ο ίδιος ο Θεάνθρωπος.

Από την εποχή της συνόδου στην Έφεσο ήδη, η εκκλησία αναγνώρισε τα οφέλη που σήμαινε για την ίδια η μαριολατρία και σίγουρα ένας από τους κύριους λόγους που την υιοθέτησε ή και την υπέθαλψε, ήταν επειδή ήξερε ότι έτσι διατηρούσε το έρεισμά της στο χριστεπώνυμο πλήρωμα. Πάνω σε αυτή τη βάση δεν είναι απορίας άξιο ότι δημιουργήθηκαν διάφορα δόγματα περί Μαρίας τα οποία δεν έχουν καμία σημασία όμως για την απολύτρωση και την τελειοποίηση του ανθρώπου.

Ένα παράγωγο φαινόμενο όλων αυτών ήταν το ότι ήδη από το πέμπτο αιώνα καθιερώθηκαν πολλές γιορτές τοπικού ή γενικού χα­ρακτήρα αφιερωμένες στην Παναγία, όπως τα εισόδια της Θεοτόκου, η ανάληψη κ.ά. Από τις νέες αποκαλύψεις είναι γνωστό ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν και είναι ενάντιος σε τέτοιες γιορτές που ου­σιαστικά αποτελούν επιβιώσεις ειδωλολατρικών εορτών. Με τον καιρό δε όχι μόνο ανεγέρθησαν ναοί, μονές κ.λπ. προς τιμήν της Παναγίας, αλλά και καθιερώθηκαν πολλοί τόποι λατρείας και προ­σκυνήματος αφιερωμένοι ειδικά σε αυτή.

Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη» του Λόρμπερ, ο Ιησούς λέει για τη μητέρα του τα εξής προφητικά: «Ασφαλώς αυτή είναι η πρώ­τη και ούτε θα υπάρξει άλλη γυναίκα μεγαλύτερη από αυτήν. Αλλά θα ’ρθει καιρός όπου θα της χτίζουν πιο πολλούς ναούς από ό,τι για μένα, θα την τιμούν δέκα φορές περισσότερο από ό,τι εμένα και ε­πιπλέον θα είναι της γνώμης ότι μόνο με αυτήν μπορούν να γίνουν μακάριοι. Για το λόγο αυτό δεν θέλω τώρα να την ανυψώνουν τιμώντας την πάρα πολύ, άλλωστε αυτή το ξέρει καλά ότι είναι η μητέρα του σώματος μου και ποιος κρύβεται πίσω από αυτό το σώμα που γέννησε. Γι’ αυτό να είσαστε εξαιρετικά καλοί και σωστοί μαζί της, αλλά να απο­φεύγετε να της επιδεικνύετε οποιαδήποτε θεϊκή λατρεία!»

Και στο ίδιο έργο, σε σχέση με τα προσκυνήματα λέγεται ότι πρό­κειται για ένα πολύ ανόητο τρόπο επίδειξης μετάνοιας και φυσι­κά αποτελούν επίσης ειδωλολατρικά κατάλοιπα. Αντίθετα, λέει ο Ιησούς στους μαθητές του: «Όποιος θέλει να εισακούσω μία σωστή παράκληση, ας Με προσκυνήσει μέσα στην καρδιά του και εκεί ας Μου παρουσιάσει σιωπηλά το αίτημα του με εντελώς φυσικά και ανεπιτήδευτα λόγια κι Εγώ θα τον εισακούσω».

Συνεπώς το αληθινό προσκύνημα που εννοεί ο Ιησούς γίνεται στο καμαράκι, το «ταμείον», της καρδιάς. Με αυτό αποδεικνύει την πνευματική άγνοια των προσκυνητών που συνδέουν τη σωτηρία τους με συγκεκριμένους ή μακρινούς τόπους κι επιπλέον θεωρούν ότι έτσι ευαρεστούν τον Θεό, παρ’ όλο που ο Ιησούς είχε διορθώσει ήδη τη Σαμαρείτισσα πάνω σε αυτό το σημείο όταν τη δίδαξε στο πηγάδι του Ιακώβ.

Μια άλλη πλάνη σε σχέση με την Παναγία είναι η διαδεδομένη αντίληψη ότι πρέπει κανείς να παρακαλέσει αυτήν (ή κάποιους άλλους άγιους) για να εισακουστεί η παράκληση του και επιπλέον ότι αυτή συντελεί στη λύτρωση του ανθρώπου. Υπάρχουν πολυάριθμες καταγραφές από την Μπέρτα Ντούντε που διαπραγματεύονται το θέμα της παράκλησης. Αφενός τονίζεται η μεγάλη δύναμη, σημασία και αποτελεσματικότητα που έχουν οι παρακλήσεις που κάνουμε εμείς οι ίδιοι για τους συνανθρώπους μας, ζωντανούς και πεθαμένους. Αφετέρου λέγεται, όπως παραδείγματος χάρη στις 10-6-1948: «Για τις φωτεινές οντότητες η βοήθεια προς τους ανθρώπους είναι μία κατάσταση ευδαιμονίας, γι’ αυτόν το λόγο ο θεός επιτρέπει να ζητούν οι άνθρωποι τη συνδρομή τους. Όμως δεν είναι ποτέ θέλημά Του να καλούν συγκεκριμένους “αγίους”, γιατί η δραστηριότητα και ο προορισμός τους μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική απ’ ό,τι πιστεύεται. Οι άνθρωποι, στην άγνοια τους μπορούν να καλέσουν ένα ον που ακόμη πόρω απέχει από την τελειότητα.

Επίσης είναι λανθασμένη η σκέψη ότι οι εκκλήσεις πρέπει να γίνονται προς τις φωτεινές οντότητες και ότι αυτές θα μεσολαβήσουν. Η προσευχή είναι μία έκκληση προς τον θεό, μέσω της προσευχής συντελείται η σύνδεση του ανθρώπου μαζί ΤΟΥ, και ο Θεός απαιτεί αυτό το κάλεσμα να γίνεται απευθείας στον ίδιο, γιατί αυτή η έκκληση μαρτυρεί την αφοσίωση της ανθρώπινης θέλησης προς το πρόσωπό Του.

Σύμφωνα με τη γνώμη των ανθρώπων είναι οι φωτεινές οντότητες που εγκαθιστούν αυτήν τη σύνδεσης με τον Θεό, επειδή βρίσκονται ήδη πιο κοντά ΤΟΥ. Αλλά αν ίσχυε αυτό, ο άνθρωπος θα έχανε τη δυνατότητα σύνδεση με τον Θεό, η οποία όμως είναι ο σκοπός και ο στόχος της ανθρώπινης ζωής. Πρώτα πρέπει να συντελείται η σύνδεση με το Θεό για να μπορέσει να εισρεύσει μέσα του η δύναμη, χωρίς την οποία δεν μπορεί να ωριμάσει η ψυχή. Οι φωτεινές οντότητες δεν μπορούν χωρίς τη θέληση του Θεού να προσφέρουν αυτή τη δύναμη στους ανθρώπους, γιατί και στο πνευματικό βασίλειο υπάρχουν νόμοι στους οποίους υπακούουν οι κάτοικοί του, διότι αναγνωρίζουν ότι προέρχονται από την Αγάπη και τη Σοφία του Θεού.

Οι φωτεινές οντότητες είναι πάντα έτοιμες να βοηθήσουν, υποτάσσονται όμως στο θέλημα του Θεού. Συνεπώς ο άνθρωπος πρέπει κατ’ αρχήν να προσπαθεί να ζει σύμφωνα με τη θέληση του Θε­ού για να του παράσχει τη βοήθεια Του ΑΥΤΟΣ ή άμεσα, ή μέσω των φωτεινών οντοτήτων, οι οποίες πραγματικά δεν αφήνουν κανέναν αβοήθητο, εφόσον αυτή είναι η θεία βούληση.

Η έκκληση για βοήθεια προς τις φωτεινές οντότητες δεν είναι πο­τέ μάταιη, η έκκληση όμως για μεσολάβηση είναι άσκοπη, γιατί το παιδί πρέπει να έρθει από μόνο του στον ΠΑΤΕΡΑ γεμάτο εμπιστοσύνη, για να του χαρίσει ο ΠΑΤΕΡΑΣ την Αγάπη Του. Αν ο άνθρωπο: όμως πιστεύει ότι με τη μεσολάβηση των αγίων θα επιτύχει εξίσου το στόχο του, δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσει αυτή τη σχέση εμπι­στοσύνης».

«…Ποτέ δεν πρόκειται η αγιότατη οντότητα που γέννησε το γήι­νο σώμα Μου να επιδιώξει να επικαλεστούν αυτήν οι άνθρωποι, για το λόγο ότι η αγάπη της για Μένα είναι απεριόριστη και προ­σπαθεί να φέρει πάλι κοντά Μου τα πλάσματα που κάποτε απομα­κρύνθηκαν από Μένα, επειδή τα αγαπά και θέλει να προωθήσει την επιστροφή τους… »

Το γιατί προέκυψε αυτή η «παρακαμπτήριος» μέσω της Πανα­γίας ή των αγίων, αντί για την ευθεία οδό προς τον Θεό, αναλύε­ται σε μία άλλη καταγραφή από τις 5.12.1962: «Η Οντότητα Μου έ­χει παρουσιαστεί λανθασμένα σε σας τους ανθρώπους στη Γη. Στην καλύτερη των περιπτώσεων Με φοβόσαστε, εάν Με αναγνωρίζετε καν ως τη Δύναμη που δημιούργησε το σύμπαν. Αλλά δεν τολμάτε να έρθετε σε Μένα και να Με παρακαλέσετε για κάτι που σας ενδιαφέρει, για το λόγο ότι δεν γνωρίζετε την υπέρμετρη αγάπη Mου».

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι βασικό στοιχείο για την οικο­δόμηση της πηγαίας σχέσης παιδιού με Πατέρα που θέλει ο Θεός, είναι απαραίτητη η άμεση επικοινωνία μαζί του. Αντίθετα η επίκληση σε υποτιθέμενους μεσολαβητές, όχι μόνο είναι τελείως άσκοπη, αλλά και ενάντια στη θέληση του Θεού, ο οποίος δεν υποθάλπει, χωρίς να κάνει καμία εξαίρεση, καμία λανθασμένη πρακτική ή δοξασία των ανθρώπων. Σίγουρα δείχνει μεγάλη μακροθυμία και επιείκεια απέναντι στις αδυναμίες μας, όπου αυτό είναι θεμιτό, αλλά στον τομέα της αλήθειας δεν κάνει καμία υποχώρη­ση. Γιατί εκεί η παρακαμπτήριος σημαίνει συνάμα και αδιέξοδο, ενώ η απευθείας σύνδεση είναι ο μόνος σωστός δρόμος. Γι’ αυτό στην πρώτη επιστολή προς τον Τιμόθεο 2,5 λέγεται αναφορικά με τη μεσολάβηση: «Ένας είναι ο Θεός και ένας ο μεσίτης μεταξύ Θε­ού και ανθρώπων, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός». Πριν την ενσάρ­κωση του Ιησού μεσολαβητές ήταν και οι άγγελοι (Ιώβ 33,23. Προς Γαλάτες 3, 9 και 20). Όμως μετά την ενανθρώπιση του Θεού στον Ιησού Χριστό ο μοναδικός μεσολαβητής είναι αυτός, γεγονός που επιβεβαιώνεται επίσης στις νέες αποκαλύψεις και συνεπώς κάθε διδασκαλία που ισχυρίζεται κάτι άλλο δεν είναι από τον Θεό.

Έτσι, πολλοί λάτρεις της Μαρίας, που την ανάγουν σε συντελε­στή της λύτρωσης του ανθρώπου, -όχι όμως υπό την έννοια ότι συ­νεισφέρει σε αυτό ως ένα από τα πολλά μέλη του σώματος του Ι­ησού Χριστού, αλλά ως ισότιμη συνεταίρος του- πιστεύουν ότι δεν μπορούν να τον προσεγγίσουν απευθείας. Για το λόγο ετούτο, δεν είναι λίγοι από αυτούς που πιστεύουν ότι δεν μπορούν να λυτρω­θούν χωρίς τις ενέργειες της Παναγίας, πράγμα που αναμφισβή­τητα αντιτίθεται στο Ευαγγέλιο και αποτελεί σοβαρή πλάνη.

Στην ουσία η διδασκαλία του Ιησού Χριστού θα είχε αυτοαναιρεθεί εάν δεν ήταν ο ίδιος άμεσα προσιτός στους πιστούς του, πα­ρά αντίθετα θα έπρεπε να ακολουθήσουν κάποια ιεραρχική κλίμα­κα για να φτάσουν έμμεσα σε αυτόν, σαν να ήταν ο γενικός διευ­θυντής μιας επιχείρησης ή κρατικής αρχής.

Αυτό είναι λοιπόν που κάνουν στην πράξη όσοι ευελπιστούν στη μεσολάβηση των φωτεινών οντοτήτων για να εισακουστούν από τον ουράνιο Πατέρα τους, προφανώς επειδή δεν έχουν καταλάβει ότι ο Πατέρας αυτός που τους δίνει τα πάντα είναι ο Ιησούς Χρι­στός. Εκτός από τους μυστικιστές και εκείνους που αγαπούν πραγ­ματικά και ως εκ τούτου το γνωρίζουν βιωματικά, για τους περισ­σότερους χριστιανούς το ζήτημα της ταυτότητας Ιησού Χριστού και Πατέρα είναι ένας «άγνωστος τόπος» και αυτό φαίνεται παγκό­σμια από την καθημερινή πρακτική τους και τις συνέπειές της.

Οι «εμφανίσεις» της Παναγίας

Ένα πολύ ευφυές τέχνασμα του γεννήτορα του κακού είναι να εμφανίζει υποτιθέμενες αποδείξεις για να στηρίξει τα παραπλα­νητικά μηχανεύματά του. Στην πραγματικότητα όμως οι άνθρωποι οφείλουν να περάσουν πρώτα από μία δοκιμασία της πίστης τους, για το λόγο ότι για να βοηθηθεί κάποιος στον πνευματικό του δρό­μο ώστε να γίνει τελικά μακάριος, πρέπει καταρχάς να δείξει ότι πιστεύει αρκετά και μάλιστα χωρίς να διαθέτει αποδείξεις. Ασφα­λώς ο Θεός έχει αμέτρητες αποδείξεις και τη δύναμη να πείσει πέ­ρα από κάθε αμφιβολία για την ύπαρξη τη δική του όπως και του πνευματικού κόσμου. Αυτό όμως θα αποτελούσε εκβιασμό της πί­στης και βιασμό της ελευθερίας της βούλησης και άρα θα ήταν ε­νάντιο στο θεϊκό νόμο. Γιατί αυτόβουλα απομακρύνθηκαν κάποτε οι άνθρωποι από τον κόλπο του Θεού εξαιτίας της αλαζονείας τους και γι’ αυτό αυτόβουλα πρέπει πάλι να επιστρέψουν. Επομένως, πρέπει πρώτα να επιδείξει ο καθένας την καλή του πίστη και τότε μόνο μπορούν να του δοθούν πια και οι αποδείξεις.

Η αντίθεη δύναμη γνωρίζει αυτό το νόμο όμως τον παραβιάζει συστηματικά. επειδή γνωρίζει αφενός τη μειωμένη φιλαλήθεια και αφετέρου την αυξημένη φιλοπεριέργεια πολλών ανθρώπων, υπερβαίνει συνειδητά τα όρια που της έχει θέσει ο Θεός, πράγμα που αποτελεί άλλο ένα γνώρισμα της εποχής του τέλους. Ο «άρχοντας του κόσμου» γνωρίζει ότι δεν του απομένει πολύς χρόνος για να δράσει μέσα στα επιτρεπτά γι’ αυτόν όρια και γνωρίζει επίσης ότι με τέτοια θεατρικά τεχνάσματα, όπως είναι οι «εμφανίσεις» α­γίων προσώπων, μπορεί να αιχμαλωτίσει πολλούς ανθρώπους. Έ­τσι αφενός δεσμεύει την ενέργειά τους για τον εαυτό του, μία ε­νέργεια που του είναι απαραίτητη, καθώς από μόνος του δεν διαθέτει απολύτως καμία δύναμη από τότε που αποσχίστηκε από τον θεό αφετέρου, καθώς τους εμπλέκει σε δρόμους που αποκλίνουν -αν και αρχικά μοιάζουν ταυτόσημοι- από εκείνον της άμεσης πνευματικής τελειοποίησης τους, τους κάνει να χάνουν πολύτιμο χρόνο, ενέργεια ή και τον ίδιο το δρόμο. Την τελευταία λέξη βέβαια σ’ αυτή την αέναη πάλη που εκτυλίσσεται ανάμεσα στο καλό και στο κακό την έχει ωστόσο πάντα ο Ιησούς Χριστός, με την προϋ­πόθεση φυσικά ότι ο ίδιος ο άνθρωπος τον πιστεύει και του παρα­χωρεί την εξουσία να τον υπερασπιστεί.

Το να ακολουθήσει κάποιος ένα λαθεμένο δρόμο σημαίνει ένα εκ των προτέρων ανυπολόγιστο ρίσκο γιατί δεν ξέρει εάν θα φτά­σει έγκαιρα στον προορισμό του. Ένα σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει βέβαια η αιτία της επιλογής του λαθεμένου δρόμου, εάν δη­λαδή πρόκειται για λόγους αλαζονείας ή για πνευματική αδυναμία διάκρισης. Γιατί η πρώτη περίπτωση τιμωρείται στο αντίστοιχο μέ­τρο σύμφωνα με το νόμο της ανταπόδοσης, ενώ η δεύτερη μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιείκεια από το Νομοθέτη και να απαλλα­γεί από τις συνέπειες της τυφλότητάς της.

Όσον αφορά τώρα τις εμφανίσεις της Παναγίας, είναι ουσιαστι­κά ένα φαινόμενο που προκαλείται από την ίδια τη θέληση και την ψυχοσύνθεση του κάθε εύπιστου λάτρη της. Το ίδιο ισχύει κατ’ α­ναλογία για τον πνευματισμό ή για τα UFO και τους «εξωγήινους», όπως αναλύεται σε άλλα σημεία του βιβλίου. Με άλλα λόγια, όταν κάποιοι κινούνται σε ένα χώρο εσφαλμένων και νεφελωδών θρη­σκευτικών πεποιθήσεων, προσφέρουν ένα έρεισμα στον αντίπαλο της αλήθειας για να παρεισφρύσει. Και ο καλύτερος τρόπος για να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία είναι να υιοθετεί μία εξεζητημέ­νη ευσέβεια, γιατί γνωρίζει ότι τους πιστούς μόνο με το μανδύα της πίστης μπορεί να τους ξεγελάσει και να τους κερδίσει.

Η αλήθεια του Θεού δεν παύει βέβαια να φωτίζει παράλληλα, αλλά αυτή δεν είναι ένα εντυπωσιακό φως που παρουσιάζεται στα μάτια σαν εκτυφλωτική αστραπή για να τα κάνει μετά ανίκανα να διακρίνουν στο σκοτάδι το αληθινό φως, παρά φέγγει με μία απα­λή λάμψη που ενισχύει την όραση.

Για το λόγο αυτό επιβάλλεται άκρα προσοχή όπου παρουσιάζο­νται μυστηριώδη φαινόμενα, που διεγείρουν πιο πολύ το νου ή τις σωματικές αισθήσεις παρά την καρδιά του ανθρώπου, διότι η αντί­παλη δύναμη απευθύνεται κυρίως στις εξωτερικές αισθήσεις.

Αντίθετα ο Θεός και οι απεσταλμένοι του απευθύνονται κατά κανόνα στο θεϊκό τμήμα του ανθρώπου, μέσα στην καρδιά του, ό­που επιδιώκουν να εγκαταστήσουν μία καθαρά πνευματική σύν­δεση μαζί του μέσω της θεϊκής χαρισματικής ενέργειας. Η δυσκο­λία διάκρισης έγκειται στο γεγονός ότι οι οπτασίες ή τα οράματα π.χ. μπορεί να προέρχονται είτε από τη δράση ανώριμων πνευμά­των είτε από τη χαρισματική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, αλ­λά και οι δύο μορφές να συνοδεύονται από μία κατάσταση έκστα­σης, όπως τέτοια παραδείγματα αναφέρονται στη Βίβλο ή και ε­κτός της Βίβλου από πολλούς χριστιανούς μυστικούς.

Είναι ενδεικτικό ότι συχνά στις υποτιθέμενες εμφανίσεις της Πα­ναγίας οι οπτασίες παρουσιάζονται ενώ ο οπτασιαστής βρίσκεται σε κατάσταση ύπνωσης. Ήδη από αυτό και μόνο συνεπάγεται ότι προέρχονται από τη δράση κάποιων πνευμάτων, ενώ αντίθετα ό­ταν η έκσταση είναι προϊόν θείας χάρης, αυτός που τη βιώνει δια­θέτει πλήρη συνείδηση της πραγματικότητας, καθώς μαρτυρούν οι χριστιανοί μυστικιστές όπως ο ινδός Σάντου Σούνταρ Σινγκ.

Σε αυτό το σημείο χρειάζεται να γίνει επίσης η διάκριση μεταξύ των οραμάτων που παρουσιάζονται σε ανθρώπους που έχουν τη δεύτερη (ψυχική ή πνευματιστική) όραση, οπότε είναι οι μόνοι που τα βλέπουν, και των υλοποιήσεων, οι οποίες είναι ορατές και από άλλους παρευρισκομένους, όπως π.χ. έγινε στην περίπτωση της Φάτιμα που θα εξεταστεί παρακάτω.

Πολλές φορές για να εξακριβωθεί αν τα οράματα προκαλούνται από πνεύματα του άλλου κόσμου γίνεται το τεστ με το αναμμένο κερί. Όταν πρόκειται για μία πραγματική κατάσταση ύπνωσης, ό­σο διαρκεί η επίδραση των πνευμάτων το σώμα του διάμεσου δεν αντιδρά στο κάψιμο της φλόγας και μόνο αργότερα στην εγρήγορση παρουσιάζονται καμιά φορά εκ των υστέρων τα φυσικά αντα­νακλαστικά.

Στη σύγχρονη εποχή τα οράματα με την Παναγία γνώρισαν αλματώδη αύξηση. Στο «Μικρό λεξικό των εμφανίσεων της Μα­ρίας από το 1830 και εφεξής» του Δρα Ρόμπερτ Ερνστ έχουν κα­ταμετρηθεί 98 τέτοιες εμφανίσεις για τον αιώνα 1830-1930, ενώ στα 44 χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ 1931 και 1947 καταμε­τρήθηκαν 210. Ο ετήσιος μέσος όρος πενταπλασιάστηκε επομέ­νως, οι δύο δεκαετίες δε του θερμού και ψυχρού πολέμου 1940- 1960 έσπασαν τα ρεκόρ με 55 και 68 αντίστοιχα σχετικές μαρ­τυρίες.

Τα περισσότερα περιστατικά δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να αναγνωριστούν επίσημα από την εκκλησία, όμως πολλές απλοϊκές, ευσεβείς ψυχές πίστευαν τις διηγήσεις των οπτασιαστών που συχνά ήταν ανήλικοι ή παιδιά. Έτσι συνέρρεαν στον τόπο της «παρουσίας» της Παναγίας, προσεύχονταν ή καλλιεργούσαν μαζικά ένα κλίμα αυξημένων προσδοκιών και, καθώς διψούσαν να δουν σημεία και θαύματα, σαν επακόλουθο στο τέλος συχνά έβλεπαν κι άκουγαν τη Θεομήτορα αυτοπροσώπως. Αυτόματα ο τόπος εκείνος μετατρεπόταν σε πόλο έλξης για αμέτρητους προ­σκυνητές.

Όσον αφορά την προ του 1830 ιστορία του φαινομένου είναι δύ­σκολο, αν όχι αδύνατο, να ειπωθεί κάτι με βεβαιότητα γιατί δεν μπορεί να ελεγχθεί και σίγουρα πολλές διηγήσεις είναι απλά θρύλοι. Σημασία μόνο έχει να γνωρίζει κανείς ότι οι πρώτες σχε­τικές αναφορές προέρχονται από τον 11ο και 12ο αιώνα, όταν δη­λαδή η μαριολατρία εδραιώθηκε επίσημα στην εκκλησιαστική πα­ράδοση. Από αυτό φαίνεται και πάλι το πώς η βούληση του ανθρώ­που είναι καθοριστική καταρχάς για τις σκέψεις του, με τις οποί­ες ελκύει τα πνεύματα που τον περιβάλλουν και προκαλούν τα αντίστοιχα γεγονότα, πράγμα που επιβεβαιώνουν πολλά κείμενα της Μπέρτα Ντούντε.

Όλες σχεδόν οι εμφανίσεις συνοδεύονται από μία απαίτηση της «Παναγίας», συνήθως να κτιστεί κάποια εκκλησία ή σπίτι (!) προς τιμήν της. Το 1830 στο Παρίσι η οπτασία έδωσε την εντολή να κατασκευαστούν περιδέραια με την εικόνα της, τα οποία θα απέφε­ραν μεγάλη ευλογία σε όσους θα τα φορούσαν. Αμέσως άρχισε μία μαζική παραγωγή τέτοιων «φυλαχτών» που αναμφίβολα επηρέα­ζαν τον ευαίσθητο ψυχισμό εύπιστων ατόμων όπως π.χ. τα παιδιά, που έτσι με τη σειρά τους δήλωναν ότι τους παρουσιαζόταν η «Πα­ναγία». Εξυπακούεται βέβαια ότι το εμπόριο με τα συναφή αντι­κείμενα ήταν και είναι εξαιρετικά επικερδές.

Η πρώτη φορά που παρουσιάζεται η «Παναγία» σε παιδιά με ε­ντυπωσιακό τρόπο, είναι στη Σαλέτ της Γαλλίας, το 1846. Η οπτα­σία που εμφανίστηκε εκεί ισχυρίστηκε τα εξής στη μικρή Μελανί Κολβάτ: «Όσο και αν προσεύχεστε και ό,τι κι αν κάνετε, δεν πρό­κειται ποτέ να ξεχρεώσετε για τα πάθη που υπέφερα για χάρη σας. Σας έχω δώσει έξι μέρες για να εργάζεστε και την έβδομη την κρά­τησα για μένα, μα εσείς δεν μου την παραχωρείτε. Για το λόγο αυ­τό πέφτει τόσο βαρύ το χέρι του γιου μου πάνω σας».

Με τον ισχυρισμό αυτό ανατρέπονται τα πάντα, αφού παρουσιά­ζεται ως Σωτήρας η Μαρία, που σίγουρα δεν θα κομπορρημονούσε έτσι, ενώ ο Χριστός είναι μόνο ο τιμωρός. Επιπλέον η οπτασία είχε την απαίτηση τα παιδιά να απευθύνουν τις προσευχές τους σε εκείνη και μάλιστα με την προσφώνηση «Χαίρε Μαρία!»

Σε αυτή τη συνάρτηση αξίζει να αναφερθεί τι λέει αντίθετα η νέα αποκάλυψη στον Γιάκομπ Λόρμπερ: «Τι σημαίνει άραγε αυ­τός ο χαιρετισμός; Η Μαρία δεν τον χρειάζεται κι ούτε και τον επι­θυμεί!»

Οι πιο γνωστές εμφανίσεις της «Παναγίας» είναι αυτές που έλα­βαν χώρα μεταξύ 1915 και 1917 στη Φάτιμα της Πορτογαλίας. Η ι­στορία άρχισε με τρεις διαδοχικές εμφανίσεις «αγγέλων» σε τρία μικρά βοσκόπουλα, σημειωτέον δε ότι μετά από αυτές και τα τρία παιδιά παρουσίασαν μία μεγάλη εξασθένιση των σωματικών τους δυνάμεων. Στη συνέχεια ακολούθησε μία σειρά από εμφανίσεις της «Παναγίας» παρουσία και άλλων θεατών. Στις 13.9.1916 μερι­κοί από τους 15-30.000 παριστάμενους είδαν επίσης ΑΤΙΑ να υπερίπτανται. Στις 13.10.1916 αρκετοί από τους 60.000 που ήταν πα­ρόντες είδαν τον «ήλιο να χορεύει». Οι μαρτυρίες γι’ αυτό το «θαύμα» ωστόσο ήταν τελείως αντιφατικές και συγκεχυμένες. Πα­ρόντες ήταν επίσης πολλοί δημοσιογράφοι, όμως οι περιγραφές τους δεν συμφωνούν ούτε παρουσίασαν φωτογραφίες. Την ημέρα εκείνη δόθηκε το τρίτο μήνυμα της «Μαρίας» με την εντολή να κρα­τηθεί μυστικό ως το 1960 και ταυτόχρονα προβλήθηκε η αξίωσή της να χτιστεί μία εκκλησία στη χάρη της.

Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι το δεδομένο ότι οι εμφανίσεις γίνο­νταν κατόπιν προαγγελίας συστηματικά τη δέκατη τρίτη μέρα κά­θε μήνα, πράγμα που ασφαλώς δεν είναι τυχαίο. Ήδη από την αρ­χαιότητα ο αριθμός 13 θεωρείται δυσοίωνος, κυρίως επειδή ακο­λουθεί τον «τυχερό» αριθμό 12 στο δωδεκαδικό σύστημα. Έτσι αυ­τή η ημερομηνία προσέδιδε μία παραπάνω αχλύ μυστηρίου στο τρίτο μυστικό μήνυμα της Φάτιμα και γενικά στην όλη υπόθεση κε­ντρίζοντας τη φαντασία όσων αναζητούσαν συγκινήσεις. Επίσης, στο θρησκευτικό συμβολισμό το 13 είναι ο αριθμός του κάτω κό­σμου. Το 13ο κεφάλαιο της Αποκάλυψης του Ιωάννη π.χ. αναφέ­ρεται στον αντίχριστο και στο θηρίο.

Τα κείμενα της Ντούντε αποκαλύπτουν ότι οι εμφανίσεις αυτές αποτελούσαν ένα παιχνίδι δαιμόνων που υποδύονταν τις φωτεινές οντότητες. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι τα εκεί παρατηρηθέντα θυμίζουν πολύ έντονα τα ΑΤΙΑ και τα συνοδά φαινόμενα. Στην Μπέρτα Ντούντε αποκαλύπτεται με ενάργεια η αιτία αυτών των φαινομένων:

«Είναι ο κυρίαρχος τον κακού που σκηνοθετεί όλες αυτές τις εμ­φανίσεις και επίσης είναι ο ίδιος που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί για τους δικούς του σκοπούς ακόμη και τα αληθινά οράματα ενός γνήσια πιστού ανθρώπου, γιατί πρόθεση του είναι να παρακινήσει το πλήθος να πιστέψει ότι είναι η αποκάλυψη μιας πολύ άγιας, α­γνής οντότητας, που η ίδια όμως δεν πρόκειται ποτέ να αποκαλυ­φθεί με τον τρόπο αυτό.

… Και πολλά άλλα ακόμη θα κάνει ο αντίπαλος Μου με αποκλει­στικό στόχο να κερδίσει τις μάζες με το μέρος του.

Και αυτό κρατήστε το ως κριτήριο για να αναγνωρίζετε ποιος κρύ­βεται πίσω από αφύσικες ενέργειες και εμφανίσεις, καθότι Εγώ δρω πάντοτε μυστικά και οι δικοί Μου απεσταλμένοι δεν θα αναζητή­σουν ποτέ την προβολή….»

Το τρίτο μυστικό της Φάτιμα

Ένα από τα τρία παιδιά που είχαν «δει» και μιλήσει με την «Πα­ναγία» στη Φάτιμα, η Λουτσία, μεγαλώνοντας έγινε μοναχή και κατέγραψε τις προφητείες που της είχε αποκαλύψει η οπτασία. Τα δύο πρώτα «μυστικά» δεν μας ενδιαφέρουν γιατί αναφέρονται στους δύο μεγάλους πολέμους, εκ των υστέρων και μάλιστα αποδεδειγμένα λάθος. Το τρίτο «μυστικό» που καταγράφηκε το 1943, δύο χρόνια αργότερα από τα δύο πρώτα, σύμφωνα με την αδελφή Λουτσία έπρεπε να παραμείνει άγνωστο ως το 1960 κατ’ εντολή της «Παναγίας». Ωστόσο μέχρι τον Ιούνιο του 2000 το Βατικανό δεν επέτρεπε την επίσημη γνωστοποίηση του. Η καθυστέρηση αυ­τή, ως ήταν εύλογο, γέννησε πολλά ερωτηματικά και εικασίες.

Τελικά το «μυστικό» που δημοσιοποιήθηκε τον Ιούνιο του 2000 επίσημα από το Βατικανό, ότι δηλαδή αφορούσε την απόπειρα δο­λοφονίας του Πάπα από τον Αλί Αγκτσά, δεν δικαιολογεί την τό­ση καθυστέρηση. Αυτά που είχαν γίνει στο μεταξύ ανεπίσημα γνω­στά σε σχέση με το τρίτο «μυστικό», αναφέρουν πρωτοφανείς αναστατώσεις και καταστροφές στη Γη που θα πλήξουν και την καθο­λική εκκλησία. Σύμφωνα με όσα είχαν διαρρεύσει τα ανατρεπτικά αυτά γεγονότα θα ενέσκηπταν το 1999. Αλλά το 1999 αυτά δεν έ­λαβαν χώρα και έτσι το Βατικανό μπορούσε να αποκαλύψει δημό­σια το υποτιθέμενο τρίτο μυστικό.

Στη συνάρτηση αυτή ο αναγνώστης θα θυμάται ότι με αφορμή την έκλειψη του ηλίου στις 11.8.1999 και το γνωστό τετράστιχο 10, 72 του Νοστράδαμου πολλοί -και κυρίως πλείστοι αστρολόγοι- προαιωνίζονταν και προέβλεπαν για το 1999 συνταρακτικά εσχατολογικά γεγονότα.

Είναι προφανής ο ψυχολογικός αντίκτυπος μιας τέτοιας πρό­βλεψης όταν στους ανθρώπους έχει καλλιεργηθεί ένα κλίμα ανα­μονής που όμως δεν επαληθεύεται από τα γεγονότα. Η ανακού­φιση που ακολουθεί την αγωνία, γιατί «άλλη μία φορά δεν ήρθε η “συντέλεια του κόσμου” που είχε προβλεφθεί», γεννά αυτόμα­τα στη συνέχεια αδιαφορία, απάθεια και γενικευμένη απιστία σε τέτοιους «απογοητευμένους» πιστούς της συγκεκριμένης ημερο­μηνίας.

Πολύ εύστοχα περιγράφεται η μεθοδευμένη αυτή τακτική του α­ντιπάλου του Θεού στην Μπέρτα Ντούντε:

«Στη διάρκεια αυτών των εμφανίσεων (ο αντίπαλος του Θεού) προλέγει διάφορα γεγονότα, τα οποία βέβαια μπορεί να δει ότι θα συμβούν και έτσι δημιουργεί την εντύπωση της αξιοπιστίας, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένας παραπλανητικός ελιγ­μός, για να μπορεί να προκαλεί ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση.

Κάθε φορά δε καλύπτεται μέσα σε ένα πέπλο μυστηρίου ισχυρι­ζόμενος ότι φανερώνει απόκρυφα πράγματα, συχνά μάλιστα με την εντολή να μη γίνουν γνωστά δημόσια, για το λόγο ότι τότε θα μπο­ρούσαν εύκολα να ξεσκεπαστούν τα ψέματά του. Οι ανακοινώσεις του είναι πάντοτε μυστηριώδεις επειδή δεν διαθέτει επακριβή γνώ­ση των γεγονότων, ενίοτε ωστόσο σε κάποιες διαυγείς στιγμές, ανα­γνωρίζει τη σοβαρότητα των καιρών, κατά τους οποίους θα τεθεί έ­να τέρμα στη δράση του».

Όσον αφορά την κάλυψη του τρίτου μυστικού με ένα από την «Παναγία» επιβεβλημένο πέπλο σιωπής, ο Λόγος παρατηρεί επί­σης στην Ντούντε:

«… Εγώ δεν πρόκειται ποτέ να επιβάλω τη σιωπή σε εκείνους που μπορούν να Με ακούσουν, απεναντίας τους αναθέτω την αποστολή να γνωστοποιήσουν στους ανθρώπους τη βούλησή Μου!»

Αναφορικά με τον ακριβή χρόνο εκπλήρωσης των εσχατολογικών γεγονότων που έχουν προφητευτεί από ενορατικούς και προ­φήτες όλων των εποχών, στην Ντούντε αποκαλύπτονται τα εξής στις 7.6.1949: «Δεν ξέρετε βέβαια πότε είναι αυτή η μέρα, όμως θα πρέπει να αρκείστε στο γεγονός ότι Εγώ ο Δημιουργός και προαιώνιος Πατέρας σας, σας λέω ότι επίκειται σύντομα και ότι σας δίνω να καταλάβετε ότι είναι ο καιρός να προετοιμάζεστε, γιατί διαφο­ρετικά δεν θα επαναλάμβανα συνεχώς προειδοποιήσεις και παραι­νέσεις, παρά θα σας άφηνα απροειδοποίητους».

Και στις 19.5.1963:

«… Έτσι λοιπόν σας προαγγέλω για άλλη μία φορά ότι σύντομα επίκειται το τέλος αυτής της Γης και η λήξη μιας περιόδου λύτρω­σης. Σας υποδεικνύω όλο και πιο επίμονα αυτή την πραγματικότη­τα επειδή σας φαίνεται απίστευτο ότι μπορείτε να ζείτε σε αυτή την τελευταία εποχή.

Ωστόσο και πάλι δεν σας προσδιορίζω με ακρίβεια πότε θα συμ­βούν αυτά και ούτε πρόκειται να το κάνω μέχρι τέλους για να μην καταπιέσω με κανένα τρόπο την ελευθερία της βούλησης σας. Ένα σας λέω εντούτοις, ότι δεν έχετε πια πολύ χρόνο στη διάθεση σας, γιατί πολύ σύντομα θα έχει φτάσει ο καιρός όπου θα εκπληρωθούν όλες οι προρρήσεις Μου× και σας λέω επίσης ότι δεν μπορείτε να επαναπαυθείτε στο ότι έχω πει πως μία δική Μου μέρα αντιστοιχεί σε δικά σας χίλια χρόνια. Ακόμη και τα χίλια χρόνια μια μέρα τε­λειώνουν και έτσι μια μέρα θα πάρει τέλος η λυτρωτική περίοδος στην οποία βρίσκεστε. Γιατί μια μέρα πρέπει να αρχίσει μια νέα ε­ποχή, άλλωστε ένας σημαντικός και αρκετός λόγος γι’ αυτό είναι τα αμέτρητα πνευματικά στοιχεία που είναι δέσμια μέσα στα δημιουρ­γήματα, τα οποία πρέπει να απελευθερωθούν για να συνεχίσουν την εξέλιξή τους.

Και πάλι το μόνο που λέω είναι πως είσαστε πολύ κοντά στο τέ­λος. Αλλά σας επαναλαμβάνω τα λόγια αυτά τόσο κατηγορηματι­κά που θα πρέπει τελικά να προβληματιστείτε …

Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να σας υπενθυμίζω όλο και πιο επιτακτικά πως πρέπει να περιμένετε με βεβαιότητα ότι θα εκ­πληρωθούν πράγματι όλες οι προφητείες και δεν πρέπει να επανα­παύεστε ότι δεν θα προλάβετε να το ζήσετε σεις οι ίδιοι.

Κανένας άνθρωπος δεν ξέρει την ώρα του θανάτου του, έτσι ού­τε ξέρει κανένας επίσης εάν θα αιφνιδιαστεί από τα προαναγγελθέ­ντα γεγονότα και ιδιαίτερα από το πρωτοφανές ολέθριο συμβάν στη φύση – που θα είναι ο προάγγελος για το έργο της μεγάλης κατα­στροφής που θα ακολουθήσει – και τότε θα πρέπει να ζήσει όλα ό­σα θα διαδραματιστούν στην τελευταία εποχή.

Δεν παύω να σας το επαναλαμβάνω ότι βρίσκεστε πολύ κοντά στο τέλος. Πολύ χρόνο δεν έχετε πια και πρέπει να λαμβάνετε υπό­ψη σας ότι μπορεί κάθε μέρα και κάθε ώρα να δηλώσω την παρου­σία Μου με ένα τελείως ασυνήθιστο τρόπο μέσα από τα στοιχεία της φύσης και τότε θα το γνωρίζετε και εσείς ότι το τέλος δεν είναι πια μακριά».

Σε σχέση με το παραπλανητικό μυστικό της Φάτιμα, αξίζει να α­ναφερθεί ότι υπάρχουν αρκετές αποκαλύψεις στην Ντούντε που προφητεύουν το βίαιο τέλος της καθολικής εκκλησίας και γενικό­τερα της ανατροπής της παραδοσιακής τάξης στα θρησκευτικά ζη­τήματα. Αξίζει να παραθέσουμε εδώ μερικά αποσπάσματα από αυτές σε αντιδιαστολή και αντιπαράθεση με το τρίτο «μυστικό της Φάτιμα»:

«Θα αναγκασθείτε να απορρίψετε πολλές από τις πνευματικές δι­δασκαλίες που ασπάζεστε, όσοι από σας δεν βρίσκεστε ακόμη μέσα στην Αλήθεια, γιατί θα έρθει μία εποχή όπου θα δείτε να καταρρέ­ουν πολλά τα οποία σας φαίνονταν ως τώρα ακατάλυτα. Θα διαπι­στώσετε για ένα ανθρώπινο έργο ότι δεν έχει καμία υπόσταση, παρ’ όλο που μπόρεσε να αντέξει για πολύ στο χρόνο. Θα σας φανεί απί­στευτο ότι από θέλημα Θεού θα συμβεί μία καταστροφή η οποία ταυτόχρονα θα σημάνει μία μεγάλη πνευματική μεταβολή, που θα ανατρέψει το σκεπτικό πολλών ανθρώπων, οι οποίοι θεωρούν ως τώρα ότι η πίστη τους βασίζεται στην αλήθεια.

Και δεν θα υπάρχει άλλη εξήγηση από το ότι ο Θεός θέλει να σας δείξει ολοφάνερα ότι βρίσκεστε σε λάθος δρόμο. Τα λάθη είναι πια πολύ βαθιά ριζωμένα μέσα σας για να μπορείτε να απαλλαγείτε απ’ αυτά με ευκολία, για αυτό το λόγο θέλει ο Θεός να σας βοηθήσει. Θέλει να σας δείξει ότι μπροστά στο θέλημά Του υποχωρούν υπο­χρεωτικά τα πάντα, ακόμη και ότι υπάρχει σταθερά εδώ και χιλιε­τίες.

Ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο ελευθερία βούλησης και ως εκ τού­του ήταν υποχρεωμένος ο ίδιος να αποσύρει τη δική Του θέληση σε όποια περίπτωση η ανθρώπινη θέληση έπαιρνε μία αντίθετη κατεύ­θυνση. Για το λόγο αυτό λοιπόν δεν εμπόδισε να διαμορφωθεί μία εξουσιαστική δομή η οποία δεν ανταποκρινόταν στο θέλημά Του.

Βέβαια, υπήρχαν ορισμένοι που σέβονταν και ακολουθούσαν στα κρυφά το θέλημά Του, απαρατήρητοι από τον κόσμο και συνεπώς ελάχιστα γνωστοί, αλλά φέρνοντας αντίσταση απέναντι σε εχθρικές επιδράσεις. Όμως στην ανθρωπότητα άρεσε αυτή η οργανωμένη εξουσιαστική δομή που επιδεικνύοντας μεγάλη χλιδή και αίγλη, πα­ρέμενε κυρίαρχη και συγκέντρωνε πολλούς οπαδούς. Αλλά και σ’ αυτό το έργο των ανθρώπων έχει τεθεί ένα τέλος και αυτό το τέλος θα έρθει φανερά στα μάτια του καθένα …

Θα κλονισθεί ένα οικοδόμημα το οποίο εθεωρείτο ακατάλυτο, θα συμβεί ένα γεγονός, το οποίο θα προκαλέσει από κάθε άποψη θύμα­τα. Αυτή η επέμβαση του Θεού θα αποτελέσει ένα γερό τράνταγμα για τις σκέψεις των ανθρώπων. Όμως ο Θεός θέλει να τους αποδεί­ξει ότι όλα όσα έφτιαξαν οι άνθρωποι παρέρχονται και μόνο ότι έρ­χεται απευθείας από τον Θεό παραμένει.

Ο σκοπός Του είναι να τους υποδείξει ότι κάνουν λάθος, ούτως ώστε να γίνουν δεκτικοί για την καθαρή Αλήθεια. Και πολλοί θα μεί­νουν έκπληκτοι βλέποντας αυτή την καταστροφική ανατροπή. Τό­τε θα αμφιβάλουν για την αξιοπιστία όσων είχαν διδαχθεί έως τό­τε, γιατί με την κατάρρευση αυτή εξανεμίζεται εντελώς η πίστη τους.

Αυτό το γεγονός λοιπόν δεν είναι πια μακριά και θα το πληροφο­ρηθεί ολόκληρος ο κόσμος, εφόσον δε πιστεύουν, θα συνειδητοποι­ήσουν ότι πρόκειται για ένα ορατό σημάδι που στέλνει ο Θεός στους ανθρώπους για το καλό των ψυχών τους».

Στο επόμενο κείμενο της Μπέρτα Ντούντε διασαφηνίζεται σα­φέστερα η φύση του προφητευμένου γεγονότος:

«Θα συμβεί ένα γεγονός που θα προκαλέσει μεγάλη πνευματική αναστάτωση με σκοπό να βάλει τους ανθρώπους σε σκέψεις και να τους κάνει να αναρωτηθούν για το επικείμενο τέλος, δεδομένου ό­τι πρόκειται για ένα συμβάν, το οποίο είχαν προαγγείλει προ πολ­λού ενορατικοί και προφήτες (1). Είναι εξόφθαλμο ότι εκπληρώνο­νται οι προφητείες αυτές και αυτό το πράγμα ελκύει την προσοχή των ανθρώπων, γιατί τώρα πια δίνουν σημασία σε κάθε σημάδι, κα­θώς αρχίζουν να πιστεύουν ότι πλησιάζει το τέλος.

Το γεγονός αυτό θα έχει παρεπόμενα στο γήινο πεδίο (2) παρ’ ό­λο που πηγάζει από το βασίλειο του πνεύματος, καθότι είναι έργο των φωτεινών οντοτήτων που επιδιώκουν να ταρακουνήσουν τους ανθρώπους.

Βέβαια όποιος έχει μόνο εγκόσμια νοοτροπία δεν βλέπει άλλο α­πό μία φυσική καταστροφή που κατά τύχη έχει πλήξει άτομα που βρίσκονται στο επίκεντρο μιας δραστηριότητας με πνευματικό πε­ριεχόμενο. Όποιος όμως λαμβάνει υπόψη του ότι τίποτα δεν γίνεται τυχαία, αναρωτιέται για τα πραγματικά αίτια και αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για ένα σημάδι που παραπέμπει στο επικείμενο τέλος, δεδομένου ότι η ισχύς και η δράση του Θεού εκδηλώνονται ο­φθαλμοφανούς.

Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται στις εχθρικές προθέσεις κάποιων ανθρώπων που θέλουν να στραφούν εναντίον του Θεού, αντίθετα είναι ολοφάνερο ότι πίσω του βρίσκεται μία ανώτερη δύναμη που θέλει να στείλει ένα μήνυμα με ιδιαίτερη έμφαση (2). Το ότι εκφρά­ζεται λοιπόν αυτή η Δύναμη, όπως και ο τρόπος που γίνεται αυτό, δίνει στους ανθρώπους τροφή για σκέψεις. Ανάλογα δε με την πνευ­ματική τους ωριμότητα και τοποθέτηση, η καταστροφή αυτή θα τους κάνει περισσότερη ή λιγότερη εντύπωση.

Οι προρρήσεις ενορατικών και προφητών εκπληρώνονται και οι δυνάμεις του Ουρανού θα σαλευτούν. Όλα τα πνευματικά όντα συμ­μετέχουν σε αυτό και επεμβαίνουν καταλυτικά στο κοσμικό γίγνε­σθαι επειδή έχει έρθει ο καιρός για τον οποίο είναι γραμμένο ότι ο ήλιος θα χάσει τη λάμψη του (3), με άλλα λόγια, θα σβήσει εκείνη η δόξα που άδικα έλαμπε επί μακρόν, επειδή οι τυφλοί άνθρωποι δέχονταν να τους εξαπατούν χωρίς να προβάλουν αντίλογο.

Ουρανός και Γη θα ενώσουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να φέρουν το φως στους ανθρώπους που βαδίζουν στο σκοτάδι. Και μολονότι φταίνε οι ίδιοι γι’ αυτό, ωστόσο θα βοηθηθούν φανερά ώ­στε να μπορέσουν να αναγνωρίσουν τη Δύναμη του Θεού, αρκεί να δείχνουν την πρέπουσα προσοχή και να αναζητούν το φως».

(1) Παραδείγματος χάρη ο Γιάκομπ Λόρμπερ στο ΜΕΙ VIII 162, 6: (Ο Ιησούς μιλά στον Ιούδα:) «Αυτή η ψεύτικη έδρα στη Ρώμη θα διατηρηθεί βέβαια για πολύ καιρό, πολύ περισσότερο από μία χιλιετία, όμως δεν πρόκειται να επιβιώσει ούτε δύο χιλιά­δες χρόνια× κάνε λοιπόν τους υπολογισμούς σου!»

(2) Κατά πάσα πιθανότητα θα συμβεί ένας μεγάλος σεισμός. Είναι βέβαια άγνωστο εάν πρόκειται για την τεράστια φυσική κατα­στροφή που προλέγεται στην Αποκάλυψη του Ιωάννη 16,18 και σε πολλές προφητείες της Ντούντε, πάντως δεν αποκλείεται η Ρώμη και ιδίως το Βατικανό να πληγούν νωρίτερα από ένα με­γάλο σεισμό, δοθέντος μάλιστα ότι η περιοχή της Ρώμης έχει ήδη επανειλημμένα σειστεί στο παρελθόν.

(3) Κατά Ματθαίο 24, 29. Κατά Μάρκο 13, 24

Σε μία άλλη αποκάλυψη που δόθηκε στην Ντούντε στις 3.6.1948 ειδικά για την περίπτωση της Φάτιμα, λέγεται:

«Πρόκειται για ένα παιχνίδι δαιμονικών δυνάμεων όταν παρου­σιάζονται διαφόρων ειδών φαινόμενα που τυφλώνουν τους εύπιστους ανθρώπους, φαινόμενα που στοχεύουν ειδικά στην εξάπλω­ση της πλάνης και της αναλήθειας. Γιατί αποβλέπουν αποκλειστι­κά στο να στηρίξουν ήδη υφιστάμενες εσφαλμένες διδασκαλίες, με σκοπό να βγάλουν τους ανθρώπους από το σωστό, δηλαδή τον απευθείας δρόμο.

… Είναι ένα τέχνασμα δαιμονικής προέλευσης που βρήκε εύφο­ρο έδαφος να αναπτυχθεί χάρη στην ευπιστία των ανθρώπων και την παραπλανημένη τους σκέψη, γιατί Εγώ δεν εμφανίζομαι με λάμ­ψεις και τυμπανοκρουσίες, αλλά μπορεί να Με αναγνωρίσει ο κα­θένας που το θέλει και έχει καλές, αγνές προθέσεις».

«Δεν χρειάζεται λοιπόν να παίρνετε στα σοβαρά τέτοιες εμφανί­σεις, γιατί στην πραγματικότητα είναι φαινόμενα χωρίς υπόβαθρο αλήθειας που τα διόγκωσε η εξημμένη ανθρώπινη φαντασία. Στην αρχή δηλαδή εμφανίστηκαν σε μία πρωτόγονη μορφή, αλλά στη συ­νέχεια η φαντασία ορισμένων τα μετέπλασε σε υπερφυσικές εμπει­ρίες. Άλλωστε το κατάλληλο έδαφος ήταν ήδη καλλιεργημένο, για­τί στους ανθρώπους αυτούς ήταν ήδη πολύ βαθιά ριζωμένη η «λα­τρεία της Θεομήτορος».

Έτσι ακόμη και τα πιο ασήμαντα περιστατικά δούλευαν μέσα τους πυρετωδώς φέροντάς τους σε κατάσταση υπερδιέγερσης, ού­τως ώστε δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για να γίνουν πιστευτά όλο και πιο απίθανα πράγματα. Αλλά δεν επρόκειτο σε καμία περί­πτωση για θεϊκές – πνευματικές εμφανίσεις που αποσκοπούσαν στο να παρακινήσουν τους πιστούς να λατρεύσουν πιο πολύ τη μητέρα του Θεού. Γιατί δεν είναι ούτε δική τους η θέληση να προεξάρχει ή να έρχεται πριν από το γιο της, τον Ιησού Χριστό. Άλλωστε αν εμφανι­σθεί ποτέ κάπου η ίδια, θα ρίχνει πάντοτε το βάρος σε Αυτόν και στο λυτρωτικό Του έργο».

Οι πιο γνωστές και πολυάριθμες εμφανίσεις της Παναγίας που προβλήθηκαν εκτεταμένα από τα ΜΜΕ είναι αυτές στο Γκαραμπαντάλ της Ισπανίας στην περίοδο 1961-1965 και στο Μεντγιουγκόριε της Ερζεγοβίνης στην πρώην Γιουγκοσλαβία από το 1981 και εφεξής. Τα χαρακτηριστικά αυτών των εμφανίσεων είναι λίγο ως πολύ τα γνωστά και από τις άλλες περιπτώσεις: Οι οπτασιαζόμενοι είναι παιδιά ή ανήλικοι. Οι οπτασίες ζητούν από τους πιστούς να μετανοήσουν, να προσεύχονται το ροζάριο, να δοξάζουν τη Θε­οτόκο και να κατασκευάσουν εκκλησία ή παρεκκλήσι που να γίνει τόπος προσκυνήματος. Επίσης εξαπολύουν απειλές γενικά ή για συγκεκριμένα πρόσωπα, εάν δεν «μετανοήσουν» με φόβητρο τον «τιμωρό» Ιησού Χριστό. Τέλος, συνήθως υπόσχονται και ένα με­γάλο «σημάδι», γεγονός κ.λπ. που θα πείσει τους ανθρώπους, το ο­ποίο όμως δεν συμβαίνει ποτέ…

Ως αντίλογος ας αναφερθεί και πάλι ότι ο Θεός δεν χρησιμο­ποιεί αποδείξεις όπως είναι οι «εμφανίσεις» αγίων για να κερδίσει τους ανθρώπους, γιατί αυτό αντιτίθεται στην ελευθερία της βούλη­σης και γιατί πρέπει κάποιος να αποκτήσει εθελοντικά την πίστη του για να γίνει μακάριος, αλλιώς αυτή δεν έχει καμία αξία (Ρωμ. 4,12. Εφέσ. 2, 8. Κορ. Β’ 5, 7. Εβρ. 11, 6). Για τούτο το λόγο ο Ιη­σούς υπογράμμιζε ότι η βασιλεία του Θεού δεν έρχεται με εξωτε­ρικό θεαματικό τρόπο, αλλά κατοικεί σιωπηλά μέσα στον άνθρω­πο (κατά Λουκά 17,20-21, κατά Ιωάννη 14, 21 & 23).

Επίσης, σύμφωνα με το Λόρμπερ ο Ιησούς δίδασκε τους μαθη­τές του να πραγματοποιούν με μεγάλη φειδώ και μόνο σε μεγάλη ανάγκη θαύματα και μάλιστα αφού θα είχαν πρώτα διδάξει τη δι­δασκαλία του, γιατί ο Λόγος μόνο περικλείει τη θαυματουργική δύναμη.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ευφυΐα επομένως για να διακρίνει κα­νείς ότι οι εμφανίσεις αυτές είναι κυριολεκτικά «εκ του πονηρού», καθώς αποβλέπουν στη δημιουργία εντυπώσεων και σύγχυσης και στο να διεγείρουν την περιέργεια κυρίως των μεγάλων εύπλαστων μαζών. Στη συνέχεια δε τους προσφέρονται σαν «μηνύματα από τον ουρανό» συμφύρματα ψεύτικων και αληθινών αποκαλύψεων, όπου όμως κυριαρχεί το ψέμα και έτσι μπορεί να ενσταλάζεται έ­ντεχνα στη συνείδηση του πλήθους. Η επιτυχία είναι εμφανής δε με ευκολόπιστους ανθρώπους που δεν ενδιαφέρονται -ή δεν τολμούν- να εξακριβώσουν την αλήθεια.

Είναι ευλογοφανές ότι ο λόγος που οι οπτασίες παρουσιάζονται με ονόματα υπεράνω κάθε υποψίας – όπως της μητέρας του Ιησού και πολλών αγίων – είναι ώστε λατρεύοντας αυτά τα πρόσωπα να παραμελούν οι άνθρωποι τον ουσιαστικό στόχο της ζωής τους που είναι συνυφασμένος με τον Ιησού Χριστό, ο οποίος είναι ο μόνος χορηγός της λύτρωσης. Ένα ποσοστό αλήθειας περιέχουν βέβαια και οι δικές τους ανακοινώσεις για να μπορούν συνάμα να γίνουν πιστευτά και τα ψέματα, αφού μάλιστα εμφανίζονται «με την υπο­γραφή» αγίων ονομάτων που κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει. Αλλά καμία αληθινή άγια οντότητα δεν αυτοπροβάλλεται, αντίθε­τα εργάζεται με κάθε τρόπο για να στρέψει την προσοχή και τη λατρεία κατευθείαν στο πρόσωπο του Χριστού. Γιατί ασφαλώς υ­πάρχουν και γνήσιες εμφανίσεις απεσταλμένων του Θεού, αλλά αυτές γίνονται σε ανθρώπους ήδη τόσο προχωρημένους, ώστε α­ποκλείεται πια να περιοριστεί από αυτό η ελευθερία της βούλησής τους.

Άλλωστε οι θεϊκής προέλευσης εμφανίσεις δεν απευθύνονται στον κόσμο των αισθήσεων, αλλά στο πνεύμα και γίνονται για συ­γκεκριμένες αιτίες όπως π.χ. για παρηγοριά, για ενίσχυση της πί­στης ή για την ανάθεση μιας αποστολής. Σε τελευταία ανάλυση λοι­πόν εξαρτάται από την πνευματικότητα και τη βούληση του ίδιου του ανθρώπου η ποιότητα των οράσεών του. Και όταν η μητέρα του Ιησού ως ένα μέλος της μεγάλης κοινωνίας των αγίων υπηρετεί το έργο του γιου της, αυτό γίνεται υπό τις εξής προϋποθέσεις:

  • ότι η επικοινωνία με τους ανθρώπους λαμβάνει χώρα μέσω του πνευματικού σπινθήρα τους και όχι τηλεπαθητικά ή σε κατάσταση ύπνωσης
  • ότι δεν αποτελεί η ίδια το επίκεντρο, αλλά ο Ιησούς Χριστός
  • ότι η ίδια δεν θέλει ούτε ζητά να τη λατρεύουν ούτε παίζει το ρόλο του μεσολαβητή ή παράκλητου στον Θεό.

Αναμφισβήτητα η Μαρία δικαιούται να θεωρείται η πιο αγνή και πιο φωτεινή οντότητα στο πνευματικό βασίλειο, γιατί η αγάπη της για τον Ιησού και ο πόνος που έζησε στη Γη γι’ αυτό το λόγο την έ­καναν αληθινό ομοίωμα του Θεού.

Ως σύμβολο επίσης ταπεινότητας και υποταγής είναι η «βασί­λισσα των ουρανών» αλλά σίγουρα όχι με την έννοια ότι απολαμ­βάνει κάποια πρωτοκαθεδρία. Συγκεκριμένα είναι λάθος να μεταφέρονται ανθρώπινες αξιολογήσεις και ιεραρχίες στο χώρο αυ­τών των τέλειων όντων, όπου η τελειότητα συνίσταται ακριβώς στο γεγονός ότι το ένα ον θέλει να υπηρετεί το άλλο και κανένα δεν θέλει να προηγείται.

Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι οι άνθρωποι που δεν ζουν πνευματικά, αλλά χρειάζονται «άρτο και θεάματα» σαν υ­πόβαθρο της πίστης τους, κατά βάση αποδεικνύουν ότι στην πραγ­ματικότητα η πίστη τους βρίσκεται ακόμη στο νηπιακό στάδιο, εί­ναι δηλαδή ολιγόπιστοι. Γι’ αυτό και όλες τους οι αισθήσεις και οι πρακτικές είναι στραμμένες προς τα έξω, με αποτέλεσμα να ακο­λουθούν τους δρόμους που παρακάμπτουν το κέντρο, αντί για την κεντρική, ευθεία οδό. Από την άλλη αντιδρούν πολύ έντονα αν τολ­μήσει κανείς να ασκήσει κριτική στους παρακαμπτηρίους ή και α­διέξοδους δρόμους και να κατεβάσει τα είδωλά τους από το θρόνο τους. Είναι γνωστό ότι τίποτα άλλο δεν υπερασπίζονται με τόση σφοδρότητα και επιμονή οι άνθρωποι από τις συνήθειες, τις παρα­δόσεις και τις πλάνες τους.

Και έτσι προτιμούν να πιστεύουν ότι χρειάζονται ένα «μέσο» που θα «μεσολαβήσει για την υπόθεσή τους» στον Θεό, ακριβώς επει­δή δεν έχουν την πίστη και την αγάπη που θέλει η εγκάρδια σχέση του παιδιού με τον Πατέρα. Αλλά ο Πατέρας, όπως είναι ευνόητο, αυτή την προσδοκία έχει και την εκφράζει στην Μπέρτα Ντούντε:

«Οφείλετε να πάρετε το δρόμο που έρχεται απευθείας σε Μένα γιατί αυτός είναι ο σκοπός και ο προορισμός της ζωής σας στη Γη. Όταν μάθετε σε τι συνίστατο η αμαρτία που σας οδήγησε κάποτε στη πτώση, τότε θα ξέρετε επίσης ότι μόνο η αντίθετη ενέργεια μπο­ρεί να επανορθώσει την αμαρτία αυτή. Και αυτή η αμαρτία ήταν ο συνειδητός χωρισμός σας από Μένα, γι’ αυτό επομένως πρέπει να αποκαταστήσετε συνειδητά τη σύνδεσή σας μαζί Μου και έτσι να αναγνωρίσετε την αλλοτινή σας υπερβασία και να Μου την ομολο­γήσετε ανοιχτά.

Γι’ αυτή την αμαρτία που διαπράξατε κάποτε δεν μπορεί ποτέ να πληρώσει για χάρη σας κανένα άλλο ον, όσο φωτεινό και αν είναι. Ού­τε μπορώ ποτέ να δεχτώ τις παρακλήσεις τους για λογαριασμό σας, γιατί η μεταστροφή της βούλησης σας πρέπει να είναι δικό σας έργο!

Πρέπει να έρθετε με τη δική σας θέληση προσωπικά σε Μένα για­τί μόνο τότε μπορεί να αποκατασταθεί η σύνδεση που καταστρέψα­τε μόνοι σας με την ελεύθερη θέληση σας.

Είναι ωστόσο ένα πανούργο όπλο του αντιπάλου Μου να καθυ­στερεί όσο το δυνατό ή και να εμποδίζει τελείως αυτή την επιστροφή κοντά Μου, τη συνειδητή σύνδεση μαζί Μου, με το να σας κάνει να πιστεύετε ότι μπορείτε να φτάσετε στον προορισμό σας κάνοντας κύκλους!

… Γι’ αυτό είναι λάθος να πιστεύετε ότι κάθε δρόμος οδηγεί σε Μέ­να!»

Υπάρχουν βέβαια ορισμένοι που ισχυρίζονται ότι και οι κύκλοι είναι σωστοί ή απαραίτητοι για ένα τουλάχιστον στάδιο εξέλιξης, ξεχνώντας όμως να σημειώσουν παράλληλα τι κινδύνους μπορεί να περικλείουν.

Ο δρόμος προς τη λύτρωση και την τελειοποίηση είναι κατά βά­ση απλός και το μόνο που απαιτεί είναι αγάπη και ταπεινότητα. Ό­πως διδάσκει ο Ιησούς στον Λόρμπερ, η όλη απόσταση γι’ αυτό το «εσωτερικό προσκύνημα» είναι περίπου 33 εκατοστά, όσο απέχει δηλαδή το κεφάλι από την καρδιά, με άλλα λόγια το εγώ και το μυαλό του ανθρώπου από το θεϊκό σπινθήρα, που μπορεί να τον συνδέσει ξανά με το Πνεύμα του ουράνιου Πατέρα του.