11. Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ

 Η σωστή καλλιέργεια της πίστης είναι επίσης πολύ σημαντική προκειμένου να φτάσουμε το πρότυπο τελειότητας που μας έδωσε ο Ιη­σούς Χριστός.

Κι αυτό επειδή η βασισμένη στη λογική αληθινή και ζωντανή πίστη αποτελεί τη βάση για ν’ αρχίσουμε την πνευματική μας εξέλιξη και να χτίσουμε τη ζωή μας. Σήμερα, όμως, ειδικά το θεμέλιο της πίστης είναι που δέχεται έντονες επιθέσεις από τον χωρίς πίστη κόσμο. Καθημερινά λένε στα παιδιά του Θεού: «Η πίστη σας άραγε δεν είναι μονάχα μια επινόηση, μια φαντασία; Πού είναι οι αποδείξεις για το ότι ένας Θεός κατέχει την εξουσία και φροντί­ζει για τους ανθρώπους στην ευημερία και στη δυστυχία τους;

Βέβαια, η λογική μας μπορεί ν’ αναγνωρίσει ένα ανώτατο πνεύμα ως αρχιτέκτονα του κόσμου, εν όψει μάλιστα της σκοπιμότητας και της τελειότητας όλων των δημιουργημάτων μπορεί και ν’ αξιώσει λογικά την ύπαρξη του. Όμως το ότι αυτός ο ένας Θεός, που δημιούργησε και διατηρεί τα τεράστια ηλιακά συστήματα, νοιάζεται και για τους α­σήμαντους ανθρώπους, και μάλιστα ότι σκέφτεται τον καθένα τους χω­ριστά, αυτά είναι μόνον υποθέσεις που δεν φαίνονται ιδιαίτερα εύλο­γες στον υγιή κοινό νου, αντίθετα μάλιστα, μοιάζουν να είναι εντελώς αντίθετες μ’ αυτόν!»

 

Η τυφλή και η λογική πίστη

Οι σημερινές κατευθύνσεις των εκκλησιών, καθώς και των περισσοτέρων αιρέσεων, επίσης όμως οι κοινότητες φανατικών «απίστων», απαιτούν από τους οπαδούς τους μία απόλυτη, τυφλή πίστη στις είτε καταφατικές είτε αρνητικές θέσεις και ομολογίες τους.

Οι εκκλησίες των χριστιανικών δογμάτων αναγνωρίζουν για παράδειγμα ότι το κύριο δόγμα τους, η διδασκαλία για τον τριαδικό Θεό, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή με τη βοήθεια της λογικής. Παρ’ όλ’ αυ­τά, απαιτούν από όλα τα μέλη τους να δέχονται χωρίς όρους αυτό το δόγμα, το οποίο μάλιστα έχουν κάνει κύριο θεμέλιο ολόκληρου του συ­στήματος της διδασκαλίας τους. Πέρα απ’ αυτό, απαιτούν την πίστη στο «προπατορικό αμάρτημα», στη «συνέχιση της ζωής», χωρίς να δίνουν άλλες αποδείξεις γι’ αυτά από τα όσα αναφέρονται στην Αγία Γραφή. Πώς κρίνει όμως αυτήν τη γραπτή απόδειξη εκείνος που δεν μπορεί να πιστέψει ότι η Αγία Γραφή έχει το χαρακτήρα αποκάλυψης, εκείνος που πρέπει πρώτα να του αποδειχθεί το θεόπνευστο αυτών των κειμένων; Οι Εκκλησίες δεν δίνουν σ’ αυτούς τους ανθρώπους, που τους χαρακτηρίζει μεγαλύτερη κριτική διάθεση, κάποιες διαυγέ­στερες λογικές αιτίες για τις διάφορες διδασκαλίες πίστης.

Η διδασκαλία για την πίστη, που μεταδίδεται στα γραπτά της νέας αποκάλυψης μέσω του Γιάκομπ Λόρμπερ, διαφορίζεται από τις εκκλη­σιαστικές χριστιανικές και πολλές άλλες θρησκείες από το ότι απορ­ρίπτει εντελώς κάθε τυφλή πίστη και προσπαθεί να κάνει σαφώς κα­τανοητά σε κάθε άνθρωπο όλα τα στοιχεία της πίστης, ανάλογα με την ωριμότητα του και την αντιληπτική του δυνατότητα.

Δεν υπάρχει εδώ μυστικιστικό σκοτάδι, ούτε μυστικοπάθεια «μυημέ­νων», δεν υπάρχουν κληρικοί και λαϊκοί, φωτισμένοι και κοινοί θνητοί, «εσωτερικός κι εξωτερικός κύκλος», «εσωτερική» κι «εξωτερική» σχολή!

Αντίθετα, μέσα από τα γραπτά της νέας αποκάλυψης αποκα­λύπτεται σε κάθε αληθινό αναζητητή όσο το δυνατόν πιο λογικά και σαφέστερα, πειστικά και ζωντανά, η φύση και η δημιουργική δράση του Θεού, ο σκοπός και ο δρόμος της τελείωσης, αυτός και ο άλλος κόσμος.

«Όταν ένας άνθρωπος δεν έχει ανεπτυγμένο νου, η δε πίστη του είναι μονάχα μία υπακοή της καρδιάς και της βούλησης», λέγεται στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο», «πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε με μεγάλη προ­σοχή, ώστε να μην καταλήξει σε απατηλές, παράλογες ιδέες, ούτε να ξεφύγει σε επικίνδυνα λανθασμένους δρόμους-όπως δυστυχώς συμ­βαίνει στους ειδωλολάτρες και σ’ αυτή την εποχή (του Ιησού) σε πολ­λούς Εβραίους».

«Γι’ αυτό, ένας σωστός μαθητής της διδασκαλίας Μου δεν πρέπει να δέχεται ποτέ κάτι επιπόλαια και χωρίς ακριβή προηγούμενο έλεγ­χο. Μόνον αφού αποκτήσει μία ουσιαστική ιδέα και πεισθεί, πρέπει να ασπάζεται το καλό και το αληθινό, ύστερα δε να πράττει έξυπνα και σοφά. Τότε θα έχει όλες εκείνες τις επιτυχίες, που δίκαια μπορεί να εκ­θειάσει και στους άλλους ως ευλογημένες από τον ουρανό».

 

Ο τρόπος διδασκαλίας του Ιησού Χριστού

 «Εγώ λοιπόν είμαι ο Κύριος και Δάσκαλος από την αιωνιότητα, κι εσείς τώρα πια Με αναγνωρίζετε απόλυτα ως τέτοιον. Τώρα θα μπο­ρούσα να σας πω: αυτό ή εκείνο, σωστό ή λάθος, άσπρο ή μαύρο, κι εσείς θα Με πιστεύατε, αφού τώρα πια έχετε πειστεί εσωτερικά για το ποιος είμαι. Εκεί ασφαλώς μία πίστη στην αυθεντία Μου θα ήταν δι­καιολογημένη. Αλλά ποιος ανάμεσα σας μπορεί να πει ότι ζήτησα πο­τέ τέτοιο πράγμα από κανέναν; Ναι, ζητώ πίστη, αλλά ούτε τυφλή ού­τε νεκρή, παρά τελείως ζωντανή!

Σας διδάσκω αλήθειες που δεν πέρασαν ποτέ από το νου του κόσμου. Όμως, δεν σας λέω: “Το πιστεύεις αυτό;” παρά: “Το κα­τάλαβες λοιπόν;” Και μόλις κάποιος πει: “Κύριε, τούτο κι εκείνο ακόμη δεν το έχω καταλάβει”, τότε το εξηγώ με όλα τα μέσα που διαθέτω, μέ­χρι που να γίνει εντελώς κατανοητό από τα βάθη του, μόνο δε μετά απ’ αυτό προχωρώ στο επόμενο βήμα.

Βέβαια, θα μπορούσα να δώσω στον καθέναν εξαρχής μία τέτοια εξήγηση, ώστε αυτός να καταλαβαίνει αμέσως τέλεια την κάθε νέα διδα­σκαλία. Όμως γνωρίζω επίσης ποια και πόσα πράγματα μπορεί ο καθένας ν’ αφομοιώσει με μία φορά, και δίνω στον καθένα τόσα, όσα μπορεί να συλλάβει μεμιάς. Αφήνω, ακόμη, καιρό στο σπόρο να βλαστήσει και να πιάσει ρίζες, δεσμεύοντας τον εαυτό Μου να μη δώσω κάτι και­νούργιο, πριν να έχει αφομοιωθεί εντελώς το προηγούμενο. Σας αφή­νω χρόνο για να ελέγξετε όσα σας λέω και σας δείχνω. Σας λέω, μά­λιστα, ο ίδιος: “Ελέγξτε τα όλα και κρατήστε το αληθινό και το καλό!”

Αν, όμως, Εγώ ο ίδιος ενεργώ έτσι, πόσο μάλλον πρέπει να ενερ­γείτε έτσι εσείς, που δεν μπορείτε να διαβάσετε τις σκέψεις των ανθρώ­πων όπως Εγώ».

 

Εγκεφαλική νοημοσύνη και νοημοσύνη της καρδιάς

Στα πολυάριθμα γραπτά της νέας αποκάλυψης από τον Γιάκομπ Λόρμπερ διαφωτίζονται επίσης όλα εκείνα τα ερωτήματα για τη ζωή και την πίστη, που μέχρι τότε βρίσκονταν, τόσο για τους Χριστιανούς, όσο και για τους μη Χριστιανούς, σε βαθύ σκοτάδι.

Η φύση του Θεού, η διαδικασία της δημιουργίας, ο σκοπός της τε­λείωσης, το νόημα της ανθρώπινης ζωής, ο δρόμος προς την τελείω­ση σ’ αυτόν και στον άλλο κόσμο, όλα αυτά αναλύονται τόσο βαθιά και διαφωτιστικά από το στόμα του Ιησού, κυρίως στο «Μεγάλο Ευαγ­γέλιο» αλλά και σε άλλα έργα του Λόρμπερ, ώστε ο κάθε αληθινός πνευματικός αναζητητής μπορεί να τα κατανοήσει εκ βαθέων και να πάρει ικανοποιητικές απαντήσεις.

Φυσικά, για την πρόσβαση σ’ αυτές τις γνώσεις υπάρχει ένας σπουδαίος όρος, που είναι να αποβάλλει ο άνθρωπος την παλιά εωσφορική υπεροψία και την εγωιστική ανθρώπινη έπαρση του.

Για το θέμα αυτό, ο Ιησούς λέει στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» σε με­ρικές «πολύ φιλοσοφημένες» ιέρειες του Απόλλωνα:

«Όσο επιμένετε στην υπεροψία σας, θα νιώθετε μέσα σας αντί για τη ζωή, μονάχα τον αιώνιο θάνατο. Γιατί η υπεροψία ωθεί βί­αια την ψυχή μέσα στη σάρκα του σώματος της. Κι η ψυχή, φουσκώ­νοντας όλο και περισσότερο εσωτερικά, γίνεται έτσι εντελώς ένα με τη σάρκα της, στην κατάσταση δε αυτή δεν μπορεί να νιώσει τίποτα άλλο εκτός από το θάνατο της σάρκας. Όμως, ποιες λέξεις, πράξεις ή ση­μάδια μπορούν να δώσουν αποδείξεις σε μία ψυχή γεμάτη θάνατο για το ότι θα συνεχίσει να ζει μετά το θάνατο του σώματος και για το ότι υπάρχει ένας μοναδικός, αληθινός Θεός; Εσείς, βέβαια, νομίζετε ότι ένας παντογνώστης και παντοδύναμος Θεός μπορεί με κάποιον τρό­πο να στείλει ένα φως στον άνθρωπο, ώστε εκείνος ν’ αντιληφθεί την κατάσταση του. Αυτό ο Θεός το κάνει πάντα. Αλλά η υπεροψία των αν­θρώπων δεν τους επιτρέπει να τ’ αντιληφθούν όλ’ αυτά».

Επομένως, σε κάθε αναζήτηση της αλήθειας πρέπει να δίνεται προσοχή στη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο θαμπό, απατηλό νου του εγκεφάλου μας και στο καθαρό πνευματικό φως της καρδιάς.

Άλλωστε, όπως ξέρουμε από τον Λόρμπερ, η ψυχή μας είναι ένα, κατά μεγάλο μέρος ακόμη, υλικά τυφλό και κακό πλάσμα, που ανήλθε κατακερματισμένο σε μυριάδες σπινθήρων ζωής από την καταδίκη της ύλης. Έχει περιορισμένη μόνο νοημοσύνη, με την οποία μπορεί να δει τον κόσμο με τη βοήθεια των υλικών αισθήσεων, να συνδυάσει με κά­ποια λογική τις παρατηρήσεις της και να τις διατηρήσει σε μία μνήμη συχνά πολύ περιορισμένη. Οι περισσότερες αισθήσεις της ψυχικής αναγνώρισης του κόσμου έχουν τα όργανα τους στο κεφάλι, όπου ε­πίσης (στον εγκέφαλο) βρίσκεται το εργαστήρι της λογικής σκέψης και το αρχείο της μνήμης. Γι’ αυτό, αυτή την ικανότητα αναγνώρισης την λέμε «εγκεφαλική νοημοσύνη».

Για να μπορέσει όμως η ψυχή μας να προοδεύσει στην αναγνώ­ριση του αληθούς και καλού, καθώς και στην καλή θέληση και πράξη, φέρει μέσα της από τη γέννηση της ένα καθαρό θεϊκό πνεύμα που την οδηγεί και την τελειοποιεί και που βρίσκεται σε διαρκή σύνδεση με το πρωταρχικό πυρ και το πρωταρχικό φως της αιώνιας αγάπης (το Θεό-Πατέρα) όπως η ακτίνα με τον ήλιο. Αυτό το καθαρό θεϊκό πνεύμα μέ­σα στον άνθρωπο, χάρη στη σύνδεση του με τον Θεό, γνωρίζει τα πά­ντα, γνωρίζει τα βάθη της Θεότητας, τα μυστικά της δημιουργίας, την αιώνια ζωή, το στόχο και το δρόμο της τελείωσης, μπορεί δε να δια­φωτίσει, να οδηγήσει και να τελειοποιήσει ανάλογα την ψυχή. Μια και κατοικία του είναι η καρδιά, η σχετική ικανότητα αναγνώρισης της ψυ­χής λέγεται «νοημοσύνη της καρδιάς» ή «εσωτερικό φως».

Στην ελεύθερη βούληση της ψυχής εναπόκειται σε ποια από τις δύο πλευρές αναγνώρισης -τον κόσμο ή το πνεύμα- θα θελήσει να δώσει τη μεγαλύτερη προσοχή. Αν στρέψει το βλέμμα της μόνο προς τα έξω, προς τον κόσμο, και ερευνά μόνο με την αδύναμη εγκεφαλική της νοημοσύνη, τότε θα αναγνωρίζει μόνο την επιφάνεια των πραγ­μάτων και των συνθηκών, χωρίς να βλέπει τις βαθύτερες σχέσεις, τις πραγματικές βασικές δυνάμεις και τους νόμους τους. Ειδικότερα, θα παραμείνει άγνωστη γι’ αυτήν η πνευματική θεμελιώδης αιτία και η πρωταρχική φύση όλων όσων υπάρχουν, γιατί ακόμη της λείπει η πνευματική τελειότητα, ενώ, όπως είναι γνωστό, μόνον τα όμοια μπο­ρούν να κατανοήσουν πλήρως το ένα το άλλο.

Τελείως διαφορετικό θα είναι το αποτέλεσμα, αν η ψυχή στρέψει περισσότερο την προσοχή της προς τα μέσα, προς το καθαρό πνεύμα που κατοικεί στην καρδιά, το θείο σπινθήρα, τον «Χριστό μέσα μας» – κι αφεθεί να διδαχθεί απ’ αυτόν και να πληρωθεί με αγάπη, σοφία και δύναμη. Εδώ βρίσκεται η εσωτερική πηγή τελείωσης από τον Θεό, απ’ όπου μπορεί η αλλοτριωμένη -εφόσον έχει απομακρυνθεί από την τάξη- ψυχή να λάβει την αληθινή πνευματικό­τητα. Με αυτές τις γνωστικές δυνάμεις εισδύει στα βάθη της Θεότητας και της Δημιουργίας, ανακαλύπτει τις αληθινές σχέσεις τους και τις βα­σικές αρχές της ζωής.

 

 

Η βάπτιση, η μετάνοια και η θεία ευχαριστία

Τις δυνάμεις της χάριτος και της τελείωσης, που ρέουν μετά από την ενανθρώπιση του Ιησού Χριστού πολύ πιο ισχυρά προς την αν­θρωπότητα και όλη τη Δημιουργία, ο άνθρωπος μπορεί, όπως είδα­ με, γενικά να τις κάνει κτήμα του μόνο μέσα από τη σοβαρή πίστη που ενερ­γοποιείται από την αγάπη.

Φυσικά, αυτή η δραστηριότητα με κίνητρο την αγάπη πέφτει δύ­σκολη σε πολλούς αρχάριους στην πίστη και στο σχολείο της πνευ­ματικής ανάπτυξης. Τους λείπουν εκείνες ακριβώς οι πνευματικές δυνάμεις που εμψυχώνουν τον άνθρωπο και τον κάνουν ικανό να δράσει. Γι’ αυτό, ο ουράνιος Πατέρας επιτρέπει την ύπαρξη κάποιων πνευματικών βοηθητικών μέσων, τα οποία ενδυναμώνουν την ψυχή των ανθρώπων με καλή θέληση και τους φέρνουν κοντύτερα στην πνευ­ματική τελειότητα και τα οποία εξασφάλισε ο Ιησούς Χριστός με την εξιλαστήρια θυσία του.

Σύμφωνα με τον παλιό, αλλά και τον νέο Λόγο, του Θεού, υπάρχουν τρία τέτοια μέσα πνευματικής αφύπνισης και ενδυνάμωσης: το βάπτι­σμα, η επίθεση της χειρός και η θεία ευχαριστία. Αντίθετα, η καθολική εκκλησία αναφέρει, όπως είναι γνωστό, επτά, προσθέτο­ντας επίσης τη μετάνοια, την ιερωσύνη, το γάμο και το χρίσμα.

Στη συνέχεια, θα εξετάσουμε πρώτα τη βάπτιση, τη μετάνοια και τη θεία ευχαριστία και θα δείξουμε, υπό το φως της νέας αποκάλυψης, την αληθινή σημασία και επίδραση τους.

Ο Χριστός μιλάει στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» για το βάπτισμα. Ο αφοσιωμένος σ’ αυτόν αρμοστής Κυρήνιος ρωτάει: «Κύριε, εγώ πι­στεύω όλα όσα διδάσκεις. Είμαι, επομένως, ήδη βαπτισμένος;»

Ο Χριστός του απαντά: «Όχι (εξωτερικά) βέβαια δεν είσαι ακόμα βαπτισμένος, αλλά αυτό δεν αλλάζει τα πράγματα. Γιατί όποιος πιστεύ­ει όπως εσύ, φίλε μου, πνευματικά, είναι σαν να έχει βαπτιστεί, και μά­λιστα με όλη την ευλογία του βαπτίσματος.

Στους Ιουδαίους υπάρχει, βέβαια, η περιτομή, που είναι ένα προ-βάπτισμα, όμως για Μένα δεν έχει καμία ουσιαστική αξία, αναυτόςπου την κάνει δεν έχει παράλληλα κάνει και περιτομή στην καρδιά του. Για­τί μ’ αυτό Εγώ εννοώ μία καρδιά εξαγνισμένη και γεμάτη με αγάπη. Για κάποιον καιρό, στους Ιουδαίους την περιτομή ακολουθούσε το βάπτι­σμα με νερό που έκανε ο Ιωάννης, που συνεχίζεται από τους μαθητές του. Αλλά ούτε αυτό το βάπτισμα έχει κάποια ουσιαστική αξία, αν δεν προηγείται ή ακολουθεί η απαιτούμενη μετάνοια.

Επομένως, όποιος βαπτίζεται με νερό, θέλοντας με σοβαρότητα να γίνει καλύτερος, ασφαλώς δεν διαπράττει σφάλμα, δεν πρέπει όμως σε καμία περίπτωση να πιστεύει ότι το νερό καθαρίζει την καρδιά του και δυναμώνει την ψυχή του. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνον η δική του, απόλυτα ελεύθερη βούληση. Το νερό δρα μόνο σαν ένα σύμβο­λο που δείχνει ότι η βούληση, ως ζωντανό νερό του πνεύματος, τώρα έχει εξαγνίσει την ψυχή από τις αμαρτίες, όπως το νερό καθαρίζει κε­φάλι και σώμα από τη σκόνη και τη βρωμιά. Όποιος δέχτηκε το βάπτισμα με αυτό το αληθινό, πραγματικό του νόημα, αυτός είναι τέλεια βα­πτισμένος, εάν κατά την πράξη της βάπτισης ή πριν από αυτήν έδρα­σε η θέληση μέσα στην καρδιά του βαπτιζομένου. Αν αυτό δεν γίνει, τότε η απλή βάπτιση με νερό δεν έχει την παραμικρή αξία, δεν αποτε­λεί ευλογία της ύλης, πόσο μάλλον κάποια τελείωση.

Παρόμοια, το βάπτισμα με νερό ανήλικων παιδιών δεν έχει καμία άλλη αξία, πέρα από το ότι είναι ένα εξωτερικό σημάδι ότι αυτά έγιναν δεκτά σε μία καλύτερη κοινότητα και έλαβαν κάποιο όνομα, που όμως δεν έχει την παραμικρή αξία για τη ζωή της ψυχής παρά μόνο μία εξω­τερική χρησιμότητα. Για το λόγο αυτό, θα μπορούσε κανείς να δώσει στο παιδί ένα όνομα χωρίς περιτομή ή τη βάπτιση του Ιωάννη, για Μέ­να είναι εντελώς το ίδιο. Γιατί κανένα όνομα δεν αγιάζει την ψυχή ενός ανθρώπου, παρά μόνον η ελεύθερη, καλή του θέληση να ενεργεί σε όλη του τη ζωή ορθά. Οποιοδήποτε όνομα μπορεί να αγιασθεί με τη θέ­ληση και την πράξη, δεν ισχύει όμως και το αντίθετο.

Όταν βάπτιζε ο Ιωάννης, έφερναν παιδιά τόσο σ’ αυτόν, όσο και στους μαθητές του. Εκείνος τα βάπτιζε, αν παρουσιάζονταν για τα παι­διά αυτό ευσυνείδητοι εκπρόσωποι που ορκίζονταν να φροντίζουν με ζήλο για την πνευματική αγωγή τους. Βέβαια, στην περίπτωση αυτή μπορεί να βαπτιστεί επίσης ένα παιδί με σκοπό τον αγιασμό του. Όμως, το βάπτισμα αγιάζει την ψυχή και το σώμα του παιδιού μόνα μέχρι αυ­τό να φθάσει στην αληθινή γνώση του Θεού και του εαυτού του και στη χρήση της ελεύθερης του βούλησης. Μέχρι τότε, ο κηδεμόνας πρέπει να φροντίζει με τη μεγαλύτερη ευσυνειδησία να έχει το παιδί όλα όσα χρειάζονται για να πετύχει την αληθινή αγιωσύνη, διαφορετικά η ψυ­χή του εκπρόσωπου φέρει ακέραια την ευθύνη.

Γι’ αυτό, είναι καλύτερο να μη γίνεται το βάπτισμα με νερό, πρίνο άνθρωπος αποκτήσει την ικανότητα να πληροί όλους τους όρους για τον εξαγιασμό της ψυχής του και του σώματος του μέσα από τη δική του γνώση και τον ελεύθερο αυτοπροσδιορισμό του. Άλλωστε, το βάπτισμα με νερό δεν είναι καθόλου απαραίτητο για τον εξαγιασμό ψυχής κι σώματος. Το μόνο αναγκαίο είναι η γνώση και η δράση που απορρέει από την ορθή γνώση της αλήθειας του Θεού.

Το αληθινό βάπτισμα, το μόνο έγκυρο για Μένα, είναι το βάπτισμα με την αγάπη για Μένα και για τον πλησίον, καθώς και με το ζωντανό ζήλο της βούλησης και το άγιο πνεύμα της αιώνιας θείας αλήθειας. Αυ­τά τα τρία αποτελούν για τον καθένα μία απόδειξη που έχει κύρος στον ουρανό».

Ένα άλλο εκκλησιαστικό «μέσο χάριτος» χαρακτηρίζεται με τις έν­νοιες μετάνοια, Εξομολόγηση και άφεση αμαρτιών.

Μετάνοια σημαίνει καθαρμός. Ο Ιησούς πάντοτε εννοούσε και εννοεί τη μετάνοια ως το καθάρισμα της καρδιάς από όλες τις ακάθαρτες, ενάντιες προς τον Θεό σκέψεις, συναισθήματα και ορμές και την πρό­θυμη αποδοχή και μετατροπή σε πράξη του πνεύματος αγάπης.

Έτσι όρισε ο Χριστός τη μετάνοια όσο βρισκόταν πάνω στη γη και έτσι τη διδάσκει επίσης στα γραπτά της νέος αποκάλυψης. Ποτέ, ό­μως, δεν καθόρισε να είναι η μετάνοια ένα εκκλησιαστικό μυστήριο και η επακόλουθη άφεση δικαίωμα του ιερατικού λειτουργήματος!

«Το να είναι κανείς ελεύθερος από αμαρτίες σημαίνει να κατέχει το ν ύψιστο βαθμό ταπεινοφροσύνης και αγάπης. Πρέπει ο νόμος του Θεού να έχει γίνει φύση του ανθρώπου και εκείνος να έχει απαρνηθεί μέχρις εσχάτων τη σάρκα και τους πόθους της, για να μπορέσει η δύ­ναμη του Θεού να κατοικήσει εντελώς μέσα του. Ένας τέτοιος άνθρω­πος μπορεί, τότε, να πει σε κάποιον άλλον: “Συγχωρημένες οι αμαρ­τίες σου!” και πράγματι να του συγχωρηθούν. Βέβαια, δεν έχει το δι­καίωμα να απαλλάξει κάποιον από την οφειλή του, γιατί ο ίδιος είναι μεγάλος οφειλέτης. Εφόσον όμως με τον τρόπο αυτό εκτελεί έργο ευ­σπλαχνίας, δίνει μ’ αυτό ένα ποτήρι νερό σε κάποιον διψασμένο, πράγ­μα για το οποίο θ’ ανταμειφθεί. Στην περίπτωση αυτή, όμως, δεν είναι ο άνθρωπος που συγχωρεί τις αμαρτίες, παρά η θεία δύναμη. Αυτή μόνη έχει τη δυνατότητα να συμφιλιώσει τις καρδιές εκείνων που αμάρ­τησαν ο ένας προς τον άλλο και έγιναν εχθροί και να φέρει αρμονία, δηλαδή να διαπεράσει και να φωτίσει τις καρδιές με το θείο πυρ, πνί­γοντας έτσι κάθε οργή, εγωισμό και φθόνο. Όμως, είναι αυτονόητο ό­τι αυτό δεν μπορεί να το επιτελέσει η δύναμη κανενός ανθρώπου πα­ρά μόνον η δύναμη του Θεού. Γι’ αυτό, ο άνθρωπος μόνο στον Θεό μπορεί να πει: “Κύριε, συγχώρησε μου την αμαρτία μου!”

Ακόμη, δεν θέλω να πω ότι είμαι αντίθετος στο να πει κάποιος ιδιαι­τέρως στον καλύτερο του φίλο τα σφάλματα και τις αδυναμίες του, ώ­στε να παρηγορηθεί και να λάβει μία έμμεση διαβεβαίωση ότι οι αμαρτίες του θα συγχωρηθούν -αν και εφόσον στραφεί σε Μένα, προτιθέ­μενος στα σοβαρά να μην επαναλάβει τέτοιες αμαρτίες και, αν είναι δυ­νατόν, να επανορθώσει αυτές που διέπραξε ενάντια στον αδελφό του, με ειλικρινή μετάνοια και αγάπη. Ένας τέτοιος εξομολογητής πάντα θα Μου είναι αγαπητός και πολύτιμος. Φυσικά, δεν είναι ανάγκη να είναι ιερωμένος.

Σε περίπτωση, όμως, που ένας τέτοιος «εξομολογητής» πιστεύει ότι έχει κατ’ αποκλειστικότητα την εξουσία και τη δύναμη να συγχωρεί αμαρτίες ή μάλιστα να επιφυλάσσεται να το κάνει, να κρίνει αυτόν που του τις εμπιστεύθηκε και να ζητά να τον αποκαλούν ως εξομολογητή “αντιπρόσωπο του Θεού”, τότε είναι δράστης κακών, δολοφόνος ψυ­χών και πνευμάτων, αφού βάζει τον εαυτό του αυθαίρετα μπροστά α­πό τις πύλες του ουρανού».

Παρόμοια μιλάει ο Χριστός στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» για την εξο­μολόγηση και την άφεση αμαρτιών. «Η εξομολόγηση αμαρτιών μπρο­στά στους ιερείς, όπως γίνεται τώρα, είναι κακή και απορριπτέα, γιατί δεν βελτιώνει τον άνθρωπο, παρά τον αφήνει να μένει μέχρι τέλους μέ­σα στις αμαρτίες του. Αλλά και πάλι δεν έχω αντίρρηση, αν ένας αδύ­ναμος και άρρωστος στην ψυχή άνθρωπος ομολογεί καλοπροαίρετα τις αδυναμίες και τα σφάλματα του σε έναν άλλο, πιο ισχυρό και ψυχι­κά υγιή άνθρωπο. Γιατί τότε ο υγιής και φωτισμένος άνθρωπος μπο­ρεί να του προσφέρει, από αληθινή αγάπη προς τον πλησίον, τα σω­στά μέσα τα οποία θα κάνουν την ψυχή του αδύναμου δυνατή και γε­ρή. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ένας άνθρωπος μπορεί στ’ αλή­θεια να γίνει σωτήρας κάποιου άλλου. Όμως, δεν το θέτω αυτό σαν νόμο, παρά σας δίνω απλά μία καλή συμβουλή. Ό,τι κάνω, αυτό να κάνετε κι εσείς, και να διδάσκετε στον καθένα την αλήθεια.

Άλλωστε, η ομολογία και μόνο δεν φθάνει για να καθαρθεί ένας άνθρωπος από τις αμαρτίες του, όπως δεν φθάνει για να ιαθεί ένας ασθενής το να περιγράψει με ακρίβεια στο γιατρό την πάθηση του. Αντίθετα, ο ασθενής πρέπει ν’ ακούσει τη συμβουλή του σοφού γιατρού, ύστερα να την ακολουθήσει πιστά και στη συνέχεια να αποφύγει όλα εκείνα που τον είχαν οδηγήσει στην ασθένεια.

Είναι, λοιπόν, καλό που σε μία κοινότητα ο καθένας γνωρίζει τον άλλο, γνωρίζει τόσο τις δυνατές, όσο και τις αδύνατες πλευρές τον, ώστε ο καθένας να μπορεί να υποστηρίζει τον άλλον αληθινά, τόσο ψυχικά όσο και σωματικά. Αν όμως κάποιος θέλει να παραμείνει κλειστός, νομίζοντας ότι ίσως δυσαρεστήσει κάποιον με την ομολογία του, κανείς δεν πρέπει να τον προκαλέσει να ομολογήσει την αδυναμία του!

Αν, πάλι, κάποιος από σας είναι σοφός και το πνεύμα του του απο­καλύπτει τα ελαττώματα του αδύναμου και φοβισμένου αδελφού του, εκείνος πρέπει να τον συμβουλεύει διακριτικά και να τον βοηθά έμπρα­κτα να βγει από το πρόβλημα του, η δε ανταμοιβή γι’ αυτό δεν θα του λείψει. Όμως, σεβαστείτε την ελεύθερη βούληση των άλλων και μην πιέζετε κανένα. Γιατί γνωρίζετε άτι κάθε πνευματικός εξαναγκασμός εί­ναι εντελώς ενάντιος στην αιώνια Τάξη Μου.

Συνεπώς, δεν πρέπει να αντιμετωπίζετε με απειλητικό, επικριτικό τρόπο τον αδύναμο αδελφό που σας εμπιστεύεται, αλλά να του απο­καλύπτετε πάντοτε με αγάπη και φιλικά την αλήθεια, προσφέροντας του παράλληλα τα μέσα με τα οποία μπορεί να θεραπευτεί εύκολα και σίγουρα. Έτσι, εκείνος δεν θ’ αποθαρρυνθεί, παρά θα γίνει ένας γεμά­τος ευγνωμοσύνη οπαδός της ελεύθερης αλήθειας. Όμως, αν τον αντιμετωπίσετε με διάφορα κηρύγματα περί τιμωρίας, όχι μόνο δεν θα πε­τύχετε τίποτα ή σχεδόν τίποτα, αλλά θα τον φέρετε σε πολύ χειρότερη κατάσταση από αυτήν που ήταν προηγουμένως».

«Έχω πει ήδη, ειδικά στους παλιούς μαθητές Μου, ότι μπορείτε να συγχωρήσετε εκείνους που αμάρτησαν ενώπιόν σας. Εκείνοι δε που θα συγχωρηθούν εδώ στη γη από σας, θα συγχωρηθούν και στον ου­ρανό.

Αν όμως έχετε σοβαρό λόγο να μη συγχωρήσετε σε κάποιον τα α­μαρτήματα που διέπραξε σε βάρος σας, επειδή φαίνεται καθαρά ότι είναι αδιόρθωτος, τότε αυτά ούτε στον ουρανό δεν θα του συγχωρη­θούν. Όμως, είχαμε συμφωνήσει ήδη από τότε ότι το δικαίωμα να μη συγχωρήσετε τις αμαρτίες που διαπράχθηκαν εναντίον σας δεν το έχε­τε, παρά μόνον αφού τις έχετε συγχωρήσει προηγουμένως επτά φο­ρές επί εβδομήντα επτά.

Αλλά εφόσον σ’ εσάς, που είσαστε οι πλησιέστεροι μαθητές Μου, έχω παραχωρήσει το δικαίωμα να συγχωρείτε -ή και όχι- τα αμαρτή­ματα που διαπράχθηκαν εναντίον σας, είναι προφανές ότι κανένας ιε­ρέας δεν θα μπορούσε να έχει ποτέ το δικαίωμα από τον Θεό να δίνει ή-να στερεί την άφεση για ξένες αμαρτίες. Όποιος για παράδειγμα διέ­πραξε αμάρτημα ενάντια στον Καϊάφα, μπορεί να συγχωρηθεί από ε­κείνον ή όχι, ανάλογα με το πώς έχουν τα πράγματα. Όποιος όμως διέπραξε αμάρτημα εναντίον του Ηρώδη, δεν έχει καμία σχέση με τον Καϊάφα, ούτε ο Καϊάφας μ’ αυτόν, παρά έχει να κάνει μονάχα με τον Ηρώδη.

Ο μόνος τρόπος για να επιτύχει ο άνθρωπος την αληθινή και πλή­ρη άφεση αμαρτιών είναι: πρώτον, να τις αναγνωρίσει ως αδικία προς το συνάνθρωπο του, να μετανοήσει και, αν είναι δυνατόν, να επανορ­θώσει, δεύτερον, να ζητήσει συγχώρεση από τον Θεό έχοντας τη σο­βαρή πρόθεση να μην τις διαπράξει ξανά, και να μείνει πιστός σ’ αυτή του την καλή πρόθεση. Αν το αποφασίσετε αυτό ειλικρινά μέσο από την καρδιά σας, ύστερα δε ενεργείτε σύμφωνα μ’ αυτή την απόφαση, τότε σας λέω από τώρα: οι αμαρτίες σας είναι συγχωρημένες από Μέ­να!»

Στον 11ο τόμο του «Μεγάλου Ευαγγελίου», που δόθηκε μέσω του Λέοπολντ Ένγκελ και μιλάει για το τέλος της παραμονής του Χριστού πάνω στη γη, περιγράφεται επίσης το τελευταίο δείπνο με τους μαθητές. Αυτά είναι τα τελευταία λόγια για το μοίρασμα του ψωμιού και του κρασιού:

«Με όλες αυτές τις συζητήσεις, είχε περάσει πια η ώρα. Πήρα τότε πάλι το ψωμί, από το οποίο είχα ετοιμάσει τις πρώτες μπουκιές, και εί­πα στους έντεκα: “Πάρτε ο καθένας από μία ακόμη μπουκιά, που ετοιμάζω εδώ: Είναι το σώμα Μου, ο Λόγος που έγινε σάρκα, που πρό­κειται να ζωντανέψει μέσα σας. Πάρτε και αυτή την κούπα! Πιείτε όλοι από αυτήν! Είναι το αίμα Μου, που θα χυθεί για σας, για να σας αφε­θούν οι αμαρτίες σας. Όποιος δεν φάει από τη σάρκα Μου και δεν πιει από το αίμα Μου, ποτέ στο εξής δεν θα γίνει μακάριος. Τώρα όμως ξέ­ρετε πώς πρέπει να το εννοήσετε αυτό, και δεν θα ξαναπροβληματιστείτε από τέτοια λόγια. Φάτε, πιείτε, να τα κάνετε δε αυτά, όσες φο­ρές τα κάνετε, για να Με θυμόσαστε! Όπου, όμως, βρεθούν δύο κάνο­ντας αυτό στη μνήμη Μου κι έχουν συγκεντρωθεί στο όνομα Μου, εκεί θα βρίσκομαι κι Εγώ ανάμεσα τους!”»

Αρκετό καιρό πριν φύγει από τη γη, ο Ιησούς είχε συστήσει στους μαθητές του να κάνουν τέτοια δείπνα αγάπης με τους αδελφούς και τις αδελφές τους «στη μνήμη του».

Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» γράφει επίσης: «Επίσης μπορείτε από καιρό σε καιρό, εν ονόματι Μου και από την αγάπη σας για Μένα, να δίνετε, εάν έχετε, ψωμί και κρασί στη μνήμη Μου σ’ εκείνους που έχουν ζωντανή πίστη σε Μένα και τηρούν τις εντολές Μου. Εκεί όπου θα κάνετε μεταξύ σας ένα τέτοιο δείπνο αγάπης, θα βρίσκομαι κι Εγώ μεταξύ σας, κοντά σας και μέσα σας, όπως και τώρα που είμαι ενσαρ­κωμένος. Γιατί το ψωμί που Θα προσφέρει η αγάπη σας σε Μένα θα είναι όμοιο με τη σάρκα Μου και το κρασί με το αίμα Μου, που σύντο­μα θα χυθεί για πολλούς. Αυτό και το βάπτισμα ας σας είναι αρκετά ως εξωτερικό σημάδι, που όμως μόνο με την αγάπη θ’ αποκτήσει τη σω­στή αξία ενώπιον Μου».

«Κάθε τι αληθινό και καλό έχει την πλήρη αντιστοιχία του στο ψω­μί και το κρασί. Για το λόγο αυτό, όταν μετά το θάνατο μου θα κάνετε δείπνο στη μνήμη Μου, καταναλώνοντας μέτριες ποσότητες ψωμιού και κρασιού, μπορείτε να είστε πάντα βέβαιοι ότι Εγώ προσωπικά, μέ­χρι το τέλος όλων των καιρών αυτής της γης, θα βρίσκομαι πνευματι­κά, όπως τώρα βρίσκομαι σωματικά, ανάμεσα σε σας, τα παιδιά, τους αδελφούς και φίλους Μου. Κι αν ακόμη δεν θα μπορείτε πάντοτε να   Με βλέπετε με τα υλικά σας μάτια, ωστόσο η καρδιά σας θα σας λέει: “Χαρείτε, γιατί ο Ιησούς, Θεός και Πατέρας βρίσκεται ανάμεσα σας κι ευλογεί για σας το ψωμί και το κρασί! Να είστε χαρούμενοι και εύθυ­μοι στο όνομα του, χωρίς να ξεχνάτε τα φτωχά αδέλφια σας, προπα­ντός δε τους ’’πτωχούς τω πνεύματι’’.

Όταν η καρδιά σας θα σας δίνει ένα τέτοιο μήνυμα, τότε να σκέ­φτεστε και να πιστεύετε κάθε φορά, ότι Εγώ βρίσκομαι προσωπικά ανά­μεσα σας. Και ό, τι καλό ή αληθινό για τη ζωή της ψυχής μού ζητήσετε τότε, θα σας το δώσω πρόθυμα.

Άλλωστε, εκείνοι που θα Με χαιρετούν με μεγάλη αγάπη στην καρ­διά τους, σύντομα θα πειστούν και με τα ίδια τους τα μάτια ότι βρίσκο­μαι στ’ αλήθεια προσωπικά μεταξύ σας. Ό,τι σας λέω εδώ και σας δια­βεβαιώνω, όμως, ισχύει παρόμοια για όλους τους αληθινούς και πι­στούς διαδόχους σας».

Μολονότι ο Ιησούς στο τελευταίο αποχαιρετιστήριο δείπνο χρησιμο­ποίησε τα λόγια: «Αυτό είναι το σώμα Μου… αυτό είναι το αίμα Μου…», είναι αυτονόητο ότι δεν εννοούσε μ’ αυτά παρά μόνο μία μεταφορική, κατ’ αντιστοιχίαν, παράσταση της διδασκαλίας του με το ψωμί και της αγάπης του με το κρασί. Γιατί τι Θα ωφελούσε τον άνθρωπο να κατανα­λώσει οργανικά την πραγματική σάρκα και το πραγματικό αίμα του Χριστού; Θα μπορούσε με τον τρόπο αυτό η ψυχή του να γίνει πνευματικά καθαρότερη και καλύτερη; Τέτοια πράγματα μόνο μία υ­λιστική δεισιδαιμονία θα μπορούσε να φανταστεί και να πιστέψει. Προβλέποντας τα σχετικά με το θέμα αυτά σφάλματα, που ήδη από την εποχή του Χριστού είχαν αρχίσει να παρεισφρύουν, αργότερα δε δυστυχώς διαδόθηκαν ευρύτατα, ο Χριστός επανειλημμένα εξήγησε διεξοδικά στους μαθητές του στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» τα λό­για του, που είχαν επίσης ειπωθεί στο σχολείο της Καπερναούμ, για τη σάρκα του (στο ψωμί) και για το αίμα (στο κρασί).

Έτσι, είπε σε έναν άντρα από τη Σαμάρεια που είχε πιστέψει σ’ αυτόν και του οποίου τον υπηρέτη είχε θεραπεύσει: «Έχεις δίκιο λέγο­ντας ότι μέσα από Μένα ήρθε σε σας το βασίλειο του Θεού και βρίσκεται μαζί σας, ανάμεσα σας. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό για να επιτύχετε και να διατηρήσετε εντελώς την αιώνια ζωή της ψυχής. Γιατί ναι μεν τον βασίλειο του Θεού ήρθε σε σας στο δικό Μου πρόσωπο, αλλά δεν έχει εισδύσει ακόμη μέσα σας, πράγμα που θα συμβεί, εάν εσείς, καταφρονώντας τον υλικό κόσμο, προσλάβετε ολο­κληρωτικά τη διδασκαλία Μου με τη θέλησή σας και, συνακόλουθα με τις πράξεις σας. Όταν κάποτε αυτό θα έχει επιτευχθεί, τότε δεν θα λέτε πια: “Ο Χριστός, και μαζί μ’ Αυτόν το βασίλειο του Θεού, ήρθε σε μας, κατοικεί μαζί μας κι ανάμεσα μας”, παρά θα λέτε: “Τώρα πια δεν ζω εγώ, αλλά ο Χριστός ζει μέσα μου!” Τότε επίσης θα καταλάβετε ζωντα­νά ότι -και πως- το βασίλειο του Θεού δεν έρχεται στους ανθρώπους με εξωτερικά θεαματικό τρόπο, αλλά μόνον αναπτύσσεται μέσα στον\ άνθρωπο, παρασύροντας την ψυχή στην αιώνια ζωή του.

Βέβαια, πρέπει αρχικά να δειχθεί στον άνθρωπο από έξω ο δρό­μος, μέσω του Λόγου του Θεού που έρχεται από τους ουρανούς. Όμως αυτό δεν αρκεί για να βρεθεί ο άνθρωπος στο βασίλειο του Θεού και εκείνο μέσα στον άνθρωπο. Μόνον όταν εκείνος αρχίζει να πιστεύει χωρίς ν’ αμφιβάλλει, πράττοντας δε σύμφωνα με τη διδασκαλία, καθι­στά την πίστη του ζωντανή, τότε αναπτύσσεται το βασίλειο του Θεού μέσα του, έτσι όπως την άνοιξη, η ζωή του φυτού αρχίζει ν’ αναπτύσσεται από μέσα, όταν το φως του ήλιου το φωτίζει, το θερμαίνει και το εξαναγκάζει σε εσωτερική δραστηριότητα.

Κάθε ζωή διεγείρεται και αφυπνίζεται, βέβαια, απ’ έξω. Όμως η δημιουργία, η ανάπτυξη, η εκδίπλωση, ο σχηματισμός και η σταθερο­ποίηση πάντοτε ξεκινούν από μέσα. Έτσι, οι άνθρωποι και τα ζώα αρχικά προσλαμβάνουν την τροφή τους απ’ έξω. Αυτή όμως η πρόσλη­ψη τροφής και ποτού δεν συνιστά ακόμη την πραγματική θρέψη του σώματος αντίθετα, αυτή ξεκινάει από το στομάχι και πηγαίνει προς ό­λα τα μέρη του σώματος.

Όπως, όμως, κατά κάποιον τρόπο, το στομάχι είναι η καρδιά θρέ­ψης της ζωής για το σώμα, έτσι η καρδιά του ανθρώπου είναι το στο­μάχι θρέψης της ψυχής, προκειμένου ν’ αφυπνιστεί το θεϊκό πνεύμα μέσα της. Και η διδασκαλία Μου είναι η αληθινή τροφή ζωής και το πο­τό ζωής για το στομάχι της ψυχής. Έτσι είμαι λοιπόν ως προς τη διδα­σκαλία Μου για τους ανθρώπους ένας πραγματικός άρτος ζωής από τους ουρανούς. Η δε πράξη σύμφωνα με τη διδασκαλία Μου είναι αληθινό ποτό ζωής, ένα πολύ καλό και δυνατό κρασί, που αναζωογονεί ολό­κληρο τον άνθρωπο, φωτίζοντας τον πέρα ως πέρα με τη λαμπερή φλόγα της αγάπης. Όποιος τρώει αυτό το ψωμί και πίνει αυτό το κρα­σί, δεν θα γνωρίσει ποτέ πια θάνατο στην αιωνιότητα».

Τώρα λένε οι μαθητές: «Κύριε, αυτή Σου η διδασκαλία είναι βέβαια κατανοητή. Όταν όμως κάποτε στην Καπερναούμ, όπου σε είχε ακο­λουθήσει τόσο μεγάλο πλήθος από κάθε περιοχή, είχες ανακοινώσει μία παρόμοια διδασκαλία, ήταν σκληρή, ειδικά για κείνους τους ανθρώ­πους που δεν κατανοούσαν το αληθινό νόημα των απλών και καθαρών λόγων Σου. Γι’ αυτόν το λόγο, τότε Σε είχαν εγκαταλείψει πολλοί μαθητές. Στην αρχή, ούτε εμείς το είχαμε καταλάβει. Μόνο ένας, που ουσιαστικά ποτέ δεν ήταν μαθητής Σου, μας μεθερμήνευσε τα λόγια Σου. Συγκρίνοντας όμως εκείνη τη διδασκαλία με την τωρινή, βλέπου­με ότι λέει τα ίδια με όσα τώρα μας δίδαξες χειροπιαστά και καθαρά. Έχουμε δίκιο ή όχι;»

Ο Ιησούς απάντησε: «Και βέβαια! Γιατί το ψωμί και το κρασί είναι και στις δυο το ίδιο. Όποιος τρώει τον ουράνιο άρτο το Λόγο μου και, πράττοντας σύμφωνα μ’ αυτόν, δηλαδή κάνοντας έργα αληθινής ανι­διοτελούς αγάπης, πίνει το κρασί της ζωής, αυτός τρώει τη σάρκα Μου και πίνει το αίμα Μου. Γιατί όπως το φυσικό ψωμί που τρώει ο άνθρω­πος γίνεται σάρκα και το κρασί αίμα, έτσι στην ψυχή του ανθρώπου, ο άρτος, του Λόγου Μου γίνεται σάρκα και το κρασί της πράξης αγά­πης γίνεται αίμα της ψυχής.

Όμως, όταν λέω: “Όποιος τρώει τη σάρκα Μου”, εννοώ ήδη ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να δεχθεί το Λόγο Μου μόνο μέσα στη μνήμη και το μυαλό του, παρά συγχρόνως και στην καρδιά του, που είναι το στομάχι της ψυχής. Το ίδιο ισχύει και για το κρασί τω ν πράξεων αγά­πης, που έτσι δεν παραμένει κρασί, αλλά γίνεται αληθινό αίμα της ζωής. Γιατί η μνήμη και ο νους του ανθρώπου έχουν σχεδόν την ίδια σχέση με την καρδιά όπως το στόμα με το φυσικό στομάχι. Όσο το φυσικό ψωμί βρίσκεται ακόμη στο στόμα, ανάμεσα στα δόντια, δεν είναι σάρ­κα, είναι μόνο ψωμί. Όταν όμως φθάσει μασημένο στο στομάχι, όπου ανακατεύεται με τα γαστρικά υγρά, είναι κιόλας ως προς τα λεπτότερα συστατικά του σάρκα, γιατί μοιάζει με σάρκα. Το ίδιο συμβαίνει και με το κρασί: Όσο το κρατάς στο στόμα σου, δεν περνάει στο αίμα. Όμως στο στομάχι, αυτό θα συμβεί γρήγορα.

Όποιος, λοιπόν, ακούει το Λόγο μου και τον κρατάει στη μνήμη του, κρατάει το ψωμί στο στόμα της ψυχής-Αν αρχίσει να συλλογίζε­ται με το νου σοβαρά γύρω απ’ αυτόν, τότε μασάει το ψωμί με τα δό­ντια της ψυχής, γιατί ο νους είναι για την ψυχή ό, τι τα δόντια για το σώ­μα. Όταν ο νους έχει μασήσει το ψωμί Μου, δηλαδή τη διδασκαλία Mου, την έχει δηλαδή κατανοήσει και αποδεχτεί ως πλήρη αλήθεια, τότε πρέ­πει να την κάνει επίσης αποδεκτή από την αγάπη για την αλήθεια και να περάσει στην πράξη με σταθερή θέληση. Αν συμβεί αυτό, τότε ο Λόγος μετουσιώνεται σε σάρκα και, με τη σταθερή θέληση για πρά­ξη, σε αίμα της ψυχής, που είναι το πνεύμα Μου μέσα σ’ αυτήν.

Γι’ αυτό, κανένας σας να μη μένει απλά ακροατής, αλλά συγχρό­νως να υλοποιεί με σταθερή θέληση το Λόγο Μου! Όταν με τον τρόπο αυτό θα έχετε κατακτήσει πλήρως το βασίλειο Μου μέσα σας, τότε θα μπορείτε να βαδίζετε πάνω από φίδια και σκορπιούς, να πίνετε δηλη­τήρια από την Κόλαση, χωρίς τίποτα απ’ αυτά, να σας βλάπτει. Αφού, λοιπόν, τα καταλάβετε καλά όλ’ αυτά, θα αντιληφθείτε επίσης αληθινά και ζωντανά τι θέλω να εννοείτε λέγοντας “τρώω την σάρκα” και “πίνω το αίμα”. Ασφαλώς, ύστερα δεν θα το αποκαλείτε πλέον αυτό σκληρή διδασκαλία».

Επομένως, η Θεία Ευχαριστία που το καθολικό ιερατείο τονίζει εξαιρετικά τη σημασία της, δεν θεμελιώνεται ούτε στις βιβλικές γρα­φές, ούτε στα γραπτά της νέας αποκάλυψης. Πουθενά δεν λέει ότι το ψωμί και το κρασί μετουσιώνονται πραγματικά σε σάρκα και το αίμα του Χριστού, ούτε ότι ο ιερέας έχει την εξουσία να το κάνει αυτό. Ακό­μη, η άποψη ότι ο άνθρωπος, με την υλική πράξη της σωματικής κα­τανάλωσης της όστιας κατά την «κοινωνία», ενδυναμώνεται πνευμα­τικά και εξαγνίζεται από τις αμαρτίες, είναι αντίθετη προς την αληθινή: πνευματική διδασκαλία τελείωσης του Ιησού Χριστού.

«Τον άνθρωπο δεν τον εξαγνίζει ούτε τον αγιάζει τίποτα άλλο από τη ζωντανή πίστη και την ενεργή αγάπη του προς τον Θεό και τον πλησίον».

 

 Η πνευματική κοινότητα

 Ο άνθρωπος, ιδιαίτερα ο πνευματικός, είναι κοινωνικό ον. Έχει από τη φύση του την ανάγκη της ανταλλαγής των όσων κατέχει, των απόψεων και επιδιώξεων του. Το αμοιβαίο δούναι και λαβείν είναι μά­λιστα προϋπόθεση για μία ανώτερη ζωή. Έτσι, από τα γραπτά της αποκάλυψης γνωρίζουμε ότι η κοινότητα παίζει επίσης στο πνευματι­κό βασίλειο, ειδικά δε στους ουρανούς, ένα μεγάλο ρόλο.

 

Οι ενώσεις των αγγέλων στους ουρανούς

 Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο», ο Ραφαήλ, ένας αρχάγγελος της ακο­λουθίας του Κυρίου, εξηγώντας στους μαθητές τη δράση και το έργο του, προσθέτει: «Επιπλέον, ως αρχάγγελος, έχω μυριάδες συνυπηρετών, που όλοι εξαρτώνται κάθε στιγμή από τη θέληση μου. Όταν θέ­λω κάτι που απορρέει από τον Θεό, αμέσως το θέλημα αυτό γίνεται θέλημα των αναρίθμητων υπηρετών μου, που κινητοποιούνται την ίδια στιγμή και εκτελούν την πράξη που ζητήθηκε τόσο γρήγορα, που σχεδόν δεν μπορείτε να φανταστείτε. Εγώ προσωπικά δεν κάνω τίποτα ο ίδιος, αλλά από την αρχαγγελική μου θέληση ορίζεται στους συνυπηρέτες να δράσουν, βαθιά μέσα από το Θεμέλιο της ύπαρξης τους.»

Στο έργο του Λόρμπερ «Ο πνευματικός ήλιος», μία ομάδα «οδοι­πόρων του ουρανού» έχει την τύχη να δει από μακριά αρκετά τέτοια συλλογικά πνευματικά όντα. Εκεί αναφέρεται: «Τα πνεύματα που βλέπετε να κινούνται εκεί πέρα, δεν είναι μεμονωμένα, αλλά κάθε ένα τέτοιο μεμονωμένο πνεύμα είναι μία ένωση αναρίθμητων πνευμάτων, στην οποία ουσιαστικά και πάλι περιέχονται αναρίθμητες μικρότερες ενώσεις, οι οποίες με τη σειρά τους αποτελούνται από μακάρια πνεύ­ματα ιδιαίτερου είδους.

«…Επειδή στα ισχυρά, εξαιρετικά ώριμα πνεύματα η αγάπη για τον Κύριο είναι άπειρη, γίνονται προϊστάμενοι ουρανίων ενώσεων (πνευμάτων και αγγέλων). Όταν τέτοια πνεύματα αντικρύζουν τον Κύ­ριο, η σφαίρα αγάπης τους εκτείνεται σαν να δημιουργεί ένα δεύτερο Μεγάλο Άνθρωπο. Τότε, αυτή η σφαίρα είναι πια καθ’ εαυτήν ουσιαστι­κά μία τέτοια ουράνια ένωση, στην οποία γίνονται δεκτά όλα εκείνα τα καλά πνεύματα που έχουν την Ίδια αγάπη προς τον Κύριο με το πνεύ­μα που ίδρυσε και προΐσταται της ένωσης.»

Παράδειγμα γήινης αναλογίας γι’ αυτό είναι -αναφέρεται πιο κά­τω- οι ενώσεις κρατών, πόλεων, χωριών ή, από πνευματικότερη σκο­πιά, οι θρησκευτικές ενώσεις και τα παρόμοια. Ο λόγος της Γραφής: «Θα κάθεστε σε δώδεκα καθίσματα και θα δικάζετε τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ» σημαίνει: «Με το Λόγο που θα κηρύξετε στο όνομα Μου σε όλους τους λαούς, θα ιδρυθούν (στον πνευματικό κόσμο) ενώσεις, των οποίων εσείς θα είσαστε με το δικό σας τρόπο οι προϊστάμενοι και οι κύριοι οδηγοί.»

Σε άλλο σημείο του ίδιου έργου, ο Δημιουργός λέει: «Γιατί στα παι­διά Μου της γης έχει δοθεί από Μένα (κατά την τελείωση τους) η δικαιοδοσία να κυβερνούν και να κατευθύνουν μαζί Μου το άπειρο και όλες τις αναρίθμητες δημιουργίες που περιλαμβάνει. Τα παιδιά των άλ­λων ουρανίων σωμάτων θα είναι για το σκοπό αυτό στην υπηρεσία τους, όπως τα μέλη ενός σώματος είναι στην υπηρεσία της βούλησης του πνεύματος. Βέβαια, καθένα από τα πνεύματα των άστρων έχει επίσης τη δική του βούληση.

Παρ’ όλ’αυτά, στην περίπτωση της δράσης αγάπης, η θέληση των κατ’εξοχήν παιδιών Μου εισέρχεται στα πνεύματα αυτά. Τότε, δισεκα­τομμύρια τέτοιων πνευμάτων είναι σαν ένας άνθρωπος, το δε πνεύμα βούλησης του, το οποίο ενεργεί, είναι ενός από τα παιδιά Μου.»

 

Φροντίδα για την κοινότητα πάνω στη γη

 

Εν όψει αυτού του μεγάλου μελλοντικού καθήκοντος των παιδιών της γης, είναι φανερό πόσο σημαντική είναι ήδη πάνω στη γη η φρο­ντίδα ενός πνεύματος κοινότητας και ομόνοιας, που στοχεύει στην επιτέλεση συλλογικού πνευματικού έργου. Άλλωστε γνωρίζουμε ότι η ύπαρξη μας πάνω στη γη αποτελεί σε όλα ένα σχολείο για το ουρά­νιο βασίλειο του Θεού.

Για το λόγο αυτό, ο Δημιουργός, στην ύψιστη μορφή αποκάλυ­ψης Του ως Ιησούς Χριστός, ευλόγησε τη φροντίδα για την κοινότητα απέναντι στους μαθητές του και τους διαδόχους τους, με την ιδιαίτερη υπό­σχεση:

«Όπου και να συναθροίζεστε στο όνομα Μου και από καθαρή αγά­πη, εκεί θα είμαι ανάμεσα σας, ίσως βέβαια αόρατος, ωστόσο ενισχύ­οντας σας με παντοδύναμο τρόπο.»

Η κοινότητα, δηλαδή η αδελφική συνένωση ομοφρονούντων με σκοπό την από κοινού καλλιέργεια της ψυχής και τα κοινά έργα αγά­πης, έχει επίσης αναμφίβολα μεγάλη σημασία για την πνευματική τε­λείωση κάθε ανθρώπου.

Μέσα στην απομόνωση, εύκολα γινόμαστε μονόπλευροι και πε­ριορισμένοι στις διαπιστώσεις και απόψεις μας, ενώ η Θέληση και οι επιδιώξεις μας γίνονται επίμονες και άκαμπτες. Αντίθετα, ενωμένοι με τους άλλους, διαρκώς παρακινούμαστε να μετράμε και να ελέγχουμε τις γνώσεις και τις κρίσεις μας. Είμαστε αναγκασμένοι να υπερασπι­ζόμαστε τις θέσεις μας, να τις εξηγούμε όσο καλύτερα μπορούμε. Με τον τρόπο αυτό μαθαίνουμε και βιώνουμε διαρκώς καινούργια πράγ­ματα. Χάρη στις νεοαποκτηθείσες ανώτερες γνώσεις και δυνάμεις μας, μπορούμε εν συνεχεία να υπηρετήσουμε τους άλλους.

Αφού αυτό το «ανώτερο σχολείο» της πνευματικής τελείωσης κα­θίσταται δυνατό μόνο χάρη στην κοινότητα των ανθρώπων πάνω στη γη, ο Δημιουργός εγκαθίδρυσε την κοινότητα στο γάμο και στην οικο­γένεια και καθοδήγησε τους ανθρώπους να σχηματίσουν κρατικές και διάφορες ιδιωτικές ενώσεις.

Φυσικά, όμως, ακόμη περισσότερο σύμφωνο με το πνεύμα του είναι να συνενώνονται οι άνθρωποι ήδη πάνω στη γη, δημιουργώντας πνευματικές ενώσεις με σκοπό την ύψιστη υπηρεσία αγάπης, την από κοινού καλλιέργεια της ψυχής στο όνομα του.

Τα καθήκοντα των πνευματικών κοινοτήτων είναι πρωταρχικά η κοινή βίωση, ανάγνωση, ακρόαση, συζήτηση και πρόσληψη του θεί­ου Λόγου.

Βέβαια, ο καθένας σήμερα μπορεί να αντλήσει σε ευρεία κλίμακα το πνευματικό φως από τη Βίβλο και τα πολυάριθμα γραπτά της νέας αποκάλυψης. Αν πράττει σύμφωνα με αυτά, δεν είναι δυνατόν να χά­σει το δρόμο του. Παρ’ όλ’αυτά, η συζήτηση τόσο με ομοϊδεάτες, όσο mi με ανθρώπους που σκέφτονται διαφορετικά, πάντοτε είναι πολύ ωφέλιμη, ακόμη και για τους πνευματικά ισχυρούς και ανεξάρτητους. Μαθαίνει κανείς έτσι να συλλαμβάνει τα πράγματα από μια σκοπιά βα­θύτερη ή διαφορετική.

Επιπλέον, σε κάθε πνευματικό κύκλο υπάρχουν επίσης πιο αδύ­ναμοι ή αρχάριοι, που ευχαρίστως δέχονται πνευματική βοήθεια. Εκεί προσφέρεται στους ισχυρούς και ανεξάρτητους μία θαυμάσια ευκαι­ρία να δείξουν αγάπη και να τελειοποιηθούν στην αληθινή υπηρεσία του Θεού και των ανθρώπων.

Πέρα απ’ αυτό, όμως, καθήκον μίας πνευματικής κοινότητας είναι να φέρει το θείο μήνυμα προς τα έξω, πέρα από τα όρια της κοι­νότητας, σε άλλους ανθρώπους και κύκλους, με λόγια και με έργα, κυ­ρίως όμως μέσα από κοινά έργα αγάπης. Η κοινή αυτή εξωτερική δρά­ση είναι ιδιαίτερα ευλογημένη.

Ο Χριστός λέει στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο»: «Πάντα θα υπάρχουν, παράλληλα με τους φωτισμένους, και άτομα χωρίς φώτιση. Όμως πά­νω στη γη οι φωτισμένοι δεν θα λείψουν, Θα έχουν δε την ευκαιρία να φωτίσουν με το αληθινό φως της ζωής τους εκείνους που δεν έχουν δεχτεί τη φώτιση. Οι φωτισμένοι που θα το κάνουν αυτό εν ονόματι Μου, θα έχουν μεγάλη ανταμοιβή στο βασίλειο Μου. Το να είναι ένας άνθρωπος φωτισμένος ο ίδιος από τη χάρη Μου, είναι μεγάλη, ανεκτί­μητη ευτυχία γι’ αυτόν. Αλλά είναι πολύ πιο πολύτιμο να φωτίζει με το αληθινό φως της ζωής του και άλλους, που ακόμη βαδίζουν στο σκο­τάδι, θέλουν όμως να δεχθούν το φως».

Όμως, σχετικά μ’ αυτά ο Ιησούς τονίζει σοβαρά και το εξής: «Το βασίλειο Μου, που τώρα εγκαθιδρύω πάνω στη γη, είναι βασίλειο ει­ρήνης, και γι’ αυτό πρέπει να το διαδώσετε με ειρήνη στους ανθρώ­πους, χωρίς χρήση βίας. Να είσαστε όλοι ειρηνικοί εργάτες στο όνο­μα Μου και να αποφεύγετε κάθε διαφωνία ή έριδα. Να δράτε μόνο μέ­σω της αγάπης Μου στην καρδιά σας. Γιατί η μεγαλύτερη δύναμη και εξουσία βρίσκεται στην αγάπη».

Αν τέτοιες κοινότητες διαπνέονται και ζωογονούνται από καθαρό, ανιδιοτελές πνεύμα ενεργούς αγάπης προς τον Θεό και τον συνάνθρω­πο εν ονόματι του Θεού, τότε αποτελούν μία πραγματική εκκλησία.

Η εξωτερική μορφή εδώ έχει μικρότερη σημασία. Μπορεί η διάρ­θρωση της κοινότητας να είναι χαλαρή ή αυστηρότερη, απλούστερη ή πολύπλοκη· αυτό στα μάτια του Θεού και αρχηγού δεν είναι τόσο σημαντικό, αφού εκείνος δεν εκτιμά το εξωτερικό αλλά την καρδιά, το πνεύμα. Επίσης, μπροστά στον Θεό δεν συνιστά μεγάλη διαφορά το αν μία κοινότητα είναι περισσότερο μοναρχικά οργανωμένη (όπως η καθολική εκκλησία και ο στρατός σωτηρίας) ή δημοκρατικά (όπως οι προτεσταντικές εκκλησίες και κάποιες αιρέσεις), ούτε το αν έχουν ένα σταθερό, γραμμένο καταστατικό ή μόνο χαλαρούς κανόνες δημιουργη­μένους από τη συνήθεια. Αυτό είναι, περισσότερο ή λιγότερο, συνάρτηση των δεδομένων συνθηκών και της εκάστοτε σκοπιμότητας.

 

Η αληθινή Εκκλησία

 

Όμως, κάθε μορφή ένωσης – η δημοκρατική και η μοναρχική, η χαλαρή και η αυστηρή, η απλή και η πολύπλοκη- μπορεί τότε μόνο νο εκπληρώσει το σκοπό της σύμφωνα με το θείο πνεύμα, αν οι φο­ρείς της διαπνέονται και καθοδηγούνται από το ορθό πνεύμα αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον. Αν το πνεύμα αυτό υπάρχει, τότε ακό­μη και μια λιγότερο κατάλληλη μορφή θα επιτύχει καλά, ενώ στην αντί­θετη περίπτωση, μία κατάλληλη, άριστα σχεδιασμένη μορφή θα φέρει μονάχα κακά.

Γι’ αυτό, ο Ιησούς λέει στο έργο «Η οικονομία του Θεού» στον αγγελιοφόρο του Γιάκομπ Λόρμπερ: «Πες στο παιδιά Μου και σε όλους, σε όποια θρησκεία κι αν ανήκουν -είτε ρωμαιοκαθολικοί είναι είτε προτεστάντες, Ιουδαίοι, Τούρκοι, Βραχμάνοι, ειδωλολάτρες-αυτό: Πάνω στη γη υπάρχει μία μόνον αληθινή εκκλησία, κι αυτή είναι η αγάπη για Μένα στο πρόσωπο του Υιού Μου! Η αγάπη αυτή είναι το Άγιο Πνεύμα μέσα σας και σας φανερώνεται με το ζωντανό Λόγο Μου. Έτσι, Εγώ βρίσκομαι μέσα σας, η δε ψυχή σας, που η καρδιά της εί­ναι η κατοικία Μου, είναι η μοναδική αληθινή εκκλησία στη γη. Μόνον εκεί υπάρχει αιώνια ζωή, και μόνον αυτή είναι που σας κάνει ευτυχι­σμένους!

Γιατί σκεφτείτε, Εγώ είμαι ο κύριος όλων όσων υπάρχουν. Εγώ εί­μαι ο αιώνιος και παντοδύναμος Θεός, και ως τέτοιος, είμαι ο Πατέρας σας, ο άγιος και γεμάτος αγάπη. Και Εγώ είμαι όλ’ αυτά μέσα στο Λό­γο! Αν τον σεβαστείτε και πράττετε σύμφωνα μ’ αυτόν, τον έχετε προ­σλάβει μέσα σας. Τότε αυτός θα ζωντανέψει μέσα σας, θα σας ανυ­ψώσει ψηλότερα από τον εαυτό σας και θα σας ελευθερώσει. Δεν θα υπόκειστε τότε πια στο νόμο, θα βρίσκεστε πάνω από αυτόν, στο φως. Αυτό όμως είναι η μακαριότητα ή το βασίλειο του Θεού στο εσωτερικό σας ή η μόνη εκκλησία της γης που εξασφαλίζει τη μακαριότητα. Σε καμία άλλη, εκτός από αυτήν, δεν υπάρχει αιώνια ζωή.

Ή μήπως πιστεύετε ότι κατοικώ μέσα σε τείχη ή μέσα στις τελε­τουργίες ή στην προσευχή και στη λατρεία; Όχι, κάνετε μεγάλο λάθος. Δεν βρίσκομαι σε τίποτα από αυτά, παρά μόνον εκεί που υπάρχει αγά­πη, εκεί είμαι κι Εγώ!»

Δυστυχώς, σήμερα, σ’ αυτήν τη «μέση περίοδο εκπαίδευσης της ανθρωπότητας», οι Χριστιανοί και οι κοινότητες πίστης που υπάρ­χουν στη γη δεν πληρούν, εξαιτίας της γενικής ανθρώπινης ατέλειας, αυτούς τους όρους, άλλες περισσότερο κι άλλες λιγότερο, συμπερι­λαμβανομένων και όσων γνωρίζουν τη νέα αποκάλυψη. Γι’ αυτό, δεν θέλουμε να ρίξουμε το λίθο στις άλλες κοινότητες- αντίθετα, όλοι πρέ­πει να προσπαθήσουμε με ζήλο να επιδιώξουμε με όλες τις δυνάμεις μας το στόχο που προαναφέρθηκε και να φροντίσουμε για το εξής: να διεισδύσει πρώτα απ’ όλα στους δικούς μας κύκλους, ύστερα σε όλο τον κόσμο που πιστεύει, το πνεύμα αληθινής αγάπης και να δη­μιουργηθεί επιτέλους πάνω στο έδαφος αυτό ένα ποίμνιο με έναν ποι­μένα.

Οι επιμέρους πεποιθήσεις και απόψεις οι σχετικές με την πίστη πάνω στη γη, άλλωστε, πάντοτε θα είναι πολλές και ποικίλες, ανάλο­γα με τις διάφορες προδιαθέσεις, εμπειρίες και το βαθμό ωριμότητας των ανθρώπων, των τάξεων, των λαών και των φυλών. Αυτό ανταπο­κρίνεται στην πνευματική σημασία και πολλαπλότητα του πλανήτη μας. Όμως, όλες οι ειλικρινείς, σοβαρές κατευθύνσεις πίστης μπορούν άριστα να συνενωθούν πάνω στο θεμέλιο της αγάπης για τον Θεό και τον πλησίον. Τότε οι σχετικές μ’ αυτό μεγάλες υποσχέσεις που υπάρ­χουν στα ιερά κείμενα πολλών θρησκειών, ασφαλώς θα εκπληρω­θούν.

Στα γραπτά της νέας αποκάλυψης εκτίθεται πολύ ανοιχτά αυτό που, σύμφωνα με τον παλιό και το νέο Λόγο του Θεού, λείπει από τις σημαντικότερες σημερινές εκκλησίες ή είναι ελάττωμα τους.

Λίγο ως πολύ, όλες τις αφορά η μομφή ότι έχουν ξεφύγει επικίν­δυνα από την αληθινή διδασκαλία της σωτηρίας, τη διδασκαλία της αγάπης, συγκεκριμένα δε, όπως εδώ ήδη συχνά τονίσαμε: η καθολι­κή εκκλησία έχει ξεφύγει ως προς τα εξωτερικά έργα, ενώ η προτεστα­ντική ως προς την εξωτερική πίστη. Για κάθε εξωτερική πλευρά εκ­κλησίας ισχύει αυτό που λέει ο Χριστός στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» στις όχθες του Ευφράτη στους ιερείς της Αθηνάς; «Βρίσκομαι ήδη τρεις μέ­ρες εδώ, και σας δίδαξα όλα όσα πρέπει να γνωρίζετε, να πιστεύετε – και να κάνετε για να κερδίσετε τη ν αιώνια ζωή της ψυχής. Σας είπα τί­ποτα για εξωτερικές προσευχές ή για κάποια μυστηριώδη λειτουργία που μόνη αυτή να αρέσει σ’ Εμένα; Ή για συγκεκριμένες γιορτές, όπως το άγιο Σάββατο των Ιουδαίων, που το ονομάζουν “ημέρα του Κυρίου”; Όχι, τίποτα τέτοιο δεν ακούσατε από το στόμα Μου. Και σας λέω αλη­θινά: Καταργήστε κάθε εξωτερική προσευχή, κάθε ημέρα γιορτής, αφού κάθε ημέρα είναι στ’ αλήθεια μία ημέρα του Κυρίου, και κάθε ιερατείο. Γιατί κάθε άνθρωπος που γνωρίζει τον Θεό, τον αγαπάει πάνω απ’ όλα και εκτελεί το θέλημα του, είναι αληθινός και σωστός ιερέας, και μ’ αυτό επίσης σωστός δάσκαλος, αφού μεταδίδει στον διπλανό του αυ­τήν τη διδασκαλία που έλαβε από Μένα. Όποιος εκτελεί το θέλημα Μου, αυτός προσεύχεται αληθινά, προσεύχεται δε πάντα χωρίς διακοπή. Κάθε μέρα που ένας άνθρωπος κάνει καλό στον συνάνθρωπο του στο όνομα Μου, είναι πραγματική “ημέρα του Κυρίου” και η μόνη που Μου είναι αρεστή.

Ακόμη, είναι έθιμο ακόμη και στους Ιουδαίους να φορούν αυτοί οι τυφλοί άνθρωποι στις παρακλήσεις και στις προσευχές τους καλά και ωραία ρούχα, γιατί πιστεύουν ότι ο άνθρωπος πρέπει να κάνει όσα μπορεί περισσότερο από την άποψη αυτή για να τιμήσει, καθώς λένε, περισσότερο τον Κύριο.

Όμως τέτοιοι ανόητοι δεν αναλογίζονται ότι υπάρχουν πολλοί φτω­χοί που δεν έχουν καλά-καλά ρούχα για να κρύψουν τη γύμνια τους. Πώς θα πρέπει να αισθάνονται οι φτωχοί αυτοί βλέποντας τους στο­λισμένους πλούσιους στους ναούς. Βλέποντας πώς εκείνοι τιμούν τον Θεό, ενώ ένας φτωχός δεν μπορεί να το κάνει, αναγκαστικά σκέφτο­νται ότι, προσευχόμενοι μέσα στα κουρέλια τους, το μόνο που μπο­ρούν είναι να προσβάλουν τον Θεό. Σας λέω αληθινά: όποιος Μου ζητήσει κάτι φορώντας καλά (πολυτελή) φορέματα, ποτέ δεν θα εισα­κουστεί, ακόμη δε λιγότερο αν είναι ιερέας με στολισμένα άμφια και ράσα!

Τέλος, υπάρχει άλλο ένα σφάλμα στις προσευχές προς τον Θεό, ότι χρησιμοποιείται γι’ αυτές κάποια παλιά, ξένη γλώσσα, που θεωρεί­ται η περισσότερο αντάξια της λατρείας του. Όπου συνεχιστεί από δω και πέρα αυτή η ανοησία, δεν θα εισακούονται επίσης οι παρακλήσεις. Μπροστά Μου, ο άνθρωπος πρέπει να στολίζεται μόνον ως προς την καρδιά του και να Μου μιλάει στη γλώσσα εκείνη που η καρδιά του κα­ταλαβαίνει καλύτερα, και Εγώ θα εισακούσω την παράκληση του! Θέ­λω όλες οι παλιές ανοησίες να εκλείψουν και οι άνθρωποι να γίνουν εντελώς νέοι, αληθινοί, καθαροί άνθρωποι.»

 

Προειδοποίηση για το πνεύμα δογματισμού

 

Οι μεγάλες διαφορές διδασκαλιών, οργάνωσης και θεσμών των πολυάριθμων θρησκευτικών κατευθύνσεων και κοινοτήτων έχουν συ­χνά ως αποτέλεσμα, όπως διδάσκει η ιστορία όλων των λαών, να επέρχεται στην τυφλή ανθρωπότητα πνεύμα αντιθέσεων και καταδίω­ξης. Γι’ αυτό, ο Χριστός τονίζει σοβαρά: «Πρέπει ν’ αναγνωρίζει κανείς ότι είσαστε μαθητές Μου από το ότι έχετε αγάπη μεταξύ σας». (Ιωάν­νης 13,35). Επομένως, το γνώρισμα των αληθινών μαθητών δεν είναι η ομολογία πίστης, παρά η αγάπη!

«Η αγάπη όμως», λέει ο Παύλος, «είναι μακρόθυμη, καλή, χωρίς φθόνο. Δεν καυχάται, δεν είναι εγωίστρια, δεν επιζητεί το δικό της όφελος. Δεν είναι ευερέθιστη, δεν μνησικακεί, δεν χαίρεται για το άδι­κο, χαίρεται όμως για κάθε αλήθεια. Είναι ανεκτική, πιστεύει κάθε τι κα­λό, ελπίζει τα πάντα κι αντέχει τα πάντα».

Όμως, το εγωιστικό, στενόμυαλο, βίαιο δογματικό πνεύμα, που δυστυχώς τόσο συχνά συναντά κανείς στις κοινότητες πίστης, είναι το αντίθετο αυτού του αληθινού πνεύματος του Χριστού.

Στα γραπτά της νέας αποκάλυψης περιλαμβάνονται επίσης προ­ειδοποιήσεις σχετικά με αυτό το αρνητικό πνεύμα. Ακόμη, τονίζεται ότι πρέπει να αγαπάμε τον αδελφό και στο πρόσωπο εκείνου που έχει διαφορετική πίστη από μας, ν’ αναγνωρίζουμε την αξία όσων καλών και αληθινών περιλαμβάνονται στις απόψεις του, να αντιμετωπίζουμε με υπομονή το σφάλμα και να τον αφήνουμε να ωριμάσει με τη βοήθεια από την ουράνια χάρη.

Ο Ιησούς λέει στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο»: «Δες, η πρακτική ερμη­νεία όλων των νόμων του Μωϋσή και όσων είπαν οι Προφήτες, βρίσκε­ται στην πρόταση: “Να αγαπάτε τον Θεό πάνω απ’ όλα, ως τον αιώνιο Πατέρα σας, και τα φτωχά, συχνά άρρωστα, αδέλφια σας, πάντοτε σαν τον εαυτό σας. Έτσι θα είσαστε, ως αληθινά παιδιά του αιώνιου Πατέ­ρα με υγιή ψυχή, στον ουρανό εξίσου τέλειοι με Εκείνον. Φυσικά, το ψέμα και το σκότος που έχουν παρεισφρύσει μεταξύ των ανθρώπων είναι δύσκολο να καταπολεμηθούν, γιατί είναι θεμελιώδης ασθένεια της ψυχής. Όμως μπορεί κανείς εύκολα να καταπολεμήσει το ψέμα και το σκότος με την αλήθεια που πηγάζει από την αγάπη, σαν το φως από τη φλόγα. Αν, όμως, χρειάζεσαι το φως για να φωτίσεις ένα σκοτεινό δωμάτιο, ποιος θα σε επαινέσει για τη σοφία σου, αν βάλεις αμέσως φωτιά στο δωμάτιο καταστρέφοντας το; Γι’ αυτό, ο Λόγος και η διδα­σκαλία Μου δεν πρέπει να διαδοθεί με τη βία. Και κανένας φανατικός δεν θα ευλογηθεί από Μένα για το ζήλο του, αντίθετα μάλιστα, θα ρι­χτεί και ο ίδιος στο πιο βαθύ σκοτάδι.»

Επίσης πρέπει να πούμε σε όλα τα εριστικά πνεύματα του χώρου της πίστης ότι η γνησιότητα μιας θρησκείας, δηλαδή το ουσιαστικό, θείο περιεχόμενο και η αξία μίας θρησκείας, ενός δόγματος ή μίας αί­ρεσης καθορίζεται μπροστά στον Θεό μόνον ανάλογα με την αληθινή αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον που περιέχει.

 

Για το ιερατείο και την πνευματική ηγεσία

 

Το ιερατείο αρκετά συχνά αποτελεί κύριο φορέα θρησκευτικού πνεύματος βίας.

Το ότι και το γιατί στην αληθινή εκκλησία του Χριστού δεν χρειά­ζεται αμοιβόμενο ιερατείο με υπαλληλική ιδιότητα, υποδηλώθηκε ήδη με τα εξής λόγια του Χριστού: «Κάθε άνθρωπος που αναγνωρίζει τον Θεό, τον αγαπάει πάνω απ’ όλα κι εκτελεί το θέλημα Του, είναι ένας α­ληθινός και σωστός ιερέας, είναι δε επίσης σωστός δάσκαλος, εφόσον μεταδίδει στο συνάνθρωπο του τη διδασκαλία που έλαβε από τον Θεό (με λόγια και με το δικό του παράδειγμα)».

Βέβαια, παρ’ όλ’ αυτά, πρέπει πάντα να υπάρχουν σε μια κοινό­τητα και «ελεύθεροι κι αληθινοί δάσκαλοι», για να κηρύσσουν το θείο Λόγο και να καλλιεργούν το θείο πνεύμα αγάπης. Ακόμη και σήμερα, ισχύουν γι’ αυτούς όσα είπε ο Χριστός στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» στον Ρωμαίο βετεράνο Μάρκο:

«Αν έχεις την καλή γνώμη ότι οι άνθρωποι πρέπει το Σάββατο να συγκεντρώνονται κάπου για να διδαχθούν ξανά για τον Θεό και το θέ­λημα Του, καθώς επίσης για να Τον θυμηθούν, τότε ας γίνει. Όμως, ο δάσκαλος έχει, εκτός απ’ αυτήν, άλλες έξι εργάσιμες ημέρες! Αν είναι αφυπνισμένος ως προς το πνεύμα, τότε δεν χρειάζεται να περ­νά τις έξι αυτές ημέρες μόνο με κοπιαστική προετοιμασία για τη διδασκαλία του επομένου Σαββάτου. Γιατί όποιος μιλάει μέσα από το πνεύμα του Θεού θα βρει τα λόγια τη στιγμή που πρέπει στην καρ­διά και στο στόμα του.

Αφού, όμως, αυτό θα γίνει σίγουρα, εφόσον το υποσχέθηκα, όπως άλλωστε συνέβαινε πάντοτε στον καιρό των προπατόρων και των προφητών, πιστεύω ότι δεν θα ήταν και για τον ραββίνο κακό αν έ· κάνε, ως πρότυπο για την κοινότητα του, κάποια ωφέλιμη εργασία, κερδίζοντας έτσι τον επιούσιο, ώστε να μην είναι αναγκασμένος να συντηρείται από την κοινότητα. Τότε τα μέλη της ασφαλώς θα τον σέ­βονταν και θα τον μιμούνταν περισσότερο, γιατί στο γεγονός ότι συ­ντηρεί μόνος τον εαυτό του, θα έβλεπαν την καλύτερη απόδειξη της ανιδιοτέλειας και της αγάπης του για την κοινότητα. Πιστεύω ότι αυ­τό θα ήταν πολύ καλύτερο από ό, τι συμβαίνει σήμερα με τους ιερείς, που σπαταλούν έξι ολόκληρες μέρες μην κάνοντας τίποτα και αντί να εκτελούν μία ωφέλιμη εργασία, προετοιμάζονται για τον αιώνιο θάνα­το.

Διαφορετικά είναι τώρα τα πράγματα για τους περιπλανώμενους αγγελιοφόρους που στέλνω σ’ ολόκληρο τον κόσμο για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο σε όλους τους λαούς της γης. Αυτοί οι πρώτοι αγγελιο­φόροι Μου δεν έχουν ούτε το χρόνο ούτε τη δυνατότητα να κερδίσουν το ψωμί τους με τα χέρια τους.

Συνεπώς, γι’ αυτούς ισχύει: “Να μη νοιάζεστε για την επόμενη μέ­ρα, τι θα φάτε, τι θα πιείτε και με τι ρούχα θα ντυθείτε, παρά να προ­σπαθείτε αποκλειστικά και πρώτα απ’ όλα να διαδώσετε με ζήλο στους λαούς το ουράνιο βασίλειο και τη δικαιοσύνη του. Τότε, όλα τα άλλα θα σας έρθουν από μόνα τους. Γιατί ο Πατέρας στον ουρανό ξέρει τι χρειάζεστε!” Όπως, όμως, είπαμε, αυτό ισχύει μόνο για όσους Εγώ έστειλα τώρα σε όλο τον κόσμο. Όπου ύστερα θα υπάρχουν σταθε­ρές και μόνιμες κοινότητες στο όνομα Μου, εκεί πρέπει να ισχύσουν όλα όσα είπα πρωτύτερα (για τους μόνιμους αρχηγούς και δασκά­λους).»

Φυσικά, κάθε πνευματική κοινότητα χρειάζεται μία ηγεσία.

Στο «Ρόμπερτ Μπλουμ» διαβάζουμε: «Πρέπει οπωσδήποτε να καταλάβεις ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία ανθρώπινη κοινωνία χω­ρίς ηγέτη. Επομένως, πρέπει να δείξουμε στους ανθρώπους ότι είναι’ ανάγκη να υπακούουν στους ηγέτες αυτούς. Ή μήπως πιστεύεις ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν πάνω στη γη μεγάλες ανθρώπινες κοινωνίες χωρίς καμία ηγεσία; Ασφαλώς αυτό είναι εντελώς αδύνατο και ενά­ντιο στη φυσική τάξη όλων των επιγείων πραγμάτων.»

Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο», ο Ιησούς διδάσκει τα εξής στους Αποστόλους, καθώς τους στέλνει στον κόσμο: «Κάθε φορά που θα έχετε οδηγήσει στην πίστη, σώσει και εδραιώσει στο όνομα Μου κάποια κοινό­τητα, να ορίζετε τον πιο έμπειρο πολίτη της φιλικό προστάτη της και να του μεταδώσετε (με επίθεση των χεριών) το χάρισμα του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μπορεί να γίνει αληθινός ευεργέτης της κοινότη­τας που του εμπιστεύεστε. Όμως, μην τον δεσμεύετε με αναγκαστικό νόμο σχετικά με το τι πρέπει να προσέχει απέναντι στα μέλη της κοι­νότητας.

Μολονότι ένας τέτοιος προστάτης ορίζεται από σας στο όνομα Μου, δεν πρέπει να έχει επίγεια πρωτεία. Αντίθετα, πρέπει να είναι, όπως εσείς, ένας πολύ ταπεινός υπηρέτης των αδελφών που του έχε­τε εμπιστευτεί, δεν πρέπει δε να επιτρέπει να τον τιμούν ή και να τον αμείβουν για τις υπηρεσίες που τους προσφέρει. Γιατί αυτά που ο ίδιος έλαβε δωρεάν, πρέπει επίσης να τα δώσει ξανά δωρεάν με αγάπη στους λιγότερο χαρισματικούς αδελφούς του. Αυτό, όμως, που θα του προσφέρει ελεύθερα και με αγάπη η κοινότητα, πρέπει να τα δέχεται, όπως το έχω επιτρέψει αυτό και σε σας.»

Στην «Οικονομία του Θεού» έχει τονιστεί με έμφαση ποια χαρα­κτηριστικά απαιτούνται από έναν τέτοιο προστάτη. Εκεί αναφέρεται, π.χ.: «Όπως, όμως, Εγώ τώρα διδάσκω τα παιδιά σας πώς να άρχουν, έτσι κι εσείς πρέπει να διαλέγετε ανάμεσα σας ηγέτες των οποίων την καρδιά να βρίσκετε γεμάτη αληθινή ταπεινοφροσύνη. Όμως, ποτέ δεν πρέπει να διαλέγετε κάποιον που επιδιώκει και επιθυμεί να γίνει μεγα­λύτερος και σημαντικότερος από όλους τους αδελφούς του, αντί να είναι ο έσχατος μεταξύ τους. Ούτε, βέβαια, κάποιον που φαινομενικά βάζει τον εαυτό του στην πιο ταπεινή θέση, προκειμένου να επιλεγεί. Γιατί τον κάθε υποκριτή πρέπει να τον εξορίζετε από τη χώρα σας, μέ­χρι να επιστρέψει σ’ εσάς με την απόδειξη ότι Με έχει στην καρδιά του, ζητώντας σας ειλικρινά να τον δεχθείτε στη χώρα σας σαν τον πιο ταπεινό υπηρέτη. Η ουσιαστική, ύψιστη ελευθερία στη ζωή, αλλά και η ανώτατη τελειότητά της, συνίσταται στην αληθινή ταπεινοφροσύνη. Εσείς, λοιπόν, για το λόγο αυτό, δεν χρειάζεστε τόσο έναν ηγέτη για τη σοφία ή την εξουσία, όσο έναν ηγέτη για τη διαρκή ταπεινοφροσύ­νη του.»

 

Ναοί και αληθινοί οίκοι του Θεού

 

Στο μελλοντικό «Βασίλειο της ειρήνης», όπως λέει και η Αποκά­λυψη του Ιωάννη (21,22), δεν θα υπάρχει πια ναός, γιατί ο Θεός, Κύ­ριος και Πατέρας μέσα στον Ιησού «θα είναι ο μόνος ναός των ανθρώ­πων.» Μια και ήδη ανακοινώθηκε για τον καιρό της «Καινής Διαθή­κης» από τον πρώτο μάρτυρα Στέφανο, επιβεβαιώθηκε δε επίσημα από τον Παύλο μπροστά στους Αθηναίους ότι «ο Θεός που δημιούρ­γησε τον κόσμο δεν κατοικεί σε ναούς φτιαγμένους από χέρι ανθρώ­που», είναι φανερό ότι και στα γραπτά της νέας αποκάλυψης δια του Γιάκομπ Λόρμπερ χαρακτηρίζεται επίσης ανόητη και άσκοπη η ανέ­γερση ναών και η λατρεία του Θεού σε τέτοιες επιδεικτικά πολυτελείς κατασκευές.

«Δεν πρέπει να Μου χτίζετε ναούς από ξύλο, πέτρα, χρυσό και ασήμι, ούτε να Με λατρεύετε σ’ αυτούς με διάφορες κενές, ανούσιες ιεροτελεστίες, που ποτέ δεν Μου άρεσαν, ούτε και θα Μου αρέσουν. Ο σωστός ναός, όπου πρέπει να Με λατρεύετε, είναι η καρδιά σας που Με αγαπά. Όποιος Μου προσφέρει θυσία μέσα στην καρδιά του, με έργα αγάπης προς Εμένα και το συνάνθρωπο του, αυτός μόνο προ­σφέρει θυσία που εκτιμώ. Θα τον ανταμείψω δε με την αιώνια και μα­καριότατη ζωή στους ουρανούς Μου.»

«Αν, όμως, θέλετε να χτίσετε ένα λεγόμενο “οίκο του Θεού”, τότε χτίστε νοσοκομεία και άλλα ιδρύματα για την περίθαλψη των φτωχών αδελφών σας.

Εκεί να τους υπηρετείτε, παρέχοντας τους όσα χρειάζονται. Έτσι θα προσφέρετε την πιο αληθινή υπηρεσία στον Θεό, που θα είναι πολύ αρεστή σ’ Εκείνον. Από αυτή την αληθινή και γνήσια υπηρεσία, ο κόσμος θα καταλάβει ότι είσαστε πραγματικά μαθητές Μου.»

«Επίσης, καλό είναι μία ήδη σταθερή κοινότητα να κατασκευάσει, εκτός από το σχολείο για τα παιδιά, ένα κτίριο συγκεντρώσεων, στο οποίο τα μέλη να μπορούν να μαζεύονται κατά καιρούς στο όνομα Μου. Όμως, σ’ ένα τέτοιο κτίριο δεν πρέπει μόνο ο ραββίνος να έχει το δι­καίωμα να μιλάει και να κηρύσσει, αλλά κάθε μέλος της κοινότητας, εάν αυτό παρακινείται από το πνεύμα Μου. Επίσης, δεν πρέπει να γίνο­νται ομιλίες μόνο για την Αγία Γραφή, τους Προφήτες κι Εμένα αλλά και για άλλα πράγματα, με σκοπό τη βαθύτερη και αληθινή γνώση για τον Θεό και την αναζωογόνηση της αγάπης γι’ Αυτόν και τον πλησίον. Πρέπει δε να μιλάει εκείνος τον οποίο παροτρύνει σ’ αυτό το πνεύμα Μου, ενώ ολόκληρη η κοινότητα, μαζί με το ραββίνο, οφείλει να τον α­κούει. Αν η κοινότητα το κάνει αυτό, τότε, οποιαδήποτε μέρα κι αν εί­ναι, θα έχει κάνει μια αληθινή λειτουργία του Σαββάτου.»

Ο Παύλος ήδη είχε τονίσει στους ζωηρούς και κάπως ευέξαπτους Κορινθίους ότι μία συγκέντρωση των παιδιών του Θεού πρέπει να διε­ξάγεται με τάξη γεμάτη αγάπη και σοφία. Έθεσε κανόνες για τη γλωσσολαλία, τον έλεγχο και την ερμηνεία όσων λέγονται, για να κλείσει με την προειδοποίηση: «Φροντίστε όλα να γίνονται με ευπρέπεια και τά­ξη!»

Οι συμβουλές αυτές διατηρούν και σήμερα τη σημασία τους, ειδι­κά για πνευματικές συγκεντρώσεις και κάθε Λογής επαφές με τον πνευ­ματικό κόσμο (με διάμεσα). Πολύ συχνά, ανεξέλεγκτα πλάσματα από τον κόσμο των πνευμάτων εισβάλλουν, θέλοντας να ενοχλήσουν τη συγκέντρωση με βίαιο τρόπο ή να έλξουν τους παρευρισκόμενους στον κύκλο επιρροής τους.

Γι’ αυτό, όπως γράφει ο Ιωάννης: «Αγαπητοί μου, μην πιστεύετε το κάθε πνεύμα, παρά να ελέγχετε αν τα πνεύματα είναι από τον Θεό!»

Ο Χριστός λέει στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» για το σωστό τρόπο κη­ρύγματος: «Όποιος κηρύσσει με σκοπό τη σωτηρία των ψυχών, πρέ­πει να μιλάει αρκετά δυνατά, ήπια όμως, όχι να φωνάζει σαν μανιακός που αφρίζει από οργή και μνησικακία. Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος δεν βελτιώνει κανέναν με τις άγριες φωνές του. Το μόνο που πετυχαί­νει είναι να τον ειρωνεύονται οι ακροατές, να τον περιγελούν ή, τέλος, να τον διώξουν με τις γροθιές τους από την κοινότητα.

Παρόμοια, δεν πρέπει επίσης κανείς να λέει στον αδελφό του λό­για συμφιλίωσης, όσο ο ίδιος νιώθει ακόμη το αγκάθι του θυμού στην καρδιά του. Γιατί με τον τρόπο αυτό ο αδελφός δεν γίνεται πρόθυμος για συμφιλίωση, παρά αντίθετα- ερεθίζεται ακόμη περισσότερο, ενώ ο καλός σκοπός που βρισκόταν στο προσκήνιο, περνάει σε δεύτερη μοί­ρα.

Ναί! Όταν διαδίδετε το Λόγο Μου, πρέπει να έχετε φιλική όψη! Για­τί φέρνοντας στους ανθρώπους τη διδασκαλία Μου, τους φέρνετε μία πολύ ευχάριστη είδηση, που πρέπει, βέβαια, να τους την αναγγείλετε με πολύ χαρούμενο ύφος!»

 

Τα δικαιώματα των γυναικών

 

Ο Ιησούς κάνει επίσης, στο «Ρόμπερτ Μπλουμ», μία αξιοσημείω­τη διευκρίνιση για το Λόγο των γυναικών στις συγκεντρώσεις. Εκεί, μί­α γυναίκα που κλήθηκε να μιλήσει, αντιδρά επικαλούμενη τα Λόγια του Παύλου στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή του. Ο Ιησούς της απαντά ότι ο ίδιος ο Παύλος, στο 16ο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής του, χαιρετά ονομαστικά ορισμένες αδελφές της κοινότητας των Κεγχρεών, λέει δε εν συνεχεία:

«Κοίτα, ο Παύλος δεν απαγόρευσε να μιλούν τέτοιες γυναίκες στις κοινότητες, παρά μόνον εκείνες που έχουν έδρα και δικαίωμα λόγου στην κοινότητα από ένα είδος έπαρσης και που θέλουν να μιλούν χω­ρίς να κατέχουν και να κατανοούν το πνεύμα Μου, σαν να ήξεραν όσα γνωρίζουν οι αναγεννημένοι από το πνεύμα Μου!

Αν μία γυναίκα πραγματικά έχει πληρωθεί από το πνεύμα Μου, το οποίο παραμένει πάντα το ίδιο είτε στον άντρα, είτε στη γυναίκα, μπο­ρεί, πρέπει μάλιστα να μιλάει, λέγοντας όσα το πνεύμα κάθε φορά ζη­τάει απ’ αυτήν να πει. Οι Απόστολοι Μου ήταν η πρώτη και συνεπώς η καλύτερη χριστιανική κοινότητα στον κόσμο, γιατί αυτή ιδρύθηκε άμε­σα από Μένα. Όταν Εγώ αναστήθηκα την τρίτη ημέρα από τον τάφο, ποιον έστειλα, λοιπόν, ν’ ανακοινώσει στους αδελφούς την ανάσταση Μου; Έστειλα μία γυναίκα! Άρα, εάν η εντολή του Παύλου εφαρμοζό­ταν και για τις καλοπροαίρετες γυναίκες, πώς τότε θα είχε τολμήσει μία Μαγδαληνή να γίνει ο απόστολος για τους πρώτους Αποστόλους Μου; Επιπλέον, κάποτε έδειξα στους Σαδδουκαίους ότι στο ουράνιο βασί­λειο παύουν όλες οι γήινες διαφορές, μαζί μ’ αυτά, επομένως, και τα δικαιώματα των δύο φύλων επί της γης. Όλοι είναι όμοιοι με τους αγ­γέλους του Θεού και απολαμβάνουν ένα δικαίωμα, το να είναι δηλαδή παιδιά του Θεού.»

 

Η εκκλησία του μέλλοντος

 

Αν οι άνθρωποι ακολουθήσουν τις διδασκαλίες της νέας αποκά­λυψης, που παρουσιάστηκαν παραπάνω εν συντομία (και που ουσια­στικά είναι ίδιες με τις διδασκαλίες της Βίβλου, αν αυτές κατανοηθούν σωστά), ανοίγουν το δρόμο για μία εντελώς νέα κοινοτική ζωή, που μπορούμε να την ονομάσουμε «εκκλησία του μέλλοντος». Ο Χριστός συνόψισε στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» τα χαρακτηριστικά της ζωής αυ­τής με τα λόγια: «Σας δίνω μία διδασκαλία για τον Θεό και για τη ζωή, που απέχει από κάθε ιεροτελεστία όσο απέχει ο ένας πόλος του ου­ρανού από τον άλλο. Εδώ δεν χρειάζεται ούτε Σάββατο, ούτε ναός ή νηστεία, ούτε ράβδος και ένδυμα του Ααρών ή κάλυμμα της κεφαλής με δύο κέρατα, ούτε κιβωτός και λιβανιστήρι, ούτε ευλογημένο, πολύ δε λιγότερο καταραμένο νερό. Στη διδασκαλία αυτή, ο Ίδιος ο άνθρω­πος είναι μέσα του τα πάντα και δεν χρειάζεται (εκτός από την αγάπη και τη χάρη του Θεού) τίποτα άλλο παρά μονάχα τον εαυτό του.

Γιατί σ’ αυτήν τη νέα διδασκαλία Μου, ο άνθρωπος είναι τέλεια ενωμένος μέσα στον εαυτό του και με τον εαυτό του (δηλαδή με το θείο σπινθήρα του) σαν ν’ αποτελεί ένα μόνο σημείο, όπως κι Εγώ ο ίδιος με την προαιώνια, άπειρη Θεότητα Μου βρίσκομαι ενωμένος σε ένα σημείο εδώ μπροστά σας και ο ίδιος σας λέω: από δω και πέρα, το βα­σίλειο του Θεού και η δικαιοσύνη του δεν πρέπει ν’ αναζητούνται στο ναό της Ιερουσαλήμ ή στο όρος Γαριζίμ, ούτε πρέπει να λατρεύεται εκεί ο Θεός, παρά θα μπορεί να γίνεται παντού λειτουργία, όπου υπάρχει ένας άνθρωπος! Η καρδιά του ανθρώπου θα είναι ο ζωντανός ναός του αληθινού, μοναδικού και ενωμένου Θεού. Και η μόνη γνήσια θεία λειτουργία θα είναι η ενεργή αγάπη, ενώ η αγάπη για τον Θεό θα είναι η μόνη αληθινή λατρεία του.

Αφού, όμως, δεν είναι νοητή ούτε αληθινή αγάπη για τον Θεό χω­ρίς έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον ούτε το αντίθετο, άρα αυτά τα δύο είδη αγάπης είναι κατά βάθος μία αγάπη, συνεπώς αποτελούν μία και την αυτή λατρεία του Θεού.

Όποιος την έχει μέσα του, αυτός έχει ενωμένα μέσα στην καρδιά του κάθε νόμο και κάθε προφητεία, γι’ αυτό δε δεν έχει πλέον ανάγκη τίποτα άλλο.»

 

Σχέση της εξωτερικής εκκλησίας με την πνευματική εκκλησία

 

Οι ελλείψεις στη διδασκαλία και στους θεσμούς των χριστιανικών εκκλησιών οδηγούν πολλούς αναγνώστες της νέας αποκάλυψης στο ηθικό δίλημμα πώς ν’ αντιμετωπίζουν αυτές τις θρησκευτικές κοινότη­τες. Πρέπει να καταπολεμηθούν τα κακά αυτά με την αποχώρηση από τις εκκλησίες, στις οποίες ενδεχομένως μέχρι τώρα ανήκαν; Ή μήπως υπάρχουν κι άλλα μέσα και οδοί για να λυθεί το πρόβλημα; Στο σχέ­διο της Δημιουργίας, όλα γίνονται με κλιμακωτή ανάπτυξη -ιδιαίτερα μάλιστα η πνευματική ωρίμανση των ανθρώπων και των λαών. Η κά­θε μεμονωμένη ψυχή διατρέχει εξαιρετικά μακρείς δρόμους μάθησης, μέχρι να φθάσει επιτέλους στην ωριμότητα και ν’ αποκτήσει την ικα­νότητα να προσλαμβάνει όλο και υψηλότερο φως γνώσης.

Γι’ αυτό, ο Πατέρας παρέχει το πνευματικό φως της Αλήθειας στους ανθρώπους και στους λαούς με πολύ διαφορετικές μορφές, βάθος και περιεχόμενο. Έτσι, οι εκκλησίες με την εξωτερική τους πίστη και τους θεσμούς τους για τη σωτηρία έχουν ακόμη αναμφισβήτητη σημασία ως πνευματική προετοιμασία, μολονότι για τον αφυπνισμένο πνευμα­τικό άνθρωπο είναι κάτι το ξεπερασμένο.

Γι’ αυτό, ο ίδιος ο Ιησούς δεν απαρνήθηκε την παλιά εκείνη εκκλη­σία, παρ’ όλο που στις μέρες του ο Ναός είχε πολλά κακά, μοιάζοντας με «λάκκο φονιάδων και φιδιών», ενώ από καιρό ο Θεός δεν «κατοι­κούσε» πια στην κιβωτό του. Αλλά αντίθετα, συμμετείχε σε μερικούς από τους θεσμούς (γεύμα του Πάσχα, επίσκεψη στο Ναό) ή άφησε τους δικούς του να τους τηρήσουν (περιτομή, εξαγνιστική θυσία της Μαρίας). Επίσης, όπως φαίνεται από τις Πράξεις των Αποστόλων, οι πρώτοι χριστιανοί εξακολούθησαν για πολύ καιρό μετά την Ανάληψη του Ιησού να συναθροίζονται στην αίθουσα του Σολομώντα στο Ναό για να προσευχηθούν, παρ’ όλο που το τυφλωμένο ιερατείο είχε δια­πράξει στο Γολγοθά τη μεγαλύτερη ιεροσυλία.

Τέλος, ο ίδιος ο Γιάκομπ Λόρμπερ παριστά εττίσης ένα διδακτικό παράδειγμα. Παρ’ όλο που, στον καιρό του, η καθολική εκκλησία ασκού­σε πολύ ισχυρότερη πνευματική πίεση απ’ ό,τι σήμερα, αυτός ο υπο­δειγματικός χριστιανός δεν εγκατέλειψε την εκκλησία του. Στην περι­γραφή της ζωής του από τον Λάϊτνερ, διαβάζουμε μεταξύ άλλων για το θάνατο του:

«Έστειλαν λοιπόν βιαστικά κάποιον στον κοντινότερο εφημέριο, και σύντομα ένας ιερέας παρουσιάστηκε στο κρεβάτι του βαριά άρρω­στου. Μια κι εκείνος, όμως, δεν είχε πια τις αισθήσεις του, ο ιερέας ρώ­τησε μία συγγενή που τον περιποιόταν αν ο Λόρμπερ επισκεπτόταν

την εκκλησία.

Εκείνη απάντησε ότι αυτό έπρεπε έτσι κι αλλιώς να είναι γνωστό, αφού στις μεγάλες λειτουργίες ο Λόρμπερ συχνά συμμετείχε αφιλοκερ­δώς στη χορωδία. Τότε, ο κληρικός τη ρώτησε αν αναλαμβάνει την ευ­θύνη του να κοινωνήσει τον ετοιμοθάνατο. Αφού εκείνη απάντησε κα­ταφατικά, ο ιερέας χωρίς άλλη αντίρρηση, επιτέλεσε το έργο του και μετά έφυγε.»

Ωστόσο, παρ’ όλη την οξύτητα και σαφήνεια της κριτικής, οι γεμά­τες κατανόηση υποδείξεις των γραπτών της νέας αποκάλυψης απέ­ναντι στην τυπολατρεία παραμένουν. Έτσι, στο μικρό έργο «Ο δρό­μος προς την πνευματική αναγέννηση» λέει για τη σχέση της τελετουρ­γικής με την καθαρά πνευματική εκκλησία; «Όπως έχετε ένα σώμα, το οποίο προσλαμβάνει και στέλνει στην ψυχή τις πρώτες εντυπώσεις που την θρέφουν, έτσι πρέπει να υπάρχει επίσης ένας χώρος πνευ­ματικής τροφής (για τις πρώτες εντυπώσεις της πίστης), που είναι η ε­ξωτερική εκκλησία. Όποιος, λοιπόν, εγκαταλείψει πολύ νωρίς το σώμα της μητέρας του, τι μπορεί άραγε να καταφέρει; Η υπακοή και η τα­πεινοφροσύνη είναι η τροφή της πνευματικής αναγέννησης. Αφού, ό­μως, η ρωμαιοκαθολική εκκλησία τα διδάσκει αυτά, τότε τι σας ωθεί μακριά από τη μητέρα της πίστης σας; Όσον αφορά, όμως, τις τελε­τουργίες της, για τον ζωντανό όλα είναι ζωντανά, για τον καθαρό όλα καθαρά, για τον υπάκουο όλα σωστά και για τον ταπεινό όλα ιερά. …Γι’ αυτό, ν’ ακολουθείτε τους εξωτερικούς τύπους της εκκλησίας σας, αλλά ν’ αφήνετε την καρδιά σας να οδηγείται από Μένα! Τότε, πολύ σύ­ντομα θα φθάσετε στη ζωή της χάριτος και μ’ αυτή στην πνευματική αναγέννηση, αναζωογονώντας την εκκλησία σας.

…Γιατί όπως ένα δέντρο μεγαλώνοντας βγάζει κλαδιά, ύστερα μπουμπούκια, φύλλα και άνθη, που έχουν αρσενικά και θηλυκά όργα­να, και όπως όλ’ αυτά με τον καιρό πέφτουν όντας πια άχρηστα, για να ελευθερωθεί και να δραστηριοποιηθεί ο καρπός με όλη τη δύναμη της τάξης που εμπερικλείει, έτσι συμβαίνει και με την τελετουργική (εξω­τερική) εκκλησία.

Οι φυτικές αυτές λειτουργίες του δέντρου είναι σαν τις νεκρές τε­λετές της εκκλησίας. Αλλά δεν πρέπει να παραδεχτείτε ότι (σε κάποιο σωστό μέτρο) είναι αναγκαίες για χάρη της τάξης; Γιατί αν τα δέντρα δεν έχουν άνθη, τότε δεν θα υπάρξει ούτε καρπός.

Η ιουδαϊκή εκκλησία, για παράδειγμα, ήταν καθαρά τελετουργική και παρείχε την πρώτη διαμόρφωση, σαν φύλλο ή άνθος του ζωντα­νού καρπού του Λόγου του αιώνιου φωτός. Τώρα σας ρωτώ: Δεν ήταν σωστή όπως ήταν, αφού υπήρξε όπως έπρεπε να είναι (σύμφωνα με τους πνευματικούς νόμους ανάπτυξης της ανθρωπότητας); Α ν απο­κτήσετε παιδιά, πώς θέλετε ή μπορείτε να τα διδάξετε ώστε να γνωρί­σουν καλύτερα Εμένα και το θέλημα Μου παρά με τη βοήθεια της τε­λετουργικής θεώρησης; Άλλωστε, κι εσείς αρχικά δεν είσαστε παρά Ιουδαίοι ή παιδιά, όσο δε είσαστε έτσι, έχετε βέβαια ανάγκη των εκκλη­σιαστικών τελετουργιών. Μόνο που, βέβαια, τα πράγματα δεν πρέπει να μείνουν έτσι! Αντίθετα, όποιος πέρασε την προκαταρκτική τάξη, πρέ­πει να πάει στη μεγαλύτερη, όπου θα μάθει να γράφει και να διαβάζει και τέλος να κάνει υπολογισμούς μέσα στην αγάπη Μου και να πράτ­τει μέσα στη χάρη της σοφίας Μου, Και όποιου η καρδιά έγινε καθαρή με το να αγαπά, αυτός θα μπει ύστερα στο δικό Μου σχολείο (του ζω­ντανού εσωτερικού Λόγου), που μόνο σ’ αυτό θα φθάσει εντελώς στην αιώνια ζωή μέσα από τη ν αναγέννηση. Όποιος όμως κολλήσει στο τελετουργικό, που αυτό καθ’ αυτό είναι νεκρό, χωρίς να προσέχει το εσω­τερικό του, αυτός θα πεθάνει ο ίδιος, αφού ήταν τόσο κουτός και σκο­τεινός ώστε ν’ αναζητά το σκοπό σε εξωτερικά μέσα.

Γι’ αυτό, αν θέλετε να γίνετε αληθινά παιδιά της αγάπης και της χάριτός Μου, μην αφήνετε να σας δημιουργεί θυμό το άνθος, παρά σκε­φτείτε τον καρπό! Όταν πάλι κάποιος έχει ωριμάσει σαν τον καρπό, τό­τε δεν σφάλλει, αν κοιτάζει συχνά πίσω του και ξαναφέρνει στο μυαλό του με προσοχή την εξέλιξη της πνευματικής ζωής του. Αντίθετα, εκεί­νος που, περιφρονώντας την παιδική του ηλικία, ανυψώνεται περήφα­να σαν γύπας κοιτάζοντας φονικά από δυσθεώρητα ύφη τους μικρούς περιστερώνες, προσβλέποντας λαίμαργα στην πτώση τους για να κερ­δίσει κάτι απ’ αυτήν, αυτός δεν Μου είναι ευχάριστος.»

Ο Χριστός στο «Γη και Σελήνη» απαντά στο ερώτημα αν ένα παι­δί του Θεού που έχει ωριμάσει μέσα στο φως της νέας αποκάλυψης, πρέπει να παρακολουθεί τη λειτουργία στην εκκλησία ή να αρκείται στην εσωτερική επικοινωνία της καρδιάς με τον Πατέρα, που είναι η μοναδική γνήσια λειτουργία:

«Όποιος αγανακτεί με τη λειτουργία (στην εκκλησία), αυτός ας μην την παρακολουθεί. Γιατί με το ζόρι δεν μπορεί να βάλει κανείς κάποιον μέσα.

Αλλά κι αν συνέβαινε αυτό, δεν θα έβλαπτε κανέναν, γιατί είναι κα­λύτερο να βρίσκεται κανείς σε έναν οίκο προσευχής και να παίρνει μέ­ρος σε λειτουργία παρά να βρίσκεται στις ημέρες αργίας και εορτών σε μία χαρτοπαικτική λέσχη ή να κάνει συναλλαγές ως τοκογλύφος ή κάτι παρόμοιο. Άλλωστε, εκτός από τη λειτουργία γίνεται και κήρυγμα, πριν από το οποίο διαβάζονται μερικές τουλάχιστον γραμμές από το Ευαγγέλιο.

Αν κάποιος δεν αποδέχεται το κήρυγμα, ας σταθεί σ’ αυτές, και θα μπορέσει να πάρει απ’ αυτές τόσα, ώστε να του φθάνουν για να επι­τύχει την αιώνια ζωή, αν ακολουθήσει σωστά τις λίγες αυτές γραμμές, Αν όμως κάποιος, από μίσος γι’ αυτή την ειδωλολατρεία, αποσχιστεί από την εκκλησιά, χωρίς αντί γι’ αυτό ν’ ασχοληθεί με κάτι καλύτερο, παρά συνήθως με κάτι χειρότερο, θα τον ωφελήσει λοιπόν αυτό; Εγώ νομίζω πως όχι.

Ο Ναός της Ιερουσαλήμ ήταν στις μέρες Μου ένας απόλυτα ειδω­λολατρικός ναός. Ασφαλώς, κανείς πια δεν μπορούσε να μιλά για έναν οίκο του Κυρίου. Αλλά Εγώ ως Ιεχωβά δεν απαγόρευσα σε κανένα να τον επισκέπτεται και να φέρνει προσφορές. Άλλωστε, Εγώ ο ίδιος πή­γαινα συχνά να διδάξω εκεί, όπου και συγχώρησα τη μοιχαλίδα. Ού­τε απαγόρευσα ποτέ στους μαθητές Μου να επισκέπτονται το Ναό. Για­τί λοιπόν θα έπρεπε κάποιος να ενοχλείται από το να πηγαίνει σε έναν οίκο προσευχής; Γιατί αν μπει εκεί μέσα στ’ αλήθεια στο όνομα Μου, τότε Εγώ θα είμαι μαζί του και θα μπω κι Εγώ μαζί του. Όταν δε θα εί­μαστε πια μέσα, κανείς δεν θα μας πετάξει έξω. Λοιπόν, αυτός που βρίσκεται εκεί μαζί Μου, ασφαλώς θα μπορεί να αντέξει εκεί μέσα τό­σο, όσο αντέχω Εγώ!

… Όποιος θέλει να ζήσει σωστά, μπορεί να το κάνει σε οποιαδή­ποτε εκκλησία. Γιατί ένας βασικός κανόνας είναι: “Να ελέγχετε τα πά­ντα και από αυτά να κρατάτε τα καλά. “Δενλέω σε κανένα: Γίνε καθο-λικόςή προτεστάντης ή ελληνορθόδοξος.

Μπορώ μόνο να πω: ο καθένας μπορεί, αν θέλει, να μείνει αυτό που είναι.

Ό, τι όμως κι αν είναι, να είναι ενεργά χριστιανός, στο πνεύμα και αληθινά! Γιατί το βασίλειο Μου είναι ένα βασίλειο ύψιστης δραστηριό­τητας. Εγώ δεν είμαι Πατριάρχης, ούτε Πάπας, ούτε διαμαρτυρόμενος επίσκοπος, παρά ένας πολύ καλός και δίκαιος Πατέρας για όλα τα παιδιά Μου, πά­ντοτε δε χαίρομαι όταν αυτά είναι δραστήρια και παραβγαίνουν στην αγάπη –δεν χαίρομαι όμως όταν αλληλοαποκαλούνται ανόητοι, ενώ ο καθένας θέλει να είναι εκείνος ο σοφότερος και ο πιο αλάνθαστος.»

Σε ένα άλλο σημείο αναφέρεται επίσης ένα παράδειγμα σχετικά με τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία: «Είναι μήπως αξιέπαινο το να εγκα­ταλείπουν τα παιδιά την άρρωστη μητέρα τους ή το να εύχονται στον ασθενή να πεθάνει, επειδή έχει πολλά βάσανα; ...Πώς γίνεται να φω­νάζετε (για τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία): “Κύριε, κάνε να πέσει κεραυ­νός και θειάφι πάνω στο άρρωστο κεφάλι της!” Για ακούστε, πολύ λί­γη αγάπη φαίνεται να υπάρχει σ’ αυτή την κραυγή! Νομίζετε ότι τάχα η καταστροφή είναι ο δρόμος προς τη βελτίωση; Όχι βέβαια έχετε κά­νει ένα φρικτό λάθος. Το ίδιο νόμιζαν και όλοι οι αιρετικοί. Όμως, κι εκείνοι έκαναν τρομερό λάθος, που είχε ως συνέπεια διχόνοια μεταξύ των αδελφών, πόλεμο, φόνους και φρίκη. Ήταν, λοιπόν, ευλογημένη μία τέτοια βελτίωση; Ή μπορεί άραγε κάποια ομολογία να πει ότι η διδα­σκαλία της δεν σφραγίστηκε με το αίμα των αδελφών της;

Κοιτάξτε! Η Ρωμαία αυτή είναι η μοιχαλίδα που επρόκειτο να λιθο­βοληθεί Εγώ όμως σας λέω εδώ: “Αυτός που δεν έχει καμία αμαρτία, ας ρίξει την πρώτη πέτρα!” Πάλι είναι η Χαναανίτισσα και έχει μεγάλη πίστη και πολλή αγάπη. Πάλι είναι η γυναίκα που έπασχε δώδεκα χρό­νια από αιμορραγία και Μου έκλεψε από το χιτώνα Μου τη θεραπεία της και έγινε καλά, αφού είχε μεγάλη πίστη και αγάπη. Και πάλι είναι σαν τη μεγάλη πόρνη κι ύστερα μετανοημένη Μαγδαληνή, που άλειψε τα πόδια Μου με μύρο. Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία μπορεί να παρου­σιαστεί με όλα αυτά τα πρόσωπα.

Σε σας όμως λέω, αφού γεννηθήκατε και βαπτιστήκατε μέσα σ’ αυ­τήν, δεν πρέπει να εύχεστε να καταστραφεί, παρά να σωθεί Σας δίνω το βάλσαμο και θεραπεύω σε σας αυτό το κληρονομικό κακό. Αν εσείς ζείτε βάσει των κανόνων που έδωσα, η εκκλησία θα σας σέβεται. Βλέ­ποντας δε σ’ εσάς θαυμαστά πράγματα, θα ζητήσει μόνη της το βάλ­σαμο και θα θεραπεύσει πολλές από τις πληγές της. Αν, όμως, εσείς αποσκιρτήσετε εντελώς, τότε λίγη μόνο ευλογία θα φθάσει μέχρι τ’ αδέλ­φια σας!

Να ζείτε όπως σας έχω πει, και τότε ποτέ δεν θα σας ανακρίνουν εξαιτίας Μου! Γιατί Εγώ θα σας προστατεύω και το έργο Μου θα φα­νερώσει ανεμπόδιστα τη δύναμη του, σαν ένας μεγάλος μαγνήτης που θα έλξει τα πάντα πάνω του.»

Ασφαλώς, δεν είναι σύμφωνη με το πνεύμα του Χριστού η καθο­λική απόφαση αποσκίρτησης από τις παλιές εκκλησίες. Μπορούμε βέ­βαια, πρέπει μάλιστα, να αντιτασσόμαστε ανοιχτά και καθαρά στα ελατ­τώματα των κανονισμών, διδασκαλιών και θεσμών τους, όπου αυτό είναι αναγκαίο και επωφελές. Όχι όμως με μίσος και κακία, παρά με το πνεύμα σοβαρής αδελφικής αγάπης.

Γιατί δεν πρέπει να ευχόμαστε στις παλιές κοινότητες πίστης «κα­ταστροφή, παρά σωτηρία». Έτσι, για τους φίλους της νέας αποκάλυ­ψης θα είναι ενδεδειγμένο να αποσυρθούν μόνον από κει που τους αντιμετωπίζουν εχθρικά ή τους καταδιώκουν.

 

Η εργασία στον Αμπελώνα

 

Η σημερινή γενιά ζει μέσα σε μία από τις μεγαλύτερες αναστατώ­σεις της παγκόσμιας ιστορίας. Στην πραγματικότητα, είναι μεγάλο πλε­ονέκτημα να μπορεί κανείς να περάσει το σχολείο της ζωής πάνω στη γη ειδικά σε μία τέτοια εποχή, που τα κύματα είναι τεράστια και οι α­γώνες τόσο μεγάλοι. Γιατί βρισκόμαστε στο κατώφλι του Χιλιετούς Βα­σιλείου, το οποίο σταδιακά θα μας μεταφέρει στο αιώνιο βασίλειο της αγάπης, του φωτός και της αιώνιας ειρήνης.

Οι δυνάμεις φωτός και ζωής οι εκπορευόμενες από τον Πατέρα μέσα στον Ιησού, οι οποίες διαμορφώνουν αυτήν τη νέα εποχή μεταφέρονται στη γη με αόρατο τρό­πο από τις στρατιές των αγγέλων και των παιδιών του Θεού που έχουν φθάσει στην ωρίμανση εδώ και στον άλλο κόσμο από τότε που ανα­λήφθηκε ο Χριστός και ύστερα. Το υψηλό καθήκον εκείνων που ζουν στην εποχή μας είναι να διαδώσουν στον υλικό κόσμο την αγάπη, το φως και τη δύναμη των ρευμάτων ζωής που έχουν δε­χθεί και να τα προβάλουν σε ολόκληρο τον κόσμο με λόγια και με έρ­γα.

Ακτινοβολώντας, δηλαδή, θείο φως και θεία φύση γύρω μας, συμ­μετέχουμε αναλογικά στην πνευματική αναμόρφωση του κόσμου, η οποία τελικά θα στεφθεί από την προσωπική επάνοδο του Χριστού, που θα είναι ορατή και αισθητή σε όλους τους μαθητές του.

«Όταν η διδασκαλία Μου αυτή θα έχει φθάσει στους ανθρώπους με καλή θέληση και ενεργή πίστη, θα έχει δε διαδοθεί τουλάχιστον στο ένα τρίτο της ανθρωπότητας, τότε (μετά την πνευματική επάνοδο που θα έχει επιτελεσθεί με τον τρόπο αυτόν) Εγώ θα εμφανίζομαι πότε-πότε προσωπικά, με ορατό σώμα. Θα πηγαίνω σ’ εκείνους που Μ’ αγαπούν περισσότερο, που έχουν τη μεγαλύτερη λαχτάρα για την επάνο­δο Μου, καθώς και την πλήρη, ζωντανή πίστη σ’ αυτήν. Τότε, Εγώ ο ίδιος θα δημιουργήσω απ’ αυτούς κοινότητες, που καμιά δύναμη στον κόσμο δεν θα μπορεί πια να τους εναντιωθεί ή να τους αντισταθεί. Για­τί Εγώ θα είμαι ο στρατηλάτης τους και ο αιώνιος, ανίκητος ήρωας τους. Έτσι, θα καθαρίσω τη γη από την παλιά βρωμιά της.»

«Ο κόσμος αυτός είναι ο αμπελώνας Μου. Οι άνθρωποι που ακούν το Λόγο Μου, πιστεύουν σε Μένα, τον πραγματικό Υιό του Θεού, και τηρούν τις εντολές Μου, είναι τα αμπέλια που Μου αποφέρουν με τα καλά τους έργα πολλούς καρπούς. Όμως, ανάμεσα στα καλά αμπέ­λια υπάρχουν και πάρα πολλά κακά, που πρέπει επίσης να εξευγενι­στούν, για το σκοπό αυτό δε χρειάζονται πολλοί και δυνατοί εργά­τες. Ευλογημένοι θα είναι όσοι αποδειχθούν δραστήριοι εργάτες στον αμπελώνα Μου, και μάλιστα από αγάπη για τον Θεό και τον πλησίον!»

Είναι αυτονόητο ότι στην εργασία στον ουράνιο αμπελώνα δεν πρέπει να υπάρχουν ανάξια κίνητρα, καθώς και ότι ένας εργάτης του Θεού πρέπει πρώτα- πρώτα να δημιουργήσει μέσα του φως και τάξη, πριν μπορέσει να δράσει με τρόπο ευλογημένο. Ο Χριστός λέει:

«Ο κήρυκας πρέπει πρώτα απ’ όλα να είναι ο ίδιος εντάξει με τον εαυτό του, προκειμένου να διδάξει άλλους. Διαφορετικά, η διδα­σκαλία του είναι κενή, αφήνοντας παρόμοιο κενό και το μαθητή του. Α ν κάποιος ακολουθεί ένθερμα αυτό που διδάσκει, τότε οι μαθη­τές του θα προσπαθούν με ζήλο να γίνουν τόσο τέλειοι, όπως ο δά­σκαλος τους. Αν, όμως, οι μαθητές ανακαλύπτουν σε διάφορα σημεία ατέλειες στο δάσκαλο τους, σύντομα ο ζήλος τους θα εξασθενήσει και στο τέλος θα πουν: “Ο δάσκαλος ο ίδιος δεν είναι καλός. Τι θ’ απογί­νουμε εμείς;” Σας διαβεβαιώνω ότι οι μαθητές σύντομα θα γυρίσουν την πλάτη τους σ’ έναν τέτοιο δάσκαλο!»

«Επομένως, κάθε τέλειος δάσκαλος πρέπει πρώτα να έχει διδα­χθεί από τον Θεό. Πρέπει να τον έλκει ο Πατέρας (η καθαρή αγάπη), διαφορετικά δεν μπορεί να εισχωρήσει σε όλα τα βάθη του φωτός της αλήθειας. Όποιος όμως δεν φθάσει εκεί και δεν γίνει έτσι ο ίδιος φως, πώς λοιπόν θα μπορέσει να φωτίσει τη νύχτα του συνανθρώπου του; Αυτό που σκοπό έχει να φωτίσει τη νύχτα και να την μεταμορφώσει σε μέρα, πρέπει να είναι το ίδιο φως, παρόμοιο με το ν ήλιο. Γι’ αυτό, ένας δάσκαλος που δεν τον έχει προετοιμάσει ο Θεός για το έργο αυτό, είναι χειρότερος από το να μην υπάρχει καθόλου δάσκαλος. Ένας τέ­τοιος δάσκαλος δεν είναι τίποτ’ άλλο από ένα σακί γεμάτο κακό σπό­ρο, μέσα από το οποίο σπέρνεται στην ανθρώπινη ζωή το ζιζάνιο της δεισιδαιμονίας. Στα σχολεία, οι κατάλληλοι εγκόσμιοι δάσκαλοι μπο­ρούν να διδάξουν στα παιδιά ανάγνωση, γραφή και αριθμητική. Όμως το δικό Μου Ευαγγέλιο μπορούν και επιτρέπεται να το διδάσκουν κα­τά τρόπο ωφέλιμο και ευλογημένο μόνον εκείνοι οι δάσκαλοι και αγγελιοφόροι που διαθέτουν στο μέγιστο βαθμό τις πνευματικές ιδιότητες τις απαραίτητες για το λειτούργημα αυτό.»

Φυσικά, κύρια και βασική προϋπόθεση γι’ αυτό είναι η απόλυτη ανιδιοτέλεια του υπηρέτη απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό εκ­φράζεται με μεγάλη σοβαρότητα στην εισαγωγή του θεμελιώδους έρ­γου «Η Οικονομία του Θεού». Εκεί λέει:

«Πες στους υπηρέτες Μου: Τα λειτουργήματα Μου δεν είναι ούτε τράπεζες συναλλαγών ούτε θέσε/ς με αργομισθία. Γιατί όποιος Με υπη­ρετεί για χάρη του χρήματος, δεν Με υπηρετεί από αγάπη. Αλλά όποιος δεν Με υπηρετεί από αγάπη, η δική του υπηρεσία είναι για Μένα ξένη, όπως κι Εγώ αναγκαστικά είμαι ξένος γι’ αυτόν. Έχω κλείσει ήδη το λογαριασμό Μου μαζί του. Έχω πει, βέβαια, μέσω του αγαπημένου Μου Παύλου, ότι όποιος υπηρετεί το ναό, πρέπει επίσης να ζει από το ναό, αλλά μόνον από τα έργα της αγάπης, που επιτελεί οτιδήποτε καλό! Η αγάπη είμαι Εγώ ο ίδιος, και ποτέ δεν μπορεί κανείς να Με απο­κτήσει με κανένα άλλο τίμημα εκτός από την αγάπη. Όλους εσάς σας εξαγό­ρασα μέσω της αγάπης, γι’ αυτό ζητάω από σας και πάλι αγάπη. Όποιος δε θέλει να Με υπηρετεί, ας Με υπηρετεί με την αγάπη, με την οποία Εγώ πέθανα για χάρη του πάνω στο σταυρό.»

Επίσης, στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» ο Χριστός λέει στους Αποστό­λους: «Γι’ αυτό να προσέχετε πολύ, όταν θα επιλέξετε στο όνομα Μου ιούς διαδόχους σας, πρώτον να μην εξαναγκάσετε κανέναν και δεύ­τερον να μη δεχθείτε κανέναν που από μακριά του φαίνεται ότι θέλει να αναλάβει το λειτούργημα σας για χάρη του εγκόσμιου συμφέρο­ντος.

Εσείς ασφαλώς θα τα προσέξετε αυτά. Ωστόσο αργότερα θα έρ­θουν παρ’ όλ’ αυτά πάρα πολλοί τέτοιοι άνθρωποι στις τάξεις σας, εί­τε από εξωτερικό καταναγκασμό είτε επειδή περιμένουν να βρουν με το αξίωμα αυτό καλή και χωρίς φροντίδες εξασφάλιση. Στ’ αλήθεια σας λέω: όλους τους διαδόχους σας που δεν θα έχουν προετοιμαστεί από Μένα, παρά μόνο από ανθρώπους, σε κάποιες εγκόσμιες σχο­λές, για να σας διαδεχθούν στο λειτούργημα σας, δεν θα τους κοιτά­ξω καν».

 

 Η ορθή διδασκαλία

 

Φυσικά, πολύ μεγάλη σημασία έχει το ορθό περιεχόμενο της δι­δασκαλίας:

«Αν θέλετε να μορφώσετε τους ανθρώπους στο όνομα Μου, τότε διδάξτε τους σε τι συνίσταται το βασίλειο του Θεού και τι πρέπει να κά­νει ένας άνθρωπος για να το αποκτήσει ήδη από αυτόν εδώ τον κό­σμο, ακόμη δε περισσότερο στον άλλο κόσμο. Αν εξαγνίσετε με τον τρόπο αυτόν τις καρδιές και τις ψυχές των ανθρώπων, τότε μπορείτε πια να τους εξηγήσετε επίσης τα σχετικά με το φυσικό βασίλειο, για να φέρετε το νου τους πίσω στην πρωταρχική αλήθεια και να καθαρίσετε την ψυχή τους από κάθε δεισιδαιμονία. Αυτό καθίσταται ακόμη πιο απα­ραίτητο για τον εξής λόγο: Ένας άνθρωπος που παρατηρεί υπό εσφαλ­μένο πρίσμα τα έργα τα δημιουργημένα από τον Θεό, δεν μπορεί πο­τέ να γνωρίσει σωστά τον Θεό, επομένως ούτε τον εαυτό του, πολύ λι­γότερο δε το συνάνθρωπο του. Όπου όμως δεν επιτυγχάνεται αυτή η γνώση, εκεί δεν θα επιτυγχάνεται ούτε η απαπούμενη αληθινή αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον.

Ο άνθρωπος μπορεί να δει τον Θεό μόνο με την πνευματική όρα­ση, μέσω της γνώσης των δημιουργημάτων και της γεμάτης αγάπη και σοφία τάξης Του, ύστερα δε να Τον αγαπήσει πάνω απ’ όλα. Όποιος πάλι αγαπάει τον Θεό πάνω απ’ όλα, αυτός γνωρίζει μέσα από την αγάπη αυτή τον εαυτό του και τον πλησίον. Έτσι, θ’ αγαπάει και θα σέ­βεται στο πρόσωπο τους την εικόνα του Θεού, όπως και στον ίδιο του τον εαυτό. Για το λόγο αυτό, είναι σωστό να εργάζεται κανείς με φρο­ντίδα, στοχεύοντας να εξαλειφθεί από τους ανθρώπους κάθε δεισιδαι­μονία. Όσο την ανθρώπινη ψυχή βαραίνει έστω και μια σπίθα λανθα­σμένης πίστης, ο άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος, μπορεί δε από τη σπίθα αυτή να πέσει σε πολλά και μεγάλα σφάλματα.

Μόνον η απόλυτα καθαρή αλήθεια μπορεί να κάνει τον άνθρωπο απόλυτα ελεύθερο και εντελώς ευτυχισμένο τόσο εδώ, όσο και στο επέκεινα.

Όμως να θυμάστε επίσης ότι είναι πάντα πιο εύκολο να δώσετε στον άνθρωπο μία πληροφορία για κάτι στην περιοχή της γνώσης του, παρά να εμπνεύσετε στην ψυχή του σταθερή και χωρίς αμφιβολία πί­στη. Γι’ αυτό, πρέπει να δίνετε πολύ μεγαλύτερη προσοχή στη θεμελί­ωση της ζωντανής πίστης από ό,τι στην καθαρή γνώση. Γιατί η ζωή δεν βρίσκεται μόνο στη γνώση αλλά στην καθαρή και ζωντανή, χάρη στα έργα αγάπης, πίστη! Η γνώση, όσο καθαρή κι αν είναι, δεν απο­τελεί παρά αντανάκλαση των πραγμάτων και της τάξης τους σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, που είναι παροδικός όπως κι όλα τα πράγματα μέσα, πάνω και από πάνω του. Αλλά τα δεδομένα της πίστης είναι ένα αλη­θινό, αιώνιο φως από τους ουρανούς και ζωντανό κτήμα της ψυχής. Βέβαια, δεν θέλω να πω μ’ αυτά ότι πρέπει να παραμελείτε στους αν­θρώπους αυτό που αποκαλούμε καθαρή γνώση για χάρη της ζωντα­νής πίστης. Γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί να πιστέψει κάτι πριν να λά­βει γι’ αυτό μία καλή πληροφόρηση ή γνώση. Όταν ο άνθρωπος έχει αποκτήσει για ένα καλό και αληθινό ζήτημα καθαρή και υπεύθυνη πλη­ροφόρηση και πλήρως ελεγμένη γνώση, δεν πρέπει κατόπιν ν’ αρκε­σθεί στη γνώση, παρά να την προσλάβει με ζωντανή πίστη και να πράττει σύμφωνα με τις γνώσεις που απέκτησε. Αν το κάνει αυτό, τότε η καθαρή γνώση θα του παράσχει επίσης ζωντανή και διαρκή ωφέλεια.»

 

 Η τυφλή πίστη σε αυθεντίες

 Με την αληθινή πίστη, ο άνθρωπος μεταβάλλεται από τα βάθη της καρδιάς του, εγκαταλείποντας τον εγωισμό και φθάνοντας στην αγά­πη για τον Θεό και το συνάνθρωπο. Αυτό επιτυγχάνεται με γνώσεις που τον πείθουν και με την απόλυτα ελεύθερη βούληση κι απόφαση του. Είναι, συνεπώς, φανερό ότι μία τυφλή πίστη σε κάποια εξουσία ή μία πίστη που είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού δεν μπορεί να ωφε­λήσει καμία ψυχή αντίθετα μάλιστα, την κάνει σε καταστροφικό βαθ­μό ανελεύθερη και εξαρτημένη.

Γι’ αυτό, ο Ιησούς προειδοποιεί μέσα από τα γραπτά ταυ Λόρμπερ: «Να μην απαιτείτε από κανέναν τυφλή πίστη, παρά να φανερώ­νετε σε όλους τις αιτίες! Κι αν τυχόν δεν είναι ικανός να τις συλλάβει νοητικά, τότε μη φοβηθείτε κανέναν κόπο να τον οδηγήσετε σκαλί-σκαλί στην πίστη, με αγάπη και υπομονή, μέχρι που να αποκτήσει την ικα­νότητα να καταλάβει εκ θεμελίων τις καλές διδασκαλίες σας. Κανείς δεν πρέπει να είναι μαθητής σας στο όνομα Μου με σκοτισμένο το μυαλό. Σας δίνω φως και ζωή, γι’ αυτό εσείς δεν πρέπει να είσαστε απόστο­λοι του σκότους και του θανάτου.

Όποιος ψάχνει, πρέπει να βρίσκει! Όποιος παρακαλεί και ρωτάει, σ’ αυτόν πρέπει να δίνεται η ορθή απάντηση! Κι όποιος χτυπάει μία κλειστή πόρτα, πρέπει αυτή να του ανοίγεται διάπλατα!»

 

 Οδηγίες για σωστή πνευματική δράση

Επίσης, ο Χριστός απορρίπτει με έμφαση κάθε καταναγκασμό κα­τά τη διάδοση της πίστης.

«Κάθε εσωτερικός, πνευματικός καταναγκασμός είναι μία κατα­δίκη. Αυτά που ο άνθρωπος δεν δέχεται και δεν κάνει με ελεύθερη βούληση και μέσα από απόλυτη πεποίθηση, δεν του φέρνουν τη ζωή αλλά μονάχα το θάνατο. Αν θέλουμε ο άνθρωπος να γίνει καλός και γεμάτος από αληθινή πνευματική ζωή, τότε αυτός δεν πρέπει να εξα­ναγκαστεί από τίποτ’ άλλο εκτός από τη δική του, απόλυτα ελεύθερη και σταθερή βούληση. Ούτε νόμος, ούτε έπαινος ή τιμωρία πρέπει να καθορίζουν αυτό που κάνει, αλλά μόνο η εσωτερική του πεποίθηση, η καθαρή του γνώση κι η ελεύθερη του βούληση, που πρέπει να πη­γάζει από την καθαρή αγάπη για τον Θεό και για κάθε τι το καλό και αληθινό. Σας το λέω ως τη φωτεινότερη αλήθεια: Θα μπορούσα πά­ρα πολύ εύκολα να έχω κατέβει στη γη με την πιο θεώρατη ανθρώ­πινη μορφή, συνοδευόμενος από αναρίθμητες στρατιές αγγέλων, με φωτιές, κεραυνούς, βροντές και καταιγίδες, ανακοινώνοντας σας το λόγο του ελέους με βροντερή φωνή, που θα καταθρυμμάτιζε τα βου­νά. Τότε, ασφαλώς δεν θα υπήρχε ούτε ένας ανάμεσα σας που θα εί­χε μέσα του την παραμικρή αμφιβολία. Γιατί ο ύψιστος τρόμος και ο πιο δυνατός φόβος θα τον είχαν παραλύσει στη στιγμή τόσο, που δεν θα ήταν ικανός να κάνει την παραμικρή, απλή σκέψη.

Όμως θα είχε ωφελήσει αυτό κανέναν στην εσωτερική του, αληθι­νή απελευθέρωση; Καθόλου, βέβαια! Αυτό θα ήταν μία καταδίκη για κάθε ανθρώπινη ψυχή, και τέτοια φυλάκιση για όλες τις ψυχές, που θα έκανε πέτρα τις ανθρώπινες καρδιές.

Βλέπετε, γι’ αυτό ήρθα στον κόσμο μέσα στην αφάνεια και την τα­πεινότητα, όπως άλλωστε είχα εξαγγείλει δια στόματος των Προφη­τών, για να μη γίνει δέσμια η καρδιά κανενός ανθρώπου και για να μπορέσετε όλοι να Με γνωρίσετε αγαπώντας Με χάρη στην ευλογημένη ισχύ της αλήθειας των λόγων και των διδασκαλιών Μου, ύστερα δε να ρυθμίσετε τελείως ελεύθερα το πώςθέλετε να ζήσετε.»

«Το βασίλειο Μου, που τώρα θεμελιώνω πάνω σ’ αυτήν τη γη, εί­ναι βασίλειο ειρήνης, όχι διχόνοιας, καταδίωξης και πολέμων. Γι’ αυ­τό, πρέπει να το διαδώσετε με ειρήνη στους ανθρώπους, χωρίς να χρη­σιμοποιήσετε βία! Αν, όμως, αυτή Μου η διδασκαλία εξαπλωθεί κά­ποια μέρα με τη βία στους λαούς, τότε σύντομα η κατάσταση πάνω σ’ αυτήν τη γη θα γίνει άθλια. Θα ρέουν ποταμοί αίματος, όλες οι θάλασ­σες θα πάρουν ένα χρώμα πένθους. Γι’ αυτό, να είσαστε όλοι ειρηνι­κοί εργάτες στο όνομά Μου, αποφεύγοντας τις συγκρούσεις και τις έρι­δες. Η δράση σας πρέπει να πηγάζει από την αγάπη για Μένα, που έχετε στην καρδιά σας, γιατί μέσα στην αγάπη είναι κρυμμένη η μεγα­λύτερη δύναμη και εξουσία!»

Εφόσον μια φύση δύσθυμη, που συχνά πηγάζει από κρυφή πνευ­ματική υπεροψία, δεν μπορεί να κερδίσει κανέναν άνθρωπο, ούτε ται­ριάζει, άλλωστε, με την ευδαιμονία της αγάπης, οι αγγελιοφόροι του Ι­ησού συχνά παρακινούνται να κηρύσσουν τη «χαρούμενη εξαγγελία» τους με έκφραση και τρόπους γεμάτους χαρά, που κατακτούν τους αν­θρώπους.

Επίσης, δεν είναι σύμφωνη με το πνεύμα του Χριστού η μικρο­πρέπεια και η μικροψυχία στα εξωτερικά πράγματα της ζωής, ειδικά δε απέναντι στις συνήθειες ζωής που είχαν αποκτήσει από παλιά άλλοι άνθρωποι και λαοί.

Οι σωματικές και ψυχικές ανάγκες των ανθρώπων διαφέρουν πά­ρα πολύ, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία και το βαθμό ωριμότητας τους, έτσι ώστε δεν μπορεί να εφαρμοστεί ένας κανόνας για όλους. Έτσι, ο Χριστός λέει στο “Μεγάλο Ευαγγέλιο” σε μερικούς Ιουδαίους που αγα­νακτούν για τις συνήθειες κάποιων πλούσιων Ρωμαίων: «Όποιος κάνει τόσο πολλά για τους φτωχούς, από αγάπη για τον Θεό και τους αν­θρώπους, όπως αυτοί οι Ρωμαίοι, έχει επίσης το δικαίωμα, εφόσον διαθέτει την απαραίτητη γι’ αυτό περιουσία, να φροντίζει το σώμα του συμφωνάμε τον τρόπο που έχει συνηθίσει από παιδί. Γιατί αυτό τους έχει γίνει τόσο φυσική ανάγκη, όσο σ’ εσάς το καθαρό, φρέσκο νερό. Εγώ όμως δεν δίνω σημασία στο αν και με τι κάποιος καθαρίζει και αναζωογονεί το δέρμα του, παρά μόνο στο αν παρουσιάζεται μπρο­στά Μου με καθαρή και αγνή καρδιά.

Συνεπώς πρέπει, όταν κηρύσσετε στους λαούς το Ευαγγέλιο Μου, να τους αφήνετε να διατηρήσουν τις συνήθειες που είχαν ως προς τη φροντίδα για το σώμα τους. Γιατί είναι για τον καθένα αρκετά να πι­στεύει σε Μένα και στο όνομά Μου και να ζει σύμφωνα με τη διδασκα­λία Μου. Όμως το σώμα του πρέπει να το θρέφει και να το φροντίζει όπως έχει συνηθίσει από παιδί, ώστε να μπορεί να μείνει με το δικό του τρόπο εύρωστος και υγιής.

Επίσης, πρέπει να τρώτε και να πίνετε ό, τι σας προσφέρεται κάθε φορά στο τραπέζι, χωρίς να δημιουργείτε εντυπώσεις με την υλική, εξωτερική πλευρά του Ιουδαϊσμού, που δεν έχει για Μένα καμία αξία. Αντίθετα, να πράττετε σύμφωνα με το πνεύμα του αληθινού, εσωτε­ρικού Ιουδαϊσμού, ώστε να είσαστε αληθινοί μαθητές Μου. Τότε Εγώ θα είμαι ευχαριστημένος μαζί σας και θα παραμείνω μαζί σας εν πνεύματι.»

Όποιος θέλει να σημειώσει επιτυχίες στη διαφώτιση και τη διδα­σκαλία των ανθρώπων, πρέπει πάντα να ενεργεί έξυπνα και προσε­κτικά, αφού η ανθρώπινη ψυχή, ειδικά μάλιστα η ασθενική ή άρρω­στη, είναι ένα ευαίσθητο πλάσμα, που μπορεί εύκολα να διαταραχθεί ή να ενοχληθεί από μία αδέξια προσέγγιση.

«Όταν διδάσκετε κάποιον,» λέει ο Χριστός στους μαθητές του στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» με αφορμή τη μεταστροφή ενός μάγου, «δεν πρέπει να τον προσεγγίζετε πολύ απότομα και απόλυτα, παρά πρέπει πρώτα να διερευνάτε καλά τον άνθρωπο αυτό για να βρείτε από ποια πλευρά είναι προσπελάσιμος. Γιατί αν τον προσεγγίσετε από μία δυσπρόσιτη πλευρά, τότε απλά κάνατε το έργο σας δυσκολότερο, θα κουραστείτε δε έπειτα πολύ για να φέρετε τον άνθρωπο αυτό στο σωστό δρόμο. Γι’ αυτό σας λέω και σας ξαναλέω: να είσαστε έξυπνοι σαν το φίδι και πράοι σαν το περιστέρι!

Δεν γνωρίζετε πόση δύναμη ασκεί στην ψυχή ενός ανθρώπου η λανθασμένη θεμελίωση των πεποιθήσεων του. Μόλις μάθετε ποια είναι αυτή, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να τον πλησιάσετε από εκεί­νη την καλύτερα οχυρωμένη πλευρά του, παρά μόνον από κείνη που είναι πιο αδύναμη και που εύκολα μπορείτε να την ανακαλύψετε. Αν ξεπεράσετε εκεί τα εμπόδια, τότε δεν θα είναι πια πολύ δύσκολο να κυ­ριεύσετε και την ισχυρή πλευρά του. Πρέπει να συμπεριφέρεστε σαν ένας εξαιρετικά επιδέξιος γιατρός, που αναγνώρισε με επιτυχία την ασθένεια ενός ανθρώπου και την εντόπιση της.

Τι κάνει; Κοιτάξτε! Εκεί όπου εντοπίζεται η ασθένεια δεν κάνει τί­ποτα, συχνά μάλιστα δεν μπορεί καν να κάνει τίποτα. Δίνει όμως στον άρρωστο τέτοια αγωγή, ώστε να οδηγηθεί η ασθένεια στα υγιή μέρη του σώματος και από κει να αποβληθεί με τον ιδρώτα ή από το πεπτικό σύστημα, κι ο άρρωστος θεραπεύεται. Όπου η ασθένεια είναι ένας εχθρός καλά εδραιωμένος, δεν μπορεί κανείς να την αντιμετωπίσει κατ’ ευθείαν, παρά πρέπει να τη διασπάσει με τη σωστή αγωγή, οπότε τη νικά εύκολα. Ακούστε κι αυτό: Ο άνθρωπος αυτός-που τώρα δεν είναι εδώ, γι’ αυτό λοιπόν μπορώ να σας μιλήσω εντελώς ελεύθερα-είναι ως προς την ισχυρότερη πλευρά της θεμελίωσης του ένας μάγος. Πι­στεύει σε κάποια ξόρκια, φυλαχτά, αλοιφές στις φάσεις της σελήνης, στον ήλιο, τα σύννεφα, τον αέρα και το πέταγμα των πουλιών, κι ακό­μη σε χιλιάδες άλλα πράγματα, έτσι ώστε θα αντιπαθούσε φοβερά όποιον του αντιτίθετο αμέσως με απότομο τρόπο. Ασφαλώς, κατόπιν θα ερχόταν ελάχιστα σ’ επαφή με τον άνθρωπο αυτόν, γιατί θα τον θε­ωρούσε πολύ κουτό και ανάξιο της δικής του σοφίας.

Κατά τ’ άλλα, όμως, είναι ένας καλός, έντιμος και πιστός άνθρωπος και χαίρεται να μαθαίνει από κάποιον κάτι νέο και ιδιαίτερο. Δείτε λοιπόν, αυτή είναι η αδύνατη πλευρά του! Από κει πρέπει κανείς να τον προσεγγίσει, να του παρουσιάσει τα πράγματα στην αληθινή, φυ­σική τους κατάσταση, να του τα εξηγήσει. Τότε εκείνος θ’ αρχίσει να αποβάλει από μέσα του κρυφά το μάγο, γιατί θα καταλαβαίνει όλο και πε­ρισσότερο ότι όλη αυτή η μαγεία είναι θεμελιωμένη σε σαθρό έδαφος.

Για τον ίδιο λόγο είναι καλό ν’ αφήνει κανείς αρχικά τους ανθρώ­πους, που θέλει να τους φέρει στην αλήθεια, να εκφράσουν πλήρως και εκ βάθρων τις απόψεις τους. Αν αυτό το κάνουν ξοδεύοντας όλη τους την ενέργεια, τότε δεν έχουν πια άλλη δύναμη κι αρχίζουν να ακούν προσεκτικά τον αντίπαλο τους, να υπεισέρχονται στις ανώτερες σοφίες του. Έτσι απορρίπτουν από μόνοι τους τις λανθασμένες θεμε­λιώσεις τους, και τότε τους έχεις κερδίσει.»

«Όποιος δεν είναι ικανός να κλαίει με όσους κλαίνε, να γελάει με όσους γελούν, να είναι εύθυμος με τους εύθυμους και σοβαρός με τους σοβαρούς, αυτός δεν είναι ακόμη αρκετά επιδέξιος για τη διάδοση της βασιλείας Μου πάνω στη γη.»

Ιδιαίτερη προσοχή απαιτεί η αντιμετώπιση των ανθρώπων που είναι υπερβολικά προσκολλημένοι στον υλικό κόσμο και τα θέλγητρα του.

Γι’ αυτούς, ο Ιησούς συμβουλεύει τους μαθητές του: «Σας επαινώ για το ζήλο σας, όμως μην ξεχνάτε το εξής: Πάντοτε υπάρχει μεγαλύ­τερη δύναμη στην εξυπνάδα του ανθρώπινου πνεύματος και όχι στη βία. Εκεί δε όπου η σοβαρότητα από μόνη της δεν μπορεί να επιτύχει παρά λίγα ή τίποτα, εκεί η αγάπη με την υπομονή και την ηπιότητά της μπορεί να κάνει θαύματα. Η απόλυτη σοβαρότητα και το θάρρος της πρέπει να κυριαρχεί εσάς και τις καρδιές σας. Όμως, το όπλο σας απέ­ναντι στους ανθρώπους πρέπει πάντοτε να είναι η αγάπη, η ηπιότητα και η υπομονή. Ακολουθώντας το δρόμο αυτό, που κι Εγώ ακολουθώ, θα επιτύχετε περισσότερα απ’ ό,τι με τον καθαρό, ένθερμο ζήλο και την αδαμάντινη σοβαρότητα.

Φυσικά, δεν πρέπει να φοβάστε τους ανθρώπους των εγκόσμιων, που μπορούν βέβαια από κακία να σκοτώσουν το σώμα σας, τίποτα όμως δεν μπορούν να κάνουν στην ψυχή σας. Ο μόνος που πρέπει να φοβάστε είναι εκείνος που πραγματικά είναι από την αιωνιότητα, ο κύριος της ζωής και του θανάτου! Όμως, όσες φορές διαπιστώνετε ότι δεν μπορείτε να επιτύχετε τίποτα με την αγάπη και την ορθή σοφία, επειδή έχετε να κάνετε με πολύ σκοτισμένους ανθρώπους, γυρίστε τους την πλάτη και φύγετε. Ασφαλώς θα βρείτε αλλού ανθρώπους με τους οποίους θα έχετε επιτυχία στο όνομα Μου!

Πρέπει να ομολογείτε την πίστη σας σε Μένα μπροστά σε όλους τους ανθρώπους, όπως κι Εγώ σας αναγνωρίζω μπροστά στον Πατέ­ρα, αλλά δεν πρέπει να προσπαθείτε να Με επιβάλετε στους σκοτει­νιασμένους εγκόσμιους ανθρώπους, ούτε και να ρίχνετε σ’ αυτούς εγκόσμιους χοίρους, τα μαργαριτάρια Μου. Γιατί σας λέω ότι ο Λόγος Μου είναι καλό λίπασμα ζωής μόνο για το σιτάρι, η δε διδασκαλία Μου είναι το σωστό λίπασμα μόνο για τα αγνά αμπέλια του αμπελώνα Μου. Όμως, για τα ζιζάνια της γης δεν έχω λίπασμα ζωής. Γιατί αυτά υπάρ­χουν μόνο για να καταπατηθούν και να καούν, έτσι ώστε η τέφρα τους να γίνει λίπασμα στο έδαφος της γης.

Όποιος βρίσκεται σ’ αυτήν τη γη με σκοπό να ζήσει, θ’ αφυπνιστεί από το Λόγο Μου. Όποιος, όμως, εδώ με δική του θέληση και εξαιτίας της ισχυρογνωμοσύνης του στοχεύει στο θάνατο, αυτός πρέπει και να περάσει στο Θάνατο. Όποιος θέλει ν’ αναστηθεί από τον τάφο της ύλης του, ας αναστηθεί! Αλλά όποιος θέλει να πέσει, ας πέσει! Το να κηρύσ­σει κανείς το Ευαγγέλιο στους διαβόλους σημαίνει να ρίχνει λάδι στη φωτιά! Γι’ αυτό εσείς πρέπει πάντοτε να είστε βέβαια έξυπνοι όπως τον φίδι, παρ’ όλ’ αυτά όμως και πράοι σαν το περιστέρι. Έτσι θα γίνετε δρα­στήριοι εργάτες στον αμπελώνα Μου!»

Πολύ αξιοπρόσεκτο είναι επίσης αυτό που ο Χριστός είπε στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» για τη σωστή αντιμετώπιση των τυφλωμένων – ηγετών τυφλών οπαδών και για άλλα πρόσωπα που, όπως οι Ναΐτες στον καιρό του Ιησού, είχαν αποκτήσει λανθασμένες απόψεις από τα αξιώματα, την ισχύ ή την επαγγελματική τους θέση. Συχνά, ανάμεσα τους βρίσκει κανείς τους πιο επίμονους και κακούς αντιπάλους του αληθινού ουρανίου φωτός:

«Για έναν φωτισμένο δεν είναι δύσκολο να γίνει οδηγός ενός τυ­φλού που έχει ανάγκη και θέλει το φως. Τα πράγματα όμως γίνονται δύσκολα, όταν ο τυφλός διαπνέεται από την παρανοϊκή ιδέα ότι βλέ­πει ο ίδιος. Τέτοιοι τυφλοί είναι οι Φαρισαίοι μας και οι νομοδιδάσκαλοί μας. Ακόμη, δεν αποτελούν εξαίρεση οι ιερείς των ειδωλολατρών. Τι πρέπει άραγε να κάνει κανείς με αυτούς αυτούς; Θα σας το δείξει ένα σύντομο παράδειγμα.»

Τότε, ο Χριστός περιγράφει πώς ενεργεί ένας έξυπνος στρατηγός εναντίον ενός κακού, ισχυρού γειτονικού ηγεμόνα, που έχει οχυρωθεί μαζί με πλήθος πολεμιστών σε απόρθητο φρούριο. Ο στρατηγός δεν ασχολείται με τον ηγεμόνα και το άπαρτο φρούριο του, παρά αντί γι’ αυτό, εισδύει στα πεδινά, παίρνει εύκολα με το μέρος του τους δυσαρεστημένους κατοίκους, τους προσφέρει φως και σοφούς νόμους, νι­κώντας έτσι τον άλλοτε ισχυρό αντίπαλο χωρίς πολεμική ενέργεια. «Λοιπόν», λέει ο Ιησούς, «έτσι πρέπει να κάνετε κι εσείς για να εξα­πλώσετε με έξυπνο τρόπο τη διδασκαλία Μου! Αφήστε τους ναούς και τους πολλούς οίκους των ιερέων και εργασθείτε μόνο με το λαό! Όταν πια ο λαός θα είναι με το μέρος σας, τότε οι παλιοί ειδωλολατρικοί να­οί θα χάσουν πολύ γρήγορα από μόνοι τους κάθε αξία και θα γκρεμι­στούν, οι δε υπηρέτες τους θα έλθουν μαζί σας από δική τους πρωτο­βουλία ωθούμενοι από την ανάγκη, θα αποδεχθούν τη νέα διδασκα­λία και θ’ αρχίσουν να δρουν σε συμφωνία μ’ αυτήν.»

Στους επίμονους αυτούς τυράννους του πνεύματος ανήκουν επί­σης πολλοί σοφοί των εγκόσμιων, περήφανοι και με μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους.

Όπως δείχνει η εμπειρία, αυτούς επίσης δεν μπορεί κανείς να τους πλησιάσει σχεδόν καθόλου με το ουράνιο φως της προφητείας. Η υπε­ρηφάνεια τους δεν τους αφήνει να παραδεχτούν ότι π.χ. με τη χάρη και την έμπνευση από τον Θεό ήρθαν σ’ έναν ταπεινό, πιστό άνθρω­πο όπως τον Λόρμπερ οι μεγαλύτερες γνώσεις, και μάλιστα στις διά­φορες επιστήμες, γνώσεις για τις οποίες οι ίδιοι μαζί με πολλούς συναφέλφους τους αγωνίζονται με κόπο πολλές δεκαετίες ή και ολόκλη­ρη τη ζωή τους. Γι’ αυτόν το λόγο, οι μεγάλες αποκαλύψεις του Λόρ­μπερ γιο τα σοβαρότερα επιστημονικά ζητήματα σχετικά με τη φύση, το σύμπαν, την ψυχή και τη ζωή ακόμη και σήμερα παραβλέπονται ή περιφρονούνται από τον επιστημονικό κόσμο, μολονότι οι ερευνητές Θα μπορούσαν να πάρουν από τα έργα του Λόρμπερ θαυμαστές από­ψεις και κίνητρα.

Γενικά, ο πρόθυμος μαθητής του Ιησού δεν πρέπει να περιμένει μεγάλες επιτυχίες από την εργασία του στον αμπελώνα! Στη γη μας, που κυριαρχείται σε μεγάλο βαθμό από τις δυνάμεις του σκότους, η εξάπλωση του φωτός πάντα είναι ένα έργο που απαιτεί προσπάθεια και υπομονή.

«Κοιτάξτε», λέει ο Ιησούς σε κάποιους παρορμητικούς μαθητές, «σε πόσους ανθρώπους Εγώ ο ίδιος δίδαξα, στους αγρούς, στους δρόμους, στις πόλεις, σε σπίτια, στη θάλασσα, στα βουνά, στο Ναό και στην έρημο, ενώ για ν’ ανοίξω τα μάτια των τυφλών έδινα πάντοτε με­γάλα, ανήκουστα σημάδια.

Πηγαίνετε εκεί και ερευνήστε πόσο λίγοι απ’ όλους εκείνους που Με άκουσαν και Με είδαν έχουν μεταστραφεί!

Όπως, λοιπόν, είναι τώρα τα πράγματα, έτσι ήταν κι έτσι θα είναι και στη συνέχεια. Γιατί ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος ως προς τις προτιμήσεις, τη θέληση και το νου του. Κι αν ακόμη με το νου του συλ­λαμβάνει ολόκληρη την αλήθεια, όμως παρ’ όλ’ αυτά, τα πεινασμένα μάτια του βλέπουν και τον κόσμο με τα πολλά θέλγητρα του, που η καρδιά του δεν θέλει ν’ αποχωριστεί, γιατί τον ευχαριστούν σαρκικά περισσότερο από τα πνευματικά θέλγητρα, που δεν μπορούν να τα δουν τα υλικά μάτια του, ούτε να τα νιώσει η σάρκα του.

Επιπλέον, χαρακτηριστικό του ανθρώπου είναι η αδράνεια. Μπο­ρεί συχνά να διατυπώνει τη μία καλή πρόθεση μετά την άλλη. Όταν, όμως, πρόκειται να τις υλοποιήσει, τότε η διψασμένη γι’ απόλαυση σάρ­κα του αρχίζει να εναντιώνεται, τραβώντας συνάμα την ψυχή προς τα κάτω, προς το κέντρο βάρους της αδράνειας και της αισθησιακής ικανοποίησης».

Φυσικά αυτό το γεγονός δεν πρέπει να μας απελπίζει, γιατί ο Δημιουργός γνωρίζει για ποιο λόγο έκανε να υπερτερεί ελαφρά η ύλη στην ανθρώπινη ψυχή. Άλλωστε, από την άλλη μεριά χαρίζει τη διδασκαλία του και το Άγιο Πνεύμα από τους ουρανούς! Και ακριβώς αυ­τός ο αγώνας και η προσπάθεια στην πάλη ενάντια στο σκότος είναι που ασκεί, δυναμώνει και δίνει σταθερότητα στους ανθρώπους, κά­νοντας τους αληθινά, ελεύθερα και αυτόβουλα παιδιά του Θεού.

Οι δυσκολίες της εξάπλωσης του φωτός μάς πείθουν σε κάθε μας βήμα και για το εξής -κι αυτό είναι μεγάλη ευλογία: Ουσιαστικά ο άν­θρωπος, με όλη τη νοημοσύνη και τη δύναμη του, είναι ανίσχυρος. Μπορεί να κάνει τόσο λίγα από μόνος του για την ωρίμανση των κο­ντινών του, των φίλων, συζύγων, παιδιών κ.λπ., όσο μπορεί ένας καλ­λιεργητής από μόνος του να κάνει να ωριμάσει ένα μήλο πάνω στη μηλιά. Για να το πετύχει αυτό, ο καλλιεργητής μπορεί μόνο να δημιουρ­γήσει συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Όμως την ωρίμανση του καρπού πρέπει να την αναλάβει ο Δη­μιουργός ο ίδιος, με τον ήλιο και τη βροχή. Ύστερα πάλι, είναι δουλειά του καλλιεργητή να μαζέψει και να αποθηκεύσει το ώριμο πια φρού­το. Έτσι και ο άνθρωπος τελικά μπορεί μόνο λίγα να κάνει για να φω­τιστεί και να τελειωθεί μία άλλη ανθρώπινη ψυχή. Μπορεί μονάχα να οδηγήσει προς το φως εκείνη την ψυχή, που ο Ιησούς την έκανε να ωριμάσει με καθοδήγηση και μέσα από διάφορες εμπειρίες της ζωής.

Από αυτή την ταπεινή παραδοχή καταλαβαίνουμε πόσο σημαντι­κή είναι για το λειτούργημα του αγγελιοφόρου και του δασκάλου η πα­ράκληση, και μάλιστα ότι αυτή αποτελεί τη βασική προϋπόθεση της ευλογημένης εξάπλωσης του φωτός. Βλέπουμε ότι πριν από κάθε δι­κή μας προσπάθεια σε όλο όσα κάνουμε, πρέπει να ζητάμε ξανά και ξανά από τον κύριο του αμπελώνα, δημιουργό των ανθρώπων, την ευ­λογία και τη σοφή του καθοδήγηση.

«Χωρίς Εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα για τη σωτηρία των ψυχών!’» Αυτά τα λόγια βρίσκονται ως σοβαρή προειδοποίηση πάνω από κάθε φιλοδοξία καθοδηγητή. Και αφού κερδίσουμε μία νίκη, η ταπεινοφροσύνη ας μας κάνει να νιώσουμε στα βάθη της καρδιάς μας και να πούμε: Δεν το κατόρθωσα εγώ, Εκείνος έφερε το έργο σε πέρας!

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Βάλτερ Λουτς «Η Διδασκαλία του Χριστού» εκδ. Πύρινος Κόσμος.

 

11 a. Η ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Ο Γιάκομπ Λόρμπερ, που έγραψε το έργο αυτό, αναζήτησε ευσυνείδητα, γι’ αυτό και βρήκε αυτό που ζητούσε. Και επειδή κτύπησε στη σωστή πόρτα, η πόρτα άνοιξε γι’ αυτόν και μέσω αυτού, για οποιονδήποτε έχει μια καλή καρδιά και θέληση. Σ’ αυτούς όμως που δεν ζητούν με την καρδιά αλλά με την καθαρά εγκόσμια νόηση, που εξετάζουν και κρίνουν, που αντί να ζητούν το Όνομα του Αιώνιου Δότη κάθε καλής δωρεάς κτυπούν την πόρτα του σκληρού και νεκρού περι­βλήματος της ύλης, δεν θα δοθεί τίποτα και καμιά πόρτα δεν θα ανοιχθεί. Γιατί το Πνεύμα του Κυρίου ποτέ δεν φα­νερώνει τον Εαυτό Του στη νόηση των σοφών του κόσμου τούτου, αλλά με πολλή απλότητα στην αγνή καρδιά εκείνων που οι σοφοί του κόσμου θεωρούν και ονομάζουν ανόητους. Αλλά σύντομα, η νόηση των σοφών του κόσμου θα συντριβεί μπροστά στην απλότητα των ανόητων.ΥΠΟΣ.

Πρόλογος του Κυρίου

από τα «Δώρα του Ουρανού»

Ο νυκτερινός διάλογος του Ιησού με το Νικόδημο για την Πνευματική Αναγέννηση

Ας θυμηθούμε εδώ ορισμένα από την «Παιδική Ηλικία του Ιησού» Jug. 25-26: Ήταν ένα χειμωνιάτικο απόγευμα. Βγαίνο­ντας η Αγία Οικογένεια από το ναό μετά την τελετή της Περιτομής του Ιησού, δεν μπορούσε να βρει ούτε ένα σπίτι που να τους δεχτεί, μια και ήταν παραμονή Σαββάτου. Δεν μπο­ρούσε λοιπόν ο Ιωσήφ και οι δικοί του να βρουν διαμονή στην Ιερουσαλήμ. Τελικά, έρχεται κοντά τους κάποιος νεαρός Ισ­ραηλίτης από τους προύχοντες, λέγοντας: «Ελάτε μαζί μου. Θα σας νοικιάσω ένα κατάλυμα για μια νύκτα στην τιμή ενός νομίσματος ή ισότιμου ανταλλάγματος!»

Το πρωί λοιπόν, ενώ ο Ιωσήφ ετοιμαζόταν για αναχώρηση προς τη Βηθλεέμ, ήρθε ο νεαρός Ισραηλίτης να εισπράξει το νόμισμα. Μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο ένιωσε μεγάλο φό­βο και δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Ο Ιωσήφ του είπε: «Κοίταξε φίλε. Πάρε οτιδήποτε από μένα νομίζεις πως αξίζει το νόμισμα σου, γιατί δεν έχω λεφτά.» Ο Ισραηλίτης απάντη­σε φοβισμένα: «Ναζαρηνέ, τώρα σε έχω αναγνωρίσει! Είσαι ο Ιωσήφ ο ξυλουργός και είσαι ο ίδιος που πήρε από το Ναό με κλήρο πριν εννιά μήνες τη Μαρία, την Παρθένα του Κυρίου. Πώς έλεγες πως θα την προστατεύεις, αφού τώρα είναι μη­τέρα στα δεκαπέντε της χρόνια; Τι έχει συμβεί;» Ο Ιωσήφ απάντησε: «Τώρα σε έχω κι εγώ αναγνωρίσει. Είσαι ο Νικό­δημος, ο γιος του Βενιάμ από τη φυλή του Λεβί. Πώς τολμάς όμως να με ανακρίνεις για κάτι που δεν σε αφορά; Πήγαινε στο Ναό και το μεγάλο Συνέδριο θα σου δώσει μια αληθινή μαρτυρία για ολόκληρη την οικογένεια μου.»

Τα λόγια αυτά μπήκαν βαθιά στην καρδιά του Νικόδημου, και είπε: «Για τ’ όνομα του Θεού. Πες μου πώς έγινε και γέν­νησε αυτή η παρθένα; Έγινε με τρόπο φυσικό ή μήπως πρό­κειται για θαύμα;» Εδώ παρενέβη η μαμμή (που βοήθησε στη γέννηση του Ιησού) και είπε στο Νικόδημο: «Άνθρωπε. Πάρε το νόμισμα σου για το ενοίκιο αυτού του φτωχικού δωματίου και μη μας καθυστερείς άλλο άδικα. Σκέψου όμως ποιον ά­φησες να διανυκτερεύσει στο φτωχικό αυτό δωμάτιο, για ένα νόμισμα! Με την ιδιότητα μου, έχω το δικαίωμα να σου επιτρέψω να αγγίξεις το παιδί. Κάνε το, για να πέσει από τα μάτια σου το χοντρό πέπλο και να δεις Ποιος σε επισκέ­φθηκε!» Άγγιξε λοιπόν ο Νικόδημος το παιδί και αμέσως ά­νοιξε η εσωτερική του όραση για λίγο, ώστε να μπορέσει να δει τη Δόξα του Κυρίου. Και γονάτισε μπροστά στο παιδί προσευχόμενος, λέγοντας: «Πόσο Έλεος και πόση Ευσπλαχνία πρέπει να βρίσκεται μέσα Σου Κύριε, για να επισκέπτεσαι το λαό Σου! Τι πρέπει να γίνει τώρα όμως με μένα και ολόκληρη τη γενιά μου, που δεν αναγνώρισα τη Θεϊκή σου Δόξα;» Επέ­στρεψε λοιπόν το νόμισμα ο Νικόδημος και βγήκε έξω κλαί­γοντας. Αργότερα, στόλισε το δωμάτιο εκείνο με χρυσό και πολύτιμους λίθους.

Gr. Εν. I/Kap. 18 ff… Την προτελευταία νύκτα της παραμο­νής Μου στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, ήρθε κοντά Μου κά­ποιος Νικόδημος, ένας από τους προεστούς της Ιερουσα­λήμ. Ήταν Φαρισαίος, και σαν πλούσιος κάτοικος της Ιερου­σαλήμ, ήταν επίσης και η κεφαλή των Ιουδαίων στην πόλη.

Ιωάν. 3, 1&2: Κάποιος από τους Φαρισαίους που λεγόταν Νικόδημος, άρχοντας των Ιουδαίων, ήρθε στον Ιησού νύκτα και Του είπε: «Διδάσκαλε, ξέρουμε πως ο Θεός σε έστειλε να διδάξεις. Γιατί κανείς δεν μπορεί να κάνει αυτά τα θαύματα που κάνεις εσύ, αν ο Θεός δεν είναι μαζί του.»

Ήρθε λοιπόν ο Νικόδημος σε Μένα τη νύκτα και είπε: «Δι­δάσκαλε! Συγχώρα με που έρχομαι τόσο αργά μέσα στη νύ­κτα και σου ταράζω την ησυχία. Επειδή όμως άκουσα πως αύριο κιόλας θα φύγεις από την περιοχή μας, δεν μπορούσα να μην έρθω για να σου δώσω το σεβασμό που σου αξίζει. Γιατί τόσο εγώ, όσο και πολλοί άλλοι της Επιτροπής μας, γνωρίζουμε τώρα πως είσαι ένας αληθινός Προφήτης και Απεσταλμένος του Θεού! Γιατί κανείς δεν μπορεί να κάνει τα θαύματα που κάνεις εσύ, εκτός κι αν είναι ο ίδιος ο ΙΕΧΩΒΑ μέσα του. Αφού λοιπόν είναι φανερό πως είσαι προφήτης και βλέπεις πόσο άσχημη είναι η κατάσταση, αλλά παρ’ όλα αυτά οι προφήτες πριν από σένα μας υποσχέθηκαν τη Βασι­λεία του Θεού, πες μου: πότε θα ‘ρθει, και αν θα έρθει, πώς πρέπει να είναι κανείς για να μπορεί να την αποκτήσει;»

Στ. 3: Ο Ιησούς του είπε: «Σε βεβαιώνω πως αν δεν γεννη­θεί κανείς ξανά, δεν θα δει τη Βασιλεία του Θεού.»

Στην ερώτηση του Νικόδημου απάντησα με συντομία, όπως ακριβώς αναφέρεται στο στ. 3, δηλαδή: «Σε βεβαιώνω πως αν δεν γεννηθεί κανείς ξανά, δεν θα δει τη Βασιλεία του Θεού.» Που σημαίνει: «Αν δεν ξυπνήσεις το Πνεύμα σου με τον τρό­πο ζωής που σας έδειξα με τη Διδασκαλία και τα έργα Μου, δεν θα μπορέσεις ποτέ να αναγνωρίσεις τη Θεϊκή Ζωή του Λόγου Μου, πόσο μάλλον να μπορέσεις να διεισδύσεις μέ­σα στα βάθη της Ζωής Του (Λόγου)!»

Το ότι ο Νικόδημος δεν κατάλαβε τα λόγια Μου, πως δη­λαδή δεν μπορεί κανείς να καταλάβει τη Θεϊκή Ζωή του Λό­γου Μου, αν δεν έχει αφυπνισμένο Πνεύμα, φαίνεται καθαρά από το επόμενο εδάφιο.

Στ. 4: Τον ρώτησε ο Νικόδημος: «Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος ηλικιωμένος να γεννηθεί ξανά; Μήπως μπορεί να μπει στην κοιλιά της μάνας του και να γεννηθεί για άλλη μια φορά;»

Αναστατωμένος ο Νικόδημος από τα λόγια Μου, ρωτά: «Μα αγαπητέ Διδάσκαλε, τι είναι αυτά τα παράξενα πράγματα που ακούγονται στα αυτιά μου; Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να ξαναγεννηθεί; Είναι δυνατόν ένας άνθρωπος μεγάλος, γέ­ρος, άκαμπτος, να περάσει ξανά από τη μικρή έξοδο του σώματος της μητέρας του και να γεννηθεί για δεύτερη φορά; Κοίταξε, αγαπημένε μου Διδάσκαλε, αυτό είναι κάτι το αδύ­νατο! Ή λοιπόν δεν ξέρεις τίποτε για το ερχόμενο Βασίλειο του Θεού ή πραγματικά γνωρίζεις, αλλά δεν θέλεις να μου πεις από φόβο μήπως σε συλλάβω και σε ρίξω στη φυλα­κή… Είσαι ένας μεγάλος ευεργέτης της φτωχής ανθρωπότη­τας και έχεις θεραπεύσει σχεδόν όλους τους αρρώστους της Ιερουσαλήμ με τρόπο θαυμάσιο, με τη Δύναμη του Κυρίου που βρίσκεται μέσα σου. Πώς είναι δυνατόν λοιπόν να μπο­ρώ εγώ να σε βλάψω;

Πίστεψε με όμως αγαπημένε μου Διδάσκαλε, για μένα είναι πολύ σοβαρό θέμα η Βασιλεία του Θεού. Γι’ αυτό, αν ξέρεις κάτι πιο συγκεκριμένο, πες μου το με τρόπο που να μπορώ και ’γω να καταλάβω! Δώσε το Ουράνιο νόημα με λόγια Ου­ράνια και το γήινο με λόγια γήινα, αλλά και με εικόνες κατα­νοητές. Γιατί αλλιώς, η Διδασκαλία σου θα μου είναι λιγότερο χρήσιμη και από την αρχαία Αιγυπτιακή γραφή (ιερογλυφικά), που ούτε να τη διαβάσω, αλλά ούτε και να την καταλάβω μπο­ρώ. Από τους υπολογισμούς μου ξέρω με ακρίβεια πως η Βασιλεία του Θεού πρέπει να έχει ήδη έρθει. Δεν ξέρω ό­μως ακόμα, πού και πώς μπορεί να εισέλθει κανείς και να γίνει αποδεκτός σ’ Αυτή. Θα ήθελα να μου δώσεις μια καθα­ρή και κατανοητή απάντηση.»

Στ. 5: Ο Ιησούς του απάντησε: «Σε βεβαιώνω, αν κανείς δεν γεννηθεί από το νερό κι από το Πνεύμα, δεν μπορεί να μπει στη Βασιλεία του Θεού.»

Στις επίμονες ερωτήσεις του Νικόδημου, έδωσα ακριβώς την απάντηση που δίδεται στον πιο πάνω στ. 5. Εδώ όμως γίνεται πιο συγκεκριμένη η απάντηση στο ερώτημα: από τι πρέπει να ξαναγεννηθεί κάποιος για να μπει στη Βασιλεία του Θεού, δηλαδή, από το νερό και από το Πνεύμα, που ση­μαίνει:

Η Ψυχή πρέπει να καθαριστεί με το νερό της Ταπείνωσης και της Αυταπάρνησης και μετά από το Πνεύμα της Αλήθειας. (Το νερό είναι το αρχαιότερο σύμβολο της ταπείνωσης. Επιτρέπει να το χρησιμοποιείς όπως θέλεις, είναι πάντα έτοιμο να εξυπηρετήσει και αποφεύγει τα ύψη της γης, γυρεύοντας πάντα τα πιο χαμηλά της σημεία). Γιατί μια ακάθαρτη Ψυχή ποτέ δεν μπορεί να συλλάβει την Αλήθεια, αφού η ίδια είναι όπως τη νύκτα σε αντίθεση με την Αλήθεια, που είναι ένας Ήλιος λαμπρός που γύρω του χαρίζει το Φως της ημέρας.

Όποιος λοιπόν δεχτεί και αναγνωρίσει την Αλήθεια, αφού έχει ήδη καθαρίσει την Ψυχή του με την Ταπείνωση, ελευθε­ρώνεται στο Πνεύμα του από την ίδια την Αλήθεια. Και αυτή η ελευθερία του Πνεύματος του, η είσοδος δηλαδή του Πνεύ­ματος μέσα σε τέτοια Ελευθερία, είναι η πραγματική είσοδος στη Βασιλεία του Θεού.

Δεν έδωσα φυσικά μια τέτοια απάντηση στο Νικόδημο, για­τί μέσα στη σφαίρα της γνώσης του θα καταλάβαινε ακόμα λιγότερα. Γι’ αυτό και Με ρώτησε ξανά, τι σημαίνουν όλα αυ­τά.

Στ. 6: «Ό,τι γεννιέται από τη σάρκα, είναι σάρκα και ό,τι γεννιέται από το Πνεύμα, είναι Πνεύμα·»

Του απάντησα όπως αναφέρεται πιο πάνω: «Ας μη σε εκ­πλήττει που σου μιλώ με τον τρόπο αυτό! Γιατί αυτό που προ­έρχεται από τη σάρκα είναι σάρκα, είναι δηλαδή νεκρή ύλη ή το εξωτερικό περίβλημα της Ζωής. Αυτό όμως που προέρχε­ται από το Πνεύμα είναι Πνεύμα, είναι η Αιώνια Ζωή και η ίδια η Αλήθεια!»

Ο Νικόδημος δεν μπόρεσε ακόμα να καταλάβει. Σήκωνε τους ώμους και παραξενευόταν, όχι τόσο για την ίδια την υπόθεση, όσο για το ότι ο ίδιος, σαν ένας σοφότατος Φαρισαίος και γνώστης των Γραφών, δεν ήταν σε θέση να κατα­λάβει το νόημα των όσων άκουσε. Γιατί είχε πολύ μεγάλη ιδέα για τη σοφία του, για την οποία τον είχαν ονομάσει ανώ­τατο των Ιουδαίων.

Γι’ αυτό θαύμαζε πολύ το γεγονός, πως αναγνώριζε στο πρόσωπο Μου εντελώς απροσδόκητα έναν πραγματικό δά­σκαλο που του πρόσφερε παράξενες προκλήσεις Σοφίας. Μην μπορώντας λοιπόν να ανταπεξέλθει, Με ρώτησε ξανά:

«Πώς μπορώ να το πάρω πάλι αυτό που Μου είπες; Μπορεί άραγε ένα Πνεύμα να συλλάβει και να γεννήσει ένα άλλο Πνεύμα, όμοιο του;»

Στ. 7: Μην απορείς που σου είπα: «Πρέπει να γεννηθείτε ξανά».

Είπα στο Νικόδημο: «Σου έχω ήδη πει να μην παραξενεύ­εσαι τόσο όταν σου λέω πως πρέπει να αναγεννηθείτε!»

Στ. 8: «Ο άνεμος πνέει όπου θέλει. Ακούς τη βοή του, αλλά δεν ξέρεις από πού έρχεται και πού πηγαίνει. Έτσι συμβαίνει και με τον καθένα που γεννιέται από το Πνεύμα».

«Γιατί, κοίταξε, ο άνεμος πνέει όπου θέλει, ακούς τη βοή του κι όμως δεν ξέρεις από πού έρχεται. Έτσι συμβαίνει και με εκείνον που έρχεται από το Πνεύμα και σου μιλά. Τον βλέπεις και τον ακούς, αλλά επειδή σου μιλά με τρόπο πνευματικό, δεν μπορείς να καταλάβεις ή να αντιληφθείς από πού φέρνει αυτή τη Γνώση και τι εννοεί με τα όσα λέει. Επει­δή όμως έχεις Σοφία, θα σου δοθεί στον κατάλληλο χρόνο η Χάρη να μπορείς να τα συλλάβεις και να τα καταλάβεις.»

Στ. 9: Τότε ρώτησε ο Νικόδημος: «Πώς μπορούν να γίνουν αυτά τα πράγματα;»

Ο Νικόδημος κούνησε σκεφτικά το κεφάλι και σε λίγο είπε: «Θα ήθελα πραγματικά να μου πεις, πώς θα γίνει κάτι τέτοιο. Γιατί όλα όσα ξέρω και αντιλαμβάνομαι, τα ξέρω και τα αντι­λαμβάνομαι με τη σάρκα μου. Εάν μου αφαιρεθεί η σάρκα, δεν θα μπορώ να καταλαβαίνω πια τίποτε. Πώς, πώς θα γίνω εγώ από σάρκα, Πνεύμα και πώς κάποιο Πνεύμα θα δεχτεί μέσα του το Πνεύμα μου για να το γεννήσει ξανά; Πώς μπο­ρεί να γίνει κάτι τέτοιο;»

Στ. 10: Κι ο Ιησούς απάντησε: «Εσύ είσαι δάσκαλος του λα­ού Ισραήλ και δεν τα ξέρεις αυτά τα πράγματα;»

Του απάντησα: «Είσαι ένας σοφός Δάσκαλος του Ισραήλ και δεν μπορείς να τα αντιληφθείς όλα αυτά; Αν λοιπόν εσύ, που είσαι ένας γνώστης των Γραφών, δεν μπορείς να τα αντιληφθείς, τι θα γίνει τότε με όλους εκείνους που δεν γνωρίζουν σχεδόν τίποτε από τις Γραφές, παρά μόνο πως υπήρξαν κάποτε κάποιος Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ;»

Στ. 11: «Σε βεβαιώνω πως εμείς λέμε αυτό που ξέρουμε από πείρα και μεταδίδουμε στους άλλους αυτό που έχουμε δει με τα μάτια μας. Τη μαρτυρία μας όμως εσείς δεν τη δέ­χεστε.»

«Σε βεβαιώνω στ’ αλήθεια και πίστεψε Με! Εμείς, Εγώ και οι Μαθητές Μου, που προερχόμαστε από το Πνεύμα, δεν μι­λούμε εδώ μαζί σου καθαρά πνευματικά αλλά απλά στο φυ­σικό επίπεδο, Σου μεταφέρουμε με φυσικές εικόνες της γης αυτά που είδαμε και ξέρουμε εμπειρικά από το Πνεύμα, τα οποία εσείς ούτε να συλλάβετε αλλά ούτε και να καταλάβε­τε μπορείτε!»

Στ. 12: «Α ν δεν με πιστέψετε όταν σας μιλώ για πράγματα που συμβαίνουν στη γη, πώς θα με πιστέψετε αν σας πω για πράγματα που συμβαίνουν στον Ουρανό;»

«Αν λοιπόν δεν μπορείτε να συλλάβετε αυτά τα εύκολα πράγματα που σας λέω, μιλώντας για τα πνευματικά με τρό­πο γήινο, προσαρμόζοντας τα σε γήινες καταστάσεις, τότε θάθελα να ξέρω πώς θα συμπεριφερόταν η πίστη σας αν σας μιλούσα για τον Ουρανό με τρόπο καθαρά ουράνιο! Σου λέω: Μόνο το Πνεύμα μπορεί να ξέρει τι βρίσκεται μέσα στο Πνεύμα και τι είναι η δική του Ζωή. Αντίθετα, η σάρκα δεν είναι παρά ένας εξωτερικός φλοιός και τίποτα δεν γνωρίζει από τα πνευματικά εκτός αν το ίδιο το Πνεύμα το αποκαλύψει στο περίβλημα του, στο φλοιό (σάρκα). Το δικό σου όμως Πνεύμα διοικείται ακόμα από τη σάρκα και κρύβεται μέσα της, γι’ αυτό το λόγο η σάρκα σου δεν μπορεί να γνωρίζει τίποτε ακόμα για το Πνεύμα, θα έρθει όμως ο καιρός που το Πνεύμα σου, όπως σου έχω πει, θα ελευθερωθεί. Μόνο τότε θα μπορέσεις να καταλάβεις και να δεχτείς τη μαρτυ­ρία μας!»

Λέει ο Νικόδημος: «Αγαπημένε μου Διδάσκαλε, εσύ που είσαι ο σοφότερος όλων των σοφών! Πες μου σε παρακαλώ με τρόπο που να μπορώ να καταλάβω, πότε, πότε θα έρθει αυτός ο ευλογημένος χρόνος;»

Του απάντησα με τα ακόλουθα: «Φίλε μου, δεν μπορώ να σου δώσω αυτή τη στιγμή συγκεκριμένο χρόνο, μέρα και ώρα, γιατί ακόμα δεν έχεις την ωριμότητα για να μπορείς να δεχτείς κάτι τέτοιο! Κοίταξε: Όσο το καινούργιο κρασί δεν έχει ωριμάσει αρκετά, είναι ακόμα θολό. Κι αν ακόμα το βάλεις μέσα σε ένα κρυστάλλινο ποτήρι και το σηκώσεις απέναντι στον ήλιο, όσο δυνατό κι αν είναι το φως του, δεν θα μπορέσει να διαπεράσει το θάμπωμα του καινούργιου κρα­σιού. Έτσι συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Αν πρώτα δεν ωριμάσουν αρκετά κι αν δεν απομακρυνθεί κάθε ακαθαρ­σία μέσα από τη διεργασία της ζύμωσης, δεν μπορεί να τους διαπεράσει το Ουράνιο Φως. Θα σου πω όμως κάτι. Αν το καταλάβεις, τότε μέρα με τη μέρα θα αρχίσεις να ξεκαθαρί­ζεις τα πράγματα!»

Στ. 13-15: «Κανένας βέβαια δε ν ανέβηκε στον Ουρανό πα­ρά μόνον εκείνος που κατέβηκε από τον Ουρανό. Και όπως ο Μωυσής ύψωσε το χάλκινο φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί και ο Υιός του ανθρώπου, ώστε όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν να έχει την Αιώνια Ζωή.»

«Κοίταξε, κανένας δεν ανέβηκε στον Ουρανό παρά μόνον εκείνος που έχει κατέβει από τον Ουρανό, δηλαδή ο Υιός του Ανθρώπου που βρίσκεται παντοτινά μέσα στην ουράνια κα­τάσταση. Και όπως ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί και ο Υιός του Ανθρώπου, ώστε ό­ποιος πιστεύει σ’ αυτόν να μη χαθεί, αλλά να έχει Ζωήν Αιώ­νια! Πες Μου, το καταλαβαίνεις αυτό;»

Λέει ο Νικόδημος: «Αγαπημένε μου Δάσκαλε! Πώς μπορώ να το καταλάβω; Σε σένα υπάρχει ένα παράξενο είδος Σοφίας… Αν δεν με έδεναν επάνω σου τα πανίσχυρα έργα σου, θα έλεγα πως πρέπει να είσαι ή τρελός ή τσαρλατάνος, γιατί κανένας άνθρωπος δεν έχει μιλήσει ποτέ με τον τρόπο που μιλάς! Τα έργα σου όμως δείχνουν πως είσαι Διδάσκαλος απεσταλμένος σε μας από το θεό και πως μέσα σου πρέπει να κατοικεί μια πληρότητα Θεϊκής Σοφίας και Δύναμης. Γιατί χωρίς αυτή δεν μπορεί κανείς να πραγματοποιήσει τα έργα σου.

Εκεί όπου το πρώτο είναι καθαρά Θεϊκό, πρέπει και το δεύ­τερο να είναι επίσης Θεϊκό. Οι πράξεις σου, αγαπητέ Διδά­σκαλε, είναι Θεϊκές. Πρέπει λοιπόν και η Διδασκαλία σου για τη Βασιλεία του Θεού στη γη να είναι επίσης Θεϊκή, έστω και αν μου είναι ακατανόητη! Αγαπημένε μου Δάσκαλε. Από τον καιρό του Ενώχ και του Ηλία, κανένας άνθρωπος της γης δεν είχε την τύχη να ανέβει ορατός στον Ουρανό. Ίσως μπο­ρέσεις εσύ να είσαι ο τρίτος! Κι αν ακόμα γίνεις ο τρίτος, θα βοηθήσει αυτό κανέναν άλλο άνθρωπο; Πώς θα μπορέσει κανείς από τους άλλους να υψωθεί ποτέ στον Ουρανό, αφού κανένας απ’ αυτούς δεν κατέβηκε από τον Ουρανό;

Είπες επίσης, πως αυτός που κατέβηκε από τον Ουρανό βρίσκεται μόνο εικονικά στη γη. Στην πραγματικότητα όμως συνεχίζει να βρίσκεται στον Ουρανό! Σύμφωνα λοιπόν με’ όλα αυτά, μπορούν κατά πρώτο λόγο να εισέλθουν στην ερ­χόμενη Βασιλεία του Θεού μόνο ο Ενώχ και ο Ηλίας, κατά δεύτερο δε λόγο ίσως και συ. Όλα όμως τα άλλα εκατομμύ­ρια των ανθρώπων δεν μπορούν παρά να καταλήξουν αιώνια στους σκοτεινούς τους τάφους, να γίνουν με το Έλεος του Θεού σιγά-σιγά χώμα και να καταλήξουν τελικά στο τίποτα.

Αγαπητέ Διδάσκαλε, εμείς τα φτωχά σκουλήκια της γης είμαστε πανευτυχείς για το τέλος μας… Τι έκαναν δηλαδή ο Ενώχ και ο Ηλίας για να μπορούν να μπουν στους Ουρα­νούς; Βασικά τίποτε περισσότερο από αυτό που βρισκόταν ήδη στην Ουράνιά τους Φύση. Δεν κέρδισαν λοιπόν κανένα μισθό. Παρόλα αυτά, σύμφωνα με την εξήγηση σου, μπήκαν στον Ουρανό απλά και μόνο επειδή κατέβηκαν από τον Ου­ρανό στη γη!…

Αυτό όμως που εννοείς με την ανύψωση του Υιού του Ανθρώπου όπως ανύψωσε ο Μωυσής το χάλκινο φίδι στην έρη­μο, όπως επίσης το πώς και γιατί θα έχουν την Αιώνια Ζωή όλοι όσοι θα πιστεύσουν στον ανυψωμένο Υιό του Ανθρώ­που, ξεπερνά κάθε λογική και κινείται μέσα στα όρια του κα­θαρού παραλογισμού. Ποιος είναι αυτός ο Υιός του Ανθρώ­που;…»

Του απάντησα: «Είπες πολλά λόγια και μίλησες σαν ένας άνθρωπος που δεν έχει ιδέα για τα Ουράνια. Δεν θα μπορού­σες όμως να μιλήσεις διαφορετικά. Γιατί βρίσκεσαι μέσα στο σκοτάδι του κόσμου και δεν μπορείς να δεις το Φως που έχει έρθει από τον Ουρανό για να φωτίσει το σκοτάδι και τη νύκτα του κόσμου τούτου.»

Στ. 16: «Γιατί τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο τον μονογενή του Υιό, για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ’ αυτόν, αλλά να έχει ζωή αιώνια.»

«Σου λέω λοιπόν: Ο Θεός είναι η Αγάπη και ο Υιός είναι η Σοφία Του. Τόσο πολύ λοιπόν αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, που του έστειλε τον μονογενή Του Υιό, δηλαδή την Σοφία που εκπέμπεται από τον Εαυτό Του από αιώνων. Έτσι δεν θα χάνονται πια όσοι πιστεύουν σ1 αυτόν (Υιόν), αλλά θα μπο­ρούν να έχουν την Αιώνια Ζωή. Πες Μου, ούτε αυτό το κα­ταλαβαίνεις;»

Λέει ο Νικόδημος: «Μου φαίνεται πως το καταλαβαίνω, αλ­λά στην πραγματικότητα δεν το έχω καταλάβει. Ας μπορούσα μόνο να ξέρω τι σημαίνει ο Υιός του Ανθρώπου! Μίλησες τώρα για τον μονογενή Υιό του Θεού που έστειλε η Αγάπη του Θεού οτον κόσμο. 0 “μονογενής Υιός” και ο “Υιός του Ανθρώπου” είναι το ίδιο άτομο;»

Του λέω: «Κοίταξε: έχω ένα κεφάλι, ένα σώμα, πόδια και χέρια. Το σώμα, το κεφάλι, χα πόδια και τα χέρια είναι σάρκα και αυτή η σάρκα είναι ο Υιός του ανθρώπου. Γιατί αυτό που είναι σάρκα, προέρχεται από τη σάρκα. Μέσα όμως σ’ αυτόν τον Υιό του ανθρώπου που είναι σάρκα, κατοικεί η Σοφία του Θεού και αυτός είναι ο μονογενής Υιός του Θεού. Δεν θα υψωθεί λοιπόν ο Υιός του Θεού όπως ύψωσε ο Μωυσής στην έρημο το χάλκινο φίδι, παρά μόνο ο Υιός του ανθρώ­που. Και τότε θα γκρεμιστεί η πίστη πολλών. Αυτοί όμως που δεν θα χάσουν την πίστη τους, αλλά θα παραμείνουν πι­στοί στο όνομα Του, θα τους δοθεί η εξουσία να ονομάζονται Παιδιά του Θεού. Και η ζωή και το βασίλειο τους δεν θα τε­λειώνουν ποτέ, θα είναι αιώνια.»

Στ. 17: «Γιατί ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος μέσω αυτού.»

«Δεν πρέπει όμως να περιμένεις την καταδίκη του κόσμου, όπως π.χ. πολέμους, πλημμύρες ή φωτιά από τον ουρανό που να κατακαίει τους ειδωλολάτρες. Γιατί ο Θεός δεν έστειλε στον κόσμο (στην ανθρώπινη σάρκα) τον μονογενή του Υιό (τη Θεϊκή Σοφία) για να καταδικάσει και να καταστρέψει τον κόσμο, αλλά για να του χαρίσει την Αιώνια Ευτυχία. Δη­λαδή, να κάνει και τη σάρκα άφθαρτη και να την αναστήσει με το Πνεύμα σε ζωή αιώνια. (Σαν σάρκα δεν εννοείται τόσο το σαρκικό σώμα του ανθρώπου αλλά περισσότερο οι σαρκικές επιθυμίες της ψυχής του). Αλλά για να μπορέσει να επιτευ­χθεί κάτι τέτοιο, πρέπει να καταστρέψει η Πίστη κάθε υλικές επιθυμίες περηφάνιας μέσα στο σώμα. Και μάλιστα η Πίστη αυτή, πρέπει να είναι προς τον Υιό του Ανθρώπου. Ότι δηλα­δή πραγματικά γεννήθηκε από τον ίδιο το Θεό προ αιώνων και ήρθε στον κόσμο, για να μπορούν όλοι όσοι πιστεύουν στο Όνομα Του να έχουν την Αιώνια Ζωή!»

Στ. 18: «Όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν, δεν κρίνεται. Αυτός ό­μως που δεν πιστεύει, έχει κιόλας καταδικαστεί, γιατί δεν πίστεψε στον μονογενή Υιό του θεού.»

«Όποιος πιστέψει σ’ Αυτόν, ανεξάρτητα αν είναι Ιουδαίος ή όχι, δεν θα καταδικαστεί ποτέ και ούτε θα φθαρεί. Όποιος όμως απορρίψει τον Υιό του Ανθρώπου και δεν τον πιστέ­ψει, αυτός έχει ήδη κριθεί. Γιατί το ότι δεν θέλησε και δεν μπόρεσε να πιστέψει στο Όνομα και τη Φύση του Υιού του Ανθρώπου λόγω της δικής του περηφάνιας, αυτό ακριβώς είναι και η καταδίκη ενός τέτοιου ανθρώπου. Το καταλαβαί­νεις αυτό;»

Λέει ο Νικόδημος: «Ναι, έχω κάπως καταλάβει το νόημα του πολύ μυστικιστικού λόγου σου. Αλλά τα λόγια αυτά θα είναι σαν να λέχθηκαν στον αέρα όσο δεν είναι εδώ ο Υιός του Ανθρώπου, στον οποίο κατοικεί η πληρότητα της Θεϊκής Σοφίας, και όσο εσύ δεν μπορείς ή δεν θέλεις να προσδιο­ρίσεις το πότε και πού θα εμφανισθεί.

Το ίδιο μυστήρια είναι και η “Κρίση” ή “Καταδίκη” που ανά­φερες. Τι είναι λοιπόν στην πραγματικότητα η “Κρίση”, ποιο είναι το καινούργιο νόημα που Θέλεις να δώσεις με τον όρο αυτό;»

Του λέω: «Φίλε Μου, θα μπορούσα και ’γω να σου πω: Δεν μπορώ πια να καταλάβω πώς μπορείς να μην αντιλαμβάνεσαι το εντελώς καθαρό νόημα του Λόγου Μου. Δεν μπορείς να καταλάβεις τον όρο “Κρίση” και όμως σου τον εξήγησα κα­θαρά και με λεπτομέρεια.»

Στ. 19: «Και να ποια είναι η Κρίση: Το Φως ήρθε στον κόσμο, οι άνθρωποι όμως αγάπησαν περισσότερο το σκοτάδι παρά το Φως, γιατί οι πράξεις τους ήταν πονηρές·”

«Κοίταξε. Η Καταδίκη, η Κρίση, είναι το ότι το Φως του Θε­ού έχει έλθει από τον Ουρανό στον κόσμο τούτο. Οι άνθρω­ποι όμως, επειδή προέρχονται από το σκοτάδι και τοποθετή­θηκαν τώρα μέσα στο Φως, αγαπούν το σκοτάδι περισσότερο από το Φως του Θεού που το βλέπουν τώρα μπροστά τους! Τα ίδια τα έργα τους είναι αυτά που αποδεικνύουν πως δεν θέλουν το Φως, γιατί τα έργα αυτά είναι γεμάτα με κακία…»

Στ. 20: «Κάθε άνθρωπος που κάνει έργα κακά μισεί το Φως και δεν έρχεται στο Φως, γιατί φοβάται μήπως φανούν τα έργα του και κριθούν.»

«Όποιος κάνει τέτοια έργα, εχθρεύεται το Φως. Το μισεί και θα κάνει οτιδήποτε να μη φανερωθούν τα έργα του στο Φως, για να μην αναγνωριστούν και τιμωρηθούν σε όλη τους την ασχήμια. Γιατί το ξέρει πως τα κακά του έργα απαγορεύονται και καταδικάζονται από το Φως. Και κοίταξε, ακριβώς εδώ βρίσκεται η πραγματική Κρίση. Αυτό όμως που εννοείς εσύ με τη λέξη “κρίση”, δεν είναι η ίδια η Κρίση αλλά απλά μια τιμωρία που ακολουθεί την κρίση σαν φυσική συνέ­πεια.

Το ότι ακόμα αγαπάς να περπατάς στο σκοτάδι, αποτελεί ήδη μια κρίση για την Ψυχή σου, γιατί αγαπάς τη νύκτα περισσότερο από τη μέρα. Αν όμως περπατώντας στο σκοτάδι σκοντάψεις, κτυπήσεις και πονέσεις ή πέσεις μέσα σε λάκκο ή ακόμα σε τάφο, δεν θα αποτελεί το γεγονός αυτό τη δική σου «Κρίση» αλλά απλά το φυσικό αποτέλεσμα της κρίσης μέσα σου’ γιατί αγάπησες τη νύκτα και μίσησες τη μέρα!»

Στ. 21: «Όποιου όμως οι πράξεις είναι σύμφωνες με την Αλήθεια του Θεού, αυτός έρχεται στο Φως. Έτσι θα φανεί πως οι πράξεις του έχουν γίνει κατά το Πνεύμα του Θεού.»

«Αν όμως είσαι φίλος του Φωτός, της μέρας, της Αλήθειας του Θεού, τότε θα συμπεριφέρεσαι και ανάλογα και θα πο­θείς να γίνουν τα έργα σου φανερά στα μάτια των ανθρώ­πων. Γιατί θα ξέρεις πως τα έργα σου αξίζουν αναγνώριση και δίκαιη αμοιβή, αφού έγιναν μέσα στο Φως της Θεϊκής Αλήθειας και είναι καλά και δίκαια.

Αυτός όμως που είναι φίλος του φωτός δεν θα περπατά μέσα στη νύκτα αλλά στη μέρα και θα αναγνωρίσει το Φως αμέσως, γιατί κι αυτός προέρχεται απ’ το Φως και αυτό το Φως λέγεται Πίστη της Καρδίας. Όποιος λοιπόν πιστεύει στον Υιό του Ανθρώπου σαν Θείο Φως, αυτός έχει ήδη τη Ζωή μέσα του. Αυτός όμως που δεν πιστεύει, έχει μέσα του ήδη την κρίση και η κρίση δεν είναι τίποτε άλλο από την απιστία του.

Νομίζω πως τώρα θα έχεις καταλάβει τα λόγια Μου.» Λέει ο Νικόδημος: «Τώρα μου φαίνονται όλα καθαρά εκτός από ένα. Και αυτό είναι πάλι αυτός ο παράδοξος ορισμός του Υιού του Ανθρώπου. Σε τι με ωφελεί η πίστη ή ακόμα η καλύτερη θέληση να πιστέψω στον Υιό του Ανθρώπου, όταν Αυτός ο ίδιος απουσιάζει; Δεν μπορεί κανένας να πλάσει τον Υιό του Ανθρώπου ούτε με αέρα αλλά ούτε και από μια απλή ιδέα. Πες μου λοιπόν πού θα βρω αυτόν τον Αιώνιο Υιό του Θεού; Να είσαι σίγουρος πως θα τον αντικρίσω με τη μεγαλύτερη πίστη!»

Του λέω: «Αν δεν το έβλεπα αυτό μέσα σου, να είσαι σίγου­ρος πως ποτέ δεν θα έπαιρνες από Μένα μια τέτοια διδασκα­λία! Ήρθες όμως σε Μένα κατά τη νύκτα και όχι τη μέρα, πα­ρόλο που είδες και άκουσες τόσα για τα έργα Μου! Αφού όμως ήρθες σε Μένα κατά τη νύκτα της φύσης και στην αντί­στοιχη νύκτα της Ψυχής σου, είναι πολύ κατανοητό το να μην μπορείς να έχεις ξεκάθαρη εικόνα για τον Υιό του Ανθρώ­που.

Σου το λέω: Αυτός που ζητά τον Υιό του Ανθρώπου μέσα στη νύκτα γιατί φοβάται να κάνει κάτι τέτοιο τη μέρα μπρο­στά στα μάτια των ανθρώπων, για να μην αποκτήσει κακή φή­μη, δεν θα βρει φυσικά αυτό που γυρεύει. Γιατί σαν ο σοφό­τερος των Ιουδαίων, θα ξέρεις πως η νύκτα είναι ο mo ακα­τάλληλος χρόνος για να ψάξει κάποιος να βρει κάτι. Όποιος λοιπόν γυρεύει τον Υιό του Ανθρώπου, θα πρέπει να Τον ζη­τήσει τη μέρα και όχι τη νύκτα. Τότε, μπορεί να είναι σίγου­ρος πως ο Υιός του Ανθρώπου θα τον αφήσει να Τον βρει.

Μόνο αυτό σου λέω: Πήγαινε, βρες τον Ιωάννη που βρίσκε­ται κοντά στη Σαλήμ όπου υπάρχει άφθονο νερό και εκείνος θα σου πει αν ο μονογενής Υιός του Θεού έχει ήδη έρθει ή όχι! Εκεί θα Τον γνωρίσεις!»

Λέει ο Νικόδημος: «Αγαπημένε μου διδάσκαλε, αυτό θα είναι δύσκολο! Γιατί είμαι πνιγμένος μέχρι το λαιμό με καθη­μερινές εργασίες που δεν μπορώ να αποφύγω!… Κάθε φορά όμως που έρχεσαι στην Ιερουσαλήμ με τους μαθητές σου, να έρχεσαι σε μένα και εγώ θα σας δώσω καλή φιλοξενία! Τόσο εσύ, όσο και οι μαθητές σου θα βρείτε στο πρόσωπο μου έ­ναν καλό φίλο και θαυμαστή. Ό,τι βρίσκεται κάτω από την εξουσία μου, θα βρίσκεται εκεί έτοιμο να σας υπηρετήσει!

Γιατί κοίταξε. Μέσα μου έχει γίνει μια μεγάλη αλλαγή! Σε αγαπώ, αγαπημένε μου Διδάσκαλε, πιο πολύ από οτιδήποτε μου ήταν αγαπητό μέχρι σήμερα. Και αυτή η αγάπη, μου λέει: Εσύ ο ίδιος είσαι Εκείνος τον οποίο με στέλνεις στον Ιωάννη για να βρω! Μπορεί να μην είναι έτσι όπως το αισθάνομαι. Αλλά όπως κι αν έχουν τα πράγματα, σε αγαπώ με όλη την καρδιά μου και αναγνωρίζω σε Σένα ένα Μεγάλο Διδάσκαλο της γνήσιας Θεϊκής Αλήθειας. Τα έργα σου, που κανένας μέ­χρι τώρα δεν έκανε, με έχουν γεμίσει με τον πιο βαθύ θαυ­μασμό. Όμως η μεγάλη σου Σοφία έχει σκλαβώσει την καρδιά μου σε Σένα, αγαπημένε μου Διδάσκαλε! Σ’ αγαπώ! Πες μου όμως. Είναι αληθινή η μαρτυρία της καρδιάς μου;»

Του λέω: «Κάνε για λίγο ακόμα υπομονή, και θα δεις καθα­ρά τα πάντα. Σε λίγο καιρό θα είμαι και πάλι κοντά σου και θα είμαι φιλοξενούμενος σου. Τότε θα τα μάθεις όλα!

Ακολούθα όμως τα μηνύματα της καρδιάς σου. Αυτή θα σου πει μέσα σε μια στιγμή περισσότερα από τα πέντε τεύχη του Μωυσή και όλους τους Προφήτες μαζί! Γιατί κοίταξε’ το μόνο αληθινό πράγμα μέσα στον άνθρωπο είναι η Α γ ά π η! Κρα­τήσου σ’ αυτήν και θα περπατάς στο Φως της ημέρας!»

 

Στη Σχολή του Κυρίου για τη ζωή

 

«Ο πραγματικός μαθητής Μου είναι εκείνος που έχει διδα­χτεί οπό Μένα και έρχεται κοντά Μου από Πίστη στον ένα και αληθινό Θεό, οδηγούμενος από την αγάπη του προς τον Θεό και μέσω της αγάπης αυτής αγαπώντας τον πλησίον του, ζώ­ντας και πράττοντας συμφωνάμε τη Διδασκαλία Μου.”

[Gr. Εν. Joh. IX/155O)]

 

Ο «βασικός πυρήνας» της Διδασκαλίας του Κυρίου

 

Gr. Εν. Joh. Μ/53 (6-16) (Ο Κύριος προς τον Σουετάλ):

Όπως πρέπει να αγαπούμε κάθε καλό απλά και μόνο επειδή είναι καλό και επομένως αληθινό, με τον ίδιο τρόπο θέλει και ο Θεός να τον αγαπούμε, γιατί μόνο Αυτός είναι το ύψιστο. Καλό και η ύψιστη Αλήθεια. Πρέπει επομένως να αγαπάς με τον ίδιο τρόπο και τον πλησίον σου, γιατί είναι -όπως και συ- εικόνα του Θεού και έχει μέσα του -όπως και συ- το Πνεύμα από το Θεό.

Κοίταξε, αυτός είναι στην πραγματικότητα ο πυρήνας της νέας Διδασκαλίας. Κι όταν κανείς την ακολουθεί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια, τότε το Πνεύμα του, που ή­ταν μέχρι τώρα σκλαβωμένο, γίνεται όλο και πιο ελεύθε­ρο, αυξάνεται και τελικά διαπερνά ολόκληρο τον άνθρωπο. Ελκύει δηλαδή το Πνεύμα με τον τρόπο αυτό για πάντα μέσα στη δική του ζωή, που είναι ζωή Θεού. Γι1 αυτό και η διάρκεια της ζωής του θα είναι αιώνια και μάλιστα στη μεγαλύτερη δυνατή μακαριότητα.

Ο κάθε άνθρωπος λοιπόν που θα αναγεννηθεί πνευματικά σε κάποιο βαθμό, δεν θα δει ποτέ το θάνατο, ούτε θα τον νιώσει ή θα τον γευτεί και η απαλλαγή από τη σάρκα του θα είναι γι’ αυτόν η μεγαλύτερη αγαλλίαση. Γιατί το Πνεύμα του, σε πλήρη ενότητα με την Ψυχή του, θα μοιάζει με άν­θρωπο μέσα στη σκληρή φυλακή του. Από μια φωτεινή τρύ­πα της φυλακής θα μπορεί να βλέπει τα όμορφα λιβάδια της γης και να παρακολουθεί τους ελεύθερους ανθρώπους που ασχολούνται με τόση χαρά στην ελεύθερη φύση, ενώ εκείνος ταλαιπωρείται μέσα στη φυλακή του. Πόσο ευτυχής όμως θα είναι όταν έρθει ο υπεύθυνος της φυλακής, ανοίξει την πόρ­τα, τον ελευθερώσει από τα δεσμά του και του πει: «Κοίταξε φίλε, είσαι ελεύθερος από κάθε άλλη ποινή. Πήγαινε να απο­λαύσεις τώρα την πλήρη Ελευθερία!»

Θα μπορούσε επίσης να παρομοιάσει κανείς το ανθρώπινο Πνεύμα με τον καρπό της ζωής ενός εμβρύου μικρού που­λιού μέσα στο αυγό. Όταν το έμβρυο ωριμάσει από τη θερμό­τητα της μητέρας του μέσα στο σκληρό του κέλυφος, τότε το διαπερνά και χαίρεται την ελεύθερη ζωή του. Κάτι τέτοιο μπορεί κανείς να το πετύχει, μόνο τηρώντας με ακρίβεια τη Διδασκαλία που κηρύττει τώρα στους ανθρώπους ο Σωτήρας από τη Ναζαρέτ.

Όταν ο άνθρωπος αρχίσει να αναγεννάται στο Πνεύμα του όλο και περισσότερο, παίρνει μαζί με την Αναγέννηση και άλλες τέλειες ιδιότητες, τις οποίες ο κοινός σαρκικός άν­θρωπος δεν μπορεί ούτε να φανταστεί. Το Πνεύμα του είναι τότε Δύναμη από μόνο του, όμοια με τη Θεϊκή.

Αυτό που επιθυμεί ένα τέτοιο τελειοποιημένο Πνεύμα μέ­σα στον άνθρωπο, γίνεται γεγονός, γιατί εκτός από τη Δύνα­μη Ζωής του Πνεύματος δεν μπορεί να υπάρχει σ1 ολόκληρη την απεραντοσύνη του Θεού καμιά άλλη Εξουσία και Δύναμη. Γιατί μόνο η αληθινή Ζωή είναι Κύριος και Πλάστης, Διατηρητής, Νομοθέτης και Σύμβουλος κάθε πλάσματος. Γι’ αυτό και τα πάντα πρέπει να προσαρμόζονται υπακούοντας στη Δύναμη του μόνου αιώνια ζωντανού Πνεύματος.

 

Αυτοκυριαρχία και έμπρακτη Αγάπη

 

Gr. Εν. Joh. 111/241 (2-10) (Ο Ραφαήλ στον Μαθαήλ):

Γνωρίζετε πως ο κάθε άνθρωπος πρέπει να διαμορφώσει και να εκπαιδεύσει τον εαυτό του ελεύθερα από μόνος του, σύμφωνα με τη Θεία Τάξη που ο ίδιος αναγνωρίζει εντελώς ανεξάρτητος από την Παντοδυναμία της Θείας Θέλησης. Μόνο έτσι μπορεί να διαμορφωθεί σε ένα ελεύθερο Παιδί του Θεού. Το πιο δυνατό και αποτελεσματικό μέσο για το σκοπό αυτό είναι η Αγάπη προς το Θεό και με το ίδιο μέτρο η Αγάπη προς τον Πλησίον. Στο πλευρό της Αγάπης στέκεται πάντα η αληθινή Ταπείνωση, η Πραότητα και η Υπομονή. Γιατί η πραγματική Αγάπη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς αυτούς τους τρεις συντρόφους της και δεν μπορεί να είναι ούτε α­ληθινή αλλά ούτε και καθαρή.

Πώς μπορεί όμως ο άνθρωπος να γνωρίζει από τις εμπει­ρίες του αν βρίσκεται πραγματικά μέσα στην καθαρή Αγάπη, σύμφωνα με τη Θεία Τάξη;

Ας εξετάσει τον εαυτό του: Όταν βλέπει ένα φτωχό αδελ­φό ή αδελφή που ζητούν τη συμπαράσταση του, χαίρεται μέσα στην καρδιά του με ειλικρινή Αγάπη για την προσφο­ρά, ξεχνώντας τον εαυτό του; Αν νιώθει κάτι τέτοιο με κάθε σοβαρότητα και ζωντάνια μέσα του, τότε έχει ήδη ωριμάσει σαν αληθινό Παιδί του Θεού. Και τότε οι υποσχέσεις που αφορούν τη Θεία Πατρότητα θα αρχίσουν να εκπληρώνο­νται πλήρως και να τον μετατρέπουν σε άνθρωπο θαυμαστό στο Λόγο και στην Πράξη. Με τον τρόπο αυτό θα δικαιωθείτε όταν θα εμφανίζεστε σαν διδάσκαλοι απέναντι στους μαθη­τές σας.

Εκείνοι όμως οι μαθητές στους οποίους δεν θα εκπληρω­θούν oι υποσχέσεις, ας αντιληφθούν το σφάλμα μέσα τους, γιατί δεν έχουν ανοίξει ακόμα εντελώς την καρδιά τους στους φτωχούς αδελφούς τους.

Το πραγματικό Ουράνιο στοιχείο μέσα στις ανθρώπινες καρδιές, είναι η Αγάπη προς τον Θεό και η εθελοντική εφαρ­μογή της Θέλησης Του. Εδώ κατοικεί μέσα στην ανθρώπινη καρδιά το Θείο Πνεύμα. Η Αγάπη προς τον Πλησίον είναι η είσοδος αυτής της Κατοικίας. Αυτή η είσοδος πρέπει να εί­ναι εντελώς ανοικτή, για να μπορεί να εισέλθει η Πληρότητα της Θείας Ζωής. Η Ταπείνωση, η Πραότητα και η Υπομονή είναι τα τρία ανοικτά παράθυρα από τα οποία φωτίζεται λαμπρά η κατοικία του Θεού μέσα στην ανθρώπινη καρδιά και ζεσταίνεται με κάθε Πληρότητα Ουράνιας Ζωής.

Όλα λοιπόν εξαρτώνται από την ελεύθερη, ανοικτή και χα­ρούμενη Αγάπη προς τον Πλησίον. Η ύψιστη αυταπάρνηση είναι η αποκάλυψη των Υποσχέσεων του Θεού.

Έχετε λοιπόν τώρα την απάντηση στο πιο σημαντικό ερώ­τημα της ζωής. Σκεφθείτε την και πράξετε ανάλογα. Τότε μόνο θα δικαιωθείτε απέναντι στον εαυτό σας, στους αδελ­φούς σας και στο Θεό! Γιατί αυτά που κάνει τώρα ο Κύριος ο ίδιος, θα πρέπει να τα κάνουν και οι άνθρωποι, για να μπο­ρούν να είναι όμοιοι Του και επομένως Παιδιά Του.

 

Η είσοδος της Αυταπάρνησης

“Gr. Εν. Joh. IV/1 (4-6, 9-12) (Ο Κύριος στον Μαθαήλ):

Αλήθεια σας λέω: Κανένας δεν θα ‘ρθει σε Μένα αν δεν τον ελκύσει σε Μένα ο Πατέρας! Πρέπει να διδαχτείτε από τον Πατέρα, δηλαδή από την Αιώνια Αγάπη, αν θέλετε να ‘ρθείτε προς Εμένα! Πρέπει να είστε όλοι σας τέλειοι, όπως τέλειος είναι και ο Ουράνιος Πατέρας! Αλλά δεν είναι η πολλή γνώση ή οι πλούσιες εμπειρίες που θα σας οδηγήσουν εκεί, αλλά μόνο η αγάπη προς το θεό και με-το ίδιο μέτρο, προς τον Πλησίον. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το μεγάλο μυστικό της Πνευματικής Αναγέννησης του εαυτού σας από το Θεό και μέσα στο Θεό. Ο καθένας σας όμως θα πρέπει να περάσει μαζί μου τη στενή θύρα της αυταπάρνησης, μέχρι να γίνει και εκείνος όμοιος με Μένα. Πρέπει να πάψει να θέλει να είναι κάτι για δική του ικανοποίηση, για να μπορέσει μέσα σε Μένα να γίνει τα πάντα.

Το να αγαπάς το Θεό σου πάνω απ’ όλα, σημαίνει: να αφο­μοιώνεσαι με το Θεό. Και το να αγαπάς τον πλησίον σου ση­μαίνει επίσης το να αφομοιώνεσαι με τον πλησίον σου, αλ­λιώς δεν μπορείς να τον αγαπήσεις πλήρως. Η μισή αγάπη όμως δεν είναι χρήσιμη ούτε σ’ αυτόν που αγαπά, αλλά ούτε και σ’ αυτόν που τη δέχεται.

Αυτό είναι ακριβώς η ύψιστη Σοφέα: Να γίνετε Σοφοί μέσω της Ζωντανής Αγάπης. Κάθε γνώση λοιπόν χωρίς Αγάπη, εί­ναι άχρηστη! Γι’ αυτό μη νοιάζεστε και πολύ για την πολλή γνώση, παρά μόνο για την πολλή Αγάπη. Και τότε η Αγάπη θα σας δώσει όσα καμιά γνώση δεν μπορεί ποτέ να σας προ­σφέρει.

Τι χρήση θα είχατε για Μένα, αν θαυμάζατε με όλο σας το είναι τη Δύναμη Μου, το Μεγαλείο και την ασύλληπτη Δόξα Μου, αλλά την ίδια στιγμή έξω από το σπίτι σας ακούγονταν τα κλάματα των φτωχών αδελφών σας από την πείνα, τη δίψα και το κρύο; Πόσο φτωχό και άχρηστο πράγμα είναι το να ζητωκραυγάζει κανείς τη Δόξα του Θεού τόσο δυνατά, που να σκεπάζονται οι κραυγές του πόνου των φτωχών αδελ­φών του! Ποια χρήση έχει η πλούσια θυσία στο ναό, όταν έξω από την είσοδο του ναού λιώνει από την πείνα ένας φτωχός αδελφός μας; Γι’ αυτό, αν θέλετε να είστε ερευνητές, τότε ερευνήστε και βρείτε προπάντων τη δυστυχία των φτωχών αδελφών σας. Δώστε τους βοήθεια και παρηγοριά! Σε κάθε φτωχό που βοηθάτε θα βρείτε πολύ περισσότερα, από όσα θα ξέρατε αν ταξιδεύατε σ όλα τα αστέρια ή αν Με δοξάζατε με τη γλώσσα των Σεραφείμ!

Αλήθεια σας λέω: Όλοι οι Άγγελοι, οι Ουρανοί και οι Κό­σμοι με ολόκληρη τη Σοφία τους, δεν μπορούν να σας προ­σφέρουν αιώνια αυτό που μπορείτε να κατορθώσετε βοηθώ­ντας έναν αδελφό σας που σας χρειάζεται, με όλα τα μέσα ” και τις δυνάμεις σας! Τίποτα δεν είναι πιο ψηλά και πιο κοντά Μου από την αληθινή, έμπρακτη Αγάπη!

 

Η Πίστη σαν προ-επίδοση

 Gr. Εν. Joh. V/213 (8-9) (Ο Κύριος στον Επιφάνειο):

Όταν ακούει κανείς για πρώτη φορά μια νέα διδασκαλία, πρέπει τουλάχιστον στην αρχή να της δώσει μια κάποια πί­στη. Μπορεί φυσικά να ελέγξει τη βάση της διδασκαλίας, αλ­λά αυτό που χρειάζεται είναι να δεχτεί τις Αλήθειες σαν ύ­ψιστες τιμές για χάρη της αυθεντίας και ειλικρίνειας του δι­δασκάλου, χωρίς κατ’ ανάγκη να καταλαβαίνει αμέσως τα πά­ντα. Γιατί αυτό θα γίνει, όταν ο ίδιος εκπληρώσει αυτά που έχει θέσει σαν προϋπόθεση η διδασκαλία.

Αν δεν εκπληρωθούν τα όσα υπόσχεται η διδασκαλία, τότε μπορεί να σηκώσει τους ώμους, λέγοντας: «Ή η διδασκαλία αυτή δεν έχει καμιά βάση ή εγώ δεν έχω εκπληρώσει τις πνευματικές της προϋποθέσεις!» Τότε είναι και ο κατάλλη­λος χρόνος να μιλήσει από κοντά με το διδάσκαλο για να πληροφορηθεί αν η εφαρμογή των βασικών αρχών της νέας διδασκαλίας, έφερε σε κανέναν άλλο τα ποθητά αποτελέ­σματα. Αν έγινε κάτι τέτοιο σε άλλους και όχι σε σένα, τότε είναι φανερό πως δεν έχει η διδασκαλία το φταίξιμο αλλά εσύ. Και θα πρέπει να καλύψεις με επιμέλεια ορισμένα πράγ­ματα που παρέλειψες ή καθυστέρησες, για να μπορέσεις και συ να πετύχεις αυτά που έχει ήδη πετύχει ο πλησίον σου.

 

Αυτογνωσία και Θεογνωσία

 Gr. Εν. Joh. V/215 (1-7) (Ο Κύριος στον Επιφάνειο):

Η όλη Μου διδασκαλία έχει σκοπό να δείξει στον άνθρωπο από πού κατάγεται στην πραγματικότητα, τι είναι και πού πρέπει να καταλήξει – και θα καταλήξει σύμφωνα με την α­πόλυτη Αλήθεια. Οι Έλληνες σοφοί είχαν ήδη πει: «Η πιο δύ­σκολη, πιο σημαντική και ύψιστη γνώση είναι η όσο το δυνα­τόν πληρέστερη αυτογνωσία!» Και κοίταξε, για το ίδιο πράγ­μα μιλώ και Εγώ. Γιατί χωρίς αυτή την αντίληψη δεν είναι δυ­νατόν να αναγνωρίσει κάποιος σαν βάση στο κάθε τι που υ­πάρχει, που θα γίνει και που διατηρείται, μια ύψιστη Θεϊκή Ύπαρξη! Εκείνος ο οποίος δεν μπορεί να το αναγνωρίσει αυτό και δεν κατευθύνει τη ζωή, τις αισθήσεις και τους στό­χους του γι’ αυτόν το μοναδικό αληθινό σκοπό, δεν μπορεί παρά να θεωρείται σαν να είναι ήδη χαμένος.

Γιατί όπως κάθε πράγμα διαλύεται στα στοιχεία που το α­ποτελούν και καταστρέφεται όταν δεν έχει μέσα του κάποια συνοχή που να το συντηρεί και να το συγκρατεί ενωμένο με τα στοιχεία του αυξάνοντας συνεχώς την αμετάβλητη συνο­χή του, έτσι συμβαίνει και με τον άνθρωπο όταν αυτός δεν έχει ενωθεί μέσα του πλήρως με τον εαυτό του και με το Θεό. Ο άνθρωπος μπορεί να πετύχει αυτή την ένωση μόνο όταν, αφού γνωρίσει πρώτα τον εαυτό του και μέσω αυτής της αυτογνωσίας το Θεό σαν την αρχή της ύπαρξης του, δρα­στηριοποιηθεί με βάση τη γνώση αυτή σε ολόκληρο το φάσμα της ζωής του.

Όταν λοιπόν ο άνθρωπος ωριμάσει μέσα του, τότε γίνεται κύριος όλων των δυνάμεων που προέρχονται από το Θεό και μέσω των δυνάμεων αυτών, ολόκληρης της Πνευματικής και υλικής κτίσης. Τότε καμιά δύναμη δεν είναι ma ικανή να τον καταστρέψει ή να τον φθείρει- βρίσκεται λοιπόν ήδη στην αιώνια ζωή. Και κοίταξε! Αυτή είναι και η ουσία ολόκληρης της νέας Διδασκαλίας Μου, η οποία στην πραγματικότητα είναι μια πανάρχαια διδασκαλία, που δόθηκε στους ανθρώ­πους από την αρχή της ύπαρξης τους στη γη! Η φυγοπονία όμως των ανθρώπων είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί η διδα­σκαλία αυτή, η οποία δίδεται τώρα για μια ακόμη φορά από Μένα σαν η χαμένη πανάρχαια Εδέμ, σε όλους εκείνους που έχουν ακόμα καλή θέληση.

 

Γνώση και Σοφία – Γνώση και Πίστη

 Gr. Εν. Joh. VII/183 (13-14) (Ο Κύριος στον Λάζαρο):

Σας έχω ήδη εξηγήσει πολλά και αντιλαμβάνεστε ήδη αρ­κετά πράγματα. Το πιο βασικό όμως είναι και παραμένει η συνεχής επιμονή στο στόχο της Αναγέννησης του Πνεύμα­τος μέσα στην Ψυχή. Γιατί μόνο έτσι μπορεί ο άνθρωπος να υψωθεί στην Αλήθεια και Σοφία και να έχει ένα πλήρες Φως που να συσχετίζει τα γήινα μέχρι και τα Ουράνια. Με το Φως αυτό θα έχει και την αιώνια ζωή, που είναι πολύ πιο σημαντική από όλες τις επιστήμες που αφορούν τα πράγματα της φύ­σης. Τι θα ωφελούσε τον άνθρωπο κι αν ακόμα ήξερε με κάθε πραγματικότητα και ακρίβεια όλα τα πράγματα και εκδηλώ­σεις σε ολόκληρο το φυσικό κόσμο, από το μικρότερο μέχρι το μεγαλύτερο, μπορώντας ακόμα και να κρίνει με οξυδέρ­κεια τα πάντα, απέχοντας όμως από την Πνευματική Αναγέν­νηση στην Ψυχή του όσο η γη από τον ουρανό;

 

GS ΙΙ/71 (9-14, 8):

Ο Μεγάλος Άγιος Διδάσκαλος έχει κηρύξει με το ίδιο Του το στόμα στους ανθρώπους της γης, τη Διδασκαλία της Σχολής της Ζωής και την έχει σφραγίσει με το ίδιο Του το Αίμα! Για να φθάσει κανείς στην Πνευματική Αναγέννηση, είναι α­παραίτητο να τηρεί με προσοχή τη διδασκαλία αυτή σε όλα τα θέματα που την αποτελούν.

Όποιος δεν θέλει να πάρει στα χέρια του και να εφαρμόσει τη Διδασκαλία αυτή όπως την έχει διδαχθεί, αυτός θα πρέπει να αποδώσει στον εαυτό του και μόνο την στέρηση της Πνευματικής του ζωής. Αυτό που είναι αυτονόητο, είναι πως κάθε ιδιοκτήτης οποιασδήποτε περιουσίας, γνωρίζει κατ’ αρχήν πως του ανήκει η ιδιοκτησία του, όπως επίσης και την πραγματική της αξία. Αν όμως σε κάποιον ανήκει η αιώνια ζωή, τότε πέστε μου, είναι δυνατόν αυτός να διερω­τάται ακόμα κατά πόσον η Ψυχή και το Πνεύμα του χάνονται μαζί με τη ζωή του σώματος του;

Εκείνοι όμως που είναι, και πάντοτε ήταν, πραγματικοί μα­θητές της Σχολής του Κυρίου για την Αιώνια Ζωή, περιφρο­νούσαν το θάνατο του σώματος και ανέμεναν με μεγάλη χα­ρά την ολοκληρωτική διάλυση των βαριών δεσμών της ζωής του εξωτερικού κόσμου. Πιστοποίησαν την Αλήθεια της Δι­δασκαλίας του Κυρίου, της Σχολής της Ζωής, με το αίμα τους, σαν Μάρτυρες.

Όποιος λοιπόν δεν αναγεννηθεί πνευματικά, δεν θα εισέλ­θει στη Βασιλεία των Ουρανών ή της Αιώνιας Ζωής!

 

 

Η Τριαδικότητα μέσα στον Θεό και στον άνθρωπο

         Gr.Ev.Joh. VII/24 (1,4-14); (1-15) (Ο Κύριος προσδιορίζει τους Αποστόλους):

… όλοι εκείνοι που διδάχτηκαν πλήρως τη Διδασκαλία της Ζωής, οι οποίοι με την εναπόθεση των χεριών τους βαπτίζουν, δηλαδή ενδυναμώνουν στο όνομα του Πατρός, που είναι η Αγάπη, στο όνομα του Λόγου, του Υιού ή της Σοφίας του Πατρός, και στο όνομα του Αγίου Πνεύματος, που είναι η Παντοδύναμη Θέληση του Πατρός και του Υιού.

Με τις τρεις αυτές έννοιες εξηγείται εντελώς και φανερώνεται στους ανθρώπους η Θεία Ύπαρξη. Είναι αλήθεια, πως για έναν άνθρωπο με αδύνατη ικανότητα σύλληψης, εμφανί­ζεται ένα είδος Θεϊκής τριπλής Προσωπικότητας. Κι όμως, για να μείνει κανείς πιστός πλήρως στην εσωτερική και βα­θιά Αλήθεια, δεν μπορεί παρά να παρουσιάσει τα πράγματα όπως ακριβώς είναι!

Ο άνθρωπος πλάστηκε σε όλα σύμφωνα με τη συμμετρία του Θεού και όποιος θέλει να γνωρίσει πλήρως τον εαυτό του, θα πρέπει να γνωρίσει και να αναγνωρίσει μέσα του, πως αυτός ο ίδιος, σαν ένας και μοναδικός άνθρωπος, δεν παύει να αποτελείται από τρεις προσωπικότητες! Έχει αρχι­κά ένα σώμα, εξοπλισμένο με όλες τις απαραίτητες αισθή­σεις και όλα τα άλλα μέλη που του χρειάζονται για μια ελεύ­θερη και αυτεξούσια ζωή, από το μεγαλύτερο μέχρι το ασύλ­ληπτα μικρότερο. Αυτό το σώμα διαθέτει για τις ανάγκες της εκπαίδευσης της Πνευματικής Ψυχής μεσάτου, μια εντελώς δική του φυσική ζωή, που ξεχωρίζει σε όλα από την Πνευμα­τική ζωή της Ψυχής του. Το σώμα ζει από την υλική τροφή, από την οποία δημιουργούνται το αίμα και όλοι οι άλλοι θρε­πτικοί χυμοί για τα διάφορα μέλη που το αποτελούν. Η καρδιά έχει μέσα της έναν αυτοτροφοδοτούμενο μηχανισμό για να αναγκάζεται συνεχώς να διαστέλλεται και να συστέλλεται, ώστε το αίμα μαζί με τους άλλους χυμούς που προέρχονται από αυτό να δίνουν ζωή σ1 ολόκληρο το σώμα, μεταφερόμενα σε κάθε του μέλος, Χωρίς αυτόν το μηχανισμό της συνεχούς λειτουργίας της καρδιάς ο άνθρωπος δεν θα μπορούσε να ζήσει ούτε για μια ώρα.

Με αυτή τη δραστηριότητα της ζωής της καρδιάς, όπως επίσης και με τη δραστηριότητα των πνευμόνων, του συκω­τιού, της σπλήνας, του στομαχιού, των εντέρων, των νεφρών και τόσων άλλων αμέτρητων μελών του σώματος, δεν έχει να κάνει τίποτα η Ψυχή. Και παρ’ όλα αυτά, ενώ το σώμα αποτε­λεί μια εντελώς ξεχωριστή προσωπικότητα του ανθρώπου, ενεργεί με τέτοιο τρόπο, σαν να είναι και τα δυο (Ψυχή και σώμα) η ίδια προσωπικότητα.

Αν δούμε όμως τώρα την Ψυχή ξεχωριστά, θα διαπιστώ­σουμε πως κι αυτή είναι από μόνη της ένας εντελώς ολοκληρωμένος άνθρωπος, που αποτελείται από τα ίδια μέλη όπως και το σώμα, σε Πνευματική όμως ουσία και σε ανώτερου βαθμού Πνευματική αντιστοιχία. Η Ψυχή χειρίζεται λοιπόν τα μέλη της όπως το σώμα χειρίζεται τα δικά του.

Παρόλο που θάλεγε κανείς πως Ψυχή και σώμα αποτελούν δυο ξεχωριστούς ανθρώπους ή πρόσωπα και το καθένα απ’ αυτά έχει το δικαίωμα να ενεργεί αυθαίρετα χωρίς να είναι υπόλογο στο άλλο για το πώς και το γιατί, δεν παύουν να αποτελούν -όσον αφορά τον πραγματικό σκοπό της ζωής τους- έναν και μοναδικό άνθρωπο. Είναι μάλιστα τόσο από­λυτα ενωμένα, που να μην μπορεί κανείς να πει πως είναι ένας άνθρωπος σε δυάδα, αλλά σε μονάδα. Για το σώμα πρέ­πει να υπηρετεί την Ψυχή και η Ψυχή είναι συνυπεύθυνη ό­σον αφορά τις πράξεις του υλικού σώματος που χειρίζεται, όπως ακριβώς είναι και υπεύθυνη για το δικό της ψυχικό σώ­μα. Το σώμα αυτό αποτελείται από όλων των ειδών τις σκέ­ψεις, επιθυμίες και πόθους. Αν όμως παρατηρήσουμε ξεχω­ριστά και από πολύ κοντά τη ζωή και το είναι της Ψυχής, θα διαπιστώσουμε εύκολα πως κι αυτή, σαν μια ουσιοσωματική ανθρώπινη φύση, δεν θα βρισκόταν καθόλου ανώτερη από την Ψυχή π.χ. ενός πιθήκου. Θα παρουσίαζε φυσικά μια πολύ ψηλότερη ενστικτώδη λογική από ένα κοινό ζώο; δεν θα μπο­ρούσε όμως να γίνει ποτέ λόγος ούτε για νόηση, ούτε για οποιοδήποτε άλλο είδος ανώτερης ελεύθερης κρίσης των πραγμάτων και καταστάσεων.

Αυτή η ανώτερη και πραγματικά ύψιστη ικανότητα, που την κάνει να βρίσκεται σε ομοίωση με το Θεό, προκαλείται από έναν τρίτο άνθρωπο που κατοικεί μέσα της, καθαρά Πνευμα­τικής ουσίας. Μέσω του ανθρώπου αυτού μπορεί η Ψυχή να ξεχωρίζει την Αλήθεια από το ψέμα και το Καλό από το κακό, μπορώντας έτσι ελεύθερα να θέλει και να σκέφτεται προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις. Έτσι, μπορεί να ταυτίζεται με το Πνεύμα που κατοικεί μέσα της, ανάλογα με το βαθμό που η ίδια με την ελεύθερη της θέληση (που παίρνει από το Πνεύμα), το υποστηρίζει στο Καλό και στην Αλήθεια. Με τον τρόπο αυτό γίνεται σταδιακά εντελώς όμοια με αυτό, ισχυρή, δυνατή, σοφή και εντελώς αναγεννημένη μέσα στο ίδιο της το Πνεύμα γίνεται ταυτόσημη με το Πνεύμα της!

Όταν γίνει αυτό, τότε η Ψυχή είναι κατά κάποιο τρόπο ίδια σε φύση με το Πνεύμα της. Με τον ίδιο τρόπο μεταβάλλονται εντελώς τα πιο εξευγενισμένα μέρη του σώματος μιας τε­λειοποιημένης Ψυχής σε ουσιοπνευματικό σώμα, το οποίο μπορεί κανείς να ονομάσει «η σάρκα της Ψυχής» και τέλος να μεταβληθούν ακόμα σε Πνευματική ουσία. Τα εξευγενι­σμένα αυτά μέρη, αποτελούνται από τις ποικίλες φυσικές πνευματικές ουσίες του σώματος. Με τη φάση αυτή γίνεται η ονομαζόμενη «Ανάσταση της σάρκας» κατά την έσχατη και αληθινή μέρα ζωής της Ψυχής. Η «έσχατη μέρα» φθάνει όταν ο άνθρωπος αναγεννηθεί πλήρως στο Πνεύμα. Αυτό μπορεί να γίνει σ’ αυτή τη ζωή ή στη μετά θάνατο ζωή, κάπως πιο κοπιαστικά και μακροχρόνια.

Παρόλο όμως που ο πλήρως αναγεννημένος άνθρωπος α­ποτελεί έναν τέλειο άνθρωπο, δεν παύει να αποτελείται στη φύση του αιώνια από μια καθαρά διακρινόμενη τριάδα.

Σε κάθε πράγμα που υπάρχει μπορείτε να διακρίνετε μια τριπλή υπόσταση: Η πρώτη, αυτή που διακρίνεται εύκολα με το μάτι, είναι η εξωτερική μορφή. Χωρίς αυτή τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι νοητό και αντιληπτό και ούτε θα είχε ύπαρξη. Η δεύτερη είναι φυσικά-το περιεχόμενο- της μορφής. Γιατί τίποτα δεν θα υπήρχε χωρίς αυτό και δεν θα μπορούσε να έχει ούτε μορφή, ούτε σχήμα. Η τρίτη, που εί­ναι απαραίτητη για την ύπαρξη κάθε πράγματος, είναι μια ε­σωτερική δύναμη που κατοικεί μέσα του. Η δύναμη αυτή είναι εκείνη που κατά κάποιο τρόπο συγκρατεί το περιεχόμενο των πραγμάτων και αποτελεί στην πραγματικότητα τη φύση κάθε πράγματος. Και επειδή αυτή ακριβώς η δύναμη προμη­θεύει σε όλα τα πράγματα τόσο το περιεχόμενο, όσο και τη μορφή, είναι η βασική φύση όλων των ποικιλόμορφων υπάρ­ξεων. Χωρίς αυτή δεν θα μπορούσε να υπάρχει καμιά ύπαρξη ή πράγμα, όπως επίσης δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς περιεχόμενο ή εξωτερική μορφή. Βλέπετε λοιπόν τώρα, τα τρία μέρη είναι ξεκάθαρα διαχωρισμένα, γιατί η εξωτερική μορφή δεν είναι το περιεχόμενο και το περιεχόμενο δεν εί­ναι το ίδιο με τη δύναμη που κατοικεί μέσα του. Και όμως, είναι και τα τρία εντελώς ένα.

Ας πάμε τώρα πίσω στην Ψυχή. Για να έχει η Ψυχή μια σί­γουρη και συγκεκριμένη ύπαρξη, πρέπει να έχει κατ’ αρχάς, μία εξωτερική μορφή, ένα σχήμα, δηλαδή το ανθρώπινο. Η εξωτερική λοιπόν μορφή είναι αυτό που ονομάζουμε σώμα ή σάρκα και δεν έχει σημασία στον όρο, αν η σάρκα αυτή θα είναι υλική ή ουσιοπνευματική. Αφού λοιπόν υπάρχει η μορφή της Ψυχής σαν άνθρωπος, θα πρέπει να έχει ένα εσω­τερικό περιεχόμενο που να αντιστοιχεί στην εξωτερική της μορφή. Αυτό το περιεχόμενο ή εσωτερικό σώμα της Ψυχής είναι η ίδια η φύση της ζωής της, δηλαδή η Ψυχή. Αφού όμως τώρα υπάρχουν μορφή και περιεχόμενο, υπάρχει και η δύνα­μη που προσδιορίζει ολόκληρη την Ψυχή. Αυτή είναι το Πνεύμα, το οποίο τελικά είναι τα πάντα μέσα στα πάντα, γιατί χωρίς αυτό δεν μπορεί να υπάρχει καμιά γνήσια ουσία και χωρίς την ουσία δεν θα υπήρχε επίσης ούτε σώμα, ούτε δη­λαδή εξωτερικό σχήμα. Παρόλο λοιπόν που οι τρεις καθαρά διαχωρισμένες προσωπικότητες είναι στη γενική τους φύση μία, θα πρέπει η καθεμιά να μπορεί να ονομάζεται και να α­ναγνωρίζεται ξεχωριστά.

Στο Πνεύμα ή την αιώνια ουσία, κατοικεί η Αγάπη, ως η Δύναμη που δημιουργεί τα πάντα, η ύψιστη Ευφυΐα και ζω­ντανή σταθερή Θέληση. Όλα αυτά μαζί, γεννούν την ουσία της Ψυχής και της δίνουν τη μορφή ή τη φύση του σώμα­τος. Όταν σύμφωνα με τη Θέληση και την Ευφυΐα του Πνεύ­ματος παρουσιασθεί η Ψυχή ή ο άνθρωπος, τότε το Πνεύμα αποσύρεται στο εσωτερικό και δίνει στην Ψυχή, που ήδη υ­πάρχει, μια διαχωρισμένη από τη δική του, ελεύθερη θέληση και μια ελεύθερη και κατά κάποιο τρόπο αυτεξούσια ευφυΐα. Αυτή η Θέληση και Ευφυΐα θα αφομοιώσουν την Ψυχή στα­διακά στο Πνεύμα, χρησιμοποιώντας τα εξωτερικά αισθητή­ρια όργανα αλλά και με την εσωτερική αυτογνωσία. Με τον τρόπο αυτό η Ψυχή θα τελειοποιηθεί και θα αποκτήσει την τέλεια και ελεύθερη Ευφυΐα, βλέποντας την σαν δικό της έργο.

Η συνέπεια αυτής της κατ’ ανάγκη διαμορφωμένης κατά­στασης, στην οποία η Ψυχή νιώθει και αισθάνεται σαν εντελώς ξεχωριστή από το Πνεύμα της, είναι το να γίνεται ικανή να παίρνει αποκαλύψεις τόσο από τον εξωτερικό, όσο και από τον εσωτερικό της κόσμο. Δέχεται λοιπόν αυτές τις α­ποκαλύψεις, τις κάνει δικές της και τις εφαρμόζει, και έτσι αρχίζει να ενώνεται με το Πνεύμα της. Σταδιακά μετατρέπε­ται όλο και περισσότερο μέσα στην απεριόριστη ελευθερία, τόσο όσο αφορά την ευφυΐα και την ελευθερία της θέλησης, όσο επίσης και τη δύναμη και εξουσία έτσι ώστε να μπορεί να ενεργεί όλα εκείνα που αναγνωρίζει και θέλει.

Απ’ αυτά όλα μπορείτε πάλι να αναγνωρίσετε πως η Ψυχή, ως η αμετάβλητη σκέψη του Πνεύματος μέσα στη ζωντανή ουσία, η οποία βασικά είναι το ίδιο το πνεύμα, μπορεί παρόλα αυτά να θεωρηθεί σαν κάτι το δεύτερο, το οποίο προέρχεται από το Πνεύμα, χωρίς όμως να είναι κάτι το διαφορετικό από το ίδιο το Πνεύμα.

Το ότι τελικά η Ψυχή σαν ένα ξεχωριστό άτομο φαίνεται να είναι ντυμένη με το εξωτερικό σώμα σαν κατά κάποιο τρόπο μια τρίτη προσωπικότητα, είναι κάτι που μας το δείχνει η κα­θημερινή εμπειρία. Το σώμα υπηρετεί την Ψυχή ως η εξω­τερική αποκάλυψη του εσωτερικού της Πνεύματος και έχει σαν σκοπό να στρέψει προς τα έξω την ευφυΐα και την ελεύ­θερη θέληση της Ψυχής, να την περιορίσει, για να αναζητήσει τότε η Ψυχή την εσωτερική, χωρίς όρια ευφυΐα και θέλη­ση, την πραγματική της δύναμη και να μπορέσει να τη βρει. Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει η Ψυχή να γίνει ένα με το εσωτερικό της Πνεύμα, που είναι το μόνο «κάτι» που διαπερ­νά το ανθρώπινο είναι, δοξάζοντας έτσι τον εαυτό της ατέ­λειωτα και με πλήρη ατομική ανεξαρτησία.

Στο τέλος αυτής της πολύ σημαντικής διαφώτισης θα ήταν καλά να μεταφερόμαστε στην τριαδική φύση του ίδιου του Θεού, για να μπορέσετε να αντιληφθείτε καθαρά γιατί, λόγω της ύψιστης εσωτερικής Αλήθειας, έπρεπε να σας δώσω την εντολή να βαπτίζετε τους ανθρώπους που πιστεύουν σε Μέ­να και έχουν πραγματικά δεχθεί τη Διδασκαλία Μου, στο ό­νομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος και να τους ενδυναμώνετε. Κοιτάξτε, τα γραφόμενα των Προφη­τών λένε και φανερώνουν πως Εγώ, ο Ιησούς Χριστός –που αναφέρομαι ως Υιός του ανθρώπου – είμαι ο αληθινός Θεός, παρόλο που αναφέρουν και τον ονομάζουν με διάφορα ονόματα, όπως Πατέρα, Υιό και Πνεύμα! Και παρόλα αυτά, ο Θεός είναι μία και μόνο προσωπικότητα στη δόξα της, στην τέλεια μορφή του ανθρώπου. Όπως όμως η Ψυχή, το εξωτερικό της σώμα και το εσωτερικό της Πνεύμα είναι με τέτοιο τρόπο ενωμένα που να αποτελούν μία Ύπαρξη ή μία ουσία του ατόμου και δεν παύουν να είναι μεταξύ τους διαχωρισμένα σε τρία, έτσι είναι ενωμένα ο Πατέρας, ο Υιός και Πνεύμα σύμφωνα με τα γραπτά των παλαιών Πατέρων και Προφητών.

 

Ed 70 (2-4, 13, 15, 21, 24-25):

Το Βασίλειο του Θεού βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο. Ο θεμέλιος λίθος του είναι ο Χριστός, ο μόνος και μοναδικός Θεός και Κύριος Ουρανού και γης, τόσο χρονικά όσο και αιώ­νια, τόσο στο χώρο όσο και στο άπειρο. Σ’ Εκείνον πρέπει να πιστεύει η καρδιά, Εκείνον να αγαπά πάνω απ’ όλα και τον πλησίον, όπως τον ίδιο τον εαυτό της. Όταν ο άνθρωπος έ­χει εκπληρώσει πλήρως αυτές τις απλές προϋποθέσεις μέσα στην καρδιά του, τότε έχει ήδη βρει τη Βασιλεία του Θεού. Για όλα τα άλλα δεν είναι πια ανάγκη να νοιάζεται. Αυτά θα του δωρίζονται επιπλέον, κάθε φορά που χρειάζεται κάτι.

Γιατί ο πνευματικά αναγεννημένος ζει συνεχώς μέσα στο Πνεύμα και θεωρεί την εγκατάλειψη του σώμα­τος σαν θάνατο, τόσο όσο κάποιος που ξεντύνεται το βράδυ από το μανδύα του, ή όσο ένας αχθοφόρος που κουράζεται συνε­χώς από το φορτίο του μέχρι τελικά να το αφήσει στον προ­ορισμό του.

Τέτοιου είδους είναι και όλα τα υπόλοιπα σημάδια της
Πνευματικής Αναγέννησης. Βρίσκονται μόνο μέσα στον άν­θρωπο και γίνονται ορατά προς τα έξω μόνο όταν υπάρχει ανάγκη. Αυτό είναι και ένα χαρακτηριστικό σημάδι της πραγματικής Πνευματικής Αναγέννησης. Γι’ αυτό δεν πρέπει να περιμένει κανείς σαν συνέπειες της Πνευματικής Αναγέννη­σης οποιουδήποτε είδους ανούσιες θαυματουργικές πρά­ξεις, παρά μόνο εντελώς φυσικούς καρπούς ενός υγιούς Πνεύματος και μια Ψυχή που έγινε μέσα στο Πνεύμα αυτό υγιής.

Η Αγάπη προς Εμένα, η μεγάλη καλοσύνη της καρδιάς, η αγάπη για όλους τους ανθρώπους, αυτά είναι συγκεντρωμένα σε μια δέσμη όλα μαζί τα σωστά σημάδια της Πνευματικής Ανα­γέννησης. Εκεί όμως που η Αγάπη αυτή απουσιάζει και όπου η Ταπείνωση δεν έχει ακόμα γίνει αρκετά δυνατή, δεν ωφε­λούν σε τίποτα ούτε τα αποδεικτικά αγιοσύνης από τους αν­θρώπους, ούτε το ράσο, ούτε τα οράματα από τον κόσμο του Πνεύματος. Τέτοιοι άνθρωποι είναι συχνά πιο απομακρυσμέ­νοι από το Βασίλειο του Θεού, παρά ορισμένοι άλλοι που φαίνονται να έχουν πολύ πιο εγκόσμια όψη. Γιατί η Βασιλεία του Θεού δεν έρχεται ποτέ με εξωτερικές πομπώδεις επιδείξεις, παρά μόνο εσωτερικά, μέσα στη σιωπή και την αφάνεια της ανθρώπινης καρδιάς. Αυτά χαράξτε τα μέσα σας όσο πιο βαθιά μπορείτε, για να μπορέσετε έτσι να βρείτε τη Βασιλεία του Θεού πολύ πιο εύκολα απ’ ό,τι νομίζετε.

 

 

Εσωτερική παρατήρηση του εαυτού

 Gr. Εν. Joh. I/224 (8ff) (Ο Κύριος):

Τίποτα δεν βοηθά περισσότερο τον άνθρωπο στη σωτηρία του από την κατά διαστήματα εσωτερική παρατήρηση του εαυτού του. Όποιος θέλει να διερευνήσει τον εσωτερικό του κόσμο και τις δυνάμεις του, πρέπει να ερευνά και να κοι­τάζει με προσοχή πολύ συχνά τον εαυτό του.

Ησυχάστε και σκεφτείτε ζωντανά μέσα στην ησυχία γύρω από τον τρόπο ζωής σας και τις πράξεις σας, σκεφτείτε για το Θέλημα του Θεού που σας είναι γνωστό και ρωτήστε τον ε­αυτό σας αν το ακολουθήσατε στις διάφορες φάσεις της ζω­ής σας. Τότε θα έχετε παρατηρήσει εσωτερικά τον εαυτό σας και με τον τρόπο αυτό θα δυσκολεύετε όλο και περισσότερο το Σατανά να μπει στο δρόμο της ζωής σας. Γιατί ο Σατανάς δεν ασχολείται με τίποτα άλλα τόσο δραστήρια, όσο με το να ε­μποδίζει τον άνθρωπο στην εσωτερική παρατήρηση του εαυ­τού του με κάθε είδους εξωτερικές και ανούσιες επιθυμίες.

Όταν ο άνθρωπος αποκτήσει με την εξάσκηση κάποια δε­ξιοτεχνία στην παρατήρηση του εαυτού του, τότε μπορεί εύ­κολα και σύντομα να βρίσκει ποιες παγίδες του στήνει ο Σατανάς, να τις καταστρέφει και να τις αφανίζει ολοκληρωτικά, αποτρέποντας έτσι δραστικά όλες τις επιβουλές του ίδιου εχθρού. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Σατανάς, γι’ αυτό και ασχολείται με κάθε επιμέλεια να ελκύσει την προσοχή της Ψυχής προς τα έξω με κάθε είδους εξωτερικές επιδεί­ξεις. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί, κρυμμένος πίσω από τον τοίχο, να τοποθετήσει όλων των ειδών τις παγίδες για την Ψυχή, στις οποίες τόσο πολύ θα παγιδευτεί τελικά η Ψυχή, που ποτέ πια δεν θα μπορεί να φθάσει στο στάδιο της εσω­τερικής παρατήρησης του εαυτού της – και αυτό είναι πραγ­ματικά πολύ άσχημο. Γιατί με τον τρόπο αυτό η Ψυχή χωρί­ζεται όλο και περισσότερο από το Πνεύμα της και δεν μπορεί πια να το ξυπνήσει μέσα της. Και αυτή είναι ήδη η αρχή του δεύτερου θανάτου μέσα στον άνθρωπο.

Τώρα γνωρίζετε τι είναι η εσωτερική παρατήρηση του εαυ­τού σας. Εξασκηθείτε λοιπόν σ1 αυτό μέσα στην ησυχία και μην επιτρέψετε να σας ενοχλήσει κανένα εξωτερικό φαινό­μενο. Γιατί σίγουρα ο Σατανάς δεν θα παραιτηθεί από τίποτα για να μπορέσει να σας εμποδίσει με διάφορα εξωτερικά τε­χνάσματα. Τότε όμως θυμηθείτε πως σας έχω προειδοποιή­σει και επιστρέψτε γρήγορα μέσα σας ξανά!

 

 

Gr. Εν. Joh. 1/226 (1-4) (Ο Κύριος):

Και τώρα ας ησυχάσουμε και ας ασχοληθούμε με την εξά­σκηση στη συνεχή παρατήρηση του εσωτερικού εαυτού μας. Αυτή είναι η πραγματική γιορτή του Σαββάτου για το Θεό! Με τα λόγια αυτά από το στόμα Μου, ησύχασαν τα πάντα στο σπίτι και καθήσαμε με ησυχία για τρεις ώρες. Μετά είπα: «Τώρα το Σάββατο έχει ολοκληρωθεί και μπορούμε να χαρί­σουμε και στο σώμα μας την απαραίτητη ησυχία».

 

Η οικοδόμηση του εαυτού

 Gr. Εν. Joh. ΙΙ/75 (7-9) (Ο Κύριος στον Ιούδα):

Το μεγάλο μυστικό της αυτοδιαμόρφωσης του ανθρώπου βρίσκεται στο εξής: Μπορώ να κάνω για τον άνθρωπο τα πά­ντα και να παραμένει άνθρωπος. Η καρδιά του όμως του α­νήκει και θα πρέπει να τη διαμορφώσει μόνος του αν θέλει να ετοιμάσει για τον εαυτό του την αιώνια ζωή. Γιατί αν αρχίσω πρώτος Εγώ να επεξεργάζομαι την καρδιά του, τότε ο άν­θρωπος αυτός θα μετατραπεί σε μια μηχανή χωρίς να μπο­ρεί ποτέ να φθάσει στην ελεύθερη ανεξαρτησία του. Όταν όμως πάρει κανείς τη Διδασκαλία για το τι πρέπει να κάνει για να ετοιμάσει κατάλληλα την καρδιά του για το Θεό, τότε πρέπει να την ακολουθήσει εντελώς ελεύθερα και να δια­μορφώσει την καρδιά του σύμφωνα με τη Διδασκαλία που δέχτηκε.

Αφού λοιπόν διαμορφώσει, κτίσει, καθαρίσει και περιποιη­θεί την καρδιά του, τότε μόνο έρχομαι σ’ αυτήν «εν πνεύματι» και κατοικώ μέσα της. Έτσι, ολόκληρος ο άνθρωπος αναγεννάται μέσα στο Πνεύμα και ποτέ πια δεν μπορεί να χαθεί, γιατί έχει γίνει μαζί Μου, όπως Εγώ είμαι ένα με τον Πα­τέρα από τον Οποίο έρχομαι σ’ αυτό τον κόσμο. Και έρχομαι για να δείξω και να γεφυρώσω για όλους τους ανθρώπους, το δρόμο που πρέπει να περπατήσουν πνευματικά για να φθά­σουν στο Θεό μέσα στην πληρότητα της Αλήθειας. Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει και συ, όπως και ο καθένας σας, να αρχίσεις να δουλεύεις και να επεξεργάζεσαι την καρδιά σου, γιατί αλλιώς είσαι χαμένος -κι αν ακόμα σε είχα αναστήσει χιλιά­δες φορές από τον τάφο στη ζωή της σάρκας!

 

Ερμηνεία Κειμένων της Γραφής κεφ.5: «Τετέλεσται»! Τι όμως έχει τελεστεί, τι έχει ολοκληρωθεί; Ο δικός Μου αγώνας για σας. Γιατί δεν μπορώ ως Δημιουργός σας, Θεός και Κύριος και η ίδια η Αιώνια Ζωή, να κάνω τίποτα περισσότερο από το να δεχτώ πάνω Μου το δικό σας θάνατο, Έχει πραγματικά ολοκληρωθεί. Όχι όμως για σας αλλά για Μένα! Με άλλα λόγια: Έχω κάνει για σας όλα όσα μπορούν να γίνουν μέσα στις θεϊκές δυνατότητες. Γι’ αυτό έχω τελειώσει το έργο Μου για σας. Ζείτε όμως και σεις με τέτοιο τρόπο που το έργο Μου να μπορεί να ολοκλη­ρωθεί μέσα σας; Ω, ναι! Διαβάζετε και γράφετε με επιμέλεια και με ευχαρίστηση συζητάτε για Μένα. Αλλά σας λέω: «Α­φιερώστε σε Μένα έστω και μια ώρα την ημέρα, αντί στις εγκόσμιες απολαύσεις. Αγιάστε αυτή την ώρα ασχολούμε­νοι μόνο με Μένα και τίποτα άλλο!» Ω, τότε θα βρείτε εκατό δικαιολογίες και εκατό εγκόσμιες σκέψεις θα περιστρέφο­νται σαν ανεμοστρόβιλος γύρω από μία και μοναδική σας Πνευματική σκέψη.

Θα εμφανιστούν όλων των ειδών οι εγκόσμιες δικαιολο­γίες. Και όταν κανείς αποφασίσει να τηρήσει αυτή την ώρα, τότε σίγουρα δεν θα το κάνει με χαρά αλλά μάλλον με μια λεπτή και άβολη δειλία για κάτι τέτοιο, μετρώντας συ­χνά τα λεπτά της ώρας και πολλές φορές ακόμα περιμένο­ντας με υπομονή το τέλος της ώρας που Μου έχει αφιερώ­σει. Κι αν επιπλέον εμφανιστεί στο ενδιάμεσο οποιαδήποτε ασήμαντη εγκόσμια ασχολία, τότε ή θα ακυρώσει την ώρα αυτή ή, το λιγότερο, θα τη μεταθέσει σε μια τέτοια περίοδο της ημέρας, όπου συνήθως οι θνητοί βυθίζονται στον ευερ­γετικό ύπνο.

Κοιτάξτε. Όλα αυτά για Μένα είναι ξύδι και χολή! Και τίποτα ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί μέσα σας από όλα όσα έκανα για σας από απέραντη Αγάπη, για να σας φέρω ξανά στο δρό­μο της Ζωής. Γιατί, για να ολοκληρωθούν μέσα σας, είναι α­παραίτητο ο καθένας σας να αρνηθεί τον εαυτό του από πραγματική αγάπη για Μένα, να πάρει το σταυρό του και να Με ακολουθήσει πιστά!

 

Gr. Εν. Joh. VIII/61 (9-14) (Ο Κύριος): Σκεφτείτε και πέστε Μου: Ας πούμε πως υπήρχε κάποιος έμπορος που ήξερε πού θα μπορούσε να αγοράσει το μεγα­λύτερο μαργαριτάρι αμύθητης αξίας σε πολύ καλή τιμή. Δεν θα ήταν πραγματικά πολύ ανόητος αν -ακόμα κι αν δεν είχε ικανοποιητική ρευστότητα χρημάτων- δεν έτρεχε αμέσως να πωλήσει όλα τα υπάρχοντα του και να αγοράσει το ανεκτί­μητο αυτό μαργαριτάρι;

Κοιτάξτε. Το ίδιο συμβαίνει και με την αξία της Αναγέννη­σης της Ψυχής μέσα στο Πνεύμα Μου. Δεν αξίζει το Πνεύμα Μου τόσο, ώστε να απαρνηθεί κάποιος δίκαιος άνθρωπος όλους τους επίγειους θησαυρούς και με όλη του τη δύναμη να συγκεντρωθεί στο πιο μεγάλο μαργαριτά­ρι, δηλαδή την Αναγέννηση της Ψυχής του μέσα στο Πνεύμα Μου; Ή πάλι, δεν θα ήταν καλύτερα να νοιάζε­ται κανείς και να φροντίζει για την αιώνια ζωή της Ψυχής του παρά για τους παροδικούς θησαυρούς του κόσμου, που πα­ρέρχονται και σαπίζουν χωρίς να τον αφήνουν σχεδόν ποτέ να επιστρέψει στην καθαρή ζωή της Ψυχής;

Είναι πράγματι αλήθεια πως κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής, η Ψυχή κάνει δικά της όλα όσα μέσα στη σάρκα είναι όμοια της. Τα μεταμορφώνει σύμφωνα με τη δική της φύση και μετά την πλήρη απόρριψη της σάρκας με το θάνατο, αρχί­ζει σιγά-σιγά να δημιουργεί από τα στοιχεία αυτά -και πιο συγκεκριμένα από την αιθερική μορφή των στοιχείων αυτών που απελευθερώνονται κατά τη διαδικασία της σήψης του σώματος- το αντίστοιχο ένδυμα της. Αυτό όμως δεν είναι ο μισθός της ζωής της, αλλά απλά μια ιδιομορφία της ζωής κάθε Ψυχής, που έχει τη βάση της στη δική Μου Τάξη και είναι έργο δικό Μου και μόνο.

Αυτό που είναι σίγουρα αλήθεια είναι πως μια καθαρή Ψυχή που έζησε σύμφωνα με τη θέληση Μου, αφομοιώνει μέσα της πολύ περισσότερα στοιχεία από το γήινο σώμα της από όσα μια ακάθαρτη κι αμαρτωλή Ψυχή. Γιατί αν ήδη στη γη το αγνό σώμα της καθαρής Ψυχής ήταν ένα κόσμημα γι1 αυτήν, τότε στην πνευματοποιημένη του κατάσταση σίγουρα θα ομορ­φαίνει την Ψυχή ακόμη περισσότερο. Αλλά ούτε κι αυτό ανήκει στο μισθό της Ψυχής, γιατί είναι στην πραγματικότητα ένα φιλοδώρημα στην Ψυχή με δική Μου ρύθμιση. Και θα ήταν και πάλι για την Ψυχή ανοησία, έστω και για μια στιγ­μή στη μετά θάνατο αιώνια ζωή της, να ασχοληθεί με τον ε­πίγειο αυτό θησαυρό της, που ανήκει έτσι κι αλλιώς στο Εγώ της. Ναι, η έγνοια της για κάτι τέτοιο θα συγκρινόταν με τους ανόητους εκείνους γονείς, που πάνω απ1 όλα νοιάζονται για την όμορφη και χαριτωμένη εμφάνιση των παιδιών τους και για την εκπλήρωση της ανόητης αυτής ματαιοδοξίας τους, χωρίς συνάμα να σκέφτονται πως το μεγάλωμα και η διάπλαση παιδιών τους εξαρτώνται μόνο από τη Θεία Θέληση και κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να αλλάξει οτιδήποτε.

Για κάθε Ψυχή λοιπόν, το μόνο που είναι απόλυτα αναγκαίο
είναι να ζητήσει και να βρει μέσα της, μέσα στο μικρό χώρο
της βασικής ζωής της στην καρδιά, το Βασίλειο Μου της Ζω­ής. Όλα τα άλλα θα της χαριστούν από Μένα σαν ελεύθερη παραχώρηση.

 

Gr. Εν. Joh. VIII/57 (12) (Ο Κύριος): Μέσα σ’ αυτόν το μικρό χώρο της καρδιάς, κατοικεί το πραγματικό Πνεύμα από το Θεό. Όταν λοιπόν η Ψυχή του ανθρώπου εισέλθει μέσα στο μικρό αυτό χώρο με τη σωστή Ταπείνωση, Υπακοή και ακόμα με την αγάπη του δίκαιου αν­θρώπου προς την Αιώνια Αγάπη του Θεού που υπάρχει και δεν πλάστηκε από κανέναν, τότε ενώνεται η Ψυχή με το Αιώ­νιο Πνεύμα από το Θεό. Το Θείο Πνεύμα του Δημιουργού, ενώνεται με τη σειρά του με την Ψυχή-δημιούργημα και αυ­τό είναι η Αναγέννηση της Ψυχής μέσα στο Πνεύμα από το Θεό.

 

  1. R. ΒΙ. ΙΙ/278 (4, 6) (Ο Κύριος):

Το Βασίλειο Μου βρίσκεται λοιπόν στη μικρή καρδιά του κάθε ανθρώπου. Όποιος θέλει να μπει μέσα σ’ Αυτό, πρέπει να μπει μέσα στην ίδια του την καρδιά και να δημιουργήσει εκεί μια μικρή θέση ησυχίας που θα ονομάζεται Ταπείνωση, Αγάπη και Ευχαρίστηση. Όταν θα έχει έρθει σε Τάξη μέσα στο χώρο αυτό της καρδιάς του, θα έχει ήδη βρει την αιώνια Ευτυχία του. Η όλη απόσταση είναι πολύ μικρή, δεν είναι με­γαλύτερη από τρεις σπιθαμές. Είναι η απόσταση που χωρίζει το κεφάλι από το κέντρο της καρδιάς. Όταν θα έχετε διανύ­σει αυτή την απόσταση, θα βρίσκεστε ήδη στον Ουρανό. Μη νομίζετε λοιπόν πως θα πρέπει να κάνουμε μια ανύψωση προς τ’ αστέρια. Αντίθετα! Θα κάνουμε μια βύθιση μέσα στην ίδια μας την καρδιά. Εκεί θα βρούμε τον Ουρανό μας και την αληθινή Αιώνια Ζωή!

 

Jug. 298(8-13)

Ο κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει μέσα του ορισμένες αδυ­ναμίες. Αυτές θα είναι τα συνηθισμένα δεσμά του σώματος του, με τα οποία θα είναι δεμένος σαν μέσα σε ένα περίβλη­μα. Τα δεσμά αυτά μπορούν να διαλυθούν μόνο όταν η Ψυχή του που είναι αναμεμιγμένη με τη σάρκα δυναμώσει τόσο πολύ με τη σωστή αυταπάρνηση, που να έχει γίνει τόσο στε­ρεή, ώστε να μπορεί να συγκρατήσει και να περιβάλει το Πνεύμα. Για το λόγο αυτό ο άνθρωπος μπορεί να εντοπίσει και βιώσει τις αδυναμίες του κατά τη διάρκεια των πειρασμών, δηλαδή «πού και πώς» είναι δεμένο το Πνεύμα του. Όταν αρνηθεί μέσα στην Ψυχή του τον ίδιο του τον ε­αυτό στα σημεία αυτά που θα εντοπίσει, τότε λύει τα δεσμά του Πνεύματος του και δένει με τα δεσμά αυτά την Ψυχή του. Όταν στο σωστό χρόνο έχει ήδη η Ψυχή δεθεί με όλα τα προηγούμενα δεσμά του Πνεύματος, τότε εντελώς ελεύθε­ρα και φυσικά το Πνεύμα διαπερνά ολόκληρη την ενισχυμένη πια Ψυχή. Η Ψυχή φθάνει τότε σε κάθε Ουράνια Εξουσία, Πνευματική Τελειότητα και γίνεται για πάντα ένα με το Πνεύ­μα!

 

Ο δρόμος για την ένωση με το Πνεύμα

 

Gr.Ev.Joh.VII/150 (14-16) (Ο Κύριος):

Προσπαθήστε πάνω απ’ όλα να αποκτήσετε το αίσθημα της ζωής σας σύμφωνα με τη Διδασκαλία Μου και ενδυναμωθείτε. Νιώστε μαζί με το φτωχό την ανάγκη του και ανακουφήστε τον όσο μπορείτε, ανάλογα με τη δύναμη και την ικανότητα σας. Να παρηγορείτε τους λυπημένους, να ντύνετε τους γυ­μνούς, να δίνετε τροφή στους πεινασμένους, νερό στους διψασμένους, βοηθήστε όσο και όπως μπορείτε τους αρρώ­στους, λυτρώστε τους φυλακισμένους και να κηρύξετε το Ευαγγέλιο Μου στους Πνευματικά φτωχούς. Αυτά θα υψώ­σουν τα αισθήματα σας μέχρι τον Ουρανό και ο χαρακτή­ρας σας, η Ψυχή σας, θα γίνουν σύντομα και εύκολα μέσα σ’ αυτό τον αληθινό τρόπο ζωής ένα με το Θεό. Έτσι θα συμμε­ριστείτε την κάθε Σοφία και Δύναμη Του. Κι αυτά σίγουρα θα είναι πολύ περισσότερα από όσα μπορεί να ξέρει κανείς μέ­σα στον κόσμο, παραμένοντας ένας άνθρωπος χωρίς συναι­σθήματα και συμπόνια για τους συνανθρώπους του και δίνο­ντας μαρτυρία στον εαυτό με το εξασθενισμένο του συναί­σθημα, πως η πραγματική ζωή του Πνεύματος απέχει ακόμα πολύ απ’ Αυτόν.

Σας λέγω: Το Πνεύμα, το μόνο αληθινά ζωντανό μέσα στον άνθρωπο, είναι αγνή Αγάπη και είναι το γλυκό συναίσθημα της Αγάπης, αιώνια πρόθυμο να προσφέρει το καλό. Όποιος λοιπόν προσπαθεί ακόμα και μέσα στη φιλαυτία του να δέχε­ται όλο και περισσότερο μια τέτοια Αγάπη και τα συναισθή­ματα της και να τη δυναμώνει, να γίνεται πιο θαρραλέος και διαλλακτικός, αυτός προωθεί έτσι την ένωση του Πνεύματος με την Ψυχή του. Κι αν η Ψυχή του μεταβληθεί σε αγνή Αγάπη και Σοφία μέσα στα ευαίσθητα και ευεργετικά συναισθήματα της, τότε θα είναι ήδη ένα με το Πνεύμα της και θα έχει φθά­σει στη ζωντανή κατάκτηση κάθε θαυμαστής ικανότητας ζω­ής και ύπαρξης του Πνεύματος. Αυτό σίγουρα θα αξίζει πολύ περισσότερα από όλες τις ικανότητες που μπορεί να πάρει από τις σχολές των «σοφών του κόσμου», στις οποίες δεν θα είναι παρά ένας άνθρωπος που θα παραμείνει αυστη­ρός, σκληρός και χωρίς συναισθήματα.

Αφήστε λοιπόν προς το παρόν κάθε έρευνα που αφορά τις πολύμορφες εμφανίσεις και αναλογίες των πραγμάτων, των αιτιών και αποτελεσμάτων στον κόσμο αυτό, γιατί όλα αυτά δεν είναι απαραίτητα και δεν θα φέρουν την Ψυχή ούτε και σε εκατό χρόνια, έστω και στο ελάχιστο πιο κοντά στο στόχο της ζωής της. Γιατί με αυτά δεν μπορεί η Ψυχή να φθάσει σε κα­μιά αληθινή εσωτερική αναγνώριση παρά μόνο σε μια εξωτε­ρική, επιφανειακή και μερική γνώση των πραγμάτων με τυ­φλές εικασίες, από τις οποίες δεν θα προκύψει καμία ταξι­νομημένη γνώση και αναγνώριση με τους σωστούς συσχετι­σμούς. Σε μια τέτοια περίπτωση, η Ψυχή βρίσκεται σε μια διαρκή, φοβισμένη αναζήτηση από την οποία δεν προκύπτει παρά ελάχιστη ωφέλεια για τη ζωή της.

 

Gr. Εν. Joh. Ι/214 (10-11) (Ο άγγελος στον Φιλόπολδο): Το Πνεύμα που έχει τοποθετηθεί μέσα στην Ψυχή, πρέπει κατ’ αρχήν να την εκπαιδεύσει στην τήρηση των εξωτερικών νόμων. Όταν η Ψυχή φθάσει με τον τρόπο αυτό στον κατάλ­ληλο βαθμό ωριμότητας και εκπαίδευσης, τότε το Πνεύμα τη διαπερνά εντελώς και έτσι ολόκληρος ο άνθρωπος τελειο­ποιείται, γίνεται μια νέα κτίση, μια κτίση από το Θεό. Γιατί το Πνεύμα του ανθρώπου δεν είναι τίποτε άλλο από ένα Θεό στο μικρότερο δυνατό μέγεθος, γιατί προέρχεται εξ ο­λοκλήρου από την Καρδιά του Θεού. Ο άνθρωπος όμως, δεν φθάνει στο σημείο αυτό με τα έργα του Θεού αλλά μόνο με τα δικά του έργα -γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι ένα γνήσιο Παιδί Θεού. Και σας το λέω για μια ακόμη φορά: Οι άνθρωποι πρέπει πρώτα να διαμορφώσουν πλήρως τους εαυτούς τους σύμφωνα με τη φανερωμένη Θεία Τάξη, γιατί αλλιώς ποτέ δεν θα μπορέσουν να γίνουν Παιδιά του Θεού! Ο άνθρωπος που τελειοποιείται σ’ αυτή τη γη σαν Παιδί του Θεού, είναι στα πάντα όμοιος με το Θεό. Ένας όμως ατελής άνθρωπος, βρίσκεται πολλές φορές πολύ πιο χαμηλά από το βασί­λειο των ζώων!

 

Gr. Εν. Joh, ΙΙ/41 (5) (Ο Κύριος στη Σάρα):

Όποιος ξυπνήσει μέσα του την Αγάπη για Μένα, ξυπνά μέ­σα του το Πνεύμα που του έχω δώσει. Και αυτό το Πνεύμα είμαι Εγώ ο ίδιος, αφού εκτός από Μένα δεν υπάρχει στους αιώνες κανένα άλλο Πνεύμα ζωής. Έτσι ο άνθρωπος γεννιέ­ται ολοκληρωτικά στην αιώνια ζωή και από τη στιγμή εκείνη δεν μπορεί πια ούτε να πεθάνει αλλά ούτε και να κα­ταστραφεί, γιατί είναι ένα μαζί Μου. Γι’ αυτό, μη νομίζεις πως η αγάπη σου για Μένα είναι ανόητη. Αντίθετα, είναι όπως πρέπει να είναι! Μείνε στην αγάπη αυτή και ποτέ πια δεν θα δεις ή θα γνωρίσεις το θάνατο!

 

Gr. Εν, Joh. IV/220 (6-8, 10) (Ο Κύριος):

Γι’ αυτό ήρθα στον κόσμο. Για να σας διδάξω τη σωστή ε­πιστροφή στη δική Μου Τάξη και το σωστό δρόμο που θα ακολουθείτε μέχρι να φθάσετε κοντά στην Αναγέννηση του Πνεύματος και της Ψυχής. Τότε μόνο θα είναι αδιανόη­το και αδύνατο να ξαναπέσετε στο κακό.

Η πορεία αυτή πρέπει να δρομολογηθεί. Γιατί σ’ αυτούς που έπεσαν κάποτε, δεν μπορεί να δοθεί καμιά βοήθεια για την επιστροφή της Ψυχής «μπαλώ­νοντας» τις καταστάσεις. Ναι, η Ψυχή πρέπει να επιστρέψει εντελώς, για να μπορέσει το Πνεύμα να αναγεννηθεί μέσα της. Μια «μπαλωμένη» όμως ψυχική κατάσταση δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί, γιατί η εξουσία του κόσμου και τα πρό­σκαιρα οφέλη που της υπόσχεται θα την οδηγήσουν, με την πρώτη ευκαιρία δυνατού δελεασμού, ξανά στην παλιά και συ­νηθισμένη κατάσταση της πτώσης.

Για να αποφευχθεί αυτό όσο το δυνατό περισσότερο, έχω χαράξει το Δρόμο με τέτοιο τρόπο, ώστε το Πνεύμα Μου -που τοποθέτησα τώρα σαν μια σπίθα της Πατρικής Μου Α­γάπης στην καρδιά κάθε Ψυχής- να μπορεί να ενδυναμωθεί μέσα στην Ψυχή και, φθάνοντας το σωστό μέγεθος και δύνα­μη, να ενωθεί πλήρως με τη βελτιωμένη Ψυχή και να γίνει ένα μαζί της. Αυτή η πράξη πρέπει -και θα ονομάζεται- «Ανα­γέννηση του Πνεύματος». Μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την αγάπη σας για Μένα και από αυτή, με την αληθινή και έμπρακτη Αγάπη προς τον πλησίον. Γιατί αυτή ακριβώς η Α­γάπη αποτελεί την τροφή του Πνεύματος Μου μέσα στην Ψυ­χή σας.

Η σπίθα της Αγάπης Μου εμφυτεύεται πλήρως στην καρδιά της Ψυχής, όταν ο άνθρωπος ακούσει το Λόγο Μου και τον δεχτεί μέσα του με πίστη και με κάθε αγάπη για την Αλήθεια. Μέχρι να γίνει αυτό, δεν μπορεί να φθάσει στην Πνευματική Αναγέννηση. Γιατί χωρίς το Λόγο Μου, το Λόγο αυτό που σας δίνω τώρα, δεν μπορεί να έρθει η σπίθα της Αγάπης Μου στην καρδιά της Ψυχής σας. Και όπου Αυτή λεί­πει, δεν μπορεί φυσικά ούτε και να μεγαλώσει, αλλά ούτε και να ωριμάσει μέσα στην Ψυχή για να αναγεννηθεί μέσα της.

 

Gr.Ev.Joh.VII/54 (11-13) (Ο Κύριος στο Νικόδημο):

Μέσα στις Εντολές βρίσκεται ολόκληρη η Θεία Σοφία και επομένως κάθε Θεϊκή Εξουσία και Δύναμη. Κι αυτό γιατί μέ­σα στις Εντολές αυτές περιέχεται η Πάνσοφη και Παντοδύ­ναμη Θεία Θέληση και μέσω της η ύψιστη Ελευθερία.

Όποιος λοιπόν κάνει δική του τη Θεία Θέληση με την τήρη­ση των Εντολών, αυτός θα έχει μαζί και τη Θεία Εξουσία και Ελευθερία. Θα έχει φτάσει στην κατάσταση της Πνευματικής Αναγέννησης και θα είναι πια ένα αληθινό Παιδί του Θεού, τέλειος, όπως ο ίδιος ο Ουράνιος Πατέρας του.

Και το λέω σε όλους σας: Ακριβώς με την τήρηση των Θείων Εντολών, πρέπει να προσπαθήσετε, όσο ακόμα είστε στη γη, να γίνετε τέλειοι όπως και ο Ουράνιος Πατέρας σας. Τότε θα μπορείτε να κάνετε όλα όσα κάνω και ακόμα περισ­σότερα. Κι όταν βρίσκεστε στην κατάσταση εκείνη, θα είστε ήδη κάτοικοι της Νέας Ιερουσαλήμ!

 

Gr. Εν. Joh. VII/69 (6-7) (Ο άγγελος):

Το εσωτερικό Πνεύμα εργάζεται συνεχώς με στόχο να κά­νει την Ψυχή, όσο πιο σύντομα γίνεται, πιο ώριμη και εντελώς ελεύθερη. Δεν θα μπορούσε όμως να εξασκήσει πάνω της τον παραμικρό εξαναγκασμό. Γιατί τότε η Ψυχή θα γινόταν πολύ πιο υλική και σκλαβωμένη από όσο θα μπορούσε να γίνει από τις επιδράσεις του εξωτερικού κόσμου. Γιατί δόθη­κε στην Ψυχή, μέσα στο σώμα της, μια δική της θέληση και νόηση. Έτσι θα μπορεί, διδασκόμενη από έξω, να καθορίζει την πορεία της και να οδηγηθεί σε μια κατάσταση που να α­παλλάσσεται όλο και περισσότερο από την εγκοσμιότητά της και να βαδίζει σταθερά στον καθαρά Πνευματικό δρόμο. Α­νάλογα με το βαθμό όμως που η Ψυχή δραστηριοποιείται στο δρόμο αυτό, ενώνεται με το εσωτερικό, καθαρό Πνεύμα της που προέρχεται από τον κόσμο της αθανασίας. Και όταν, με την όλο και πιο καθαρή νόηση και επομένως με την όλο και πιο ελεύθερη θέληση, απαλλαγεί η Ψυχή από τα εγκόσμια, τότε θα μπορέ­σει να γίνει όμοια και ένα με το Πνεύμα της. Την ένωση αυτή ονομάζουμε Πνευματική Αναγέννηση.

 

Gr. Εν. Joh. ΙΧ/102 (8) (Ο Κύριος):

Από τι όμως αποτελείται αυτή η Θεία Δύναμη μέσα στον άνθρωπο; Αποτελείται από την αληθινή και αγνή Αγάπη προς το Θεό! Από τη Σοφία εκείνη που πηγάζει από μια τέτοια Α­γάπη και υπερθεματίζει στα πάντα. Από τη σωστή Αγάπη προς στον πλησίον που προέρχεται από αυτήν και ακόμα, από την Καλοσύνη, Ταπείνωση και Αυταπάρνηση απέναντι στα θέλγη­τρα του κόσμου. Όποιος γίνει δυνατός σε όλα αυτά, έχει ήδη μέσα του τη Δύναμη του Θεού. Με την ένωση του Πνεύματος της Θείας Εξουσίας με την Ψυχή του, έχει γίνει εντελώς ένα με το Θεό και έτσι έχει υψωθεί πάνω από τον εξαναγκασμό του χρόνου και του χώρου, και επομένως πάνω από κάθε Κρί­ση, πάνω από κάθε θάνατο. Έχει αποκτήσει λοιπόν από το Θεό και μέσα στο Θεό αυτοκυριαρχία. Δεν έχει πια να φοβη­θεί ποτέ και τίποτα από την «Οργή του Θεού», που είναι η Παντοδύναμη Του Θέληση, ούτε και από την αλύγιστη Θεία Σοβαρότητα, που στηρίζει τα πάντα στο χρόνο και στο χώρο – όπως ακριβώς κι ο ίδιος ο Θεός δεν μπορεί να φοβάται τον εαυτό Του, Γιατί ο άνθρωπος θα έχει γίνει πια ένα με το Θεό, με τον τρόπο που σας έχω ήδη παραστήσει καθαρά.

 

Gr. Εν. Joh. ΙΧ/108 (4-5) (Ο Κύριος):

Πάντα ένα και το αυτό Πνεύμα επενεργεί στα πάντα εντε­λώς μόνο του, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Γιατί το Πνεύμα, είναι εξ αρχής η βάση για όλα και έτσι θα είναι για πάντα. Όλα όσα υπάρχουν, στη βάση τους δεν είναι τίποτα άλλο από την Εξουσία του Πνεύματος, τη Δύναμη, την Αγάπη, τη Σοφία, τη Θέληση.

Ο κάθε άνθρωπος έχει μέσα του ένα τέτοιο Πνεύμα. Το Πνεύμα όμως αυτό, θα μπορέσει να εκδηλωθεί τότε μόνο, όταν ο άνθρωπος δραστηριοποιηθεί πλήρως σύμφωνα με τη γνωστή του Θεία Θέληση. Θα ενώσει έτσι το Πνεύμα με την Ψυχή του, ακολουθώντας το δρόμο της αγνής Αγάπης προς το Θεό και εμπνεόμενος από αυτή την Αγάπη, αγαπώντας τον πλη­σίον του. Η ίδια η Ψυχή του θα μετατραπεί σε αγνή Αγάπη και σε Θεία Θέληση. Όταν γίνει αυτό, ο άνθρωπος θα έχει γίνει όμοιος με το Θεό και θα κάνει όλα όσα ο εξωτερικός ανθρώπινος νους δεν μπορεί ποτέ του να φανταστεί έστω και σαν έννοιες.

 

Gr.Ev.Joh.III/171 (4-8,11-14) (Ο Κύριος στην Ιάρα):

Τότε μόνο θα μπορέσετε όλοι να καταλάβετε τη Νέα Γέννηση ή Αναγέννηση του Πνεύματος, όταν ο Υιός του Ανθρώπου αναληφθεί μπροστά στα μάτια σας από τη γη σαν άνθρωπος, όπως τότε ο Ηλίας! Μόνο μετά απ’ αυτό θα δώσω σε όλους τους ανθρώπους το Πνεύμα Μου από τους ουρανούς, γεμάτο με Αλήθεια και Δύναμη. Τότε μόνο θα είναι δυνατή η Πνευματική Αναγέννηση και τότε μόνο και εσείς θα καταλάβετε και θα αναγνωρίσετε τη Νέα Γέννηση του Πνεύματός σας.

Μέχρι τότε όμως κανένας δεν μπορεί να αναγεννηθεί Πνευματικά, αρχίζοντας από τον Αδάμ ούτε ακόμα. Ο ίδιος ο Μωυσής και όλοι οι Προφήτες. Αλλά με την πράξη μου αυτή που φανέρωσα τώρα σε σένα και στους άλλους (Ανάληψη), θα λάβουν μέρος στην Πνευ­ματική Αναγέννηση όλοι οι άνθρωποι που γεννήθηκαν στον κόσμο από την εποχή του Αδάμ και οι οποίοι στη ζωή τους μέσα στο σώμα είχαν τουλάχιστο μια καλή θέληση, έστω κι αν δεν έπρατταν πάντα σύμφωνα μ1 αυτή. Γιατί υπάρχουν α­κόμα πολλοί άνθρωποι που έχουν την καλύτερη θέληση να κάνουν κάτι σωστό και να το πραγματοποιήσουν. Όμως δεν έχουν τα κατάλληλα μέσα, τις εξωτερικές δυνάμεις και την επιτηδειότητα που χρειάζεται, όπως χρειάζεται κα­νείς τα μάτια για να βλέπει. Σε τέτοιες λοιπόν περιπτώ­σεις, είναι για Μένα αρκετή η καλή τους θέληση, που τη θε­ωρώ σαν ήδη ολοκληρωμένη πράξη.

Θέλω να σου δώσω ένα παράδειγμα. Κοίταξε! Ας πούμε πως έχεις την πιο καλή θέληση να βοηθήσεις έναν πολύ φτω­χό άνθρωπο που ζήτησε τη βοήθεια σου. Επειδή όμως δεν έχεις δική σου περιουσία, πηγαίνεις και ζητάς από τον έναν και τον άλλο πλούσιο και τον παρακαλάς με όλες σου τις δυ­νάμεις να δώσει μια βοήθεια στον φτωχό. Δεν την παίρνεις όμως λόγω της σκληρής καρδιάς των πλουσίων, και έτσι πρέ­πει να αφήσεις τον φτωχό να φύγει από σένα χωρίς καμιά υποστήριξη. Κλαις για τον αδελφό σου και τον παραδίδεις στο Θεό και Κύριο. Κοίταξε. Στην περίπτωση αυτή, η θέληση σου είναι σαν το ίδιο το έργο, έμπρακτα ολοκληρωμένο!

Και τέτοιοι άνθρωποι υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρξουν πολλοί. Όλοι αυτοί θα λάβουν μέρος στην Αναγέννηση του Πνεύματος μέσα στην Ψυχή τους. Σου έχω δείξει όσο πιο καθαρά γίνεται την αιτία που ακόμα δεν μπορείς, αλλά ούτε και οι άλλοι, να καταλάβεις οωστά από τι ακριβώς αποτελείται η Πνευματική Αναγέννηση. Όταν όμως σύντομα θα έρθει ο καιρός που θα αναγεννηθείς μέσα στο Πνεύμα σου, τότε μόνο θα μπορέσεις να αντιληφθείς πλήρως γιατί μέχρι τώρα δεν μπορούσες να καταλάβεις!

 

Gr. Εν. Joh. ΙΙΙ/180 (3-8) (Ο άγγελος στο Φιλόπολδο):

Παρόλο όμως που ο Θεός είναι Κύριος μέσα στη Σοφία και Μεγαλειότητα της Δύναμης Του και είναι άπειρος, βρίσκεται εδώ μέσα στην Αγάπη του Πατέρα σαν περιορισμένος άν­θρωπος μεταξύ σας. Κι αυτή ακριβώς η Αγάπη που φανερώ­νει Εκείνον σαν άνθρωπο μπροστά σας, κάνει κι εμάς τους αγγέλους του επίσης ορατούς ανθρώπους μπροστά σας. Για­τί αλλιώς θα είμαστε μόνο Φως και Φωτιά που διατρέχουν τους άπειρους χώρους σαν μεγάλες σκέψεις δημιουργίας, γεμάτες με Λόγο, Δύναμη και Θέληση μέσα στους αιώνες!

Το Πνεύμα όμως, κι ακόμα περισσότερο την πραγματική Φλό­γα Αγάπης από την Καρδιά του Θεού -από την οποία θα γί­νετε στην πραγματικότητα αληθινά Παιδιά Του- το παίρνει ο γήινος άνθρωπος για πρώτη φορά τώρα. Επομένως, βρίσκε­στε αφάνταστα πιο μπροστά από εμάς. Κι εμείς θα πρέπει να ακολουθήσουμε το δικό σας δρόμο (της γήινης ύπαρξης), για να μπορέσουμε να γίνουμε όμοιοι με σας.

Όσο εμείς οι άγγελοι μένουμε όπως είμαστε τώρα, δεν εί­μαστε παρά τα χέρια και τα δάκτυλα του Κυρίου και ησυχά­ζουμε ή κινούμαστε για δράση, μόνο όταν πάρουμε από τον Κύριο το ανάλογο ερέθισμα. Όπως δηλαδή κινείτε εσείς τα χέρια και τα δάκτυλα σας. Όλα σε μας ανήκουν στον Κύριο. Τίποτε πάνω μας δεν είναι δικό μας και αυτεξούσιο και στην πραγματικότητα, όλα επάνω μας είναι ο Ίδιος ο Κύριος!

Εσείς όμως, προορίζεστε να γίνετε μέσα σε πλήρη ανεξαρ­τησία εκείνο ακριβώς που είναι ο Ίδιος ο Κύριος. Γιατί για σας θα λεχθεί από τον Κύριο: «Να είστε τέλειοι σε όλα, ό­πως τέλειος είναι και ο Ουράνιος Πατέρας σας!» Όταν όμως ο Κύριος θα σας πει κάτι τέτοιο, τότε θα καταλάβετε πραγμα­τικά για πόσο μεγάλο έργο έχετε κληθεί και προορίζεστε και πόσο άπειρα μεγάλη διαφορά υπάρχει μεταξύ ημών των αγγέλων κι εσάς!

Τώρα δεν είστε βέβαια παρά έμβρυα μέσα στη μήτρα, που δεν μπορούν με τη δική τους πολύ μικρή δύναμη να κτίζουν σπίτια. Όταν όμως θα γεννηθείτε από την αληθινή Μήτρα του Πνεύματος, τότε θα μπορέσετε να πραγματοποιήσετε όλα όσα κάνει ο Ίδιος ο Κύριος!

 

Gr. Εν. Joh. IV/133 (8-9) (Ο Κύριος στο Μαθαήλ):

Για να μπορέσετε να συλλάβετε σε όλο το απύθμενο βάθος το Μυστήριο της Βασιλείας του Θεού, πρέπει πρώτα να ανα­γεννηθείτε μέσα στο Πνεύμα- κάτι που προς το παρόν είναι αδύνατο. Μόνο όταν ο Υιός του ανθρώπου επιστρέψει εκεί απ’ όπου ήρθε, θα στείλει σε σας το Πνεύμα, της Αλήθειας που είναι Άγιο. Εκείνο (το Πνεύμα) θα σας αφυπνίσει εντε­λώς, θα τελειοποιήσει τις καρδιές σας και θα αφυπνίσει το Πνεύμα της Αλήθειας μέσα σας, δηλαδή, μέσα στην καρδιά της ψυχής σας. Και τότε θα δείτε και θα αντιληφθείτε τα πά­ντα μέσα σε δυνατό φως, όλα όσα αντιλαμβάνονται οι άγγε­λοι και μάλιστα σε όλο τους το βάθος.

Αυτό όμως που σας δείχνω και σας εξηγώ τώρα, είναι απλά μια πρόγευση από όσα θα σας δώσει σε πληρότητα το Πνεύ­μα. Θα μπορούσα να σας πω πολλά ακόμα, αλλά δεν μπορείτε στο παρόν στάδιο να τα αντέξετε. Όταν όμως θα έρθει το Πνεύμα της Αλήθειας, Εκείνο θα σας οδηγήσει και θα σας υποδείξει την κάθε Σοφία!

 

Gr. Εν. Joh. VI/142 (8) (Ο Κύριος):

Όταν όμως σε λίγο καιρό θα εγκαταλείψω και πάλι σαν πρό­σωπο τη γη, τότε θα στείλω το Άγιο Πνεύμα της Αλήθειας σε όλους τους πιστούς Μου μαθητές και αδελφούς. Αυτό θα τους κατευθύνει, θα τους οδηγήσει και θα τους εξυψώσει τότε σε κάθε Αλήθεια, Σοφία, Εξουσία και Δύναμη. Και οι Ψυ­χές τους θα ενωθούν με το αθάνατο Πνεύμα τους της Αγά­πης από το Θεό, πραγματοποιώντας έτσι την Αναγέννηση του Πνεύματος. Γιατί χωρίς αυτή, δεν μπορεί να υπάρξει κα­μιά αληθινή και ελεύθερη αιώνια ζωή, παρά μόνο μια δεσμευμένη και καταδικασμένη, που συγκρινόμενη με την αληθινή και ε­λεύθερη ζωή του Πνεύματος, είναι ένας πραγματικός θάνα­τος.

 

Gr. Εν. Joh. VII/129 (10) (Ο Κύριος στον Ιωάννη):

Πρέπει πρώτα Εγώ ο ίδιος να είμαι μέσα Μου πλήρως ο από αιώνων Θεός, για να μπορέσω να σας στείλω και να σας δώ­σω το Πνεύμα Μου. Όταν όμως Αυτό έρθει, τότε θα σας κα­θοδηγήσει σε όλα και σε κάθε Αλήθεια που δεν έχετε κατα­λάβει μέχρι τώρα. Και τότε θα μπορείτε να κάνετε όλα όσα κάνω τώρα Εγώ ο ίδιος και ακόμα περισσότερα.

 

Η ορθή Γνώση και Σοφία του Θεού

Gr. Εν. Joh. VII/55 (3-12) (Ο Κύριος στο Νικόδημο):

Ο Λόγος και το Κήρυγμα που σας δίνω, δεν μπορούν να αποδοθούν με το συνηθισμένο τρόπο που δίνονται στους ανθρώπους τα λόγια με την εγκόσμια λογική και σοφία. Αντί­θετα, αποτελούνται από την απόδειξη του εντελώς άγνω­στου για σας Πνεύματος και της Δύναμης Του, για να μπορεί η Πίστη και η μελλοντική σας Γνώση να μη βασίζονται στη σοφία των πνευματικά τυφλών ανθρώπων αλλά στη θαυμα­στή Δύναμη του Πνεύματος από το Θεό.

Αυτός ο τρόπος με τον οποίο δίνω τη Διδασκαλία και το Λόγο Μου, φαίνεται στα μάτια των «σοφών του κόσμου» σαν μια ανοησία, γιατί δεν ξέρουν τίποτα για το Πνεύμα και τη Δύναμη Του και δεν μπορούν να αντιληφθούν τίποτε από όλα αυτά με τις αισθήσεις τους. Η Διδασκαλία Μου ό­μως, παραμένει παρ’ όλα αυτά η πιο βαθιά Σοφία του πιο υψηλού είδους. Αυτό όμως μπορούν να το αντιληφθούν μόνο εκείνοι που έχουν μάτια, αυτιά και καρδιά τελειοποιημένου ανθρώπου, που έχουν καλή θέληση και σέβονται τις Εντο­λές του Θεού. Αλλά σ1 αυτό δεν συμφωνούν και οι σοφοί και άρχοντες του κόσμου τούτου, που παρέρχονται όπως και η σοφία τους.

Σας μιλώ για τη μυστική Σοφία του Θεού, την οποία ο Ίδιος έχει προορίσει για τη δόξα της δικής σας ζωής πριν ακόμα δημιουργηθεί ο κόσμος. Αυτά που σας φανερώνω τώρα, τα φανερώνει το Πνεύμα του Θεού στο Πνεύμα σας, για να μπορεί κι αυτό να αναγνωρίζει και να ερευνά τα βάθη της Θεό­τητας. Γιατί μόνο το Πνεύμα μπορεί να διαβλέπει, να ερευνά τα πάντα και να εξετάζει τα βάθη του Θεού. Δεν παίρνετε λοιπόν από Μένα το πνεύμα του κόσμου, το οποίο δεν χρειά­ζεστε σε τίποτα, αλλά το Πνεύμα του Θεού, για να μπορέσετε με Αυτό να αντιληφθείτε και να καταλάβετε πλήρως τι προ­σφέρεται σε σας τώρα από Μένα σαν Θεό.

Γι’ αυτό, δεν μπορώ να σας μιλώ με τον τρόπο που μιλά η ανθρώπινη σοφία και ούτε εσείς μπορείτε να Με καταλάβετε εντελώς- Γιατί το Πνεύμα σας δεν έχει ακόμα διαπεράσει πλήρως την Ψυχή σας. Όταν όμως η Ψυχή σας θα βρίσκεται εντελώς μέσα στο Πνεύμα του Θεού, γεμάτη Αγάπη και με κάθε ελεύθερη καλή θέληση, τότε θα μπορείτε και σεις από μόνοι σας να κρίνετε τα πάντα, να καταλαβαίνετε και να αναγνωρίζετε όλα όσα σας φαίνονται ακόμα σκοτεινά και ακατανόητα.

Εσείς μπορείτε κάπως να αντιλαμβάνεστε το αιώνιο αληθι­νό Θείο Πνεύμα και μπορείτε ήδη να κρίνετε κάπως πνευμα­τικά. Όμως ο εντελώς φυσικός άνθρωπος δεν αντιλαμβάνε­ται τίποτα από το Πνεύμα του Θεού μέσα του. Και αν ακόμα κανείς του μιλήσει για κάτι τέτοιο, αυτός θα το κρίνει σαν ανόητο. Γιατί δεν έχει μέσα του το αντικείμενο που προσπα­θεί η Ψυχή του να κρίνει. Ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί και να καταλάβει τα πνευματικά, μόνο αν η Ψυχή του και ο­λόκληρο το είναι του έχουν στραφεί προς το Πνεύμα. Γιατί κάθε ζωή, κάθε αληθινό Φως βρίσκεται μόνο στο Πνεύμα και μόνο το Πνεύμα μπορεί να κρίνει, χωρίς, αντίθετα, να κρί­νεται από κανέναν.

Ο φυσικός άνθρωπος, εκείνος που είναι ακόμα χωρίς Πνεύμα, είναι μια ύλη σε Κρίση. Και η φυσική ζωή του έχει δοθεί από το Θείο Πνεύμα μόνο σαν μέσο με το οποίο -αν θέλει- μπορεί να ξυπνήσει μέσα του την αληθινή Πνευματι­κή Ζωή. Και έτσι, μπορεί με τη φυσική του νόηση να αναγνω­ρίσει τις Εντολές του Θεού σαν πραγματικά θεϊκές και να θελήσει να τις σεβαστεί, να ζήσει και να πράττει σύμφωνα με Αυτές. Αν κάνει κάτι τέτοιο, τότε το Πνεύμα του Θεού διεισδύει στην Ψυχή του και μάλιστα στο βαθμό εκείνο που ο ίδιος έχει προχωρήσει στο σεβασμό των Θείων Εντο­λών, την Πίστη σε ένα Θεό και στην Αγάπη προς Αυτόν και τον πλησίον.

Όταν όμως η Ψυχή φθάσει σε μια κατάσταση όπου δεν είναι δυνατή πλέον η οπισθοδρόμηση της, τότε θα έχει και τη σί­γουρη απόδειξη πως το Πνεύμα του Θεού την έχει διαπερά­σει πλήρως και θα μπορεί μέσα της να κρίνει κάθε πνευμα­τική της μάθηση και γνώση. Μια τέτοια Ψυχή θα έχει υπερνι­κήσει τη μέχρι τώρα νεκρή της ύλη και θα έχει γίνει μαζί με το Πνεύμα που τη διαπερνά, ένα Πνεύμα, μία Δύναμη, ένα Φως και μία αληθινή και άφθαρτη ζωή που ποτέ πια δεν μπορεί να βρεθεί σε Κρίση.

Γι’ αυτό ζητάτε πάνω απ’ όλα το Βασίλειο του Θεού και τη Δικαιοσύνη Του και όλα τα άλλα θα σας χαριστούν από μόνα τους. Κι αυτό θα γίνει, γιατί θα το φροντίσει το Θείο Πνεύ­μα μέσα σας.

Και σας λέω, όπως έχει γραφτεί: «Κανένα ανθρώπινο μάτι δεν έχει δει, κανένα αυτί δεν έχει ακούσει και σε καμιά ανθρώ­πινη καρδιά δεν έχουν φθάσει τα όσα ο Θεός έχει ετοιμάσει γι’ αυτούς που Τον Αγαπούν και τηρούν τις Εντολές Του!»

 

Το μικρό δωματιάκι της ζωής μέσα στην καρδιά σύμ­φωνα με το νόημα των αντιστοιχιών

 Gr. Εν. Joh. VIII/57 (10-14) (Ο Κύριος):

Ο «θετικός» μικρός χώρος ζωής μέσα στην καρδιά -όσον αφορά το σωματικό της μέρος- είναι σίγουρα το πιο ασήμα­ντο κομματάκι του όλου σώματος, είναι σκοτεινό και ποτέ δεν το φωτίζουν οι ακτίνες του ήλιου. Ούτε και ο ίδιος ο άν­θρωπος, στον οποίο το σημείο αυτό προσφέρει και δημιουρ­γεί μέσα του τη ζωή, δεν το λαμβάνει υπόψη και το περιφρο­νεί. Κι αν κάποιος μιλούσε γι’ αυτό στους σοφούς του κό­σμου, θα του έλεγαν: «Πώς είναι δυνατόν ολόκληρη η τόσο δυνατή ανθρώπινη ζωή να εξαρτάται από ένα σχεδόν αόρατο μικρό στίγμα;» Από αυτό όμως γίνεται φανερό πως οι μεγά­λοι σοφοί του κόσμου δεν ξέρουν καθόλου την ίδια τη βάση της ζωής τους. Φαντασθείτε ακόμα, σε τι άγνοια βρίσκεται ο «καθημερινός» άνθρωπος.

Κι όμως! Όποιος θέλει πραγματικά να γνωρίσει τον εαυτό του και το Θεό, πρέπει να εισέλθει από το δρόμο της ύψιστης Ταπείνωσης μέσα σ’ αυτό τον πιο αφανή και μικρό χώρο ζωής της καρδιάς του και εκεί να επιστρέψει πνευματικά όλη τη ζωή που έχει πάρει από αυτόν! Με τον τρόπο αυτό θα διευ­ρύνει το μικρό χώρο ζωής της καρδιάς του και θα τον φωτίσει πέρα για πέρα. Τότε, ολόκληρη η καρδιά και απ’ αυτήν ολό­κληρος ο άνθρωπος φωτίζεται και αναγνωρίζει τον εαυτό του και το Θεό. Γιατί μόνο τότε μπορεί να αντιληφθεί και να δει τον τρόπο με τον οποίο ρέει η Ζωή από το Θεό μέσα στο μικρό αυτό χώρο της καρδιάς του, τον τρόπο που συγκεντρώνεται εκεί και διαμορφώνεται σε μια ελεύθερη, αυτεξούσια ζωή.

Μέσα σ’ αυτό το μικρό χώρο ζωής κατοικεί το ίδιο το Πνεύ­μα του Θεού. Και όταν η Ψυχή του ανθρώπου εισέλθει εκεί με τη σωστή Ταπείνωση και Υπακοή, όπως εισέρχεται η αγάπη του δίκαιου ανθρώπου μέσα στην αιώνια και άκτιστη Αγάπη του Θεού, τότε ενώνεται με το αιώνιο Πνεύμα του Θεού κι αυτό με τη σειρά του ενώνεται μαζί της. Αυτή είναι η Αναγέν­νηση της Ψυχής μέσα στο Πνεύμα που προέρχεται από το Θεό.

Όπως όμως ο κάθε δίκαιος άνθρωπος πρέπει να τα πραγ­ματοποιήσει όλα αυτά για να μπορέσει να εισέλθει στην πλή­ρη Δόξα της Ζωής, με τον ίδιο τρόπο το έχω κάνει κι Εγώ ο ίδιος, για να Είμαι για σας ένα αληθινό υπόδειγμα και ένας πραγματικός οδοδείκτης μέσα στον «Μεγάλο Άνθρωπο της Πλάσης». Γι’ αυτό έχω έρθει σ’ αυτή τη γη. Γιατί η γη αυ­τή, σύμφωνα με τη Θεία Τάξη Μου, αντιστοιχεί ακριβώς στο «θετικό» μικρό χώρο ζωής του «Μεγάλου Ανθρώπου της Πλάσης». Έτσι θα μπορέσω να εισέλθω στη δική Μου και ε­πομένως και στη δική σας Δόξα με κάθε Εξουσία στον Ουρα­νό και στη γη.

Πριν ακόμα από κάθε αιωνιότητα, βρισκόμουν ήδη με κάθε Δύναμη και Δόξα μέσα στον εαυτό Μου. Δεν ήμουν όμως ορατός και χειροπιαστός Θεός για κανένα από τα δημιουρ­γήματα Μου, ούτε ακόμα και για τον πιο τέλειο άγγελο. Όταν ήθελα να φανερώσω τον εαυτό Μου σε κάποιον όπως τον Αβραάμ, τον. Ισαάκ, τον Ιακώβ, αυτό γινόταν μέσω κάποιου αγγέλου τον οποίο πληρούσα με το Πνεύμα της Θείας Μου Θέ­λησης, για να μπορέσει να παραστήσει για μερικές στιγμές τη δική Μου προσωπικότητα.

Από τώρα όμως, Είμαι ένας ορατός Θεός για τον κάθε άν­θρωπο και άγγελο και έχω θεμελιώσει για όλους μια τέλεια, αιώνια, αυτεξούσια, ελεύθερη και αληθινή ζωή. Ακριβώς σ1 αυτό βρίσκεται η δίκη Μου και επομένως και η δική σας Δόξα.

 

Τα τρία στάδια της Τελειότητας στη ζωή

 Gr. Εν. Jon. VII/155 (1-13) (Ο Κύριος):

Εξαρτάστε ακόμα σε πολλά από τον κόσμο και τους μεγά­λους θησαυρούς του, πάνω στους οποίους υπάρχει ακόμα
κολλημένο πολύ αίμα από χήρες και ορφανά. Κι αυτό ακρι­βώς είναι ένα μεγάλο χαντάκι για τον εγκόσμιο άνθρωπο. Ένα τόσο βαθύ χαντάκι που πολύ δύσκολα θα μπορέσει πο­τέ να το διαβεί.

Όπως όμως όλα είναι δυνατά για το Θεό, έτσι είναι δυνατό και στον πιο αμαρτωλό και πραγματικά εγκόσμιο άνθρωπο να αλλάξει δραστικά και σύντομα, αν με πλήρη Πίστη και Εμπι­στοσύνη στο Θεό κάνει τα όσα τον συμβουλεύει η Θεία Σοφία. Με μια απότομη αναστροφή της θέλησης του, πρέπει να δημιουργήσει μέσα του ένα αληθινό θαύμα. Κι αυτό μάλιστα πρέπει να το κάνει με μια ολοκληρωτική αυταπάρνηση σε ό­λες τις προηγούμενες αδυναμίες, συνήθειες, επιθυμίες και άλλα πάθη που ανεβαίνουν στην Ψυχή του από ανώριμα και πολύ ακάθαρτα πνεύματα του φυσικού επιπέδου της σάρκας, που τη λερώνουν και την παραμορφώνουν. Μετρήστε όμως πόσα τέτοια πάθη σας σκλαβώνουν. Πάρτε με θέληση τη σο­βαρή απόφαση να τα εγκαταλείψετε και να Με ακολουθήσε­τε! Αν το μπορείτε, τότε σύντομα θα μπορέσετε να φθάσετε σε μια τελειότητα στη ζωή σας. Χωρίς αυτό όμως, θα είναι πολύ δύσκολο και πολύ κοπιαστικό.

Γιατί η θέληση προς την αμαρτία βρίσκει πάντα μεγάλη υ­ποστήριξη μέσα στον άνθρωπο από τους ερεθισμούς και τα πάθη της σάρκας. Αλλά για τη θέληση προς το Καλό δεν θα βρει καμιά υποστήριξη από τη σάρκα, παρά μονάχα στην Πί­στη στον αληθινό Θεό και ειδικότερα στην αγάπη του για Εκείνον και επομένως και στην ελπίδα πως οι υποσχέσεις Του θα εκπληρωθούν πλήρως.

Όποιος καταπολεμήσει όλες τις άγριες επιθυμίες της σάρ­κας του με τη δυνατή και ζωντανή Πίστη, με την Αγάπη στο Θεό και τον πλησίον και με την αναμφίβολη Ελπίδα, μπορεί να γίνει εντελώς κύριος του εαυτού του και συνάμα κύριος και ολόκληρης της εξωτερικής φύσης. Με την απόλυτη κυ­ριαρχία στον εαυτό του θα βρίσκεται ήδη στον πρώτο βαθμό της αληθινής τελειότητας της εσωτερικής του ζωής, παρ’ όλο που συχνά 0α δοκιμάζεται από πειρασμούς που θα τον ωθούν προς τη μια ή την άλλη αμαρτία.

Αν όμως επιπρόσθετα μπορεί να φθάσει σε μια συμφωνία με όλες τις εξωτερικές του αισθήσεις πως θα αποστρέφο­νται όλα τα γήινα ερεθίσματα και πως απλά και καθαρά θα στρέφονται στην πνευματική του φύση και μόνο, τότε θα έ­χει δώσει ένα σίγουρο φωτεινό σημάδι ζωής πως το εσωτε­ρικό του Πνεύμα από το Θεό, έχει διαπεράσει εντελώς την Ψυχή του. Ο άνθρωπος αυτός βρίσκεται ήδη στο δεύτερο βαθμό της αληθινής εσωτερικής του ζωής.

Σ’ αυτό το βαθμό έχει δοθεί στον άνθρωπο σαν ιδιοκτησία, η Δύναμη και η Ελευθερία της Ζωής. Αφού η Ψυχή του είναι πια εντελώς γεμάτη με τη Θεία Θέληση, μπορεί να χειρίζεται όλα αυτά τα χαρίσματα χωρίς πια να μπορεί να αμαρτήσει. Αφού ο ίδιος έχει γίνει αγνός, έχουν γίνει και τα πάντα γι1 αυτόν αγνά!

Παρόλο όμως που ο άνθρωπος αυτός είναι εντελώς κύριος ολόκληρης της φύσης και έχει πλήρη τη βεβαίωση πως δεν μπορεί πια να κάνει κανένα λάθος -αφού όλες του οι πράξεις καθοδηγούνται από τη θεία Σοφία- δεν παύει να βρίσκεται μόνο στο δεύτερο βαθμό της τελειότητας της εσωτερικής ζωής.

Υπάρχει όμως και κάποιος τρίτος και ύψιστος βαθμός της τελειότητας της εσωτερικής ζωής. Ο βαθμός αυτός έχει το εξής χαρακτηριστικό: Ο τελειοποιημένος άνθρωπος, παρ’ όλο που ξέρει πως είναι κύριος ολόκληρης της φύσης και μπορεί να κάνει οτιδήποτε θέλει χωρίς να αμαρτάνει, συ­γκρατεί την Εξουσία του και τη Δύναμη της Θέλησης του με κάθε Ταπείνωση και Καλοσύνη και από Αγάπη για το Θεό δεν πραγματοποιεί καμιά ενέργεια ή πράξη, αν πρώτα δεν τον προστάξει ο Θεός. Κι αυτό είναι σίγουρα μια δυνατή άσκηση για κάποιον που έχει απόλυτη κυριαρχία σε ολόκλη­ρη τη φύση και που ξέρει πολύ καλά πως από τη Θεία Θέληση που κατοικεί μέσα του, δεν μπορεί παρά αυτό που κάνει να είναι καλό. Κι όμως, ένα Πνεύμα που μπορεί να φθάσει σε ακόμα περισσότερο βάθος, αναγνωρίζει πως μεταξύ της Ι­διαίτερης Θείας Θέλησης που είναι μέσα του και της απόλυ­τα Άπειρης Γενικής Θείας Θέλησης μέσα στον ίδιο το Θεό, υπάρχει μεγάλη διαφορά- Γι’ αυτό ακριβώς υποτάσσει πλή­ρως την ιδιαίτερη Θεία Θέληση μέσα του στη Γενική Θεία Θέληση και τότε μόνο πραγματοποιεί κάτι με δική του δύνα­μη, όταν κληθεί άμεσα από την ίδια τη Θέληση του Θεού. Ό­ποιος το κάνει αυτό, έχει φθάσει μέσα του στη πιο βαθιά και πιο ψηλή βαθμίδα Τελειότητας, που είναι η εσωτερική Τε­λειότητα Ζωής στον τρίτο βαθμό.

 

Gr. Εν. Joh. 1/3(1)

Όταν ο άνθρωπος μεταμορφωθεί αναγεννημένος, σε πραγ­ματικό παιδί του Θεού, με τη γέννηση του από το Θεό, τον Πα­τέρα ή τη Θεία Αγάπη, φθάνει στη Δόξα του Άναρχου Φω­τός, που είναι το ίδιο το Άναρχο ΕΙΝΑΙ. Αυτό το ΕΙΝΑΙ, είναι ο πραγματικός μονογενής Υιός του Πατέρα, όπως υπάρχει κρυμμένο το Φως μέσα στη θερμότητα της Αγάπης όσο αυτή δεν διεγείρεται για να ακτινοβολήσει προς τα έξω. Αυτό το Αγιο Φως είναι επομένως και η ίδια η Δόξα του Υιού από τον Πατέρα στην οποία φθάνει κάθε αναγεννημένος που αφο­μοιώνεται με τη Δόξα αυτή. Κι αυτή η Δόξα είναι αιώνια γεμάτη με Έλεος (Θείο Φως) και με Αλήθεια και είναι η αληθινή πραγ­ματικότητα και ο Ενσαρκωμένος Λόγος.

«Και από το δικό Του πλούτο πήραμε όλοι εμείς τη μια δω­ρεά πάνω στην άλλη» (Ιωάννης 1,16)

 

 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γιάκομπ Λόμπερ «Ο Δρόμος προς την Πνευματική Αναγέννηση» εκδ. Πύρινος Κόσμος. .

 

 11b. Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΔΡΟΜΟΣ ΩΣ ΤΟΝ ΘΕΟ

 «Όταν προσεύχεστε, να μην είστε σαν τους υποκριτές, που τους αρέσει να στέκονται και να προσεύχονται στις συναγωγές και στα σταυροδρόμια, για να κάνουν καλή εντύπωση στους ανθρώπους. σας βεβαιώνω πως αυτή εί­ναι όλη κι όλη η ανταμοιβή τους. Εσύ, αντίθετα, όταν προ­σεύχεσαι, πήγαινε στο πιο απόμερο δωμάτιο του σπιτιού σου, κλείσε την πόρτα σου και προσευχήσου εκεί κρυφά στον Πατέρα σου. κι ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυ­φές πράξεις, θα σε ανταμείψει φανερά.

Όταν προσεύχεστε, μη φλυαρείτε όπως οι ειδωλολάτρες, που νομίζουν ότι με την πολυλογία τους θα εισακουστούν. Να μη γίνετε όμοιοι μ’ αυτούς· γιατί ο Πατέρας σας ξέρει από τι έχετε ανάγκη, προτού ακόμη Του το ζητήσετε».

Κατά Ματθαίο 6, 5-8

 

«Να προσεύχεστε πνευματικά κι αληθινά με ζωντανά έργα αγάπης στο συνάνθρωπο σας και τότε κάθε λέξη που θα λέτε στο όνομα Μου θα είναι μία αληθινή προσευχή που την εισακούω πάντα».

Ιάκωβος Λόρμπερ

«Το Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη»

 

Τεράστιο ρόλο για την προώθηση του ανθρώπου στον πνευ­ματικό δρόμο παίζει η προσευχή. Συνήθως όμως η προσευχή για τους περισσότερους σημαίνει τη λίγο ως πολύ μηχανική α­παγγελία κάποιων λόγων που έχουν αποστηθίσει και μάλιστα σε συγκεκριμένες μόνο ώρες της ημέρας ή περιστάσεις της ζωής τους. Αλλά η προσευχή αυτή είναι ουσιαστικά ένα παιδιάστικο ξεκίνημα που μπορεί να αποδειχθεί αρνητικό, αν κα­ταλήξει σε μία επιφανειακή συνήθεια.

Το πρώτο βήμα για να επικοινωνήσουμε με τον Θεό είναι να γαληνέψουμε μέσα μας, στρεφόμενοι προς το εσωτερικό μας. «Όταν θέλεις να προσευχηθείς, αποτραβήξου στο δωμάτιο σου», συμβουλεύει ο Ιησούς στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου στην επί του Όρους Ομιλία. Αυτή η συμβουλή εμπεριέχει ένα διπλό νό­ημα. Κατ’ αρχήν τυπικά, εννοείται πως πρέπει κανείς να απο­συρθεί σε ένα μέρος που θα εξασφαλίζει τη μεγαλύτερη δυνα­τή ησυχία απέναντι στους αντιπερισπασμούς του κόσμου. «Και κλείσε καλά την πόρτα», προσθέτει, για να προφυλαχθούμε από τον καταιγισμό των εξωτερικών εντυπώσεων και να βυ­θιστούμε ανεμπόδιστα στον πυρήνα της καρδιάς, όπου κατοι­κεί το θείο πνεύμα. Χάρη σ’ αυτόν το μεσολαβητή, τον εμφυ­τευμένο θεϊκό σπίνθηρα, μπορούμε να αναρριχηθούμε ως την Πηγή της Ζωής, για να λάβουμε την αναζωογόνηση που είναι πάντα έτοιμη να μας δώσει.

Με τη βοήθεια του πνευματικού σπινθήρα θα εξετάσουμε ε­ξονυχιστικά τον εαυτό μιας και κυρίως τη σχέση μας με τον Θεό, ώστε να είμαστε καθαρότεροι στην προσευχή μιας.

Αυτή την εσωτερική ενατένιση και αυτοπαρατήρηση τη συνιστούσε ήδη ο Ιησούς στους μαθητές του, όπως διαβάζου­με στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο τον Ιωάννη»:

«Το πιο ωφέλιμο πράγμα γιο. τον άνθρωπο είναι από καιρό σε καιρό να παρατηρεί και να ερευνάει τον εαυτό τον. Όποιος θέ­λει να ελέγξει τον εαυτό τον και τις δυνάμεις τον, πρέπει να εξε­τάζεται συχνά μόνος τον και να αυτοπαρατηρείται σε βάθος. Επειδή μερικοί δεν ξέρουν πώς να το κάνουν, ακούστε: κατ’ αρ­χήν ηρεμήστε και σκεφτείτε ήσυχα, αλλά εντατικά, όλα όσα κά­νατε ή αποφύγατε να κάνετε.

Αναλογιστείτε το θέλημα του Θεού που το γνωρίζετε καλά και κατά πόσον έχετε λειτουργήσει σύμφωνα με αυτό στις διάφορες περιστάσεις. Έτσι παρατηρείτε τον εαυτό σας, ενώ συνάμα δυ­σκολεύετε τη διείσδυση του Σατανά μέσα σας. Αυτός άλλο δεν πασχίζει από το να εμποδίζει τον άνθρωπο να γνωρίσει τον εαυ­τό του, χρησιμοποιώντας γι’ αυτό κάθε λογής εξωτερικά και ανούσια τεχνάσματα. Γιατί, όταν ο άνθρωπος με την εξάσκηση αποκτήσει την ικανότητα να παρατηρεί το εσωτερικό του, θα βρει εκεί μέσα εύκολα και γρήγορα ποιες παγίδες τον έχει στήσει ο Σατανάς. Έτσι μπορεί να τις εξουδετερώσει εντελώς και στο μέλλον να προφυλαχθεί από την πανουργία του εχθρού.

Τώρα ξέρετε λοιπόν πώς γίνεται αυτή η εσωτερική αυτοπαρα-τήρηση. Από εδώ και μπρος κάνετε καθημερινά τέτοιες ασκή­σεις σιωπηρά και μην αφήνετε να σας ενοχλήσει κανένα εξωτε­ρικό γεγονός εκείνη την ώρα».

Όταν ο άνθρωπος αυτοπαρατηρείται κριτικά με ειλικρινή διάθεση να βελτιωθεί και να προχωρήσει στην τελειοποίηση του, δείχνει από την πλευρά του το πρώτο δείγμα καλής θέλη­σης και πρόθεσης να επικοινωνήσει με τον Θεό.

Έτσι ανοίγεται και μπορεί να αρχίσει το διάλογο με τον Ιησού Χριστό, όμοια με ένα ζεστό, προσωπικό διάλογο μεταξύ παι­διού και πατέρα, που στην ανώτερη μορφή του είναι το πιο ευ-δαιμονικό συναίσθημα που μπορεί να βιώσει κάποιος στη Γη:

«Όποιος θέλει να μιλήσει μαζί Μου, ας έρθει σε Μένα και Εγώ θα του αποκριθώ βάζοντας την απάντηση μέσα στην καρ­διά του. Όμως μόνον οι αγνοί, που η καρδιά τους είναι γεμάτη ταπεινοφροσύνη, θα μπορέσουν ν’ ακούσουν τον ήχο της φω­νής Μου. Και όποιος προτιμάει Εμένα αντί για ολόκληρο τον κόσμο, όποιος Με αγαπάει όπως μία τρυφερή νύφη το γαμπρό, μαζί του θα βαδίσω χέρι με χέρι. Θα μπορεί να Με βλέπει συ­νέχεια όπως ο αδερφός τον αδερφό και όπως τον έβλεπα Εγώ από πάντα., πριν καν υπάρξει ακόμα».

Αυτή η επικοινωνία της καρδιάς, η εσωτερική επαφή, συν­διάλεξη και ανταλλαγή με τη Θεότητα, θα πρέπει να γίνεται όσο το δυνατό σε πιο απλή μορφή, με τον αυθορμητισμό και την αμεσότητα ενός παιδιού.

«Όποιος λοιπόν θέλει να εισακούσω την παράκληση τον», λέει ο Ιησούς στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο», «ας πάει προσκυνητής στην καρδιά του και ας Μου παρουσιάσει το αίτημα, του σιω­πηρά, με φυσικά και απέριττα λόγια και Εγώ θα τον εισακού­σω. Ένα σας λέω όμως, μην έρθει κανείς σ’ Εμένα με ευλαβοφανείς χειρονομίες και εκφράσεις! Γιατί δεν πρόκειται να εισακούσω την παράκληση όποιου παρουσιάζεται μπροστά Mod με ψεύτικη, υποκριτική ευσέβεια.

Όποιος δεν έρχεται σ’ Εμένα με φυσικότητα, έτσι όπως είναι, και δεν παρακαλεί με το σωστό πνεύμα, που είναι η απόλυτη α­λήθεια, δεν πρόκειται να εισακουσθεί. Θα εισακουσθεί μόνον αυτός που Με αγαπάει αληθινά, εκτελεί το θέλημα- Μου και προ­σφεύγει σ’ Εμένα χωρίς τον παραμικρό καταναγκασμό και επί­δειξη!»

Στο ίδιο Θέμα αναφέρεται και μία μετάδοση στην Μπέρτα Ντούντε σχετικά με το τι σημαίνει η προσευχή να γίνεται «εν πνεύματι και εν αληθεία»:

 

 

Τι σημαίνει η προσευχή να γίνεται «εν πνεύματι και εν αλήθεια»

«… Όταν προσεύχεστε σε Μένα, το μόνο που έχει σημασία εί­ναι να συνδέεστε ολόψυχα μαζί Μου και όχι να. καλείτε τον Θεό σαν ένα απόμακρο Ον που είναι απρόσιτο για σας, αλλά, επει­δή έχει μεγάλη δύναμη, ελπίζετε στη βοήθεια Του… Δεν πρέπει δηλαδή να σκέφτεστε ότι είσαστε μεν πολύ μακριά. Του, μα παρ’ όλα αυτά. θα θέλατε να εκμεταλλευθείτε την παντοδυναμία Του, επειδή βρίσκεστε σε δύσκολη θέση. Μία τέτοια επίκληση δεν Μου δίνει καμία χαρά… Όταν όμως Με βλέπετε σαν τον Πατέ­ρα σας που φροντίζει γεμάτος αγάπη για όλα τα παιδιά Του… όταν πολύ ταπεινά κάνετε ένα διάλογο μαζί Μου, όταν Μου εκ­μυστηρεύεστε χωρίς ενδοιασμούς τα προβλήματα σας και έτσι, με την εμπιστοσύνη που μου δείχνετε, δημιουργείτε μία. εγκάρ­δια σχέση οικειότητας μαζί Μου, τότε και Εγώ πρόθυμα εισα­κούω μία τέτοια προσευχή, γιατί τότε το παιδί καλεί ζωντανά τον Πατέρα του.

Σε μία τέτοια προσευχή δεν υπάρχει τίποτε το κεκαλυμμένο ή κρυφό ούτε κάτι το τυπικό, αλλά την αισθάνεσαι βαθιά μέσα στην καρδιά σου. Μία αληθινή προσευχή είναι όταν το παιδί ανοίγει την καρδιά του στον Πατέρα του παρουσιάζοντας Του ανοιχτά χωρίς επιφυλάξεις τον εαυτό του και ομολογώντας Του την αδυναμία και την ανημπόρια του. και επειδή είναι αληθινή προσευχή μπορώ και Εγώ να την εκτιμήσω και να του προσφέ­ρω πλουσιοπάροχα το έλεος Μου, για το λόγο ότι αποδεικνύει βαθιά ταπεινοσύνη και αγάπη για Μένα.

Τότε είναι που προσεύχεστε πνευματικά και αληθινά και ως εκ τούτου μπορείτε να ελπίζετε ότι σίγουρα θα σας παραχωρή­σω ό, τι ζητάτε. Γιατί όταν Μου δείχνετε αφοσίωση κι αγάπη, τα αιτήματα σας θα είναι τέτοια που και να σας ικανοποιηθούν αυ­τό δεν θα βλάψει την ψυχή σας με κανένα τρόπο. Διότι η αγά­πη για Μένα φωτίζει το πνεύμα σας, οπότε και οι σκέψεις σας στρέφονται πολύ περισσότερο προς τον πνευματικό χώρο παρά προς τον κόσμο με τα φαινομενικά αγαθά του.

Αλλά σκεφθείτε αντίθετα τι είδους προσευχές κάνουν συνή­θως οι άνθρωποι. Αναλογιστείτε ότι για να προσευχηθεί κάποιος πνευματικά και αληθινά, αυτό προϋποθέτει ότι «αποσύρεται στο πιο ήσυχο δωμάτιο του σπιτιού του», που για Μένα σημαίνει ότι την ώρα της προσευχής ο άνθρωπος πρέπει να αποτραβηχτεί με τις σκέψεις του στο δωμάτιο της καρδιάς του. Έστω και αν η προσευχή του είναι πολύ σύντομη, έστω και αν είναι μόνο μία. επίκληση για βοήθεια την ώρα, της ανάγκης… Ωστόσο η επίκλη­ση αυτή πρέπει να βγει από την καρδιά και τότε δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσετε λόγια που έχετε διδαχτεί ή ένα συγκεκριμέ­νο τυπικό… Γιατί Εγώ καταλαβαίνω και το ψέλλισμα ενός παι­διού και δεν θέλω να ακούσω κάποια επιτηδευμένα, λόγια που προέρχονται από το μυαλό του ανθρώπου ή που τα έχει μάθει από άλλους ανθρώπους.

Για το λόγο αυτό άλλωστε μία ομαδική προσευχή μπορεί να έχει καλό αποτέλεσμα μονάχα, όταν ο καθένας παρακαλεί σιω­πηλά μέσα στην καρδιά του, έστω και αν όλοι έχουν το ίδιο αί­τημα. διότι, όταν πλήθη ανθρώπων απαγγέλλουν από κοινού δυ­νατά την ίδια προσευχή, πρέπει αναγκαστικά να χρησιμο­ποιήσουν μία συγκεκριμένη φόρμα, ένα τυπικό. Έτσι, όμως, προφανώς δεν μπορεί να γίνει ένας οικείος διάλογος μαζί Μου, αλλά αυτός είναι ο μόνος που εξασφαλίζει την εκπλήρωση της παράκλησης σας.

Σεις οι άνθρωποι μπορείτε να πετύχετε πολλά με μία σωστή προσευχή, αλλά ως επί το πλείστον δεν προσεύχεστε σωστά…

Εφόσον πιστεύετε σε ένα Θεό, θα έπρεπε να σας σπρώχνει η καρδιά σας να έρθετε σε επαφή μαζί Του με τις σκέψεις σας. τό­τε μιλάτε μαζί Του όπως μιλάει το παιδί με τον πατέρα του και τότε προσεύχεστε πραγματικά σωστά, εν πνεύματι και εν αληθεία. Αντίθετα, από τις τυπικές και τις ομαδικές προσευχές λεί­πει συνήθως η εγκάρδια, οικεία επαφή μαζί Μου, πράγμα που βέβαια, είναι απολύτως ανθρώπινο, γιατί πάντοτε οι εξωτερικές εντυπώσεις αποσπούν την προσοχή και γι’ αυτό το λόγο απαι­τείται να καταφεύγει κανείς στην ησυχία, προκειμένου να προ­σευχηθεί σωστά.

Εξάλλου, από τις τυπικές προσευχές που απαγγέλλονται δυνα­τά και εν χορώ δεν πρέπει να περιμένει κανείς κάποια ιδιαίτε­ρη ευλογία για τις ψυχές των ανθρώπων, πλην εκείνων που εί­ναι ικανοί να απομονωθούν στο εσωτερικό τους χωρίς περισπασμούς και να προσεύχονται μέσα στην καρδιά τους… χωρίς να ακούν τι λένε δυνατά οι συνάνθρωποι τους. Ο λόγος που σας το διασαφηνίζω αυτό είναι για να καταλάβετε γιατί δεν εισακούγονται τόσες πολλές προσευχές και γιατί ζητώ από σας να προ­σεύχεστε «εν πνεύματι και εν αλήθεια»… Για Μένα μόνο το εσωτερικό, η ουσία, έχει αξία και όχι η εξωτερική φλούδα και επειδή βλέπω μέσα στην καρδιά του καθενός δεν Με εξαπατούν προσευχές που γίνονται εξωτερικά με το στόμα ούτε καθημερι­νές συνήθειες που εκτελούνται τελείως άψυχα.

Εάν εντούτοις Με επικαλεστεί κάποιος δυνατά μέσα στην αγω­νία του, τότε μία τέτοια επίκληση αποτελεί απόδειξη ότι δεν εί­ναι σκέτος τύπος, αλλά ότι την αισθάνεται στο βάθος της ύπαρ­ξης του και έτσι θα την αξιολογήσω και Εγώ, δεδομένου ότι προσπαθώ να βοηθώ πάντοτε τα παιδιά Μου για να τους απο­δείξω την αγάπη του Πατέρα τους… Επειδή θέλω να κερδίσω και τη δική σας αγάπη.

Συνεπώς θα πρέπει να ελέγχετε πάντοτε τον εαυτό σας όταν προσεύχεστε, εάν όντως έχετε προηγούμενα δημιουργήσει την εγκάρδια, ολόψυχη σχέση που χαρακτηρίζει τη συναναστροφή ενός παιδιού προς τον πατέρα του ή εάν περιορίζεστε απλά σε μία συνήθεια, μία φόρμα τυπικών προσευχών που δεν μπορούν να φτάσουν στα αυτιά Μου. Γιατί η προσευχή είναι και αυτή ένα τεράστιο δώρο της χάρης Μου, καθώς έτσι μπορείτε να συνδε­θείτε μαζί Μου ανά πάσα στιγμή και με τη σύνδεση αυτή απο­δεικνύετε επίσης ότι περάσατε με επιτυχία από τη δοκιμασία της θέλησης σας, αφού Με αναγνωρίζετε πάλι, πράγμα που αποτελεί το σκοπό της επίγειας ζωής σας…

Αμήν»

***

 

Όχι στους νεκρούς τύπους και στις τελετές

Πολύ συχνά άνθρωποι που έχουν διαπαιδαγωγηθεί στους κόλπους της Εκκλησίας, δεν μπορούν να καταλάβουν καλά αυτή την αβίαστη, φυσική επικοινωνία της καρδιάς με τον ου­ράνιο Πατέρα Ιησού. Έτσι λέει για παράδειγμα ένας απλοϊκός και ευσεβής ψαράς στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» του Γιάκομπ Λόρμπερ:

«Κοίτα, εμείς οι άνθρωποι έχουμε μάθει από παιδιά να συνο­δεύουμε τις παρακλήσεις και τις ευχαριστίες μας με εξωτερικές χειρονομίες. Θέλουμε να δείξουμε στους ανθρώπους που παρα-καλούμε ή ευχαριστούμε, και προς τα έξω αυτό που αισθανό­μαστε μέσα μας, γιατί έτσι αρμόζει στην παράκληση. Αφού όμως είμαστε αναγκασμένοι συχνά να υποκλινόμαστε μπροστά στους ανθρώπους, οι οποίοι στο κάτω-κάτω είναι όμοιοι με μας, πό­σο ανείπωτα περισσότερο αρμόζει τότε να κλίνουμε το γόνατο και εμπρός στον Κύριο της αιωνιότητας! Αν λοιπόν μ’ αυτό τον τρόπο η ψυχή πειθαρχεί το σώμα στις πνευματικές της επιδιώ­ξεις και το μετατρέπει μαζί της σε πνεύμα, πώς μπορεί αυτό να είναι ενάντιο στην τάξη Σου και να Σε δυσαρεστεί;»

Και έτσι αποκρίνεται ο Δάσκαλος στο θεοσεβούμενο άνθρω­πο: «Φίλε, μίλησες πολύ σωστά και η καρδιά Μου ευχαριστή­θηκε με το νόημα αυτών που Μου είπες.

Είναι επίσης σωστό, ο άνθρωπος που παρακαλεί και ευχαρι­στεί, συνάμα να συμπεριφέρεται έτσι όπως το περιέγραψες. Αλ­λά παράλληλα θα έπρεπε ο άνθρωπος να υιοθετεί και να διατη­ρεί το δικό σου πιστεύω, αναγνωρίζοντας πως η αληθινή αξία στη ζωή είναι στην εσωτερικότητα. Την εξωτερίκευση θα έπρεπε να την ανέχεται κατά κάποιον τρόπο, και να τη θεωρεί σαν ένα βάρος που πρέπει να υποτάξει στην εσωτερική του δύναμη. Μ’ αυτό τον τρόπο, η παράκληση, η ευχαριστία και η λατρεία θα γίνονταν σωστά και Θα Μ’ ευχαριστούσαν. Όμως οι άνθρωποι δεν παραμένουν έτσι όπως εσύ τώρα εδώ μπροστά Μου. Πολύ γρήγορα μαθαίνουν να δίνουν μεγαλύτερη αξία στους εξωτερι­κούς τύπους απ’ όσο θα όφειλαν, σύμφωνα με την εσώτερη αλήθεια της ζωής. Θεωρούν την εσωτερικότητα., που ωστόσο είναι η μοναδική αλήθεια., χωρίς την επιφανειακή εξωτερίκευση σαν ανεπαρκή και σε τελευταία ανάλυση σαν εντελώς άνευ αξίας.

Κι αυτό εύκολα οδηγεί στο ότι ορισμένοι ιερείς, που υποτίθε­ται πως είναι μυημένοι και εκλεγμένοι απ’ τον Θεό, παραπλα­νούν το λαό, ισχυριζόμενοι ότι ο κοινός άνθρωπος αρκεί να τη­ρεί και να τιμά το εξωτερικό τυπικό που του έχουν επιβάλει εκεί­νοι. Γιατί, λένε, ο προσωπικός, εσωτερικός λόγος που απευθύνει ο καθένας στον Κύριο είναι δίχως αξία. και δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα. Υποστηρίζουν μάλιστα πως όταν η προσευχή, η πα­ράκληση και η ευχαριστία γίνονται σε προσωπική βάση, είναι βλασφημία και συνεπώς δεν μπορεί παρά να δυσαρεστούν τον Θεό.

Και ποιο είναι τελικά το αποτέλεσμα; Οι άνθρωποι απομα­κρύνονται όλο και πιο πολύ από τον Θεό, αντί να τον πλησιά­ζουν όλο και περισσότερο μέσα στην καρδιά τους με αγάπη, ζω­ντανή πίστη και εμπιστοσύνη! Η αληθινή, αγνή αγάπη μετατρέ­πεται σ’ έναν αδικαιολόγητο φόβο και η ζωντανή πίστη στην Αλήθεια, σε μια σκοτεινή ειδωλολατρική δεισιδαιμονία.

Αυτή η κατάσταση εξυπηρετεί απόλυτα την αργόσχολη κάστα των ιερέων στα γήινα συμφέροντα της, ενώ οι λεγόμενοι κοινοί άνθρωποι βασανίζονται, αδαείς και αβοήθητοι μέσα στο πνευ­ματικό τους σκοτάδι και ένδεια. Βλέπεις, λοιπόν, πως όλ’ αυτά προκύπτουν σταδιακά από τις εξωτερικές συνήθειες προσευχής, οι οποίες στην αρχή φαίνονταν εντελώς αθώες και μάλιστα ηθι­κά, αρμόζουσες. Και ο Θεός πρέπει στο τέλος να φωνάξει και πάλι στους ανθρώπους μέσα απ’ το στόμα ενός νεόσταλτου προ­φήτη: “Αυτός ο λαός Με τιμά με τα χείλη και με τις εγκόσμιες ανούσιες και άψυχες τελετές, μα η καρδιά του είναι μακριά από Εμένα! ” Γι’ αυτό προσέξτε καλό. και κάντε το κανόνα στη ζωή σας: ο Θεός είναι στην ουσία τον ένα Πνεύμα γεμάτο αγάπη, αλήθεια, σοφία και δύναμη, ίδιο και απαράλλαχτο προαιώνια. Γι’ αυτό ο καθένας μπορεί να το λατρέψει μέσα στο πνεύμα και στην αλήθεια. Κι η αλήθεια βρίσκεται βαθιά μέσα στην καρδιά του κάθε ανθρώπου. Αν, λοιπόν, κάποιος έχει ένα πρόβλημα και θα ήθελε να τον βοηθήσει ο Θεός, που είναι δημιουργός και ο Πατέρας όλων των ανθρώπων και των αγγέλων, δεν χρειάζε­ται να πάει με το αίτημα του στο ναό ή στη συναγωγή ή σε έναν ιερέα. Φτάνει να κλειδωθεί σε ένα μικρό δωμάτιο, κυρίως εκείνο της καρδιάς του. Ας προσευχηθεί εκεί μέσα στον Θεό και ας πα­ρακαλέσει τον Πατέρα, που είναι γεμάτος αγάπη, για τη σωστή βοήθεια!»

 

Σε σχέση με την αληθινή προσευχή που είναι άμεση, πηγαία επικοινωνία της καρδιάς με τον Θεό, είναι αυτονόητο ότι η προσευχή εκείνη που είναι μία σκέτη απαγγελία με το στόμα, δεν έχει την παραμικρή αξία για την ψυχή:

«Όποτε οι άνθρωποι προσεύχονται και Με λατρεύουν με αυ­τό τον τρόπο, αποστρέφω κατευθείαν το πρόσωπο Μου και ού­τε δίνω ποτέ σημασία σε τέτοιες προσευχές και τιμές, για να δεί­ξω ολοφάνερα στους ανόητους ανθρώπους πως για Μένα τέ­τοια πράγματα δεν έχουν καμία αξία».

Αλλ’ αυτό που απεχθάνεται ο Θεός πάνω απ’ όλα είναι η προσευχή επί πληρωμή: «επειδή ο προσευχόμενος, συνήθως χωρίς την παραμικρή πίστη, μουρμουρίζει την προσευχή του μό­νο και μόνο για το θεαθήναι. Εκείνος δε που περιμένει βοήθεια επειδή έχει πληρώσει, παραείναι τεμπέλης για να γονατίσει ο ίδιος μπροστά στον Θεό και γι’ αυτό προτιμάει να προσεύχεται ένας άλλος στη θέση του».

«Τι γίνεται όμως», ρωτούν τον Κύριο στο «Μεγάλο Ευαγγέ­λιο», «όταν ένας πιστός με καλή πρόθεση και με πεποίθηση πως είναι ανάξιος να προσευχηθεί στον Θεό, πηγαίνει σ’ έναν ιερέα και τον πληρώνει για να προσευχηθεί γι’ αυτόν; Ούτε αυτή η προσευχή έχει καμία αξία.;»

Κι εδώ αποκρίνεται εκείνος; «Πώς μπορεί να ωφελήσει μια τέτοια προσευχή αυτόν που την πληρώνει; Ο μεν πιστός δεν τολ­μάει να προσευχηθεί στον Θεό, ο πληρωμένος ιερέας από την άλλη δεν προσεύχεται στον Θεό και δεν μπορεί καν να προσευ­χηθεί, γιατί μέσα του δεν πιστεύει σε κανένα Θεό. Διότι, αν πί­στευε σ’ έναν Θεό, δεν θα πληρωνόταν για τις προσευχές του, αλλά θα έλεγε στον πληρωτή: “Κάθε άνθρωπος-ακόμα και αν έχει τόσες πολλές αμαρτίες όπως η γη χορτάρια— μπορεί να προ­σευχηθεί στον Θεό με μεταμέλεια και ταπεινοφροσύνη και ο Θεός θα εισακούσει την προσευχή του. Η αγάπη γιο. τον πλη­σίον που επιτάσσει ο Θεός, μου επιβάλλει έτσι κι αλλιώς το κα­θήκον να μνημονεύσω όλους τους ανθρώπους στις προσευχές μου. Γι’ αυτό πήγαινε και προσευχήσου μόνος σου στον Θεό, κι αυτό είναι το μόνο που μπορεί να σε βοηθήσει. Διότι μία πλη­ρωμένη προσευχή είναι απεχθής για τον Θεό!”

Βλέπεις, έτσι όφειλε να μιλήσει ένας ιερέας με πίστη, σ’ αυ­τόν που θα ήθελε να τον πληρώσει, για να προσευχηθεί!

Επειδή όμως ο ίδιος ο ιερέας δεν πιστεύει σε κανένα Θεό, γι’ αυτό δέχεται να πληρωθεί για την προσευχή που διαβάζει από ένα βιβλίο χωρίς να σκέφτεται καθόλου, ψαλμοδίζοντας μόνο με ψευτοευλαβή φυσιογνωμία, και γι’ αυτό είναι σε όλα του ψεύτης και απατεώνας. Πώς μπορεί ο Θεός να εκτιμήσει μία τέ­τοια προσευχή;

Πίστεψε Με, σε περίπτωση ανάγκης ο Θεός μπορεί να βοη­θήσει χάρη στην ταπεινοφροσύνη του κάποιον, ο οποίος δεν τολ­μάει να προσευχηθεί σ’ Αυτόν λόγω της υποτιθέμενης αναξιότητάς του. Στην περίπτωση όμως μιας πληρωμένης προσευχής, είναι βέβαιο πως δεν θα τον βοηθούσε καθόλου, για να τον γλιτώσει μ’ αυτόν τον τρόπο από τις προκαταλήψεις του».

***

 

Για την καταλυτική και μεταμορφωτική δύναμη της προσευ­χής μιλά μία άλλη μετάδοση στην Μπέρτα Ντούντε από τις 29.7.1948:

 

Η μεταμορφωτική δύναμη της προσευχής

 «Η δύναμη που κρύβει η προσευχή αξιοποιείται πολύ λίγο, γιατί σεις οι άνθρωποι δεν έχετε αληθινή πίστη και ως εκ τού­τον πολύ λίγο μπορείτε να διαπιστώσετε τη δύναμη αυτή. Θα μπορούσατε να ζητήσετε τα πάντα και να πετύχετε επίσης τα πά­ντα με την πίστη, φτάνει να Μου αναφέρατε την παράκληση σας χωρίς να αμφιβάλετε στιγμή, αλλά περιμένοντας με πλήρη εμπιστοσύνη να σας ικανοποιηθεί. Ουσιαστικά, η προσευχή είναι η γέφυρα που έχω χτίσει Εγώ ο Ίδιος για. να επικοινωνούμε και που μπορείτε να βαδίσετε ανά πάσα στιγμή για να φτάσετε σε Μένα.

Μία σωστή προσευχή που γίνεται πνευματικά και αληθινά, βρίσκει πάντα ανταπόκριση, γι’ αυτό δεν μένει χωρίς αποτέλε­σμα ποτέ. Η δύναμη της πίστης είναι που εξασφαλίζει με βεβαιό­τητα, την εκπλήρωση των επιθυμιών σας, συνεπώς από εκεί ε­ξαρτάται αποκλειστικά το αν θα εισακουστείτε και όχι από τη δική Μου βούληση. επομένως εσείς οι ίδιοι είστε που καθορί­ζετε σε ποιο βαθμό εισακούγονται οι προσευχές σας. Γι’ αυτό σας επαναλαμβάνω ότι το μόνο που χρειάζεται είναι να απευ­θύνεστε σε Μένα σε όλες σας τις υποθέσεις και ότι, αν αξιο­ποιούσατε καλύτερα τη δύναμη της προσευχής, θα μπορούσατε αληθινά να έχετε μία πολύ πιο εύκολη ζωή στη Γη.

Όταν όμως απλά “παπαγαλίζετε” απαγγέλοντας μηχανικά τις προσευχές σας, έτσι όπως σας διδάσκουν συνήθως, μπορεί να παρακαλείτε διαρκώς, αλλά θα είναι τελείως μάταια. Γιατί τότε η προσευχή δεν φτάνει ως τα αυτιά Μου, αφού δεν είναι αληθι­νή και της λείπει η δύναμη της πίστης. Υπό αυτή τη συνθήκη η Παντοδυναμία Μου δεν μπορεί να εκδηλωθεί και να ενεργήσει, δεδομένου ότι όταν Εγώ ο Ίδιος σας δίδαξα την αληθινή πίστη, την έθεσα σαν προϋπόθεση για να ευοδωθούν οι προσευχές σας.

Δεν μπορώ, λοιπόν, να σας απαλλάξω από αυτόν τον όρο, αφού είμαι υποχρεωμένος να απαιτήσω πίστη σε Μένα και στην πα­ντοδυναμία Μου, γιατί αλλιώς θα απειθούσα απέναντι στον ίδιο Μου τον αιώνιο νόμο- άλλωστε, διαφορετικά δεν θα μπορούσα ούτε να σας έχω διδάξει για τη δύναμη που ενέχει η πίστη.

Σαν συμπέρασμα, μπορείτε να επιτύχετε τα πάντα και το μό­νο που χρειάζεται είναι να κάνετε τη δοκιμή, όμως πρώτα πρέ­πει να αποκτήσετε μία τέτοια βαθιά πίστη που να είσαστε πεπει­σμένοι από μέσα σας ότι δεν πρόκειται ποτέ να παρακαλέσετε μάταια για το λόγο ότι μπορώ και επίσης θέλω να σας βοηθή­σω. Και, πράγματι, θα ικανοποιήσω κάθε επίγεια επιθυμία σας υπό την προϋπόθεση ότι προσεύχεστε με το σωστό τρόπο… πι­στεύοντας ότι θα σας προσφέρω οτιδήποτε δεν είναι επιζήμιο για την ψυχή σας και με την ακλόνητη πεποίθηση ότι σας δίνω μόνο ό,τι είναι για το καλό σας, επειδή σας αγαπώ. Επομένως, εάν από αγάπη αρνούμαι να ικανοποιήσω μία παράκληση σας, θα πρέπει να είσαστε πρόθυμοι να παραιτηθείτε από την επιθυ­μία σας αυτή- σε μία αληθινή προσευχή θα πρέπει να δηλώνε­τε, μεταξύ άλλων, την προθυμία σας αυτή και τότε όχι μόνο προ­σεύχεστε σωστά, αλλά και μπορείτε να είσαστε πάντοτε βέβαιοι ότι θα ανταποκριθώ στις παρακλήσεις σας, επειδή Εγώ ο Ίδιος σας έχω δώσει την υπόσχεση: ζητάτε και θα σας δοθεί, χτυπά­τε την πόρτα και θα σας ανοιχτεί…».

«Σε κάθε ανάγκη, σε κάθε δυστυχία», λέει σε ένα άλλο ση­μείο της Νέας Αποκάλυψης, «μπορείτε να Με παρακαλείτε με πηγαία λόγια από την καρδιά σας και δεν θα παρακαλέσετε μά­ταια».

Βέβαια από την αιώνια, αληθινή σκοπιά, η τελείωση της ψυ­χής είναι σημαντικότερη από την ευημερία του σώματος, γι’ αυτό ο τέλειος Δάσκαλος προειδοποιεί:

«Όταν ζητάτε κάτι απ’ τον Πατέρα, μη ζητάτε τόσο τ’ αγαθά αυτής της γης, αυτά που επιδιώκουν και οι τυφλοί και ανόητοι ειδωλολάτρες, καθώς και οι θεολήσμονες Ιουδαίοι και Φαρισαίοι. Πιο πολύ να παρακαλείτε για τα άφθαρτα πλούτη που τρέ­φουν την ψυχή και το πνεύμα – κι αυτά δεν θα τα στερηθεί κανένας. Όσον αφορά όμως τ’ αγαθά που είναι απαραίτητα για την επιβίωση σ’ αυτήν τη γη, αυτά δίνονται, μαζί επιπλέον στον καθένα που στρέφει τις αναζητήσεις και τις παρακλήσεις του προς το βασίλειο του Θεού και την αγαθή δικαιοσύνη του. Όποιος γίνει δυνατός στο πνεύμα και συνεπώς και στο βασίλειο του Θεού, γίνεται και κύριος των πραγμάτων του κόσμου και δεν πρόκειται ποτέ το σώμα του να υποφέρει από ασιτία. Πά­ντως δε, ακόμη και για τον άνθρωπο που έχει αφυπνίσει το πνεύ­μα του, είναι προτιμότερο να χορταίνει με τα αγαθά του ουρα­νού και παράλληλα να υποφέρει μια μικρή έλλειψη στα αγαθά αυτής της γης».

Κατά συνέπεια, τα σημαντικότερα πνευματικά αγαθά για τα οποία παρακαλεί καθημερινά πάνω από όλα ένας αληθινός πνευματικός αναζητητής, είναι η υπέρβαση του εγωισμού του και η έμπρακτη αγάπη. Για την πνευματική του πορεία ζητάει να έχει το Λόγο του Θεού εξωτερικά και εσωτερικά και να μπορεί να εναρμονίζεται με Αυτόν, συνδεόμενος ζωντανά με τον ουράνιο κόσμο, τόσο στην προσευχή όσο και στα προβλή­ματα της ζωής.

Ωστόσο, αυτό που πρέπει να έχει πάντα κανείς υπ’ όψη του είναι ότι πολύ συχνά το Ύψιστο Πνεύμα βοηθά με τελείως δια­φορετικό τρόπο και σε διαφορετικό χρόνο από ό,τι Θέλει ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος με την εγωιστική οπτική του. «Διότι οι σκέ­ψεις Μου δεν είναι οι δικές σας σκέψεις και οι δρόμοι Μου δεν είναι οι δικοί σας δρόμοι. Αλλά όσο υψηλότερα είναι ο Ουρανός από τη Γη, άλλο τόσο υψηλότερα είναι οι δρόμοι και οι σκέψεις Μου από τις δικές σας σκέψεις».

Ως εκ τούτου, αυτός που προσεύχεται αληθινά, σ’ ό,τι επι­διώκει και σ’ ό,τι κάνει, θα ζητήσει να γίνει το θέλημα του Θεού.

Θα παρακαλέσει να έχει τη διαύγεια να το αναγνωρίσει και τη δύναμη για να το ακολουθήσει. Άρα είναι προφανές ότι η προσευχή εισακούγεται όταν ο προσευχόμενος πιστεύει και επί­σης προτάσσει την πατρική βούληση πριν από την προσωπική του:

«Μπορείτε να λάβετε τα πάντα, από Μένα, φτάνει να Με πιστεύετε δυνατά κι ακλόνητα… γιατί άμα έχετε συνειδητοποιή­σει πόσο μεγάλη είναι η αγάπη Μου για σας, ξέρετε τότε ότι δεν αφήνω καμία προσευχή χωρίς να την εισακούσω. Όμως, μία ισχυρή πίστη προϋποθέτει συνάμα και απόλυτη εμπιστοσύ­νη σε Εμένα.· πρέπει να έχετε δηλαδή τη βεβαιότητα ότι χάρη στη σοφία Μου γνωρίζω τι είναι προς όφελος σας, και επιπλέ­ον ότι δεν πρόκειται να αφήσω να πάθετε κανένα κακό, αφού δεν θα επιτρέψω να σας συμβεί κάτι που δεν θα προωθεί την τελειοποίηση σας. Κατά συνέπεια, όποιος πιστεύει βαθιά, Μού είναι αφοσιωμένος άνευ όρων και επαφίεται στη δική Μου βούληση για το τι θα κρίνω ως πιο καλό για τον ίδιο- γι’ αυτό και δεν απαιτεί αυτό, που θα ήθελε, παρά Μου παρουσιάζει τα­πεινά την παράκληση του και, δίνοντας προτεραιότητα στο δι­κό Μου θέλημα, αφήνεται με εμπιστοσύνη στην αγάπη και στο έλεος Mod. Έναν τέτοιον άνθρωπο σίγουρα Εγώ θα τον φρο­ντίσω από κάθε πλευρό., ούτε πρόκειται ποτέ να τον αφήσω να υποφέρει σωματικά ή πνευματικά, γιατί ουδέποτε κλείνω το. αυτιά Μου στην προσευχή ενός παιδιού Μου.

Στην περίπτωση όμως που αρνούμαι να ικανοποιήσω κάποια παράκληση σας, δεν θα πρέπει να αμφιβάλετε για την αγάπη Μου, γιατί είναι ακριβώς η αγάπη αυτή που θέλει να σας προφυλάξει από το κακό. Άλλωστε, σεις οι ίδιοι δεν είσαστε πάντα σε θέση να κρίνετε τι συνεπάγεται για σας η ικανοποίηση μιας συγκεκριμένης παράκλησης. Γι’ αυτό αρκεστείτε να Μου παρου­σιάσετε αυτό που σας απασχολεί και τα υπόλοιπα αφήστε τα να είναι δική Μου υπόθεση. Έτσι και αλλιώς η αγάπη Μου σας φροντίζει με τρόπο που να διευκολυνθείτε να βρείτε το δρόμο προς Εμένα, ούτως ώστε να φτάσετε με σιγουριά στον προορι­σμό σας και έτσι να επιστρέψετε στο πατρικό σας σπίτι για να ζήσετε σαν παιδιά Μου αιώνια μακάριοι. Εκμεταλλευτείτε, λοι­πόν, κάθε στιγμή τη δύναμη της προσευχής, επικαλεστείτε Με σε κάθε περίσταση της ζωής σας και απευθυνθείτε σε Μένα όταν έχετε προβλήματα, αλλά και στρέψτε επίσης τις σκέψεις σας σε Μένα τις ώρες της γαλήνης και της ειρήνης. Μη Με ξεχνάτε, για να μη σας ξεχάσω ούτε Εγώ, γι’ αυτό συνδεθείτε όσο γίνεται πιο συχνό, μαζί Μου με μία εσωτερική, εγκάρδια προσευχή και καλέστε Με με τον τρόπο αυτό, ώστε να είμαι διαρκώς κοντά σας-γιατί τότε σας παρέχεται αμέτρητη δύναμη δεδομένου ότι Με α­ναζητάτε με δική σας πρωτοβουλία, αφού οι σκέψεις σας και η καρδιά σας στρέφονται σε Μένα.

Πρέπει να βρείτε από μόνοι σας το δρόμο που θα σας φέρει κοντά Μου και γι’ αυτό -χρειάζεται να χρησιμοποιήσετε τη γέ­φυρα που σας έχω στήσει για να φτάνετε από τη Γη ως Εμένα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να χρησιμοποιήσετε την προσευχή, γιατί με αυτήν η ψυχή σας ανυψώνεται στις σφαίρες του Φω­τός- με την προσευχή βαδίζετε στη γέφυρα που οδηγεί σε Μένα, καθώς εκείνη την ώρα ο προσευχόμενος μιλάει σαν το παιδί στον Πατέρα του, δημιουργώντας έτσι αυτή την οικεία σχέση παιδιού προς πατέρα που θέλω Εγώ.

Και όταν κάποιος Μου μιλάει σαν να μιλάει με τον Πατέρα του, με παιδική καρδιά, ακούω πάντοτε την παράκληση του, μια και ποτέ δεν απογοητεύω τα παιδιά Μου που έρχονται με όλη τους την εμπιστοσύνη σε Μένα. Τους χαρίζεται όλη η αγάπη Μου δίνοντας τους πλουσιοπάροχα τα δώρα της και φροντίζοντας τους τόσο πνευματικά όσο και υλικά. Επομένως, δεν χρειάζε­ται να δεινοπαθήσει ή να στερηθεί κανείς, εφόσον παρακαλεί αληθινά σαν παιδί, με άλλα λόγια Μού απευθύνει την προσευ­χή του πνευματικά και αληθινά. Πρέπει, λοιπόν, να εκμεταλλεύ­εστε τη χάρη της προσευχής, αφού με τη βαθιά, ζωντανή πίστη σε Μένα και στην αγάπη Μου μπορείτε να πετύχετε τα πάντα…

Όμως, δεν πρέπει να απαιτείτε ή να παραπονιέστε αν φαί­νεται ότι δεν εισακούω τις προσευχές σας. γιατί σε αυτή την περίπτωση η πατρική Μου αγάπη διαβλέπει ότι θα σας απο­βεί μόνο σε κακό, εάν ικανοποιήσω τη συγκεκριμένη επιθυ­μία σας και για να σας προφυλάξει αρνείται την εκπλήρωση της. Όποιος όμως υποτάσσει μόνιμα τη θέληση του στη δική Μου, δεν πρόκειται ποτέ να απογοητευτεί, γιατί η σωστή προ­σευχή που Μου είναι η πιο αρεστή είναι όταν μαζί με κάθε πα­ράκληση προσθέτετε: “Πατέρα, ας γίνει το θέλημα Σου… “.

Αμήν»

 

 

Όταν η προσευχή γίνεται για χάρη των συνανθρώπων

Τα επτά αιτήματα που συμπεριλαμβάνονται στο «Πάτερ ημών» περιέχουν με λίγα λόγια όσα χρειάζεται ο άνθρωπος στον αγώνα για την τελειοποίηση του, τόσο για τον ίδιο του τον εαυτό όσο καν για τους συνανθρώπους του.

Είναι προφανές από την «Κυριακή προσευχή» ήδη πως ο πνευματικός άνθρωπος δεν προσεύχεται μόνο για τον εαυτό του. Η πρώτη προϋπόθεση της ουσιαστικής πνευματικής εξέλι­ξης είναι ότι κανείς ενδιαφέρεται, χωρίς να προσδοκά κάποιο όφελος, για τον διπλανό του.

«Αν δεις ένα φτωχό που χρειάζεται βοήθεια», λέει ο Ιησούς στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο», «πήγαινε κοντά του και βοήθησε τον, εφόσον έχεις κάτι για να τον βοηθήσεις. Αν δεν έχεις όμως, τό­τε προσευχήσου μέσα σου στον Θεό για χάρη του! Και σε βε­βαιώνω πως ο Θεός θ’ ακούσει την προσευχή και τη δική σου και του φτωχού!»

Σ’ ένα άλλο έργο του Λόρμπερ, την «Οικονομία του Θεού», αναφέρονται τα εξής σχετικά με την αληθινή συμπόνια και ευ­σπλαχνία που εκφράζεται σαν παράκληση για τους άλλους:

«Άμα δεις κάποιον φτωχό, είτε από αδυναμία ή φθορά του σώματος του είτε φτωχό στην καρδιά, φτωχό στην αγάπη, στο νου, στην κατανόηση, στη θέληση, στη δύναμη και στην πράξη, και τον συμπονέσεις χάρη στην αγάπη που έχεις στην καρδιά σου για τον Θεό, τότε η συμπόνια σου είναι τέλεια.

Είναι τέλεια, γιατί είναι κομμάτι της δικής Μου ευσπλαχνίας, με τον ίδιο τρόπο που ο άνεμος, φυσώντας μέσα στο δάσος, κου­νάει το δέντρο και πάλλει κάθε φυλλαράκι. Τότε τρέμει το κάθε φυλλαράκι χωριστά και με το τρεμούλιασμα του προκαλεί και αυτό ένα αεράκι, το οποίο συμμετέχει στο μεγάλο γενικό ρεύμα του αέρα, λες και σε σύγκριση μαζί του έχει κάτι να συνεισφέ­ρει. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να βοηθάει ο ένας αδελφός τον άλ­λον όσο μπορεί, με όλη τον την αγάπη που προέρχεται και ζωο­γονείται από Εμένα. Κι Εγώ θα. υπολογίσω την πράξη του και την παράκληση του σαν να έχει πραγματική αξία για Μένα».

Είναι συνεπώς ανυπολόγιστη η δύναμη της παράκλησης που γίνεται επίσης για όσους δεν πιστεύουν, σύμφωνα με την παρα­κάτω μετάδοση στην Μπέρτα Ντούντε, από τις 17.3.1963:

«Πόσο μακριά από Μένα είναι ακόμη οι άνθρωποι εκείνοι που δεν πιστεύουν σε ένα Θεό και Δημιουργό, που θεωρούν τον εαυτό τους σαν προϊόν μιας φυσικής δύναμης και δεν θέλουν να αναγνωρίσουν τίποτα, από όλα όσα υποδεικνύουν την ύπαρξη μιας πανίσχυρης Οντότητας… Η αντίσταση τους απέναντι Μου δεν έχει καμφθεί ακόμη, γι’ αυτό αρνούνται την ύπαρξη Μου και δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση μαζί Μου και ως εκ τού­του βρίσκονται ακόμη ολοκληρωτικά υπό την εξουσία του αντι­πάλου Μου. στην ουσία τον βοηθούν επιπλέον, αφού θέλουν να πείσουν και τους συνανθρώπους τους ότι δεν υπάρχει κάτι που να οφείλουν να το αναγνωρίσουν σαν μία πάνσοφη Δύναμη που είναι υπεράνω όλων.

Αυτοί μπορεί να πορεύονται σαν άνθρωποι στη γη, στην πραγ­ματικότητα όμως βρίσκονται ένα βήμα από την άβυσσο, επειδή ο αντίμαχος Μου θα τους ρίξει πάλι εκεί, εάν δεν αλλάξουν πε­ποιθήσεις μέχρι να πεθάνουν… Γιατί δεν υπάρχει σχεδόν καμία ελπίδα αυτοί οι τελείως άθεοι άνθρωποι να. προοδεύσουν στον άλλο κόσμο, για το λόγο ότι είναι κλειστοί απέναντι σε οποια­δήποτε διαφώτιση και άρα θα επιμένουν πεισματικά στη δική τους άποψη.

Εκτός αυτού, κατά την επίγεια ζωή τους καταχρώνται το χάρι­σμα της νοημοσύνης, δεδομένου ότι θα μπορούσαν και από το δικό της δρόμο να καταλήξουν σε διαφορετικά συμπεράσματα, εάν ήθελαν πραγματικά να βρουν ένα σωστό φως σχετικά με το σκοπό της ύπαρξης τους σε αυτή τη γη. Όταν όμως αναδύονται μέσα τους ανάλογες σκέψεις τις απωθούν, άλλη δυνατότητα δε δεν υπάρχει για να οδηγηθούν στην πίστη, αφού δεν μπορούν πο­τέ να χρησιμοποιηθούν αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού. Για­τί αυτές αποτελούν ένα μέσο εξαναγκασμού, και τέτοια μέσα δεν είναι συμβατά με την ελευθερία της βούλησης.

Πέρα από αυτό, τέτοιοι άθεοι άνθρωποι έχουν γίνει συνήθως σκληρόκαρδοι, με αποτέλεσμα να μην έχουν αγάπη και έτσι στην καρδιά τους επικρατεί το σκοτάδι, ενώ αυτό που υπερισχύει α­ντίθετα είναι η αντιδραστική θέληση αντίστασης στο θείο. Αυτή τους παρακινεί να καλλιεργήσουν το ίδιο φρόνημα στους συ­νανθρώπους τους για να αποκτήσουν το ίδιο πνεύμα και εκεί­νοι, γιατί ο αντίπαλος Μου, τον οποίο ασπάζονται, τους ωθεί να εργάζονται για λογαριασμό του. Έτσι, αν προσπαθήσετε να τους πείσετε για την αλήθεια, στις περισσότερες περιπτώσεις θα είναι μάταιος κόπος και συνεπώς το μόνο που μπορείτε να κά­νετε γι’ αυτούς είναι να προσεύχεστε για χάρη τους. Γιατί όταν η προσευχή γίνεται με αγάπη, αντανακλάται πάλι ως δύναμη σε αυτούς τους ανθρώπους και μπορεί σαν αποτέλεσμα να οδηγη­θούν σε σκέψεις, ώστε σταδιακά, να μειωθεί η αντίσταση τους.

Γι’ αυτό το λόγο θα πρέπει στις προσευχές σας να συμπερι­λαμβάνετε και όλους εκείνους που δεν πιστεύουν, ούτως ώστε η δύναμη της παράκλησης σας να αγγίξει τις καρδιές τους… Πά­ντοτε να σκέφτεστε ότι οι ψυχές αυτές βρίσκονται ακόμη ολο­κληρωτικά υπό την εξουσία του αντιμάχου Μου και ότι πρέπει να τους παρασχεθεί βοήθεια, προκειμένου να απελευθερωθούν από αυτόν. Με τη βία δεν μπορούν να αλλάξουν στάση και ό­ταν τους προσφέρεται απευθείας η ακτινοβολία της αγάπης Μου την αποκρούουν, με συνέπεια να μειώνεται η δραστικότητα της… Όμως, χάρη στη δική σας την αγάπη, είναι δυνατό να τους δο­θεί δύναμη, η οποία επιδρά ευεργετικά επάνω τους και έχει επί­σης τη δυνατότητα να τους κάνει να αλλάξουν πεποιθήσεις, χωρίς ωστόσο να είναι εξαναγκασμένοι να το κάνουν. Αν συλ­λογιστείτε μάλιστα ότι μια τέτοια ψυχή είναι πάρα πολύ αδύνα­μη, η αδυναμία της θα πρέπει να ξυπνήσει τη συμπόνια σας και τη θέληση να κάνετε από αγάπη γι’ αυτήν οτιδήποτε μπορεί να τη σώσει και σε αυτή την περίπτωση το μόνο μέσο που απομέ­νει είναι μία προσευχή που γίνεται με αγάπη για λογαριασμό της. Γιατί μία τέτοια προσευχή σίγουρα έχει αποτέλεσμα και άρα έ­χει επίσης τη δυνατότητα να αποσπάσει την ψυχή αυτή από το κακό.

Η ελεύθερη βούληση είναι το θεϊκό γνώρισμα του ανθρώπου και εντούτοις ήταν και παραμένει η αιτία για τη βαθύτατη πτώ­ση του από τον πνευματικό στον υλικό κόσμο… Γι’ αυτό το λό­γο άλλωστε συχνά περνούν αιωνιότητες μέχρι να επιστρέψει μία έκπτωτη ψυχή στην πνευματική της κοιτίδα, εκτός εάν τη βοηθήσει κάποιος με την αγάπη του όσο βρίσκεται στη Γη. Γιατί για την αγάπη τα πάντα είναι δυνατά… και η αγάπη νικά ακόμη και αυτόν τον αντίθεο, αφού δεν μπορεί να κρατήσει άλλο δέσμια την ψυχή που ελευθερώνεται από την εξουσία του για να στρα­φεί προς Εκείνον που είναι η ίδια η Αγάπη… Σαν συνέπεια ανα­γνωρίζει τότε ότι είμαι ο Θεός και Δημιουργός της, με αποτέλε­σμα να λυτρωθεί τόσο στη γήινη ζωή της όσο και στην αιωνιό­τητα.

Εάν για κάθε ψυχή στη Γη προσευχόταν κάποιος θερμά, επει­δή θα τον παρακινούσε βαθιά αγάπη, τότε δεν θα υπήρχε καμία χαμένη ψυχή στον κόσμο. Γιατί μόνο οι προσευχές που γίνονται από αγάπη στέφονται με επιτυχία, όχι όμως εκείνες που από κοι­νού απαγγέλλουν μηχανικά ένα πλήθος ανθρώπων που καθώς δεν γίνονται πνευματικά και αληθινά, αλλά μόνο με το στόμα, συνήθως είναι τυπικές προσευχές χωρίς δύναμη… Εντούτοις, εάν ο καθένας έθετε σαν στόχο του τη σωτηρία κάποιας ψυχής, δίνο­ντας της αγάπη και παρακαλώντας Με για τη σωτηρία της, ώστε να. μην χαθεί και πάλι για ατέλειωτο διάστημα, είναι βέβαιο ότι όλοι οι άνθρωποι θα. άλλαζαν και πιστεύοντας πραγματικά, θα έκαναν και από την πλευρά τους τα. πάντα για να εκπληρώσουν το σκοπό της ζωής τους. Μα η αγάπη έχει ψυχρανθεί μεταξύ των ανθρώπων, αφού ο καθένας σκέφτεται μόνο τον εαυτό του και ως εκ τούτου δεν μπορεί να πιστέψει ούτε και να εκπληρώσει το σκοπό της ύπαρξής του. Αντίθετα μάλιστα κατευθύνεται πάλι προς την άβυσσο και θα αναγκαστεί να αναρριχηθεί για άλλη μία φο­ρά τον ατέλειωτο, κοπιαστικό και μαρτυρικό δρόμο. Γιατί η πα­ντοδυναμία Μου δεν μπορεί να επέμβει, όπου η βούληση είναι ενάντια Μου.

Αμήν»

***

 

Επίσης, στα κείμενα της Νέας Αποκάλυψης συνιστάται επα­νειλημμένα η βοήθεια στους αρρώστους μέσω της προσευ­χής. Έτσι και στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη»:

«Ένα σημάδι της ολοζώντανης παρουσίας Μου κοντά σας και μέσα σας θα είναι πάντα πως όταν θ’ ακουμπάτε τα χέρια σας πάνω στους αρρώστους σωματικά στο όνομα Μου και με αλη­θινή αγάπη, η κατάσταση τους θα βελτιώνεται, εφόσον η βελ­τίωση αυτή είναι ωφέλιμη για τη σωτηρία της ψυχής τους. Εν­νοείται πως ταυτόχρονα θα λέτε πάντα μέσα στην καρδιά σας: “Κύριε, ας γίνει το δικό Σου θέλημα και όχι το δικό μου!” Διό­τι εσείς δεν μπορείτε να ξέρετε αν και πότε η βελτίωση της σω­ματικής υγείας είναι για το καλό της ψυχής ή όχι. Για κανέναν άνθρωπο δεν είναι γραμμένο να ζήσει αιώνια σ’ αυτήν τη Γη. έτσι και η επίθεση των χεριών δεν μπορεί ν’ απαλλάξει κάθε φορά και κάθε άνθρωπο από τα δεινά του κορμιού του. Ωστό­σο δεν διαπράττετε καμιά αμαρτία αν δείχνετε αυτή την αγάπη στον καθέναν που είναι άρρωστος. Κι αν μπορείτε να βοηθήσε­τε στη σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου, πράγμα που μόνον Εγώ μπορώ να το ξέρω, θα κάνω Εγώ τον θεραπευτή και αρω­γό του.

Αν μάθετε από μακριά πως κάποιος φίλος σας κείτεται άρρω­στος, προσευχηθείτε γι’ αυτόν και ακουμπήστε πνευματικά τα χέρια σας επάνω του και τότε θα βελτιωθεί και η δική τον η κα­τάσταση. Θα προσεύχεστε μόνο μέσα στην καρδιά σας, λέγοντας τα λίγα παρακάτω λόγια: “Ο Κύριος, ο Ιησούς ας σε βοηθήσει! Είθε να σε δυναμώσει και να σε θεραπεύσει με το έλεος, την αγάπη και την ευσπλαχνία Του!”

Αν Μου απευθύνετε αυτά τα λόγια με ακράδαντη πίση και εμπι­στοσύνη και ταυτόχρονα κρατάτε τα χέρια σας νοερά πάνω από τον άρρωστο, όσο μακριά και αν είναι, η κατάσταση του θα βελ­τιωθεί αμέσως, αν αυτό είναι καλό για τη σωτηρία της ψυχής του!»

 

Η σωστή παράκληση για τους νεκρούς

 Στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο» βρίσκουμε επίσης ποια είναι η σω­στή παράκληση για τους νεκρούς:

«Η προσευχή που μια ψυχή γεμάτη αληθινή αγάπη και συμπό­νια απευθύνει με πίστη σ’ Εμένα, επιδρά θετικά και στις φτω­χές ψυχές στο επέκεινα. Σχηματίζει γύρω τους μία ορισμένη ζω­τική αιθέρια ουσία, μέσα στην οποία αναγνωρίζουν τις ελλεί­ψεις και τα ελαττώματα τους σαν μέσα σε καθρέφτη. Έτσι βελτιώνονται κι ανέρχονται πιο εύκολα ως το φως της ζωής. Σας προσφέρω αυτήν τη δυνατότητα, για να μπορείτε να ωφελήσετε ουσιαστικά τους πεθαμένους αδελφούς και αδελφές σας! Πώς όμως πρέπει να προσεύχεστε γι’ αυτούς;

Δεν πρέπει να προσεύχεστε νομίζοντας πως μπορείτε να Με παρακινήσετε να γίνω ακόμη πιο σπλαχνικός. Γιατί αληθινά Εγώ είμαι άπειρα πιο φιλεύσπλαχνος από όσο όλοι μαζί οι πιο καλοί και οι πιο στοργικοί άνθρωποι του κόσμου.

Στις ψυχές των πεθαμένων εξηγήστε με πίστη και αγάπη εγκάρ­δια, απ’ την αληθινή πηγή της αγάπης που βρίσκεται ακριβώς μέσ’ στην καρδιά σας, το Ευαγγέλιο, τη χαρμόσυνη αγγελία για την άπειρη και αιώνια αγάπη του ουράνιου Πατέρα. Αυτές θα σας ακούσουν και θα συμμορφωθούν ανάλογα! Μ’ αυτό τον τρόπο μπορείτε να φέρετε το αιώνιο σωτήριο μήνυμα φωτός και αγάπης σ’ αυτούς τους πραγματικά φτωχούς στο πνεύμα, πράγ­μα που θα τους ωφελήσει πάρα πολύ στην πνευματική εξέλιξη και τελείωση τους στον άλλο κόσμο. Οποιαδήποτε άλλη προ­σευχή ή και πολυλογία δεν ωφελεί στο παραμικρό τις ψυχές των πεθαμένων. Αυτό μπορείτε να το πάρετε σαν μία καλή συμβου­λή από Μένα. Γιατί με αυτό τον τρόπο θα αποκτήσετε στον άλ­λο κόσμο αληθινούς και ισχυρούς φίλους που θα σας είναι ιδιαί­τερα ευγνώμονες. Αυτοί οι φίλοι δεν πρόκειται να σας εγκατα­λείψουν ούτε σε αυτόν ούτε και στον άλλο κόσμο, όταν θα βρεθείτε σε ανάγκη. Τέτοιοι φίλοι στον άλλο κόσμο θα είναι οι πραγματικοί φύλακες σας που θα νοιάζονται πάντοτε για το κα­λό του ευεργέτη τους».

Διεξοδικότερα πάνω στο ίδιο θέμα αναφέρεται ένα κείμενο της Μπέρτα Ντούνιε από τις 24.11.1961:

«Είναι αδύνατο να περιγραφεί πραγματικά στους ανθρώπους το μαρτύριο που υφίσταται στον άλλο κόσμο μία αλύτρωτη ψυ­χή, ωστόσο αυτό που οφείλουν τουλάχιστον να γνωρίζουν είναι ότι η κατάσταση της είναι τελείως απελπιστική, Η δε γνώση αυ­τή θα. πρέπει να τους παρακινεί να προσφέρουν σε αυτές τις ψυχές τη βοήθεια τους, γι’ αυτό το λόγο τους υπενθυμίζεται συνε­χώς ότι δεν πρέπει να τις λησμονούν. Είναι χιλιαπλάσιες οι ευ­χαριστίες που αποδίδουν τότε σε εκείνους που με την προσευχή τους τις βοηθούν και τις ανακουφίζουν στη δυστυχία τους.

Οι ψυχές που αποδημώντας από τη Γη αφήνουν πίσω τους αγα­πημένους ανθρώπους πλεονεκτούν απέναντι σε εκείνες που δεν είχαν καμία αγάπη στην επίγεια ζωή τους. Τις πρώτες τις συνο­δεύουν στοργικές σκέψεις και καλές ευχές, οι δε προσευχές που γίνονται για λογαριασμό τους με συμπάθεια τους διοχετεύουν δύ­ναμη και έτσι η κατάσταση τους μπορεί να βελτιωθεί σημαντι­κά. Κάθε στοργική σκέψη την αισθάνονται σαν ευεργεσία, με α­ποτέλεσμα να αφυπνίζεται και η δική τους η αγάπη, την οποία εκδηλώνουν με τη σειρά τους σε άλλες δοκιμαζόμενες ψυχές.

Αντίθετα, είναι ανείπωτη η δυστυχία και οι πόνοι που υφίστα­νται αναγκαστικά οι ψυχές εκείνες που έζησαν χωρίς αγάπη στη Γη. Περνούν γρήγορα στη λησμονιά ή όποτε τις θυμούνται, τις σκέφτονται αποκλειστικά με αρνητικά αισθήματα, πράγμα που χειροτερεύει ακόμη πιο πολύ τη δραματική κατάσταση που αντι­μετωπίζουν στον άλλο κόσμο. Κάθε καλή σκέψη που τους απευ­θύνουν οι άνθρωποι της Γης ελαφρύνει τα βάσανα τους, ενώ αντίθετα κάθε κακή σκέψη τα αυξάνει, καθώς δεν μπορούν να αμυνθούν ούτε να απαιτήσουν την αγάπη τους. Το αποτέλεσμα είναι ότι είτε η συμπάθεια είτε η αντιπάθεια, έχουν αισθητό αντί­κτυπο επάνω τους και αντίστοιχα, ή διευκολύνεται ή δυσκολεύει ο αγώνας της ψυχής να ανέβει ψηλότερα.

Οι ψυχές που πρέπει να στερηθούν τελείως την αγάπη των γή­ινων ανθρώπων βρίσκονται τελείως μόνες τους σε ένα ζοφερότατο περιβάλλον και η δυστυχία τους είναι απερίγραπτη. Γι’ αυ­τό είναι αυτές που χρειάζονται περισσότερο να τις μνημονεύουν οι άνθρωποι της Γης στην προσευχή τους, ούτως ώστε να αι­σθανθούν στην ύπαρξη τους τη δύναμη της αγάπης και έτσι να δρομολογηθεί μία μεταμόρφωση στο εσωτερικό τους. Γιατί έτσι και αγγίξει για λίγο μία στοργική σκέψη τέτοιες μοναχικές ψυ­χές, αμέσως αντιδρούν στρέφοντας την προσοχή τους προς την πηγή της συγκεκριμένης σκέψης και πλησιάζοντας το άτομο που τις σκέφτηκε με συμπόνια παρακολουθούν το χαρακτήρα του, τις πράξεις και τον τρόπο της σκέψης του. Ασφαλώς δεν πρό­κειται ποτέ να ενοχλήσουν τον άνθρωπο εκείνο που τους κάνει καλό παρ’ όλο που οι ίδιες δεν έχουν παρά λίγα καλά αισθήμα­τα.. Ωστόσο, η διαπίστωση ότι η μαρτυρική τους κατάσταση απα­λύνεται όταν βρίσκονται στο περιβάλλον τέτοιων ανθρώπων και ότι με την προσευχή τους για τις ψυχές του σκότους νιώθουν αι­σθητή ανακούφιση τις βάζει σε σκέψεις για την αιτία αυτού του γεγονότος. Με τον τρόπο αυτό συνειδητοποιούν ότι η αγάπη εί­ναι το μόνο μέσο που μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση τους. Όταν δε μία τέτοια ψυχή φτάσει σε αυτή τη συνειδητοποίηση, τότε μαλακώνει και γίνεται αλληλέγγυα με τις άλλες ψυχές και έτσι ξεφεύγει από την τραγική κατάσταση της.

Σαν συμπέρασμα, οι άνθρωποι στη Γη μπορούν να λυτρώσουν αμέτρητες ψυχές από τη δυστυχία τους, εάν προσπαθήσουν να μπουν στη θέση τους και να συναισθανθούν την αδυναμία τους. Γιατί έτσι κι έχουν έστω μία σπίθα αγάπης μέσα τους, θα πρέ­πει ο πόνος απτών των ψυχών να τους αγγίζει και να ξυπνά τη θέληση τους να τις βοηθήσουν. Χρειάζεται απλά να συμπεριλά­βουν στις προσευχές τους αυτές τις δυστυχισμένες ψυχές, που δεν έχουν τη δύναμη να βοηθήσουν τον εαυτό τους, παρακαλώ­ντας τον Θεό να τους δείχνει έλεος και ευσπλαχνία. Επίσης χρειάζεται να τους στέλνουν διαρκώς την αγάπη τους και να μην τις σκεφτούν ποτέ με αρνητικά αισθήματα, για να μη μεγαλώ­σουν ακόμη περισσότερο το μαρτύριο τους. Γιατί τότε η ψυχή διατρέχει τον κίνδυνο να σκληρύνει τελείως και να νεκρώσει κάθε καλό αίσθημα μέσα της. Επειδή, λοιπόν, ο προορισμός των ψυχών είναι να λυτρωθούν, σε αυτό μπορούν όλοι οι άνθρωποι στη Γη να συνεισφέρουν ανεκτίμητα πολλά.

Αμήν»

 

Η καλύτερη προσευχή είναι η πράξη νσύμφωνα με τη διδασκαλία

Ολόκληρο το σχέδιο του Θεού, καθώς και η εσωτερική επι­κοινωνία του με τον άνθρωπο μέσα απ’ την καρδιά, στοχεύει να τον οδηγήσει στην πνευματική αναγέννηση.

Με άλλα λόγια να τον βοηθήσει να υπερβεί την εωσφορική αγάπη του εαυτού του, την εγωιστική αγάπη, και να ασπαστεί ελεύθερα και έμπρακτα την αγάπη για τον Θεό και τον συνάν­θρωπο του.

Γι’ αυτό και η πιο αρεστή προσευχή στον Θεό είναι η έμπρα­κτη και χωρίς ίχνος εγωισμού εφαρμογή της γνήσιας, θεϊκής αγάπης για όλη την πλάση. Σ’ αυτή την ουράνια δραστηριό­τητα κρύβεται η αληθινή «προσευχή χωρίς διακοπή» που ανα­φέρεται στην Καινή Διαθήκη. Λέγεται σχετικά στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο»:

«Είναι το πρώτο καθήκον του κάθε ανθρώπου να αναζητάει με ταπεινή καρδιά τον Θεό μέσα στο πνεύμα και μέσα στην αλή­θεια! Κι αν τον βρει, εν πνεύματι και αλήθεια πρέπει να τον προσκυνεί! Η κυρίως προσευχή πάντως συνίσταται στο να μένει τα­πεινή η καρδιά και στο ν’ αγαπάει έμπρακτα τον διπλανό του πιο πολύ απ’ τον εαυτό του.

Πρέπει τον Θεό όμως, που είναι ο αληθινός Πατέρας όλων των ανθρώπων και των αγγέλων, να τον αγαπάει πάνω απ’ όλα. Κανένας, ωστόσο, που βρίσκεται φυλακισμένος μέσα στη σκοτεινή σάρκα δεν μπορεί ν’ αγαπάει τον Θεό αν μισεί τον αδελφό του, γιατί πώς μπορεί κανείς ν’ αγαπάει τον Θεό που δεν τον βλέπει, αν δεν αγαπάει τον αδελφό τον που τον βλέ­πει;

Αλλά δεν αρκεί καθόλου να λέει κανείς: αγαπώ τους διπλα­νούς μου και είμαι φιλικός μαζί τους! Η αληθινή και μόνη αγά­πη που μετράει για τον Θεό συνίσταται σε έργα, ανάλογα με τις ανάγκες των συνανθρώπων, πνευματικές ή σωματικές. Αυτή η αγάπη είναι το θαυματουργό κλειδί που ανοίγει το φως του Θεού στην ίδια την καρδιά.

Γι’ αυτό να είσαστε πραγματικά συνετοί και να έχετε κατανόηση στην καρδιά σας. Κάνετε το καλό σ’ όποιον χρειάζεται τη βοήθεια σας! Να. κάνετε το καλό και στους εχθρούς σας α­κόμα και να ευλογείτε όσους σας καταριούνται! Μ’ αυτό τον τρόπο θα γίνετε όμοιοι μ’ Εμένα, γιατί αφήνω τον ήλιο Μου να φωτίζει δικαίους και αδίκους και το παντοδύναμο χέρι Μου κα­τακλύζει καθημερινά μ’ ευεργεσίες και τους χειρότερους εχθρούς Μου. Η ράβδος Μου πέφτει μονάχα πάνω στους πολύ αδιόρ­θωτους κακούργους. Αυτό σας το τονίζω- όλοι σας είσαστε παι­διά της καρδιάς Μου και αδέλφια της ψυχής Μου. Γι’ αυτό όταν προσεύχεστε, μην προσεύχεστε με τα χείλια, όπως οι ειδωλολά­τρες και οι Φαρισαίοι, με λόγια που φτιάχνει η σάρκινη γλώσ­σα. Προσεύχεστε πνευματικό, και αληθινά με ζωντανά έργα και πράξεις αγάπης προς τον πλησίον σας. Τότε θα είναι η κάθε λέ­ξη που θ’ απευθύνετε στ’ όνομα Μου μία αληθινή προσευχή, που θα την εισακούω παντού και πάντα.».

 

Μία βαθύτερη κατάσταση στην πνευματική προσευχή είναι η συνειδητή στροφή των σκέψεων προς τον κόσμο του πνεύματος, σύμφωνα με το παρακάτω κείμενο της Μπέρτα Ντούντε από τις 24.9.1961:

«Κάθε φορά που μπορώ να σας μιλήσω, μεταφέρεστε στον κό­σμο του πνεύματος. Τότε οι διδασκαλίες που παίρνετε είναι κα­θαρά πνευματικές, δεδομένου ότι προσλαμβάνετε μία πνευμα­τική γνώση που υπερβαίνει σε ασύγκριτο βαθμό κάθε γήινη, για­τί ασφαλώς με τον ανθρώπινο νου δεν μπορεί να αποκτηθεί μία τέτοια γνώση που είναι ουσιαστικά μία δύναμη που ρέει από Μένα σε σας. Όμως αυτό το ρεύμα δύναμης το δέχεται μόνο ο αναζητητής που θέλει και ο ίδιος να αποκτήσει πνευματική γνώ­ση, γιατί το πνεύμα μπορεί να μιλήσει πάλι μόνο στο πνεύμα, ε­νώ όταν κάποιος προσλαμβάνει μία πνευματική γνώση αποκλει­στικά και μόνο με το νου του, είναι δυνατό να μην του κάνει κα­μία απολύτως εντύπωση.

Σε πρώτη φάση ο νους πρέπει να μείνει ανενεργός, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να επεξεργαστεί αυτή τη γνώση, α­ντίθετα μάλιστα έχει χρέος να το κάνει. Αλλά στην αρχή, προ­τού ενεργοποιηθεί ο εγκέφαλος, η προσοχή πρέπει να στραφεί αποκλειστικά στο τι αισθάνεται η καρδιά του ανθρώπου. Ακό­μη και η πιο οξεία διάνοια δεν θα μπόρεσα να ανακαλύψει στο αληθινό τους βάθος τα πνευματικά αίτια των πραγμάτων και τη διαπλοκή τους, αλλά από την άλλη, ακόμη και ο πιο οξύνους άνθρωπος θα αναγκαστεί να αναγνωρίσει τη βαθύτατη σοφία της αποκάλυψης, εάν προηγούμενα αφήσει την καρδιά του να μιλήσει, με άλλα λόγια της παραχωρήσει τη δυνατότητα να δια­μορφώσει αυτή πρώτη μία κρίση.

Επομένως, πρέπει κάποιος πρώτα να μεταφερθεί με τη θέλη­ση τον στο πνευματικό βασίλειο μέσω των σκέψεων του, για να μπορέσει να. του μεταδοθεί από εκεί η γνώση και αυτό ισχύει όχι μόνο για τον άμεσο παραλήπτη του Λόγου Μου, αλλά. επίσης και για εκείνους που τον διδάσκονται έμμεσα από τους απεσταλμέ­νους Μου… Σπάνια όμως υπάρχει αυτή η προθυμία στους αν­θρώπους και παρ’ όλο που η εγκεφαλική σκέψη δεν τους δίνει πλήρη ικανοποίηση, δεν στρέφονται προς τον εσωτερικό δρό­μο. Γιατί η πίστη τους είναι πολύ αδύνατη, οπότε ούτε συνδέο­νται και μαζί Μου με τις σκέψεις τους… Προφανώς, μία απά­ντηση μπορώ να δώσω μονάχα όταν Με ρωτήσουν, δεδομένου ότι πρέπει να έχει προηγηθεί μία ερώτηση που να Μου αποδει­κνύει καταρχάς τη θέληση τον ενδιαφερόμενου να διαφωτιστεί πνευματικά. Πρέπει πρώτα ο άνθρωπος να αποσπαστεί συνει­δητά από τον γήινο κόσμο· με άλλο. λόγια, οφείλει να. κάνει την υπέρβαση προς το υπερκόσμιο βασίλειο και με τις σκέψεις του να ασχοληθεί με ερωτήματα τέτοια που δεν μπορούν να του απα­ντηθούν από καμία γήινη πλευρά…

Αυτή δε η σύντομη αποστασιοποίηση από τον κόσμο είναι βέ­βαιο ότι θα αποβεί σε όφελος του και ευλογία. Γιατί τότε Εγώ παρεμβαίνω συλλαμβάνοντας κάθε σκέψη που κατευθύνεται προς τον πνευματικό χώρο και ωθώ τον αναζητητή της αλήθειας να θέσει και άλλα ερωτήματα τα οποία του απαντώ μέσω των σκέψεων του, για όσο βέβαια διατηρεί ενεργή αυτή τη σύνδεση, Δεν είναι απαραίτητο να επικαλεστεί κάποιος συνειδητά τον Θεό και Δημιουργό του, αλλά μπορεί απλά να αναρωτηθεί για το λόγο και το σκοπό της δικής του ύπαρξης στη Γη. Και μία τέ­τοια σκέψη εκτείνεται ήδη ως το πνευματικό βασίλειο από όπου παίρνει και απάντηση. Η μόνη προϋπόθεση είναι να θέλει κά­ποιος πραγματικά να διαφωτιστεί, γιατί διαφορετικά οι ερωτή­σεις του δεν έχουν καμία αξία, δεδομένου ότι ο πρωταρχικός όρος για να λάβει την αλήθεια είναι να. το επιθυμεί στα σοβα­ρά.

Χαίρομαι ιδιαίτερα, μάλιστα με εκείνους που ανταποκρίνονται στο παραμικρό ερέθισμα, γιατί είναι συνεχώς σε αναζήτηση απα­ντήσεων και γι’ αυτό παίρνουν συνεχώς το δρόμο προς τη δική Μου κατεύθυνση, προς το χώρο του πνεύματος. δεν θέλουν δη­λαδή να. πάρουν από άλλους ανθρώπους τη γνώση που θα τους δώσει τη σωστή απάντηση στα ερωτήματα τους παρά πηγαίνουν κατευθείαν στην Πηγή της Αλήθειας, αν και ακόμη αυτό γίνε­ται ασυνείδητα. Γιατί μπορεί ορισμένοι που δεν πιστεύουν ακό­μη, να εμφορούνται από την επιθυμία να ανακαλύψουν την α­λήθεια και τέτοιοι άνθρωποι σύντομα θα μπορέσουν να πιστέ­ψουν και να. πάρουν συνειδητά, πλέον το δρόμο προς τον Θεό και Δημιουργό τους.

Το μόνο δε που χρειάζεται είναι να στρέψει κανείς τα νώτα του στον κόσμο, δηλαδή μέσα σε όσο δυνατόν μεγαλύτερη ησυ­χία, να βυθιστεί σε πνευματικές σκέψεις, γιατί μονάχα έτσι μπο­ρεί κανείς να βρει πρόσβαση προς την περιοχή του πνεύματος… Γιατί το βασίλειο Μου δεν είναι αυτού τον κόσμου… Αντίθετα, ο κόσμος είναι το βασίλειο του αντιπάλου Μου, που δεν πρό­κειται ποτέ να σας δώσει την αλήθεια, απεναντίας προσπαθεί να την υπονομεύσει αναμειγνύοντας την με πλάνες. Την απαι­τούμενη ησυχία όμως πρέπει να την αναζητήσετε με δική σας πρωτοβουλία, δηλαδή πρέπει να ενεργήσετε με την ελεύθερη βούληση σας, δεδομένου ότι δεν μπορώ να σας κάνω να πιστέ­ψετε παρά τη θέληση σας. Την πίστη πρέπει να την αποκτήσετε από μόνοι σας, προκειμένου να μπορώ να την εκτιμήσω κι Ε­γώ αναλόγως. Και αυτό απαιτεί να ζει κανείς μία ζωή με αγά­πη. Η αγάπη τον συνδέει μαζί Μου, διότι “όποιος παραμένει στην αγάπη, παραμένει μέσα σε Μένα και Εγώ μέσα σε αυ­τόν… “. Όποιος έχει αγάπη βρίσκει το δρόμο προς Εμένα, με τις σκέψεις του μεταφέρεται συχνά ως το βασίλειο που μ’ όλο που είναι ακόμη κλειστό γι’ αυτόν όμως ασυνείδητα τον ελκύει, γιατί η αγάπη επιδιώκει πάντα να. ενωθεί με την Αιώνια Αγάπη. Όποιος αγαπά, θα μπορεί και να πιστέψει, εάν το θέλει…

Ωστόσο δεν ασκείται καμία βία στη θέληση του· την απόφαση του να έρθει σε Μένα. πρέπει να την πάρει ελεύθερα… Ο άνθρω­πος οφείλει να αναγνωρίσει το Δημιουργό, το μεγαλύτερο Πνεύ­μα του απείρου, ως τη δύναμη που έπλασε και αυτόν τον ίδιο. Θα πρέπει δηλαδή να αισθάνεται συνδεδεμένος με αυτή τη δη­μιουργική Δύναμη και να. επιδιώκει να την πλησιάσει… Και η καλή τον θέληση θα τον οδηγήσει απαρέγκλιτα στο να πιστέψει, τη δε πίστη του αυτή δεν Θα θελήσει ποτέ πια να τη χάσει. Τότε λοιπόν μπορώ και Εγώ να τον κάνω δικό Μου επενεργώντας πάνω του μέσω του πνεύματος και επιπλέον θα μπορώ επίσης να του μιλήσω ανάλογα με το πόσο δυνατή είναι η εσωτερική του επιθυμία… Από εκεί και πλέον το πνευματικό βασίλειο δεν τον αφήνει πια μόνο τον, όλες οι φωτεινές οντότητες προσπα­θούν να τον βοηθήσουν στην πνευματική του άνοδο, ενώ Εγώ ο Ίδιος έχω αποκτήσει ακόμη ένα παιδί που Με αναγνώρισε αυ­τόβουλα ως Πατέρα, και γι’ αυτό δεν πρόκειται ποτέ να το εγκα­ταλείψω…

Αμήν»

 

***

 

Για τον άνθρωπο που θέλει να φτάσει στον Θεό, ο μοναδικός δρόμος σωτηρίας και τελείωσης είναι η ωριμότητα και η τελειο­ποίηση που κατακτιέται με μία ζωή αδιάκοπης προσευχής.

Μία ζωή προσευχής, όμως, η οποία εκφράζεται με την αλη­θινή έμπρακτη αγάπη, αφού ο Θεός είναι η ίδια η αιώνια, αψε­γάδιαστη και έμπρακτη αγάπη.

«Όποιος είναι κοντά Μου, μέσα στην καρδιά, του, είμαι κι Εγώ διαρκώς δίπλα τον. Κι είναι κι αυτός διαρκώς δίπλα μου. Εδώ μέσα κρύβεται η ουσία και η αληθινή μακαριότητα, των ουρα­νών.

Το βασίλειο Μου βρίσκεται μέσα στη μικρή καρδιά του κάθε ανθρώπου. Όποιος θέλει λοιπόν να μπει στο βασίλειο Μου, πρέ­πει να μπει μέσα στην ίδια του την καρδιά και να φτιάξει εκεί ένα λιμανάκι της γαλήνης, που λέγεται ταπεινοσύνη, αγάπη και ευχαρίστηση. Έτσι και το φτιάξει σύμφωνα με την τάξη το λι­μανάκι του, έχει φτιάξει την ευτυχία του για πάντα. Αν διαθέτε­τε μία καρδιά όλο αγάπη για Μένα και για τ’ αδέλφια, σας, κα­θώς και ένα πνεύμα δραστήριο και φιλόπονο, έχετε βάλει μο­ναχοί σας τις βάσεις για την αληθινή, παντοτινή ευδαιμονία.

Γι’ αυτό μη φανταστείτε τον ουρανό Μου κάπου πολύ μακριά, γιατί είναι πολύ κοντά σας. Η όλη απόσταση είναι το πολύ τρεις παλάμες. Είναι η απόσταση απ’ το κεφάλι ως το κέντρο της καρ­διάς! Άμα καλύψετε αυτή την κοντινή απόσταση, έχετε μπει ολό­τελα μέσα! Μη φανταστείτε λοιπόν πως θ’ ανεβούμε πάνω απ’ τ’ αστέρια.. Αλλά να σιεέφτεστε πως θα κατέβουμε μέχρι την καρ­διά μας. Εκεί θα βρούμε τον παράδεισο μας και την αληθινή αιώνια ζωή».

(Ο Ιησούς στο «Μεγάλο Ευαγγέλιο του Ιωάννη» του Λόρμπερ)

 

Πώς μπορεί κάποιος να καλλιεργήσει την ικανότητα να ακούει εσωτερικά τη φωνή του Θεού

27.4.1958

«Οτιδήποτε φτάνει στα. αυτιά σας προερχόμενο από Μένα τον Ίδιο, μπορείτε με ήσυχη τη συνείδηση σας να υποστηρίξετε ότι είναι η καθαρή αλήθεια. έτσι μπορείτε απόλυτα πεπεισμένοι να πάρετε ανοιχτά θέση υπέρ αυτού και επίσης να πιστέψετε ότι ό­λα όσα σας έχω προφητέψει για το μέλλον θα εκπληρωθούν ο­πωσδήποτε. Μπορείτε να εμπιστευτείτε ανεπιφύλακτα τη φωνή του Πνεύματος, γιατί είναι η δική Μου η φωνή που ηχεί μέσα σας. γιατί είναι επιθυμία Μου να φτάσει η αλήθεια ως τους αν­θρώπους και επιπλέον θέλω εσείς που την ακούτε να τη μετα­φέρετε σε έναν ευρύτερο κύκλο ανθρώπων. Εάν πραγματικά πι­στεύετε σε Μένα, τότε θα πρέπει να αντιλαμβάνεσθε ότι μας συν­δέει ένας συγκεκριμένος δεσμός και ότι παρά το ότι έχετε απομακρυνθεί από Μένα, έχετε ωστόσο μία πνευματική επαφή μαζί Μου. Και το γεγονός ότι μιλώ μαζί σας αποδεικνύει ακριβώς την ύπαρξη αυτής της επαφής. Συγκεκριμένα μπορείτε να Με ακούσετε με τη μορφή των σκέψεων που αναδύονται από το εσωτερικό σας. Πρόκειται για σκέψεις που δεν είναι δικό σας προϊόν, καθώς είμαι Εγώ που σας τις διοχετεύω. Τις σκέψεις αυτές τις αντιλαμβάνεστε συνειδητά μόνο όταν η ψυχή σας απο­κτήσει την ικανότητα της πνευματικής ακοής, αφού θα έχει καλ­λιεργήσει τόσο τον εαυτό της που να καταλαβαίνει το Λόγο που της απευθύνω με τη μορφή των σκέψεων. Και τότε είναι και σε θέση να τον διοχετεύσει στον εγκέφαλο για να το επεξεργαστεί περαιτέρω.

Ο Λόγος Μου ηχεί μεν αδιάκοπα, όμως για να γίνει κάποιος ικανός να τον ακούσει πρέπει πρώτα να εναρμονίσει την πορεία του στη ζωή με τη βούληση Μου. Δεν είναι δυνατό να τον ακού­σει όποιος δεν επιδιώκει να αποκτήσει αυτή την ικανότητα ή όταν δεν πιστεύει καν ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει μαζί Μου εσωτερικά. Κανείς πρέπει να διαπλά­σει από μόνος του τον εαυτό του για να γίνει δέκτης και, αφού εκπληρώσει πρώτα όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις, θα μπο­ρέσει να συλλάβει τις σκέψεις Μου, που εκχέονται αδιάκοπα στην απεραντοσύνη και να τις κατανοήσει. Τότε το αισθάνεται ζωντανά ότι του μιλώ Εγώ προσωπικά και την κάθε Μου λέξη τη νιώθει σαν τροφή για την ψυχή του που του προσφέρει η αγά­πη Μου και στο εξής αναζητάει πάνω από όλα αυτόν τον ουρά­νιο άρτο για να τραφεί.

Άρα δεν είναι σωστός ο ισχυρισμός ότι μιλώ μόνο σε συγκε­κριμένα άτομα, διότι ο Λόγος Μου ηχεί αιώνια και επ’ άπειρον στο πνευματικό βασίλειο και μπορεί να τον ακούσει ο καθένας, είτε βρίσκεται ακόμη στη Γη είτε στον άλλο κόσμο. Αλλά, επει­δή γίνεται αντιληπτός μονάχα με το πνευματικό αυτί, πρέπει πρώτο, αυτό να εκπαιδευτεί, πράγμα που προϋποθέτει πάντοτε ότι ο άνθρωπος ζει με αγάπη και ακολουθεί τις εντολές Μου. Όποιος τηρεί τις εύκολες εντολές της διπλής αγάπης για τον Θεό και τον πλησίον, σε αυτόν θα αποκαλύψω τον Εαυτό Μου, το οποίο σημαίνει ότι θα αντιληφθεί μέσα του τη φωνή Μου, για­τί θα έχει διαπλάσει την καρδιά του έτσι που να μπορεί να δε­χτεί το Πνεύμα Μου… Αυτά τα λόγια πρέπει να τα καταλάβετε σωστά: Το Πνεύμα Μου ενεργεί μεν αδιάκοπα, αλλά δεν εισχω­ρεί ποτέ με τη βία όπου συναντά αντίσταση από τον άνθρωπο. Η αντίσταση οφείλεται στην αρχική πτώση του, όταν ως πνευ­ματικό ακόμη ον πέρασε εκούσια σε μία κατάσταση χωρίς αγά­πη και απέκρουσε την αγάπη που του έδινα- όταν λοιπόν καμ­φθεί η αντίσταση του, ανοίγεται πάλι στην ακτινοβολία Μου και αυτό σημαίνει ότι στο εσωτερικό του όλα γίνονται φωτεινά, ο­πότε βλέπει κι ακούει αυτό που πριν ούτε να δει ούτε να ακού­σει μπορούσε: Εμένα τον Ίδιο, το Λόγο Μου που ηχεί μέσα του, όπως γινόταν στην αρχή της ύπαρξης του.

Αυτή η εσωτερική αντίσταση είναι ιδιαίτερα μεγάλη την τελευ­ταία περίοδο πριν το τέλος, γεγονός που είναι έκδηλο από την ψυχρότητα που επικρατεί μεταξύ των ανθρώπων. Για το λόγο αυτό άλλωστε είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που ακούγεται εσω­τερικά ο Λόγος Μου. Και αυτό έχει επίσης ως συνέπεια ότι σπά­νια πιστεύει κάποιος ότι μιλώ απευθείας μέσω του Πνεύματος Μου. Μία εντελώς φυσική διαδικασία, την οποία κάποτε γνώ­ριζαν όλα τα όντα, κατέληξε να γίνει κάτι το απίστευτο. Και όμως κανονικά θα έπρεπε να παρουσιάζεται μέσα σε κάθε άνθρωπο, δεδομένου ότι ο καθένας διαθέτει αυτή την ικανότητα αλλά δεν την καλλιεργεί… Ή, επίσης, είτε από άγνοια είτε από έλλει­ψη πίστης, δεν κάνει τίποτα, για να γίνει ικανός να επικοινωνή­σει σαν παιδί με τον Πατέρα του, ώστε κι Αυτός να τον τιμήσει με την ομιλία Του.

Έτσι, το μόνο που μπορεί να γίνει είναι να διδάσκονται σιγά-σιγά οι άνθρωποι, αλλά αποκλείεται να αλλάξουν με τη βία, ώστε να γίνουν άξιοι να ακούσουν εσωτερικά τη φωνή Μου. Πρέπει να αφεθεί στο ν καθένα να αποφασίσει ελεύθερα, από μό­νος του τι θέση θα πάρει απέναντι στις διδασκαλίες Μου. Ο Λό­γος Μου μπορεί μόνο έμμεσα να έρθει σε επαφή με τον κάθε άν­θρωπο, δηλαδή πρέπει καταρχάς να του τον μεταφέρει κάποιος, αλλά ύστερα θα πρέπει να τον εφαρμόσει και στην πράξη, προ­κειμένου να βιώσει ο ίδιος από μόνος του πάνω στον εαυτό του την αλήθεια, των λόγων Μου.

Αμήν»

 

 

Επίκληση σε βοήθεια

13-11-1953

«Εκείνος που αναζητεί καταφύγιο σε Μένα δεν πρόκειται να χαθεί, γιατί θα τον βοηθώ συνεχώς, ακόμη και αν η βοήθεια δεν είναι τόσο εμφανής όσο θα ήθελε ο ίδιος. Όποιος αναζητεί κατα­φύγιο σε Μένα απευθύνεται στον μόνο αρμόδιο, για το λόγο ότι μόνο Εγώ μπορώ και θέλω να βοηθήσω εκεί όπου φαίνεται αδύ­νατη οποιαδήποτε βοήθεια από ανθρώπινη πλευρά. Εκείνος που αναζητεί καταφύγιο σε Μένα νιώθει σαν παιδί Μου και μπορεί να υπολογίζει με απόλυτη εμπιστοσύνη στην κατανόηση του Πα­τέρα τον, γιατί δεν πρόκειται να ζητήσει μάταια τη βοήθεια Μου. Τα προβλήματα, και οι δύσκολες καταστάσεις στη ζωή σκοπό έχουν να ωθήσουν τους ανθρώπους κοντά Μου, στην περίπτω­ση που δεν βρίσκουν από μόνοι τους το δρόμο, γιατί δεν απευ­θύνονται σε Μένα από δική τους πρωτοβουλία όταν δεν έχουν κάτι το συγκεκριμένο να τους βασανίζει, ούτε αρχίζουν από μό­νοι τους το διάλογο μαζί Μου. Τότε κι Εγώ αναγκάζομαι να τους στείλω προβλήματα και πόνους, ούτως ώστε να Με θυμηθούν και να στραφούν από μόνοι τους προς τα εκεί από όπου θα λά­βουν βοήθεια.

Όμως πραγματικά μακάριοι είναι εκείνοι που χωρίς ανάγκη αναζητούν από μόνοι τους να συνδεθούν με τον Πατέρα τους. Μακάριοι εκείνοι που Με αναζητούν συχνά με τη σκέψη τους και περιμένουν να τους μιλήσω, καθώς στέλνουν τις σκέψεις τους προς τα ύψη. Μακάριοι εκείνοι που δεν χρειάζεται να τους βρουν προβλήματα και βάσανα για να έρθουν κοντά Μου. Μα­κάριοι εκείνοι που δεν μπορούν να είναι στιγμή χωρίς Εμένα, που Μου μιλούν συνεχώς όπως τα παιδιά, στον πατέρα τους, που, επειδή αναγνωρίζουν ότι είναι δικοί Μου, πασχίζουν να Με φτά­σουν. Σε αυτούς τους ανθρώπους μπορώ να χαρίσω τον εαυτό Μου, δηλαδή να τους προσφέρω πλουσιοπάροχα τη χάρη Μου, επειδή είναι πάντα πρόθυμοι να Με πλησιάζουν διαρκώς πιο πολύ.

Αλλά τις περισσότερες φορές, ακόμη και στην ανάγκη ή στις δοκιμασίες τους, οι πιο πολλοί άνθρωποι δεν βρίσκουν το δρό­μο που θα τους έφερνε σε Μένα, επειδή δεν πιστεύουν στον Ένα και Μοναδικό που μπορεί και θέλει να τους βοηθήσει. Έτσι, εί­ναι αδύναμοι και ανίσχυροι και ούτε τα δεινά τους δεν παίρ­νουν τέλος, όσο υπάρχει ελπίδα να τους κερδίσω με το μέρος Μου. Υπάρχει όμως επίσης η δυνατότητα να αντλούν δύναμη από κάτω, από τον αντίμαχο Μου, στον οποίο είναι πιο πρόθυ­μοι να αφοσιωθούν από ό,τι σε Μένα. Γιατί υποδουλώνονται στον κόσμο και στα αγαθά του και κατ’ επέκταση στον κύριο του υλικού κόσμου. Και τότε είναι χαμένοι για αμέτρητα μακρύ διάστημα, καθώς η απόσταση τους από Μένα μεγαλώνει διαρ­κώς, αφού αποκρούουν κάθε χάρη που τους προσφέρω για να τους βοηθήσω να συνειδητοποιηθούν.

Συνεπώς, όπου σεις οι άνθρωποι βλέπετε δυστυχία και πόνο, εκεί φαίνεται στην πραγματικότητα η φροντίδα Μου για σας, εκεί παλεύω για τις ψυχές, εκεί ο αντίπαλος Μου δεν έχει πετύ­χει ακόμη την απόλυτη εξουσία, εξού και υπάρχει ακόμη ελπί­δα να τις κάνει η ανάγκη να στραφούν σε Μένα. Γι’ αυτό λοι­πόν χρειάζεται σε όποιον αντιμετωπίζει μία δύσκολη κατάστα­ση να του μιλήσει κάποιος για τον Ένα και Μοναδικό που έχει τη δύναμη να βοηθήσει ακόμη και εκεί όπου είναι απίθανο να βρεθεί βοήθεια από κάποια εγκόσμια πλευρά. Και τότε ο άν­θρωπος αυτός οφείλει να εναποθέσει τις ελπίδες του σε αυτόν τον Έναν και να Τον παρακαλέσει για τη συνδρομή Του. αρκεί να αναζητήσει γεμάτος εμπιστοσύνη καταφύγιο κοντό. Μου και Εγώ θα του αποκαλυφθώ και θα του δείξω ότι Εγώ είμαι ο Κύ­ριος, ακόμη και πάνω από τη ζωή και το θάνατο.

Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα καμιά φορά δέχονται πιο εύκολα μία διδασκαλία και αρπάζουν τη σα­νίδα σωτηρίας, οπότε αναζητούν βοήθεια από Εκείνον, όπως τους έχουν συμβουλέψει οι συνάνθρωποι τους. Και είναι βέβαιο ότι Εγώ θα τους βοηθήσω προκειμένου να ενισχύσω την αδύ­ναμη πίστη τους. Θα κάνω αισθητή την παρουσία Μου ακόμη και εκεί όπου συνήθως δεν εμφανίζομαι γιατί δεν Με φωνάζει κανείς. Γιατί ασφαλώς δεν πρόκειται να αφήσω αβοήθητο κα­νένα πλάσμα Μου που Με παρακαλεί για τη βοήθεια Μου επει­δή βρίσκεται σε ανάγκη.

Αμήν»

 

Η προσευχή είναι η μοναδική προστασία απέναντι στο κακό

15.3.1965

«Όσο πλησιάζει το τέλος τόσο εντονότερη είναι η δράση του αντιπάλου Μου. Και αυτό θα το νιώσετε όλοι σας, καθώς δεν περνά μέρα που να μην σας βγάλει κάτι από την ησυχία σας ή που να μην αντιληφθείτε με κάποιο τρόπο τη δολιότητά του. Το μόνο που βοηθάει τότε είναι η προσευχή, το να συνδεθείτε απευ­θείας με Αυτόν που είναι και δικός του Κύριος και που τον νί­κησε με το θάνατο Του στο σταυρό. Μία προσευχή από να βά­θη της ψυχής σάς δίνει ξανά την ειρήνη που εκείνος προσπαθεί να σας στερήσει. Γιατί, καθώς τότε στρέφεστε σε Μένα, η δική του η εξουσία έχει κλονισθεί, όσο επίμονα κι αν προσπαθεί να σας αναστατώσει.

Η πάλη μαζί του θα γίνεται όλο και πιο έντονη, γιατί δεν παύει να σας πιέζει- γι’ αυτό σας επαναλαμβάνω ότι το μόνο που σας προστατεύει από τη δράση του είναι η προσευχή. Γιατί τότε απο­δεικνύετε ότι αναζητάτε Εμένα και ότι θέλετε να απαλλαγείτε από εκείνον, οπότε μπορώ και Εγώ από την πλευρά Μου να χρη­σιμοποιήσω την ισχύ Μου εναντίον του- μπορώ δηλαδή να τον εμποδίσω να συνεχίσει να σας καταπιέζει για το λόγο ότι εσείς οι ίδιοι Μου παραχωρείτε αυτό το δικαίωμα επάνω του με τη βούληση σας.

Στην έσχατη εποχή θα λυσσομανά ακόμη περισσότερο, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν Θα έχει καμία επιτυχία με τους δικούς Μου ανθρώπους, που ποθούν την παρουσία Μου με όλη τους την ύ­παρξη και Με καλούν να τους προστατέψω. Άλλωστε ποιον άλλον θα προστάτευα πιο πρόθυμα από ό,τι τους δικούς Μου, που θέλουν να είναι συνδεδεμένοι μαζί Μου και έχουν προσφερθεί να Με υπηρετήσουν; Το μόνο που χρειάζεται είναι να πιστεύε­τε ότι η εξουσία Μου εκτείνεται και πάνω του επίσης, οπότε δεν είσαστε απροστάτευτοι απέναντι του και συνεπώς θα έχετε τη δύναμη να αποκρούσετε οποιαδήποτε επίθεση του.

Τη δύναμη λοιπόν αυτή πρέπει να την αντλήσετε από το Λόγο Μου εμβαθύνοντας συνεχώς στο εσωτερικό του και τότε γύρω σας θα απλωθεί ένα φως που αυτός το αποφεύγει και έτσι απαλλάσσεστε από την παρουσία του. Και μην αφήσετε πια τον ολι­κό κόσμο να σας αιχμαλωτίσει, γιατί τότε εκείνος βρίσκει μία κερκόπορτα για να διεισδύσει και να σας δελεάσει με τα υλικά αγαθά. Έτσι αποκτά μία ορισμένη εξουσία επάνω σας χωρίς εσείς να το αντιλαμβάνεστε, γιατί μπορεί και σας ξεγελά. Αλλά τότε Εγώ δεν μπορώ να σας βοηθήσω, δεδομένου ότι παραδί­δεστε εθελοντικά στα χέρια του και Εμένα Με ξεχνάτε. Ύστερα Θα αναγκαστείτε να αγωνιστείτε σκληρά για να επανασυνδεθεί­τε εσωτερικά μαζί Μου και τότε θα νιώσετε τι σημαίνει το να έχετε απομακρυνθεί από Μένα, μια και ο αντίπαλος κρατά γερά κάτω από την εξουσία του όποιον έχει στην κατοχή του. Ωστό­σο, Εγώ δεν αφήνω να πέσει κανένας που Με αναζητεί με επι­μονή, μόνο που θα αναγκαστεί να παλέψει πολύ μέχρι να φτά­σει πάλι το επίπεδο στο οποίο βρισκόταν προηγουμένως.

Γι’ αυτό προσέξτε να μην αποκτήσει ο αντίπαλος εξουσία επά­νω σας- καλέστε Με την ώρα της ανάγκης και εάν το κάλεσμα βγαίνει από την καρδιά σας, είμαι πάντα πρόθυμος να σας βοη­θήσω. Αλλά. μόνο μην αφήσετε να σας κυριεύσει ο κόσμος, για­τί τότε θα σας κάνει υποχείρια του εκείνος που είναι κύριος αυτού του κόσμου. και τότε το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να περιμένω μέχρι να ξαναβρείτε το δρόμο της επιστροφής κοντά Μου.

Αμήν»

Απόσπασμα από το βιβλίο «Η Εσωτερική Ζωή» εκδ. Πύρινος Κόσμος