Ο Θεός, ο Άνθρωπος και το Πεπρωμένο
Η κατάληξη είναι επομένως πως ο άνθρωπος στα πρώτα βήματα του είναι ατελής σε όλα του, ακόμη και στην ελεύθερη διαμόρφωση της θέλησης του. Στη ζωή όμως διδάσκεται ότι πρέπει και πως μπορεί να γίνει τέλειος σαν το Υπέρτατο Ον.
Απ’ αυτό το πρίσμα λύνεται εξάλλου μια διαδεδομένη απορία. Από παλιά οι θεολόγοι διαφωνούσαν γύρω από το αν ο άνθρωπος φθάνει στη λύτρωση αποκλειστικά με τις δικές του δυνάμεις ή χάρη στο έλεος του Θεού. Ο Παύλος έγραψε πως, «ο ίδιος ο Θεός ενεργεί σ’ εσάς, ώστε να θέλετε και να πράττετε ό,τι είναι σύμφωνο με το θέλημα του».
Είδαμε πως οδηγούμαστε από πολλούς διαφορετικούς δρόμους, την προδιάθεση, τη μάθηση και την καθοδήγηση, στο να θέλουμε το καλό. Όταν δε φθάσουμε στην τελειότητα, μπορούμε να κάνουμε το καλό μ’ επιτυχία σε κάθε περίπτωση, μια και η θέληση μας είναι ελεύθερη από εγωιστικά κίνητρα.
Χωρίς τη βοήθεια που παίρνουμε από τον ουράνιο χώρο, η ατελής ψυχική μας υπόσταση δεν θα κατάφερνε ποτέ από μόνη της ν’ αγγίξει την τελειότητα, σαν θέληση και σαν εφαρμογή της θέλησης, ακόμη κι αν αφιερωνόμασταν «ψυχή και σώμα» σ’ αυτό το σκοπό. Γιατί από αυτόν που έχει αποκοπεί από το Πνεύμα και ψηλαφίζει στο σκοτάδι, λείπει τόσο η επίγνωση, όσο κι η δύναμη για την πραγμάτωση του καλού. Γι’ αυτό, όπως γράφει ο Παύλος στους Ρωμαίους, εξαρτάται καταρχήν από το «έλεος του Θεού» και όχι από τις ανθρώπινες προσπάθειες, όσο φιλότιμες κι αν είναι. Αν δεν έρθει ο Πνευματικός Διδάσκαλος μας να μας παρακινήσει, να μας ξυπνήσει από το λήθαργο, να μας διδάξει και να μας καθοδηγήσει, δεν μπορούμε να πάμε πολύ μακριά στην ατραπό της λύτρωσης.
Ωστόσο ο Παύλος έχει εξίσου δίκιο σε μερικά άλλα σημεία που επιφανειακά αντιφάσκουν μ’ αυτή την παραδοχή. Όπως στη νουθεσία προς τους Φιλιππησίους (2, 12): «Εργαστείτε με φόβο Θεού και δέος για τη σωτηρία σας!» Αλλά κι ο Χριστός προτρέπει: “Αγωνιστείτε να περάσετε απ’ τη στενή πύλη» Λουκ. 13, 24), και στην Αποκάλυψη του Ιωάννη (2, 7): «Σ’ όποιον νικήσει, θα δώσω να φάει τον καρπό απ’ το δέντρο της ζωής».
Άρα μόνο το έλεος του Θεού δεν αρκεί! Συν Αθηνά και χείρα κίνει, η θέληση κι η δραστηριότητα του ανθρώπου είναι εντελώς αποφασιστικές. Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος οφείλει ν’ αγκαλιάσει όχι μόνο εγκεφαλικά, αλλά με ολόκληρο το είναι του και με τη θέληση του, το φως που του στέλνουν οι ουράνιες δυνάμεις. Αυτό που έχουμε να κάνουμε εμείς από πλευράς μας, είναι καταρχάς η μεταστροφή της θέλησης μας και στη συνέχεια η αδιάλειπτη, φλογερή παράκληση να μας δίνει δύναμη και αυτή τη δύναμη να τη χρησιμοποιήσουμε σωστά.
Αυτή η έμπρακτη πίστη στον Ιησού Χριστό που εκδηλώνεται σαν αγάπη, είναι η «σωτηρία μέσω του Χριστού» (Α’ Θεσ. 5) που μας «δικαιώνει» στα μάτια του Θεού (Ρωμ. 1, 17).
Στον Λόρμπερ αυτό το έργο ονομάζεται «αυτοκαλλιέργεια».
Αυτοκαλλιέργεια και θεϊκή καθοδήγηση
Γι’ αυτό το θέμα παραπονέθηκε ο Ιούδας στον Ιησού: «Κύριε, Εσύ ξυπνάς τους νεκρούς από τους τάφους τους και παίρνουν πάλι ζωή! Γιατί αφήνεις τότε την καρδιά μου να μαραζώνει στη σκοτεινιά και τη φθορά του τάφου της; Εγώ θέλω να γίνω καλύτερος άνθρωπος, αλλά δεν μπορώ, γιατί δεν μπορώ ν’ αλλάξω την καρδιά μου. Γι’ αυτό πλάσε Εσύ αλλιώς την καρδιά μου, και θα γίνω άλλος άνθρωπος στη στιγμή»
Κι ο Ιησούς αποκρίνεται: «Σ’ αυτό που λες βρίσκεται ακριβώς το μυστικό της αυτοκαλλιέργειας του ανθρώπου! Μπορώ να του κάνω τα πάντα και θα μείνει άνθρωπος. Αλλά η καρδιά είναι καταδική του, για να την καλλιεργήσει μόνος του, αν θέλει να γίνει αθάνατος. Αν θα έβαζα το χέρι Μου στην καρδιά του, ο καθένας θα γινόταν μία μηχανή και δεν θα κατάφερνε ποτέ να γίνει ανεξάρτητος. Όταν όμως ο άνθρωπος δεχθεί τη διδασκαλία, δηλαδή τι χρειάζεται να κάνει ώστε να καλλιεργήσει την καρδιά του για το Θεό, πρέπει να την ακολουθήσει ελεύθερα, προκειμένου να διαμορφώσει ανάλογα την καρδιά του!
Αφού λοιπόν καλλιεργήσει, καθαρίσει και νοικοκυρέψει την καρδιά του, τότε μόνο πια μπαίνω Εγώ να κατοικήσω εκεί πνευματικά. Τότε ολόκληρος ο άνθρωπος είναι αναγεννημένος στο πνεύμα κι αποκλείεται να χαθεί πια. Γιατί μ’ αυτό τον τρόπο έγινε ένα μαζί Μου, όπως Εγώ είμαι ένα με τον Πατέρα. Σταλμένος απ’ αυτόν τον Πατέρα, ήρθα στον κόσμο για να δείξω σε όλα τα ανθρώπινα παιδιά το δρόμο που πρέπει να πάρουν και να πρωτοπορευθώ για να δουν πώς θα φθάσουν στο Θεό και σ’ ολόκληρη την Αλήθεια! Άρα πρέπει να βάλεις μόνος σου το χέρι σου για να καλλιεργήσεις την καρδιά σου, όπως ο κάθε άλλος. Αλλιώς είσαι χαμένος, ακόμη κι αν σε ξυπνήσω χίλιες φορές από τον τάφο της σάρκας!»
Επομένως ο άνθρωπος δεν κατακτάει την τελειότητα μόνο με τις δικές του δυνάμεις, αλλά ούτε χάρη στη μεγαλοψυχία του Θεού, αλλά χρειάζεται η σύμπραξη και των δύο παραγόντων. Το στερεό υπόβαθρο είναι η Αγάπη, η Σοφία και η Παντοδυναμία του Θεού, αλλά ο στόχος είναι η αυτοτέλεια του ανθρώπου. Γι’ αυτό δεν πρέπει να υποτιμάται η προσωπική ευθύνη και προσπάθεια ή να υπερτονίζεται η θεία Χάρη και να επαναπαύεται κανείς ότι θα «σωθεί» επειδή απλά «πιστεύει».
Είναι το πεπρωμένο προκαθορισμένο;
Ένα σημείο από την επιστολή του Παύλου προς τους Ρωμαίους δημιουργούσε ανέκαθεν πολλά ερωτηματικά. Παίρνοντας για παράδειγμα το Φαραώ, ο Παύλος εξηγεί πώς λειτουργεί η θεία Χάρη: «Ο Θεός, λοιπόν, ελεεί τον άνθρωπο ή σκληραίνει την καρδιά του, κατά το θέλημα Του. Θα πει βέβαια κάποιος: Γιατί λοιπόν μας βρίσκει σφάλματα ο Θεός; Σάμπως υπάρχει κανείς που να μπορεί ν’ αντισταθεί στο θέλημα Του; “Άνθρωπε, ποιος είσαι εσύ για να κάνεις κριτική στο Θεό; Μπορεί να πει ένα δημιούργημα στο δημιουργό του, «γιατί μ’ έκανες έτσι;» Δεν είναι στο χέρι του αγγειοπλάστη να κάνει με τον πηλό ό,τι θέλει; Από το ίδιο υλικό φτιάχνει σκεύη πολύτιμα και σκεύη για τις πιο συνηθισμένες χρήσεις. Έτσι κι ο Θεός, θέλοντας να δείξει την οργή του και τη δύναμή του, φέρθηκε με μεγάλη μακροθυμία σ’ αυτούς που άξιζαν την οργή του και που ήταν έτοιμοι να χαθούν. Σ’ άλλους πάλι θέλησε να φανεί η άπειρη δόξα του, σ’ αυτούς που το έλεος του όρισε να μετάσχουν στη δόξα του».
Με βάση αυτό το σημείο μπορεί κανείς να σκεφθεί πως η μοίρα του ανθρώπου είναι προδιαγραμμένη για την αιώνια καταδίκη ή για την αιώνια μακαριότητα. Βασιζόμενος σε αυτή την παράγραφο και άλλες περικοπές από τη Γραφή, ο Αυγουστίνος στήριξε με δριμύτητα, όπως είδαμε, τη «διδασκαλία του προκαθορισμού».
Η περιπέτεια της ανθρώπινης ζωής κάτω από το φως της Νέας Αποκάλυψης
Αυτή η μισάνθρωπη άποψη του Αυγουστίνου, ότι η αιώνια Αγάπη προορίζει αυθαίρετα ορισμένους για τη μακαριότητα κι άλλους για το αιώνιο πυρ, ανασκευάζεται από τη Νέα Αποκάλυψη στον Ιάκωβο Λόρμπερ.
Είναι φανερό πως ο Πλάστης προικίζει τα πλάσματα του με τις πιο διαφορετικές ιδιομορφίες, για τους πιο διαφορετικούς σκοπούς. Ένας που φτιάχνει κεραμικά, θα κάνει με τον πηλό του σύμφωνα με την κρίση του λεπτεπίλεπτα κομψοτεχνήματα ή χοντροκομμένα σκεύη για την καθημερινή χρήση. Το ίδιο κι ο Θεός. από την αρχή κιόλας της δημιουργίας, προίκισε τους πρώτους αγγέλους (π.χ. τον Μιχαήλ και τον Εωσφόρο), με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που χρειάζονται για το σκοπό που είχαν να εκπληρώσουν. Έτσι και με τον άνθρωπο, σφραγίζει τον καθένα με τα ατομικά του χαρακτηριστικά και του αναθέτει το ρόλο του.
Συνάμα όμως μας εφοδιάζει με ελευθερία της βούλησης και θέτει για όλους μας, χωρίς καμιά εξαίρεση, τον ίδιο τελικό στόχο: να γίνουμε νωρίτερα ή αργότερα, ανάλογα με την προσπάθεια που καταβάλλει ο καθένας, αυτοτελή, μακάρια, αληθινά παιδιά του.
Έτσι στον λορμπερικό «Επίσκοπο Μαρτίνο», ρωτάει ο Θεός τον Εωσφόρο: «Μήπως Εγώ δεν είμαι ο Πρωτομάστορας σ’ όλα τα έργα που γίνονται; Αφού είμαι λοιπόν και φτιάχνω τα εργαλεία Μου όπως χρειάζεται και όπως θέλω να Μου κάνουν τη δουλειά Μου, πώς μπορείς εσύ να Μου εναντιώνεσαι; Ή το θεωρείς εσύ αντίσταση αυτό που είσαι τώρα, τη στιγμή που δεν μπορείς να είσαι άλλο απ’ ό,τι θέλω Εγώ στο τέλος;
Όμως δεν είμαι κανένας σκληρόκαρδος σιδηρουργός. Είμαι ένας Μάστορας όλο Αγάπη, γι’ αυτό είμαι έτοιμος να τραβήξω τις χύτρες Μου από τη φωτιά όπου αργοπυρώνουν, φθάνει να το επιθυμούν και να θέλουν να συμμορφωθούν με την Τάξη που ισχύει για τα ελεύθερα έργα Μου. Αν δεν θέλουν όμως και προτιμούν να σιγολειώνουν και να κάνουν για πάντα τα χωνευτήρια Μου, Εγώ δεν έχω καμιά αντίρρηση, γιατί έτσι δεν χρειάζεται να φτιάξω καινούργια. Αν παραμένουν όμως τέτοια, θα είναι αυτό που πρέπει να είναι και όχι ό,τι θέλουν εκείνα! Γιατί ένα εργαλείο δεν μπορεί να είναι παρά όπως το έφτιαξα και το θέλω Εγώ.
Γι’ αυτό και η υποτιθέμενη αντίσταση που σ’ αρέσει να Μου προβάλλεις, δεν είναι παρά μια χίμαιρα που ξεπηδάει από την εθελοτυφλία σου! Όσο το αγγείο δεν μπορεί να πει του αγγειοπλάστη πως είναι ό,τι θέλει εκείνο, την ώρα που αυτός το έχει βάλει πάνω στον τροχό και το φτιάχνει όπως θέλει, άλλο τόσο είσαι εσύ σε θέση να Μου πεις πως είσαι αυτό που ήθελες να είσαι γιατί όπως είσαι, είσαι υποχρεωτικά ό,τι κι όπως σε θέλω Εγώ. Μα επειδή Εγώ είμαι η Αιώνια Αγάπη, μαζί μ’ αυτή την καταδίκη, σου δίνω άλλη τόση ελευθερία στη ζωή να νιώσεις και να καταλάβεις το βασανιστήριο σου. Κι έχεις την ελευθερία να τ’ αλλάξεις, αν το επιθυμείς. Αν δεν θέλεις όμως, μείνε ό,τι κι όπως είσαι. Αλλά αν θέλεις να καλυτερέψεις τη μοίρα σου, Εγώ θα βάλω στη θέση σου ένα άλλο εργαλείο, για να Μου κάνει τη δουλειά Μου παρόμοια μ’ εσένα!»
Βλέπουμε κι εδώ λοιπόν πως οι δυσκολίες και η διάρκεια της πορείας εξαρτώνται από την προθυμία και την αποφασιστικότητα του καθένα πάνω στον πνευματικό δρόμο. Απ’ αυτή την άποψη, το καθετί που συναντάμε στο δρόμο μας είναι ένα είδος “σχολείου». Κι όταν κανείς αφομοιώνει πρόθυμα τη «διδακτέα ύλη», τόσο πιο ελεύθερα διαμορφώνει τη μοίρα του.
Ο τελικός προορισμός είναι ίδιος για όλους
Με τη θέληση, μπορεί κι ένα σκεύος δίχως καμιά αξία να μεταμορφωθεί σε πολύτιμο κομψοτέχνημα. Είναι σίγουρο πως στον Ουρανό χαίρονται περισσότερο για έναν άνθρωπο που ξέφυγε από το σκοτεινό παρελθόν του, παρά για ενενήντα εννιά δίκαιους που δεν χρειάζονται μετάνοια. Γιατί όποιος κατάφερε με άνωθεν βοήθεια να υπερνικήσει την κόλαση μέσα του, χωρίς αμφιβολία είναι πολύ πιο πλούσιος στα βάθη της ψυχής του, από εκείνον που γεννήθηκε ενάρετος και θεοσεβούμενος, χωρίς μεγάλους πειρασμούς και αντιθέσεις στην ψυχή του.
«Το παιδί Μου που ξεφεύγει από τον κόσμο και το κρίμα και Μου δίνει ολόκληρη την καρδιά του, θα βαραίνει περισσότερο από ενενήντα εννιά ενάρετους από γέννησης τους. Ένα τέτοιο παιδί ποτέ πια δεν πρόκειται να απομακρυνθεί από το στήθος Μου, θα Μ’ έχει και θα Με βλέπει σε όλη τη ζωή του!» («Θ.Ο.Κ.», 2, 122).
Μπορεί δηλαδή οι ενδιάμεσοι σταθμοί της εξέλιξης μας να διαφέρουν από τον έναν άνθρωπο στον άλλο, αλλά ο τελικός προορισμός είναι ίδιος για όλους, κι αυτό είναι που μετράει. Δεν υπάρχει ανισότητα, αδικία ή «προκαθορισμένη αιώνια καταδίκη» για να μας κόβει τα φτερά!
«Να είσαι βέβαιος», ακούει στον άλλο κόσμο ένας καθολικός ηγούμενος, που βρίσκεται αντιμέτωπος με τις δοξασίες που πίστευε στη γη, «πως ο Κύριος είναι καθαρή Αγάπη ακόμη και μέσα στην ίδια την Κόλαση. Και δεν υπάρχει ούτε ένα Πνεύμα εκεί μέσα, που να μην έχει το δικαίωμα να γυρίσει σαν άσωτος γιος στον Πατέρα, φτάνει να το θέλει. Τούτο το πράγμα είναι εκατό τα εκατό βέβαιο και πέρα από κάθε αμφιβολία. γι’ αυτό από την αγάπη που έχεις για τον Κύριο, θα καταλάβεις πως η Παντοδυναμία του δεν σ’ έφτιαξε για να γίνεις βορά της κόλασης. Πήγαινε λοιπόν και κάνε ό,τι σου είπα στ’ όνομα του, για να βρεις γρήγορα τη λύτρωση σου!» («Πν. Ηλ.» 1, 86).
«Το μόνο που έχει καθορισμένο προαιώνια ο Κύριος, είναι πως η κάθε ύπαρξη έχει να περάσει από συγκεκριμένους δρόμους, απ’ όπου δεν μπορεί να παρεκκλίνει. Αυτοί οι δρόμοι είναι τόσο στενά συνυφασμένοι με τη φύση και τη ζωή (της συγκεκριμένης ύπαρξης), που μόνο βαδίζοντας τους θα βρει την ευτυχία στη Ζωή. Αν δοκίμαζε κανείς να φράξει σ’ έναν άνθρωπο έναν τέτοιο δρόμο, θα του έκοβε την ελευθερία του και μαζί μ’ αυτή και το νήμα της ζωής του. Και ένα τέτοιο κόψιμο θα σήμαινε την Καταδίκη σε Θάνατο» («Πν. Ηλ.» 2, 121).
Η απέραντη Αγάπη και Σοφία του Δημιουργού έχει προσδιορίσει για τον κάθε άνθρωπο έναν τελικό στόχο ολοκλήρωσης, ανάλογο με την ιδιαιτερότητα του.
Το σχέδιο του Θεού και η κύρια εργασία των αγγέλων του, είναι να καθοδηγούν τις ψυχές, σεβόμενοι την απόλυτη ελευθερία τους, από τον καλύτερο δυνατό δρόμο, μέσα από τα βάθη και τα ύψη της ζωής, σ’ αυτόν τον υπέρτατο στόχο τελειότητας και μακαριότητας.
Η απέραντη Αγάπη και Σοφία του Δημιουργού έχει προσδιορίσει για τον κάθε άνθρωπο έναν τελικό στόχο ολοκλήρωσης, ανάλογο με την ιδιαιτερότητα του.
Το σχέδιο του Θεού και η κύρια εργασία των αγγέλων του, είναι να καθοδηγούν τις ψυχές, σεβόμενοι την απόλυτη ελευθερία τους, από τον καλύτερο δυνατό δρόμο, μέσα από τα βάθη και τα ύψη της ζωής, σ’ αυτόν τον υπέρτατο στόχο τελειότητας και ευτυχίας.