9. Ο ΘΕΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

Από τη Βίβλο και τις νεώτερες αποκαλύψεις γνωρίζουμε πως κοντά 2.000 χρόνια πριν, ο Θεός ενσαρκώθηκε μέσα στην ψυχή και το σώμα του Ιησού Χριστού. Σαν Χριστός δηλαδή, ο Δημιουργός έγινε ορατός με το Κέντρο Ζωής του σε όλα τα πνεύματα της Πλάσης. Άρα ο Χριστός, πού «μέσα του κατοικεί το πλήρωμα της Θεότητας», είναι ο Κύριος όλων των πνευμάτων.

Σ’ όλους τους καιρούς υπήρχαν αθεϊστές, οι οποίοι αμφισβήτησαν αυτό το γεγονός που μας εξιστορεί η Αγία Γραφή, ισχυριζόμενοι πως η ιστορία του Υιού του Θεού που θυσιάστηκε στη Γη για το καλό της ανθρωπότητας, ανήκει στο χώρο της μυθολογίας. Αυτόν το μύθο, που υπήρξε σε πολλές παλιές θρησκείες και παραδόσεις, οι Χριστιανοί απλά τον προσάρμοσαν αργότερα στο πρόσωπο του Ιησού, ενός προφήτη. Η χριστιανική διδασκαλία της ενανθρώπισης του Θεού αποτελεί κατ’ αυτούς μία βελτιωμένη έκδοση παλιότερων μύθων και όχι ιστορική αλήθεια.

Είναι αλήθεια πως στις αρχαίες θρησκείες των Αιγυπτίων, Περσών, Ινδών κ.λπ., υπάρχουν παρόμοιες μυθικές διηγήσεις και διδασκαλίες. Αλλά γιατί; Πού οφείλεται αυτή η ομοιότητα; Στον Λόρμπερ μαθαίνουμε πως αυτό το ανεπανάληπτο γεγονός της καθόδου του ύψιστου Πνεύματος στον υλικό κόσμο είχε ήδη προαναγγελθεί στους προηγούμενους αιώνες σ’ όλους τους λαούς της Γης μέσα από τις καρδιές ενορατικών ανθρώπων και προφητών.

Παράλληλα όμως, ο ερχομός του Κυρίου στ’ αμπέλι του, η κάθοδος δηλαδή του Πατέρα-Θεού στον υλικό κόσμο, ήταν ένα γεγονός που δεν αφορούσε αποκλειστικά τους ανθρώπους της μικρής Γης μας αλλά κι όλα τα όντα σε όλη τη Δημιουργία. Συνέβη σε μία χρονική στιγμή που όλη η πλάση ήταν ώριμη γι’ αυτό, και την οποία η Θεότητα είχε προγραμματίσει από πολύ πριν. Στην παραβολή του «άσωτου υιού» αυτή η χρονική στιγμή υπονοείται μ’ αυτά τα λόγια:

«Κι ο γιος ξεκίνησε να βρει τον Πατέρα του. Όμως είχε πολύ δρόμο να διανύσει ακόμη, κι ο Πατέρας του, που τον είδε από μακριά, τον συμπόνεσε μέσα στην ψυχή του. Έτρεξε λοιπόν να τον προϋπαντήσει, τον φίλησε με λαχτάρα και τον έκλεισε σφιχτά στην αγκαλιά του».

Ο «άσωτος υιός» συμβολίζει ολόκληρο τον υλικό κόσμο, ο οποίος συναρμολογήθηκε κομματάκι-κομματάκι από τα μόρια του Εωσφόρου. Μέσα από μια τεράστια διαδικασία παλινόστησης, επιστρέφει στην πατρική αγκαλιά. Μια πιο συνειδητοποιημένη ομάδα από αποστατημένα πνεύματα αναγνώρισε το λάθος της και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Η αιώνια Αγάπη έσπευσε να τα συναντήσει στα μισά του δρόμου, και τα συνοδεύει ώσπου να φθάσουν στο πατρικό τους σπίτι. Αυτό το νόημα είχε λοιπόν η ενανθρώπιση του Ιησού Χριστού:

«Στον κάθε άνθρωπο που εξελίσσεται κανονικά, κάποτε έρχεται υποχρεωτικά η στιγμή που είναι άξιος να δεχθεί μία ανώτερη Αλήθεια. Έτσι και τώρα (δηλαδή την εποχή του Ιησού), έφθασε αυτή η στιγμή για όλη την Πλάση. Τούτη τη στιγμή, που την έχει υπολογίσει καλά ο Θεός, θα δοθεί σε όλα τα ώριμα πλάσματα η ευκαιρία να βγουν απ’ τον τάφο όπου είναι καταδικασμένα και να γίνουν όμοια με το Θεό. Γι’ αυτό λέει η Γραφή, πως όλοι όσοι είναι ακόμα στον τάφο, θα σηκωθούν και θα περάσουν στην αθανασία.

Αυτή η στιγμή που ο Θεός είχε προσδιορίσει από καταβολής κόσμου, έχει έρθει τώρα, γιατί όλα τα πλάσματα έχουν κατακτήσει την απαραίτητη ανεξαρτησία και ωριμότητα (η μεγαλύτερη απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι οι περισσότεροι δεν ξέρουν πια σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν κι έτσι έχουν απομακρυνθεί εντελώς από κοντά του). Γι’ αυτό είμαι τώρα εδώ, για να οδηγήσω τους ανθρώπους, όχι πια με την παντοδυναμία Μου αλλά με τη διδασκαλία- αυτήν τη διδασκαλία που τους δίνω τώρα εδώ, σαν να μην ήμουν κάτι περισσότερο ή αλλιώτικο από αυτούς. Έτσι μπορώ και συναναστρέφομαι μαζί τους σαν άνθρωπος, όμοιος τον όμοιο, όπως κάνει ο κάθε ξένος με τον άλλο. Και ο παλιός νόμος που έλεγε ότι κανένας δεν μπορεί να δει το Θεό και να μείνει στη ζωή, έχει καταργηθεί πια ολότελα. Τώρα μπορείτε να Με βλέπετε όσο λαχταράει η ψυχή σας και δεν πέφτει ούτε μια τρίχα απ’ το κεφάλι σας!»

Από τα κείμενα της Νέας Αποκάλυψης μπορούμε εξάλλου να καταλάβουμε πώς ήταν δυνατό, το απέραντο Πνεύμα να περιορισθεί σ’ ένα ανθρώπινο σώμα. Υπάρχει ο βασικός κανόνας που λέει ότι ο άνθρωπος, όπως άλλωστε κάθε υλικό πλάσμα, απαρτίζεται από τρία μέρη. Το ένα απ’ αυτά είναι το πνεύμα, το οποίο συνιστά τη θεμελιακή δύναμη της ζωής, αυτή που σαν διευθυντικό και οργανωτικό κέντρο κατευθύνει τα πάντα. Κατά δεύτερο λόγο απαρτίζεται από την ψυχή, η οποία προήλθε απ1 τα πιο αιθέρια συστατικά της ύλης. και τέλος από το σώμα, που έχει διαμορφωθεί απ’ τα πιο χονδροειδή μέρη της ύλης.

Στην περίπτωση του Ιησού, στο πρόσωπο του κατοίκησε το προαιώνιο Κέντρο Δύναμης, ο κεντρικός σπινθήρας που ονομάζεται «Πατέρας» ή «Αιώνια Αγάπη». Το φως που ξεχυνόταν απ’ τη Φωτιά αυτής της Αγάπης, ήταν η θεϊκή Ψυχή του Ιησού ή ο «Υιός του Θεού» μέσα Του. Ως προς το γήινο, σαρκικό σώμα του, ήταν ο «Υιός του Ανθρώπου».

Το Πνεύμα του Ιησού, όντας το προαιώνιο Κέντρο Δύναμης του Θεού που δρούσε σε όλη τη Δημιουργία, περιείχε όντως το «πλήρωμα του Θεού». Γι1 αυτό ήταν και είναι πέρα για πέρα αληθινός Θεός. Σαν ψυχική-σωματική υπόσταση ο Ιησούς ήταν πέρα για πέρα ανθρώπινος. Κι όχι μόνο ως προς τις ικανότητες και την εμφάνιση, αλλά και για την ανάγκη να μετουσιώσει πνευματικά την ψυχή και το σώμα του.

Για το πώς έγινε άνθρωπος, ο Ιησούς λέει στο «M.E.I.»: «Μονάχα το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι είχε πάρει το σώμα απ’ το χέρι της θεϊκής Θέλησης· όλοι οι άλλοι άνθρωποι βγήκαν από μια μάνα. Το ίδιο και το δικό μου σώμα, το γέννησε μια μητέρα από τη Γη, αν και δεν το έσπειρε άνθρωπος, όπως γίνεται συνήθως. Έγινε μόνο χάρη στην παντοδύναμη Θέληση του Θεού. Με ανθρώπους που είναι ολότελα αγνοί και αφοσιωμένοι στο Θεό, αυτό το πράγμα είναι καθ’ όλα δυνατό. Παλιότερα δεν ήταν τόσο σπάνιο φαινόμενο και σήμερα ακόμη συμβαίνει καμιά φορά.

Είναι φανερό πως αυτοί οι άνθρωποι που έχουν δημιουργηθεί με καθαρά πνευματικό τρόπο, είναι πνευματικότεροι από τους ανθρώπους που έχουν γεννηθεί φυσιολογικά. Γιατί τα παιδιά από ακμαίους και υγιείς γονείς γίνονται κατά κανόνα ρωμαλέα και γερά ενώ συνήθως εξασθενημένοι και ασθενικοί γονείς κάνουν αδύναμα και φιλάσθενα παιδιά.

Σαν άνθρωπος, όπως στέκομαι τώρα εδώ μπροστά σας, δεν είμαι Θεός, αλλά ένας Υιός του Θεού, αυτό που ουσιαστικά πρέπει να γίνει ο κάθε άνθρωπος. Γιατί οι άνθρωποι αυτής της Γης έχουν την αποστολή να γίνουν παιδιά του Θεού, με το να ζουν σύμφωνα με το Θέλημα Του. Ένα όμως απ’ τα παιδιά του ήταν προορισμένο προαιώνια να είναι το πρώτο, να έχει όλη τη θεϊκή Ζωή μέσα του και να τη δώσει στον καθένα που πιστεύει σ’ Αυτόν και ζει σύμφωνα με τη διδασκαλία του. Κι αυτός ο πρώτος είμαι Εγώ.

Αλλά όταν ήρθα στον κόσμο, δεν είχα από την αρχή μέσα Μου αυτή τη θεϊκή Ζωή. Ο σπόρος βέβαια υπήρχε μέσα Μου, αλλά έπρεπε πρώτα να καρπίσει, πράγμα που Μου κόστισε σχεδόν τριάντα χρόνια απ’ τη ζωή Μου και μεγάλο κόπο. Τώρα όμως που στέκομαι μπροστά σας, είμαι τέλειος και μπορώ να πω πως Μου έχει δοθεί όλη η Εξουσία και η Ισχύς σε Ουρανό και Γη. Και πως το Πνεύμα μέσα Μου έχει γίνει ένα με το Πνεύμα του Θεού. Γι’ αυτό μπορώ να κάνω τέτοια θαύματα, που κανένας άνθρωπος πριν από Εμένα δεν έκανε ποτέ. Όμως αυτό στο μέλλον δεν θα είναι αποκλειστικά προνόμιο δικό Μου. Θα το έχει και ο καθένας που πιστεύει πως Μ’ έστειλε ο Θεός σ’ αυτή τη Γη, για να φέρω στους ανθρώπους το Φως της Ζωής, κι ακολουθεί τη διδασκαλία Μου. Αυτή η διδασκαλία εξηγεί πεντακάθαρα ποιο είναι το θέλημα του θεϊκού Πνεύματος που κατοικεί μέσα Μου με όλη του την πληρότητα.

Αυτό το Πνεύμα είναι Θεός, Εγώ όμως, σαν απλός Υιός του ανθρώπου, δεν είμαι. Γιατί κι Εγώ παιδεύτηκα και τυραννήθηκα πολύ σαν άνθρωπος, σαν κάθε άλλον, μέχρι να γίνω άξιος για να σηκώσω τη θεία φύση. Κι αφού ωρίμασα έτσι σαν άνθρωπος, μπορώ πια να γίνω ένα με το Πνεύμα του Θεού. Τώρα βέβαια έχω ενωθεί ολότελα με το Θεό στο Πνεύμα, αλλά στο σώμα όχι ακόμη. Αλλά και σ’ αυτό θα ενωθώ μαζί Του. Πρώτα όμως πρέπει να περάσω μία μεγάλη δοκιμασία. Η ψυχή Μου πρέπει να ταπεινωθεί βαθιά και ν’ απαρνηθεί τον εαυτό της» («Μ.Ε.1.» 6, 90).

«Η σοφία και η χάρη του μεγάλωνε»

Στο Ευαγγέλιο του Ιακώβου για τα παιδικά και νεανικά χρόνια του Ιησού, που είχε χαθεί και ξαναδόθηκε στον Λόρμπερ να το καταγράψει, διαβάζουμε στα δυο τελευταία κεφάλαια:

«Η Γραφή λέει πως η σοφία κι η χάρη του μεγάλωναν μπρος στο Θεό και στους ανθρώπους. Μέχρι ν’ αρχίσει να διδάσκει, έμενε με τους γονείς του κι ήταν υπάκουος και υποτακτικός μαζί τους. Μας γεννιέται όμως η εύλογη απορία, πώς μπορούσε ο Ιησούς να μεγαλώσει σε σοφία και χάρη, αφού ήταν απ’ αρχής το προαιώνιο, μοναδικό θεϊκό Ον; Και μάλιστα μπρος στους ανθρώπους, τη στιγμή που ήταν ανέκαθεν το πιο τέλειο Ον;

Για να το καταλάβουμε αυτό σωστά, δεν πρέπει να δούμε τον Ιησού σαν τον μοναδικό Θεό, αλλά να τον φαντασθούμε σαν έναν άνθρωπο που μέσα του ήταν κρυμμένη η Θεότητα, φαινομενικά αδρανής, όπως βαθιά στον καθένα μας κοιμάται το Πνεύμα και περιμένει να ξυπνήσει. Έτσι λοιπόν, αυτό που οφείλει να κάνει ο καθένας μας για να ελευθερώσει το πνεύμα του, το ίδιο έπρεπε να κάνει εντελώς συνειδητά ο άνθρωπος Ιησούς, ώστε να μπορέσει να ενωθεί με το Θεό.

Ο κάθε άνθρωπος έχει κάποιες αδυναμίες, οι οποίες αποτελούν συνήθως τα δεσμά που περιζώνουν το πνεύμα σαν ένα σφιχτό πανωφόρι. Αυτά τα δεσμά μπορούν να σπάσουν μόνο όταν η ψυχή δυναμώσει τόσο πολύ, ώστε να είναι ικανή να περιβάλει και να συγκρατήσει το πνεύμα, που από τη φύση του είναι εντελώς ελεύθερο. Όμως η ψυχή έχει συνήθως «ζυμωθεί» με τη σάρκα, γι’ αυτό πρέπει συνεχώς να δείχνει αυταπάρνηση για να δαμάσει τις αδυναμίες της. Γι’ αυτό το λόγο, μόνο όταν βρίσκεται ο άνθρωπος αντιμέτωπος με τους κάθε λογής πειρασμούς κι ακούει το τραγούδι των Σειρήνων, μπορεί ν’ αντιληφθεί τ’ αδύνατα σημεία του και να μάθει π κρατάει φιμωμένο το πνεύμα του. Αν λοιπόν με τον αυτοέλεγχο και την αυταπάρνηση ξεπεράσει αυτά τα μελανά σημεία στην ψυχή του, τότε λύνει τα δεσμά που καταδυναστεύουν το πνεύμα του και δένει με τούτα την ψυχή του.

Όταν με τον καιρό η ψυχή δεθεί για τα καλά με τα δεσμά που έσφιγγαν πρωτύτερα το πνεύμα, τούτο είν’ ελεύθερο πια, απλώνεται και καταλαμβάνει εντελώς φυσικά την ψυχή που έχει δυναμώσει. Μ’ αυτό τον τρόπο η ψυχή αποκτάει κι αυτή την παντοδυναμία του πνεύματος και σμίγει για πάντα ολότελα μαζί του.

Καθώς λοιπόν λύνονται τα δεσμά το ένα μετά το άλλο, μεγαλώνει η πνευματική δύναμη της ψυχής, που είναι η σοφία και η χάρη. Η σοφία είναι η φωτεινή, διεισδυτική ματιά μέσα στο εσωτερικό της αιώνιας Τάξης του Θεού. Κι η χάρη είναι το παντοτινό Φως της Αγάπης χάρη στο οποίο φωτίζονται όλα τα χίλια-μύρια πράγματα, οι σχέσεις τους και η πορεία τους.

Όπως αυτό ισχύει για τον κάθε άνθρωπο, το ίδιο ίσχυε και για το Θεάνθρωπο Ιησού. Η ψυχή του ήταν όπως του κάθε άλλου ανθρώπου. Είχε μάλιστα να παλέψει με παραπάνω πειρασμούς, γιατί το παντοδύναμο θεϊκό Πνεύμα δέθηκε από μόνο του με τα πιο ισχυρά δεσμά, ώστε η ψυχή του να είναι ικανή να το κρατήσει. Γι’ αυτό η ψυχή του, με τον αυτοέλεγχο και την αυταπάρνηση, έπρεπε ν αντισταθεί στους μεγαλύτερους πειρασμούς για να λύσει τα δεσμά που περιέζωναν το θεϊκό Πνεύμα της. Έτσι δυνάμωσε τόσο, ώστε να μπορεί να βαστάξει το πιο μεγάλο και πιο ελεύθερο απ1 όλα τα πνεύματα και να γίνει ένα μαζί του.

Πώς πέρασε όμως ο Ιησούς από τα δώδεκα ως τα τριάντα, τα πιο σημαντικά χρόνια για την εξέλιξη του; Διαρκώς ένιωθε μέσα του ολοζώντανη την παρουσία της Θεότητας! Ήξερε πως το καθετί στο σύμπαν έπρεπε να υπακούει στο παραμικρό του νεύμα, ενώ συνάμα ένιωθε μέσα του την παρόρμηση να εξουσιάσει τα πάντα. Περηφάνια, φιλαρχία, η ανάγκη να είναι απόλυτα ελεύθερος, η κλίση στην καλοζωία, η έλξη προς το γυναικείο φύλο, η τάση να οργίζεται εύκολα, κι άλλα πολλά ήταν οι κύριες αδυναμίες της ψυχής του.

Αλλά με τη θέληση του επιβλήθηκε σε όλ’ αυτά. Την περηφάνια την ταπείνωσε με τη φτώχεια. Σκληρό μέσο αλήθεια γι’ αυτόν που κατείχε τα πάντα, αλλά δεν μπορούσε να ονομάσει τίποτα “δικό του”! Τη φιλαρχία τη δάμασε υπακούοντας τους ανθρώπους που ήταν ασήμαντοι μπροστά του. Την ακατάλυτη, υπέρτατη ελευθερία του τη χαλιναγώγησε δουλεύοντας σκληρά σαν σκλάβος στις πιο ταπεινωτικές δουλειές. Καταπολέμησε την τάση για καλοπέραση, νηστεύοντας συχνά, από ανάγκη ή από δική του πρωτοβουλία. Κατανίκησε την έλξη προς τις γυναίκες, κάνοντας βαριές δουλειές, με τη λιτή διατροφή, με την προσευχή και συναναστρεφόμενος σοφούς ανθρώπους. Σ’ αυτό το σημείο είχε πολύ αγώνα να κάνει, γιατί η εξωτερική εμφάνιση και η ομιλία του ασκούσαν μεγάλη σαγήνη.

Γι’ αυτό το λόγο οι πέντε θετές κόρες του Κυρήνιου ήταν ερωτευμένες μαζί του και συναγωνίζονταν μεταξύ τους για την εύνοια του. Αυτή η αγάπη τού έδινε ευχαρίστηση, αλλά δεν τον παρέσυρε ποτέ.

Με μια του ματιά διέκρινε την κακία, την υποκρισία και τον εγωισμό των ανθρώπων, γι’ αυτό είναι ευνόητο πως θύμωνε, πικραινόταν ή προσβαλλόταν εύκολα. Αλλά η αγάπη και η σπλαχνικότητά του μετρίαζαν την ταραχή του. Έτσι όλη του η ζωή ήταν διαρκής αυταπάρνηση, μέχρι να μπορέσει να εναρμονισθεί με τη θεία Τάξη.

Απ’ αυτά μπορεί να καταλάβει κανείς πως ο Ιησούς πέρασε δεκαοχτώ χρόνια παλεύοντας με τους πειρασμούς. Έτσι όμως μεγάλωσε η σοφία και η χάρη στην ψυχή του μπρος στο Θεό και στους ανθρώπους. Και μάλιστα σοφία και χάρη μεγάλωναν όλο πιο πολύ, όσο το θείο Πνεύμα ενωνόταν με την ψυχή του, που αυτή η ψυχή ήταν στην ουσία ο Υιός» («Η παιδική και νεανική ηλικία του Ιησού»).

Το Φως και η Λύτρωση του Κόσμου

Επειδή λοιπόν ο Ιησούς ήταν Θεός στο πνεύμα αλλά άνθρωπος ως προς την ψυχή και το σώμα, όπως εμείς, μπόρεσε να υλοποιηθεί ο στόχος της ενανθρώπισης του Θεού. Γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε ένας τέλειος Θεός, που δεν τον αγγίζουν πειρασμοί και προκλήσεις, να χρησιμεύσει σαν πρότυπο ζωής σε μας που παλεύουμε αδιάκοπα με τις ατέλειες της ανθρώπινης φύσης μας; Αν ο Θεός είχε εμφανισθεί φανερά στη Γη; με όλη του τη μεγαλοσύνη, η ελεύθερη βούληση μας θα είχε παραλύσει. Κι αντί να γίνουμε αυτοτελή παιδιά όμοια με τον Πατέρα, θα είχαμε καταδικασθεί να στερηθούμε την ελευθερία μας.

Από την άλλη, πώς θα ήταν αληθινή θυσία ο θάνατος στο σταυρό, αν δεν ήταν πραγματικά ένας άνθρωπος που άφησε τη ζωή του στο Γολγοθά;

Γι’ αυτό η Βίβλος (κι ακόμη περισσότερο η Νέα Αποκάλυψη), αναφέρεται επανειλημμένα στα καθαρά ανθρώπινα χαρακτηριστικά του. Πολλούς αναγνώστες τους ξενίζουν αυτές οι ανθρώπινες πλευρές του Ιησού, γιατί τις βρίσκουν αταίριαστες με τη θεϊκή του φύση. Ακριβώς για τον ίδιο λόγο πολλοί αμφισβητούν τις σχετικές αναφορές στη Βίβλο. Πώς μπορεί, ρωτούν οι αμφισβητίες, ένας Θεός «να δειλιάζει και να τρέμει στη Γεθσημανή»; Ή να φωνάζει στο σταυρό: «Πατέρα, γιατί μ’ εγκατέλειψες;»

Τα κείμενα της Νέας Αποκάλυψης μας απαντούν σ’ αυτές τις απορίες κι έτσι το σημαντικό ερώτημα της ανθρώπινης φύσης του Χριστού φωτίζεται απ’ όλες τις πλευρές. Έτσι μας γίνεται κατανοητό π.χ. το πώς και γιατί ο άνθρωπος Ιησούς δεν γνώριζε πάντα εξαρχής όσα γνώριζε και σχεδίαζε ο Πατέρας, το θεϊκό Πνεύμα μέσα του. Αν γνώριζε προκαταβολικά το μέλλον σε όλες του τις λεπτομέρειες, η ψυχή του Ιησού θα ήταν παραπάνω ευνοημένη απ’ τους άλλους ανθρώπους στον αγώνα προς την τελείωση. Έτσι ο Ιησούς εξηγεί αυτό το γεγονός σ’ ένα μαθητή του ο οποίος είχε παραξενευτεί:

«Έχεις βέβαια απόλυτο δίκιο που λες πως ο Πατέρας είναι μέσα Μου σε όλη του την πληρότητα. Όμως εξωτερικά σαν άνθρωπος είμαι απλά ένας γιος Του και μέσα στην ψυχή Μου γνωρίζω μόνο αυτά που Μου αποκαλύπτει Εκείνος. Εγώ είμαι βέβαια η Φλόγα της Αγάπης Του και η ψυχή Μου είναι το Φως που πηγάζει απ1 τη Φωτιά της Αγάπης Του. Αλλά κι ο ήλιος απ’ όπου πηγάζει το φως, διαθέτει μία καταπληκτική εσωτερική και εσώτατη διαμόρφωση. Όμως μόνο στο εσωτερικό του ήλιου είναι γνωστή. Το φως απέξω δεν ξέρει τίποτα γι’ αυτή, ούτε προβάλλει κάπου μια κάποια εικόνα για να δει κανείς πώς είναι φτιαγμένος ο ήλιος στο εσωτερικό του. Το ίδιο συμβαίνει στη δική Μου περίπτωση. Ο Πατέρας είναι μεν μέσα Μου, αλλά το εσωτερικό Του φανερώνεται στην ψυχή Μου μοναχά όταν το θέλει ο Ίδιος. Στ’ απύθμενα βάθη Του περιλαμβάνει πολλά που ο Γιος Του δεν τα ξέρει. Αν θέλει λοιπόν ο Γιος να τα μάθει, πρέπει να ρωτήσει τον Πατέρα! Αλλά πλησιάζει η ώρα όπου ο Πατέρας, με όλα όσα κρύβει στα βάθη Του, θα γίνει ένα μαζί Μου, τον προαιώνιο Υιό Του».

Εξάλλου στα λόγια και στις πράξεις του Ιησού φαίνεται η διαφορά ανάμεσα στο απέραντο θεϊκό Πνεύμα και στο Γιο του ανθρώπου. Στις μεγάλες διδαχές, στα σημάδια και τα θαύματα, δρούσε το πρώτο. Στις ενέργειες της καθημερινότητας, στο δείλιασμα και το χτυποκάρδι στη Γεθσημανή, καθώς και σε άλλες περιπτώσεις που αφηγούνται τα Ευαγγέλια, ήταν φανερό πως μιλούσε κι ενεργούσε ο Υιός του Ανθρώπου. Πρόκειται για μια διαφορά η οποία αποτελεί κοινή διαπίστωση και για τους προφήτες όλων των εποχών. Όταν υπάκουαν στο θείο κάλεσμα, εκδηλωνόταν το Πνεύμα μεσάτους, ειδάλλως επικρατούσε η ανθρώπινη ψυχή. Στο «M.E.I.» ο Ιησούς τονίζει αυτή τη διαφορά στους μαθητές του:

«Τώρα δεν είναι ο θαυματουργός γιατρός από τη Ναζαρέτ που σας μιλάει. Είναι Εκείνος που κατοικούσε προαιώνια μέσα Μου, ο Πατέρας που είναι γεμάτος αγάπη και μεγαλοθυμία, ο μοναδικός Θεός, ο οποίος λέει: ¨Εγώ είμαι το Α και το Ω, η Αρχή και το Τέλος του Απείρου. δεν υπάρχει άλλος Θεός εκτός από Μένα!¨»

Τέλος, καταλαβαίνουμε επίσης γιατί ο Ιησούς αισθανόταν συχνά την ανάγκη να προσευχηθεί. Αυτό το γεγονός ξένιζε πάντα τους σκεπτικιστές. Όταν προσευχόταν, κάτι που συνήθως έκανε εντελώς μόνος του, η ψυχή του αναζητούσε μέσα στο «ήσυχο καμαράκι» της καρδιάς του την πλήρη ένωση με το Πνεύμα που κατοικούσε μέσα της. «ΤΙ παράξενο», απορούν στο «M.E.I.» μερικοί αμύητοι στην προσωπικότητα του Ιησού. «Τώρα πάει να προσευχηθεί και να προετοιμασθεί για την αυριανή μέρα! Τάχα σε ποιον να μιλάει και να προσεύχεται; Μήπως τελικά, παρόλο που οι γνώσεις Του είναι τόσο βαθιές, δεν είναι αυτός το ύψιστο θείο Ον; Δεν μπορεί όμως και να προσεύχεται στον εαυτό Του!»

Τότε ο Μαθαήλ, ένας φωτισμένος μαθητής του Ιησού, απάντησε στους αδαείς: «Μα τι τυφλοί που είσαστε στ’ αλήθεια! Μήπως δεν έχει κι αυτός εδώ στη Γη όπως όλοι μας σάρκα και αίμα; Απ’ αυτά δεν εξελίχθηκε και η δική Του η ψυχή, για να μπορέσει να ενωθεί με το θείο Πνεύμα; Θεϊκό μέσα του είναι μοναχά το Πνεύμα. όλα τ’ άλλα είναι ανθρώπινα, όπως είναι και σε μας. Όταν προσεύχεται, την ανθρώπινη φύση Του τη διαπερνάει πέρα για πέρα το μοναδικό Πνεύμα, απ’ όπου προήλθαν όλα τα άλλα πνεύματα, όπως ο αληθινός ήλιος καθρεφτίζεται μέσα στην καθεμιά μικροσκοπική σταγόνα δροσιάς».

Η μέθοδος διδασκαλίας του Ιησού

Μοναδικό δεν ήταν μόνο το περιεχόμενο αλλά κι ο τρόπος που δίδασκε ο Ιησούς. Αυτό που έκανε πρώτα απ’ όλα εντύπωση επάνω του ήταν η ατέλειωτη υπομονή και πραότητα του. Κανένας πνευματικός εξαναγκασμός ή βίαιη προσπάθεια να πείσει. Πάντα σεβόταν την ελευθερία θέλησης και κρίσης του κάθε ανθρώπου. Σε γενικές γραμμές, έδειχνε επιείκεια και κατανόηση απέναντι σ’ αυτούς που ήταν καλοπροαίρετοι, κι ας είχαν δυσκολίες να καταλάβουν τη διδασκαλία του. Μ’ αυτούς που παρέμεναν αδιόρθωτοι, όμως, γινόταν δριμύς και αυστηρός.

Σε πολλά σημεία της Νέας Αποκάλυψης, ο Ιησούς διδάσκει τους μαθητές του πώς να κηρύττουν το ευαγγέλιο του:

«Η διδασκαλία Μου σας δίνει την υπέρτατη ελευθερία, γι’ αυτό καταλαβαίνετε πως δεν μπορεί να διαδοθεί με το σπαθί στο χέρι, με υποδούλωση και σκοταδισμό. Ο καθένας πρέπει να είναι απόλυτα ελεύθερος να γνωρίσει τη μέγιστη δυνατή ελευθερία στη ζωή ενός ανθρώπου. Ούτε Εγώ εξανάγκασα κανέναν από σας, αλλά σας φώναξα απλά, όποιος θέλει ας έρθει, ν’ ακούσει, να δει, και να Μ’ ακολουθήσει! Ακολουθήστε λοιπόν κι εσείς το παράδειγμα Μου! Δεν Μου στοιχίζει τίποτα να υποχρεώσω στο άψε-σβήσε όλους τους ανθρώπους της γης ν’ αποδεχθούν τη διδασκαλία Μου και να υπακούσουν στο θέλημα Μου. Μήπως δεν επιβάλλω σε όλα τα άλλα πλάσματα τη θέληση Μου σαν τον απαράβατο Νόμο της ύπαρξης τους; Αλλά τι θα κέρδιζε μ’ αυτό η ανθρωπότητα; Μήπως μ’ αυτό θα γινόταν πραγματικά ευτυχισμένη κι ελεύθερη ή θα προόδευε ηθικά; Όχι βέβαια! Γι’ αυτό το λόγο οι εντολές που ανέκαθεν έδινα στους ανθρώπους, δεν είχαν ποτέ ισχύ νόμου. Ήταν απλά συμβουλές και παροτρύνσεις που απέρρεαν από την αιώνια Αγάπη και Σοφία Μου.

Ήταν οι άνθρωποι που στη συνέχεια τις μεταμόρφωσαν σε υποχρεωτικούς και απαράβατους νόμους. Επέβαλαν τις εντολές Μου με την απειλή της εγκόσμιας και αιώνιας τιμωρίας για τους παραβάτες, επειδή νόμιζαν πως μ’ αυτό τον τρόπο Μου έκαναν ξεχωριστή τιμή. Ο Μωυσής μάλιστα συνέβαλε πολύ μ’ αυτό τον τρόπο στο να σέβονται πιο πολύ οι Ιουδαίοι το θέλημα του Θεού. Το ίδιο έκαναν κι άλλοι μετά απ’ αυτόν. Οι δε σημερινοί Φαρισαίοι έφθασαν πια στο αποκορύφωμα της ηλιθιότητας αλλά και της κακεντρέχειας. Όμως αν οι Ιουδαίοι σήμερα βρίσκονται σε άθλια μοίρα, οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι οι άνθρωποι επέβαλαν σαν καταναγκαστικούς νόμους τις συμβουλές που τους έδωσα ν’ ακολουθήσουν ελεύθερα.

Κάθε φορά που ανάβει ένα Φως και φωτίζει τη νοημοσύνη του ανθρώπου, για την ελευθερία της θέλησης του είναι σαν ένα δώρο από τους ουρανούς, και το δέχεται αληθινά μ’ ευγνωμοσύνη. Όταν κάποιος αναγνωρίσει αβίαστα ότι η διδασκαλία Μου είναι η Αλήθεια και πως το πατρικό Μου θέλημα είναι το σωστό, θα το σεβαστεί ελεύθερα από μόνος του σαν νόμο και θα τον υπακούει δίχως να τον υποχρεώνει κανένας. Κι αυτό αρκεί με το παραπάνω για να θεραπεύσει την ψυχή του. Όταν όμως ο νόμος έχει υποχρεωτική ισχύ, καταλήγει να γίνει εξανδραποδισμός και ανάθεμα αντί να έχει την ευλογία Μου. Γιατί τους κάνει πάλι σκλάβους της αμαρτίας και της καταδίκης. Κι αυτό, καταρχήν, επειδή ένας νόμος που έχει υποχρεωτική ισχύ, είναι ενάντιος στην Τάξη Μου, αφού σκοτίζει παρά φωτίζει τον άνθρωπο, μιας και παραβιάζει την ελευθερία της θέλησης του. Κατά δεύτερο λόγο, γιατί οι υπερασπιστές του υποχρεωτικού νόμου έχουν την αξίωση να είναι αυτοί οι αποκλειστικοί διαχειριστές μιας ανώτερης εξουσίας. Το αποτέλεσμα είναι πως πολύ γρήγορα τους μεθάει η εξουσία που σφετερίζονται και τους κυριεύει αλαζονεία, έπαρση και αρχομανία. Τότε μαζί με τους καθαρά θεϊκούς θεσμούς που έχουν επιβάλλει, από την έπαρση της εξουσίας και την αρχομανία τους, θεσπίζουν δικές τους σκοταδιστικές εντολές. Τις παρουσιάζουν μάλιστα σαν “θέλημα του Θεού που τους αποκάλυψε ο Ίδιος”. Το κακό είναι ότι με τον καιρό απαιτούν πιο πολύ σεβασμό για τις δικές τους διατάξεις, παρά για τις θεϊκές εντολές. Και τα επακόλουθα είναι σκοταδισμός, δεισιδαιμονία, ειδωλολατρεία, μισαλλοδοξία, καταδίωξη, σκοτωμοί κι εξοντωτικοί πόλεμοι. Όλα αυτά τα κακά οι άνθρωποι τα δικαιολογούν με κάθε λογής σκοταδιστική ανοησία Ώσπου στο τέλος πείθονται κι οι ίδιοι πως με το να διαπράττουν τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα και εγκλήματα ενάντια στους αλλόδοξους συνανθρώπους τους, υπηρετούν και ευχαριστούν το Θεό. Και για όλα αυτά ευθύνονται εκείνοι που επέβαλαν το Νόμο καταναγκαστικά.

Τώρα λοιπόν σας μίλησα ανοιχτά και σας τα εξήγησα όλα καθαρά και ξάστερα. Να ξέρετε πως στους ουρανούς Μου κυριαρχεί απόλυτη ελευθερία. Χάρη σ’ αυτή την Ελευθερία επικρατεί αδιατάρακτη Ομόνοια, όπου οδηγούν η ανιδιοτελής Αγάπη και η μέγιστη Σοφία. Να που μάθατε λοιπόν χωρίς την παραμικρή εσωτερική βία, τι πρέπει να προσέχετε όταν θα πάτε να διαδώσετε το Ευαγγέλιο Μου».

Το πιο ζωντανό παράδειγμα της διδασκαλίας του ο Υιός του Ανθρώπου θέλησε να το δώσει με το θάνατο του.

Όταν ο Ιησούς πήγε ν’ ασκήσει το πνεύμα του στην έρημο, είχε ήδη εγκαταλείψει όλα τα γήινα υπάρχοντα του. Έτσι μπορούσε να πει πως «οι αλεπούδες έχουν τις φωλιές τους, τα πουλιά το ίδιο και μόνο ο Υιός το Ανθρώπου δεν έχει που να κλίνει την κεφαλή του». Όμως η υποταγή στο θέλημα του Πατέρα και η θυσία κάθε προσωπικού στοιχείου δεν σταμάτησε εκεί. Έπρεπε για χάρη των αδερφών του να δώσει στον Πατέρα και το τελευταίο αγαθό από το οποίο γατζώνεται με πάθος το ανθρώπινο εγώ, τη ζωή του σώματος, και μάλιστα με τον πιο οδυνηρό τρόπο.

Στο «Γη και Σελήνη», μας αποκαλύπτεται: «Κι εγώ ο ίδιος, όταν περπατούσα στη Γη, δεν μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα εγώ, παρά ό,τι ήθελε Εκείνος που Με είχε στείλει και που ήταν μέσα Μου, όπως Εγώ ήμουν μέσα Του. Αυτός ήταν το Πνεύμα του Θεού, ο προαιώνιος Πατέρας. Εγώ ήμουν και είμαί η Ψυχή Του, που έχει δική της Γνώση και ικανότητα, όντας η ανώτερη και τελειότερη απ’ όλες τις ψυχές. Παρόλα αυτά, τούτη η Ψυχή δεν είχε το δικαίωμα να κάνει ό,τι ήθελε αυτή, αλλά ό,τι ήθελε εκείνος, από τον οποίο είχε προέλθει. Και αν ήθελε η Ψυχή V αποφύγει το τελευταίο πικρό ποτήρι, αυτός που ήταν μέσα Μου δεν το επέτρεπε. Γι’ αυτό και η Ψυχή Μου στο τέλος έκανε αυτό που ήθελε εκείνος που ήταν μέσα Μου».

Όταν είδε τα αδέρφια του την ώρα της απόφασης να κοιμούνται στον κήπο της Γεθσημανή, δηλαδή να είναι «δεμένοι» από τα μάγια της ύλης, κατάλαβε πως έπρεπε να πάει ως το τέλος, για να ολοκληρώσει το έργο της λύτρωσης. Γιατί η θυσία στο σταυρό ήταν το μεγαλύτερο παράδειγμα Αγάπης στην πράξη.

Ένας Ορατός Θεός και ένας Νέος Ουρανός

Η ψυχή του Ιησού ολοκλήρωσε την κάθαρση και τη μετουσίωση της με την πλήρη, εκούσια υποταγή στο θέλημα του Πατέρα στη Γεθσημανή και στο Γολγοθά. Το Πνεύμα μπορούσε τώρα να ενωθεί με την εξαγνισμένη Ψυχή του Ιησού και ν’ αποτελέσουν έναν ορατό Πατέρα-Θεό.

Ο αγαπημένος μαθητής του, ο Ιωάννης, μιλάει στον «Πνευματικό Ήλιο» του Λόρμπερ γι’  αυτή την πρωτόγνωρη δυνατότητα να δούμε τον Πατέρα και «ν’ ακουμπήσουμε στο στήθος του» όπως εκείνος: «Πριν τον ερχομό του Κυρίου, κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να μιλήσει με αυτή καθαυτή την οντότητα του Θεού. Κανένας δεν μπορούσε να δει το Θεό χωρίς να χάσει τη ζωή του όπως είναι γραμμένο και στο Μωυσή, “το Θεό δεν μπορεί να τον βλέπει κανείς και να ζει!” Ο Κύριος είχε βέβαια εμφανισθεί προσωπικά στην εκκλησία των πατριαρχών, όπως επίσης στην εκκλησία του Μελχισεδέκ, στην οποία ανήκε και ο Αβραάμ. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μιλούσε πρόσωπο με πρόσωπο με τους αγίους του και δίδασκε τα παιδιά του, αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν ο ίδιος εκεί παρών. Συνήθως ήταν ένας άγγελος, πλημμυρισμένος απ’ το Πνεύμα του Κυρίου, το οποίο μιλούσε από μέσα του σαν να μιλούσε ο ίδιος ο Δημιουργός. Ο άγγελος όμως δεν είχε μέσα του όλη την πληρότητα του Πνεύματος του Θεού, μόνο στο βαθμό που ήταν απαραίτητο για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Σας λέω αλήθεια, πως εκείνο τον καιρό ούτε οι πιο αγνοί άγγελοι δεν είχαν τη δυνατότητα να δουν τη Θεότητα πιο κοντά απ’ όσο βλέπετε εσείς τον ήλιο στον ουράνιο θόλο. Μήτε κανένας άγγελος τολμούσε ποτέ να φτιάξει στο μυαλό του μία συγκεκριμένη εικόνα του Θεού. Όπως ξέρετε, μέχρι και την εποχή του Μωυσή απαγορευόταν αυστηρά να φτιάξει κανείς ένα ομοίωμα του ή να το φαντασθεί καν.

Ακούστε όμως: κάποια στιγμή, τούτο το απέραντο θεϊκό Ον είχε μια ιδέα που το ευχαρίστησε πολύ. Η ιδέα ήταν να ενοποιήσει όλη την πληρότητα του, να συγκεντρώσει δηλαδή όλη αυτή την ατέλειωτη πληρότητα και σ’ αυτή την ενοποίηση να πάρει την τέλεια ανθρώπινη μορφή. Για βάλτε το καλά με το νου σας· ο Θεός, που δεν τον έχει δει ποτέ κανένα μάτι, έρχεται στον κόσμο σαν Ιησούς, η προσωποποίηση της υπέρτατης Αγάπης Και Σοφίας! Αυτός ο απέραντος, ο αιώνιος, που με μια ανάσα του σκορπάει τις αιωνιότητες σαν να λιχνίζει μια χούφτα άχυρα, έχει έρθει στη γη. Και διδάσκει τα παιδιά του, όχι πια σαν Πατέρας αλλά σαν αδερφός! Αλλά και πάλι λίγα είναι όλα αυτά. Αυτός ο Παντοδύναμος, επιτρέπει στα μηδαμινά πλάσματα του να τον καταδιώξουν, να τον πιάσουν και να του νεκρώσουν το σώμα! Πέστε μου αληθινά, μπορείτε να φαντασθείτε μεγαλύτερη Αγάπη, μεγαλύτερη Ταπείνωση απ’ αυτή του Ιησού;

Μ’ αυτή την ασύλληπτη πράξη, έδωσε καινούργια μορφή σ’ όλα τα πράγματα στον Ουρανό. Κατοικεί και τώρα μέσα στον Ή λ ΙΌ του Ελέους του, απ’ όπου ακτινοβολεί αστείρευτα το Φως της Χάρης του στους Ουρανούς. Κι όμως είναι ο ίδιος Ιησούς, όπως περπάτησε στη γη, με όλη τη θεϊκότητά του: σαν αληθινός Πατέρας και αδερφός, σαν τέλειος άνθρωπος ανάμεσα στα παιδιά του. Τώρα δίνει προσωπικά στα παιδιά του όλο το Έλεος, την Αγάπη και τη Δύναμη που χρειάζονται, και τα καθοδηγεί με την παρουσία του να υπηρετούν και να ενεργούν όλο δύναμη στο Νοικοκυριό του!

Πρωτύτερα υπήρχε ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στο Δημιουργό και στο δημιούργημα του, τον άνθρωπο. Αλλ’ αυτό το χάσμα καταργήθηκε σχεδόν ολότελα με τον ερχομό του Ιησού. Μας το έδειξε εξάλλου και ο ίδιος χειροπιαστά, όταν σκίστηκε στο Ναό το παραπέτασμα που χώριζε το ιερό από το λαό.

Για τούτο το λόγο, Αυτός είναι ο μόνος Δρόμος, η Ζωή, το Φως και η Αλήθεια. Είναι η πόρτα απ’ όπου μπορούμε να φθάσουμε το Θεό. Διαβαίνοντας αυτή την πόρτα, πηδάμε πάνω από το απύθμενο χάσμα που μας χωρίζει από το Θεό και βρίσκουμε εκεί τον Ιησού, τον αιώνιο, πανάγιο αδερφό μας!

Χωρίς άλλο, Αυτόν που θέλησε να γεφυρώσει εκείνο το χάσμα, δεν μπορούμε παρά να Τον λατρεύουμε ολόψυχα και πάνω απ’ όλα!»

Μεσάζοντας και συμφιλιωτής

Στο εξής όλοι μπορούν να πλησιάσουν το Θεό, ακόμη κι εκείνοι που έχουν βυθισθεί βαθιά μέσα στην ύλη. Όλοι, όσοι ακολουθούν τον Υιό του Ανθρώπου, αυτοί δηλαδή που σαν Εκείνον υπηρετούν τα αδέρφια τους με αγάπη.

Ο Πατέρας μέσα στον Ιησού ήθελε η θυσία της ευγενέστερης ανθρώπινης ψυχής να είναι ο εξιλασμός για όλα τα πνεύματα που είχαν αποστατήσει. Άρα ο θάνατος του Ιησού δεν λειτούργησε μόνο σαν παράδειγμα αλλά και σαν εξιλαστήρια πράξη η οποία άνοιξε το δρόμο σε όλους για να γνωρίσουν τη μέγιστη δυνατή ανάταση κι ευδαιμονία.

Γι’ αυτό λέει στην Αγία Γραφή: «Κοίτα, τα κάνω όλα καινούργια!» Και στο «M.E.I.» ακούμε τα λόγια: «Τώρα ακριβώς λύνεται το παλιό ανάθεμα που βάραινε επάνω σας (της πτώσης και υποδούλωσης στην ύλη), γιατί Εγώ ο ίδιος μπαίνω μέσα στο ανάθεμα κι έτσι το μετατρέπω σ’ ευλογία, ευλογώντας όλη την ύλη. Αυτά που ίσχυαν σαν Τάξη πριν στους Ουρανούς, δεν ισχύουν πια. Τώρα ευλόγησα την ύλη και θα φτιαχθεί μία καινούργια Τάξη κι ένας καινούργιος Ουρανός. Όλη η Κτίση – σαν αυτή εδώ τη γη – θα μπει σε νέα σειρά.

Σύμφωνα με την Τάξη που ίσχυε ως τώρα, όποιος είχε περάσει από την ύλη, δεν μπορούσε να έρθει στον παράδεισο. Από εδώ και μπρος δεν θα μπορεί κανείς να φθάσει αληθινά ως Εμένα, στον πιο ψηλό και πάναγνο Ουρανό, αν δεν έχει περάσει σαν κι Εμένα από το δρόμο της ύλης και της σάρκας!

Από εδώ και μπρος, το παλιό προπατορικό αμάρτημα δεν θα βαραίνει πια όποιον θα βαφτίζεται στο όνομα Μου με το ζωντανό νερό της Διδασκαλίας Μου, με το πνεύμα της Αγάπης Μου και με τη δύναμη που δίνει η κάθε πράξη που γίνεται στο Όνομα μου. Το σώμα του δεν θα είναι πια ο λάκκος της αμαρτίας όπως παλιά, αλλά ένας Ναός του Αγίου Πνεύματος.

Αλλ’ ας προσέξει ο καθένας σας να μη μιανθεί και πάλι απ’ το πανάρχαιο, φαρμακερό ζιζάνιο της εγωλατρείας! Αν προφυλαχθείτε απ’ αυτό το κακό, θα εξαγνίσετε ως και το σώμα και το αίμα σας. Κι όταν μέσα σας θα έχει κυριαρχήσει οριστικά το Πνεύμα, τότε θ’ αναστηθεί μέσα του στην τέλεια, αιώνια Ζωή, όχι μοναχά η ψυχή αλλά κι η σάρκα του σώματος σας! Βλέπετε τι διαφορά υπάρχει ανάμεσα στο πριν και στο τώρα! Κι αυτό που θα ισχύει από εδώ και στο εξής, θα είναι ο κανόνας για όλη την αιωνιότητα».

«Ο Χριστός είναι ο μοναδικός μεσάζοντας ανάμεσα στο Θεό και στην ανθρώπινη φύση. Με το να θυσιάσει τη σάρκα του και να χύσει το αίμα του,-άνοιξε το δρόμο για τη σάρκα, που δεν είναι άλλο από την παμπάλαιη αμαρτία του Σατανά, ν’ αναστηθεί και να επιστρέψει στο Θεό!

Ο Χριστός είναι το θεμέλιο της Αγάπης μέσα στο Θεό, είναι ο κύριος και ο πιο μεγάλος Λόγος απ’ όλους, που έγινε σάρκα. Κι έτσι έγινε σάρκα για όλη τη σάρκα, κι αίμα για όλο το αίμα. Αυτή η σάρκα πήρε θεληματικά πάνω της όλο το κρίμα του κόσμου και το έπλυνε στα μάτια του Θεού με το πανάγιο αίμα της. Πάρε το μερίδιο σου απ’ αυτό το μέγιστο λυτρωτικό έργο που έγινε μέσα από το σώμα και το αίμα του Χριστού, και θα γίνεις κι εσύ πεντακάθαρος στα μάτια του Θεού. Από μόνο του δεν μπορεί να καθαρθεί κανένα ον και κανένα πράγμα, παρά μοναχά χάρη στην αξία του Χριστού, που δεν είναι άλλο από το ύψιστο Έλεος και την Ευσπλαχνία του Θεού. Μοναχός σου είσαι εντελώς ανήμπορος, ο Χριστός όμως μπορεί τα πάντα!» («Ρόμπερτ Μπλουμ», κεφ. 2).

«Στην ουσία, λύτρωση σημαίνει ότι ο άνθρωπος αναγνωρίζει τον Πατέρα και την Αγάπη που ξόδεψε το αίμα της πάνω στο σταυρό, για να εξιλεώσει και να εξαγιάσει ολόκληρο τον κόσμο. Η λόγχη που τρύπησε στο τέλος την καρδιά της αιώνιας Αγάπης, άνοιξε διάπλατα, ακόμη και για τους χειρότερους κακούργους, την άγια πόρτα στο Φως και στην αθανασία. Και σαν το ληστή που βρήκε εκεί το φως, και ζωντάνεψε η πίστη και η αγάπη του, όλοι μπορούν να δουν, και να ζωντανέψει η πίστη τους. Το αληθινό μερίδιο που έχει ο καθένας από τη λύτρωση είναι αυτό, ότι δηλαδή οι ακτίνες από τον Ήλιο του Ελέους γονιμοποιούν την αγάπη σας εκ νέου. Και στην καρδιά σας που ξαναγεννήθηκε μέσα στην αγνή αγάπη, ανατέλλει, χάρη στα έργα του Υιού, η Αγάπη του Πατέρα με όλη την Εξουσία και την Ισχύ του Αγιότατου Πνεύματος.

Το λυτρωτικό Μου έργο αποτελεί το μέγιστο έργο της αιώνιας Αγάπης, γιατί Εγώ, το Ύψιστο Ον, έγινα ο ίδιος άνθρωπος. Έγινα άνθρωπος, και κάτι παραπάνω, αδερφός όλων σας, με όλη την Αγάπη Μου και με όλη την απέραντη πληρότητα της Θεϊκότητάς Μου.

Ο κόσμος είχε παλιά πληγώσει την απαραβίαστη Ιερότητα του Θεού, κι Εγώ καθάρισα τη γη απ’ αυτό το ανάθεμα και πήρα όλο το βάρος των αμαρτιών του κόσμου στις πλάτες Μου. Συνάμα, υποδούλωσα την κόλαση κάτω από τη δύναμη της Αγάπης Μου. Πρωτύτερα, στην κόλαση ίσχυε αποκλειστικά η δίκαιη ανταπόδοση, εκείνη η πλευρά της Θεότητας που είχε εξοργισθεί από την προδοσία των παιδιών της. Γι’ αυτό ήταν εντελώς αποκομμένη από κάθε επίδραση της Αγάπης Μου. Όμως η Αγάπη είναι το πιο τρομερό όπλο ενάντια στην κόλαση, επειδή είναι το άκρο αντίθετο απ’ αυτήν. Γι’ αυτό αρκεί να προφέρει κανείς με κατάνυξη κι αγάπη το όνομα Μου, για να υποχωρήσει για πάρα πολύ καιρό. Έτσι αυτό που έκανα για τη λύτρωση σας, είναι ότι άνοιξα την πόρτα για τον Παράδεισο και την αθανασία. Παράλληλα, το έργο Μου δείχνει αλάνθαστα το δρόμο ως εκεί, γιατί όχι μόνο σας συμφιλιώνει με την Αγιότητα του Θεού, αλλά και σας δείχνει συνάμα πως, για να ανυψωθείτε από το Θεό, πρέπει να ταπεινωθείτε μπρος στον κόσμο. Σας δείχνει παραπέρα πώς να βαστάζετε με καρτερία, πραότητα και υποταγή κάθε χλευασμό, τα βάσανα και το σταυρό, από αγάπη για Εμένα και τ’ αδέρφια σας. Σας διδάσκει επιπλέον να ευλογείτε τους εχθρούς σας με τη θεία Αγάπη, που ζεσταίνει τις καρδιές σας…» («0 δρόμος για την Πνευματική Αναγέννηση», Πύρινος Κόσμος, 1995).

To πιο μεγάλο απ’ όλα τα ονόματα

Ο Ιησούς Χριστός είναι επομένως τα πάντα. Αυτός είναι το ενσαρκωμένο προαιώνιο Κέντρο Δύναμης και η πληρότητα της Θεότητας. Είναι ο Κύριος όλων των πνευμάτων, ο Λυτρωτής και ο ουράνιος Πατέρας.

»Σας βεβαιώνω», λέει ο Ιωάννης, «πως ο Ιησούς είναι κάτι τόσο ασύλληπτα μεγάλο, που στο άκουσμα του ονόματος Του όλο το σύμπαν ριγεί από δέος! Λέγοντας βέβαια “Θεός’, ονομάζετε πάλι το Ύψιστο Ον. αλλά έτσι το ονομάζετε σε όλη του την απεραντοσύνη, αυτό δηλαδή που γεμίζει το απέραντο σύμπαν με την απεριόριστη δύναμη του από τη μία αιωνιότητα στην άλλη. Αλλά με το όνομα «Ιησούς» χαρακτηρίζετε το τέλειο, πανίσχυρο Κέντρο του Θεού, που έχει συγκεκριμένη οντότητα. Ή, ακόμα πιο καθαρά: ο Ιησούς είναι ο Θεός ως άνθρωπος, εντελώς αληθινός, ουσιαστικός και με πλήρη υπόσταση. Απ’ αυτόν εκπορεύεται όλη η Θεότητα σαν το Πνεύμα της απεριόριστης Δύναμης και Εξουσίας του που γεμίζει όλη την απεραντοσύνη, όπως οι ακτίνες του ήλιου. Ο Ιησούς είναι επομένως η πεμπτουσία της πληρότητας της Θεότητας. Ή, με άλλα λόγια, μέσα στον Ιησού κατοικεί η Θεότητα με την απεριόριστη πληρότητα της, με υπαρκτή, σωματική υπόσταση. Γι αυτό το λόγο δονείται κάθε φορά η απεραντοσύνη του Θεού, όταν κάποιος προφέρει με αληθινή Αγάπη τούτο το ιερό όνομα!» («Πνευματικός Ήλιος», τομ. Β΄).

Το ότι ο Θεός ο ίδιος έγινε άνθρωπος μέσα στη μορφή του Ιησού Χριστού, αποτελεί μία αλήθεια η οποία, λόγω του βάθους και του μεγέθους της, δεν είναι δυνατό να γίνει κατανοητή και πιστευτή απ’ τον καθένα. Ίσως μοναχά εκείνοι που είναι ταπεινοί, γεμάτοι αγάπη, μπορούν να συναισθανθούν πώς είναι δυνατό η Θεότητα ν’ αφήσει το μεγαλείο της και να κατέβει τόσο χαμηλά, παρακινημένη από την ευσπλαχνία της.

Ο Ιησούς, που γνώριζε την ανθρώπινη φύση, είχε επανειλημμένα προειδοποιήσει τον Πέτρο, όπως και άλλους μυημένους μαθητές, να μην αποκαλύψουν πρόωρα τη θεϊκότητά του σε ανώριμους ανθρώπους και να μην επιβάλουν τούτη την πίστη σε κανέναν. Και ο ίδιος, με μεγάλη προσοχή φανέρωνε την ταυτότητα του:

«Εσένα σε προετοίμασα με τα λόγια και τη διδασκαλία Μου», λέει σ’ έναν ιδιαίτερα ένθερμο οπαδό του. «Όταν ήρθα στο σπίτι σου πριν λίγες μέρες, με θεωρούσες σοφό και έμπειρο γιατρό. Όταν Με είδες να πραγματοποιώ ασυνήθιστες πράξεις, άρχισες να Με πιστεύεις για προφήτη, που μέσα του δρα το Πνεύμα του Θεού. Είσαι όμως ένας άνθρωπος με πείρα σε όλες τις φιλοσοφικές σχολές. Κι αυτό σε παρακίνησε ν: ανακαλύψεις πώς ένας άνθρωπος μπορεί να φθάσει σε τέτοια τελειότητα. Εγώ τότε σου φανέρωσα τι είναι ο άνθρωπος και τι κρύβει μέσα του. Επιπλέον, τι μπορεί να γίνει όταν αποκτήσει το “γνώθι σαυτόν” και κατακτήσει την απόλυτη ελευθερία του πνεύματος του.

Παράλληλα όμως σου έδειξα πως και ο Θεός είναι ένας άνθρωπος και απ’ αυτόν το μοναδικό λόγο είσαι επίσης εσύ άνθρωπος, όπως κι όλα τα όντα που σου μοιάζουν. Σου έδειξα επίσης μυστικά πως Εγώ ο Ίδιος είμαι (ο αρχέτυπος) άνθρωπος κι ότι ο καθένας έχει το χρέος να γίνει και να είναι παντοτινά αυτό που είμαι Εγώ. Με αυτό έμεινες έκπληκτος και από τότε ξέρεις πια καλά ποιος είμαι. Βλέπεις λοιπόν, ότι με όλα αυτά έπρεπε να προετοιμασθεί η ψυχή σου» («M.E.I.» 1, 175).