ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
«ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΜΠΕΡΤΑ ΝΤΟΥΝΤΕ»
(σελ. 13-23)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ποια ήταν η Μπέρτα Ντούντε; Στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο σημαντικό να ξέρει κανείς ποια ήταν η Μπέρτα Ντούντε. Πολύ πιο σημαντικό είναι να ελέγξει εάν τα όσα είχε τη χάρη να καταγράψει η γυναίκα αυτή προέρχονταν αληθινά από τον ίδιο τον Θεό. Και εφόσον αναγνωρίζει ότι πρόκειται όντως για λόγια του Πατέρα, να εναρμονίσει τη ζωή του με αυτά. Το ότι ο καθένας οφείλει να ελέγχει το καθετί που του προτείνεται να πιστέψει με την αξίωση ότι είναι αληθινά λόγια που προέρχονται από τον Θεό, το ξέρει όποιος γνωρίζει την Αγία Γραφή. Αυτός ο έλεγχος βέβαια δεν είναι τόσο απλός, ιδίως μάλιστα στην εποχή μας, την εποχή του τέλους. Αλλά εφόσον υπάρχει αληθινή αγάπη για την αλήθεια, εφόσον ακολουθούνται οι κατευθυντήριες γραμμές που μας δίνονται μέσα στη Βίβλο και επίσης εφόσον κανείς προσεύχεται με εσωτερικότητα στον Ιησού Χριστό για να τον φωτίσει σχετικά, τότε δεν είναι αδύνατη η διάκριση ανάμεσα στα αληθινά και στα τεχνηέντως φαινομενικά λόγια του Πατέρα.
Ένα από τα κριτήρια που έδωσε ο ίδιος ο Χριστός είναι ιδιαίτερα σημαντικό και είναι αυτό που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, κεφ. 7,15-21: «Προσέχετε τους ψευδοπροφήτες που σας έρχονται ντυμένοι με προβιά αρνιού, μέσα τους όμως είναι λύκοι αρπακτικοί. Θα τους αναγνωρίσετε από τους καρπούς τους. Μήπως μπορεί κανείς να μαζέψει σταφύλια από τα αγκάθια ή σύκα από τα τριβόλια; Το καλό το δέντρο κάνει καλούς καρπούς, το κακό δέντρο κάνει κακούς. Ένα καλό δέντρο δεν μπορεί να κάνει σκάρτους καρπούς ούτε το άχρηστο δέντρο να κάνει καλούς καρπούς. Όποιο δέντρο δεν κάνει καλούς καρπούς, το κόβουν και το καίνε. Επομένως θα τους αναγνωρίσετε από τους καρπούς τους.
Δεν είναι όποιος Μου λέει ‘‘Κύριε, Κύριε’’, που θα μπει στη βασιλεία των ουρανών, αλλά εκείνος που κάνει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα Μου!»
Με αυτή την παρομοίωση ο Ιησούς εξηγεί ότι κάποιος μπορεί ν’ αναγνωρίσει το δέντρο από τους καρπούς του, αλλά και από το δέντρο να διαβλέψει τι είδους καρποί θα προκύψουν, τονίζοντας ιδιαίτερα ότι ένα κακό δέντρο δεν φέρνει καλούς καρπούς. Αυτό ισχύει για την πνευματική τοποθέτηση και δράση ενός ανθρώπου αλλά και για την προσωπική του ζωή και τη δραστηριότητά του.
Εάν, όλα όσα προβάλλονται ως αλήθειες, ελέγχονταν με σοβαρότητα σύμφωνα με τα κριτήρια που δίνονται στη Βίβλο, τότε δεν θα υπήρχαν τόσοι πολλοί άνθρωποι που δέχονται ανεπιφύλακτα ψεύτικες αποκαλύψεις ως «λόγια του Θεού» αλλά ούτε και τόσοι πολλοί από την άλλη που απορρίπτουν κάθε νέα αποκάλυψη.
Η Μπέρτα Ντούντε (1891-1965) ανάμεσα στο 1937 και στο 1965 κατέγραψε πάνω από 9.000 αποκαλύψεις που της δόθηκαν μέσω του «εσωτερικού Λόγου». Ο τρόπος που λάμβανε χώρα η πνευματική επικοινωνία με τον Θεό, ήταν ίδιος με κείνον που ίσχυε -μεταξύ άλλων- και στην περίπτωση του μεγάλου μύστη και προφήτη Γιάκομπ Λόρμπερ (1800-1864).
Δεν έλαβε δηλαδή κανένα απολύτως μήνυμα σε κατάσταση ύπνωσης (τρανς) ή ημιύπνωσης ούτε και μέσω της λεγόμενης «αυτόματης γραφής». Θα πρέπει αυτό να τονισθεί σε αντιδιαστολή με τον τρόπο μεταδόσεων των κατώτερων πνευμάτων, τα οποία επικοινωνούν κατά προτίμηση με τις παραπάνω μεθόδους. Αυτό όμως πέρα από τους κινδύνους που εμπερικλείει, σημαίνει επίσης και ένα δραστικό περιορισμό της ελεύθερης βούλησης και της προσωπικότητας του διαμέσου.
Η ίδια η Ντούντε περιγράφει τη θεόληπτη έμπνευση με αυτά τα λόγια:
«Η μετάδοση του ‘‘λόγου’’ γίνεται ως εξής: Μετά από μία κατανυκτική προσευχή και σύντομη αυτοσυγκέντρωση, αφουγκράζομαι μέσα μου. Οι σκέψεις αναδύονται από κει με ενάργεια, οι λέξεις ρέουν μεμονωμένες και ευκρινείς η μία μετά την άλλη…
Με αργό ρυθμό, ώστε να προλαβαίνω να γράφω, η κάθε φράση προστίθεται στην προηγούμενη. Καταγράφω τις λέξεις στενογραφικά, όπως γίνεται με μία υπαγόρευση, δίχως να συμμετέχω με τις σκέψεις μου ή να επεμβαίνω στη δομή του κειμένου. Ποτέ δεν πέφτω σε κατάσταση ύπνωσης ούτε σχηματίζω εγώ τις προτάσεις, παρά είναι σαν να ξεπηδούν οι λέξεις από μόνες τους, χωρίς εγώ να συλλαμβάνω το συνολικό νόημά τους κατά τη διάρκεια της καταγραφής.
Μετά από μέρες, καμιά φορά μάλιστα και εβδομάδες, μεταφέρω το στενογράφημα σε κανονική γραφή, χωρίς να το διαβάσω προηγούμενα ολόκληρο. Αντιγράφω τη μία λέξη μετά την άλλη, χωρίς να αλλάζω ούτε μία συλλαβή ή να ‘‘βελτιώνω’’ τίποτα και σε καμία περίπτωση δεν επεξεργάζομαι το νόημα ή το ύφος της υπαγόρευσης. Συνήθως η διάρκεια μιας τέτοιας υπαγόρευσης είναι περίπου μισή ώρα. Εδώ θα πρέπει να τονίσω με έμφαση ότι η όλη διαδικασία γίνεται χωρίς κανέναν εξαναγκασμό και χωρίς οποιαδήποτε κατάσταση έκστασης. Τα πάντα γίνονται απλά, με νηφάλιο πνεύμα, χωρίς να διεγείρεται ή να επηρεάζεται η θέλησή μου. Μπορώ ανά πάσα στιγμή να διακόψω και να συνεχίσω μετά από ώρες ή και μέρες από το ίδιο σημείο που κόπηκε η πρόταση. Η υπαγόρευση συνεχίζεται ρέοντας κανονικά, χωρίς να διαβάσω απ’ αρχής τα προηγούμενα».
Την ίδια διαδικασία περιγράφει σ’ έναν φίλο του και ο Γιάκομπ Λόρμπερ σ’ ένα γράμμα του από τις 16.2.1858 με τα παρακάτω:
«Όσον αφορά το πώς ακούει κανείς τον εσωτερικό Λόγο, εγώ δεν μπορώ να πω παρά λίγα με δικά μου λόγια. Κι αυτό είναι ότι ακούω τον ιερότατο Λόγο του Κυρίου κάθε φορά στην περιοχή της καρδιάς ως τελείως ευδιάκριτες σκέψεις, διαυγείς και καθαρές σαν δυνατά λόγια. Κανένας, όσο κοντά μου κι αν στέκεται, δε μπορεί ν’ ακούσει καμία φωνή· όμως για μένα αυτή η φωνή της Χάρης ηχεί καθαρότερα και από τον πιο δυνατό φυσικό ήχο. Αυτά είναι λοιπόν όλα όσα μπορώ να πω από τη δική μου εμπειρία. Πριν από λίγο καιρό, ωστόσο, μια γυναίκα που είναι πολύ αφοσιωμένη στον Κύριο, Του απηύθυνε μέσω εμού ένα ερώτημα και η απάντηση που έλαβε είναι κατά λέξη η εξής:
‘‘Αυτό που τώρα κάνει μόνον ο πολύ φτωχός από επίγεια άποψη υπηρέτης Μου, στην πραγματικότητα θα έπρεπε να μπορούν να το κάνουν όλοι όσοι Με αναγνωρίζουν αληθινά. Διότι για όλους ισχύει η ρήση του Ευαγγελίου ότι όλοι σας πρέπει να διδαχθείτε από τον Θεό και όποιος δεν έλκεται από τον Πατέρα, δεν θα έρθει στον Υιό! Αυτό όμως σημαίνει το εξής: Πρέπει να φθάσετε στην εσωτερική εκ Θεού σοφία χάρη στην έμπρακτη ζωντανή σας αγάπη προς Εμένα και εξαιτίας αυτής και προς τον πλησίον σας, ο οποίος έχει πάντοτε περισσότερες ελλείψεις από σας στον έναν ή στον άλλον τομέα. Γιατί η αληθινή, έμπρακτη, ολοκληρωμένη αγάπη του καθενός προς Εμένα, είμαι Εγώ ο ίδιος μέσα στην καρδιά του, ακριβώς σαν τη ζωογόνο ακτίνα του ήλιου μέσα στην κάθε δροσοσταλίδα, στο κάθε φυτό και σε οτιδήποτε φέρει πάνω της η γη. Όποιος λοιπόν Με αγαπάει, πάνω απ’ όλα με όλες του τις δυνάμεις, η καρδιά του σαν αποτέλεσμα είναι γεμάτη με τη φλόγα από τη Ζωή Μου και τη θέρμη Μου και από το αστραφτερό Φως τους. Κι αυτό είμαι Εγώ ο Ίδιος μέσα στο Πνεύμα. Εάν σπείρει κανείς έναν απολύτως υγιή σπόρο σε ένα γόνιμο έδαφος, θα πρέπει κάτω από τη ζωοδότρα επίδραση των ακτίνων του ήλιου να φυτρώσει πλούσιος ευλογημένος καρπός. Από αυτό το παράδειγμα είναι ομοίως προφανές ότι ανάμεσα σε Μένα και στον άνθρωπο εκείνο που Με αγαπάει πάνω απ’ όλα, αναγκαστικά και αναπόφευκτα πρέπει να προκύψει μία διαρκής και φωτεινότατη επικοινωνία.
Το γεγονός ότι ο κάθε άνθρωπος μπορεί να το πετύχει αυτό, εφόσον εκπληρεί στη ζωή του κατά τις δυνατότητές του τις προϋποθέσεις που έχουν δοθεί στο Ευαγγέλιο, το αποδεικνύει ζωντανά αυτός εδώ ο υπηρέτης Μου που ζει ακόμα πάνω στη γη. Αλλά σου λέω και το εξής: Μόνο με τη λατρεία του προσώπου Μου -όσο μεγάλη και τιμητική και αν είναι- και μόνο με το θαυμασμό για τις θείες τελειότητές Μου -όσο βαθύ δέος και αυτοταπείνωση κι αν δείχνεις μπροστά Μου- δεν πετυχαίνεις τίποτα. Διότι μία τέτοια λατρευτική αγάπη για Μένα μοιάζει σε όλα με μία εντελώς ανόητη εξερεύνηση του βόρειου πόλου, από την οποία αποκλείεται να προκύψει οποιοδήποτε όφελος. Γιατί τέτοιες ψυχές που τρέμουν από το υπερβολικό δέος, κλείνουν όλο και πιο σφιχτά την καρδιά τους, όπως κανείς κουμπώνεται σφιχτά για να αντιμετωπίσει το δυσβάστακτο πολικό ψύχος. Έτσι στο τέλος δεν τολμούν καν ν’ αφήσουν την παραμικρή ανοιχτή σκέψη προς Εμένα να αναδυθεί μέσα τους, ώστε αποκλείεται δια παντός τέτοιες ψυχές να γίνουν τέλειες, όπως είναι τέλειος ο Πατέρας σας στον ουρανό. Τέτοιοι επονομαζόμενοι ευσεβείς χριστιανοί υπάρχουν σωρηδόν στον κόσμο, εντούτοις όμως δεν πετυχαίνουν παρά ελάχιστα ή και τίποτα με την ευσέβειά τους. Αλλά τα πάντα εξαρτώνται από το γεγονός ότι πρέπει να είναι εφαρμοστής του Λόγου που σας έχω δώσει αυτός που θέλει να βρει το ζωντανό Λόγο Μου μέσα του.
Αυτά τα λόγια λοιπόν απευθύνονται σε σένα και στον καθένα, ώστε να τα ακολουθήσετε και να τα εφαρμόσετε ελεύθερα από αληθινή ζωντανή αγάπη για Μένα’’».*
Σ.τ.μ. Αναλυτικότερα γύρω από τη «φωνή του Θεού» έχει γράψει ο μυστικιστής Γιοχάνες Τένχαρτ (1661-1720). Βλ. σχετικά το κεφάλαιο «Η Βίβλος και ο εσωτερικός Λόγος» στο βιβλίο «Η διδασκαλία του Χριστού» του Βάλτερ Λουτς, Πύρινος Κόσμος 1998.
Αυτές τις δύο προφητικές φωνές, του Λόρμπερ και της Ντούντε, τις χωρίζουν περίπου εκατό χρόνια παγκόσμιας ιστορίας, κατά τα οποία είναι εμφανής η κλιμάκωση της πορείας της ανθρωπότητας προς την τελευταία φάση της εποχής του τέλους. Για το λόγο αυτό το θεματικό κέντρο βάρους στην Μπέρτα Ντούντε είναι διαφορετικό, όπως είναι ευνόητο.
Ένα μεγάλο μέρος των αποκαλύψεών της αφορά γεγονότα που αναφέρονται από την είσοδο στην τρίτη χιλιετία και στο πέρασμα στη νέα πνευματική εποχή. Γι’ αυτό η δεύτερη χαρακτηρίζεται δικαιωματικά ως η «προφήτης της εποχής του τέλους».
Σε όλες τις εποχές, ο Θεός μιλούσε μέσω ενορατικών και προφητών προαγγέλλοντας γεγονότα τα οποία θα συνέβαιναν στο απώτερο μέλλον. Οι σχετικές προρρήσεις και οι επαπειλούμενες κρίσεις δίνονταν κυρίως καλυμμένα μέσα από συμβολικές εικόνες, όπως στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, ανάλογα με τον εκάστοτε βαθμό ωριμότητας των ανθρώπων. Επομένως έπρεπε να διαθέτει κανείς ένα αφυπνισμένο πνεύμα για να τις καταλάβει σωστά. Επειδή δε πολλές προφητείες αναφέρονταν σε μελλοντικά γεγονότα πριν το τέλος αυτής της γης, για τους ανθρώπους έμεναν σιβυλλικές και δυσερμήνευτες, δεδομένου ότι ο Θεός αποφασίζει ο Ίδιος πότε είναι η κατάλληλη ώρα για να ανασηκώσει το πέπλο που τις καλύπτει. Αλλά πάντοτε κάποια στιγμή το μέλλον γίνεται παρόν και ο Θεός έκρινε τώρα ως ενδεδειγμένο να ανασηκώσει το πέπλο από τις προφητείες του. Έτσι οι νέοι προφήτες μιλούν χωρίς καμία μεταφορά ή αλληγορία εντελώς ανοικτά για τα επικείμενα γεγονότα, έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να δικαιολογηθεί ότι δεν είχε τη δυνατότητα να τα πληροφορηθεί από πριν ή να τα καταλάβει.
Όπως με τους παλιούς προφήτες, έτσι και μέσα από τις νέες ξεχωριστές προφητικές μορφές, σαν του Λόρμπερ, του Μαγερχόφερ και της Ντούντε, μιλάει το Πνεύμα του Θεού. Στις 15 Ιουνίου 1962 η Μπέρτα Ντούντε έλαβε μια μετάδοση, στην οποία η αποστολή της συνδέεται άμεσα με μια μεγάλη βιβλική υπόσχεση:
«Σας υποσχέθηκα να σας στείλω τον Παράκλητο, το Πνεύμα της Αλήθειας και όντως το έκανα μεταδίδοντάς σας την αμιγή Αλήθεια μέσω ενός ανθρώπου που Μου είναι απόλυτα αφοσιωμένος. Σε αυτό το παιδί Μου στη γη ανέθεσα την αποστολή να μεταφέρει αυτή την Αλήθεια στους ανθρώπους εκείνους που είναι έτοιμοι να τη δεχτούν. Άναψα για σας τους ανθρώπους ένα φως, το οποίο δεν πρέπει να μείνει κρυμμένο. Αντίθετα οφείλει να λάμψει μέσα στη νύχτα που έχει απλωθεί πάνω από τη γη, γιατί μονάχα ένα φως από ψηλά μπορεί να διασπάσει αυτό το σκοτάδι».
Η ξεχωριστή σημασία των θέσφατων που αναφέρονται στην εποχή του τέλους τονίστηκε επίσης ιδιαίτερα μέσω του Γιάκομπ Λόρμπερ:
«Οι προφήτες της ύστερης εποχής, οι οποίοι θα αφυπνιστούν λίγο πριν μία μεγάλη κρίση, έχουν τη σύντομη αλλά δύσκολη αποστολή να καθαρίσουν τη διδασκαλία που έχει γεμίσει προσθήκες, ούτως ώστε να μην την απορρίπτουν πια συνολικά οι καθαρότερα σκεπτόμενοι σαν μια παλιά απάτη του κλήρου. Αυτοί οι εργάτες Μου δεν θα επιτελέσουν μεγάλα θαύματα. Θα δουλέψουν απλά στον αμπελώνα Μου μέσω του καθαρού Λόγου και της Γραφής. Ούτε πρόκειται να λάβουν κάποια άλλη φανερή αποκάλυψη εκτός από εκείνη του εσωτερικού, ζωντανού Λόγου μέσα στα αισθήματα και στις σκέψεις της καρδιάς τους…».
Οι εγκεφαλικοί άνθρωποι στην πλειοψηφία τους ξενίζονται όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με την απλή γλώσσα που χαρακτηρίζει συνήθως τις προφητείες. Στην καλύτερη περίπτωση θεωρούν αποδεκτή μια απλοϊκή γλώσσα για την προ-πολιτισμική εποχή, κατά την οποία ο Θεός ήταν αναγκασμένος να αρκεστεί στον περιορισμένο γλωσσικό πλούτο των φερεφώνων του. Γι’ αυτό πολλοί περιμένουν από ένα σύγχρονο προφήτη ότι το θείο Πνεύμα θα πρέπει να εκφραστεί με ένα πιο περίπλοκο, διανοούμενο γλωσσικό ύφος προκειμένου να πείσει τους σημερινούς ανθρώπους. Ωστόσο μια τέτοια θεώρηση των πραγμάτων δεν λαμβάνει υπ’ όψη της την ασύλληπτη απλότητα του Θεού, η οποία βέβαια είναι ως επί το πλείστον καλυμμένη και μόνον αυτός που έχει αρχίσει να Τον αγαπάει μπορεί να την διαισθανθεί. Ο Θεός σίγουρα γνωρίζει ότι ο κύκλος των αληθινών πιστών του θα είναι πάντοτε σχετικά μικρός. Όμως οι αρνητές της σύγχρονης προφητείας παραβλέπουν ταυτόχρονα το γεγονός ότι απλοϊκότητα του νου και απλότητα της καρδιάς είναι δύο θεμελιακά διαφορετικές ιδιότητες:
Η απλοϊκότητα του νου δυσκολεύεται να διακρίνει τη φωνή του Θεού από τους ψιθυρισμούς μεγαλομανών πνευμάτων, αλλά η απλότητα της καρδιάς το μπορεί πολύ καλά. Ο αναγνώστης επομένως ας λάβει υπ’ όψη του αυτό το κριτήριο όταν θα κρίνει την Μπέρτα Ντούντε, ώστε να την καταλάβει σωστά. Θα πρέπει επίσης να σκεφθεί κανείς σοβαρά το γιατί η απέριττη εμπνευσμένη γλώσσα της Ντούντε αναγκαστικά είναι γυμνή από συμβολισμούς: Μόνο με την πολύ συγκεκριμένη αναφορά στα επικείμενα γεγονότα τώρα που πραγματικά δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο, είναι δυνατό για τον κάθε άνθρωπο που έχει καλή θέληση να ενημερωθεί με κάθε σαφήνεια για το άμεσο μέλλον.
Ο Γιοχάνες Βίντμαν, ένας σύγχρονος προφήτης, ο οποίος θα λάβει επίσης το λόγο στον επίλογο αυτού του βιβλίου, έλαβε στις 10 Φεβρουαρίου 1966 μια μετάδοση η οποία επισημαίνει τη σημασία της Ντούντε για την εποχή μας:
«Ένας μεγάλος θησαυρός σας μεταδόθηκε μέσα από αυτό το παιδί Μου, την αξία του οποίου δεν πρόκειται να συλλάβετε σε όλη την αιωνιότητα. Μέσω του παιδιού Μου σας δόθηκε μια ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ της αγίας θέλησής Μου με τρόπο κατανοητό για σας τους ανθρώπους της σύγχρονης εποχής. Σας έδωσα μια εξαίσια ιδέα από τις πατρικές σκέψεις Μου. Με αυτό σας έδωσα τη δυνατότητα να Με πλησιάσετε ανά πάσα στιγμή μέσα από τις αλήθειες Μου, οι οποίες είναι αμιγώς αγάπη και πνεύμα.
Για σας τους ανθρώπους των τελευταίων καιρών η μεγάλη αποκάλυψη που σας έδωσα μέσω της Μπέρτα Ντούντε θα είναι μία ανεξάντλητη πηγή ελέους. Θα μπορείτε οποτεδήποτε ν’ αντλείτε από εκεί μέσα φως, δύναμη και την αληθινή ζωή. Το έργο που σας χάρισα είναι τόσο ευρύ, ώστε εκεί θα βρίσκετε τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα που σας θέτονται».
Στη συνέχεια ακολουθεί μια σύντομη αυτοβιογραφία της Ντούντε προκειμένου ο αναγνώστης να σχηματίσει μία ιδέα γύρω από τη ζωή και την αφύπνισή της:
«…Ενώ ήμουν θρησκευόμενη, δεν μπορούσα να αποδεχθώ πλήρως τη διδασκαλία της καθολικής εκκλησίας, μολονότι σεβόμουν την εκκλησία. Όμως δεν μου ήταν δυνατό να πρεσβεύω προς τα έξω κάτι, το οποίο δεν με έπειθε τελείως εσωτερικά. Έτσι σταμάτησα να πηγαίνω στην εκκλησία ούτε άκουγα ή διάβαζα οτιδήποτε θρησκευτικού ούτε καν επιστημονικού περιεχομένου αλλά ούτε και εντάχθηκα σε οποιοδήποτε άλλο πνευματικό κίνημα.
…Αλλά παρέμεινε μέσα μου το ερώτημα τι είναι το σωστό και πού βρίσκεται;
Όταν έλεγα το Πάτερ ημών, παρακαλούσα συχνά τον Κύριο να με βοηθήσει να βρω το Βασίλειο του. Κι αυτή η προσευχή εισακούστηκε. Αυτό έγινε στις 13 Ιουνίου 1937. Προσευχήθηκα και έμεινα εντελώς σιωπηλή, με την προσοχή στραμμένη προς τα μέσα, μια κατάσταση την οποία επιδίωκα συχνά, γιατί με καταλάμβανε πάντα τότε μια θαυμάσια ειρήνη, ενώ παράλληλα οι σκέψεις που μου έρχονταν – στην περιοχή της καρδιάς, όχι στο κεφάλι – μου έδιναν παρηγοριά.
…Έτσι και εκείνη τη μέρα, αφουγκραζόμουν το εσωτερικό μου και τότε ήρθε με πλήρη καθαρότητα και σαφήνεια μια σειρά λέξεων, τις οποίες και κατέγραψα. Επρόκειτο για το πρώτο κεφάλαιο που μου δόθηκε και άρχιζε με τα εξής λόγια: ‘‘Στην αρχή ήταν ο Λόγος! Δόξα στον Θεό και Δημιουργό Ουρανού και γης!’’
Στη συνέχεια ήρθαν οι αμφιβολίες για την προέλευση αυτών των λόγων. Με λίγα λόγια, αγωνίστηκα, προσευχήθηκα και διεξήγαγα πολλές εσωτερικές μάχες αλλά τα λόγια έρχονταν επανειλημμένα, σαν ένας ποταμός, με μια πληρότητα Σοφίας, η οποία μου έφερνε ρίγος. Ο Θεός εξαφάνισε τις αμφιβολίες μου, μου απάντησε ο ίδιος και από τα λόγια Του αναγνώρισα ότι είναι ο Πατέρας μας. Η πίστη μου μεγάλωνε, οι αμφιβολίες λιγόστευαν και καθημερινά κατέγραψα αυτά που λάμβανα.
Το περιεχόμενο τους ξεπερνούσε κατά πολύ τις γνώσεις μου. Ασταμάτητα έρρεαν εκφράσεις που δεν είχα ποτέ ακούσει ή διαβάσει, ξενόγλωσσοι ή επιστημονικοί όροι που μου ήταν άγνωστοι. Και τέλος, οι πρωτάκουστες εκφράσεις αγάπης του ουράνιου Πατέρα μας ήταν παρηγοριά και φως σε όλα τα ερωτηματικά της ζωής.
Μπορώ να πω ότι καθοδηγήθηκα στη θεϊκή Σοφία, όπως ένας αναλφάβητος διδάσκεται την αλφαβήτα, διδάχτηκα έννοιες, οι οποίες μου ήταν αναγκαστικά ξένες από κάθε άποψη…
Μόνο μετά από χρόνια βρήκα επιβεβαίωση των καταγραφών μου από μία άλλη πλευρά: Ήρθαν στα χέρια μου βιβλία του αυστριακού μύστη Γιάκομπ Λόρμπερ. Κανείς δεν μπορεί να φανταστεί την ευτυχία μου διαβάζοντας το ‘‘Μεγάλο Ευαγγέλιο’’ και τα ‘‘Παιδικά Χρόνια του Ιησού’’. Έτσι έμαθα ότι ο Λόγος του Κυρίου είχε δοθεί και σε άλλους ανθρώπους, ότι ο Θεός μιλούσε πάντα στα παιδιά του και θα μιλάει συνεχώς και στο μέλλον, αφού η απέραντη αγάπη και σπλαχνικότητά του δεν μπορεί να κάνει κι αλλιώς.
Στον Λόρμπερ βρήκα πολλά που είχαν αποκαλυφθεί και σε μένα. Πολλές φορές δεν καταλάβαινα τα λεγόμενα, όμως ο ουράνιος Πατέρας μού έδινε στοργικά εξηγήσεις. Είναι αμέτρητες οι θαυμαστές εμπειρίες και τα περιστατικά που φανερώνουν συνεχώς πόσο αφάνταστα καταδεκτικός και μαλακός είναι ο Πατέρας μας.
Επειδή δεν είχα καμία γενική μόρφωση, θεωρούσα πάντα τον εαυτό μου σαν ένα άγραφο φύλλο χαρτιού. Η έλλειψη χρημάτων και χρόνου μου απαγόρευαν να διαβάσω καλά βιβλία ή να παρακολουθήσω διαλέξεις. Δούλευα εντατικά από το πρωί ως το βράδυ. Κι ωστόσο καθημερινά λάβαινα τους πιο πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς, δίχως όμως να ξέρω για ποιον άλλον προορίζονταν.
…Το γεγονός ότι δέχτηκα χωρίς αντίλογο τα λόγια που δίνονταν από ψηλά, σίγουρα οφείλεται στην παντελή άγνοια που έχω σε σχέση με τη Βίβλο όπως και με οποιοδήποτε θρησκευτικό κείμενο. Σύμφωνα με τη σημερινή μου εμπειρία ένας ‘‘σοβαρός καθολικός ή διαμαρτυρόμενος’’, του οποίου η γνώση είναι βαθιά ριζωμένη στα πιστεύω του δόγματός του, έχει πλέον παγιωθεί πάρα πολύ πάνω σ’ αυτές τις βάσεις, ώστε να μπορεί να πλησιάζει χωρίς αντίσταση και προκαταλήψεις αυτή τη νέα αποκάλυψη του Θεού και να την αφήσει να ωριμάσει μέσα του.
Εντούτοις υπάρχουν επιστήμονες από διάφορους τομείς, οι οποίοι ασχολούνται με αυξανόμενο ενδιαφέρον μ’ αυτές τις θεϊκές διδασκαλίες και τις συζητούν με σοβαρότητα. Το ενδιαφέρον τους το ελκύει η αδιαμφισβήτητη ανάλυση της δημιουργίας της ύλης όπως και της δυνατής αποσύνθεσής της, αλλά και οι αιτίες που εμφανίστηκαν λανθασμένες διδασκαλίες στα διάφορα θρησκευτικά συστήματα και δόγματα. Οι αποκαλύψεις που έχω λάβει, δείχνουν σε τι συνίστανται τα λάθη αυτά και καλούν να εφιστάται η προσοχή στα λάθη αυτών των διδασκαλιών, όπου υπάρχει δυνατότητα.
Ο καθένας είναι ελεύθερος να ενστερνισθεί ή όχι τα λόγια του Κυρίου. Όποιος όμως έχει συλλάβει το πνεύμα των Λόγων του Πατέρα, αλλά παρ’ όλα αυτά, δεν το εφαρμόζει στην πράξη, μεγαλώνει την απόσταση ανάμεσα στον εαυτό του και στον ουράνιο Πατέρα. Δεν συμμορφώνεται με τις παραινέσεις της Αγάπης, με συνέπεια να υπάγει έτσι αναγκαστικά τον εαυτό του κάτω από το Νόμο, πράγμα που σημαίνει ότι αναπόφευκτα χάνει τη δυνατότητα να απολαύσει το έλεος του Κυρίου στο βαθμό που δεν δέχεται να εφαρμόσει τη θεία εντολή της αγάπης.
Χάρη στο έλεος του Θεού το Ευαγγέλιο μεταδίδεται εκ νέου στους ανθρώπους, όπου τονίζεται με έμφαση ο σκοπός της ανθρώπινης ύπαρξης. Μ’ αυτόν τον τρόπο η Αγάπη του Θεού προσπαθεί να σώσει όποιον μπορεί ακόμη να σωθεί, πριν έρθει η μεγάλη μεταβολή στην ιστορία της ανθρωπότητας, η οποία βρίσκεται προ των θυρών! Η εποχή, την οποία προήγγειλαν οι ενορατικοί και οι προφήτες όλων των εποχών – η έσχατη εποχή ή εποχή του τέλους – έχει ήδη αρχίσει!
Σύμφωνα με αυτά που καταγράφω, ο Κύριος δεν ξεχωρίζει ανάμεσα στα παιδιά Του και τα καλεί όλα ανεξαίρετα κοντά Του.
Μακάριος είναι εκείνος που ακούει τα λόγια Του και εναρμονίζεται μ’ αυτά. Ο Θεός αγαπάει τα παιδιά Του, θέλει να τα κάνει όλα ευτυχισμένα ακόμη και εκείνα που δεν θέλουν να Τον ξέρουν…»