Ο Θεός πάντα φανέρωνε και εξακολουθεί να φανερώνει τον εαυτό του σε διάφορες εποχές, σε διάφορους τόπους, περιστάσεις και άτομα. Κανείς δεν μπορεί και δεν έχει φυσικά το δικαίωμα να περιορίσει το Θεό και να του ορίσει σε ποιους, πότε και κάτω από ποιες συνθήκες «δικαιούται» να φανερώνει τον εαυτό του. Αυτό το έδειξε ο ίδιος ο Ιησούς, όταν απεκάλυψε τον εαυτό Του στον Σαούλ, τη στιγμή μάλιστα που ο Σαούλ Τον κατεδίωκε. Κι ας μην ξεχνάμε πως αν εμείς απαγορεύαμε μια τέτοια αποκάλυψη στον αμαρτωλό Σαούλ, που αργότερα ονομάσθηκε Παύλος, δεν θα υπήρχε ο μεγάλος αυτός Απόστολος των εθνών, με αποτέλεσμα εμείς που τώρα «απαγορεύουμε», να ζούσαμε ακόμα στο σκοταδισμό της πολυθεΐας και του ειδωλολατρισμού μας. Αν οι αδελφοί μας της εποχής εκείνης συγκεντρώνονταν στο ποιος ήταν και πού ανήκε ο Παύλος, αντί στο τι έλεγε, δεν θα υπήρχαν σήμερα χριστιανοί έξω από την Ιουδαία. Πολλά θα μπορούσαν να λεχθούν για το πρόσωπο του Γιάκομπ Λόρμπερ (Jakob Lorber). Λόγια θαυμασμού για το έργο του, έπαινοι για τη βαθιά καλοσύνη και ευαισθησία του και γενικά, λόγια που ο ίδιος θα απέφευγε για τον εαυτό του. Έτσι, ας περιοριστούμε σε μία απλή βιογραφική αναφορά. Δεν έχει τόση σημασία το ίδιο το άτομο που μεταφέρει το Θείο Λόγο σημασία έχει ο ίδιος ο Λόγος. Αυτό είναι κάτι το οποίο γνώριζε καλά ο ίδιος ο Lorber όταν έλεγε για τον εαυτό του: «Εγώ δεν είμαι παρά ένας γραφέας στην υπηρεσία του Θεού!»
Ο Γιάκομπ Λόρμπερ γεννήθηκε στις 22-07-1800 στο χωριό Kanischa της Αυστρίας. Από πολύ μικρός διδάχτηκε από τον πατέρα του τη μουσική.
Σε νεαρή ηλικία ήταν ήδη ένας πολύ καλός και ταλαντούχος μουσικοσυνθέτης και εξαίρετος βιολιστής. Παρ’ όλη την αγάπη του για τη μουσική, εξακολουθούσε να νιώθει μέσα του ένα «κενό», έναν πόθο για μια πιο ψηλή και πιο λεπτή γνώση, την οποία και αναζήτησε. Την αναζήτησε στην αρχή σε όλες τις κατευθύνσεις: έξω από τον εαυτό του με την Αστρονομία και ιδιαίτερα μέσα του, μελετώντας -πάντα μαζί με την Αγία Γραφή- διάφορα πνευματικά βιβλία της εποχής του. Πολύ σύντομα, ο απλός και ταπεινός άνθρωπος, εγκατέλειψε όλα τα συγγράμματα και προσπάθειες. Για τον Lorber υπήρχε πια μόνον ένας τρόπος να βρει τον αγαπημένο Θεό του, τον Ιησού Χριστό: Η Αγία Γραφή, η προσευχή, η ζωή! Ο Γιάκομπ Λόρμπερ, δεν ήταν ο άνθρωπος που κατάφερε να μιλήσει με το Θεό. Ήταν ο άνθρωπος στον οποίο μιλούσε ο Θεός, όταν Εκείνος το αποφάσιζε! Ο απλός και ταπεινός αυτός άνθρωπος είδε και άκουσε πράγματι το Θεό που αποκαλύφθηκε στην καθαρή καρδιά του: «Εκείνος που κρατάει τις εντολές Μου και τις εκτελεί, αυτός Με αγαπά. Κι αυτός που Με αγαπά, θ’ αγαπηθεί από τον Πατέρα Μου, κι Εγώ θα τον αγαπήσω και θα του φανερώσω τον εαυτό Μου» (Ιωάν. 14, -21). «Μακάριοι όσοι έχουν καθαρή καρδία, γιατί αυτοί θα δουν το Θεό» (Ματθ. 5, 8).
Μέσα από το Λόγο Του στη νέα αυτή αποκάλυψη Του, ο Ιησούς είναι ξανά κοντά μας, όπως το υποσχέθηκε όταν έφευγε από τη γη μας: «Δεν θα σας αφήσω μόνους σαν ορφανούς- θα ξανάρθω κοντά σας» (Ιωάν. 14, 18) «… Κι εγώ θα είμαι πάντα μαζί σας ως τη συντέλεια του κόσμου» (Ματθ. 28, 20).
Η νέα αποκάλυψη του Λόγου, στην Ουράνια πια ερμηνεία, δεν άρχισε με τον Lorber. Φαίνεται να άρχισε από πολύ παλαιότερα σε διάφορους ανθρώπους, σε μεμονωμένες περιπτώσεις, που έζησαν αφανείς. Ο κόσμος κατάλαβε την αξία των ανθρώπων αυτών -όπως συνήθως- μετά το θάνατό τους. Τέτοιοι άνθρωποι ήταν διάφοροι πνευματικοί Πατέρες της εκκλησίας, αλλά και άλλοι πολλοί που έζησαν στον Ευρωπαϊκό χώρο και αλλού. Κυριότεροι αντιπρόσωποι στην Ευρώπη είναι οι Thomas von Kempes (Θωμάς ο Κεμπέσιος) που έγραψε την πολύ γνωστή στην εκκλησία «Μίμηση του Χριστού», ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης, ο Meister Eckhard, ο Εμμανουήλ Σβέντενμπεργκ (Emmanuel Swedenborg 1720-1772), ο Γιάκομπ Λόρμπερ (1800-1864).
Η χαρακτηριστική αφάνεια των ανθρώπων αυτών τους προστάτεψε από τη μεγάλη παγίδα της περηφάνιας που θα μόλυνε την καθαρότητα του Θείου Λόγου τον οποίο μετέδιδαν στους ανθρώπους. Ο Lorber έχει γράψει τα περισσότερα έργα από όλους, με υπαγόρευση του ίδιου του Κυρίου.
Τα έργα του μελετούνται σήμερα παγκόσμια από πολλούς
και ασχολούνται με δέκα βασικά θέματα: Τη σύσταση του υλικού κόσμου, τη φύση του Θεού, την Πνευματική πρώτη πλάση, την ουσιο-υλική πλάση, το σκοπό της ζωής στη γη, τον άνθρωπο στην εξέλιξη του, την οντότητα του Ιησού Χριστού, το δρόμο της σωτηρίας για την Πνευματική Αναγέννηση, τη συνέχιση της ζωής μετά θάνατο και τέλος, το στόχο της τελειότητας.
Το δημοσιευμένο σήμερα συνολικό έργο του φτάνει τους 25 τόμους με περίπου 10.000 τυπωμένες σελίδες. Αυτή η Αποκάλυψη, λόγω του μεγέθους της, αλλά και του βάθους της, μπορεί να θεωρηθεί η μεγαλύτερη μύηση των αιώνων. Το 1/4 περίπου των συγγραμμάτων αφορά θέματα των φυσικών επιστημών και συγκεκριμένα πρωτάκουστα και άγνωστα μυστικά για το Είναι του Θεού και για τη Δημιουργία του. Επιπλέον στο έργο αυτό επεξηγούνται τμήματα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, που η κατανόηση και η ερμηνεία τους μέσα από τα κείμενα της Βίβλου είναι δυσχερής.
Το έργο δεν τέλειωσε με το θάνατο του Λόρμπερ. Λίγα χρόνια αργότερα ο Γκότφριντ Μάγερχόφερ (1807-1877), έλαβε στην Τριέστη τον εσωτερικό Λόγο και έγραψε μερικούς τόμους ακόμη.
Το συνολικό έργο του Λόρμπερ και του Μάγερχόφερ ονομάστηκε αργότερα «Νέα Αποκάλυψη», ένας όρος που αποδίδει εύστοχα το περιεχόμενο του. Όποιος διαβάσει ολόκληρο το έργο και ιδιαίτερα γνωρίσει τις μαρτυρίες του Λόρμπερ για τον κόσμο, τα άτομα και τα βασικά σωματίδια, οι οποίες έχουν επαληθευτεί από την επιστημονική έρευνα, δεν μπορεί να τις παρακάμψει θεωρώντας τις ως προϊόν μιας πλούσιας φαντασίας- Αντίθετα, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι έχουμε να κάνουμε με μια διείσδυση του υπερφυσικού κόσμου στον φυσικό.
Οι θεϊκές γνώσεις που δόθηκαν στα μισά του περασμένου αιώνα, επαληθεύτηκαν στην ορθότητα τους από την αστρονομία, την ατομική φυσική και την παλαιό ανθρωπολογία τα τελευταία χρόνια. Κατά συνέπεια, από εκεί μπορούμε να συνάγουμε το συμπέρασμα ότι και το υπόλοιπο μέρος του έργου, που είναι ένα μήνυμα σωτηρίας του Θεού προς την ανθρωπότητα του 21ουαιώνα, είναι γνήσια προφητεία. Τούτο το μέρος της έκφανσης από τον υπερφυσικό κόσμο, ασχολείται εκτεταμένα με την Αγία Γραφή, την συμπληρώνει και την ερμηνεύει. Τα πιο πολλά απ’ όσα δίδαξε ο Ιησούς στους μαθητές του, εντάχθηκαν στον αρκανικό νόμο* και έμειναν υποχρεωτικά μυστικά για την τότε ανώριμη γι’ αυτά ανθρωπότητα. Η ρήση του Απόστολου Παύλου: «Σας έδωσα γάλα να πιείτε, γιατί δεν μπορείτε να αφομοιώσετε πιο δύσπεπτη τροφή» (Α’ Κοριν. Γ, 2), είχε εκείνη την εποχή την εξήγηση της. Με το πέρασμα του χρόνου, ιδίως στον 21o αιώνα, ο πνευματικός ορίζοντας των ανθρώπων διευρύνθηκε και πολλοί λαχταρούν ένα πιο θρεπτικό πνευματικό ψωμί, γιατί η τροφή που έπαιρναν μέχρι τώρα δεν τους γεμίζει πια. Πολλοί σύγχρονοι μας βέβαια προτιμούν την πεπατημένη και τη σιγουριά αυτών που έχουν μάθει από την αλήθεια, αλλά στη νέα γενιά, ο πόθος για νέο πνευματικό προσανατολισμό αυξάνει συνεχώς.
Σε ποιους απευθύνονται όμως τα έργα αυτά; Είναι άραγε δογματικά; Είναι ίσως και αιρετικά; Είναι αποπλανητικά; Τι είναι; Εύκολα ο άνθρωπος ζητά να κατατάξει, βιάζεται να κατονομάσει, να χαρακτηρίσει, ακόμα και να κατακρίνει. Το αξιοσημείωτο και αστείο στις περιπτώσεις αυτές, είναι πως κατά κανόνα όλοι οι κατήγοροι των έργων της Νέας Αποκάλυψης, δεν τα έχουν διαβάσει ποτέ τους! Αλλά και το να συνηγορεί κανείς χωρίς να έχει πρώτα προσωπική εμπειρία, είναι κι αυτό το ίδιο λανθασμένο κι επικίνδυνο. Ο Κύριος λέει: «Γεύσασθαι και είδατε…».
Κι ας μην ξεχνάμε πως ποτέ ο Ιησούς δεν προσπάθησε να πείσει κανένα για την ορθότητα και γνησιότητα του Λόγου Του. Ούτε λοιπόν και σήμερα το κάνει. Θα έλεγε, όπως τότε: τα πρόβατα τα δικά Μου ακούουν και ξεχωρίζουν τη φωνή του ποιμένα τους. Κι όσοι δεν ανήκουν στην Ποίμνη Μου, είναι επόμενο πως δεν θα αναγνωρίσουν τη φωνή Μου. Δεν είναι λοιπόν τα πρόβατα που αποφασίζουν ποιος είναι ο καλύτερος ποιμένας. Απλά, η φωνή του καλού ποιμένα κάνει τα πρόβατα να χωριστούν σε δικά Του και σε ξένα!